Κώδικας Δεοντολογίας Ψυχολόγων

42984/2019
Κώδικας Δεοντολογίας Ψυχολόγων
Αριθμ. Γ5β/Γ.Π. οικ. 42984/2019

(ΦΕΚ Β’ 2344/18-06-2019)

Ο ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΥΓΕΙΑΣ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:
α. Της παρ. 1 του άρθρου 3 και του άρθρο 8 του ν. 991/1979 «Για την άσκηση του επαγγέλματος του ψυχολόγου στην Ελλάδα και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 278 Α’), όπως ισχύει.
β. Του άρθρου 27 «Ρύθμιση θεμάτων επαγγελμάτων Υγείας» του Κεφαλαίου Δ’ «Λοιπές μεταβατικές και τελικές διατάξεις» του ν. 2646/1998 «Ανάπτυξη του Εθνικού Συστήματος Κοινωνικής Φροντίδας και άλλες διατάξεις (ΦΕΚ 236 Α’), όπως ισχύει.
γ. Του π.δ. 73/2015 «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (ΦΕΚ 116 Α’), όπως ισχύει.
δ. Του π.δ. 121/2017 «Οργανισμός του Υπουργείου Υγείας», (ΦΕΚ 148 Α’) όπως ισχύει.

2. Την αριθμ. Υ80/31-10-2017 απόφαση του Πρωθυπουργού «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Αναπληρωτή Υπουργό Υγείας Παύλο Πολάκη» (ΦΕΚ 3904 Β’).

3. Το αριθμ. 13574/26-2-2019 έγγραφο του Συλλόγου Ελλήνων Ψυχολόγων.

4. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις αυτής της απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

Α. ΓΕΝΙΚΑ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΨΥΧΟΛΟΓΟΥ.

Άρθρο 1

Πρωταρχική υποχρέωση του ψυχολόγου είναι να διαφυλάξει το κύρος του επαγγέλματος του που το επιτυγχάνει:
Με το σεβασμό προς τον άνθρωπο και τα δικαιώματα του, την αντικειμενικότητα, την αξιοπρέπεια, την ευσυνειδησία, την υψηλή συναίσθηση ευθύνης και τη συμπεριφορά που εμπνέει εμπιστοσύνη και γενικά τη διατήρηση του έργου του σε υψηλά επίπεδα.
Ειδικότερα ο ψυχολόγος φροντίζει ώστε οι πράξεις, οι ενέργειες και γενικά η συμπεριφορά του να μη μειώνουν το επάγγελμα του στην κοινή γνώμη και ιδίως να μην έρχονται σε αντίθεση προς το «δημόσιο αίσθημα» του τόπου, όπου το ασκεί.
Ο ψυχολόγος φροντίζει να διατηρεί υψηλό το επίπεδο της εργασίας και να προφυλάσσει την επιστήμη του και τις μεθόδους της από κάθε φθορά στην κοινή γνώμη. Ειδικότερα φροντίζει να εξασφαλίζει κατάλληλους όρους και συνθήκες για την διεξαγωγή της εργασίας του.
Όταν δεν υφίστανται εγγυήσεις για την τήρηση των ανωτέρω, ο ψυχολόγος απέχει από το να προσφέρει τις υπηρεσίες του.
Ο ψυχολόγος όταν ασκεί την επαγγελματική πράξη, βασίζεται σε μεθόδους και τεχνικές που έχουν κατοχυρωθεί ως όργανα επιστημονικής ψυχολογικής εξέτασης.
Ο ψυχολόγος οφείλει να πράττει καθετί που επιβάλλει το καθήκον του σύμφωνα με τα σύγχρονα επιστημονικά δεδομένα, τις αρχές ηθικής και της δεοντολογίας, τις διατάξεις του παρόντα κώδικα, καθώς και το σύνολο των διατάξεων που διαμορφώνουν το νομικό πλαίσιο άσκησης του επαγγέλματος του ψυχολόγου.

Άρθρο 2

Πρωταρχική μέριμνα του ψυχολόγου κατά την παροχή των υπηρεσιών του είναι η κάλυψη των αναγκών του ανθρώπου ως βιοψυχοκοινωνικής και πνευματικής οντότητας. Με βάση το εκπαιδευτικό του πρόγραμμα και με αποκλειστικό γνώμονα το συμφέρον του ασθενή, στα πλαίσια της αξιολόγησης-διάγνωσης-ψυχοθεραπευτικής παρέμβασης, ο ψυχολόγος οφείλει να χρησιμοποιεί το σύνολο των επιστημονικών και επαγγελματικών του γνώσεων, διατηρώντας σε κάθε περίπτωση την επιστημονική και επαγγελματική του αυτοτέλεια.

Άρθρο 3

Ο ψυχολόγος οφείλει να ενεργεί καθετί αναγκαίο για την αποτροπή της παράνομης άσκησης του επαγγέλματος, ενημερώνοντας αμελλητί τις αρμόδιες αρχές καθώς και τους επαγγελματικούς Συλλόγους των ψυχολόγων κάθε φορά που υποπίπτει στην αντίληψη του περίπτωση αντιποίησης του επαγγέλματος.
Απαγορεύεται η συγκάλυψη ή προστασία προσώπων με σκοπό την παράνομη άσκηση του επαγγέλματος του ψυχολόγου, καθώς και οποιαδήποτε συνεργασία ή σύμπραξη με άτομα που αντιποιούνται το επάγγελμα του ψυχολόγου.

Β. ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΑΣΘΕΝΕΙΣ.

Άρθρο 4

Ο ψυχολόγος οφείλει να επιδεικνύει απόλυτο σεβασμό στην προσωπικότητα, την αξιοπρέπεια και την τιμή του ασθενούς.
Οφείλει να λαμβάνει κάθε μέτρο που θα προάγει το αίσθημα της προσωπικής ελευθερίας και την ελεύθερη βούληση του ασθενή και να απέχει από κάθε ενέργεια που είναι δυνατό να τα θίξει.
Απαγορεύεται η τέλεση οιασδήποτε μη ενδεδειγμένης θεραπευτικής πράξης ή πειραματισμού, που δύνανται να θίξουν το αίσθημα της προσωπικής ελευθερίας και την ελεύθερη βούληση του ασθενή ή να θέσουν σε κίνδυνο την ανθρώπινη ζωή.
Ο ψυχολόγος, ανεξάρτητα από τα προσωπικά του αισθήματα, οφείλει να παρέχει προς όλους τους ασθενείς την ίδια φροντίδα, επιμέλεια και αφοσίωση, ανεξάρτητα από τις θρησκευτικές, ιδεολογικές ή άλλες τοποθετήσεις τους, από την οικονομική και κοινωνική τους κατάσταση ή την βαρύτητα της περίπτωσης.
Ο ψυχολόγος έχει πρωταρχική υποχρέωση απέναντι στον ασθενή να τηρεί πλήρη εχεμύθεια για ό,τι περιέχεται σε γνώση του από την ιδιωτική ζωή και τις πράξεις του ακόμα και αν δεν του τα έχει ανακοινώσει ο ίδιος ο ασθενής. Ο ψυχολόγος δεν επιτρέπεται να αναμιγνύεται στις οικογενειακές υποθέσεις του ασθενή.
Η συχνότητα των ψυχολογικών επισκέψεων πρέπει να δικαιολογείται από τη βαρύτητα της περίπτωσης, από την θέληση του ασθενή ή των οικείων του σε περιπτώσεις σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.
Ο ψυχολόγος δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιήσει για ιδιοτελείς σκοπούς πληροφορίες που έτυχε να αντλήσει από τον ασθενή του.
Συνιστάται ο ψυχολόγος να μην προβαίνει σε μαγνητοφώνηση, κινηματογραφική λήψη ή φωτογράφηση χωρίς να το γνωρίζει ο ασθενής ή τα υποκείμενα της έρευνας.
Ο ψυχολόγος δεν προσφέρει αυτόβουλα τις υπηρεσίες του και δεν παρακινεί κανένα να υποβληθεί σε ψυχολογική εξέταση από αυτόν, ακόμη και χωρίς αμοιβή.
Ο ψυχολόγος δεν πρέπει να προσφέρει ψυχολογικές υπηρεσίες σε πρόσωπα του οικογενειακού του περιβάλλοντος.
Λύση της υποχρέωσης για την τήρηση του επαγγελματικού απορρήτου επιτρέπεται σε εξαιρετικές περιπτώσεις όπου ο ψυχολόγος έχει σχηματίσει τη γνώμη ότι κινδυνεύει η ζωή (ασφάλεια) του ασθενούς του ή η ζωή και η σωματική ακεραιότητα τρίτων προσώπων. Στην περίπτωση αυτή, η ανακοίνωση γίνεται μόνο σε αρμόδια πρόσωπα ή φορείς (οικείους, κηδεμόνα, δικαιοσύνη).
Δεν επιτρέπεται στον ψυχολόγο να παρουσιασθεί ως μάρτυρας υπεράσπισης ή κατηγορίας του ασθενή του.
Ο ψυχολόγος δεν συζητά, περιπτώσεις ασθενών του σε κύκλους έξω επαγγελματικούς ή μη συγγενών επαγγελμάτων. Αν κατά τη διδασκαλία του ή στα συγγράμματα του θέλει να χρησιμοποιήσει υλικό ανάλογο, φροντίζει οπωσδήποτε να κατοχυρωθεί η απόλυτη ανωνυμία τους.
Ο ψυχολόγος μεριμνά για τη διαφύλαξη της ασφάλειας του υλικού που κατέχει και αφορά στους ασθενείς του, περιλαμβανομένων στοιχείων που διατηρεί σε ηλεκτρονικό υπολογιστή.
Ο ψυχολόγος κατά την διεξαγωγή ερευνών, πληροφορεί τους εξεταζόμενους για τις πτυχές της έρευνας, που πιθανώς να επηρέαζαν τη θέληση τους να συμμετέχουν σε αυτήν και δίνει εξηγήσεις σε θέματα που εγείρουν οι συμμετέχοντες. Σε περιπτώσεις παιδιών ή ατόμων που αδυνατούν να δώσουν τη συγκατάθεση τους, πρέπει να ζητείται η συγκατάθεση του νόμιμου εκπροσώπου τους.
Ο ερευνητής αναγνωρίζει το δικαίωμα στα συμμετέχοντα σε μια έρευνα υποκείμενα, να αποσυρθούν από την έρευνα, οποιαδήποτε στιγμή.
Ο ψυχολόγος κατά την διεξαγωγή ερευνών προσπαθεί να αποφεύγει υπέρμετρη κατανόηση, συγκίνηση ή ταλαιπωρία των εξεταζόμενων, σωματική ή ψυχική, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για ανηλίκους. Ακόμα, εξετάζει προσεχτικά την πιθανότητα μακροπρόθεσμων ανεπιθύμητων συνεπειών στα υποκείμενα που μετέχουν στην έρευνα, κι έχει την ευθύνη για να τις επισημάνει και να τις αφαιρέσει, τροποποιώντας πιθανώς το πειραματικό σχέδιο, όσο αυτό είναι δυνατόν. Ανάλογη φροντίδα πρέπει να λαμβάνεται και για τα πειραματόζωα μέσα στα πλαίσια των σχετικών πειραματισμών.
Ο ψυχολόγος αποφεύγει να επαναλάβει ψυχολογικές δοκιμασίες που έχουν ήδη γίνει από συνάδελφο του στο ίδιο πρόσωπο, πριν περάσει ένα εύλογο χρονικό διάστημα.
Δεν επιτρέπεται στον ψυχολόγο να διαθέτει τα μέσα και τις δυνατότητες της επιστήμης για την ικανοποίηση αθέμιτων συμφερόντων και συμπεριφορών.
Ο ψυχολόγος απαγορεύεται να παρέχει στους ασθενείς του ιατρικές συμβουλές, αλλά οφείλει να τους παραπέμπει σε ιατρό αντίστοιχης ειδικότητας.
Ο ψυχολόγος οφείλει να αρνηθεί τις υπηρεσίες του σε κάθε περίπτωση που κρίνει ότι δεν διαθέτει τις απαραίτητες γνώσεις ή πείρα για την αντιμετώπιση ασθενή.

Άρθρο 5

Δεν επιτρέπεται η διάδοση των τεστ κατά οποιοδήποτε τρόπο μεταξύ προσώπων μη ειδικών, είτε ως κυκλοφορία τους, είτε ως ανατύπωση, ή περιγραφή τους σε εκλαϊκευτικές περιοδικές εκδόσεις, έντυπα, ή εκπομπές, καθώς και η χρησιμοποίηση τους για άλλους σκοπούς εκτός αυτούς της ψυχολογικής εκτίμησης. Εάν υποπέσει στην αντίληψη του ψυχολόγου σχετικό συμβάν, οφείλει να ενημερώσει χωρίς αναβολή στους αρμόδιους επαγγελματικούς Συλλόγους ή την αρμόδια Διεύθυνση του Υπουργείου Υγείας. Όταν χρησιμοποιεί ψυχολογικές δοκιμασίες, ο ψυχολόγος σέβεται το δικαίωμα του ασθενή και να του αναλύσει τη φύση και τον σκοπό των δοκιμασιών αυτών. Οι επεξηγήσεις πρέπει να είναι σε γλώσσα χωρίς τεχνικούς όρους, που ο εξεταζόμενος μπορεί να κατανοήσει χωρίς να τις παρερμηνεύσει.
Αν η εκ των προτέρων γνώση, του τι μετρά το τεστ (π.χ. προσωπικότητας) καθιστά άκυρο το όργανο αυτό, ο ψυχολόγος μπορεί να δώσει και είναι καθήκον του, επεξηγήσεις, μετά την χορήγηση του τεστ. Αν η κατάσταση του ασθενή είναι ειδική (π.χ. παιδί, ή άτομο με νοητική υστέρηση), τότε επεξηγήσεις δίνονται στον εκπρόσωπο του ή κηδεμόνα του κατά τον νόμο. Η χορήγηση, αξιολόγηση και ερμηνεία ψυχολογικών τεστ, από υπηρεσίες ή μονάδες που χρησιμοποιούν γι’ αυτά ηλεκτρονικούς υπολογιστές, θεωρείται επαγγελματική δραστηριότητα και διέπεται από τις ανάλογες αρχές, τις οποίες ο υπεύθυνος της μονάδας και οι συνεργάτες του οφείλουν να εφαρμόζουν.
Η συλλογή υλικού με ομαδική χορήγηση τεστ, γίνεται είτε από τον ίδιο τον ερευνητή είτε από άλλα πρόσωπα, με ανάλογη προσωπική εποπτεία και ευθύνη του ερευνητή.
Ο ψυχολόγος απαξιώνει την αξιοπιστία των πορισμάτων των ερευνών του, αν παράλληλα προς αυτά δεν παρουσιάσει ακριβή και πλήρη στοιχεία για τις μεθόδους, το δείγμα, το υλικό και τις συνθήκες γενικά διεξαγωγής των ερευνών.
Σε περίπτωση που ο ψυχολόγος θα χρειασθεί να χορηγήσει γραπτή γνωμάτευση, οφείλει να αναφέρει μέσα τον αποδέκτη και τον σκοπό για τον οποίο χορηγείται.
Δεν επιτρέπεται η γραπτή ή προφορική ανακοίνωση του Δείκτη Νοημοσύνης (I.Q) σε ασθενείς και σε ιδρύματα ή υπηρεσίες όταν δεν διατηρούν ψυχολογικές υπηρεσίες. Σε ασθενείς η γραπτή ή προφορική ανακοίνωση θα δίδεται κατά την κρίση του ψυχολόγου αναλόγως της βαρύτητας της νόσου. Επιτρέπεται η παραπάνω ανακοίνωση να δίδεται σε γονείς ή κηδεμόνες ανηλίκων ή δικαστικούς συμπαραστάτες. Ανακοινώνεται μόνο η κατηγορία στην οποία ανήκει ο ασθενής (π.χ. κανονική, ανωτέρα, κ.α.). Γενικά αποφεύγεται η ανακοίνωση κάθε λεπτομέρειας που μπορεί να οδηγήσει σε παρερμηνείες.

Γ. ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΥΣ.

Άρθρο 6

Ο ψυχολόγος οφείλει να διατηρεί άριστες σχέσεις αλληλοσεβασμού και εκτίμησης με τους συναδέλφους του και απαγορεύεται κάθε δόλια ενέργεια που μπορεί να βλάψει τα συμφέροντα τους.
Απαγορεύεται στον ψυχολόγο να επικρίνει ή να αποδοκιμάζει με οποιονδήποτε τρόπο το έργο των συναδέλφων του. Αν υποπέσουν στην αντίληψη του ψυχολόγου πράξεις ή παραλείψεις συναδέλφων του, οι οποίες εμφανώς βλάπτουν την υγεία του ασθενή ή αντίκεινται στην ηθική, αυτός υποχρεούται να το αναφέρει αμελλητί στους επαγγελματικούς Συλλόγους των ψυχολόγων και τις αρμόδιες αρχές.
Η επίλυση επαγγελματικών διαφορών μεταξύ ψυχολόγων πρέπει να γίνεται με απόπειρα συμβιβασμού. Σε καμιά περίπτωση δεν επιτρέπεται να δημοσιοποιούνται καθ’ οιονδήποτε τρόπο επαγγελματικές και επιστημονικές διαφορές.
Απαγορεύεται στον ψυχολόγο που διαθέτει γραφείο ή μόνιμη εργασιακή σχέση να ασκεί το επάγγελμα του κατά τρόπο πλανόδιο από τόπο σε τόπο.
Γραφείο ψυχολόγου δύνανται να διατηρούν μόνο οι ψυχολόγοι που κατέχουν βεβαίωση/άδεια άσκησης επαγγέλματος ή ιδιώτες που απασχολούν επιστημονικά υπεύθυνο ψυχολόγο που κατέχει βεβαίωση/άδεια άσκησης επαγγέλματος.
Ο ψυχολόγος που διατηρεί γραφείο ή ο ιδιώτης που απασχολεί επιστημονικά υπεύθυνο ψυχολόγο, υποχρεούνται στην ανάρτηση σε εμφανή σημείο του γραφείου του τίτλου σπουδών και της βεβαίωσης άσκησης επαγγέλματος ψυχολόγου.
Αυτονόητο είναι ότι η παρουσίαση των τίτλων σπουδών καθώς και η αναγραφή ενδεχομένως των τίτλων ειδικότητας τους σε πινακίδες, επισκεπτήρια και άλλα έντυπα, πρέπει να ανταποκρίνεται απόλυτα προς την πραγματικότητα και σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.
Δεν επιτρέπεται σε ψυχολόγους, οι οποίοι έχουν πτυχίο ιατρού, φαρμακοποιού ή άλλου επαγγέλματος υγείας να διατηρούν ιατρεία, φαρμακεία, και άλλα αντιστοίχως, εκτός αν παύσουν την άσκηση του επαγγέλματος του ψυχολόγου.
Η γνωστοποίηση της επαγγελματικής ιδιότητας του ψυχολόγου πρέπει να γίνει κατά τρόπο ανάλογο προς το επίπεδο του επαγγέλματος και το ρόλο του ψυχολόγου στην κοινωνία.
Όταν ο ψυχολόγος προσφέρει τη βοήθεια του αντί αμοιβής, η αμοιβή του δεν πρέπει να είναι κατώτερη από τα καθορισμένα για το επάγγελμα όρια.
Απαγορεύονται δυσμενείς κρίσεις για συναδέλφους δημοσίως, έστω και χωρίς να αναφέρονται ονόματα, οι οποίες φθείρουν το επάγγελμα στην κοινή συνείδηση.
Όταν κάποιος ασθενής ζητά τις υπηρεσίες του ψυχολόγου, ενώ ήδη δέχεται τις υπηρεσίες ενός άλλου σχετικού επιστήμονα, ο ψυχολόγος εξετάζει προσεκτικά την κατάσταση και τους λόγους που οδήγησαν τον ασθενή να απευθυνθεί για πρόσθετη βοήθεια και έρχεται σε συνεννόηση με τον αρχικό επιστήμονα, ώστε να αποφευχθούν συγχύσεις ή συγκρούσεις με τον ασθενή ή τον συνάδελφο. Επίσης συνιστάται ο ψυχολόγος που προσλαμβάνεται σε μια θέση ή που αναλαμβάνει τη διδασκαλία μαθημάτων, να ενημερώνει σχετικά τον προκάτοχο του, εφόσον υπάρχει.
Όσοι έχουν συμβάλλει σε μια εργασία που ανακοινώνεται, ή στη διαμόρφωση ενός τεστ, μνημονεύονται ονομαστικά ανάλογα με τη συμβολή τους είτε ως συγγραφείς είτε στον πρόλογο ή σε υποσημείωση.
Ο ψυχολόγος επίσης δεν ιδιοποιείται την εργασία άλλου επιστήμονα. Όταν καταχωρεί σε εργασία του υλικά άλλων συναδέλφων, διατηρεί τα στοιχεία του επιστήμονα που εκπόνησε την εργασία ή το τεστ.

Δ. ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΨΥΧΟΛΟΓΟΥ ΜΕ ΑΛΛΟΥΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΕΣ ΥΓΕΙΑΣ.

Άρθρο 7

Ο ψυχολόγος δεν υπεισέρχεται στο έργο και στη δικαιοδοσία συγγενών επαγγελμάτων από υπέρβαση άσκησης του δικού του επαγγέλματος. Ειδικότερα, οφείλει να μην αναλαμβάνει να κάνει διάγνωση ή να καθορίσει θεραπευτική αγωγή ή να προσφέρει υπηρεσία ή συμβουλές για προβλήματα ή συμπτώματα που βρίσκονται έξω από τα αναγνωρισμένα όρια της ψυχολογικής πράξης.
Ο ψυχολόγος οφείλει να διατηρεί άριστες σχέσεις με ιατρούς, νοσηλευτές και το λοιπό προσωπικό υγείας, παραμερίζοντας κάθε διαφορά, με γνώμονα το συμφέρον του ασθενή και την εύρυθμη λειτουργία φορέων παροχής υπηρεσιών.
Ο ψυχολόγος οφείλει να σέβεται και να συνεργάζεται αρμονικά με τους άλλους επαγγελματίες υγείας, διατηρώντας την επιστημονική του αυτοτέλεια και την ιδιότητα του ως ισότιμο μέλος της θεραπευτικής ομάδας.
Όταν εκπρόσωπος άλλης ειδικότητας παραπέμπει ένα άτομο σε ψυχολόγο, σε περίπτωση που παρουσιασθεί ανάγκη ο ψυχολόγος να αποστείλει το άτομο αυτό σε άλλο συνάδελφο, ψυχολόγο ή ψυχίατρο, ο ψυχολόγος πρέπει να έλθει προηγουμένως σε συνεννόηση με εκείνον που αρχικά παρέπεμψε την περίπτωση.
Στοιχεία για τον ασθενή που ανακοινώνονται στον ψυχολόγο από συνάδελφο του ή άλλον ειδικό επιστήμονα, γνωστοποιούνται μόνο ύστερα από συγκατάθεση εκείνου που τα παρείχε.

Ε. ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΙΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΟΠΟΥ ΕΡΓΑΖΕΤΑΙ.

Άρθρο 8

Ο ψυχολόγος κατά την άσκηση των πράξεων που απορρέουν από το εκπαιδευτικό του πρόγραμμα, τηρεί το επαγγελματικό απόρρητο όχι μόνο προκειμένου για πρόσωπα που εξετάζει, αλλά και για θέματα που αφορούν τις μονάδες αυτές.
Ο ψυχολόγος που αναλαμβάνει εργασία σε κάποιον φορέα, ενημερώνει ευθύς εξ αρχής τον εργοδότη του για τους περιορισμούς και τις υποχρεώσεις που του υπαγορεύει η δεοντολογία του.
Στην περίπτωση που φορέας αναθέτει σε ψυχολόγο τη διεξαγωγή μιας έρευνας ή μελέτης, συνιστάται να καθορίζονται από πριν, με ειδική γραπτή συμφωνία,
α. τα χρονικά όρια από την κατάθεση της εργασίας έως τη δημοσίευση της από τον φορέα,
β. η κυριότητα του ανεπεξέργαστου ψυχολογικού υλικού και γ. οι λοιποί όροι συνεργασίας.

ΣΤ. ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΥ ΨΥΧΟΛΟΓΟΥ ΜΕ ΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΥΓΕΙΑΣ (ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΥΓΕΙΑΣ, ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑ, ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟ, κ.α.).

Άρθρο 9

Ο ψυχολόγος οφείλει να παρέχει τις απαραίτητες υπηρεσίες και να συνδράμει τις δημόσιες αρχές στο έργο τους για την προαγωγή της δημόσιας υγείας, σύμφωνα με τους κανόνες της επιστήμης και τις κείμενες διατάξεις.
Ο ψυχολόγος οφείλει να γνωρίζει πλήρως τους νόμους και κανονισμούς που διέπουν την άσκηση του επαγγέλματος του ψυχολόγου.
Οι ψυχολόγοι πρέπει να συμμετέχουν σε προγράμματα δημόσιας εκπαίδευσης, παρέχοντας πληροφόρηση σχετικά με το επάγγελμα.

Ζ. ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ.

Άρθρο 10

Απαγορεύεται η καθ’ οιονδήποτε τρόπο δημόσια διαφήμιση (Μ.Μ.Ε., ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης, μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τοιχοκόλληση, διανομή έντυπου υλικού, κ.λπ.) του ψυχολόγου ή η δημόσια αναφορά του ονόματος του με σκοπό τη διαφήμιση είτε απ’ αυτόν είτε από τρίτο πρόσωπο καθ’ υπόδειξη του.
Οι πινακίδες που αναρτώνται στο χώρο εργασίας του ψυχολόγου πρέπει να αναγράφουν αποκλειστικά και μόνον τη φράση «Γραφείο ψυχολόγου», καθώς και το ονοματεπώνυμο του ψυχολόγου ή την επωνυμία της εταιρείας με το λογότυπο που καθιερώνει το εταιρικό καταστατικό με το ονοματεπώνυμο του επιστημονικά υπεύθυνου ψυχολόγου, ενώ οι διαστάσεις τους δεν πρέπει να υπερβαίνουν τα 2 x 0,50 μέτρα. Απαγορεύεται η επιδεικτική διακόσμηση και ο φωτισμός των πινακίδων.
Απαγορεύεται η δημοσίευση ανακοινώσεων για διαφημιστικό σκοπό ή για επαγγελματική επικράτηση.
Ο ψυχολόγος οφείλει να απέχει από κάθε ενέργεια και να προσλαμβάνει κάθε πράξη η οποία μπορεί να δημιουργήσει υπόνοιες ότι καταφεύγει σε αγυρτεία, εξαπάτηση, καταδέσμευση ή εκμετάλλευση των ασθενών του.
Απαγορεύεται η χρησιμοποίηση επιστημονικών τίτλων που δεν έχουν αποκτηθεί ή αναγνωρισθεί νομότυπα.
Ο ψυχολόγος οφείλει να απέχει από κάθε πράξη που μπορεί να προκαλέσει αθέμιτο ανταγωνισμό προς τους συναδέλφους του ή αθέμιτο συνεταιρισμό μ’ αυτούς ή με άλλα πρόσωπα.
Δεν επιτρέπεται η διά των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης έκφραση απόψεων που μπορούν να προκαλέσουν σύγχυση ή παραπλάνηση του κοινού για θέματα υγείας. Ο περιορισμός αυτός ισχύει ιδιαίτερα σε περιπτώσεις υποθέσεων οι οποίες εκκρεμούν ενώπιον δικαστικών ή διοικητικών αρχών.

Η. ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΩΝ ΨΥΧΟΛΟΓΩΝ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ.

Άρθρο 11

Οι ψυχολόγοι μπορούν να διατηρούν ιστοσελίδα στο διαδίκτυο στην οποία αναφέρονται ιδίως τα οριζόμενα στον παρόντα Κώδικα.
Το όνομα, η επωνυμία ή ο τίτλος που επιλέγει ο ψυχολόγος για την ιστοσελίδα του ή την ηλεκτρονική του διεύθυνση πρέπει να συνάδουν με την επαγγελματική του ευπρέπεια και αξιοπρέπεια και να ανταποκρίνονται στις πραγματικά παρεχόμενες υπηρεσίες. Η ιστοσελίδα πρέπει να αναφέρει το χρόνο της τελευταίας της ενημέρωσης. Πρέπει, επίσης, να αναφέρει οποιαδήποτε πιθανή σύγκρουση συμφερόντων.
Η ιστοσελίδα μπορεί να περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τις συμβάσεις ή τη – με οποιανδήποτε τρόπο – συνεργασία του ψυχολόγου με το Δημόσιο, τα ταμεία ασθενείας και τους ασφαλιστικούς φορείς.
Οι πληροφορίες που παρέχονται στην ιστοσελίδα πρέπει να είναι ακριβείς, αντικειμενικές, κατανοητές και σύμφωνες με τον παρόντα Κώδικα. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να οδηγούν σε παραπλάνηση του κοινού ή σε έμμεση συγκριτική εκτίμηση προσόντων ή πτυχίων.
Απαγορεύεται η διενέργεια πράξεων ψυχολόγου και γενικά η άσκηση του επαγγέλματος διαδικτυακά, παρά μόνο στους χώρους που προβλέπει η κείμενη νομοθεσία και σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που ορίζονται κάθε φορά.

Η. ΑΜΟΙΒΗ ΨΥΧΟΛΟΓΟΥ.

Άρθρο 12

Ο ψυχολόγος παρέχει τις υπηρεσίες του με αμοιβή χωρίς να έχει το δικαίωμα να υποτιμά την αξία τους και να διαδίδει με οποιοδήποτε τρόπο ή με οποιοδήποτε μέσο ότι δέχεται αμοιβή κατώτερη από αυτή που ορίζεται από τον νόμο.
Κατ’ εξαίρεση και με τρόπο που αποκλείει την διαφήμιση ή τον αθέμιτο ανταγωνισμό ο ψυχολόγος μπορεί να παρέχει τις υπηρεσίες του δωρεάν ή με τίμημα κατώτερο από το ισχύον προς αποδεδειγμένα απόρους ή οικονομικά αδυνάτους ασθενείς.
Οποιαδήποτε συστηματική και εσκεμμένη μείωση τιμών εκ μέρους του ψυχολόγου, θεωρείται ως πράξη αθέμιτου ανταγωνισμού και ελλείψεως σεβασμού προς την αξιοπρέπεια του επαγγέλματος και τα πραγματικά συμφέροντα της κοινωνίας.
Ο ψυχολόγος πρέπει να χειρίζεται με λεπτομέρεια, διακριτικότητα και μετριοπάθεια τα ζητήματα αμοιβής, απέχοντας από κάθε ενέργεια ή απαίτηση, η οποία μπορεί να δικαιολογήσει μομφή εναντίον του για κερδοσκοπία ή αισχροκέρδεια.
Απαγορεύεται κάθε διανομή της αμοιβής του ψυχολόγου, εκχώρηση μέρους της, ή παροχή ποσοστών προς γιατρούς ή άλλους μεσάζοντες για την αύξηση της πελατείας του.

Άρθρο 13

Η τήρηση των διατάξεων του παρόντος Κώδικα επαφίεται στην επιστημονική αξιοπρέπεια και την επαγγελματική συνείδηση των ψυχολόγων και αποτελεί υποχρέωση των μελών των επαγγελματικών Συλλόγων των ψυχολόγων καθώς και του εκάστοτε ψυχολόγου που δραστηριοποιείται με τον οιονδήποτε τρόπο ανά τη χώρα, ο οποίος κατέχει βεβαίωση άσκησης επαγγέλματος ψυχολόγου.
Η τήρηση των ανωτέρω εποπτεύεται και ελέγχεται από την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Υγείας που κατάρτισε τον Κώδικα Δεοντολογίας Ψυχολόγων.

Άρθρο 14

Η ισχύς της παρούσας απόφασης αρχίζει από τη δημοσίευσής της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 5 Ιουνίου 2019

Ο Αναπληρωτής Υπουργός
ΠΑΥΛΟΣ ΠΟΛΑΚΗΣ

φορολογική μεταχείριση των μη διανεμηθέντων κερδών σε περίπτωση αλλαγής κατηγορίας βιβλίων

Ε.2104/2019
Οδηγίες για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 10 του άρθρου 64 του ν. 4172/2013, όπως αυτές τέθηκαν με την παρ. 13 του άρθρου 115 του ν.4549/2018, αναφορικά με τη φορολογική μεταχείριση των μη διανεμηθέντων κερδών νομικών προσώπων ή νομικών οντοτήτων σε περίπτωση αλλαγής κατηγορίας βιβλίων από διπλογραφικά σε απλογραφικά
Αθήνα, 10 Ιουνίου 2019
Αριθ. Πρωτ.: Ε.2104/10-6-2019

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑΤΑ Β’, Α’

Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδ.: 10184 Αθήνα
Τηλέφωνο: 210 – 3375312
Fax: 210 – 3375001
E-Mail: d12.b@yo.syzefxis.gov.gr

Ε 2104/2019

ΘΕΜΑ: Οδηγίες για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 10 του άρθρου 64 του ν. 4172/2013, όπως αυτές τέθηκαν με την παρ. 13 του άρθρου 115 του ν.4549/2018, αναφορικά με τη φορολογική μεταχείριση των μη διανεμηθέντων κερδών νομικών προσώπων ή νομικών οντοτήτων σε περίπτωση αλλαγής κατηγορίας βιβλίων από διπλογραφικά σε απλογραφικά

Αναφορικά με το πιο πάνω θέμα και σε συνέχεια της ΠΟΛ.1147/2018 εγκυκλίου, με την οποία κοινοποιήθηκαν, μεταξύ άλλων, οι διατάξεις της παρ. 13 του άρθρου 115 του ν.4549/2018, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:

1. Με τις διατάξεις της παραγράφου 13 του άρθρου 115 του ν.4549/2018 προστέθηκε νέα παράγραφος 10 στο άρθρο 64 του ν. 4172/2013, σύμφωνα με την οποία σε περίπτωση που νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα αλλάζει κατηγορία βιβλίων από διπλογραφικά σε απλογραφικά, τα μη διανεμηθέντα κέρδη του νομικού πρόσωπου ή της νομικής οντότητας, κατά περίπτωση, όπως αυτά εμφανίζονται κατά το χρόνο αλλαγής της κατηγορίας βιβλίων, υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου με το συντελεστή της περίπτωσης α’ της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού.

Ο οφειλόμενος φόρος αποδίδεται εφάπαξ μέχρι το τέλος του δεύτερου μήνα από τη λήξη του φορολογικού έτους μέχρι το οποίο τα βιβλία τηρούνταν με τη διπλογραφική μέθοδο.

Τα οριζόμενα στα προηγούμενα εδάφια ισχύουν και όταν ανώνυμη εταιρεία, εταιρεία περιορισμένης ευθύνης ή ιδιωτική κεφαλαιουχική εταιρεία μετατρέπεται σε προσωπική εταιρεία, με αποτέλεσμα να αλλάζει κατηγορία βιβλίων από διπλογραφικά σε απλογραφικά. Στην περίπτωση αυτή, ο οφειλόμενος φόρος αποδίδεται εφάπαξ μέχρι το τέλος του δεύτερου μήνα από την ολοκλήρωση της μετατροπής.

2. Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση του ν.4549/2018, με τις διατάξεις αυτές ρυθμίζεται η υποχρέωση απόδοσης παρακρατούμενου φόρου σε περίπτωση μετάβασης από το διπλογραφικό σύστημα στο απλογραφικό, καθόσον ελλείψει τέτοιας διάταξης τα εν λόγω κέρδη διαφεύγουν της φορολόγησης.

3. Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι όταν νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα του άρθρου 45 του ν. 4172/2013 (κεφαλαιουχικές εταιρείες, προσωπικές εταιρείες, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, συνεταιρισμοί, κλπ) αλλάζει σύστημα τήρησης των λογιστικών του αρχείων από διπλογραφικό σε απλογραφικό, τα κέρδη του εν λόγω προσώπου, όπως αυτά εμφανίζονται στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις που έχουν συνταχθεί για το τελευταίο φορολογικό έτος που τηρούνταν τα λογιστικά αρχεία με τη διπλογραφική μέθοδο, και τα οποία δεν έχουν διανεμηθεί, υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου μερισμάτων, με συντελεστή 10% (για τα εισοδήματα που αποκτώνται κατά τα φορολογικά έτη που αρχίζουν από την 1.1.2019 και μετά), ανεξάρτητα από την πραγματική καταβολή των σχετικών κερδών στους εταίρους των πιο πάνω προσώπων.
Στην περίπτωση αυτή χρόνος κτήσης του εισοδήματος, ήτοι ο χρόνος που ο δικαιούχος απέκτησε το δικαίωμα είσπραξής του, είναι ο χρόνος αλλαγής του συστήματος τήρησης λογιστικών αρχείων ή ο χρόνος κατά τον οποίο ολοκληρώνεται η μετατροπή, κατά περίπτωση. Συνεπώς, στο φορολογικό έτος που έγινε η αλλαγή τήρησης των λογιστικών αρχείων του νομικού προσώπου/νομικής οντότητας από διπλογραφικό σε απλογραφικό σύστημα, τα φυσικά πρόσωπα εταίροι/μέλη αυτών, υποχρεούνται να δηλώσουν τα μη διανεμηθέντα κέρδη ως εισόδημα από κεφάλαιο (μερίσματα) στην ετήσια δήλωση φορολογίας εισοδήματός τους. Το ως άνω εισόδημα μαζί με τον παρακρατηθέντα φόρο αποστέλλεται από το νομικό πρόσωπο/νομική οντότητα στη ΔΗΛΕΔ με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω διαδικτύου, σύμφωνα με την Α.1009/2019 Απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε (παράρτημα 3 κωδικός: 1).

4. Τα εν λόγω πρόσωπα αποδίδουν τον οφειλόμενο φόρο με τη δήλωση που καθορίστηκε με την Α. 1100/2019 απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. μέχρι το τέλος του δεύτερου μήνα από τη λήξη του φορολογικού έτους μέχρι το οποίο τα πιο πάνω πρόσωπα τηρούσαν τα λογιστικά τους αρχεία με τη διπλογραφική μέθοδο.

5. Τα αναφερόμενα πιο πάνω εφαρμόζονται και σε περίπτωση μετατροπής ανώνυμης εταιρείας, εταιρείας περιορισμένης ευθύνης ή ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας σε προσωπική εταιρεία, με αποτέλεσμα η μετασχηματιζόμενη εταιρεία να αλλάζει, συνεπεία της μετατροπής, σύστημα τήρησης των λογιστικών της αρχείων από διπλογραφικό σε απλογραφικό.

Στην περίπτωση αυτή ο φόρος αποδίδεται εφάπαξ μέχρι το τέλος του δεύτερου μήνα από την ολοκλήρωση της μετατροπής.

6. Επισημαίνεται ότι στα μη διανεμηθέντα κέρδη των πιο πάνω προσώπων περιλαμβάνεται το σύνολο των μη διανεμηθέντων κερδών των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων του άρθρου 45 του ν. 4172/2013, φορολογηθέντα και αφορολόγητα, που εμφανίζονται στα βιβλία της επιχείρησης κατά τον χρόνο αλλαγής της κατηγορίας βιβλίων. Ως εκ τούτου, στην υπόψη διάταξη εμπίπτουν τα μη διανεμηθέντα κέρδη παρελθουσών χρήσεων, τα αφορολόγητα αποθεματικά που έχουν σχηματίσει τα νομικά πρόσωπα λόγω πραγματοποίησης παραγωγικών επενδύσεων με βάση αναπτυξιακό νόμο, καθώς και τα αφορολόγητα έσοδα ή αυτοτελώς φορολογηθέντα εισοδήματα που τηρούν τα υπόψη πρόσωπα και τα οποία δεν έχουν υπαχθεί στην αυτοτελή φορολόγηση των παρ. 12 και 13 του άρθρου 72 του ν.4172/2013.

Διευκρινίζεται ότι τα ανωτέρω δεν έχουν εφαρμογή για τα μη διανεμηθέντα κέρδη παρελθουσών χρήσεων που έχουν σχηματιστεί από εταιρείες περιορισμένης ευθύνης (ΕΠΕ) μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2010, δεδομένου ότι με τις ισχύσασες κατά τον χρόνο εκείνο διατάξεις, τα εν λόγω κέρδη είχαν φορολογηθεί στο όνομα του νομικού προσώπου.

7. Οι ως άνω διατάξεις ισχύουν για αλλαγές συστήματος τήρησης λογιστικών αρχείων που συντελούνται και μετατροπές που ολοκληρώνονται από τη δημοσίευση του ν. 4549/2018, ήτοι από 14.6.2018 και μετά.

Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ Α.Α.Δ.Ε.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ

καθηγητών και υπηρετούντων λεκτόρων πλήρους απασχόλησης των Α.Ε.Ι. που προέρχεται από την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας και τρόπος είσπραξης εκκρεμών οφειλών παρελθόντων ετών

Φ.122.1/72/88553/Ζ2/2019
Διαδικασία είσπραξης ποσοστού επί του εισοδήματος καθηγητών και υπηρετούντων λεκτόρων πλήρους απασχόλησης των Α.Ε.Ι. που προέρχεται από την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας και τρόπος είσπραξης εκκρεμών οφειλών παρελθόντων ετών
Αριθμ. Φ.122.1/72/88553/Ζ2

(ΦΕΚ Β’ 2271/11.06.2019)

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ – ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. τις διατάξεις του άρθρου 23 του ν. 4009/2011 (195 Α’), όπως αυτές τροποποιήθηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 24 του ν. 4386/2016 (83 Α’) του άρθρου 27 του ν. 4415/2016 (159 Α’) και του άρθρου 35 του ν. 4559/2018 (142 Α’),

2. τη διάταξη του άρθρου 51 παρ. 1 περ. η’ του ν. 4485/2017 (114 Α’),

3. τις διατάξεις των άρθρων 22 και 23 του ν. 4172/2013 (Α’ 167) όπως ισχύουν,

4. τις διατάξεις των περ. ε’και ιδ’της παρ. 1 του άρθρου 17 του ν. 4174/2013 (Α’ 170),

5. την 3299/2014 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας,

6. την αριθμ. Φ.1/Γ/041/15260/Β1/1-2-2019 εισήγηση της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών,

7. το π.δ. 125/2016 (Α’ 210) διορισμός Υπουργών Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών,

8. την με αριθμ. ΥΠΟΙΚ 0010218 ΕΞ 2016 (Β’3696) απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών με θέμα: «ανάθεση αρμοδιότητας στην Υφυπουργό Οικονομικών Αικατερίνη Παπανάτσιου»,

9. το άρθρο 17 του ν. 4174/2013 (Α’ 170) «Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας και άλλες διατάξεις» και ειδικότερα την παρ. 1 περίπτωση ιδ’ αυτού,

10. την ΠΟΛ.1154/2018 (Β’ 3253),

11. τον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/679/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων),

12. το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

Τον καθορισμό της διαδικασίας είσπραξης ποσοστού επί του εισοδήματος των καθηγητών και των υπηρετούντων λεκτόρων πλήρους απασχόλησης των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων που προέρχεται από επιχειρηματική δραστηριότητα, καθώς και τη διαδικασία είσπραξης εκκρεμών οφειλών παρελθόντων ετών:

Άρθρο 1
Απόδοση ποσοστού για εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα

1. Το ποσοστό που οφείλουν οι καθηγητές και οι λέκτορες πλήρους απασχόλησης των Α.Ε.Ι., για εισόδημα που προέρχεται από την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας αποτελεί έσοδο του Ειδικού Λογαριασμού Κονδυλίων Έρευνας (Ε.Λ.Κ.Ε.) του οικείου Α.Ε.Ι., εισπράττεται έως το τέλος του επόμενου φορολογικού έτους με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 23 του ν. 4009/2011 και την παρούσα και ανέρχεται σε ποσοστό επτά τοις εκατό (7%) επί του ετήσιου καθαρού εισοδήματος.

2. Σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στην παρούσα, εισπράττονται και οι οφειλές παρελθόντων ετών για εισοδήματα που αποκτήθηκαν από 1-1-1998 έως 31-12-2017, που δεν έχουν εισπραχθεί μέχρι τη δημοσίευση της παρούσας και οι οποίες υπολογίζονται ομοίως σε ποσοστό επτά τοις εκατό (7%) επί του ετήσιου καθαρού εισοδήματος.

Άρθρο 2 Υπόχρεοι

1. Υπόχρεοι απόδοσης των ποσοστών της παραγράφου 1 του άρθρου 1 της παρούσας είναι οι καθηγητές και οι υπηρετούντες λέκτορες πλήρους απασχόλησης, οι οποίοι οφείλουν να αποδίδουν το ως άνω ποσοστό στον Ε.Λ.Κ.Ε. του οικείου Ιδρύματος που υπηρετούν και ανεξαρτήτως αν ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα ατομικώς ή μέσω εταιρείας, όπως είναι ιδίως οι δικηγορικές εταιρείες, οι εταιρείες παροχής ιατρικών υπηρεσιών, οι εταιρείες μελετών και τεχνικών έργων. Σε περίπτωση συμμετοχής των υπόχρεων σε εταιρείες, το ποσοστό υπολογίζεται επί του εισοδήματος που λαμβάνουν από τη συμμετοχή τους στις εταιρείες αυτές, ανεξαρτήτως αν το εισόδημα αυτό έχει τη μορφή αμοιβής, μερίσματος, διανομής κερδών κ.λπ.

2. Οι υπόχρεοι καθηγητές και υπηρετούντες λέκτορες οφείλουν να γνωστοποιούν στον Κοσμήτορα της Σχολής στην οποία ανήκουν την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας, είτε ατομικώς είτε μέσω εταιρείας, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην περ. θ’ της παρ 2 του άρθρου 23 του ν. 4009/2011.

3. Υπόχρεοι απόδοσης των ποσοστών της παραγράφου 2 του άρθρου 1 είναι οι καθηγητές και οι υπηρετούντες λέκτορες πλήρους απασχόλησης καθώς και οι αφυπηρετήσαντες καθηγητές και καθηγητές και υπηρετούντες λέκτορες των οποίων η συμβατική σχέση με το ίδρυμα έχει λυθεί, οι οποίοι οφείλουν να αποδώσουν το ποσοστό στον Ε.Λ.Κ.Ε. του οικείου Ιδρύματος όπου υπηρετούσαν, ανεξαρτήτως αν ασκούν ή ασκούσαν επιχειρηματική δραστηριότητα (ή ελεύθερο επάγγελμα) ατομικώς ή μέσω εταιρειών, όπως είναι ιδίως οι δικηγορικές εταιρείες, οι εταιρείες παροχής ιατρικών υπηρεσιών, οι εταιρείες μελετών και τεχνικών έργων. Σε περίπτωση συμμετοχής των υπόχρεων σε εταιρείες, το ποσοστό υπολογίζεται επί του εισοδήματος που έλαβαν από τη συμμετοχή τους στις εταιρείες αυτές, ανεξαρτήτως αν το εισόδημα αυτό είχε τη μορφή αμοιβής, μερίσματος, διανομής κερδών κ.λπ.

Άρθρο 3
Προσδιορισμός και καταβολή οφειλής

1. Για την απόδοση των ποσοστών του άρθρου 1, η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) ενημερώνει τους Ε.Λ.Κ.Ε. των Α.Ε.Ι. για το ετήσιο καθαρό εισόδημα των υπόχρεων από την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας παροχής υπηρεσιών. Ειδικότερα:

2. α. Προκειμένου η Α.Α.Δ.Ε. να χορηγήσει τα στοιχεία της παρ. 1, οι Ε.Λ.Κ.Ε. εντός του πρώτου τριμήνου κάθε ημερολογιακού έτους θα γνωστοποιούν στην Α.Α.Δ.Ε. όλους τους καθηγητές και λέκτορες που υπηρέτησαν στο οικείο Α.Ε.Ι. το προηγούμενο ημερολογιακό έτος με καθεστώς πλήρους απασχόλησης. Ειδικά κατά την πρώτη εφαρμογή, οι Ε.Λ.Κ.Ε. θα προβούν στην ως άνω γνωστοποίηση εντός τριμήνου από την έναρξη ισχύος της παρούσας απόφασης.

β. Όσον αφορά τους υπόχρεους της παρ. 3 του άρθρου 2 της παρούσας, οι Ε.Λ.Κ.Ε. οφείλουν να γνωστοποιήσουν τα στοιχεία των καθηγητών και λεκτόρων που υπηρέτησαν από 1-1-1998 έως 31-12-2017 στο οικείο Α.Ε.Ι. εντός εξαμήνου από την έναρξη ισχύος της παρούσας απόφασης.

γ. Ειδικότερα, οι Ε.Λ.Κ.Ε. θα γνωστοποιούν στην Α.Α.Δ.Ε. το ονοματεπώνυμο, το πατρώνυμο, τη διεύθυνση κατοικίας και το ΑΦΜ των καθηγητών και λεκτόρων, καθώς και τα έτη απασχόλησης καθενός, με την αποστολή ψηφιακού αρχείου σε επεξεργάσιμη μορφή.

3. α. Η Α.Α.Δ.Ε. ενημερώνει τους Ε.Λ.Κ.Ε., εντός τριμήνου από την λήξη της προθεσμίας υποβολής δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων, με την αποστολή κρυπτογραφημένου αρχείου, για το καθαρό εισόδημα του προηγούμενου φορολογικού έτους, το οποίο προέρχεται από την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας και από καταβολή μερισμάτων ή διανομή κερδών λόγω συμμετοχής σε εταιρεία.

β. Όσον αφορά τους υπόχρεους της παρ. 3 του άρθρου 2 της παρούσας, η Α.Α.Δ.Ε. θα ενημερώσει τους Ε.Λ.Κ.Ε. εντός εξαμήνου από την αποστολή των στοιχείων της παρ. 2β του παρόντος άρθρου για το ετήσιο καθαρό εισόδημα για τα έτη 1998 έως και 2017, το οποίο προέρχεται από την άσκηση ελευθέριου επαγγέλματος ή/και άλλης επιχειρηματικής δραστηριότητας με αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών και από την καταβολή μερισμάτων ή διανομή κερδών λόγω συμμετοχής σε εταιρεία.

4. Για τη χορήγηση των στοιχείων και πληροφοριών των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων στους Ε.Λ.Κ.Ε. των Α.Ε.Ι., έχει εφαρμογή η ΠΟΛ 1154/2018 (ΦΕΚ 3253/Β’/2018), όπως εκάστοτε ισχύει. Η Δ/νση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης (Δ.ΗΛΕ.Δ.) ορίζεται ως η αρμόδια Δ/νση της Α.Α.Δ.Ε. για τις ανάγκες της σχετικής ανταλλαγής αρχείων.

5. Η Επιτροπή Ερευνών και Διαχείρισης του Ε.Λ.Κ.Ε. προσδιορίζει το οφειλόμενο ποσό σε ποσοστό 7% επί του κατά τα ανωτέρω καθαρού εισοδήματος, εκδίδει σχετική πράξη προσδιορισμού οφειλής και την κοινοποιεί στους υπόχρεους, σύμφωνα με τον Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας. Η εν λόγω πράξη προβλέπει την δυνατότητα καταβολής της οφειλής σε ισόποσες μηνιαίες δόσεις, κατόπιν αίτησης του οφειλέτη, έως το τέλος του επόμενου φορολογικού έτους και αναγράφει τον αριθμό του τραπεζικού λογαριασμού του Ε.Λ.Κ.Ε. στον οποίο θα κατατίθενται οι ανωτέρω δόσεις.

6. Η πράξη προσδιορισμού της οφειλής, εκτός από τις ανωτέρω δυνατότητες για τον οφειλέτη, θα πρέπει να αναφέρει την υποχρέωσή του για εμπρόθεσμη καταβολή των δόσεων της ρύθμισης ή της εφάπαξ καταβολής, καθώς και ότι η τυχόν εκπρόθεσμη καταβολή του ποσού ή οποιασδήποτε δόσης της ρύθμισης συνεπάγεται την απώλεια του δικαιώματος του παρόντος άρθρου και την αποστολή των απαραίτητων δικαιολογητικών εγγράφων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 55 του π.δ. 16/1989 όπως ισχύει, στην αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.) του υπόχρεου, προκειμένου να βεβαιωθεί και να εισπραχθεί το οφειλόμενο ποσό.

7. Για κάθε πληρωμή, η Μονάδα Οικονομικής και Διοικητικής Υποστήριξης (Μ.Ο.Δ.Υ.) του Ε.Λ.Κ.Ε. εκδίδει βεβαίωση πληρωμής για φορολογική χρήση.

Άρθρο 4
Οφειλές παρελθόντων ετών από άσκηση ελευθέριου επαγγέλματος ή επιχειρηματικής δραστηριότητας ατομικά

1. Όσον αφορά τους υπόχρεους λόγω άσκησης ελευθέριου επαγγέλματος ή άλλης επιχειρηματικής δραστηριότητας με αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών ατομικά της παρ. 3 του άρθρου 2, ο Ε.Λ.Κ.Ε. προσδιορίζει την οφειλή ως εξής: πολλαπλασιάζει το άθροισμα των καθαρών εισοδημάτων των ετών οφειλής με το ποσοστό 7% και εν συνεχεία αφαιρεί τα ποσά που ο υπόχρεος έχει ήδη καταβάλει στον Ε.Λ.Κ.Ε. προς εξόφληση των ως άνω οφειλών, λόγω άσκησης ελευθέριου επαγγέλματος ή επιχειρηματικής δραστηριότητας.

2. Μετά την κοινοποίηση της πράξης προσδιορισμού οφειλής, και εντός προθεσμίας ενός (1) μηνός, ο υπόχρεος: α. καταβάλλει το σύνολο της ανωτέρω οφειλής σε λογαριασμό που αναγράφεται στην πράξη προσδιορισμού ή β. υποβάλλει αίτηση στην ΜΟΔΥ του Ε.Λ.Κ.Ε. για τμηματική καταβολή της οφειλής του σε μηνιαίες δόσεις. Ο μέγιστος αριθμός των δόσεων δεν μπορεί να υπερβαίνει το λόγο του συνολικού οφειλόμενου ποσού προς το ένα δωδέκατο (1/12) του ακαθάριστου μηνιαίου εισοδήματος του τελευταίου φορολογικού έτους. Η Επιτροπή Ερευνών αφού λάβει υπόψη της το ύψος της οφειλής και το ακαθάριστο μηνιαίο εισόδημα του υπόχρεου αποφασίζει για την τμηματική καταβολή και εκδίδει σχετική πράξη, την οποία κοινοποιεί στον υπόχρεο, σύμφωνα με τον Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας.

3. Η πράξη προσδιορισμού της οφειλής, εκτός από τις ανωτέρω δυνατότητες πληρωμής, θα πρέπει να αναφέρει στον υπόχρεο την υποχρέωση για εμπρόθεσμη καταβολή των δόσεων της ρύθμισης ή της εφάπαξ καταβολής, καθώς και ότι η τυχόν εκπρόθεσμη καταβολή του ποσού ή οποιασδήποτε δόσης της ρύθμισης συνεπάγεται την απώλεια του δικαιώματος του παρόντος άρθρου και την αποστολή των απαραίτητων δικαιολογητικών εγγράφων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 55 του π.δ. 16/1989 όπως ισχύει, στην αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.) του υπόχρεου προκειμένου να βεβαιωθεί και να εισπραχθεί το οφειλόμενο ποσό.

4. Για κάθε πληρωμή, η ΜΟΔΥ του Ε.Λ.Κ.Ε. εκδίδει βεβαίωση πληρωμής για φορολογική χρήση.

Άρθρο 5
Οφειλές παρελθόντων ετών από άσκηση ελευθέριου επαγγέλματος ή επιχειρηματικής δραστηριότητας μέσω εταιρείας

1. Όσον αφορά τους υπόχρεους καταβολής οφειλής λόγω άσκησης επιχειρηματικής δραστηριότητας μέσω εταιρείας της παρ. 3 του άρθρου 2, ο Ε.Λ.Κ.Ε. προσδιορίζει την οφειλή τους ως εξής: πολλαπλασιάζει το άθροισμα των καθαρών εισοδημάτων των ετών οφειλής με το ποσοστό 7% και εν συνεχεία αφαιρεί τα ποσά που έχουν ήδη καταβάλει οι υπόχρεοι στον Ε.Λ.Κ.Ε. έως 31-12-2017 λόγω άσκησης επιχειρηματικής δραστηριότητας μέσω εταιρείας.

2. Μετά την κοινοποίηση της πράξης προσδιορισμού οφειλής, και εντός προθεσμίας έξι (6) μηνών, ο υπόχρεος:

α. καταβάλει το σύνολο της ανωτέρω οφειλής σε λογαριασμό που αναγράφεται στην πράξη προσδιορισμού,

β. υποβάλει αίτηση στην ΜΟΔΥ του Ε.Λ.Κ.Ε. για τμηματική καταβολή της οφειλής του σε μηνιαίες δόσεις. Ο μέγιστος αριθμός των δόσεων δεν μπορεί να υπερβαίνει τις τριάντα έξι (36). Η Επιτροπή Ερευνών αφού λάβει υπόψη της το ύψος της οφειλής και το ακαθάριστο μηνιαίο εισόδημα του υπόχρεου αποφασίζει για την τμηματική καταβολή και εκδίδει σχετική πράξη, την οποία κοινοποιεί στον υπόχρεο, σύμφωνα με τον Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας,

γ. υποβάλει αίτηση περαίωσης που εγκρίνεται από την Επιτροπή Ερευνών. Το ποσό που πρέπει να καταβληθεί για τη συντέλεση της περαίωσης ανέρχεται στο είκοσι τοις εκατό (20%) της συνολικής οφειλής που υπολογίζεται επί του καθαρού εισοδήματος.

3. Η πράξη προσδιορισμού της οφειλής, εκτός από τις ανωτέρω δυνατότητες για τον οφειλέτη, θα πρέπει να αναφέρει την υποχρέωση για εμπρόθεσμη καταβολή των δόσεων της ρύθμισης ή της εφάπαξ καταβολής, καθώς και ότι η τυχόν εκπρόθεσμη καταβολή του ποσού ή οποιασδήποτε δόσης της ρύθμισης ή της περαίωσης συνεπάγεται την απώλεια του δικαιώματος του παρόντος άρθρου και την αποστολή των απαραίτητων δικαιολογητικών εγγράφων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 55 του π.δ. 16/1989 όπως ισχύει, στην αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.) του υπόχρεου προκειμένου να βεβαιωθεί και να εισπραχθεί το οφειλόμενο ποσό.

4. Για κάθε πληρωμή, η ΜΟΔΥ του Ε.Λ.Κ.Ε. εκδίδει βεβαίωση πληρωμής για φορολογική χρήση.

Άρθρο 6 Βεβαίωση οφειλής

Σε περίπτωση που οι υπόχρεοι δεν καταβάλουν το ποσό της οφειλής (ή κάποια δόση αυτού) στον Ε.Λ.Κ.Ε. σύμφωνα με τα ανωτέρω, η Μ.Ο.Δ.Υ. του Ε.Λ.Κ.Ε. αποστέλλει στη Δ.Ο.Υ. του υπόχρεου όλα τα απαραίτητα δικαιολογητικά έγγραφα προκειμένου να βεβαιωθεί η οφειλή και να εισπραχθεί σύμφωνα με την διαδικασία του Κ.Ε.Δ.Ε..

Άρθρο 7

1. Η Φ.35/10506/ΙΒ/02 (178/Β΄/19-2-2002) κοινή υπουργική απόφαση καταργείται από τη δημοσίευση της παρούσας.

Η ισχύς της παρούσας αρχίζει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Μαρούσι, 3 Ιουνίου 2019

Οι Υπουργοί

Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΓΑΒΡΟΓΛΟΥ

Υφυπουργός Οικονομικών
ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΠΑΠΑΝΑΤΣΙΟΥ

Ο Διοικητής της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ

Προσαύξηση περιουσίας ΔΕΔ 1371/2019

ΔΕΔ 1371/2019
Φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων – Εισόδημα – Προσαύξηση περιουσίας – Άρση τραπεζικού απόρρητου για έλεγχο λογαριασμών – Ανάλωση κεφαλαίου προηγούμενων ετών – Υπόλοιπα τραπεζικών λογαριασμών
Καλλιθέα, 8-5-2019
Αριθμός απόφασης: 1371

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΤΜΗΜΑ Α5

Ταχ. Δ/νση: Αριστογείτονος 19
Ταχ. Κώδικας: 176 71 – Καλλιθέα
Τηλέφωνο: 213-1604538
ΦΑΞ: 213-1604567

ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Έχοντας υπ’ όψη:

1. Τις διατάξεις:

α. Του άρθρου 63 του ν.4174/2013 (ΦΕΚ Α’ 170), όπως ισχύει.

β. Του άρθρου 11 της Δ. ΟΡΓ.Α 1036960 ΕΞ 2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ 968 Β’/22-03-2017) με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)».

γ. Της ΠΟΛ.1064/2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ Β’ 1440/27-4-2017).

2. Την ΠΟΛ.1069/2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.

3. Την υπ’ αριθμόν 1126366 ΕΞ 2016/30.08.2016 (ΦΕΚ 2759/τ.Β’/01-09-2016) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών.

4. Την από 10-1-2019 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανή προσφυγή των α) με ΑΦΜ , κατοίκου και β) με ΑΦΜ , κατοίκου, κατά της με αριθ / 30-11-2018 οριστικής πράξης διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος φορολογικού έτους 2014 του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΡΟΔΟΥ και τα προσκομιζόμενα με αυτήν σχετικά έγγραφα.

5. Την με αριθμό / 30-11-2018 οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος φορολογικού έτους 2014 του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΡΟΔΟΥ, της οποίας ζητείται η ακύρωση, καθώς και των από 30-11-2018 οικείων εκθέσεων ελέγχου.

6. Τις απόψεις της ανωτέρω φορολογικής αρχής.

7. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του Τμήματος Α5 όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης.

Επί της από 10-1-2019 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς προσφυγής των α) με ΑΦΜ και β με ΑΦΜ , η οποία κατατέθηκε εμπρόθεσμα και μετά την μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:

Με την με αριθμό / 30-11-2018 οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος φορολογικού έτους 2014 προσδιορίστηκε στους προσφεύγοντες διαφορά φόρου εισοδήματος ποσού 5.619,24€, πλέον προστίμου τελών χαρτοσήμου του άρθρου 58 του ν.4174/2013 ποσού 2.809,61€, πλέον ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης ποσού 944,97€, πλέον διαφοράς συμψηφισμού ποσού 18,94€, ήτοι συνολικό ποσό 9.392,76€.

Ιστορικό

Αιτία του ελέγχου ήταν η διαβίβαση στην Δ.Ο.Υ. ΡΟΔΟΥ της με αριθ. ΑΒΜ Α παραγγελίας της Εισαγγελέως Πρωτοδικών Ρόδου, σε συνέχεια της οποίας δόθηκε την 10-5-2017 νέα παραγγελία στον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ ΡΟΔΟΥ, προκειμένου να διενεργηθεί άρση τραπεζικού απορρήτου των προσφευγόντων για το χρονικό διάστημα από 1-1-2006 έως 31-12-2016. Σε εκτέλεση της ανωτέρω εισαγγελικής παραγγελίας εκδόθηκαν οι με αριθ / 13-7-2018 και / 20-7-2018 εντολές μερικού φορολογικού ελέγχου φορολογίας εισοδήματος της περιόδου από 1-1-2012 έως 31-12-2016 για τον προσφεύγοντα και την προσφεύγουσα, αντίστοιχα. Εν συνεχεία ο έλεγχος συνέκρινε το σύνολο των πρωτογενών καταθέσεων των προσφευγόντων για τα έτη 2012, 2013 και 2014, αντίστοιχα, με τα διαθέσιμα εισοδήματα αυτών για τα ανωτέρω έτη ως εξής:

ΧΡΗΣΗ ΠΡΩΤΟΓΕΝΕΙΣ ΚΑΤΑΘΕΣΕΙΣ
……………………….. ΔΙΑΘΕΣΙΜΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ
………………………… ΔΙΑΘΕΣΙΜΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ
………………………… ΣΥΝΟΛΟ ΔΙΑΘΕΣΙΜΩΝ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΩΝ ΑΝΟΙΓΜΑ
……………
2012 86.852,04 45.557,91 42.667,73 88.225,64 -1.373,60
2013 105.391,83 33.271,40 38.233,23 71.504,63 33.887,20
2014 90.694,34 31.953,46 37.094,79 69.048,25 21.646,09
ΣΥΝΟΛΟ 282.938,21 110.782,77 117.995,75 228.778,52 54.159,69

Κατόπιν των ανωτέρω ο έλεγχος προέβη στον προσδιορισμό του φορολογητέου εισοδήματος των προσφευγόντων για τα έτη 2012, 2013 και 2014, αντίστοιχα, ως εξής:

ΧΡΗΣΗ ΠΡΩΤΟΓΕΝΕΙΣ ΚΑΤΑΘΕΣΕΙΣ
………………………..
ΔΙΑΘΕΣΙΜΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ
…………………………
ΔΙΑΘΕΣΙΜΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ
…………………………
ΣΥΝΟΛΟ ΔΙΑΘΕΣΙΜΩΝ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΩΝ ΑΝΟΙΓΜΑ
……………
2012 86.852,04 45.557,91 42.667,73 88.225,64 -1.373,60
2013 105.391,83 33.271,40 38.233,23 71.504,63 33.887,20
2014 90.694,34 31.953,46 37.094,79 69.048,25 21.646,09
ΣΥΝΟΛΟ 282.938,21 110.782,77 117.995,75 228.778,52 54.159,69

Κατόπιν των ανωτέρω ο έλεγχος προέβη στον προσδιορισμό του φορολογητέου εισοδήματος των προσφευγόντων για τα έτη 2012, 2013 και 2014, αντίστοιχα, ως εξής:

ΧΡΗΣΗ 2012 ΔΗΛΩΘΕΝΤΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΟΥΝΤΑΙ ΣΥΝΟΛΟ ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ
ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ
……………….
48.998,95 56,72% -779,16 48.998,95
ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ
……………….
37.382,77 43,28% -594,44 37.382,77
  86.381,72   -1.373,60 86.381,72

 

ΧΡΗΣΗ 2013 ΔΗΛΩΘΕΝΤΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΟΥΝΤΑΙ ΣΥΝΟΛΟ ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ
ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ
……………….
35.683,37 49,01% 16.606,97 52.290,34
ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ
……………….
37.129,99 50,99% 17.280,23 54.410,22
  72.813,36   33.887,20 106.700,56

 

ΧΡΗΣΗ 2014 ΔΗΛΩΘΕΝΤΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΟΥΝΤΑΙ ΣΥΝΟΛΟ ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ
ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ
……………….
27.193,40 41,38% 8.957,96 36.151,36
ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ
……………….
38.516,97 58,62% 12.688,13 51.205,10
  65.710,37   21.646,09 87.356,46

 

Από τα ανωτέρω ο έλεγχος θεώρησε τα ποσά των 33.887,20€ και 21.646,09€ των ετών 2013 και 2014, αντίστοιχα, ως προσαύξηση περιουσίας και απόκρυψη φορολογητέας ύλης, η οποία δεν έχει φορολογηθεί ή απαλλαγεί με ειδική διάταξη από το φόρο. Ως εκ τούτου, οι υποβληθείσες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος των ανωτέρω ετών κρίθηκαν ανακριβείς.

Εν συνεχεία ο έλεγχος συνέταξε το με αριθ /2018 Σημείωμα Διαπιστώσεων Ελέγχου – Κλήση προς Ακρόαση, το οποίο επιδόθηκε στους προσφεύγοντες την 19-10-2018 μαζί με τους προσωρινούς διορθωτικούς προσδιορισμούς φόρου εισοδήματος των ετών 2012-2014.

Οι προσφεύγοντες ανταποκρίθηκαν στο ανωτέρω σημείωμα με το με αριθ. πρωτ / 6-11-2018 υπόμνημα στο οποίο οι προσφεύγοντες:

Αναφορικά με τη γρήση 2013, προκειμένου να δικαιολογήσουν το ποσό των 33.887,20€ που τους καταλόγισε ο έλεγχος ως προσαύξηση περιουσίας, επικαλούνται το εφάπαξ ποσού 34.461,91€ που έλαβε η προσφεύγουσα κατά την συνταξιοδότησή της από την εργασία της. Ο έλεγχος διαπίστωσε ότι το ανωτέρω εφάπαξ ποσό του Ελληνικού Δημοσίου κατατέθηκε την 5-12-2013 στον τραπεζικό λογαριασμό της στον με αριθ. IBAN: GR τραπεζικό λογαριασμό. Επιπλέον ο έλεγχος διαπίστωσε ότι το ανωτέρω εφάπαξ ποσό έχει περιληφθεί στις πρωτογενείς καταθέσεις και έχει συνυπολογιστεί στο οικογενειακό εισόδημα, όπως αυτό προσδιορίστηκε από τον έλεγχο. Τέλος το ανωτέρω εφάπαξ ποσό συμπεριελήφθη στην με αριθ. / 21-11-2018 τροποποιητική δήλωση φορολογίας εισοδήματος οικονομικού έτους 2014, δίχως να προκύψει ποσό προς καταβολή από την νέα εκκαθάριση. Ως εκ τούτου, ο έλεγχος δέχτηκε ότι το ποσό των 33.887,20€ αποτελεί μέρος του δηλωθέντος οικογενειακού εισοδήματος και δεν συνιστά προσαύξηση περιουσίας.

Αναφορικά με τη χρήση 2014, προκειμένου να δικαιολογήσουν το ποσό των 21.646,09€ που τους καταλόγισε ο έλεγχος ως προσαύξηση περιουσίας, επικαλούνται ανάλωση κεφαλαίου προηγούμενων ετών (2006-2011) ποσού 539.143,88€. Κατά τα έτη 2009, 2010 και 2011, οι προσφεύγοντες προέβησαν σε ανάληψη μετρητών ποσού 225.900,00€, μέρος των οποίων χρησιμοποιήθηκαν κατά τη χρήση 2014. Ο έλεγχος προέβη σε επανυπολογισμό του πίνακα ανάλωσης κεφαλαίου των ετών 2006-2011 καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι το ποσό της ανάλωσης κεφαλαίου προηγούμενων ετών ανέρχεται σε ποσό 310.620,62€, από το οποίο αφαιρέθηκε το ποσό των 28.998,30€ που αφορά καταβολή μετρητών που είχαν «στο σπίτι» για την ανταλλαγή δολαρίων με ευρώ προκειμένου να διευκολύνουν οικονομικά οικογενειακό – φιλικό τους πρόσωπο. Συνεπώς το διαθέσιμο ποσό ανάλωσης κεφαλαίου ανήλθε σε ποσό 281.622,32€ (310.620,62€ – 28.998,30€), το οποίο είναι μικρότερο από τα υπόλοιπα των τραπεζικών λογαριασμών της 31-12-2011 ύψους 298.109,57€, τα οποία ο έλεγχος θεωρεί ήδη δηλωμένα και φορολογημένα εισοδήματα.

Τέλος, βάσει των ανωτέρω δεδομένων, ο έλεγχος εξέδωσε τις από 30-11-2018 οικείες εκθέσεις ελέγχου για τον προσφεύγοντα και την προσφεύγουσα, αντίστοιχα, καθώς και την με αριθ / 30-11-2018 οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος, φορολογικού έτους 2014, προβαίνοντας στον προσδιορισμό του φορολογητέου εισοδήματος των προσφευγόντων, ως εξής:

 

ΧΡΗΣΗ 2014 ΔΗΛΩΘΕΝΤΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΟΥΝΤΑΙ ΣΥΝΟΛΟ ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ
ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ
……………….
27.193,40 41,38% 8.957,96 36.151,36
ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ
……………….
38.516,97 58,62% 12.688,13 51.205,10
  65.710,37   21.646,09 87.356,46

 

Οι προσφεύγοντες, με την υπό κρίση ενδικοφανή προσφυγή, ζητούν την ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης προβάλλοντας τους παρακάτω λόγους:

1. Λανθασμένος υπολογισμός του πίνακα ανάλωσης κεφαλαίου προηγούμενων ετών, καθώς τα διαθέσιμα κεφάλαια, όπως αυτά προκύπτουν από τον πίνακα ανάλωσης κεφαλαίου προηγούμενων ετών ανέρχονται σε ποσό 588.731,32€ [278.110,70€ (χρήσεις 1995-2005) + 310.620,62€ (χρήσεις 2006-2011)].

2. Ο έλεγχος εσφαλμένα δεν έλαβε υπόψη τις αναλήψεις συνολικού ποσού 225.900,00€, οι οποίες αφορούν τα έτη 2009, 2010 και 2011 και οι οποίες αιτιολογούν πλήρως τις πρωτογενείς καταθέσεις που τους καταλογίζονται ως προσαύξηση περιουσίας.

Στα πλαίσια της διαδικασίας επανεξέτασης, η Υπηρεσία μας απέστειλε στην Δ.Ο.Υ ΡΟΔΟΥ το με αριθ. πρωτ. ΔΕΔ ΕΞ 2019 ΕΜΠ/ 28-3-2019 έγγραφο, λόγω της διαπίστωσης ελλείψεων ως προς το έγγραφο των απόψεων της Δ.Ο.Υ. ΡΟΔΟΥ αναφορικά με: α) τα υπόλοιπα των τραπεζικών λογαριασμών την 1-1-2014 και β) το υπόλοιπο ανάλωσης κεφαλαίου την 1-1-2014.

Η Δ.Ο.Υ ΡΟΔΟΥ, σε απάντηση του ανωτέρου εγγράφου της Υπηρεσίας μας, μας απέστειλε, ταχυδρομικώς και με ηλεκτρονική αλληλογραφία, το με αριθ. πρωτ / 1-4-2019 έγγραφο, το οποίο έλαβε από την Υπηρεσία μας αριθ. πρωτ. εισερχομένου ΔΕΔ ΕΙ 2019 ΕΜΠ/ 9-4-2019, βάσει του οποίου η Δ.Ο.Υ ΡΟΔΟΥ απέστειλε στην Υπηρεσία μας:

1) Εκτύπωση λογιστικού φύλλου (excel) με τίτλο «ΑΝΑΛΩΣΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» ενημερωμένο με τα δεδομένα των χρήσεων 2012 και 2013, βάσει του οποίου το ποσό που προκύπτει ως ανάλωση κεφαλαίου των ετών 2006-2013 ανέρχεται σε 389.676,26€.

2) Εκτύπωση των υπολοίπων των τραπεζικών λογαριασμών της 1-1-2014, όπως αυτά προκύπτουν από την εφαρμογή ΑΥΤΟΜΑΤΟΠΟΙΗΜΕΝΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΠΡΟΣΑΥΞΗΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ, τα οποία ανέρχονται σε ποσό 198.669,21€.

Επειδή, με τις διατάξεις του άρθρου 28 «Αποτελέσματα φορολογικού ελέγχου» του ν. 4174/2013 (Κ.Φ.Δ.) ορίζεται ότι: «2. Η Φορολογική Διοίκηση εκδίδει την οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου, εντός μηνός από την ημερομηνία παραλαβής των απόψεων του φορολογούμενου ή, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος δεν υποβάλλει τις απόψεις του, την εκπνοή της προθεσμίας που ορίζεται στην παράγραφο 1. Η οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου εκδίδεται με βάση έκθεση ελέγχου την οποία συντάσσει η Φορολογική Διοίκηση. Η έκθεση ελέγχου περιλαμβάνει εμπεριστατωμένα και αιτιολογημένα τα γεγονότα, τα στοιχεία και τις διατάξεις τις οποίες έλαβε υπόψη της η Φορολογική Διοίκηση για τον προσδιορισμό του φόρου. Η οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου μαζί με την έκθεση ελέγχου κοινοποιούνται στον φορολογούμενο.».

Επειδή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 64 «Επαρκής αιτιολογία» του ν.4174/2013 ορίζεται ότι: «Η Φορολογική Διοίκηση έχει την υποχρέωση να παρέχει σαφή, ειδική και επαρκή αιτιολογία για τη νομική βάση, τα γεγονότα και τις περιστάσεις που θεμελιώνουν την έκδοση πράξεως και τον προσδιορισμό φόρου».

Επειδή, από τις ανωτέρω διατάξεις των άρθρων 28 και 64 του Κ.Φ.Δ. προκύπτει ότι η έκθεση ελέγχου, που συνοδεύει υποχρεωτικώς την πράξη οριστικού διορθωτικού προσδιορισμού φόρου ή επιβολής προστίμου, πρέπει να περιλαμβάνει εμπεριστατωμένα και αιτιολογημένα τα γεγονότα και τα στοιχεία, που έλαβε υπόψη της η Φορολογική Διοίκηση, και να παρέχει σαφή, ειδική και επαρκή αιτιολογία για τα γεγονότα και τις περιστάσεις, που θεμελιώνουν την έκδοση της ανωτέρω πράξης.

Επειδή, σύμφωνα με την ΠΟΛ.1076/2015 με θέμα «Οδηγίες για την ορθή εφαρμογή του εναλλακτικού τρόπου υπολογισμού της ελάχιστης φορολογίας εισοδήματος (άρθρα 30-34 Ν.4172/2013)» αναφέρεται ότι: «Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 34 η Φορολογική Διοίκηση κατά τον προσδιορισμό της διαφοράς, που προκύπτει με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 1 του ίδιου άρθρου, υποχρεούται να λάβει υπόψη της τα αναγραφόμενα στη δήλωση χρηματικά ποσά που εισπράχθηκαν και τα οποία αποδεικνύονται με νόμιμα παραστατικά στοιχεία….

Ο φορολογούμενος φέρει το βάρος της απόδειξης της συνδρομής των προϋποθέσεων για τα ποσά αυτά που περιορίζουν τη διαφορά μεταξύ συνολικού εισοδήματος και τεκμαρτού εισοδήματος.

Τα ποσά που ιδίως λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη ή τον περιορισμό της υπόψη διαφοράς είναι τα εξής:

…. ζ) Ανάλωση κεφαλαίου που αποδεδειγμένα έχει φορολογηθεί κατά τα προηγούμενα έτη ή νόμιμα είχε απαλλαγεί από το φόρο. …».

Επειδή σύμφωνα με την ΠΟΛ.1175/2017 «Διευκρινίσεις για θέματα ελέγχου προσαύξησης περιουσίας» αναφέρεται ότι: «Σε συνέχεια ερωτημάτων που αφορούν στη διενέργεια ελέγχων αναφορικά με προσαύξηση περιουσίας φορολογουμένων, ανεξαρτήτως του τρόπου ή της μεθόδου προσδιορισμού της φορολογητέας ύλης και κατόπιν πρόσφατης σχετικής νομολογίας του ΣτΕ, επισημαίνονται τα εξής: 1. Δεν υφίσταται προσαύξηση περιουσίας κατά την έννοια της παρ. 3 του άρθρου 48 του ν. 2238/1994 ή της παρ. 4 του άρθρου 21 του ν.4172/2013, στην περίπτωση κατά την οποία είναι εμφανής η πηγή προέλευσης ενός χρηματικού ποσού, το οποίο εμφανίζεται ως πίστωση στον τραπεζικό λογαριασμό του ελεγχόμενου φυσικού προσώπου (π.χ. εισόδημα από κεφάλαιο, εισόδημα από κινητές αξίες, εισόδημα Δ’ πηγής του ν.2238/1994, πώληση περιουσιακών στοιχείων, δάνειο, κ,τ.λ.), ακόμα και αν το ποσό αυτό δεν συμπεριελήφθη στις σχετικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, ενώ υπήρχε σχετική υποχρέωση. Στις περιπτώσεις αυτές, εφόσον οι εν λόγω πιστώσεις συνεπάγονται φορολογική υποχρέωση στον φόρο εισοδήματος, ο καταλογισμός δεν θα γίνεται κατ’ επίκληση των ανωτέρω διατάξεων, αλλά των, κατά περίπτωση, εφαρμοστέων διατάξεων του ν.2238/1994 ή του ν.4172/2013, αναλόγως του είδους του εισοδήματος.

2. Γενικά, επισημαίνεται ότι πίστωση σε τραπεζικό λογαριασμό μπορεί να λογισθεί και να φορολογηθεί ως εισόδημα της παρ. 3 του άρθρου 48 του ν. 2238/1994 ή της παρ. 4 του άρθρου 21 του ν.4172/2013 του δικαιούχου του λογαριασμού, εφόσον δεν καλύπτεται με τα δηλωθέντα εισοδήματά του, ούτε από άλλη συγκεκριμένη και αρκούντως τεκμηριωμένη, ενόψει των συνθηκών, πηγή ή αιτία, είτε την οποία αυτός επικαλείται, κατόπιν κλήσης του από τη Διοίκηση για παροχή σχετικών πληροφοριών ή προηγούμενη ακρόαση, είτε την οποία εντοπίζει η φορολογική αρχή στο πλαίσιο της λήψης των προβλεπόμενων στο νόμο, αναγκαίων, κατάλληλων και εύλογων μέτρων ελέγχου.

Σημειώνεται ότι ο φορολογούμενος οφείλει κατ’ αρχήν, να ανταποκριθεί στην κλήση της ελεγκτικής αρχής να της χορηγήσει τα αναγκαία και εύλογα, ενόψει των συνθηκών, στοιχεία διευκρίνισης και επαρκούς δικαιολόγησης της περιουσιακής του κατάστασης, η οποία προδήλως δεν ανταποκρίνεται σε εκείνη που προκύπτει από τα στοιχεία των φορολογικών του δηλώσεων. Η άρνηση ή η παράλειψη του φορολογούμενου να παράσχει τις παραπάνω πληροφορίες ή η αδυναμία του να τεκμηριώσει επαρκώς τους ισχυρισμούς προς δικαιολόγηση των επίμαχων ποσών λαμβάνεται υπόψη κατά την εκτίμηση από τη φορολογική αρχή των αποδείξεων σε βάρος του.».

Επειδή σύμφωνα με την με αριθ. πρωτ. ΔΕΑΦ Α 1144110 ΕΞ 2015/5.11.2015 «Διευκρινίσεις για θέματα ανάλωσης κεφαλαίου προηγουμένων ετών και προσαύξησης περιουσίας» αναφέρεται ότι:

«Α’ Ανάλωση κεφαλαίου προηγούμενων ετών

1. Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 15, 16, 17, 18 και 19 του ν. 2238/1994, καθώς και σύμφωνα με διευκρινιστικές εγκυκλίους και διοικητικές λύσεις που είχαν εκδοθεί μέχρι και 31 Δεκεμβρίου 2013, προβλέπεται προσδιορισμός φορολογητέας ύλης με βάση τις δαπάνες διαβίωσης των φορολογουμένων και των προσώπων που συνοικούν με αυτόν και τον βαρύνουν, όταν το συνολικό ποσό που προσδιορίζεται με τα ως άνω σχετικά άρθρα είναι ανώτερο από το συνολικό εισόδημά του. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης ζ της παρ. 2 του άρθρου 19 του ανωτέρω νόμου, η προστιθέμενη διαφορά τεκμηρίων περιορίζεται ή καλύπτεται μεταξύ άλλων, με ανάλωση κεφαλαίου που αποδεδειγμένα έχει φορολογηθεί κατά τα προηγούμενα έτη ή νόμιμα απαλλαγεί από το φόρο.

2. Με την 1037965/356/0012/ΠΟΛ.1094/1989 διαταγή του Υπουργείου Οικονομικών καθώς και με την παράγραφο 7 του άρθρου 3 του ν. 3842/2010 που τροποποίησε την παράγραφο 2, περίπτωση ζ, του άρθρου 19 του ν. 2238/1994, για τον υπολογισμό του κεφαλαίου που σχηματίζεται κάθε έτος, λαμβάνονται υπόψη εισοδήματα που είχαν φορολογηθεί ή είχαν νόμιμα απαλλαγεί από το φόρο, εισπράχθηκαν αποδεδειγμένα και τα οποία προκύπτουν από τον συμψηφισμό των θετικών και αρνητικών στοιχείων του ίδιου έτους. Εάν σε κάποιο έτος προκύψει αρνητικό υπόλοιπο τούτο επηρεάζει αρνητικά τα θετικά στοιχεία των προηγούμενων ετών. Επίσης τα έτη αυτά θα πρέπει να είναι συνεχόμενα και να φτάνουν μέχρι το προηγούμενο του έτους που επικαλείται ο φορολογούμενος (κρινόμενο έτος). Το θετικό αλγεβρικό άθροισμα όλων αυτών των ετών θα αποτελέσει το συνολικό κεφάλαιο που σχηματίστηκε αυτά τα έτη.

3. Τα ως άνω αναφερόμενα στις παραγράφους 1 και 2 ίσχυαν για υποθέσεις και διαχειριστικές περιόδους μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2013. Από την 1 Ιανουαρίου 2014 και μετά, ισχύουν οι διατάξεις των άρθρων 30, 31, 32, 33 και 34 του ν. 4172/2013 (ΦΕΚ167 Α) όπως αυτές έχουν ερμηνευτεί με την ΠΟΛ.1076/2015. Συγκεκριμένα οι διατάξεις περί ανάλωσης κεφαλαίου αναφέρονται στην περίπτωση ζ, της παρ. 2 του άρθρου 34 του ν. 4172/2013, ερμηνεύθηκαν με την ΠΟΛ.1076/2015 και δεν έχουν διαφοροποιηθεί σε σχέση με τις διατάξεις που ίσχυαν με τον ν. 2238/1994.».

Επειδή, κατά την αρκούντως σαφή και προβλέψιμη έννοια της διάταξης (του εδαφίου α’) της παραγράφου 3 του άρθρου 48 του ΚΦΕ (όπως η παράγραφος αυτή ίσχυε πριν από την προσθήκη σε αυτήν εδαφίου β’ με το άρθρο 15 παρ. 3 του ν. 3888/2010), ερμηνευόμενης σε συνδυασμό, αφενός, με τις διατάξεις του άρθρου 66 (παρ. 1) του ίδιου νόμου και ήδη των άρθρων 14 (παρ. 1), 15 (παρ. 3) και 27 (παρ. 1) του ν. 4174/2013 και, αφετέρου, με τον κανόνα περί δυνατότητας έμμεσης απόδειξης ύπαρξης μη δηλωθέντος φορολογητέου εισοδήματος και αντίστοιχης φορολογικής παράβασης, ποσό τραπεζικού λογαριασμού και αντίστοιχου εμβάσματος μπορεί να λογισθεί και να φορολογηθεί ως εισόδημα από ελευθέριο επάγγελμα του δικαιούχου του λογαριασμού και χορηγήσαντος την εντολή διενέργειας του εμβάσματος, εφόσον δεν καλύπτεται από τα δηλωθέντα εισοδήματά του ούτε από άλλη συγκεκριμένη και αρκούντως τεκμηριωμένη, ενόψει των συνθηκών, πηγή ή αιτία, την οποία είτε αυτός επικαλείται, κατόπιν κλήσης του από τη Διοίκηση για παροχή σχετικών πληροφοριών ή προηγούμενη ακρόαση, είτε εντοπίζει η φορολογική αρχή, στο πλαίσιο της λήψης των προβλεπόμενων στο νόμο, αναγκαίων, κατάλληλων και εύλογων μέτρων ελέγχου το αθροιστικό ποσό των ανωτέρω τεκμαρτών δαπανών συνυπολογίζεται για τον προσδιορισμό του ύψους της φορολογητέας (ως εισοδήματος) περιουσιακής προσαύξησης, δηλαδή αφαιρείται, κατ’ αρχήν (καθόσον οι σχετικές δαπάνες δεν αμφισβητηθούν επιτυχώς από το φορολογούμενο), από το δηλωθέν εισόδημα του αντίστοιχου οικονομικού έτους και επιπλέον, στο μέτρο που το υπερβαίνουν, από το κεφάλαιο που προέρχεται από οποιαδήποτε άλλη νόμιμη πηγή ή αιτία, το οποίο (εισόδημα ή κεφάλαιο) λαμβάνεται υπόψη για να δικαιολογήσει, εν όλω ή εν μέρει, την επίμαχη περιουσιακή προσαύξηση (ποσό τραπεζικής κατάθεσης) – Η ερμηνεία αυτή τελεί σε αρμονία τόσο προς τη διάταξη του άρθρου 19 παρ. 2 περιπτ. ζ του ν. 2238/1994 … (Σχετ. ΣτΕ 884/2016Β’ Τμήμα επταμ. Σκέψη 9 Α’, 20 Ε’).

Επειδή, στην υπό κρίση προσφυγή, ο έλεγχος, προκειμένου να διαπιστώσει εάν υφίσταται προσαύξηση περιουσίας, συνέκρινε το σύνολο των πρωτογενών καταθέσεων των προσφευγόντων για το φορολογικό έτος 2014, με τα διαθέσιμα εισοδήματα αυτών για το εν λόγω έτος:

 

ΧΡΗΣΗ ΠΡΩΤΟΓΕΝΕΙΣ ΚΑΤΑΘΕΣΕΙΣ
………………………………….
ΔΙΑΘΕΣΙΜΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ
……………………………
ΔΙΑΘΕΣΙΜΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ
……………………………
ΣΥΝΟΛΟ ΔΙΑΘΕΣΙΜΩΝ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΩΝ ΑΝΟΙΓΜΑ
……………..
2014 90.694,34 31.953,46 37.094,79 69.048,25 21.646,09

 

Βάσει του ανωτέρω πίνακα ο έλεγχος προσδιόρισε για το φορολογικό έτος 2014 διαφορά μεταξύ πρωτογενών καταθέσεων και διαθέσιμων εισοδημάτων, συνολικού ποσού 21.646,09€. Κατόπιν των ανωτέρω, ο έλεγχος προέβη στον προσδιορισμό του φορολογητέου εισοδήματος των προσφευγόντων για το φορολογικό έτος 2014, ως ακολούθως:

 

ΧΡΗΣΗ 2014 ΔΗΛΩΘΕΝΤΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΟΥΝΤΑΙ ΣΥΝΟΛΟ ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ
ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ
……………….
27.193,40 41,38% 8.957,96 36.151,36
ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ
……………….
38.516,97 58,62% 12.688,13 51.205,10
  65.710,37   21.646,09 87.356,46

 

Επειδή, οι προσφεύγοντες επικαλούνται, με την παρούσα προσφυγή τους, ότι η διαπιστωθείσα διαφορά μεταξύ των εισοδημάτων τους και των πρωτογενών του καταθέσεων καλύπτεται από τα εισοδήματα των προηγουμένων ετών.

Επειδή, ο έλεγχος προκειμένου να αποδείξει την ύπαρξη προσαύξησης περιουσίας δεν έλαβε υπόψη τη δυνατότητα κάλυψης των διαφορών από τα εναπομείναντα εισοδήματα των ετών 2012 και 2013 σε σύγκριση με τα υπόλοιπα των τραπεζικών λογαριασμών της από 1-1-2014, τα οποία είχε τη δυνατότητα να εντοπίσει η αρμόδια φορολογική αρχή, αφού από την έκθεση ελέγχου δεν προκύπτει ότι έχουν ελεγχθεί τα υπόλοιπα των τραπεζικών καταθέσεων ανά έτος, ώστε να μπορεί να διαπιστωθεί, ότι τα μη αναλωθέντα κεφάλαια προηγουμένων ετών κατατέθηκαν στους λογαριασμούς των προσφευγόντων, ούτως ώστε να μην υπήρχε η δυνατότητα επίκλησης καταθέσεων μετρητών από κεφάλαιο προηγουμένων ετών.

Επειδή, στα πλαίσια της διαδικασίας επανεξέτασης, η Υπηρεσία μας απέστειλε στην Δ.Ο.Υ ΡΟΔΟΥ το με αριθ. πρωτ. ΔΕΔ ΕΞ 2019 ΕΜΠ/ 28-3-2019 έγγραφο, λόγω της διαπίστωσης ελλείψεων ως προς το έγγραφο των απόψεων της Δ.Ο.Υ. ΡΟΔΟΥ αναφορικά με: α) τα υπόλοιπα των τραπεζικών λογαριασμών την 1-1-2014 και β) το υπόλοιπο ανάλωσης κεφαλαίου την 1-1-2014.

Η Δ.Ο.Υ ΡΟΔΟΥ, σε απάντηση του ανωτέρου εγγράφου της Υπηρεσίας μας, μας απέστειλε, ταχυδρομικώς και με ηλεκτρονική αλληλογραφία, το με αριθ. πρωτ / 1-4-2019 έγγραφο, το οποίο έλαβε από την Υπηρεσία μας αριθ. πρωτ. εισερχομένου ΔΕΔ ΕΙ 2019 ΕΜΠ/ 9-4-2019, βάσει του οποίου η Δ.Ο.Υ ΡΟΔΟΥ απέστειλε στην Υπηρεσία μας:

1) Εκτύπωση λογιστικού φύλλου (excel) με τίτλο «ΑΝΑΛΩΣΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» ενημερωμένο με τα δεδομένα των χρήσεων 2012 και 2013, βάσει του οποίου το ποσό που προκύπτει ως ανάλωση κεφαλαίου των ετών 2006-2013 ανέρχεται σε 389.676,26€.

2) Εκτύπωση των υπολοίπων των τραπεζικών λογαριασμών της 1-1-2014, όπως αυτά προκύπτουν από την εφαρμογή ΑΥΤΟΜΑΤΟΠΟΙΗΜΕΝΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΠΡΟΣΑΥΞΗΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ, τα οποία ανέρχονται σε ποσό 198.669,21€.

Επειδή, αναφορικά με το φορολογικό έτος 2014, διαπιστώνεται ότι το ύψος του διαθέσιμου κεφαλαίου των προσφευγόντων την 1-1-2014 ανέρχεται σε ποσό 191.007,05€ [389.676,26€ (ανάλωση κεφαλαίου των ετών 2006-2013) – 198.669,21€ (υπόλοιπα τραπεζικών λογαριασμών της από 1-1-2014)]. Έπειτα από τα διαθέσιμα κεφάλαια της από 1-1-2014, ποσού 191.007,05€ αφαιρείται το ποσό των 28.998,30€, το οποίο αφορά καταβολή μετρητών που είχαν οι προσφεύγοντες «στο σπίτι» για την ανταλλαγή δολαρίων με ευρώ, προκειμένου να διευκολύνουν οικονομικά οικογενειακό – φιλικό τους πρόσωπο. Ως εκ τούτου, το ποσό που μπορούν να επικαλεστούν οι προσφεύγοντες ως ανάλωση κεφαλαίου των ετών 2006-2013 ανέρχεται σε ποσό 162.008,75€ (191.007,05€ – 28.998,30€).

Επειδή, το ποσό της διαπιστωθείσας διαφοράς, ποσού 21.646,09€, υπερκαλύπτεται από το αναλωθέν κεφάλαιο των ετών 2006-2013 ύψους 162.008,75€, το οποίο λόγω του ύψους του και του χρόνου που προέκυψε, δικαιολογείται να παραμένει κατά ένα μέρος του, όπως το ανωτέρω ποσό, εις χείρας των προσφευγόντων, αφού μάλιστα, η φορολογική αρχή δεν απέδειξε ότι οι τραπεζικές καταθέσεις των προσφευγόντων έφταναν σε τέτοιο ύψος, που να συνάγεται ότι οι προσφεύγοντες δεν μπορούσαν να έχουν διαθέσιμο κεφάλαιο εις χείρας τους.

Επειδή, εν προκειμένω στην Έκθεση Ελέγχου της Δ.Ο.Υ. ΡΟΔΟΥ δεν αποδεικνύεται αναμφισβήτητα η φερόμενη ως προσαύξηση περιουσίας, ενώ αντιθέτως ο έλεγχος δεν προέβη σε υπολογισμό του υπολοίπου ανάλωσης κεφαλαίου κατά την 1-1-2014, το οποίο είναι ικανό να καλύψει τη διαφορά ποσού 21.646,09€, που κατά τον έλεγχο αποτέλεσε προσαύξηση περιουσίας.

Επειδή, από τα ανωτέρω προκύπτει ότι από τις από 30-11-2018 οικείες εκθέσεις ελέγχου των προσφευγόντων, αντίστοιχα, δεν τεκμηριώνεται πλήρως και επαρκώς και με συγκεκριμένα στοιχεία η προσαύξηση περιουσίας των προσφευγόντων ώστε να μεταφερθεί το βάρος της απόδειξης στους ίδιους.

Αποφασίζουμε

Την αποδοχή της με αριθμό / 10-1-2019 ενδικοφανούς προσφυγής ενδικοφανούς προσφυγής των α) με ΑΦΜ και β) με ΑΦΜ και την ακύρωση της με αριθ / 30-11-2018 οριστικής πράξης διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος, φορολογικού έτους 2014, του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΡΟΔΟΥ.

Εντελλόμεθα όπως αρμόδιο όργανο κοινοποιήσει με τη νόμιμη διαδικασία την παρούσα απόφαση στους υπόχρεους.

ΜΕ ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΑΚΟΣ

Ακριβές Αντίγραφο
Υπάλληλος του Τμήματος Διοικητικής Υποστήριξης

Σ η μ ε ί ω σ η : Κατά της απόφασης αυτής επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής ενώπιον των αρμόδιων Διοικητικών Δικαστηρίων εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή της.

Ασφαλιστική αντιμετώπιση των μετόχων Κ.Τ.Ε.Λ. Α.Ε.

Εγκύκλιος ΕΦΚΑ 29/2019
Ασφαλιστική αντιμετώπιση των μετόχων Κ.Τ.Ε.Λ. Α.Ε.
Αθήνα, 05/06/2019
Αρ. Πρωτ.: Δ.ΑΣΦ./ 301/683965

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΕΙΣΦΟΡΩΝ
Δ/ΝΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
ΤΜΗΜΑ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΜΗ ΜΙΣΘΩΤΩΝ
Πληροφορίες: Β. Μπερούτσου
Τηλέφωνο: 210 – 5285569
ΤΜΗΜΑ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΜΙΣΘΩΤΩΝ
Πληροφορίες: Γ.Βαρουχάκης
Τηλέφωνο: 210 – 5285686
fax: 210 – 5229840
e-mail : d.asfalisis@efka.gov.gr
Ταχ. Δ/νση: Σατωβριάνδου 18
10432 Αθήνα

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ: 29

ΘΕΜΑ: Ασφαλιστική αντιμετώπιση των μετόχων Κ.Τ.Ε.Λ. Α.Ε.

ΣΧΕΤ: α) Οι διατάξεις της παρ.7γ του άρθρου 39 ν. 4387/2016

β) Το με αρ.πρωτ.Δ.ΑΣΦ./1069/1315813/2018 έγγραφο της Δ/νσης Ασφάλισης της Γενικής Δ/νσης Εισφορών

γ) Το αρ. πρωτ. Δ.15/Γ/οικ.5222/125/2019 έγγραφο του Υπουργείου Εργασίας

Σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 7γ του άρθρου 39 ν. 4387/2016, υποχρέωση εισφοράς στον ΕΦΚΑ ως ελεύθεροι επαγγελματίες έχουν και «οι μέτοχοι των Ανωνύμων Εταιρειών, των οποίων ο σκοπός είναι η μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων επί κομίστρω με αυτοκίνητα δημόσιας χρήσης, εφόσον είναι κάτοχοι ονομαστκών μετοχών».

Επί του θέματος δόθηκαν οδηγίες με το ως άνω β’ σχετικό έγγραφο της υπηρεσίας μας.

Από το αρμόδιο Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης με το ως άνω γ’ σχετικό, παρασχέθηκαν νεότερες διευκρινίσεις, για την ασφαλιστική αντιμετώπιση των μετόχων Κ.Τ.Ε.Λ Α.Ε, σχετικά με την εφαρμογή της ανωτέρω διάταξης, συνδυαστικά με την με την περ. γ’ της παρ. 2 του άρθρου 1 του Π.Δ.258/2005.

Με την παρούσα παρέχονται επί του θέματος οδηγίες, για την ενιαία εφαρμογή τους από τις τοπικές υπηρεσίες του ΕΦΚΑ.

Α. Νομοθετικό πλαίσιο λειτουργίας Κ.Τ.Ε.Λ. Α.Ε

Με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 3 ν. 2963/2001, όπως έχουν τροποποιηθεί και ισχύουν, δόθηκε η δυνατότητα στα Κ.Τ.Ε.Λ. να μετατραπούν από κοινοπραξίες σε ανώνυμες εταιρίες, με τις εξής μορφές:

– ΚΤΕΛ ΑΕ περίπτωση α’

Οι μέτοχοι της συγκεκριμένης μορφής ΚΤΕΛ Α.Ε έχουν εισφέρει σ’ αυτήν την κυριότητα των λεωφορείων τους.

Η αξία των λεωφορείων σε συνδυασμό με λοιπά στοιχεία του ενεργητικού αποτελούν το κεφάλαιο της εταιρείας.

Η συμμετοχή κάθε μετόχου στο κεφάλαιο της εταιρείας είναι σύμφωνη και αναλογική με την αξία των εισφερόμενων λεωφορείων.

Οι μετοχές πλέον κάθε μετόχου αντιπροσωπεύουν μερίδιο του συνολικού μετοχικού κεφαλαίου.

Ως εκ τούτου, οι μέτοχοι κατέχουν μόνο ονομαστικές μετοχές γωρίς εμπράγματα δικαιώματα στα λεωφορεία, καθόσον αυτά έχουν εισφερθεί κατά κυριότητα στην ΚΤΕΛ ΑΕ.

– ΚΤΕΛ ΑΕ περίπτωση β’

Μέτοχοι των εν λόγω ανωνύμων εταιρειών μπορούν να είναι οι μέτοχοι του μετατραπέντος ΚΤΕΛ εφόσον:

– έχουν εισφέρει σε χρήμα για τη δημιουργία κεφαλαίου της ανώνυμης εταιρείας και

– διατηρούν την κυριότητα επί λεωφορείων Δ.Χ, τα οποία εκμισθώνουν στην Κ.Τ.Ε.Λ Α.Ε.

Το κεφάλαιο της Α.Ε αποτελείται από το ενεργητικό του μετατρεπόμενου ΚΤΕΛ και την εις χρήμα καταβολή των μετόχων.

Η συμμετοχή κάθε μετόχου στο κεφάλαιο είναι ανάλογη στη συμμετοχή που είχαν στο μετατρεπόμενο ΚΤΕΛ.

Β. ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΜΕΤΟΧΩΝ ΚΤΕΛ Α.Ε

Στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ υπάγονται:

1. ΜΕΤΟΧΟΙ Κ.Τ.Ε.Λ. Α.Ε της περίπτωσης α’

Οι μέτοχοι της περίπτωσης αυτής, ανεξαρτήτως ποσοστού, ασφαλίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του π. Ο.Α.Ε.Ε και εισφοροδοτούνται ως μη μισθωτοί – ελεύθεροι επαγγελματίες σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 39 και 41 του Ν. 4387/2016.

Στην περίπτωση που ασκούν παράλληλα μισθωτή εργασία στην ίδια ΚΤΕΛ ΑΕ με οποιαδήποτε ειδικότητα – συμπεριλαμβανομένου και του οδηγού – ή σε οποιονδήποτε άλλον εργοδότη, ή ασκούν άλλη δραστηριότητα ως μη μισθωτοί, εφαρμόζονται οι διατάξεις περί παράλληλης ασφάλισης του άρθρου 36 ν.4387/2016.

2. ΜΕΤΟΧΟΙ Κ.Τ.Ε.Λ. Α.Ε της περίπτωσης β’

– Οι Μέτοχοι της περίπτωσης αυτής, ασφαλίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του π. Ο.Α.Ε.Ε και εισφοροδοτούνται ως μη μισθωτοί – ελεύθεροι επαγγελματίες σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 39 και 41 του Ν. 4387/2016.

– Οι Μέτοχοι που οδηγούν αυτοπρόσωπα το συνιδιόκτητο λεωφορείο Δ.Χ ασφαλίζονται ως εξής:

• εάν το ποσοστό ιδιοκτησίας επί λεωφορείου/ων Δ.Χ είναι ίσο ή μικρότερο του 10% ασφαλίζονται μόνο ως μισθωτοί και εισφοροδοτούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του 38 ν. 4387/2016.

• εάν το ποσοστό ιδιοκτησίας επί λεωφορείου/ων Δ.Χ είναι μεγαλύτερο του 10%, ασφαλίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του π. Ο.Α.Ε.Ε ως μη μισθωτοί – ελεύθεροι επαγγελματίες, λόγω της ιδιότητας τους ως ιδιοκτήτες λεωφορείου/ων Δ.Χ, και ως μισθωτοί λόγω της παροχής εξαρτημένης εργασίας, με την ιδιότητα του οδηγού, εφαρμοζομένων των διατάξεων περί παράλληλης ασφάλισης του άρθρου 36 του Ν.4387/2016.

Στην περίπτωση που ασκούν παράλληλα μισθωτή εργασία (πλην της αυτοπρόσωπης οδήγησης επί συνιδιόκτιτου λεωφορείου, που ασφαλίζονται μόνο ως μισθωτοί κατά τα ανωτέρω) ή ασκούν άλλη δραστηριότητα ως μη μισθωτοί, εφαρμόζονται οι διατάξεις περί παράλληλης ασφάλισης του άρθρου 36 ν.4387/2016.

Επισήμανση:

1. Το ποσοστό ιδιοκτησίας επί του/των λεωφορείων υπολογίζεται επί της κυριότητάς του/των.

2. Για τον υπολογισμό του ποσοστού λαμβάνεται υπόψη η κυριότητα επί εκάστου λεωφορείου και όχι αθροιστικά.

Μετά τα ανωτέρω για την ασφαλιστική αντιμετώπιση των Μετόχων Κ.Τ.Ε.Λ Α.Ε θα πρέπει να ελέγχονται τα κάτωθι κριτήρια:

• Η διατήρηση ή μη της κυριότητας των λεωφορείων από τους μετόχους της ΚΤΕΛ Α.Ε.

• Το ποσοστό ιδιοκτησίας επί λεωφορείου ΔΧ (μεγαλύτερο, μικρότερο ή ίσο του 10% για την περ. β’)

• Η οδήγηση ή μη των «συνιδιόκτητων» λεωφορείων (περ.β’)

• Η παράλληλη άσκηση άλλης μισθωτής ή μη μισθωτής απασχόλησης

Γ. Ισχύς νέου ασφαλιστικού καθεστώτος

Ως έναρξη ισχύος της παρούσας ορίζεται η 1.1.2019.

Της παρούσας να λάβει γνώση με ευθύνη των Προϊσταμένων Διευθύνσεων/Τμημάτων το προσωπικό της αρμοδιότητάς τους.

Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΕΦΚΑ
ΛΑΜΠΡΟΣ ΣΕΜΠΟΣ

Ακριβές Αντίγραφο
Η ΠΡ/ΝΗ ΤΟΥ ΑΥΤΟΤΕΛΟΥΣ ΤΜ/ΤΟΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ
ΕΛΕΝΗ ΤΣΙΟΥΤΣΙΑ

Χρόνος έκδοσης παραστατικού δικηγόρου

E.2095/2019
Κοινοποίηση διατάξεων της παρ. 4 του άρθρου 27 του ν.4596/2019 (Α’ 32), αναφορικά με το χρόνο έκδοσης του φορολογικού παραστατικού για την αποζημίωση (αμοιβή) που καταβάλλεται σε δικηγόρο υπηρεσίας

Αθήνα, 3 Ιουνίου 2019
E.2095/3-6-2019

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΛΕΓΧΩΝ
ΤΜΗΜΑ Ζ’

Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας: 10184 Αθήνα
Τηλέφωνο: 210-3610065
Fax: 210-3615052
E-Mail: d.eleg7@mofadm.gr
Url: www.aade.gr

ΘΕΜΑ: «Κοινοποίηση διατάξεων της παρ. 4 του άρθρου 27 του ν.4596/2019 (Α’ 32), αναφορικά με το χρόνο έκδοσης του φορολογικού παραστατικού για την αποζημίωση (αμοιβή) που καταβάλλεται σε δικηγόρο υπηρεσίας».

Με τις διατάξεις του ν.4596/2019 (Α’32) ρυθμίζεται, μεταξύ άλλων, ο χρόνος έκδοσης του προσήκοντος φορολογικού στοιχείου για την αποζημίωση που καταβάλλεται σε δικηγόρο υπηρεσίας.

Συγκεκριμένα, με τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 27 του Κεφαλαίου Ε’ του νόμου αντικαθίσταται το άρθρο 15 του ν.3226/2004 (Α’24) και ορίζεται, μεταξύ άλλων, ότι για την αποζημίωση που καταβάλλεται σε δικηγόρο υπηρεσίας το προσήκον φορολογικό στοιχείο εκδίδεται κατά την είσπραξη της ως άνω αποζημίωσης, μετά την εκκαθάριση και πριν την εξόφληση αυτής, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης σχετικής διάταξης.

Αποκλειστικά και μόνο δηλαδή για τις υπηρεσίες που παρέχονται από τους δικηγόρους υπηρεσίας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του ν.3226/2004 (Α’24), το φορολογικό παραστατικό εκδίδεται κατά το χρόνο είσπραξης της αμοιβής, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του ν.4308/2014 (Ε.Λ.Π.), που ρυθμίζουν τον χρόνο έκδοσής του.

Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ