Αριθμ. πρωτ.: Κ2 – 5371/31.7.2013
Μετατροπή άλλης εταιρικής μορφής σε ιδιωτική κεφαλαιουχική εταιρία – Ερμηνεία διατάξεων του ν. 4072/2012 όπως τροποποιήθηκε με τον ν. 4155/2013 και ν. 4156/2013
Αθήνα, 31 – 07 – 2013
Αριθμ. Πρωτ. : Κ2 – 5371
Σχετ. : Κ2-5303, Κ2-5310
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ & ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΕΜΠΟΡΙΟΥ
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΕΣΩΤ. ΕΜΠΟΡΙΟΥ
Δ/ΝΣΗ ΑΕ & ΠΙΣΤΕΩΣ
ΤΜΗΜΑ Α’ & Γ’
Tαχ. Δ/νση: Πλ. Κάνιγγος
Τ.Κ.: 101 81
Πληροφορίες : Α. ΟΙΚΟΝΟΜΑΚΗ
: Ε. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΥ
Τηλέφωνο : 213 – 15 14 303
210 – 15 14 377
Fax : 210 – 38 42 509
: 210 – 38 38 981
Ε Π Ε Ι Γ Ο Ν
ΘΕΜΑ : ΜΕΤΑΤΡΟΠΗ ΑΛΛΗΣ ΕΤΑΙΡΙΚΗΣ ΜΟΡΦΗΣ ΣΕ ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥΧΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ Ν. 4072/2012 ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΑΝ ΜΕ ΤΟΝ Ν. 4155/2013 ΚΑΙ Ν. 4156/2013
Δεδομένου ότι η Υπηρεσία μας έχει δεχθεί πληθώρα ερωτημάτων τόσο εγγράφων όσο και τηλεφωνικών αναφορικά με την ερμηνεία των διατάξεων που εφαρμόζονται κατά τη διαδικασία μετατροπής εταιρίας άλλης μορφής σε Ι.Κ.Ε. και αφού ελήφθησαν υπόψη οι απόψεις του Εποπτικού Συμβουλίου του Γ.Ε.ΜΗ., όπως εκφράζονται στο με Α.Π. 174/19-07- 2013 έγγραφό του, σας γνωρίζουμε τα εξής:
Στο άρθρο 107 του ν. 4072/2012 όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει ορίζονται τα εξής:
«Άρθρο 107
Μετατροπή άλλης εταιρικής μορφής σε ιδιωτική κεφαλαιουχική εταιρεία
1. Εταιρεία άλλης μορφής μπορεί να μετατραπεί σε ιδιωτική κεφαλαιουχική εταιρεία με απόφαση των εταίρων ή των μετόχων, που λαμβάνεται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από το νόμο για την περίπτωση λύσης της συγκεκριμένης εταιρικής μορφής. Σε κάθε περίπτωση, εάν εταίροι της εταιρείας πρόκειται να λάβουν μερίδια που αντιστοιχούν σε εξωκεφαλαιακές ή εγγυητικές εισφορές, απαιτείται η συναίνεση τούτων.
2. Για τη μετατροπή ισχύουν αναλόγως οι διατάξεις για τη σύσταση της ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας. Η καταχώρηση της μετατροπής στο Γ.Ε.ΜΗ. γίνεται από την Υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ., σύμφωνα με τα οριζόμενα στο ν. 3419/2005.
3. Η απόφαση για μετατροπή με το καταστατικό της ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας καταχωρίζονται στο Γ.Ε.ΜΗ, τα αποτελέσματα όμως της μετατροπής δεν επέρχονται, αν μέσα σε προθεσμία ενός (1) μήνα από την καταχώριση δανειστής ή δανειστές της εταιρείας προβάλουν έγγραφες αντιρρήσεις για τη μετατροπή. Με τις αντιρρήσεις αυτές οι δανειστές μπορούν να ζητήσουν επαρκείς εγγυήσεις, εφόσον η οικονομική κατάσταση της μετατρεπόμενης εταιρείας καθιστά απαραίτητη την προστασία αυτή. Αν δεν προβληθούν αντιρρήσεις, τούτο σημειώνεται στο Γ.Ε.ΜΗ. με αίτηση της εταιρείας και η μετατροπή συντελείται από το χρόνο καταχώρισης της σημείωσης αυτής. Σε περίπτωση που προβληθούν αντιρρήσεις το δικαστήριο μπορεί, ύστερα από αίτηση της εταιρείας, να επιτρέψει τη μετατροπή εάν κρίνει ότι η οικονομική κατάσταση της εταιρείας ή οι εγγυήσεις που έχουν λάβει οι δανειστές αυτοί ή οι εγγυήσεις που τους προσφέρονται δεν δικαιολογούν τις αντιρρήσεις τους. Η αίτηση κοινοποιείται στους δανειστές που έχουν προβάλει τις αντιρρήσεις. Η απόφαση του δικαστηρίου υπόκειται μόνο σε ανακοπή ερημοδικίας. Στην περίπτωση αυτή, η μετατροπή συντελείται με την καταχώριση στο Γ.Ε.ΜΗ. της απόφασης που απορρίπτει τις αντιρρήσεις ή που απορρίπτει την ανακοπή ερημοδικίας.
4. Με τη συντέλεση της μετατροπής η μετατρεπόμενη εταιρεία συνεχίζεται με τη μορφή της ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας. Η νομική προσωπικότητα συνεχίζεται και οι εκκρεμείς δίκες συνεχίζονται στο όνομα της εταιρείας υπό τη νέα της μορφή, χωρίς να επέρχεται διακοπή της δίκης. Οι διοικητικές άδειες που είχαν εκδοθεί υπέρ της μετατρεπόμενης εταιρείας συνεχίζουν να υφίστανται.
5. Οι ομόρρυθμοι εταίροι της ομόρρυθμης ή ετερόρρυθμης εταιρείας, η οποία μετατράπηκε σε ιδιωτική κεφαλαιουχική εταιρεία, εξακολουθούν να ευθύνονται επί πέντε (5) έτη μετά τη μετατροπή εις ολόκληρον και απεριόριστα για τις εταιρικές υποχρεώσεις που γεννήθηκαν μέχρι την καταχώριση της μετατροπής στο Γ.Ε.ΜΗ., εκτός αν οι δανειστές της εταιρείας συγκατατέθηκαν εγγράφως στη μετατροπή της εταιρείας.
Α) Αναλογική εφαρμογή των διατάξεων για τη σύσταση ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρίας κατά τη μετατροπή άλλης εταιρικής μορφής σε Ι.Κ.Ε. – Εφαρμογή άρθρων 107 παρ. 2 και 77 παρ. 2 του ν. 4072/2012 όπως ισχύει
Σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 107 του ν. 4072/2012 όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει: «2. Για τη μετατροπή ισχύουν αναλόγως οι διατάξεις για τη σύσταση της ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας. Η καταχώρηση της μετατροπής στο Γ.Ε.ΜΗ. γίνεται από την Υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ., σύμφωνα με τα οριζόμενα στο ν. 3419/2005»
Άποψη της Υπηρεσίας είναι ότι, δεδομένου ότι ο νομοθέτης όρισε ρητά με τη διάταξη του άρθρου 11 του ν. 4155/20131 ότι αποτίμηση απαιτείται μόνο στις περιπτώσεις μετατροπής Ι.Κ.Ε. σε ΑΕ ή ΕΠΕ, και ως εκ τούτου δεν εφαρμόζονται αναλόγως και οι διατάξεις τις παραγράφου 2 του άρθρου 77 του ιδίου νόμου κατά τη διαδικασία μετατροπής άλλης εταιρικής μορφής σε Ι.Κ.Ε., δεν απαιτείται εκτίμηση της μετατρεπόμενης εταιρείας από την επιτροπή του άρθρου 9.
1 Συγκεκριμένα, στην παρ. 4 του άρθρου 11 του ν. 4155/2013 ορίζεται ότι :
4. Η παρ. 2 του άρθρου 106 του ν. 4072/2012 (Α΄ 86) αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Για τη μετατροπή ακολουθείται κατά τα λοιπά η διαδικασία που απαιτείται για τη σύσταση της νέας εταιρικής μορφής. Από την καταχώριση στο Γ.Ε.ΜΗ. της απόφασης μετατροπής και του νέου καταστατικού, η μετατρεπόμενη ιδιωτική κεφαλαιουχική εταιρεία συνεχίζεται υπό τη νέα εταιρική μορφή. Η νομική προσωπικότητα συνεχίζεται και οι εκκρεμείς δίκες συνεχίζονται στο όνομα της εταιρείας υπό τη νέα της μορφή, χωρίς να επέρχεται διακοπή της δίκης. Οι διοικητικές άδειες που είχαν εκδοθεί υπέρ της μετατρεπόμενης εταιρείας συνεχίζουν να υφίστανται.
Αν η μετατροπή γίνεται προς άλλη κεφαλαιουχική εταιρεία, απαιτείται προηγούμενη εκτίμηση του ενεργητικού και παθητικού της μετατρεπόμενης ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας, σύμφωνα με το άρθρο 9 του κ.ν. 2190/1920. Στην περίπτωση αυτή, αν το εταιρικό κεφάλαιο της εταιρείας που προκύπτει υπολείπεται του ελαχίστου ορίου κεφαλαίου που προβλέπεται από το νόμο για την εταιρεία αυτή, η διαφορά καλύπτεται με νέες εισφορές.
Η καταχώριση της μετατροπής στο Γ.Ε.ΜΗ. γίνεται από την Υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ., σύμφωνα με τα οριζόμενα στο ν. 3419/2005.»
Αν όμως η διαδικασία μετατροπής γίνεται σύμφωνα και με τις διατάξεις αναπτυξιακού νόμου (ενδεικτικά ν.δ. 1297/1972, ν. 2166/1993), εφαρμόζονται όσον αφορά την αποτίμηση της αξίας ή τη διαπίστωση της λογιστικής αξίας της μετατρεπόμενης σε Ι.Κ.Ε. επιχείρησης οι ειδικές διατάξεις αυτών των νόμων.
Β) Μετατροπή άλλης εταιρικής μορφής σε ιδιωτική κεφαλαιουχική εταιρία (άρθρο 107 παρ. 3 του ν. 4072/2012 όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει). Διαδικασία καταχωρίσεων
Αναφορικά με τη διαδικασία καταχώρισης μετατροπής άλλης εταιρικής μορφής σε Ι.Κ.Ε., και προκειμένου να συντελεστεί αυτή, απαιτούνται δύο καταχωρίσεις στο Γ.Ε.ΜΗ.. Σε πρώτη φάση καταχωρίζονται η απόφαση των εταίρων ή των μετόχων της παραγράφου 1 του άρθρου 107 του ν. 4072/2012 καθώς και το καταστατικό της Ι.Κ.Ε.. Εφόσον η μετατρεπόμενη εταιρία είναι Ε.Π.Ε. ή Α.Ε. απαιτείται, πέραν της δημοσίευσης σχετικής ανακοίνωσης περί της καταχώρισης στο Γ.Ε.ΜΗ. και η αποστολή σχετικής ανακοίνωσης στο Εθνικό Τυπογραφείο από την Υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ. (βλ. άρθρα 16 και 13 παρ. 2β του ν. 3419/2005).
Σε δεύτερη φάση, διακρίνουμε δύο περιπτώσεις:
1) Μετά την παρέλευση ενός μηνός τουλάχιστον από τη σχετική καταχώριση και εφόσον δεν προβληθούν έγγραφες αντιρρήσεις από δανειστή ή δανειστές της, η μετατρεπόμενη εταιρία οφείλει να αιτηθεί τη σημείωση του σχετικού γεγονότος στο Γ.Ε.ΜΗ. Η μετατροπή της σε Ι.Κ.Ε. συντελείται με την καταχώριση της σχετικής σημείωσης στη μερίδα της. Η αρμόδια υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ. μεταβάλλει τη νομική μορφή στο πληροφοριακό σύστημα, δημοσιεύοντας ταυτόχρονα και σχετική ανακοίνωση στο Γ.Ε.ΜΗ.Εφόσον η μετατρεπόμενη εταιρία είναι Ε.Π.Ε. ή Α.Ε. απαιτείται, πέραν της δημοσίευσης σχετικής ανακοίνωσης περί της καταχώρισης στο Γ.Ε.ΜΗ. και η αποστολή σχετικής ανακοίνωσης στο Εθνικό Τυπογραφείο από την Υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ. (βλ. άρθρα 16 και 13 παρ. 2β του ν. 3419/2005)..
2) Εάν προβληθούν σχετικές αντιρρήσεις από τους δανειστές και η μετατρεπόμενη εταιρία ασκήσει το δικαίωμα που της δίνει ο νόμος (εδάφια 4ο και επόμενα του άρθρου 107) να αιτηθεί την έκδοση δικαστικής απόφασης που να απορρίπτει τις αντιρρήσεις ή την ανακοπή ερημοδικίας, η μετατροπή της σε Ι.Κ.Ε. συντελείται με την καταχώριση της δικαστικής απόφασης που απορρίπτει τις αντιρρήσεις ή την ανακοπή ερημοδικίας. Η αρμόδια υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ μεταβάλλει τη νομική μορφή στο πληροφοριακό σύστημα, δημοσιεύοντας ταυτόχρονα και σχετική ανακοίνωση στο Γ.Ε.ΜΗ.Εφόσον η μετατρεπόμενη εταιρία είναι Ε.Π.Ε. ή Α.Ε. απαιτείται, πέραν της δημοσίευσης σχετικής ανακοίνωσης περί της καταχώρισης στο Γ.Ε.ΜΗ. και η αποστολή σχετικής ανακοίνωσης στο Εθνικό Τυπογραφείο από την Υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ. (βλ. άρθρα 16 και 13 παρ. 2β του ν. 3419/2005)..
Τέλος, αν ο νομικός τύπος της μετατρεπόμενης σε Ι.Κ.Ε. εταιρίας είναι αυτός της ανωνύμου εταιρίας, δεν απαιτείται η έκδοση εγκριτικής διοικητικής πράξης. Και αυτό για δύο λόγους:
Α) Αφενός γιατί στις διατάξεις περί λύσης ανωνύμου εταιρίας (άρθρα 47 επ. του κ.ν. 2190/1920) δεν προβλέπεται η σύμπραξη της Διοίκησης (δεν απαιτείται δηλαδή να εγκριθεί η απόφαση της Γενικής Συνέλευσης) και,
Β) Αφετέρου, διότι στα περί μετατροπών άρθρα, ο νομοθέτης προβλέπει την έκδοση εγκριτικής διοικητικής πράξης μόνο όταν μετατρέπεται εταιρία άλλης νομικής μορφής σε α.ε. και όχι όταν ανώνυμη εταιρία μετατρέπεται σε ομόρρυθμη ή ετερόρρυθμη ή εταιρία περιορισμένης ευθύνης2, όπου απαιτεί μόνο την τήρηση των διατυπώσεων δημοσιότητας.
Εξυπακούεται ωστόσο ότι, εάν ανώνυμη εταιρία αποφασίζει τη μετατροπή της σε ιδιωτική κεφαλαιουχική εταιρία, οι αρμόδιες Υπηρεσίες Γ.Ε.ΜΗ. θα διαβιβάσουν σε κάθε περίπτωση τα σχετικά δικαιολογητικά της ανωνύμου στην αρμόδια Υπηρεσία της Περιφερειακής Ενότητας, προκειμένου να γίνει ο έλεγχος σύμφωνα με τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920.
Γ) Μετατροπή ΕΠΕ σε Ι.Κ.Ε. (άρθρο 107 ν. 4072/2012) – Απαιτούμενος τύπος Αναφορικά με τον απαιτούμενο τύπο σε περίπτωση μετατροπής ΕΠΕ σε Ι.Κ.Ε., στις περιπτώσεις που η μετατρεπόμενη εταιρία έχει το νομικό τύπο της Ε.Π.Ε. θα πρέπει να τηρηθεί ο τύπος του συμβολαιογραφικού εγγράφου, διότι η μετατροπή επί της ουσία αποτελεί τροποποίηση του καταστατικού της Ε.Π.Ε. στο σύνολό του, πράξη για την οποία ο ν. 3190/1955 απαιτεί την τήρηση του τύπου του συμβολαιογραφικού εγγράφου.
Επίσης, αν δεν απαιτείται από διάταξη άλλου νόμου η τήρηση του τύπου του συμβολαιογραφικού εγγράφου για τη σύσταση της Ιδιωτικής Κεφαλαιουχικής Εταιρίας ή για τη σύσταση των προσωπικών εταιριών (ο.ε. ή ε.ε.), οι τροποποιήσεις του καταστατικού των προσωπικών εταιριών ή των ιδιωτικών κεφαλαιουχικών εταιριών που προέρχονται από μετατροπή εταιρίας περιορισμένης ευθύνης μπορούν να γίνονται με ιδιωτικό έγγραφο (βλ. άρθρο 164 Α.Κ.).
Δ) Σύσταση Ι.Κ.Ε. όπου το κεφάλαιο σχηματίζεται με εισφορά σε είδος (άρθρο 77 παρ. 2 του ν. 4072/2012 όπως ισχύει) – Έλεγχος εισφορών από ΔΟΥ στην περίπτωση σύστασης μέσω Υπηρεσιών Μίας Στάσης
Δε δημιουργείται πρόβλημα στη σύσταση μέσω Υπηρεσιών Μίας Στάσης μίας Ι.Κ.Ε. όπου το κεφάλαιο σχηματίζεται σε είδος, διότι έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του ν. 1676/1986.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το άρθρο 273 του ως άνω νόμου ο αρμόδιος οικονομικός έφορος μπορεί να προβαίνει σε όλες τις ενέργειες που προβλέπονται από το νόμο προκειμένου να προσδιοριστεί η πραγματική αξία των εισφορών σε είδος και να καταβληθεί ο προκύπτων φόρος συγκέντρωσης κεφαλαίου. Συνεπώς, η σύσταση Ι.Κ.Ε. γίνεται κανονικά μέσω ΥΜΣ και στις περιπτώσεις όπου οι εισφορές σε είδος δεν ξεπερνούν το ποσό των 5.000€, αρκεί η εκτιμώμενη αξία των εισφορών που αναφέρεται στην πράξη σύστασης και να τεκμηριώνεται επαρκώς. Ο φόρος συγκέντρωσης κεφαλαίου καταβάλλεται στην ΥΜΣ βάσει των προβλεπομένων στο καταστατικό της Ι.Κ.Ε. και ο έφορος διατηρεί το δικαίωμα εκ των υστέρων (και εντός τριμήνου από τη σύσταση) να προχωρήσει σε προσωρινό προσδιορισμό της αξίας των φορολογητέων εισφορών και στις λοιπές ενέργειες κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 27 του ν. 1676/1986.
2 Βλ. ενδεικτικά τη διαφορετική διατύπωση που χρησιμοποιεί ο νομοθέτης στα άρθρα 66 και 66α του κ.ν. 2190/1920 (μετατροπή α.ε. σε ε.π.ε. και μετατροπή α.ε. σε ο.ε. ή ε.ε. αντίστοιχα) όπου ομιλεί περί τήρηση διατυπώσεων δημοσιότητας, ενώ στο άρθρο 67 (μετατροπή ε.π.ε., ο.ε. ή ε.ε. σε α.ε.) ρητά απαιτεί έγκριση του Υπουργού Εμπορίου, σύμφωνα με το άρθρο 4.
3 Το άρθρο 27 του ν. 1676/1986 προβλέπει τα εξής:
«1. Ο οικονομικός έφορος ελέγχει την ακρίβεια του περιεχομένου της δήλωσης. Εάν ο οικονομικός έφορος δεν αποδέχεται τη δήλωση που υποβλήθηκε ως ειλικρινή, μπορεί, μέσα σε προθεσμία τριών (3) μηνών από τότε που υποβλήθηκε, να προβεί στον προσωρινό προσδιορισμό της αξίας των εισφορών που πρέπει να φορολογηθεί, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 19 του νόμου αυτού.
2. Μετά τον προσωρινό προσδιορισμό της αξίας των εισφορών, ο οικονομικός έφορος καλεί με απόδειξη τον υπόχρεο, τάσσοντας σ` αυτόν εύλογη προθεσμία, η οποία δεν μπορεί να υπερβεί τις σαράντα (40) ημέρες από τότε που επιδόθηκε η πρόσκληση. Κατά την προσέλευση του υπόχρεου του γνωστοποιεί, συντασσομένου σχετικού πρακτικού, την αξία των εισφορών που προσδιόρισε κατά τον ανωτέρω τρόπο και, εφ` όσον αυτός συμφωνεί, υποβάλλει μέσα σε δέκα (1Ο) ημέρες από τότε που έγινε η συμφωνία, συμπληρωματική δήλωση και καταβάλλει μαζί ολόκληρη τη διαφορά του φόρου που αναλογεί μεταξύ της αρχικής και συμπληρωματικής δήλωσης, χωρίς προσαύξηση, οπότε η υπόθεση περαιώνεται οριστικά ως ειλικρινής. Εάν η διαφορά του φόρου που προκύπτει υπερβαίνει το ποσό των δραχμών εκατό χιλιάδων (100.000), ο φόρος βεβαιώνεται και καταβάλλεται σε τέσσερις (4) ίσες μηνιαίες άτοκες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται μέσα στον επόμενο από τη βεβαίωση μήνα και μέχρι την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα αυτού.
3. Σε περίπτωση μη υποβολής αρχικής ή συμπληρωματικής δήλωσης ή υποβολής συμπληρωματικής δήλωσης για αξία μικρότερη από αυτήν που πρότεινε ο οικονομικός έφορος, αυτός διατάσσει τακτικό έλεγχο, χωρίς να δεσμεύεται από την αξία που προσδιορίστηκε από αυτόν προσωρινά.
4. Αφού τελειώσει ο τακτικός έλεγχος, ο οικονομικός έφορος εκδίδει πράξη προσδιορισμού του οφειλόμενου φόρου, την οποία κοινοποιεί στο υπόχρεο πρόσωπο μαζί με την οικεία έκθεση ελέγχου.»
Ο Γενικός Γραμματέας Εμπορίου
Στέφανος Κομνηνός