Αρ. πρωτ.: 2/40464/0026/23.7.2013 Παρακράτηση και απόδοση αμοιβής δικηγόρου

Αρ. πρωτ.: 2/40464/0026/23.7.2013
Παρακράτηση και απόδοση αμοιβής δικηγόρου
Αθήνα, 23 Ιουλίου 2013
Αρ.Πρωτ.: 2/40464/0026
2/12572/0026
2/59065/00226

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ
ΓΕΝΙΚΟ ΛΟΓΙΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΛΕΓΧΩΝ
Δ/ΝΣΗ : 26η ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ & ΕΛΕΓΧΟΥ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΔΗΜΟΣΙΟΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ
TMHMA: Α΄

Ταχ. Δ/νση : Κηφισίας 124 & Ιατρίδου 2
Ταχ. Κώδ. : 115 26 ΑΘΗΝΑ
Πληροφορίες:
Τηλέφωνο : 210 69 87 725
FAX : 210 69 87 730

ΘΕΜΑ: «Παρακράτηση και απόδοση αμοιβής δικηγόρου»

ΣΧΕΤ: Η αριθ. 2/58577/0026/3-11-2006 Εγκύκλιος.

Με αφορμή ερωτήματα που έχουν υποβληθεί στην Υπηρεσία μας σχετικά με την παρακράτηση και απόδοση της αμοιβής δικηγόρων σε περίπτωση εκχώρησης της σχετικής απαίτησης, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:

1.α. Με τις διατάξεις της παρ. 7 του άρθρου 16 του ν. 3472/2006, που κοινοποιήθηκαν με την ανωτέρω σχετική εγκύκλιο καθορίστηκαν: i) οι προϋποθέσεις έγκυρης κατάρτισης συμφωνίας για την αμοιβή δικηγόρων για το χειρισμό συγκεκριμένων υποθέσεων που υπάγονται στη δικαιοδοσία των Διοικητικών Δικαστηρίων, ii) η διαδικασία αναγγελίας της εκχώρησης τμήματος της απαίτησης του δικαιούχου για την κάλυψη της αμοιβής του δικηγόρου στις περιπτώσεις που οφειλέτης είναι το ελληνικό δημόσιο, ν.π.δ.δ. ή ασφαλιστικός οργανισμός.

β. Σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις η παρακράτηση και απόδοση της αμοιβής του δικηγόρου γίνεται από το αρμόδιο για την πληρωμή της απαίτησης όργανο του Δημοσίου ή ν.π.δ.δ. κ.λπ.

γ. ι) Περαιτέρω με την ίδια εγκύκλιο δόθηκαν οδηγίες για τη διαδικασία πληρωμής των δαπανών της κατηγορίας αυτής και ειδικότερα για τη σύνταξη των σχετικών καταστάσεων πληρωμής, τα δικαιολογητικά, τις κρατήσεις κ.λπ. ιι) Όπως αναφέρεται στην εγκύκλιο αυτή, σε περίπτωση που ζητείται η έκδοση χρηματικού εντάλματος για την καταβολή / απόσβεση αποζημιώσεων / απαιτήσεων της περ. Α της παρ. 4 του άρθρου 92 του ν.δ/τος 3026/1954, τμήμα των οποίων έχει εκχωρηθεί για την κάλυψη της αμοιβής του δικηγόρου και εφόσον έχει ακολουθηθεί η νόμιμη διαδικασία αναγγελίας της εκχώρησης, θα πρέπει στη σχετική κατάσταση πληρωμής της δαπάνης να αναγράφεται ως δικαιούχος και ο εκδοχέας δικηγόρος με δικαιούμενο ποσό το εκχωρηθέν τμήμα της απαίτησης.

2. Μετά την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 62 παρ. 3 του ν. 3842/2010 και τη σχετική τροποποίηση του Κώδικα ΦΠΑ {άρθρο 22 παρ. 1(ε) ν. 2859/2000} η παροχή των υπηρεσιών δικηγόρων υπόκειται από 1-7-2010 σε ΦΠΑ καταργηθείσας της σχετικής απαλλαγής. Σημειώνεται ότι ο φόρος αυτός επιρρίπτεται κατά το νόμο (Κώδικας ΦΠΑ άρθρο 1) στον αντισυμβαλλόμενο και εν προκειμένω στον πελάτη – δικαιούχο υπάλληλο. Κατά συνέπεια για τις πληρωμές των σχετικών δαπανών που πραγματοποιούνται από 1-7-2010 και εξής, παρακρατείται από το δικαιούχο υπάλληλο, εκτός από την αμοιβή του δικηγόρου και ο αναλογών ΦΠΑ που καταβάλλεται στον εκδοχέα – υπόχρεο για την απόδοσή του στο Δημόσιο ακόμα και στην περίπτωση που δεν υπάρχει σχετική πρόβλεψη στο εργολαβικό.

3. Με τις διατάξεις του άρθρου 5, της αριθ. 2/37345/0004/4.6.2010 κ.υ.α. (Β.784), που εκδόθηκε κατ΄εξουσιοδότηση της παρ. 1β, του άρθρου δεύτερου του ν. 3845/2010, ορίζεται ότι αποστολή της Ε.Α.Π. είναι η πληρωμή μέσω τραπεζικού λογαριασμού των πάσης φύσεως αποδοχών ή πρόσθετων αμοιβών, αποζημιώσεων και με οποιαδήποτε άλλη ονομασία καταβαλλόμενων απολαβών του πάσης φύσεως προσωπικού του Δημοσίου κ.λπ.

4. Κατόπιν αυτών, στις ανωτέρω περιπτώσεις θα πρέπει να εκδίδονται δύο (2) χρηματικά εντάλματα, για τα οποία τα δικαιολογητικά θα επισυνάπτονται στο πρώτο εξ αυτών με σχετική αναφορά στο επόμενο (άρθρο 4, παρ. 7, π.δ. 151/1998). Τα εν λόγω χρηματικά εντάλματα θα εξοφλούνται όσον αφορά στο δικαιούχο υπάλληλο μέσω της Ε.Α.Π., ενώ για την καταβολή της εκχωρηθείσας αμοιβής του εκδοχέα δικηγόρου και του αναλογούντος ΦΠΑ, κατά τη συνήθη διαδικασία (μέσω Δ.Ο.Υ. μέχρι 31-12-2013).

Όσον αφορά δε στην κατάσταση πληρωμής της δαπάνης, που συντάσσεται και υποβάλλεται από τον οικείο διατάκτη, αυτή θα πρέπει να εκδίδεται εις διπλούν και να περιλαμβάνει τα στοιχεία του ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΟΣ που επισυνάπτεται ως «ΠΑΡ/ΜΑ Α» στην παρούσα.

Με Εντολή Αναπληρωτή Υπουργού
Ο Προϊστάμενος της Δ/νσης
Ευάγγελος Βεκρής

Ακριβές Αντίγραφο
Ο Προϊστ/νος Διεκ/σεως α.α.

ΠΟΛ. 1056/2013 ΘΕΜΑ: Υποχρέωση υποβολής των εργολαβικών συμβολαίων, που συνάπτονται μεταξύ δικηγόρου και εντολέα του, στην Δ.Ο.Υ. του δικηγόρου.

ΠΟΛ. 1056/2013
Αθήνα, 26 Μαρτίου 2013

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ
ΤΜΗΜΑ Α

ΘΕΜΑ: Υποχρέωση υποβολής των εργολαβικών συμβολαίων, που συνάπτονται μεταξύ δικηγόρου και εντολέα του, στην Δ.Ο.Υ. του δικηγόρου.

Με αφορμή διάφορα προφορικά και γραπτά ερωτήματα που υποβλήθηκαν στην υπηρεσία μας, αναφορικά με το θέμα, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:

1. Με την ΠΟΛ. 1026/26.1.2012 διαταγή μας, παρασχέθηκαν διευκρινίσεις σχετικά με τις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 20 του Ν.3943/2011 (ΦΕΚ 66 Α΄), με τις οποίες προστέθηκε παράγραφος 5 στο άρθρο 52 του ΚΦΕ και η παράγραφος 5 αυτού του άρθρου αναριθμήθηκε σε 6.

2. Ειδικότερα, μεταξύ των άλλων, ορίσθηκε ότι οι Δικηγορικοί Σύλλογοι δεν υπολογίζουν και δεν αποδίδουν προκαταβλητέο φόρο στις ακόλουθες περιπτώσεις α..), β..), γ..), δ) όπου οι δικηγορικές αμοιβές ή το ύψος αυτών συναρτάται άμεσα από το αποτέλεσμα των δικηγορικών υπηρεσιών ή της δίκης, κατόπιν έγγραφης συμφωνίας, όπως π.χ. των εργατικών, αυτοκινητικών, κλπ. υποθέσεων όπου ο δικηγόρος αμείβεται με εργολαβικό συμβόλαιο, με την απαραίτητη προϋπόθεση ότι έχουν υποβληθεί τα στοιχεία της έγγραφης συμφωνίας που αποδεικνύουν το ύψος της αμοιβής, κτλ., όπως τα στοιχεία αυτά θα καθοριστούν με την έκδοση σχετικής Υπουργικής Απόφασης, στη Δ.Ο.Υ. που είναι αρμόδια για τη φορολογία του εισοδήματος του δικηγόρου.

3. Με τις διατάξεις της περίπτωσης ε΄ της προαναφερομένης παραγράφου, άρθρου και νόμου ορίζεται ότι, ο δικηγόρος υποχρεούται να υποβάλλει κατάσταση όλων των έγγραφων συμφωνιών που έχει συνάψει με τους εντολείς του, στην οποία αναγράφονται το ονοματεπώνυμο, η διεύθυνση, ο Α.Φ.Μ. του κάθε εντολέα του, η δικηγορική υπηρεσία που παρασχέθηκε και η συμφωνηθείσα αμοιβή, στη Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία της περιφέρειας όπου βρίσκεται η επαγγελματική του έδρα, μέχρι την 20ή ημέρα του μηνός Φεβρουαρίου κάθε έτους. Με την έκδοση σχετικής απόφασης του Υπουργού Οικονομικών θα καθορίζεται ο τύπος, το περιεχόμενο της, ο τρόπος υποβολής της και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

4. Κατόπιν των όσων εκτέθηκαν και επειδή η υποβολή των καταστάσεων των έγγραφων συμφωνιών που συνάπτουν οι δικηγόροι με τους εντολείς τους, για τις χρήσεις 2010, 2011 και 2012 έχει ανασταλεί, λόγω της ένταξης υποβολής τους στον προγραμματισμό υλοποίησης του έργου ΤΑΧΙβηθί του 2013, και λαμβανομένου υπόψη ότι απαραίτητη προϋπόθεση, προκειμένου οι Δικηγορικοί Σύλλογοι να μην υπολογίζουν και να μην αποδίδουν προκαταβλητέο φόρο στις περιπτώσεις των εργατικών, αυτοκινητικών, κλπ. υποθέσεων όπου ο δικηγόρος αμείβεται με εργολαβικό συμβόλαιο, αποτελεί η υποβολή των στοιχείων της έγγραφης συμφωνίας που αποδεικνύει το ύψος της αμοιβής, κτλ., γι΄ αυτό τον λόγο κρίνεται απαραίτητη η υποβολή αντιγράφου του εργολαβικού συμβολαίου, που συνάπτεται μεταξύ δικηγόρου και εντολέα του, στη Δ.Ο.Υ. την αρμόδια για την φορολογία του εισοδήματος του δικηγόρου.

Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΘΕΟΧΑΡΗΣ ΘΕΟΧΑΡΗΣ

ΣτΕ 1130/2011 Φορολογία εισοδήματος δικηγόρων

ΣτΕ 1130/2011

Φορολογία εισοδήματος δικηγόρων. Δεν είναι δυνατός ο επιμερισμός των δαπανών διατηρήσεως του δικηγορικού γραφείου μεταξύ του εισοδήματος από μισθωτές υπηρεσίες (από την πάγια αντιμισθία) και των ακαθαρίστων εσόδων από την άσκηση της ελεύθερης δικηγορίας,κατά συνέπεια, δεν είναι επιτρεπτή η άθροιση του καθαρού εισοδήματος από την πάγια αντιμισθία με τα ακαθάριστα έσοδα από την ελεύθερη δικηγορία και η αφαίρεση από το προκύπτον εισόδημα των συνολικών δαπανών. Ο ειδικός τρόπος υπολογισμού του καθαρού ποσού των αμοιβών του αναιρεσείοντος από την άσκηση της ελεύθερης δικηγορίας με την εφαρμογή του συντελεστή 50% επί των ακαθαρίστων εσόδων (αφού από τον λογιστικό προσδιορισμό προέκυπτε ζημία), βασίζεται στα δεδομένα της κοινής πείρας και είναι συνταγματικώς ανεκτός και νόμιμος. Δεν μπορεί να γίνει προσδιορισμός του συνολικού φορολογητέου εισοδήματος από την δικηγορία με την εφαρμογή του 50% επί του συνόλου.

Φορολογία εισοδήματος δικηγόρων.Δεν είναι δυνατός ο επιμερισμός των δαπανών διατηρήσεως του δικηγορικού γραφείου μεταξύ του εισοδήματος από μισθωτές υπηρεσίες (από την πάγια αντιμισθία) και των ακαθαρίστων εσόδων από την άσκηση της ελεύθερης δικηγορίας,κατά συνέπεια, δεν είναι επιτρεπτή η άθροιση του καθαρού εισοδήματος από την πάγια αντιμισθία με τα ακαθάριστα έσοδα από την ελεύθερη δικηγορία και η αφαίρεση από το προκύπτον εισόδημα των συνολικών δαπανών.

Ο ειδικός τρόπος υπολογισμού του καθαρού ποσού των αμοιβών του αναιρεσείοντος από την άσκηση της ελεύθερης δικηγορίας με την εφαρμογή του συντελεστή 50% επί των ακαθαρίστων εσόδων (αφού από τον λογιστικό προσδιορισμό προέκυπτε ζημία), βασίζεται στα δεδομένα της κοινής πείρας και είναι συνταγματικώς ανεκτός και νόμιμος. Δεν μπορεί να γίνει προσδιορισμός του συνολικού φορολογητέου εισοδήματος από την δικηγορία με την εφαρμογή του 50% επί του συνόλου.

ΣτΕ 1130/2011
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Β΄

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 2 Φεβρουαρίου 2011 με την εξής σύνθεση: Φ. Αρναούτογλου, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Β΄ Τμήματος, Ε. Νίκα, Γ. Τσιμέκας, Β. Καλαντζή, Εμμ. Κουσιουρής, Σύμβουλοι, Ειρ. Σταυρουλάκη, Β. Μόσχου, Πάρεδροι. Γραμματέας ο Ι. Μητροτάσιος, Γραμματέας του Β΄ Τμήματος.

Για να δικάσει την από 6 Ιουνίου 2005 αίτηση: του …, δικηγόρου, κατοίκου Αθηνών……., ο οποίος παρέστη αυτοπροσώπως ως δικηγόρος …… κατά του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, ο οποίος παρέστη με την Βάϊα Παπακωνσταντίνου, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.

Με την αίτηση αυτή ο αναιρεσείων επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ` αριθ. 718/2005 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της Εισηγήτριας, Συμβούλου Ε. Νίκα.

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον αναιρεσείοντα ως δικηγόρο, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους αναιρέσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και την αντιπρόσωπο του Υπουργού, η οποία ζήτησε την απόρριψή της.

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα Σκέφθηκε κατά το Νόμο

1. Επειδή, για την άσκηση της υπό κρίση αιτήσεως καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (υπ` αριθμ. 1533055/2005 ειδικά έντυπα παραβόλου).

2. Eπειδή, με την υπό κρίση αίτηση ζητείται η αναίρεση της υπ` αριθμ. 718/2005 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία απορρίφθηκε έφεση του ήδη αναιρεσείοντος κατά της υπ` αριθμ. 12941/2003 αποφάσεως του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. Με την τελευταία αυτή απόφαση είχε απορριφθεί προσφυγή του ιδίου κατά της υπ` αριθμ. 16400/1.6.2001 αρνητικής απαντήσεως του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Α΄ Αθηνών, επί επιφυλάξεως, την οποία ο αναιρεσείων είχε συνυποβάλλει με την δήλωση του φόρου εισοδήματος οικονομικού έτους 2001. Κατά το σχετικό σημείωμα του Προϊσταμένου της ως άνω Δ.Ο.Υ., το ποσό της φορολογικής διαφοράς ανέρχεται σε 8.459,65 ευρώ.

3. Επειδή, στην παράγραφο 1 τού άρθρου 45 τού Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο τού ν. 2238/1994 (ΦΕΚ Α` 151), ορίζεται ότι :
«1. Εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες είναι το εισόδημα που προκύπτει κάθε ένα οικονομικό έτος από μισθούς, ημερομίσθια, επιχορηγήσεις, επιδόματα, συντάξεις και γενικά από κάθε παροχή που χορηγείται περιοδικά με οποιαδήποτε μορφή είτε σε χρήμα είτε σε είδος ή άλλες αξίες για παρούσα ή προηγούμενη υπηρεσία ή για οποιαδήποτε άλλη αιτία, το οποίο αποκτάται από μισθωτούς γενικά και συνταξιούχους.
Ομοίως, εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες θεωρείται και το εισόδημα που αποκτούν οι δικηγόροι ως πάγια αντιμισθία για την παροχή νομικών υπηρεσιών…». Στο άρθρο 47 τού αυτού Κώδικα ορίζεται ότι «1. Το εισόδημα που καθορίζεται στο άρθρο 45 αποτελεί το ακαθάριστο εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες.
Από αυτό το εισόδημα εκπίπτουν:
α) κάθε ποσό για φόρο, τέλος ή δικαίωμα υπέρ του Δημοσίου ή οποιουδήποτε τρίτου που βαρύνει αυτό το εισόδημα.
β) Οι κρατήσεις υπέρ των ασφαλιστικών ταμείων, οι οποίες επιβάλλονται με νόμο.
2. Το ποσό που απομένει, μετά τη διενέργεια των εκπτώσεων που ορίζονται στην προηγούμενη παράγραφο, αποτελεί το καθαρό εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες. 3. … 4….», στο άρθρο 48 ότι
«1. Εισόδημα από υπηρεσίες ελευθερίων επαγγελμάτων είναι οι αμοιβές από την άσκηση του ελευθέριου επαγγέλματος του …. δικηγόρου, …» και στο άρθρο 49 ότι «1. Ως ακαθάριστο εισόδημα από υπηρεσίες ελευθερίων επαγγελμάτων λαμβάνεται το σύνολο των αμοιβών, που εισπράττονται από την άσκηση του ελευθέριου επαγγέλματος, όπως αυτό προκύπτει από τα επαρκή και ακριβή βιβλία και στοιχεία που τηρεί ο φορολογούμενος,
2. Από το ακαθάριστο εισόδημα εκπίπτουν οι επαγγελματικές δαπάνες που αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου 31, μόνο εφόσον αποδεικνύεται η καταβολή τους με νόμιμο φορολογικό στοιχείο και έχουν αναγραφεί στα βιβλία του υποχρέου. … 3. … 4. Το ποσό που απομένει μετά τις εκπτώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 αποτελεί το καθαρό εισόδημα από υπηρεσίες ελευθερίων επαγγελμάτων». Περαιτέρω, στο άρθρο 51 του εν λόγω Κώδικα υπό τον τίτλο «Ειδικός προσδιορισμός καθαρού εισοδήματος», όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 7 του ν. 2753/1999 (ΦΕΚ Α΄ 249/17.11.1999) και ίσχυε κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο προ της καταργήσεώς του με το άρθρο 7 παρ.8 του ν. 3091/2002 (ΦΕΚ Α΄ 330) ορίζετο ότι
«1. Το καθαρό εισόδημα από την άσκηση του επαγγέλματος ελεύθερου επαγγελματία που τηρεί βιβλία δεύτερης ή προαιρετικά τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, το οποίο εξευρίσκεται λογιστικώς σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 4 του άρθρου 49, δεν μπορεί να είναι μικρότερο από αυτό που προκύπτει από την εφαρμογή επί των ακαθάριστων αμοιβών από την άσκηση του επαγγέλματος των προβλεπόμενων από την παράγραφο 4 του προηγούμενου άρθρου μοναδικών συντελεστών καθαρών αμοιβών. … Oι διατάξεις της παραγράφου αυτής δεν εφαρμόζονται όταν τα ακαθάριστα έσοδα από την άσκηση του ελευθέριου επαγγέλματος υπερβαίνουν τα σαράντα εκατομμύρια (40.000.000) δραχμές». Εξ άλλου, στο άρθρο 50 παρ.4 του αυτού Κώδικα, όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 4 παρ. 22 του ν. 2873/2000 (ΦΕΚ Α΄ 285) και μετά την αναδρομική κατάργηση του τετάρτου εδαφίου αυτής με το άρθρο 1 παρ. 15 του ν. 2954/2001 (ΦΕΚ Α΄ 255/2.11.2001), ορίζεται ότι: «Για κάθε κατηγορία επαγγέλματος προβλέπεται ένας μοναδικός συντελεστής καθαρών αμοιβών, ο οποίος εφαρμόζεται στις ακαθάριστες αμοιβές. Οι συντελεστές καθαρών αμοιβών περιλαμβάνονται σε ειδικό πίνακα, ο οποίος καταρτίζεται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως». Τέλος, στην υπ` αριθμ. 1057481/16071/Γ0012/ΠΟΛ.1122/1994 εγκύκλιο του Υπουργού Οικονομικών καταχωρήθηκαν με την μορφή διοικητικής κωδικοποιήσεως οι μοναδικοί συντελεστές καθαρού κέρδους, μεταξύ των οποίων και οι αφορώντες τις αμοιβές ελευθέρων επαγγελματιών σε περίπτωση εξωλογιστικού προσδιορισμού, που καθορίσθηκαν με την υπ` αριθμ. Ε 16382/ΠΟΛ.371/29.12.1987 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, με τίτλο «Καθορισμός των συντελεστών αμοιβών των ελευθέρων επαγγελματιών σε περίπτωση εξωλογιστικού προσδιορισμού» (ΦΕΚ Β΄ 749), εκδοθείσα κατ` επίκληση του άρθρου 47 παρ. 1 και 2 του ν.δ. 3323/1955 (πρβλ. ΣτΕ 3083/2008). Μεταξύ άλλων καθορίσθηκε με την απόφαση αυτή και ο μοναδικός συντελεστής καθαρών αμοιβών για το ελευθέριο επάγγελμα του δικηγόρου, ο οποίος ορίσθηκε σε ποσοστό 50%.

4. Επειδή, εν προκειμένω, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση σε συνδυασμό με την πρωτόδικη απόφαση, ο αναιρεσείων, δικηγόρος, που διατηρεί γραφείο στην Αθήνα, δήλωσε, με την δήλωση φορολογίας εισοδήματος οικονομικού έτους 2001, μεταξύ άλλων, α) εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες (ΣΤ΄ πηγή) και ειδικότερα από πάγια αντιμισθία ποσού 19.436.439 δραχμών [και φόρο που παρακρατήθηκε στο εισόδημα αυτό ύψους 5.986.889 δραχμών] β) ακαθάριστα έσοδα από την άσκηση του ελευθέριου επαγγέλματος του δικηγόρου ποσού 12.046.960 δραχμών και καθαρό εισόδημα ποσού 6.023.480 δραχμών, το οποίο προέκυψε από την εφαρμογή του ισχύοντος τότε μοναδικού συντελεστή καθαρού κέρδους (ΜΣΚΚ) 50% επί των ως άνω ακαθαρίστων εσόδων. Εξ άλλου, με την ίδια δήλωση ο αναιρεσείων δήλωσε [με το έντυπο Ε3 «Μηχανογραφικό δελτίο οικονομικών στοιχείων επιχειρήσεων και επιτηδευματιών» που συνυπέβαλε με την εν λόγω δήλωση], συνολικές δαπάνες διατήρησης γραφείου (αμοιβές υπαλλήλου και συνεργατών, συνδρομές, μίσθωμα κ.λ.π.) ποσού 12.323.281 δραχμών.

Συγχρόνως, ο αναιρεσείων διετύπωσε επιφύλαξη σχετικά με τον τρόπο προσδιορισμού του συνολικού καθαρού φορολογητέου εισοδήματός του, ζητώντας να γίνει η φορολόγησή του για το εισόδημα από δικηγορία γενικά, με συμψηφισμό του εισοδήματος από παγία αντιμισθία με εκείνο από ελεύθερη δικηγορία, σύμφωνα και με το άρθρο 4 παρ. 3 του ν. 2238/1994, άλλως, για τον εξωλογιστικό προσδιορισμό του εισοδήματος, ο συντελεστής καθαρού κέρδους να υπολογισθεί επί του αθροίσματος του εισοδήματος από ελεύθερη δικηγορία και παγία αντιμισθία και όχι να φορολογούνται τα δύο κονδύλια της ιδίας δραστηριότητας χωριστά. Η επιφύλαξη του αυτή απορρίφθηκε με την υπ` αριθμ. 16400/1.6.2001 απάντηση του Προϊσταμένου της Α΄ Δ.Ο.Υ. Αθηνών με την αιτιολογία ότι το εισόδημα από πάγια αντιμισθία για την παροχή νομικών υπηρεσιών θεωρείται ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες και όχι από ελευθέριο επάγγελμα. Κατά της αρνητικής αυτής απαντήσεως ο αναιρεσείων άσκησε προσφυγή, η οποία απερρίφθη με την υπ` αριθμ. 12941/2003 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, έφεση δε του αναιρεσείοντος κατά της πρωτόδικης αυτής αποφάσεως απερρίφθη με την ήδη αναιρεσιβαλλομένη απόφαση.

5. Eπειδή ο αναιρεσείων προέβαλε ενώπιον των δικαστηρίων της ουσίας ότι ο ειδικός τρόπος υπολογισμού των δαπανών και του καθαρού εισοδήματος των δικηγόρων, όπως προβλέπεται στο άρθρο 51 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, δεν έχει εφαρμογή όταν το δικηγορικό γραφείο εξυπηρετεί τόσο την άσκηση ελεύθερης δικηγορίας, όσο και την άσκηση δικηγορίας επί παγία αντιμισθία, όπως συμβαίνει στην περίπτωσή του, που οι δαπάνες λειτουργίας του γραφείου του αφορούν το σύνολο της δραστηριότητάς του δεδομένου ότι η εταιρία που τον απασχολεί με πάγια αντιμισθία δεν του παρέχει γραφείο. Ως εκ τούτου, υποστήριξε ότι έπρεπε να φορολογηθεί με βάση τα λογιστικά του στοιχεία κατ` εφαρμογή του άρθρου 4 παρ.3 του ν. 2238/1994, επικουρικώς δε, ότι θα έπρεπε, για τον υπολογισμό του φορολογητέου εισοδήματός του από την άσκηση δικηγορίας να συναθροισθούν τα έσοδά του από την ελεύθερη δικηγορία και τα έσοδά του από την πάγια αντιμισθία και να αφαιρεθούν από το άθροισμα οι δηλωθείσες δαπάνες γραφείου. Άλλως, ο μοναδικός συντελεστής καθαρού κέρδους 50% θα έπρεπε να εφαρμοσθεί στο συνολικό εισόδημά του από την δικηγορία που είναι το άθροισμα των εσόδων του από την παγία αντιμισθία και των εσόδων του από την ελεύθερη δικηγορία.

Κατά τον αναιρεσείοντα οποιαδήποτε άλλη ερμηνεία θα προσέκρουε στα άρθρα 4 παρ.5 και 78 παρ. 1 του Συντάγματος. Το δικάσαν διοικητικό εφετείο έκρινε ότι, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι «οι προβαλλόμενοι πραγματικοί ισχυρισμοί του φορολογουμένου περί του ότι οι δηλωθείσες δαπάνες αφορούν και την παροχή των υπηρεσιών του με πάγια αντιμισθία δεν αποδεικνύονται από κανένα αποδεικτικό στοιχείο», δεν είναι δυνατός ο επιμερισμός των δαπανών διατηρήσεως του δικηγορικού γραφείου μεταξύ του εισοδήματος από μισθωτές υπηρεσίες (από την πάγια αντιμισθία) και των ακαθαρίστων εσόδων από την άσκηση της ελεύθερης δικηγορίας και ότι, κατά συνέπεια, δεν είναι επιτρεπτή η άθροιση του καθαρού εισοδήματος από την πάγια αντιμισθία με τα ακαθάριστα έσοδα από την ελεύθερη δικηγορία και η αφαίρεση από το προκύπτον εισόδημα των συνολικών δαπανών. Περαιτέρω έκρινε ότι ο κατ` άρθρο 51 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος ειδικός τρόπος υπολογισμού του καθαρού ποσού των αμοιβών του αναιρεσείοντος από την άσκηση της ελεύθερης δικηγορίας με την εφαρμογή του συντελεστή 50% επί των ακαθαρίστων εσόδων (αφού από τον λογιστικό προσδιορισμό προέκυπτε ζημία), βασίζεται στα δεδομένα της κοινής πείρας και είναι συνταγματικώς ανεκτός και νόμιμος. Τέλος, έκρινε ότι δεν μπορεί να γίνει προσδιορισμός του συνολικού φορολογητέου εισοδήματος από την δικηγορία με την εφαρμογή του 50% επί του συνόλου.

6. Επειδή, με την κρινομένη αίτηση προβάλλεται ότι εσφαλμένα εδέχθη το δικάσαν εφετείο ότι είναι συνταγματικά ανεκτή η μη έκπτωση των δαπανών της μίας κατηγορίας εσόδων (από ελευθέριο επάγγελμα) από τα ακαθάριστα έσοδα της άλλης (πάγια αντιμισθία), ενώ το δικηγορικό γραφείο που διατηρεί ο αναιρεσείων δικηγόρος εξυπηρετεί και την επί παγία αντιμισθία ασκουμένη δικηγορία του. Προβάλλεται ακόμη ότι η προκύπτουσα ζημία από την άσκηση ελεύθερης δικηγορίας είναι δικαιολογημένη, διότι σ΄ αυτήν περιλαμβάνονται και τα έξοδα για την εξυπηρέτηση της παγίας αντιμισθίας, που δεν μπορούσαν να επιμερισθούν σ` αυτήν, και συνεπώς η εφαρμογή της διατάξεως του άρθρου 51 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος στην περίπτωσή του δημιουργεί εισόδημα ανύπαρκτο και πέραν της φοροδοτικής του ικανότητας, όπερ αντισυνταγματικό, εσφαλμένως δε έκρινε τα αντίθετα η προσβαλλομένη απόφαση. Τέλος, προβάλλεται ότι εν πάση περιπτώσει ο συντελεστής καθαρού κέρδους 50% θα έπρεπε να εφαρμοσθεί επί του συνολικού εισοδήματός του από την δικηγορία.

Οι ως άνω λόγοι αναιρέσεως, όπως προβάλλονται, ερείδονται στην προϋπόθεση ότι οι δηλωθείσες από τον αναιρεσείοντα δαπάνες αφορούσαν την άσκηση τόσο της ελεύθερης, όσο και της επί παγία αντιμισθία δικηγορίας του. ¨Όμως, όπως ήδη προαναφέρθηκε, το δικάσαν διοικητικό εφετείο έκρινε ότι οι πραγματικοί ισχυρισμοί του αναιρεσείοντος περί του ότι οι δηλωθείσες δαπάνες (12.323.281 δρχ.) αφορούν και την παροχή των δικηγορικών υπηρεσιών του με πάγια αντιμισθία δεν αποδεικνύονται από κανένα αποδεικτικό στοιχείο.

Η κρίση αυτή του δικάσαντος διοικητικού εφετείου δεν πλήττεται, εάν δε ήθελε θεωρηθεί ότι πλήττεται λόγω του ότι στην κρινομένη αίτηση αναφέρεται ότι ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. δεν αμφισβήτησε ότι ο αναιρεσείων δεν διέθετε ιδιαίτερο γραφείο στα γραφεία του εντολέα του, ο σχετικός λόγος θα ήταν απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι το σχετικό βάρος αποδείξεως έφερε ο αναιρεσείων, ο οποίος σε κανένα διαδικαστικό έγγραφο δεν αναφέρθηκε στον εντολέα του και τις ειδικές συνθήκες παροχής της επί παγία αντιμισθία δικηγορίας του (πρβλ. ΣτΕ 2092- 3/2009). Κατόπιν τούτων, οι ως άνω λόγοι αναιρέσεως, ερειδόμενοι σε πραγματικό που δεν έγινε δεκτό από το δικάσαν διοικητικό εφετείο προβάλλονται αλυσιτελώς και πρέπει να απορριφθούν.

7. Επειδή, μετά ταύτα, η κρινομένη αίτηση πρέπει να απορριφθεί.

ΔΙΑΤΑΥΤΑ

Απορρίπτει την υπό κρίση αίτηση.
Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου.
Επιβάλλει στον αναιρεσείοντα την δικαστική δαπάνη του Δημοσίου που ανέρχεται στο ποσό των τετρακοσίων εξήντα (460) ευρώ.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 7 Φεβρουαρίου 2011
Ο Πρόεδρος του Β΄ Τμήματος Ο Γραμματέας του Β΄ Τμήματος Φ. Αρναούτογλου Ι. Μητροτάσιος

και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 13ης Απριλίου 2011.

 

ΠΟΛ.1220/21.9.2001 Τρόπος εμφάνισης των αμοιβών των δικηγόρων στις εκδιδόμενες Αποδείξεις Παροχής Υπηρεσιών (ΑΠΥ), καθώς και στα τηρούμενα βιβλία του ΚΒΣ, στις περιπτώσεις αμοιβών που προεισπράττονται από τους δικηγορικούς συλλόγους

ΠΟΛ.1220/21.9.2001  Τρόπος εμφάνισης των αμοιβών των δικηγόρων στις εκδιδόμενες Αποδείξεις Παροχής Υπηρεσιών (ΑΠΥ), καθώς και στα τηρούμενα βιβλία του ΚΒΣ, στις περιπτώσεις αμοιβών που προεισπράττονται από τους δικηγορικούς συλλόγους

Αθήνα, 21 Σεπτεμβρίου 2001
Αριθμ.Πρωτ.: 1059774/456/0015

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
Δ/ΝΣΗ 15η ΒΙΒΛΙΩΝ & ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ
ΤΜΗΜΑΤΑ: Α΄ – Β΄
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΛΕΓΧΩΝ
Δ/ΝΣΗ ΕΛΕΓΧΟΥ – ΤΜΗΜΑ Α΄

ΠΟΛ.: 1220

ΘΕΜΑ: Τρόπος εμφάνισης των αμοιβών των δικηγόρων, στις εκδιδόμενες αποδείξεις παροχής υπηρεσιών (Α.Π.Υ.), καθώς και στα τηρούμενα βιβλία του Κ.Β.Σ., στις περιπτώσεις αμοιβών που προεισπράττονται από τους δικηγορικούς συλλόγους.

Με αφορμή γραπτά και προφορικά ερωτήματα που έχουν τεθεί στην υπηρεσία μας αναφορικά με το αντικείμενο του θέματος, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:

1. Με την υπ’ αριθ. 1014038/251/ΠΟΛ.1035/9.2.2001 εγκύκλιο έγινε δεκτό ότι τα ποσά που παρακρατούν οι δικηγορικοί σύλλογοι, με βάση τις διατάξεις της παρ. 7 του άρθρου 96 του Ν.Δ.3026/1954 και των άρθρων 96α’ και 161 του ίδιου νομοθετήματος, καθώς και των άρθρων 9 και 10 του Ν.1093/1980, όπως αυτές ισχύουν κάθε φορά, κατά την προείσπραξη των δικηγορικών αμοιβών, όπως οι αμοιβές αυτές αναγράφονται στα γραμμάτια προείσπραξης του οικείου δικηγορικού συλλόγου, καθώς και τα ποσά που παρακρατούν κατά την καταβολή των αμοιβών από αναγκαστική απαλλοτρίωση ακινήτων που περαιώνονται με δικαστική απόφαση, δεν αποτελούν ακαθάριστα έσοδα των δικαιούχων δικηγόρων.

Επίσης, από την έκδοση της ως άνω εγκυκλίου, καταργήθηκε κάθε προηγούμενη διαταγή που αναφέρεται στα θέματα που ρυθμίστηκαν μ’ αυτή.

2. Ενόψει των ανωτέρω και δεδομένου ότι τα βιβλία και τα στοιχεία του ΚΒΣ τηρούνται για την εμφάνιση των φορολογιών, εφόσον το ποσό που παρακρατείται από το δικηγορικό σύλλογο, με βάση τη νέα αυτή θέση της διοίκησης, δεν θεωρείται ακαθάριστο έσοδο για τη φορολογία εισοδήματος, γίνεται δεκτό με την παρούσα στις εκδιδόμενες με βάση τις διατάξεις του άρθρου 13 του Π.Δ.186/1992 (ΚΒΣ) Αποδείξεις Παροχής Υπηρεσιών (ΑΠΥ) από τους δικηγόρους, στις περιπτώσεις προείσπραξης των αμοιβών τους από τους δικηγορικούς συλλόγους, να αναγράφεται ως αμοιβή το ποσό εκείνο που απομένει μετά την αφαίρεση των προαναφερόμενων στην παρ. 1 της παρούσας κρατήσεων από το δικηγορικό σύλλογο, από την προεισπραττόμενη ελάχιστη ακαθάριστη αμοιβή (αξία γραμματίου), με περαιτέρω αναλυτική περιγραφή στο περιεχόμενο της απόδειξης του ποσού της ελάχιστης ακαθάριστης αμοιβής (αξία γραμματίου), καθώς και του ποσού που παρακρατείται από το δικηγορικό σύλλογο.

Σε περίπτωση καταβολής μεγαλύτερης αμοιβής στο δικηγόρο από την ελάχιστη ακαθάριστη αμοιβή (αξία γραμματίου), το επιπλέον ποσό θα προσαυξάνει το ποσό της ελάχιστης ακαθάριστης αμοιβής με ρητή αναφορά στην αναλυτική περιγραφή του περιεχομένου της ΑΠΥ.

3. Επιπλέον, στο αντίτυπο της ΑΠΥ που παραδίδεται από το δικηγόρο στον πελάτη του (αντισυμβαλλόμενο) θα επισυνάπτεται σε φωτοαντίγραφο και το εκδιδόμενο από το δικηγορικό σύλλογο γραμμάτιο προείσπραξης. Οι δικηγόροι, εκδότες ΑΠΥ, θα φυλάσσουν το εν λόγω γραμμάτιο στους χρόνους που ορίζονται από τις διατάξεις του άρθρου 21 του ΚΒΣ.

4. Το ποσό της ελάχιστης ακαθάριστης αμοιβής που αναγράφεται τόσο στο περιεχόμενο της ΑΠΥ, όσο και στο γραμμάτιο προείσπραξης του δικηγόρου συλλόγου, αποτελεί τη συνολική δαπάνη του πελάτη – αντισυμβαλλόμενου (ιδιώτη ή επιτηδευματία) για καταβαλλόμενη αμοιβή σε δικηγόρο, για τις υπηρεσίες που του προσέφερε.

Αυτονόητο είναι ότι η δαπάνη αυτή, σε περίπτωση καταβολής μεγαλύτερης αμοιβής από την ελάχιστη, προσαυξάνεται με το επιπλέον ποσό.

5. Στις συγκεντρωτικές καταστάσεις πελατών – προμηθευτών του άρθρου 20 του ΚΒΣ, ως αξία του εσόδου ή της δαπάνης αντίστοιχα θα αναγράφεται η κατά τα ως άνω “καθαρή” αξία της αμοιβής.

6. Στις λοιπές περιπτώσεις καταβολής αμοιβών σε δικηγόρους, οι οποίες αμοιβές δεν προεισπράττονται από τους δικηγορικούς συλλόγους, οι ΑΠΥ θα εκδίδονται σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις του ΚΒΣ (Π.Δ.186/1992).

7. Σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. α’ της παρ. 4 του άρθρου 6 του ΚΒΣ:

“Σε ιδιαίτερο χώρο του βιβλίου καταχωρούνται διακεκριμένα:

α) Τα έσοδα και έξοδα που πραγματοποιούνται για λογαριασμό τρίτου”.

Συνεπώς, στο τηρούμενο βιβλίο εσόδων – εξόδων πρέπει να καταχωρείται στο σκέλος των εσόδων το τελικό ποσό που απομένει μετά την αφαίρεση των προαναφερόμενων κρατήσεων για το δικηγορικό σύλλογο.

Στο σημείο αυτό διευκρινίζεται ότι, με βάση τις ισχύουσες διατάξεις του ΚΒΣ, πρέπει σε ιδιαίτερη στήλη να καταχωρούνται οι κρατήσεις για λογαριασμό τρίτων (κρατήσεις για λογαριασμό του δικηγορικού συλλόγου). Με βάση όμως όσα αναφέρονται στην παρ. 3 της παρούσας, γίνεται δεκτό ότι στο βιβλίο εσόδων – εξόδων μπορεί να μην καταχωρούνται οι κρατήσεις για λογαριασμό του δικηγορικού συλλόγου, λαμβανομένου υπόψη κυρίως του γεγονότος ότι οι εν λόγω κρατήσεις δεν αποτελούν ακαθάριστα έσοδα για τη φορολογία εισοδήματος με βάση την ΠΟΛ.1035/9.2.2001.

8. Για πληρέστερη κατανόηση των ανωτέρω, παρατίθενται ενδεικτικά τα ακόλουθα παραδείγματα.

Παράδειγμα 1ο

Καταβολή (προείσπραξη από το δικηγορικό σύλλογο) της ελάχιστης ακαθάριστης αμοιβής. Εστω ελάχιστη ακαθάριστη αμοιβή (αξία γραμματίου προείσπραξης) 100.000 δρχ.

ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

65.000 δρχ.

Ανάλυση

Ελάχστη ακαθάριστη αμοιβή (αξία γραμματίου προείσπραξης)

100.000 δρχ.

Μείον παρακράτηση δικηγορικού συλλόγου (35%)*

– 35.000 δρχ.

Αξία αμοιβής

65.000 δρχ.

Εισπραχθείσα αμοιβή

Εξήντα πέντε χιλιάδες δραχμές

Αιτιολογία……

* Το ποσοστό παρακράτησης 35% είναι ενδεικτικό, θα αναγράφεται αυτό που κάθε φορά παρακρατείται από το δικηγορικό σύλλογο.

Σημείωση:

1. Σε περίπτωση μηχανογραφικής έκδοσης της ΑΠΥ, η αξία της αμοιβής μπορεί να αναγράφεται μόνο αριθμητικά.

2. Συνολική δαπάνη για τον αντισυμβαλλόμενο αποτελεί το ποσό των 65.000 + 35.000 = 100.000 δρχ. (αξία γραμματίου προείσπραξης).

3. Ποσό για τις συγκεντρωτικές καταστάσεις του άρθρου 20 του ΚΒΣ 65.000 δρχ.

4. Καταχώριση στο βιβλίο εσόδων – εξόδων: Εσοδα από παροχή υπηρεσίας: 65.000 δρχ.

Παράδειγμα 2ο

Καταβολή επιπλέον αμοιβής στο δικηγόρο, πέραν της ελάχιστης ακαθάριστης αμοιβής. Εστω ελάχιστη ακαθάριστη αμοιβή (αξία γραμματίου προείσπραξης) 100.000 δρχ. και αμοιβή πέραν της ελάχιστης 30.000 δρχ.

ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

95.000 δρχ.

Ανάλυση

Ελάχιστη ακαθάριστη αμοιβή (αξία γραμματίου προείσπραξης)

100.000 δρχ.

Πλέον αμοιβή πέραν της ελάχιστης

30.000 δρχ.

Σύνολο

130.000 δρχ.

Μείον παρακράτηση δικηγορικού συλλόγου (100.000 x 35%)*

– 35.000 δρχ.

Αξία αμοιβής

95.000 δρχ.

Εισπραχθείσα αμοιβή

Ενενήντα πέντε χιλιάδες δραχμές

Αιτιολογία……

* Το ποσοστό παρακράτησης 35% είναι ενδεικτικό, θα αναγράφεται αυτό που κάθε φορά παρακρατείται από το δικηγορικό σύλλογο.

Σημείωση:

1. Σε περίπτωση μηχανογραφικής έκδοσης της ΑΠΥ, η αξία της αμοιβής μπορεί να αναγράφεται μόνο αριθμητικά.

2. Συνολική δαπάνη για τον αντισυμβαλλόμενο αποτελεί το ποσό των 95.000 + 35.000 = 130.000 δρχ. (ελάχιστη αμοιβή + αμοιβή πέραν της ελάχιστης).

3. Ποσό για τις συγκεντρωτικές καταστάσεις του άρθρου 20 του ΚΒΣ 95.000 δρχ.

4. Καταχώριση στο βιβλίο εσόδων – εξόδων: Εσοδα από παροχή υπηρεσιών: 95.000 δρχ.

9. Με βάση τις ρυθμίσεις που έγιναν με την υπ’ αριθ. 1014038/251/Α0012/ΠΟΛ.1035/9.2.2001 εγκύκλιο και την παρούσα, σε ό,τι αφορά τα ρυθμιζόμενα με τις εν λόγω εγκυκλίους θέματα αναφορικά με τις παραβάσεις των διατάξεων του ΚΒΣ (Π.Δ.186/1992), διευκρινίζουμε τα εξής:

α) Για παραβάσεις που δεν έχουν εκδοθεί Αποφάσεις Επιβολής Προστίμου (ΑΕΠ) του ΚΒΣ, δεν θα επιβληθούν πρόστιμα εφόσον δεν υπάρχει απόκρυψη φορολογητέας ύλης.

β) Για τις παραβάσεις που έχουν εκδοθεί ΑΕΠ και εκκρεμούν είτε ενώπιον των ΔΟΥ, είτε ενώπιον των Διοικητικών Πρωτοδικείων, θα γίνεται επίλυση της διαφοράς με διοικητικό ή δικαστικό συμβιβασμό, κατά περίπτωση, με διαγραφή του προστίμου στα πλαίσια και της περαίωσης της υπόθεσης με βάση την ΑΥΟ ΠΟΛ.1144/1998 για όλες τις ανέλεγκτες χρήσεις, τουλάχιστον μέχρι και τη χρήση που αφορούν οι εν λόγω ΑΕΠ (σχετικές διατάξεις: άρθρα 70 και 71 του Ν.2238/1994, σε συνδυασμό με τα άρθρα 11 της ΑΥΟ ΠΟΛ.1144/1998, 12 παρ. 1 του Ν.2753/1999 και 8 παρ. 15 του Ν.2873/2000). Αυτονόητο είναι ότι και στην περίπτωση αυτή θα λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι από ις εν λόγω παραβάσεις δεν προκύπτει απόκρυψη φορολογητέας ύλης.
10. Από την έκδοση της παρούσας καταργείται κάθε προηγούμενη διαταγή μας που αναφέρεται στα θέματα που ρυθμίζονται μ’ αυτή.

 

ΠΟΛ.1208/29.12.2010 Εφαρμογή των διατάξεων του Κ.Β.Σ. στους δικηγόρους, μετά την ισχύ του ν. 3842/2010

ΠΟΛ.1208/29.12.2010
Εφαρμογή των διατάξεων του Κ.Β.Σ. στους δικηγόρους, μετά την ισχύ του ν. 3842/2010

Αθήνα, 29 Δεκεμβρίου 2010

ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ & ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
1. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΒΙΒΛΙΩΝ & ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΤΜΗΜΑΤΑ Β ‘ – Α’
2. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΤΜΗΜΑ Α’

Ταχ. Δ/νση Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κωδ. 101 84 ΑΘΗΝΑ
Πληροφορίες Δημ. Σταθάς
Τηλέφωνο FAX 210-3610030 210-3615052

ΠΟΛ 1208

ΘΕΜΑ: «Εφαρμογή των διατάξεων του Κ.Β.Σ. στους δικηγόρους, μετά την ισχύ του ν. 3842/2010»

Με αφορμή γραπτά και προφορικά ερωτήματα σχετικά με το αντικείμενο του θέματος, σας γνωρίζουμε τα εξής:

1. Γενικά

Ως γνωστόν, με τις διατάξεις του ν. 3842/2010 (ΦΕΚ 58 Α’) επήλθαν ορισμένες τροποποιήσεις σχετικά με τη φορολογική αντιμετώπιση των δικηγορικών υπηρεσιών και ειδικότερα:

1.1. Με την παράγραφο 9 του άρθρου 6 του προαναφερόμενου νόμου τροποποιήθηκε ο χρόνος κτήσης του εισοδήματος από υπηρεσίες ελευθερίου επαγγέλματος (δικηγόροι, ιατροί, οικονομολόγοι, πολιτικοί μηχανικοί κ.λπ.) και από 1.1.2011, χρόνος κτήσης του εισοδήματος θεωρείται ο χρόνος κατά τον οποίο παρασχέθηκαν οι σχετικές υπηρεσίες, αντί του χρόνου κτήσης του εισοδήματος με την είσπραξη των αμοιβών που ισχύει μέχρι 31.12.2010. Οδηγίες για την εφαρμογή των υπόψη διατάξεων δόθηκαν με την εγκύκλιο ΠΟΛ.1135/4.10.2010.

1.2. Με την παράγραφο 22 του άρθρου 19 του προαναφερόμενου νόμου εναρμονίστηκε ο χρόνος έκδοσης των αποδείξεων παροχής υπηρεσιών από τους ασκούντες ελευθέριο επάγγελμα με το χρόνο κτήσης του εισοδήματος. Οδηγίες για την εφαρμογή των υπόψη διατάξεων δόθηκαν με την εγκύκλιο ΠΟΛ.1091/14.6.2010 .

1.3. Με την παράγραφο 3 του άρθρου 62 του προαναφερόμενου νόμου καταργήθηκε η απαλλαγή από το φόρο προστιθέμενης αξίας των υπηρεσιών των δικηγόρων και από 1.7.2010, οι υπηρεσίες αυτές υπάγονται σε Φ.Π.Α. με τον κανονικό συντελεστή (23%). Οδηγίες για την εφαρμογή των υπόψη διατάξεων δόθηκαν με την εγκύκλιο ΠΟΛ.1100/24.6.2010.

Ενόψει των ανωτέρω νομοθετικών ρυθμίσεων και σε συνέχεια των οδηγιών που δόθηκαν με τις προαναφερόμενες εγκυκλίους, λαμβάνοντας υπόψη και τις ιδιαιτερότητες του δικηγορικού επαγγέλματος, παρέχουμε επιπλέον τις ακόλουθες διευκρινίσεις, όσον αφορά θέματα εφαρμογής των διατάξεων του Κ.Β.Σ.

2. Χρόνος έκδοσης αποδείξεων παροχής υπηρεσιών – Ειδικές περιπτώσεις

Με την παράγραφο 22 του άρθρου 19 του ν. 3842/2010 αντικαταστάθηκε το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 13 του Κ.Β.Σ. και εναρμονίστηκε ο χρόνος έκδοσης των αποδείξεων παροχής υπηρεσιών των ασκούντων ελευθέριο επάγγελμα, κατονομαζόμενο στην παράγραφο 1 του άρθρου 48 του ν. 2238/1994, με το χρόνο έκδοσης των αποδείξεων και των λοιπών περιπτώσεων παροχής υπηρεσιών όλων των επιτηδευματιών, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα με τις διατάξεις της παραγράφου 14 του άρθρου 12 του Κ.Β.Σ., πλην της περίπτωσης είσπραξης των σχετικών αμοιβών τους από το Δημόσιο και τα Ν.Π.Δ.Δ., όπου η απόδειξη εξακολουθεί να εκδίδεται με κάθε επαγγελματική τους είσπραξη.

Οδηγίες εφαρμογής των υπόψη διατάξεων, οι οποίες καταλαμβάνουν όλους τους ελεύθερους επαγγελματίες και επομένως και τους δικηγόρους, δόθηκαν με την εγκύκλιο ΠΟΛ.1091/14.6.2010. Ειδικά, όμως, για τους δικηγόρους λόγω των ιδιαιτεροτήτων του επαγγέλματος τους, παρέχονται διευκρινίσεις για το χρόνο έκδοσης των Α.Π.Υ. στις ακόλουθες ειδικές περιπτώσεις.

2.1. Έκδοση γραμματίων προείσπραξης δικηγορικών συλλόγων

Όταν για τη διενέργεια δικονομικών πράξεων ή την παράσταση του δικηγόρου σε συμβολαιογραφική πράξη απαιτείται η έκδοση γραμματίου προείσπραξης της αμοιβής του, από τον οικείο δικηγορικό σύλλογο, η απόδειξη παροχής υπηρεσιών εκδίδεται στο χρόνο της έκδοσης του γραμματίου, δεδομένου ότι η προείσπραξη αυτή συνιστά προαπαίτηση αμοιβής, προκειμένου να παρασχεθούν οι δικηγορικές υπηρεσίες.

Παράδειγμα. Δικηγόρος συμφωνεί με πελάτη του τον έλεγχο τίτλων και την παράστασή του σε συμβολαιογραφική πράξη αγοράς ακινήτου. Το γραμμάτιο προείσπραξης της ελάχιστης προβλεπόμενης αμοιβής, ενόψει της υπογραφής του συμβολαίου, εκδίδεται από τον οικείο δικηγορικό σύλλογο στις 25 Ιανουαρίου 2011. Στο χρόνο αυτό (25.1.2011) θα εκδοθεί και η σχετική Α.Π.Υ..

2.2. Εργολαβικό συμβόλαιο (εργολαβικό δίκης)

– Όταν, μεταξύ του δικηγόρου και του εντολέα του, έχει συναφθεί εργολαβικό συμβόλαιο (εργολαβικό δίκης), όταν δηλαδή η αμοιβή του δικηγόρου εξαρτάται από την έκβαση της δίκης π.χ. ως ποσοστό επί του αντικειμένου αυτής, η Α.Π.Υ. εκδίδεται με την εκτέλεση της απόφασης του δικαστηρίου, ήτοι με την καταβολή στον πελάτη του δικηγόρου του επιδικασθέντος ποσού, οπότε και η αμοιβή του δικηγόρου καθίσταται απαιτητή.

Παράδειγμα. Δικηγόρος συνάπτει τον Φεβρουάριο του 2011 εργολαβικό με πελάτη του για διεκδίκηση αποζημίωσης ύψους 30.000 ευρώ και η αμοιβή του ορίζεται στο 10% της επιδικασθησόμενης αποζημίωσης. Η υπόθεση τελεσιδικεί στις 10 Μαρτίου 2013 για ποσό αποζημίωσης 12.000 ευρώ, ενώ η καταβολή του επιδικασθέντος ποσού στον πελάτη του δικηγόρου πραγματοποιείται στις 23 Απριλίου 2014. Ο δικηγόρος εκδίδει την Α.Π.Υ. στις 23 Απριλίου 2014 με αξία 1.200 ευρώ (12.000 χ 10% = 1.200).

– Ειδικά, για τα εργολαβικά συμβόλαια, τα οποία έχουν συναφθεί πριν την 1.1.2011, η σχετική Α.Π.Υ. εκδίδεται από το δικηγόρο με την είσπραξη της οφειλόμενης αμοιβής.

Παράδειγμα. Δικηγόρος έχει συνάψει τον Φεβρουάριο του 2007 εργολαβικό με πελάτη του για διεκδίκηση αποζημίωσης ύψους 10.000 ευρώ και η αμοιβή του ορίζεται στο 20% της επιδικασθησόμενης αποζημίωσης. Η υπόθεση τελεσιδικεί στις 10 Μαρτίου 2011 για ποσό αποζημίωσης 10.000 ευρώ. Η καταβολή του επιδικασθέντος ποσού στον πελάτη του δικηγόρου πραγματοποιείται στις 11 Ιανουαρίου 2012, ενώ ο δικηγόρος εισπράττει την αμοιβή του στις 28 Ιουλίου 2014. Ο δικηγόρος εκδίδει την Α.Π.Υ. στις 28 Ιουλίου 2014 με αξία 2.000 ευρώ (10.000 χ 20% = 2000).

2.3. Παροχή δικηγορικών υπηρεσιών όταν το απαιτητό της αμοιβής εξαρτάται μόνο από το (θετικό) αποτέλεσμα της υπόθεσης

Στην περίπτωση παροχής δικηγορικών υπηρεσιών που το απαιτητό της αμοιβής εξαρτάται μόνο από το θετικό αποτέλεσμα της υπόθεσης, η Α.Π.Υ. εκδίδεται στο χρόνο αυτό, δηλαδή στο χρόνο που πληρούται η αίρεση περί της θετικής έκβασης, οπότε και καθίσταται πλέον απαιτητή η αμοιβή για την υπηρεσία που παρασχέθηκε.

Παράδειγμα 1. Δικηγόρος συμφωνεί με ανώνυμη εταιρεία κατ’ αποκοπή αμοιβή 9.000 ευρώ για νομική υποστήριξη στη διαδικασία εισαγωγής της στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών (Χ.Α.Α.), με την προϋπόθεση ότι θα πραγματοποιηθεί η εισαγωγή. Οι δικηγορικές υπηρεσίες αρχίζουν να παρέχονται την 1η Ιουλίου του 2011 και η εισαγωγή στο Χ.Α.Α. εγκρίνεται στις 20 Μαρτίου του 2012. Η δικηγορική υπηρεσία ολοκληρώνεται με την έγκριση της εισαγωγής, ήτοι στις 20 Μαρτίου του 2012 και στον ίδιο χρόνο εκδίδεται και η σχετική Α.Π.Υ. για το σύνολο του ποσού, ανεξαρτήτως εάν εισπραχθεί ή όχι το αντάλλαγμα. Αυτονόητο είναι ότι σε περίπτωση που δεν εγκριθεί η εισαγωγή δεν εκδίδεται ΑΠ.Υ..

Παράδειγμα 2. Δικηγόρος αναλαμβάνει υπόθεση για λογαριασμό πελάτη του και συμφωνεί επιπλέον αμοιβή 2.000 ευρώ, πέραν της ελάχιστης των 700 ευρώ, υπό την προϋπόθεση ότι η υπόθεση θα κριθεί υπέρ του πελάτη του, με βάση την συμφωνία τους. Το γραμμάτιο προείσπραξης με την ελάχιστη αμοιβή (700 ευρώ) εκδίδεται από το δικηγορικό σύλλογο στις 15 Ιουνίου 2011, οπότε εκδίδεται και η σχετική Α.Π.Υ. ενώ η εκτελεστή απόφαση του δικαστηρίου, η οποία είναι θετική για τον πελάτη του δικηγόρου, εκδίδεται στις 20 Ιανουαρίου 2012, χρόνος που ολοκληρώνεται η παρασχεθείσα υπηρεσία και καθίσταται απαιτητή η επιπλέον αμοιβή των 2.000 ευρώ, οπότε και εκδίδεται η σχετική Α.Π.Υ.

2.4. Επαναλαμβανόμενες δικηγορικές υπηρεσίες προς τον ίδιο επιτηδευματία

Για τις επαναλαμβανόμενες δικηγορικές υπηρεσίας μέσα στον ίδιο μήνα προς τον ίδιο επιτηδευματία (π.χ. σε τράπεζα, σε ασφαλιστική επιχείρηση κ.λπ.) εφαρμογή έχουν οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 12 του Κ.Β.Σ., δηλαδή η Α.Π.Υ. εκδίδεται με ημερομηνία το τέλος κάθε μήνα και μέχρι τη δέκατη πέμπτη (15η) ημέρα του επόμενου μήνα, για τις παρεχόμενες υπηρεσίες του μήνα που αφορούν, χωρίς να αποκλείεται η έκδοση Α.Π.Υ. και σε μικρότερα χρονικά διαστήματα (π.χ. εβδομάδα, δεκαπενθήμερο κ.λπ.).

Παράδειγμα. Δικηγόρος συνεργάζεται, ως εξωτερικός συνεργάτης, με τράπεζα, για λογαριασμό της οποίας διενεργεί προσημειώσεις σε ακίνητα προς εξασφάλιση χορηγούμενων δανείων. Ως έναρξη της συνεργασίας τους ορίζεται η 1.10.2011. Το μήνα Οκτώβριο διενεργεί επτά προσημειώσεις και το μήνα Νοέμβριο εννέα. Η Α.Π.Υ., για τις επαναλαμβανόμενες δικηγορικές υπηρεσίες (επτά προσημειώσεις) του μήνα Οκτωβρίου εκδίδεται, το αργότερο, με ημερομηνία την 31.10.2011 και μέχρι την 15.11.2011 ενώ η Α.Π.Υ. για το μήνα Νοέμβριο εκδίδεται, το αργότερο, με ημερομηνία την 31.11.2011 και μέχρι την 15.12.2011.

3. Περιεχόμενο απόδειξης παροχής υπηρεσιών

Με την εγκύκλιο 1014038/251 /Α0012/ΠΟΛ.1035/9.2.2001, η οποία εξακολουθεί να ισχύει, έγινε δεκτό ότι, ακαθάριστο έσοδο των δικηγόρων στη φορολογία εισοδήματος, στις περιπτώσεις που κατά την προείσπραξη των αμοιβών τους, για τις οποίες εκδίδονται γραμμάτια προείσπραξης από τους δικηγορικούς συλλόγους, διενεργείται παρακράτηση από τους συλλόγους, θεωρείται η καθαρή αμοιβή, δηλαδή η συνολική αμοιβή αφού αφαιρεθούν οι κρατήσεις του δικηγορικού συλλόγου. Επίσης, διευκρινίστηκε ότι, οι δικηγορικοί σύλλογοι θα προβαίνουν σε παρακράτηση φόρου με συντελεστή 15% σε εκείνα τα ποσά των δικηγορικών αμοιβών από τα οποία θα έχουν αφαιρεθεί οι προαναφερόμενες κρατήσεις και ότι, όταν ο εντολέας του δικηγόρου είναι υπόχρεος κατά νόμο να προβαίνει σε παρακράτηση φόρου και καταβάλλει στο δικηγόρο αμοιβή μεγαλύτερη από την ελάχιστη αμοιβή που αναγράφεται στο οικείο γραμμάτιο προείσπραξης, τότε στο επιπλέον ποσό ο εντολέας θα παρακρατεί φόρο με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%).

Ακόμη, με την εγκύκλιο ΠΟΛ.1100/24.6.2010, με την οποία δόθηκαν οδηγίες για την εφαρμογή του φόρου προστιθέμενης αξίας στις δικηγορικές υπηρεσίες, διευκρινίστηκε ότι, όσον αφορά τους δικηγόρους, υπάγεται στο φόρο το συνολικό ποσό που καταβάλλεται ως προείσπραξη στους δικηγορικούς συλλόγους σε όσες περιπτώσεις αυτό προβλέπεται, όπως επίσης και κάθε άλλο ποσό που εισπράττεται συμπληρωματικά ή ανεξάρτητα και αυτοτελώς από αυτό ως αμοιβή για τις παρεχόμενες υπηρεσίες.

Κατόπιν των ανωτέρω, στο περιεχόμενο των αποδείξεων παροχής υπηρεσιών, πρέπει να αναγράφονται διακεκριμένα τα εξής ποσά:

α) Η ελάχιστη ακαθάριστη αμοιβή (αξία γραμματίου προείσπραξης),
β) Η πρόσθετη αμοιβή (πέραν της ελάχιστης),
γ) Ο Φ.Π.Α. (23%) που αναλογεί στην συνολική αμοιβή (ελάχιστη και πρόσθετη),
δ) Η κράτηση του δικηγορικού συλλόγου (π.χ. 12%, 35% κ.λπ.),
ε) Η παρακράτηση φόρου εισοδήματος (15%) από το δικηγορικό σύλλογο, στ) Η παρακράτηση φόρου εισοδήματος (20%) από λοιπούς υπόχρεους σε παρακράτηση.

Επισημαίνεται ότι, όταν εκδίδεται χειρόγραφη Α.Π.Υ. η αξία της αμοιβής (ελάχιστη και πρόσθετη, συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α.) αναγράφεται και ολογράφως.

Ακόμη, σημειώνεται ότι, όταν η ελάχιστη αμοιβή (με βάση το γραμμάτιο προείσπραξης) και η πρόσθετη αμοιβή (πέραν της ελάχιστης) καθίστανται απαιτητές σε διαφορετικό χρόνο π.χ. η ελάχιστη κατά την προείσπραξη από το δικηγορικό σύλλογο και η πρόσθετη με την ολοκλήρωση της παροχής, εκδίδονται δύο ξεχωριστές Α.Π.Υ.

Κατωτέρω παρατίθεται υπόδειγμα Απόδειξης Παροχής Υπηρεσιών των δικηγόρων, με τη διευκρίνιση ότι, ο τρόπος απεικόνισης σ’ αυτήν των δεδομένων είναι ενδεικτικός και οποιοσδήποτε άλλος τρόπος είναι αποδεκτός (π.χ. διαφορετική σειρά απεικόνισης κ.λπ.), με την προϋπόθεση ότι εμφανίζονται τα δεδομένα αυτά.

ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

(ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ)

 

Ευρώ Χ.ΧΧΧ,ΧΧ

 

(αναγράφεται το πληρωτέο ποσό

δηλαδή η συνολική αμοιβή μετά Φ.Π.Α.)

ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΜΟΙΒΗΣ

   

ΕΛΑΧΙΣΤΗ ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΗ ΑΜΟΙΒΗ (αξία γραμματίου προείσπραξης)

 

XXX,XX

ΠΡΟΣΘΕΤΗ ΑΜΟΙΒΗ (πέραν της ελάχιστης)

 

Χ. XXX. XX

ΣΥΝΟΛΟ ΑΜΟΙΒΗΣ

 

Χ.ΧΧΧ,ΧΧ

Φ.Π.Α. 23% (επί του συνόλου της αμοιβής)

 

XXX. XX

ΠΛΗΡΩΤΕΟ ΠΟΣΟ

 

Χ.ΧΧΧ,ΧΧ

ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΡΑΤΗΣΕΩΝ

   

ΚΡΑΤΗΣΗ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ

 

XXX,XX

ΠΑΡΑΚΡΑΤΗΣΗ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ (από το δικηγορικό σύλλογο)

   

(15% χ (ελάχιστη αμοιβή – κρατήσεις δικηγορικού συλλόγου))

 

XX,XX

ΠΑΡΑΚΡΑΤΗΣΗ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ (από λοιπούς υπόχρεους σε παρακράτηση)

XX,XX

(20% χ πρόσθετη αμοιβή)

   

4. Τρόπος καταχώρησης στα τηρούμενα βιβλία του Κ.Β.Σ.

Η καταχώρηση στα βιβλία του Κ.Β.Σ. των Α.Π.Υ. των δικηγόρων, ενόψει και των προαναφερομένων στην προηγούμενη περίπτωση, διενεργείται ως εξής:

α) Βιβλία Β’ κατηγορίας (εσόδων – εξόδων)

Στο βιβλίο εσόδων – εξόδων που τηρείται από το δικηγόρο καταχωρούνται σε ιδιαίτερες στήλες στο σκέλος των εσόδων, για μεν τις ανάγκες τις φορολογίας εισοδήματος, ως ακαθάριστο έσοδο από παροχή υπηρεσιών, η καθαρή αξία της αμοιβής (συνολική αμοιβή μείον κράτηση δικηγορικού συλλόγου), για δε τις ανάγκες του φόρου προστιθέμενης αξίας, ως φορολογητέα αξία, η συνολική αμοιβή και, ξεχωριστά, ο Φ.Π.Α. που αναλογεί σ’ αυτή.

Σημειώνεται ακόμη ότι, για τις ανάγκες του φόρου προστιθέμενης αξίας, στο σκέλος των εξόδων, καταχωρούνται οι δαπάνες και ανάλογα αν παρέχεται ή δεν παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης του Φ.Π.Α. καθώς και ο Φ.Π.Α. που αναλογεί σ’ αυτές (δαπάνες με δικαίωμα έκπτωσης / δαπάνες χωρίς δικαίωμα έκπτωσης).

Σημειώνεται ότι, δεν απαιτείται να καταχωρούνται διακεκριμένα ο φόρος που παρακρατείται, είτε από το δικηγορικό σύλλογο είτε από τους λοιπούς υπόχρεους σε παρακράτηση, καθώς και η κράτηση του δικηγορικού συλλόγου.

β) Βιβλία Γ’ κατηγορίας (λογιστικά βιβλία)

Τα ανωτέρω αναφερόμενα, για τα βιβλία Β’ κατηγορίας, εφαρμόζονται αναλόγως και για τα βιβλία Γ’ κατηγορίας.

5. Συγκεντρωτικές καταστάσεις

Για το ημερολογιακό έτος 2011 και εφεξής, στις συγκεντρωτικές καταστάσεις πελατών – προμηθευτών της παραγράφου 1 του άρθρου 20 του Κ.Β.Σ., ως αξία της συναλλαγής, αναγράφεται από τους αντισυμβαλλόμενους (δικηγόρους – πελάτες/ επιτηδευματίες) η συνολική αξία της αμοιβής (συνολική αμοιβή στην οποία δεν συμπεριλαμβάνεται ο Φ.Π.Α.).

Ειδικά, για το ημερολογιακό έτος 2010, οι συγκεντρωτικές καταστάσεις υποβάλλονται με τον τρόπο που είχε γίνει δεκτός με την ΠΟΛ.1220/21.9.2001, δηλαδή ως αξία θα αναγράφεται η καθαρή αμοιβή (συνολική αμοιβή μείον κράτηση δικηγορικού συλλόγου).

6. Παραδείγματα

Για την πληρέστερη κατανόηση των προαναφερομένων παρατίθενται τα ακόλουθα παραδείγματα.

Παράδειγμα 1. Καταβολή (προείσπραξη από το δικηγορικό σύλλογο) της ελάχιστης ακαθάριστης αμοιβής. Έστω ελάχιστη ακαθάριστη αμοιβή (αξία γραμματίου προείσπραξης) 1.000 ευρώ.

ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

 

(ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ)

Ευρώ 1.230,00

ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΜΟΙΒΗΣ

 

ΕΛΑΧΙΣΤΗ ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΗ ΑΜΟΙΒΗ (αξία γραμματίου προείσπραξης)

1.000,00

Φ.Π.Α. 23%

230.00

ΠΛΗΡΩΤΕΟ ΠΟΣΟ

1.230,00

ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΡΑΤΗΣΕΩΝ

 

ΚΡΑΤΗΣΗ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ

 

(35% χ 1.000)*

350,00

ΠΑΡΑΚΡΑΤΗΣΗ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ (από το δικηγορικό σύλλογο)

 

(15% χ (1.000-350))

97,50

* Το ποσοστό παρακράτησης 35% υπέρ του δικηγορικού συλλόγου είναι ενδεικτικό και θα αναγράφεται αυτό που κάθε φορά παρακρατείται από αυτόν.

Διευκρινίσεις

1. Ακαθάριστο έσοδο από παροχή υπηρεσιών (φορολογία εισοδήματος), το οποίο καταχωρείται σε ιδιαίτερη στήλη του βιβλίου εσόδων – εξόδων, αποτελεί το ποσό των 650,00 ευρώ (1.000 ευρώ προείσπραξη μείον 350 ευρώ κράτηση δικηγορικού συλλόγου).

2. Φορολογητέα αξία από παροχή υπηρεσιών (φόρος προστιθέμενης αξίας) το οποίο καταχωρείται σε ξεχωριστή στήλη του βιβλίου εσόδων – εξόδων, αποτελεί το ποσό των 1.000,00 ευρώ, ενώ σε ιδιαίτερη στήλη, Φ.Π.Α. 23%, καταχωρείται το ποσό των 230,00 ευρώ.

3. Ως αξία συναλλαγής στις συγκεντρωτικές καταστάσεις πελατών – προμηθευτών, για το ημερολογιακό έτος 2011 και εφεξής, αναγράφεται το ποσό των 1.000,00 ευρώ (συνολική αμοιβή προ Φ.Π.Α.).

4. Συνολική δαπάνη για τον πελάτη – επιτηδευματία 1.000,00 ευρώ

Παράδειγμα 2. Καταβολή αμοιβής για την οποία δεν απαιτείται προείσπραξη από το δικηγορικό σύλλογο ή όταν απαιτείται πρόσθετη αμοιβή σε μεταγενέστερο χρόνο από την προείσπραξη του δικηγορικού συλλόγου, για την οποία έχει ήδη εκδοθεί Α.Π.Υ. στο χρόνο της προείσπραξης. Έστω αμοιβή 400 ευρώ .

ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

 

(ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ)

 
 

Ευρώ 492,00

ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΜΟΙΒΗΣ

 

ΕΛΑΧΙΣΤΗ ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΗ ΑΜΟΙΒΗ (αξία γραμματίου προείσπραξης)

 

ΠΡΟΣΘΕΤΗ ΑΜΟΙΒΗ (πέραν της ελάχιστης)

400.00

ΣΥΝΟΛΟ ΑΜΟΙΒΗΣ

400,00

Φ.Π.Α. 23% (επί του συνόλου της αμοιβής)

92,00

ΠΛΗΡΩΤΕΟ ΠΟΣΟ

492,00

ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΡΑΤΗΣΕΩΝ

 

ΚΡΑΤΗΣΗ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ

 

ΠΑΡΑΚΡΑΤΗΣΗ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ (από το δικηγορικό σύλλογο)

 

ΠΑΡΑΚΡΑΤΗΣΗ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ (από λοιπούς υπόχρεους σε παρακράτηση)

 

(20% χ 400)

80,00

Διευκρινίσεις

1. Ακαθάριστο έσοδο από παροχή υπηρεσιών (φορολογία εισοδήματος), το οποίο καταχωρείται σε ιδιαίτερη στήλη του βιβλίου εσόδων – εξόδων, αποτελεί το ποσό των 400,00 ευρώ.

2. Φορολογητέα αξία από παροχή υπηρεσιών (φόρος προστιθέμενης αξίας) το οποίο καταχωρείται σε ξεχωριστή στήλη του βιβλίου εσόδων – εξόδων, αποτελεί το ποσό των 400,00 ευρώ ενώ σε ιδιαίτερη στήλη, Φ.Π.Α. 23%, καταχωρείται το ποσό των 92,00 ευρώ.

3. Ως αξία συναλλαγής στις συγκεντρωτικές καταστάσεις πελατών – προμηθευτών, για το ημερολογιακό έτος 2011 και εφεξής, αναγράφεται το ποσό των 400,00 ευρώ (συνολική αμοιβή προ Φ.Π.Α.).

4. Συνολική δαπάνη για τον πελάτη – επιτηδευματία 400,00 ευρώ.

7. Τρόπος εξόφλησης αποδείξεων παροχής υπηρεσιών, για επαγγελματικές συναλλαγές, αξίας 3.000 ευρώ και άνω.

Στις περιπτώσεις έκδοσης αποδείξεων παροχής υπηρεσιών από δικηγόρους προς επιτηδευματίες που περιλαμβάνουν τις προβλεπόμενες ελάχιστες αμοιβές, για τις οποίες εκδίδονται τα αντίστοιχα γραμμάτια προείσπραξης από τους δικηγορικούς συλλόγους, δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 18 του Κ.Β.Σ., δεν απαιτείται, δηλαδή, η εξόφληση των υπόψη ποσών από τους λήπτες των εν λόγω Α.Π.Υ. μέσω τραπεζικού λογαριασμού ή με επιταγή, δεδομένου ότι ο έλεγχος της απόδειξης της συναλλαγής διασφαλίζεται από τα εκδοθέντα γραμμάτια προείσπραξης.

Στις περιπτώσεις, όμως, που η αμοιβή του δικηγόρου υπερβαίνει την ελάχιστη και το υπερβάλλον ποσό είναι 3.000 ευρώ και άνω, η εξόφληση του επιπλέον ποσού από το λήπτη της Α.Π.Υ., γίνεται μέσω τραπεζικού λογαριασμού ή με επιταγή.

8. Λοιπές διευκρινίσεις

Επιπλέον των ανωτέρω διευκρινίζονται και τα ακόλουθα:

8.1. Αναβολή εκδίκασης της υπόθεσης – Εκδιδόμενα στοιχεία

Όταν για διάφορους λόγους π.χ. αναβολή της συζήτησης της υπόθεσης, ματαίωση του συμβολαίου κ.λπ., θέμα που αποδεικνύεται με οποιοδήποτε πρόσφορο τρόπο π.χ. βεβαίωση της αναβολής από το δικαστήριο κ.λπ., εφόσον ακυρώνεται το εκδοθέν γραμμάτιο προείσπραξης και έχει ήδη εκδοθεί η αντίστοιχη Α.Π.Υ., τότε: α) στους μεν επιτηδευματίες εκδίδεται πιστωτικό τιμολόγιο, σύμφωνα με την παράγραφο 13 του άρθρου 12 του Κ.Β.Σ., β) στους δε ιδιώτες, γίνεται δεκτό, να εκδίδεται απόδειξη επιστροφής, στην οποία, εκτός των λοιπών δεδομένων, αναγράφεται και το ονοματεπώνυμο και η διεύθυνση του πελάτη καθώς ο α/α της σχετικής Α.Π.Υ..

8.2. Διαδικαστικές ενέργειες στα πλαίσια ενιαίας εντολής

Οι προπαρασκευαστικές ή διαδικαστικές ενέργειες των δικηγόρων, οι οποίες λαμβάνουν χώρα στα πλαίσια εντολής για εκκρεμή δίκη ή συνέχονται αιτιωδώς μ’ αυτή (π.χ. κλήσεις πάσης φύσεως, εξώδικες προσκλήσεις ή δηλώσεις, εκπροσώπηση εντολέως, αναβολές κ.λπ.), δεν λογίζονται ως επιμέρους τμηματικές δικηγορικές πράξεις και δεν απαιτείται η έκδοση ιδιαίτερης Α.Π.Υ., εφόσον δεν υφίσταται απαίτηση αμοιβής γι’ αυτές.

8.3. Μέρισμα δικηγόρων

Για την είσπραξη του διανεμόμενου μερίσματος, από μέλη δικηγόρους του οικείου δικηγορικού συλλόγου, από λογαριασμό που έχει συσταθεί για αυτόν το σκοπό, δεν απαιτείται η έκδοση απόδειξης παροχής υπηρεσιών από τους δικηγόρους (ΣτΕ 4083/1997). Όμως, επειδή, το ποσό αυτό αποτελεί ακαθάριστο έσοδο που συναθροίζεται με τα υπόλοιπα ακαθάριστα έσοδα του δικηγόρου, πρέπει να καταχωρείται στα τηρούμενα βιβλία με βάση τα δικαιολογητικά καταβολής από το δικηγορικό σύλλογο.

Ειδικά, στην περίπτωση που ο δικηγόρος εργάζεται αποκλειστικά με πάγια αντιμισθία και επειδή το εισόδημά αυτό θεωρείται ότι αποκτάται από μισθωτές υπηρεσίες, δεν είναι δηλαδή υπόχρεος σε τήρηση βιβλίων και έκδοση στοιχείων του Κ.Β.Σ., το δικαιούμενο μέρισμα εμφανίζεται απ’ ευθείας στον προβλεπόμενο για τα ελευθέρια επαγγέλματα κωδικό της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος του με βάση τα δικαιολογητικά καταβολής από το δικηγορικό σύλλογο. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση που ο δικηγόρος αποκτά δικαίωμα άσκησης επαγγέλματος και επομένως δικαιούται μέρισμα, αλλά για διάφορους λόγους (π.χ. συνέχιση σπουδών για μεταπτυχιακό) δεν έχει κάνει έναρξη επαγγέλματος ως δικηγόρος και δεν είναι επιτηδευματίας από άλλη αιτία.

Για τα ανωτέρω μερίσματα οι δικηγόροι δεν υποβάλλουν συγκεντρωτικές καταστάσεις πελατών, ενώ οι δικηγορικοί σύλλογοι υποβάλλουν συγκεντρωτική κατάσταση προμηθευτών, ανά δικηγόρο, με τον κωδικό «1» (αντισυμβαλλόμενοι μη υπόχρεοι).

9. Δικηγορικές εταιρείες

Τα ανωτέρω αναφερόμενα (χρόνος και τρόπος έκδοσης Α.Π.Υ., τρόπος καταχώρισης στα βιβλία κ.λπ.) ισχύουν αναλόγως και για τις δικηγορικές εταιρείες του Π.Δ. 81/2005 (ΦΕΚ 120 Α’).

Ακριβές αντίγραφο  
Ο Προϊστάμενος της Γραμματείας   

Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΟΥΣΕΛΑΣ

ΠΟΛ. 1210/11 Υποβολή της Προσωρινής Δήλωσης Απόδοσης της προκαταβολής φόρου της υπολογιζόμενης επί των δικηγορικών αμοιβών για παραστάσεις ενώπιον των δικαστηρίων, της παρακράτησης φόρου επί οποιουδήποτε ποσού καταβάλλεται ως μέρισμα σε δικηγόρους κα

ΠΟΛ.1210/6.10.2011

Υποβολή της Προσωρινής Δήλωσης Απόδοσης της προκαταβολής φόρου της υπολογιζόμενης επί των δικηγορικών αμοιβών για παραστάσεις ενώπιον των δικαστηρίων, της παρακράτησης φόρου επί οποιουδήποτε ποσού καταβάλλεται ως μέρισμα σε δικηγόρους καθώς και της απόδοσης του προκαταβλητέου φόρου επί των δικηγορικών αμοιβών των συναρτώμενων από το αποτέλεσμα των δικηγορικών υπηρεσιών ή της δίκης, με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας ή στη Δ.Ο.Υ., κατά περίπτωση

Αθήνα,  6 Οκτωβρίου 2011

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ
1. ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ   
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ
ΤΜΗΜΑ A’
Ταχ. Δ/νση :Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας: 10184 ΑΘΗΝΑ   
Πληροφορίες: Γ. Βαρνάκου
Τηλέφωνο :210-3375314
FAX :210-3375001
2. ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ (Γ.Γ.Π.Σ.)
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΚΕΠΥΟ
Δ/ΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ Η/Υ (Δ30)
ΤΜΗΜΑ Β’

ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΩΣ ΕΠΕΙΓΟΥΣΑ

ΠΟΛ 1210

ΘΕΜΑ: Υποβολή της Προσωρινής Δήλωσης Απόδοσης της προκαταβολής φόρου της υπολογιζόμενης επί των δικηγορικών αμοιβών για παραστάσεις ενώπιον των δικαστηρίων, της παρακράτησης φόρου επί οποιουδήποτε ποσού καταβάλλεται ως μέρισμα σε δικηγόρους καθώς και της απόδοσης του προκαταβλητέου φόρου επί των δικηγορικών αμοιβών των συναρτώμενων από το αποτέλεσμα των δικηγορικών υπηρεσιών ή της δίκης, με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας ή στη Δ.Ο.Υ., κατά περίπτωση.

Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις του άρθρου 1 του π.δ. 185/2009(ΦΕΚ 213 Α’)περί ανασύστασης του Υπουργείου Οικονομικών.

2. Την με αριθμό Υ350/08.07.2011 (ΦΕΚ 1603 Β’) απόφαση του Πρωθυπουργού με την οποία ανατίθενται αρμοδιότητες στον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομικών.

3. Τις διατάξεις των περιπτώσεων α’, γ’ και δ’ της παραγράφου 5 του άρθρου 52 του ν.2238/1994 (ΦΕΚ 151Α’).

4. Τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 59 του ν.2238/1994 (ΦΕΚ 151Α’).

5. Τις διατάξεις του άρθρου 69 και 76 του Π.Δ. 16/1989 (ΦΕΚ 6 Α’).

6. Τις διατάξεις του άρθρου 12 του ν.2362/1995 (ΦΕΚ 247 Α’) περί αποδεικτικών εισπράξεως.

7. Τις διατάξεις των παραγράφων 8 και 10 του άρθρου 8 του ν.2873/2000(ΦΕΚ 285 Α’).

8. Τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 20 του ν.3943/2011 (ΦΕΚ 66 Α’)

9. Τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 22 του ν. 2020/1992 (Φ.Ε.Κ. 34 Α’), με τις οποίες παρέχεται εξουσιοδότηση στον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών να παρατείνει με απόφαση τις προθεσμίες που ορίζονται από τις κείμενες διατάξεις για υποβολή φορολογικών δηλώσεων, σε εξαιρετικές περιπτώσεις.

10. Την ανάγκη αποσυμφόρησης των Δ.Ο.Υ. αλλά και διευκόλυνσης της εκπλήρωσης της υποχρέωσης περί απόδοσης με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 59 του ν. 2238/1994, του προκαταβλητέου και παρακρατηθέντος φόρου, με βάση τις διατάξεις των περιπτώσεων α’, γ’ και δ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 52 του ν.2238/1994, με την χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας ή στη Δ.Ο.Υ., κατά περίπτωση, στα πλαίσια απλοποίησης των φορολογικών διαδικασιών και των διαμορφωθεισών νέων συνθηκών τόσο στον τομέα οργάνωσης των φορολογικών υπηρεσιών όσο και των επιχειρήσεων.

11. Ότι από την απόφαση αυτή δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού.

Α Π Ο Φ Α Σ Ι Ζ Ο Υ Μ Ε

Άρθρο 1
Τρόπος και υπόχρεοι uποβολής των Προσωριvώv Δηλώσεων Απόδοσης της προκαταβολής φόρου, της υπολογιζόμενης επί των ακαθαρίστων αμοιβών των δικηγόρων για παραστάσεις ενώπιον των δικαστηρίων, όπως αυτές ισχύουν με βάσει τις διατάξεις του άρθρου 92 του ν.δ. 3026/1954 του Κώδικα περί Δικηγόρων (ΦΕΚ 235 Α’), που αναγράφονται επί των γραμματίων προκαταβολής καθώς και της παρακράτησης φόρου επί οποιουδήποτε ποσού καταβάλλεται ως μέρισμα σε δικηγόρους από τους οικείους δικηγορικούς συλλόγους.

1. Οι αρχικές εμπρόθεσμες και εκπρόθεσμες προσωρινές δηλώσεις απόδοσης της προκαταβολής φόρου η οποία υπολογίζεται από τους οικείους δικηγορικούς συλλόγους επί των ακαθαρίστων αμοιβών των δικηγόρων για παραστάσεις ενώπιον των δικαστηρίων, όπως αυτές ισχύουν με βάσει τις διατάξεις του άρθρου 92 του ν.δ. 3026/1954 του Κώδικα περί Δικηγόρων (ΦΕΚ 235 Α’) που αναγράφονται επί των γραμματίων προκαταβολής, καθώς και της παρακράτησης φόρου επί οποιουδήποτε ποσού καταβάλλεται ως μέρισμα σε δικηγόρους από τους οικείους δικηγορικούς συλλόγους υποβάλλονται και ο φόρος αποδίδεται με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω διαδικτύου, από τους οικείους δικηγορικούς συλλόγους με ευθύνη των προέδρων τους, στο δικτυακό τόπο της Γενικής Γραμματείας Πληροφορικών Συστημάτων (Γ.Γ.Π.Σ.)

2. Οι υπόχρεοι, εφόσον είναι νέοι χρήστες εγγράφονται στις ηλεκτρονικές υπηρεσίες TaxisNet σύμφωνα με όσα ορίζονται με την με αριθμό ΠΟΛ.1178/7.12.2010, ΑΔΑ41 ΦΜΗ-ΤΛ(ΦΕΚΒ’/9.12.10) Απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Η διαδικασία αυτή δεν απαιτείται για τους ήδη πιστοποιημένους χρήστες σε οποιαδήποτε εφαρμογή. Σε περίπτωση απενεργοποίησης από την ΓΓΠΣ των κωδικών πρόσβασης στο σύστημα, εφαρμόζονται τα αναφερόμενα στο άρθρο 6 της ανωτέρω απόφασης.

3. Οι τροποποιητικές προσωρινές δηλώσεις απόδοσης της προκαταβολής φόρου και της παρακράτησης φόρου της παραγράφου 1 αυτού του άρθρου της παρούσας, υποβάλλονται υποχρεωτικά στην Δ.Ο.Υ.

4. Η εφαρμογή για την υποβολή των πιο πάνω Προσωρινών Δηλώσεων απόδοσης της προκαταβολής και της παρακράτησης φόρου, με την χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω του ειδικού δικτύου TAXISnet διατίθεται από 1/7/2011.

Άρθρο 2
Τρόπος και υπόχρεοι υποβολής των Προσωρινών Δηλώσεων Απόδοσης του προκαταβλητέου φόρου επί των ακαθαρίστων αμοιβών των συναρτώμενων από το αποτέλεσμα των δικηγορικών υπηρεσιών ή της δίκης, από τους υπόχρεους καταβολής των συμφωνημένων ή επιδικαζόμενων ποσών.

1. Οι αρχικές εμπρόθεσμες και εκπρόθεσμες προσωρινές δηλώσεις απόδοσης του προκαταβλητέου φόρου, ο οποίος υπολογίζεται επί των ακαθαρίστων αμοιβών των συναρτώμενων από το αποτέλεσμα των δικηγορικών υπηρεσιών ή της δίκης, από τους υπόχρεους καταβολής των συμφωνημένων ή επιδικαζόμενων ποσών, το Δημόσιο, τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, τις Δημόσιες Επιχειρήσεις και Οργανισμούς κοινής ωφέλειας, τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης και τα Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου, υποβάλλονται από τους υπόχρεους αυτούς και ο φόρος αποδίδεται με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω διαδικτύου, στο δικτυακό τόπο της Γενικής Γραμματείας Πληροφορικών Συστημάτων (Γ.Γ.Π.Σ.)

2. Οι υπόχρεοι, εφόσον είναι νέοι χρήστες εγγράφονται στις ηλεκτρονικές υπηρεσίες TaxisNet σύμφωνα με όσα ορίζονται με την με αριθμό ΠΟΛ.1178/7.12.2010, ΑΔΑ41 ΦΜΗ-ΤΛ(ΦΕΚΒ’/9.12.10) Απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Η διαδικασία αυτή δεν απαιτείται για τους ήδη πιστοποιημένους χρήστες σε οποιαδήποτε εφαρμογή. Σε περίπτωση απενεργοποίησης από την ΓΓΠΣ των κωδικών πρόσβασης στο σύστημα, εφαρμόζονται τα αναφερόμενα στο άρθρο 6 της ανωτέρω απόφασης.

3. Οι παράγραφοι 3 και 4 του άρθρου 1 της παρούσας έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τις δηλώσεις αυτού του άρθρου.

4. Τα στοιχεία που αποδεικνύουν την αμοιβή ή το ύψος των αμοιβών των συναρτώμενων από το αποτέλεσμα των δικηγορικών υπηρεσιών ή της δίκης υποβάλλονται από τους δικηγόρους, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση ε’ της παραγράφου 5 του άρθρου 52 του Κ.Φ.Ε.

Άρθρο 3
Αποδεικτικό ηλεκτρονικής υποβολής και καταβολής του φόρου

Οι υπόχρεοι που υποβάλλουν προσωρινές δηλώσεις απόδοσης του προκαταβλητέου και παρακρατηθέντος φόρου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 1 και 2 της παρούσας, κατά περίπτωση, και καταβάλλουν το φόρο με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω διαδικτύου, οφείλουν να δώσουν εντολή πληρωμής, μέχρι την καταληκτική ημερομηνία, σε τράπεζες που έχουν συμβληθεί με το Υπουργείο Οικονομικών για να παρέχουν την υπηρεσία αυτή. Το σύστημα μετά την οριστικοποίηση της υποβολής της δήλωσης παράγει το σημείωμα για πληρωμή του φόρου όπου περιέχεται η «Ταυτότητα Πληρωμής», στοιχείο απαραίτητο για να δοθεί η εντολή πληρωμής στην τράπεζα.

Άρθρο 4
Ημερομηνία υποβολής

1. Η προθεσμία υποβολής των προσωρινών δηλώσεων των άρθρων 1 και 2 της παρούσας είναι αυτή που ορίζεται με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 59 του ν.2238/1994, δηλαδή μέχρι την 20ή ημέρα των μηνών Μαρτίου, Μαΐου, Ιουλίου, Σεπτεμβρίου, Νοεμβρίου και Ιανουαρίου κάθε έτους.

2. Ως ημερομηνία υποβολής της δήλωσης, κατά την ηλεκτρονική υποβολή, θεωρείται η ημερομηνία πληρωμής στην τράπεζα.

Άρθρο 5
Έλεγχος – Ενημέρωση Δ.Ο.Υ.

1. Η αρμόδια Δ.Ο.Υ. ενημερώνεται από την Γ.Γ.Π.Σ., αμέσως μετά την λήξη προθεσμίας υποβολής των προσωρινών δηλώσεων απόδοσης του προκαταβλητέου και παρακρατηθέντος φόρου, ανά υπόχρεο, με ταυτόχρονη καταχώρηση των βασικών στοιχείων παραλαβής και πληρωμής στο σύστημα TAXIS .

2. Η αρμόδια Δ.Ο.Υ. έχει την δυνατότητα εκτύπωσης των πιο πάνω προσωρινών δηλώσεων απόδοσης της προκαταβολής φόρου, της υπολογιζόμενης επί των αμοιβών των δικηγόρων για παραστάσεις ενώπιον των δικαστηρίων, όπως αυτές ισχύουν με βάσει τις διατάξεις του άρθρου 92 του ν.δ. 3026/1954 του Κώδικα Περί Δικηγόρων (ΦΕΚ 235 Α’), των αναγραφομένων επί των γραμματίων προκαταβολής, της προκαταβολής φόρου επί αμοιβών συναρτώμενων από το αποτέλεσμα των δικηγορικών υπηρεσιών ή της δίκης καθώς και της παρακράτησης φόρου επί οποιουδήποτε ποσού καταβάλλεται ως μέρισμα σε δικηγόρους από τους οικείους δικηγορικούς συλλόγους.

Άρθρο 6
Ισχύς της Απόφασης

1. Η παρούσα απόφαση ισχύει για προσωρινές δηλώσεις απόδοσης από τους δικηγορικούς συλλόγους της χώρας, της προκαταβολής φόρου, της υπολογιζόμενης επί των αμοιβών των δικηγόρων, όπως αυτές ισχύουν με βάσει τις διατάξεις του άρθρου 96 του ν.δ. 3026/1954 του Κώδικα περί Δικηγόρων (ΦΕΚ 235 Α’), των αναγραφομένων επί των γραμματίων προκαταβολής και για τις παραστάσεις τους ενώπιον των δικαστηρίων που πραγματοποιούνται από 1.7.2011 και μετά.

2. Ειδικά για την τρέχουσα χρήση, ο υπολογισμός και η απόδοση του προκαταβλητέου φόρου, από τους δικηγορικούς συλλόγους της χώρας, καθίσταται υποχρεωτικός για παραστάσεις ενώπιον των δικαστηρίων που πραγματοποιούνται από 1.11.2011 και μετά.

3. Επίσης για την τρέχουσα χρήση, η απόδοση του προκαταβλητέου φόρου επί αμοιβών συναρτώμενων από το αποτέλεσμα των δικηγορικών υπηρεσιών ή της δίκης, καθίσταται υποχρεωτική για αμοιβές που καταβάλλονται από 1.11.2011 και μετά από τους υπόχρεους καταβολής των συμφωνημένων ή επιδικαζόμενων ποσών.

4. Η υποβολή των Προσωρινών Δηλώσεων Απόδοσης της προκαταβολής φόρου, που υπολογίζεται επί των αμοιβών των δικηγόρων, όπως αυτές ισχύουν με βάσει τις διατάξεις του άρθρου 92 του ν.δ. 3026/1954 του Κώδικα περί Δικηγόρων (ΦΕΚ 235 Α’), για τις παραστάσεις τους ενώπιον των δικαστηρίων, με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω διαδικτύου, είναι προαιρετική για τις παραστάσεις τους ενώπιον των δικαστηρίων από 1.7.2011 έως 31.12.2011 και υποχρεωτική για τις παραστάσεις τους από 1.1.2012 και μετά.

5. Η υποβολή των Προσωρινών Δηλώσεων Απόδοσης του παρακρατούμενου φόρου επί οποιουδήποτε ποσού που καταβάλλεται ως μέρισμα σε δικηγόρους από τους οικείους δικηγορικούς συλλόγους με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω διαδικτύου, είναι προαιρετική για μερίσματα που καταβάλλονται από 1.7.2011 έως 31.12.2011 και υποχρεωτική για μερίσματα που καταβάλλονται από 1.1.2012 και μετά.

6. Η υποβολή των Προσωρινών Δηλώσεων Απόδοσης του προκαταβλητέου φόρου, με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω διαδικτύου, επί αμοιβών συναρτώμενων από το αποτέλεσμα των δικηγορικών υπηρεσιών ή της δίκης, από τους υπόχρεους καταβολής των συμφωνημένων ή επιδικαζόμενων ποσών είναι προαιρετική για τα ποσά που καταβάλλονται από 1.7.2011 και μετά και υποχρεωτική για τα ποσά που καταβάλλονται από 1.1.2012 και μετά.

7. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Ακριβές Αντίγραφο
Η Προϊσταμένη της Γραμματείας

Ο ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ

 

ΘΕΜΑ: Εφαρμογή των διατάξεων του Κ.Β.Σ. στους δικηγόρους. Συμπληρωματικές διευκρινίσεις επί της ΠΟΛ. 1026/26.1.2012.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Αθήνα, 21/2/2012

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΠΟΛ.: 1046

ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ & ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ

 

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ

 

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΒΙΒΛΙΩΝ & ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

 

(15η) ΤΜΗΜΑ Β΄

 

ΘΕΜΑ: Εφαρμογή των διατάξεων του Κ.Β.Σ. στους δικηγόρους. Συμπληρωματικές διευκρινίσεις επί της ΠΟΛ. 1026/26.1.2012.

Με αφορμή ερωτήματα που τέθηκαν στην υπηρεσία μας, θέτουμε υπόψη σας συμπληρωματικά με την παρούσα τα ακόλουθα:

1. Έχει διευκρινισθεί (εγκύκλιος ΠΟΛ. 1026/26.1.2012 ) ότι, όταν για τη διενέργεια δικονομικών πράξεων ή την παράσταση του δικηγόρου σε συμβολαιογραφική πράξη απαιτείται η έκδοση γραμματίου προκαταβολής, από τον οικείο δικηγορικό σύλλογο, δεν εκδίδεται άμεσα απόδειξη παροχής υπηρεσιών με την έκδοση του γραμματίου προκαταβολής. Τα ανωτέρω, όπως είναι αυτονόητο, δεν αναιρούν την υποχρέωση των δικηγόρων να εκδίδουν τις αποδείξεις παροχής υπηρεσιών στον προβλεπόμενο, από τις διατάξεις του Κ.Β.Σ., χρόνο, για τις δικαιούμενες αμοιβές από την παροχή των υπηρεσιών τους.

2. Περαιτέρω, με την παράγραφο 4 του κεφαλαίου Β΄ (Κ.Β.Σ.) της εγκυκλίου ΠΟΛ. 1026/26.1.2012 αναφέρεται ότι, στις περιπτώσεις επαγγελματικών συναλλαγών, όταν η ακαθάριστη αμοιβή του δικηγόρου υπερβαίνει το ποσό των 3.000 ευρώ, η εξόφληση του ποσού αυτού από το λήπτη της Α.Π.Υ., γίνεται μέσω τραπεζικού λογαριασμού ή με επιταγή. Ακόμη, οι αποδείξεις παροχής υπηρεσιών, που εκδίδονται από δικηγόρους, για παροχή υπηρεσιών σε ιδιώτες, εξοφλούνται από τους λήπτες αυτών (ιδιώτες) αποκλειστικά μέσω τραπέζης, με χρεωστικές ή πιστωτικές κάρτες του λήπτη των υπηρεσιών ή μέσω τραπεζικού λογαριασμού ή με επιταγές, όταν το ποσό της συναλλαγής υπερβαίνει το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ για το έτος 2011 ή το ποσόν των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ από 1.1.2012 και εξής (σχετ. Α.Υ.Ο. ΠΟΛ. 1027/9.2.2011 ).

Στις ανωτέρω περιπτώσεις εξόφλησης των συναλλαγών, εξυπακούεται ότι, ως αξία της συναλλαγής νοείται η συνολική αμοιβή του δικηγόρου συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α.

Ακριβές Αντίγραφο

Ο Γενικός Δ/ντής Φορολογίας

Η Προϊσταμένη της Γραμματείας

Δημήτρης Σταματόπουλος

Εφαρμογή διατάξεων της παραγράφου 7 του άρθρου 20 του ν. 3943/ 2011 (ΦΕΚ 66 Α’) περί απόδοσης της προκαταβολής φόρου που υπολογίζεται επί των δικηγορικών αμοιβών και της παρακράτησης φόρου επί των μερισμάτων.

Αθήνα 26/01/2012
Αρ. πρωτ.:
ΠΟΛ. 1026

ΘΕΜΑ: Εφαρμογή διατάξεων της παραγράφου 7 του άρθρου 20 του ν. 3943/ 2011 (ΦΕΚ 66 Α’) περί απόδοσης της προκαταβολής φόρου που υπολογίζεται επί των δικηγορικών αμοιβών και της παρακράτησης φόρου επί των μερισμάτων.

Σας παρέχουμε διευκρινίσεις σχετικά με τις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 20 του ν.3943/2011 (ΦΕΚ 66 Α’) με τις οποίες προστέθηκε παράγραφος 5 στο άρθρο 52 του ΚΦΕ και η παράγραφος 5 αυτού του άρθρου αναριθμήθηκε σε έξι και σε συνδυασμό με την Πολ. 1210/06.10.2011 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών που εκδόθηκε για την εφαρμογή και κατ’ εφαρμογή των διατάξεων αυτής της παραγράφου, ως εξής:

Α. ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ

1. Με τις διατάξεις των περιπτώσεων α’ και β’ αυτής της παραγράφου αυτού του άρθρου και νόμου ορίζεται ότι, υπολογίζεται προκαταβολή φόρου με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%) επί των ακαθαρίστων αμοιβών των δικηγόρων, που αναγράφονται επί των γραμματίων προκαταβολής ως ποσά αναφοράς επί των οποίων υπολογίζονται από τους οικείους δικηγορικούς συλλόγους προκαταβολές υπέρ όσων ορίζονται στο άρθρο 96 του ν.δ. 3026/1954 του Κώδικα Δικηγόρων (ΦΕΚ 235 Α’), για τις παραστάσεις που πραγματοποιούν ενώπιον των δικαστηρίων και όπως οι αμοιβές αυτές κάθε φορά ισχύουν με βάση τις διατάξεις του άρθρου 92 του ίδιου κώδικα. Η προκαταβολή αυτή του φόρου υποχρεωτικά υπολογίζεται και αποδίδεται από τους οικείους δικηγορικούς συλλόγους, με ευθύνη των προέδρων τους, εντός των προθεσμιών που ορίζονται με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 59 του ΚΦΕ, με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω διαδικτύου, στο δικτυακό τόπο της Γενικής Γραμματείας Πληροφορικών Συστημάτων (Γ.Γ.Π.Σ.), υποχρεωτικά από 1.11.2011 με βάση την προαναφερομένη Πολ. 1210/06.10.2011 Α.Υ.Ο.

Οι Δικηγορικοί Σύλλογοι δεν υπολογίζουν και δεν αποδίδουν προκαταβλητέο φόρο στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α) Επί των ακαθαρίστων αμοιβών των δικηγόρων που αναγράφονται επί των γραμματίων προκαταβολής ως ποσά αναφοράς για παραστάσεις που πραγματοποιούν ενώπιον των δικαστηρίων καθώς και για κάθε άλλη νομική υπηρεσία που παρέχουν οι δικηγόροι οι οποίοι συνδέονται με τον εντολέα τους με σύμβαση έμμισθης εντολής και αμείβονται με πάγια αντιμισθία. Σε αυτή την περίπτωση, στο οικείο γραμμάτιο προκαταβολής, εκτός από την ένδειξη “πάγια αντιμισθία”, θα αναγράφεται και ο εντολέας του δικηγόρου. Και τούτο καθόσον ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, με βάση τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 45 του Ν. 2238/1994, θεωρείται και το εισόδημα που αποκτούν οι δικηγόροι ως πάγια αντιμισθία για την παροχή νομικών υπηρεσιών, επί του οποίου ενεργείται παρακράτηση φόρου με βάση τις διατάξεις του άρθρου 57 αυτού του νόμου,

β) Επί των ακαθαρίστων αμοιβών των δικηγόρων, που αναγράφονται επί των γραμματίων προκαταβολής ως ποσά αναφοράς για την παράσταση του δικηγόρου σε κάθε είδους συμβολαιογραφικές πράξεις διότι στην περίπτωση αυτή η αμοιβή του δικηγόρου καθορίζεται ελεύθερα με έγγραφη συμφωνία μεταξύ δικηγόρου και εντολέα.

γ) Επί των ακαθαρίστων αμοιβών των δικηγόρων από την αναγκαστική απαλλοτρίωση ακινήτου που περαιώνεται με απόφαση Δικαστηρίου καθόσον στην περίπτωση αυτή η αμοιβή του δικηγόρου επιδικάζεται από το δικαστήριο με την ίδια απόφαση, με την οποία επιδικάζεται και η αποζημίωση του δικαιούχου. Το ίδιο ισχύει και για τις αμοιβές του δικηγόρου ως συνδίκου στις διαδικασίες πτώχευσης,

δ) Στις περιπτώσεις που οι δικηγορικές αμοιβές ή το ύψος αυτών συναρτάται άμεσα από το αποτέλεσμα των δικηγορικών υπηρεσιών ή της δίκης, κατόπιν έγγραφης συμφωνίας, όπως π.χ. των εργατικών, αυτοκινητικών, κλπ. υποθέσεων όπου ο δικηγόρος αμείβεται με εργολαβικό συμβόλαιο, με την απαραίτητη προϋπόθεση ότι έχουν υποβληθεί τα στοιχεία της έγγραφης συμφωνίας που αποδεικνύουν το ύψος της αμοιβής, κτλ., όπως τα στοιχεία αυτά θα καθοριστούν με την έκδοση σχετικής Υπουργικής Απόφασης, στη Δ.Ο.Υ. που είναι αρμόδια για τη φορολογία του εισοδήματος του δικηγόρου. Σε αυτή την περίπτωση:
αα) το Δημόσιο,
ββ) τα Νομικά Πρόσωπα Δημόσιου Δικαίου,
γγ) οι Δημόσιες Επιχειρήσεις και Οργανισμοί κοινής ωφέλειας,
δδ) οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης και
εε) τα Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου υποχρεούνται να υπολογίζουν προκαταβολή φόρου εισοδήματος με συντελεστή 15% στο ακαθάριστο ποσό της αμοιβής του δικηγόρου. Οι υπόχρεοι αυτοί υποβάλλουν την δήλωση απόδοσης του προκαταβλητέου φόρου εντός των προθεσμιών που ορίζονται με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 59 του ΚΦΕ, με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω διαδικτύου, στο δικτυακό τόπο της Γενικής Γραμματείας Πληροφορικών Συστημάτων (Γ.Γ.Π.Σ.), υποχρεωτικά από 1.11.2011 με βάση την προαναφερομένη Πολ. 1210/06.10.2011 Α.Υ.Ο.

Επίσης, υποχρεούνται να υποβάλλουν και αντίγραφο ή τα στοιχεία της απόφασης του οικείου Δικαστηρίου στην αρμόδια Δ.Ο.Υ., σύμφωνα με τα οριζόμενα σε σχετική υπουργική απόφαση που εκδοθεί. Επισημαίνεται ότι, δεν υπάρχει υποχρέωση υπολογισμού και απόδοσης προκαταβλητέου φόρου με συντελεστή 15% επί δικηγορικής αμοιβής που συναρτάται άμεσα από το αποτέλεσμα των δικηγορικών υπηρεσιών ή της δίκης, στην περίπτωση που ο εντολέας είναι ιδιώτης

Διευκρινίζεται ότι, οι εισπραττόμενες δικηγορικές αμοιβές αποτελούν ακαθάριστα έσοδα και οι κρατήσεις υπέρ τρίτων που αναγράφονται επί των γραμματίων προκαταβολής για παράσταση σε Δικαστήρια(ενδεικτικά για τον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών και Πειραιώς ΕΤΑΑ-ΤΥΔ 5%, ΕΤΑΑ-ΤΕΑΔ 3%, ΔΣΑ 3%, ΕΔΛΝΔ 1%=12%) καθώς και οι κρατήσεις υπέρ τρίτων που αναγράφονται επί των γραμματίων προκαταβολής για παράσταση σε συμβόλαια (ενδεικτικά για τον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών ΕΤΑΑ – TAN – ΤΕΑΔ 10%, ΤΑΜΕΙΟ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ 25% =35%) αποτελούν αμφότερα έξοδα και εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα, με την προϋπόθεση ότι οι εισπραττόμενες δικηγορικές αμοιβές είναι ίσες η μεγαλύτερες από τα ποσά αναφοράς που αναγράφονται επί των γραμματίων προκαταβολής.

Επίσης, αν ο εντολέας του δικηγόρου είναι υπόχρεος κατά νόμο να προβαίνει σε παρακράτηση φόρου με βάση τις διατάξεις του άρθρου 58 του ΚΦΕ, είναι δηλαδή επιτηδευματίας φυσικό ή νομικό πρόσωπο που τηρεί βιβλία Β’ ή Γ’ κατηγορίας του ΚΒΣ, όταν καταβάλλει αμοιβές σε δικηγόρους για υποθέσεις της επιχείρησής του θα παρακρατεί φόρο με συντελεστή 20% στο ακαθάριστο ποσό της αμοιβής που καταβάλλεται στον δικηγόρο μετά την αφαίρεση της αμοιβής, που αναγράφεται επί του γραμματίου προκαταβολής ως ποσό αναφοράς και εφόσον η καταβαλλόμενη επιπλέον του γραμματίου αμοιβή ξεπερνά το ποσό των 300 ευρώ. Για παράδειγμα, το ποσό αναφοράς που αναγράφεται επί του γραμματίου προκαταβολής του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου του δικηγόρου “Χ” για παράστασή του στο Τριμελές Διοικητικό Πρωτοδικείο, για υπόθεση της ΟΕ “Α”, ανέρχεται στο ποσό των 250 ευρώ. Η εταιρία ΜΑ” για τις υπηρεσίες αυτές καταβάλλει στο δικηγόρο αμοιβή ύψους 700 ευρώ. Στην περίπτωση αυτή, η πιο πάνω εταιρία κατά τον χρόνο καταβολής της αμοιβής θα προβεί σε παρακράτηση φόρου με συντελεστή 20% επί του ποσού των 450 ευρώ (700 ευρώ – 250 ευρώ), με την υποχρέωση της προσκόμισης από το δικηγόρο φωτοαντιγράφου επικυρωμένου από τον ίδιο του αντίστοιχου γραμματίου προκαταβολής.

2. Με τις διατάξεις της περίπτωσης γ’ αυτού του άρθρου και νόμου σε συνδυασμό με την Πολ. 1210/06.10.2011 Α.Υ.Ο. ορίζεται ότι επί οποιουδήποτε ποσού καταβάλλεται ως μέρισμα σε δικηγόρους από τους οικείους δικηγορικούς συλλόγους ή ταμεία συνεργασίας ή διανεμητικούς λογαριασμούς υποχρεωτικά ενεργείται παρακράτηση φόρου με συντελεστή 15% στο ακαθάριστο ποσό του μερίσματος και ο φόρος αποδίδεται με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω διαδικτύου, από τους οικείους δικηγορικούς συλλόγους με ευθύνη των προέδρων τους, στο δικτυακό τόπο της Γενικής Γραμματείας Πληροφορικών Συστημάτων (Γ.Γ.Π.Σ.).

3. Με τις διατάξεις της περίπτωσης ε’ αυτού του άρθρου και νόμου ορίζεται ότι, ο δικηγόρος υποχρεούται να υποβάλλει κατάσταση όλων των έγγραφων συμφωνιών που έχει συνάψει με τους εντολείς του, στην οποία αναγράφονται το ονοματεπώνυμο, η διεύθυνση, ο Α.Φ.Μ. του κάθε εντολέα του, η δικηγορική υπηρεσία που παρασχέθηκε και η συμφωνηθείσα αμοιβή, στη Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία της περιφέρειας όπου βρίσκεται η επαγγελματική του έδρα, μέχρι την 20ή ημέρα του μηνός Φεβρουαρίου κάθε έτους. Με την έκδοση σχετικής απόφασης του Υπουργού Οικονομικών θα καθορίζεται ο τύπος, το περιεχόμενο της, ο τρόπος υποβολής της και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

4. Με τις διατάξεις της περίπτωσης στ’ αυτού του άρθρου και νόμου ορίζεται ότι, οι δικηγορικοί σύλλογοι υποχρεούνται να υποβάλουν κατάσταση των γραμματίων προκαταβολής ανά δικηγόρο, που εκδόθηκαν κατά την προηγούμενη διαχειριστική περίοδο στην οποία αναγράφονται το ονοματεπώνυμο του κάθε εντολέα του, η δικηγορική υπηρεσία την οποία αφορά η προκαταβολή και το ποσό αναφοράς επί του οποίου υπολογίστηκε αυτή. Διευκρινίζεται ότι με την ίδια πιο πάνω κατάσταση θα υποβάλλονται και τα γραμμάτια προκαταβολής επί των οποίων δεν υπολογίζεται προκαταβολή φόρου(π.χ. για παράσταση σε συμβόλαια) καθώς και τα μερίσματα με τον παρακρατηθέντα επί αυτών φόρο. Η κατάσταση αυτή υποβάλλεται στη Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία της περιφέρειας όπου βρίσκεται η επαγγελματική έδρα του κάθε συλλόγου μέχρι την 20ή ημέρα του μηνός Φεβρουαρίου κάθε έτους με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας. Την ευθύνη για την υποβολή αυτή φέρει ο πρόεδρος του οικείου δικηγορικού συλλόγου. Με την έκδοση σχετικής απόφασης του Υπουργού Οικονομικών θα καθορίζεται ο τύπος, το περιεχόμενο της και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την υποβολή αυτών των καταστάσεων.

5. Με τις διατάξεις της περίπτωσης ζ’ αυτού του άρθρου και νόμου ορίζεται ότι, με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, καθορίζεται εκάστοτε ο τύπος, το περιεχόμενο, ο τρόπος υποβολής της δήλωσης και καταβολής του φόρου και ο τρόπος και ο χρόνος υποβολής των καταστάσεων και το περιεχόμενο αυτών, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων αυτής της παραγράφου 5 του άρθρου 52 του ΚΦΕ. Η ισχύς των διατάξεων των περιπτώσεων α’ έως και ε’ αυτής της παραγράφου αυτού του άρθρου και νόμου έχουν εφαρμογή από 1.7.2011, με την επιφύλαξη της ισχύος ορισμένων διατάξεων που αναφέρονται στην Πολ. 1210/06.10.2011 Α.Υ.Ο.

Β. ΚΩΔΙΚΑΣ ΒΙΒΛΙΩΝ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

1. Έκδοση γραμματίων προκαταβολής δικηγορικών συλλόγων

Όταν για τη διενέργεια δικονομικών πράξεων ή την παράσταση του δικηγόρου σε συμβολαιογραφική πράξη απαιτείται η έκδοση γραμματίου προκαταβολής, από τον οικείο δικηγορικό σύλλογο, δεν εκδίδεται απόδειξη παροχής υπηρεσιών, δεδομένου ότι το ποσό αναφοράς που αναγράφεται στο υπόψη γραμμάτιο καλύπτει ανάγκες υπολογισμού κρατήσεων υπέρ τρίτων (δικηγορικούς συλλόγους, ταμεία κ.λπ.) και δεν αποτελεί ακαθάριστη αμοιβή σύμφωνα με τις διατάξεις της φορολογίας εισοδήματος.

2. Περιεχόμενο απόδειξης παροχής υπηρεσιών

Με τις διατάξεις του άρθρου 5 του ν. 3919/2011 (ΦΕΚ 32 Α’) καταργήθηκε η ελάχιστη αμοιβή των δικηγόρων κι έτσι από 2.7.2011, τα της αμοιβής των δικηγόρων, καθορίζονται με τις διατάξεις της παραγράφου 6 του υπόψη άρθρου, που αντικατέστησε την παράγραφο 1 του άρθρου 92 του Κώδικα Δικηγόρων, δηλαδή η αμοιβή αυτή πλέον καθορίζεται, είτε με βάση έγγραφες συμφωνίες με τους εντολείς τους, είτε με βάση τις νόμιμες αμοιβές όπως ισχύουν.

Ακόμη, με τις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 20 του ν. 3943/2011 (ΦΕΚ 66 Α’), με τις οποίες τροποποιήθηκαν οι διατάξεις του άρθρου 52 του Κ.Φ.Ε., ορίστηκε ότι, επί των δικηγορικών αμοιβών οφείλεται προκαταβολή φόρου 15%.

Επίσης, όπως προκύπτει από το Κεφάλαιο Α’ της παρούσας, οι υπόχρεοι παρακράτησης φόρου 20%, για τις αμοιβές που καταβάλουν σε δικηγόρους, διενεργούν την υπόψη παρακράτηση στο ακαθάριστο ποσό της αμοιβής που καταβάλλεται στον δικηγόρο μετά την αφαίρεση της αμοιβής που αναγράφεται επί του γραμματίου προκαταβολής ως ποσό αναφοράς και εφόσον η καταβαλλόμενη επιπλέον του γραμματίου αμοιβή ξεπερνά το ποσό των 300 ευρώ.

Κατόπιν των ανωτέρω, στο περιεχόμενο των αποδείξεων παροχής υπηρεσιών, πρέπει να αναγράφονται διακεκριμένα τα εξής ποσά:
α) Η ακαθάριστη αμοιβή,
β) Ο Φ.Π.Α. (23%) που αναλογεί στην ακαθάριστη αμοιβή,
γ) Η παρακράτηση φόρου εισοδήματος (20%) από τους υπόχρεους σε παρακράτηση.

Επισημαίνεται ότι, όταν εκδίδεται χειρόγραφη Α.Π.Υ. η αξία της αμοιβής, συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α., αναγράφεται και ολογράφως.

Ακόμη, διευκρινίζεται ότι, τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 13 του Κ.Β.Σ., περί αναγραφής στην απόδειξη παροχής υπηρεσιών, μεταξύ άλλων, της ένδειξης «ΕΠΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙ», από τον επιτηδευματία που τηρεί βιβλία τρίτης κατηγορίας και παρέχει υπηρεσίες με πίστωση, μπορεί να εφαρμοστεί, προαιρετικά και από τους δικηγόρους που τηρούν βιβλία Β’ κατηγορίας.

Σημειώνεται ότι, αν μέχρι την έκδοση της παρούσας οι αποδείξεις παροχής υπηρεσιών έχουν εκδοθεί με τον τρόπο που αναφέρεται στην εγκύκλιο Πολ. 08/29.12.2010, οι αποδείξεις αυτές θεωρούνται ως νόμιμα εκδοθείσες, εφόσον οι φορολογικές δηλώσεις υποβληθούν με τα ποσά που προκύπτουν σύμφωνα με τις οδηγίες της παρούσας εγκυκλίου.

Κατωτέρω παρατίθεται υπόδειγμα Απόδειξης Παροχής Υπηρεσιών των δικηγόρων, με τη διευκρίνιση ότι, ο τρόπος απεικόνισης σ’ αυτήν των δεδομένων είναι ενδεικτικός και οποιοσδήποτε άλλος τρόπος είναι αποδεκτός (π.χ. διαφορετική σειρά απεικόνισης κ.λπ.), με την προϋπόθεση ότι εμφανίζονται τα δεδομένα αυτά.

Αυτονόητο είναι ότι, μπορεί να αναγράφεται και οποιαδήποτε άλλη πληροφορία (π.χ. κρατήσεις ταμείων κ.λπ.).

ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ (ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ)

Ευρώ Χ.ΧΧΧ,ΧΧ

(αναγράφεται το ποσό της αμοιβής συμπεριλαμβανομένου του Φ. Π.Α.)

ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΗ ΑΜΟΙΒΗ XXX,XX

Φ.Π.Α. 23%____________ XXX,XX

ΣΥΝΟΛΙΚΟ ΠΟΣΟ XXX,ΧX

Συνολικό ποσό ολογράφως*

(* όταν εκδίδεται χειρόγραφη απόδειξη)

ΠΑΡΑΚΡΑΤΗΣΗ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ (από υπόχρεους σε παρακράτηση) (20% χ (ακαθάριστη αμοιβή – ποσό αναφοράς γραμματίου προκαταβολής), εφόσον η διαφορά υπερβαίνει το ποσό των 300 ευρώ) XX,ΧX

3. Τρόπος καταχώρησης στα τηρούμενα βιβλία του Κ.Β.Σ.

Η καταχώρηση στα βιβλία του Κ.Β.Σ. των Α.Π.Υ. των δικηγόρων, ενόψει και των προαναφερομένων στις προηγούμενες περιπτώσεις 1 και 2, διενεργείται ως εξής:

α) Βιβλία Β’ κατηγορίας (εσόδων – εξόδων)

Στο βιβλίο εσόδων – εξόδων που τηρείται από το δικηγόρο καταχωρούνται σε ιδιαίτερες στήλες στο σκέλος των εσόδων, με δικαιολογητικό εγγραφής την Α.Π.Υ., ως ακαθάριστο έσοδο από παροχή υπηρεσιών, η ακαθάριστη αξία της αμοιβής (πριν την παρακράτηση του φόρου) και, ξεχωριστά, ο Φ.Π.Α. που αναλογεί σ’ αυτή. Οι τυχόν κρατήσεις που διενεργούνται από τους δικηγορικούς συλλόγους καταχωρούνται στο σκέλος των εξόδων, με δικαιολογητικό εγγραφής το γραμμάτιο προκαταβολής που εκδίδεται από τους δικηγορικούς συλλόγους.

Σημειώνεται ακόμη ότι, για τις ανάγκες του φόρου προστιθέμενης αξίας, στο σκέλος των εξόδων, καταχωρούνται οι δαπάνες και ανάλογα αν παρέχεται ή δεν παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης του Φ.Π.Α. καθώς και ο Φ.Π.Α. που αναλογεί σ’ αυτές (δαπάνες με δικαίωμα έκπτωσης/ δαπάνες χωρίς δικαίωμα έκπτωσης).

Επίσης, σημειώνεται ότι, δεν απαιτείται να καταχωρούνται διακεκριμένα ο φόρος που παρακρατείται, είτε από το δικηγορικό σύλλογο είτε από τους λοιπούς υπόχρεους σε παρακράτηση.

Επισημαίνεται ότι, στις περιπτώσεις που οι αμοιβές των δικηγόρων είναι μικρότερες από τα ποσά αναφοράς που αναγράφονται επί των γραμματίων προκαταβολής, η σχετική Α.Π.Υ. εκδίδεται με τα μικρότερα αυτά ποσά.

Ακόμη, επισημαίνεται ότι, αν οι εγγραφές στα βιβλία έχουν διενεργηθεί με τον τρόπο που αναφέρεται στην εγκύκλιο Πολ. 1208/29.12.2010 και εφόσον δεν είναι εξαιρετικά δύσκολο, μπορεί να διενεργηθεί συμπληρωματική συγκεντρωτική διορθωτική εγγραφή στα βιβλία, μέχρι το χρόνο υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος της τρέχουσας διαχειριστικής περιόδου (χρήση 2011) και με ημερομηνία εγγραφής το αργότερο την 31.12.2011. Σε κάθε περίπτωση, όμως, οι δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος υποβάλλονται σύμφωνα με τις οδηγίες της παρούσας.

β) Βιβλία Γ’ κατηγορίας (λογιστικά βιβλία)

Τα ανωτέρω αναφερόμενα, για τα βιβλία Β’ κατηγορίας, εφαρμόζονται αναλόγως και για τα βιβλία Γ’ κατηγορίας.

4. Τρόπος εξόφλησης αποδείξεων παροχής υπηρεσιών για ορισμένες συναλλαγές.

Στις περιπτώσεις επαγγελματικών συναλλαγών, όταν η ακαθάριστη αμοιβή του δικηγόρου υπερβαίνει το ποσό των 3.000 ευρώ, η εξόφληση του ποσού αυτού από το λήπτη της Α.Π.Υ., γίνεται μέσω τραπεζικού λογαριασμού ή με επιταγή.

Ακόμη, οι αποδείξεις παροχής υπηρεσιών, που εκδίδονται από δικηγόρους, για παροχή υπηρεσιών σε ιδιώτες, εξοφλούνται από τους λήπτες αυτών (ιδιώτες) αποκλειστικά μέσω τραπέζης, με χρεωστικές ή πιστωτικές κάρτες του λήπτη των υπηρεσιών ή μέσω τραπεζικού λογαριασμού ή με επιταγές, όταν το ποσό της συναλλαγής υπερβαίνει το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ για το έτος 2011 ή το ποσόν των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ από 1.1.2012 και εξής (σχετ. Α.Υ.Ο. Πολ. 1027/09.02.2011).

5. Τελικά

Τέλος, σημειώνεται ότι, τα αναφερόμενα στην εγκύκλιο Πολ. 1208/29.12.2010 που δεν ρυθμίζονται με την παρούσα (ιδίως οι παράγραφοι 2.2, 2.3, 2.4, 5, 8 και 9) εξακολουθούν να ισχύουν και μετά την έκδοση της παρούσας εγκυκλίου.

Αρ. Πρωτ.72425/15.9.2011 Περιορισμοί στην ελευθερία εγκαταστάσεως των δικηγορικών εταιριών

Αρ. Πρωτ.72425/15.9.2011
Περιορισμοί στην ελευθερία εγκαταστάσεως των δικηγορικών εταιριών

Αθήνα, 15/9/2011
Αρ. Πρωτ.72425

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ
ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ Α

Πληροφορίες: Δ. Ζάβρα
Τηλ:210 7767 212

ΘΕΜΑ: Περιορισμοί στην ελευθερία εγκαταστάσεως των δικηγορικών εταιριών ΣΧΕΤ: Αρ.πρωτ. 35723/27-7-2011 & 38680/24-8-2011 έγγραφα σας.

Αναφερόμενοι σταανωτέρω σχετικά έγγραφα σας καθώς και τα ζητήματα που θέτει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην από 20.07.2011 επιστολή της σχετικά με την ίδρυση και λειτουργία των δικηγορικών εταιριών στην Ελλάδα και συγκεκριμένα ως προς τους περιορισμούς ίδρυσης δικηγορικών εταιριών από δικηγόρους μέλη διαφορετικών δικηγορικών συλλόγων και ως προς την απαγόρευση δημιουργίας υποκαταστημάτων από δικηγορικές εταιρίες, εκθέτουμε τα ακόλουθα:

1.- Επί του 1.1. ερωτήματος της επιστολής:

Με το άρθρο 6 παρ. 1 Ν. 3919/2011, με το οποίο τροποποιήθηκε το άρθρο 1 παρ. 1 του Π.Δ. 81/2005 προβλέπεται αφενός μεν η απαγόρευση ίδρυσης δικηγορικής εταιρίας από δικηγόρους που είναι εγγεγραμμένοι σε διαφορετικούς δικηγορικούς συλλόγους, με εξαίρεση τους δικηγόρους που είναι εγγεγραμμένοι στους Συλλόγους Αθήνα και Πειραιά και αφετέρου η απαγόρευση στις δικηγορικές εταιρίες να ιδρύουν υποκαταστήματα, εκτός της περιφέρειας της έδρας τους.

Πρωταρχικά επειδή οι ανωτέρω απαγορεύσεις συναρτώνται άμεσα με τον τρόπο που οργανώνεται και ασκείται το δικηγορικό επάγγελμα στην Ελλάδα δεν εμφανίζουν διασυνοριακό στοιχείο που δικαιολογεί την εξέταση τους από το δίκαιο της Ε.Ε. Αλλωστε στην 7η αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 1998/5/ΕΚ διαλαμβάνεται ότι η οδηγία αυτή ούτε ρυθμίζει τις αμιγώς εσωτερικές καταστάσεις και ούτε θίγει τους επαγγελματικούς κανόνες.

Σημειώνεται ιδιαίτερα ότι κατά την ισχύουσα ελληνική νομοθεσία δικηγόρος μέλος δικηγορικής εταιρίας μπορεί να ασκεί δικηγορία όχι μόνον στην περιφέρεια του συλλόγου που είναι μέλος, αλλά σε ολόκληρη την επικράτεια. Η δικηγορική εταιρία όμως πρέπει να είναι εγγεγραμμένη στα μητρώα δικηγορικών εταιριών του συλλόγου στον οποίο ανήκουν τα μέλη της.

Τέλος, δεν τίθεται θέμα διαφορετικής (προνομιακής) μεταχείρισης για τους Δικηγόρους Αθήνας και Πειραιά εξαιτίας της μικρής απόστασης μεταξύ των δύο πόλεων θεωρούνται ως μία ενιαία περιφέρεια όλης της Αττικής. Ετσι π.χ. σε ναυτικές διαφορές, όλες οι υποθέσεις υπάγονται στο ναυτικό τμήμα του Δικαστηρίου Πειραιώς, διάφοροι Δήμοι της Αττικής υπάγονται στα Δικαστήριατων Αθηνών όσον αφορά τις αστικές διαφορές, ενώ για τις διοικητικές διαφορές μπορεί να υπάγονται στα Δικαστήρια του Πειραιά. Για τους ίδιους λόγους ουδέποτε υπήρξε κώλυμα στην παράσταση Αθηναίων Δικηγόρων στα Δικαστήρια του Πειραιά και αντίστροφα και ούτε υπήρχε κώλυμα στην συμμετοχή δικηγόρων Αθηνών και Πειραιά σε μία δικηγορική εταιρία.

2.- Επί του 1.2 ερωτήματος της επιστολής:

Η απαγόρευση ίδρυσης δικηγορικής εταιρίας από δικηγόρους κρατών- μελών της Ε.Ε. με έλληνες δικηγόρους εγγεγραμμένους σε διαφορετικούς συλλόγους στην Ελλάδα αφορά την ελληνική έννομη τάξη και δεν παρουσιάζει και αυτή ενδιαφέρον ώστε να τύχουν εφαρμογής οι διατάξεις του κοινοτικού δικαίου και μάλιστα όταν κατά τις διατάξεις αυτές επιτρέπεται οπουδήποτε η ίδρυση δικηγορικών εταιριών στην Ελλάδα από δικηγόρους κρατών-μελών της Ε.Ε. Για τους λόγους αυτούς άλλωστε στο άρθρο 11 της οδηγίας 98/5/ΕΚ, στο οποίο προβλέπονται τα θέματα που αφορούν τη συλλογική άσκηση του δικηγορικού επαγγέλματος μεταξύ δικηγόρων προερχομένων από κράτη-μέλη της Ε.Ε., ορίζεται ότι οι επί μέρους ρυθμίσεις διέπονται από τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις του οικείου κράτους-μέλους.

3.-Επί του 1.3 ερωτήματος της επιστολής:

Ως προς το θέμα της δυνατότητας ίδρυσης δικηγορικής εταιρίας από δικηγόρους κρατών-μελών της Ε.Ε. που μπορεί να είναι μέλη σε διαφορετικούς συλλόγους στην Ελλάδα με έλληνες δικηγόρους ισχύουν όσα αναπτύσσονται στο ανωτέρω ερώτημα 1.2, δεδομένου ότι αφορά την ελληνική έννομη τάξη και δεν παρουσιάζει και αυτή ενδιαφέρον ώστε να τύχουν εφαρμογής οι διατάξεις του κοινοτικού δικαίου.

4.- Επί των ερωτημάτων 2.1 και 2.2., τα οποία αφορούν την απαγόρευση ίδρυσης δικηγορικής εταιρίας (ελληνικής ή άλλου κράτους- μέλους) υποκαταστήματος στην Ελλάδα:

Πρωταρχικά σημειώνεται ότι ως προς την απαγόρευση ίδρυσης υποκαταστήματος από ελληνική δικηγορική εταιρία ισχύουν όλα όσα εκτίθενται στο ανωτέρω ερώτημα 1.2 δεδομένου ότι αφορά την ελληνική έννομη τάξη και δεν παρουσιάζει και αυτή ενδιαφέρον ώστε να τύχουν εφαρμογής οι διατάξεις του κοινοτικού δικαίου.

Ως προς τα λοιπά θέματα: Η οδηγία 1998/5/ΕΚ παρέχει το δικαίωμα σε κάθε κοινοτικό δικηγόρο να εγκατασταθεί σε άλλο κράτος-μέλος, εγγραφόμενος σε κάποιον σύλλογο, τηρώντας τους νόμους του κράτους υποδοχής. Η οδηγία αυτή δεν δίνει απόλυτο δικαίωμα σε δικηγορικές εταιρίες ενός κράτους-μέλουςνα εγκατασταθούν ή να δημιουργήσουν υποκαταστήματα σε άλλο κράτος-μέλος.

Βασική προϋπόθεση είναι η εγγραφή του κοινοτικού δικηγόρου στην αρμόδια αρχή (δικηγορικούς συλλόγους στην Ελλάδα και σχεδόν σ’ όλες τις χώρες της Ε.Ε., με εξαίρεση την Αγγλία όπου υπάρχει μία κρατική Ρυθμιστική Αρχή). Στη συνέχεια ένας η περισσότεροι (κοινοτικοί) δικηγόροι που ασκούν το επάγγελμα με τον επαγγελματικό τους τίτλο καταγωγής σ’ ένα κράτος-μέλος υποδοχής και που είναι μέλη της ίδιας ομάδας («εταιρίας») στο κράτος-μέλος καταγωγής μπορούν να ασκούν τις επαγγελματικές δραστηριότητες στο πλαίσιο ενός υποκαταστήματος ή πρακτορείου στο κράτος-μέλος υποδοχής, τηρώντας τις διατάξεις αυτού.

Συνεπώς, σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο η ίδια η εταιρία δεν έχει δικαίωμα εγκατάστασης ή ίδρυσης υποκαταστήματος σε άλλο κράτος- μέλος, αλλά αυτό επιτυγχάνεται μόνο με την αρχική εγκατάσταση/εγγραφή σε σύλλογο άλλου κράτους-μέλους μεμονομένων κοινοτικών δικηγόρων που είναι ήδη μέλη της ίδιας ομάδας/εταιρίας στο κράτος-μέλος καταγωγής και επιθυμούν να παρέχουν τις υπηρεσίες τους στο κράτος υποδοχής με τη μορφή υποκαταστήματος της εν λόγω ομάδας/εταιρίας (άρθρο 11 οδηγίας 1998/5/ΕΚ).

Επίσης,δύο ή περισσότεροι κοινοτικοί δικηγόροι που προέρχονται από την ίδια ομάδα ή από το ίδιο κράτος-μέλος μπορούν να υιοθετήσουν μία συλλογική μορφή άσκησης του επαγγέλματος (δηλ. να συστήσουν δικηγορική εταιρία) στο κράτος-μέλος υποδοχής, ενώ κοινοτικός δικηγόρος που προέρχεται από ένα κράτος-μέλος μπορεί να συστήσει δικηγορική
εταιρία με κοινοτικό δικηγόρο που κατάγεται από άλλο κράτος-μέλος. Τέλος, κοινοτικός δικηγόρος που έχει εγκατασταθεί σ’ άλλο κράτος-μέλος μπορεί να συστήσει δικηγορική εταιρία με δικηγόρους του κράτους υποδοχής.

Κατά συνέπεια, σ’ όλα τα κράτη-μέλη, η εγκατάσταση των κοινοτικών δικηγόρων και η συλλογική (εταιρική) άσκηση του δικηγορικού επαγγέλματος διέπεται από το εθνικό δίκαιο του κάθε κράτους-μέλους, το οποίο όμως είναι σχεδόν πανομοιότυπο σ’ όλα τα κράτη-μέλη. Ετσι μία ελληνική δικηγορική εταιρία με έδρα π.χ. την Αθήνα, μπορεί να ιδρύσει υποκατάστημα στο εξωτερικό μόνο υπό τις παραπάνω προϋποθέσεις της οδηγίας 1998/5/ΕΚ, ήτοι πρέπει πρώτα να εγκατασταθούν τα μέλη της σ’ άλλο κράτος-μέλος και να εγγραφούν σε τοπικό Σύλλογο αυτού σύμφωνα με την οδηγία αυτή και στη συνέχεια να ζητήσουν από την αρμόδια αρχή (δικηγορικό σύλλογο) άδεια να ασκούν το επάγγελμα τους στο κράτος- μέλος υποδοχής με την μορφή υποκαταστήματος της εν λόγω Ελληνικής εταιρίας, τηρώντας πάντοτε τις διατάξεις του νόμου του κράτους υποδοχής.

H EIΔΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑ

ΔΙΑΜΑΝΤΩ ΖΑΒΡΑ