42984/2019
Κώδικας Δεοντολογίας Ψυχολόγων
Αριθμ. Γ5β/Γ.Π. οικ. 42984/2019

(ΦΕΚ Β’ 2344/18-06-2019)

Ο ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΥΓΕΙΑΣ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:
α. Της παρ. 1 του άρθρου 3 και του άρθρο 8 του ν. 991/1979 «Για την άσκηση του επαγγέλματος του ψυχολόγου στην Ελλάδα και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 278 Α’), όπως ισχύει.
β. Του άρθρου 27 «Ρύθμιση θεμάτων επαγγελμάτων Υγείας» του Κεφαλαίου Δ’ «Λοιπές μεταβατικές και τελικές διατάξεις» του ν. 2646/1998 «Ανάπτυξη του Εθνικού Συστήματος Κοινωνικής Φροντίδας και άλλες διατάξεις (ΦΕΚ 236 Α’), όπως ισχύει.
γ. Του π.δ. 73/2015 «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (ΦΕΚ 116 Α’), όπως ισχύει.
δ. Του π.δ. 121/2017 «Οργανισμός του Υπουργείου Υγείας», (ΦΕΚ 148 Α’) όπως ισχύει.

2. Την αριθμ. Υ80/31-10-2017 απόφαση του Πρωθυπουργού «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Αναπληρωτή Υπουργό Υγείας Παύλο Πολάκη» (ΦΕΚ 3904 Β’).

3. Το αριθμ. 13574/26-2-2019 έγγραφο του Συλλόγου Ελλήνων Ψυχολόγων.

4. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις αυτής της απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

Α. ΓΕΝΙΚΑ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΨΥΧΟΛΟΓΟΥ.

Άρθρο 1

Πρωταρχική υποχρέωση του ψυχολόγου είναι να διαφυλάξει το κύρος του επαγγέλματος του που το επιτυγχάνει:
Με το σεβασμό προς τον άνθρωπο και τα δικαιώματα του, την αντικειμενικότητα, την αξιοπρέπεια, την ευσυνειδησία, την υψηλή συναίσθηση ευθύνης και τη συμπεριφορά που εμπνέει εμπιστοσύνη και γενικά τη διατήρηση του έργου του σε υψηλά επίπεδα.
Ειδικότερα ο ψυχολόγος φροντίζει ώστε οι πράξεις, οι ενέργειες και γενικά η συμπεριφορά του να μη μειώνουν το επάγγελμα του στην κοινή γνώμη και ιδίως να μην έρχονται σε αντίθεση προς το «δημόσιο αίσθημα» του τόπου, όπου το ασκεί.
Ο ψυχολόγος φροντίζει να διατηρεί υψηλό το επίπεδο της εργασίας και να προφυλάσσει την επιστήμη του και τις μεθόδους της από κάθε φθορά στην κοινή γνώμη. Ειδικότερα φροντίζει να εξασφαλίζει κατάλληλους όρους και συνθήκες για την διεξαγωγή της εργασίας του.
Όταν δεν υφίστανται εγγυήσεις για την τήρηση των ανωτέρω, ο ψυχολόγος απέχει από το να προσφέρει τις υπηρεσίες του.
Ο ψυχολόγος όταν ασκεί την επαγγελματική πράξη, βασίζεται σε μεθόδους και τεχνικές που έχουν κατοχυρωθεί ως όργανα επιστημονικής ψυχολογικής εξέτασης.
Ο ψυχολόγος οφείλει να πράττει καθετί που επιβάλλει το καθήκον του σύμφωνα με τα σύγχρονα επιστημονικά δεδομένα, τις αρχές ηθικής και της δεοντολογίας, τις διατάξεις του παρόντα κώδικα, καθώς και το σύνολο των διατάξεων που διαμορφώνουν το νομικό πλαίσιο άσκησης του επαγγέλματος του ψυχολόγου.

Άρθρο 2

Πρωταρχική μέριμνα του ψυχολόγου κατά την παροχή των υπηρεσιών του είναι η κάλυψη των αναγκών του ανθρώπου ως βιοψυχοκοινωνικής και πνευματικής οντότητας. Με βάση το εκπαιδευτικό του πρόγραμμα και με αποκλειστικό γνώμονα το συμφέρον του ασθενή, στα πλαίσια της αξιολόγησης-διάγνωσης-ψυχοθεραπευτικής παρέμβασης, ο ψυχολόγος οφείλει να χρησιμοποιεί το σύνολο των επιστημονικών και επαγγελματικών του γνώσεων, διατηρώντας σε κάθε περίπτωση την επιστημονική και επαγγελματική του αυτοτέλεια.

Άρθρο 3

Ο ψυχολόγος οφείλει να ενεργεί καθετί αναγκαίο για την αποτροπή της παράνομης άσκησης του επαγγέλματος, ενημερώνοντας αμελλητί τις αρμόδιες αρχές καθώς και τους επαγγελματικούς Συλλόγους των ψυχολόγων κάθε φορά που υποπίπτει στην αντίληψη του περίπτωση αντιποίησης του επαγγέλματος.
Απαγορεύεται η συγκάλυψη ή προστασία προσώπων με σκοπό την παράνομη άσκηση του επαγγέλματος του ψυχολόγου, καθώς και οποιαδήποτε συνεργασία ή σύμπραξη με άτομα που αντιποιούνται το επάγγελμα του ψυχολόγου.

Β. ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΑΣΘΕΝΕΙΣ.

Άρθρο 4

Ο ψυχολόγος οφείλει να επιδεικνύει απόλυτο σεβασμό στην προσωπικότητα, την αξιοπρέπεια και την τιμή του ασθενούς.
Οφείλει να λαμβάνει κάθε μέτρο που θα προάγει το αίσθημα της προσωπικής ελευθερίας και την ελεύθερη βούληση του ασθενή και να απέχει από κάθε ενέργεια που είναι δυνατό να τα θίξει.
Απαγορεύεται η τέλεση οιασδήποτε μη ενδεδειγμένης θεραπευτικής πράξης ή πειραματισμού, που δύνανται να θίξουν το αίσθημα της προσωπικής ελευθερίας και την ελεύθερη βούληση του ασθενή ή να θέσουν σε κίνδυνο την ανθρώπινη ζωή.
Ο ψυχολόγος, ανεξάρτητα από τα προσωπικά του αισθήματα, οφείλει να παρέχει προς όλους τους ασθενείς την ίδια φροντίδα, επιμέλεια και αφοσίωση, ανεξάρτητα από τις θρησκευτικές, ιδεολογικές ή άλλες τοποθετήσεις τους, από την οικονομική και κοινωνική τους κατάσταση ή την βαρύτητα της περίπτωσης.
Ο ψυχολόγος έχει πρωταρχική υποχρέωση απέναντι στον ασθενή να τηρεί πλήρη εχεμύθεια για ό,τι περιέχεται σε γνώση του από την ιδιωτική ζωή και τις πράξεις του ακόμα και αν δεν του τα έχει ανακοινώσει ο ίδιος ο ασθενής. Ο ψυχολόγος δεν επιτρέπεται να αναμιγνύεται στις οικογενειακές υποθέσεις του ασθενή.
Η συχνότητα των ψυχολογικών επισκέψεων πρέπει να δικαιολογείται από τη βαρύτητα της περίπτωσης, από την θέληση του ασθενή ή των οικείων του σε περιπτώσεις σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.
Ο ψυχολόγος δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιήσει για ιδιοτελείς σκοπούς πληροφορίες που έτυχε να αντλήσει από τον ασθενή του.
Συνιστάται ο ψυχολόγος να μην προβαίνει σε μαγνητοφώνηση, κινηματογραφική λήψη ή φωτογράφηση χωρίς να το γνωρίζει ο ασθενής ή τα υποκείμενα της έρευνας.
Ο ψυχολόγος δεν προσφέρει αυτόβουλα τις υπηρεσίες του και δεν παρακινεί κανένα να υποβληθεί σε ψυχολογική εξέταση από αυτόν, ακόμη και χωρίς αμοιβή.
Ο ψυχολόγος δεν πρέπει να προσφέρει ψυχολογικές υπηρεσίες σε πρόσωπα του οικογενειακού του περιβάλλοντος.
Λύση της υποχρέωσης για την τήρηση του επαγγελματικού απορρήτου επιτρέπεται σε εξαιρετικές περιπτώσεις όπου ο ψυχολόγος έχει σχηματίσει τη γνώμη ότι κινδυνεύει η ζωή (ασφάλεια) του ασθενούς του ή η ζωή και η σωματική ακεραιότητα τρίτων προσώπων. Στην περίπτωση αυτή, η ανακοίνωση γίνεται μόνο σε αρμόδια πρόσωπα ή φορείς (οικείους, κηδεμόνα, δικαιοσύνη).
Δεν επιτρέπεται στον ψυχολόγο να παρουσιασθεί ως μάρτυρας υπεράσπισης ή κατηγορίας του ασθενή του.
Ο ψυχολόγος δεν συζητά, περιπτώσεις ασθενών του σε κύκλους έξω επαγγελματικούς ή μη συγγενών επαγγελμάτων. Αν κατά τη διδασκαλία του ή στα συγγράμματα του θέλει να χρησιμοποιήσει υλικό ανάλογο, φροντίζει οπωσδήποτε να κατοχυρωθεί η απόλυτη ανωνυμία τους.
Ο ψυχολόγος μεριμνά για τη διαφύλαξη της ασφάλειας του υλικού που κατέχει και αφορά στους ασθενείς του, περιλαμβανομένων στοιχείων που διατηρεί σε ηλεκτρονικό υπολογιστή.
Ο ψυχολόγος κατά την διεξαγωγή ερευνών, πληροφορεί τους εξεταζόμενους για τις πτυχές της έρευνας, που πιθανώς να επηρέαζαν τη θέληση τους να συμμετέχουν σε αυτήν και δίνει εξηγήσεις σε θέματα που εγείρουν οι συμμετέχοντες. Σε περιπτώσεις παιδιών ή ατόμων που αδυνατούν να δώσουν τη συγκατάθεση τους, πρέπει να ζητείται η συγκατάθεση του νόμιμου εκπροσώπου τους.
Ο ερευνητής αναγνωρίζει το δικαίωμα στα συμμετέχοντα σε μια έρευνα υποκείμενα, να αποσυρθούν από την έρευνα, οποιαδήποτε στιγμή.
Ο ψυχολόγος κατά την διεξαγωγή ερευνών προσπαθεί να αποφεύγει υπέρμετρη κατανόηση, συγκίνηση ή ταλαιπωρία των εξεταζόμενων, σωματική ή ψυχική, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για ανηλίκους. Ακόμα, εξετάζει προσεχτικά την πιθανότητα μακροπρόθεσμων ανεπιθύμητων συνεπειών στα υποκείμενα που μετέχουν στην έρευνα, κι έχει την ευθύνη για να τις επισημάνει και να τις αφαιρέσει, τροποποιώντας πιθανώς το πειραματικό σχέδιο, όσο αυτό είναι δυνατόν. Ανάλογη φροντίδα πρέπει να λαμβάνεται και για τα πειραματόζωα μέσα στα πλαίσια των σχετικών πειραματισμών.
Ο ψυχολόγος αποφεύγει να επαναλάβει ψυχολογικές δοκιμασίες που έχουν ήδη γίνει από συνάδελφο του στο ίδιο πρόσωπο, πριν περάσει ένα εύλογο χρονικό διάστημα.
Δεν επιτρέπεται στον ψυχολόγο να διαθέτει τα μέσα και τις δυνατότητες της επιστήμης για την ικανοποίηση αθέμιτων συμφερόντων και συμπεριφορών.
Ο ψυχολόγος απαγορεύεται να παρέχει στους ασθενείς του ιατρικές συμβουλές, αλλά οφείλει να τους παραπέμπει σε ιατρό αντίστοιχης ειδικότητας.
Ο ψυχολόγος οφείλει να αρνηθεί τις υπηρεσίες του σε κάθε περίπτωση που κρίνει ότι δεν διαθέτει τις απαραίτητες γνώσεις ή πείρα για την αντιμετώπιση ασθενή.

Άρθρο 5

Δεν επιτρέπεται η διάδοση των τεστ κατά οποιοδήποτε τρόπο μεταξύ προσώπων μη ειδικών, είτε ως κυκλοφορία τους, είτε ως ανατύπωση, ή περιγραφή τους σε εκλαϊκευτικές περιοδικές εκδόσεις, έντυπα, ή εκπομπές, καθώς και η χρησιμοποίηση τους για άλλους σκοπούς εκτός αυτούς της ψυχολογικής εκτίμησης. Εάν υποπέσει στην αντίληψη του ψυχολόγου σχετικό συμβάν, οφείλει να ενημερώσει χωρίς αναβολή στους αρμόδιους επαγγελματικούς Συλλόγους ή την αρμόδια Διεύθυνση του Υπουργείου Υγείας. Όταν χρησιμοποιεί ψυχολογικές δοκιμασίες, ο ψυχολόγος σέβεται το δικαίωμα του ασθενή και να του αναλύσει τη φύση και τον σκοπό των δοκιμασιών αυτών. Οι επεξηγήσεις πρέπει να είναι σε γλώσσα χωρίς τεχνικούς όρους, που ο εξεταζόμενος μπορεί να κατανοήσει χωρίς να τις παρερμηνεύσει.
Αν η εκ των προτέρων γνώση, του τι μετρά το τεστ (π.χ. προσωπικότητας) καθιστά άκυρο το όργανο αυτό, ο ψυχολόγος μπορεί να δώσει και είναι καθήκον του, επεξηγήσεις, μετά την χορήγηση του τεστ. Αν η κατάσταση του ασθενή είναι ειδική (π.χ. παιδί, ή άτομο με νοητική υστέρηση), τότε επεξηγήσεις δίνονται στον εκπρόσωπο του ή κηδεμόνα του κατά τον νόμο. Η χορήγηση, αξιολόγηση και ερμηνεία ψυχολογικών τεστ, από υπηρεσίες ή μονάδες που χρησιμοποιούν γι’ αυτά ηλεκτρονικούς υπολογιστές, θεωρείται επαγγελματική δραστηριότητα και διέπεται από τις ανάλογες αρχές, τις οποίες ο υπεύθυνος της μονάδας και οι συνεργάτες του οφείλουν να εφαρμόζουν.
Η συλλογή υλικού με ομαδική χορήγηση τεστ, γίνεται είτε από τον ίδιο τον ερευνητή είτε από άλλα πρόσωπα, με ανάλογη προσωπική εποπτεία και ευθύνη του ερευνητή.
Ο ψυχολόγος απαξιώνει την αξιοπιστία των πορισμάτων των ερευνών του, αν παράλληλα προς αυτά δεν παρουσιάσει ακριβή και πλήρη στοιχεία για τις μεθόδους, το δείγμα, το υλικό και τις συνθήκες γενικά διεξαγωγής των ερευνών.
Σε περίπτωση που ο ψυχολόγος θα χρειασθεί να χορηγήσει γραπτή γνωμάτευση, οφείλει να αναφέρει μέσα τον αποδέκτη και τον σκοπό για τον οποίο χορηγείται.
Δεν επιτρέπεται η γραπτή ή προφορική ανακοίνωση του Δείκτη Νοημοσύνης (I.Q) σε ασθενείς και σε ιδρύματα ή υπηρεσίες όταν δεν διατηρούν ψυχολογικές υπηρεσίες. Σε ασθενείς η γραπτή ή προφορική ανακοίνωση θα δίδεται κατά την κρίση του ψυχολόγου αναλόγως της βαρύτητας της νόσου. Επιτρέπεται η παραπάνω ανακοίνωση να δίδεται σε γονείς ή κηδεμόνες ανηλίκων ή δικαστικούς συμπαραστάτες. Ανακοινώνεται μόνο η κατηγορία στην οποία ανήκει ο ασθενής (π.χ. κανονική, ανωτέρα, κ.α.). Γενικά αποφεύγεται η ανακοίνωση κάθε λεπτομέρειας που μπορεί να οδηγήσει σε παρερμηνείες.

Γ. ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΥΣ.

Άρθρο 6

Ο ψυχολόγος οφείλει να διατηρεί άριστες σχέσεις αλληλοσεβασμού και εκτίμησης με τους συναδέλφους του και απαγορεύεται κάθε δόλια ενέργεια που μπορεί να βλάψει τα συμφέροντα τους.
Απαγορεύεται στον ψυχολόγο να επικρίνει ή να αποδοκιμάζει με οποιονδήποτε τρόπο το έργο των συναδέλφων του. Αν υποπέσουν στην αντίληψη του ψυχολόγου πράξεις ή παραλείψεις συναδέλφων του, οι οποίες εμφανώς βλάπτουν την υγεία του ασθενή ή αντίκεινται στην ηθική, αυτός υποχρεούται να το αναφέρει αμελλητί στους επαγγελματικούς Συλλόγους των ψυχολόγων και τις αρμόδιες αρχές.
Η επίλυση επαγγελματικών διαφορών μεταξύ ψυχολόγων πρέπει να γίνεται με απόπειρα συμβιβασμού. Σε καμιά περίπτωση δεν επιτρέπεται να δημοσιοποιούνται καθ’ οιονδήποτε τρόπο επαγγελματικές και επιστημονικές διαφορές.
Απαγορεύεται στον ψυχολόγο που διαθέτει γραφείο ή μόνιμη εργασιακή σχέση να ασκεί το επάγγελμα του κατά τρόπο πλανόδιο από τόπο σε τόπο.
Γραφείο ψυχολόγου δύνανται να διατηρούν μόνο οι ψυχολόγοι που κατέχουν βεβαίωση/άδεια άσκησης επαγγέλματος ή ιδιώτες που απασχολούν επιστημονικά υπεύθυνο ψυχολόγο που κατέχει βεβαίωση/άδεια άσκησης επαγγέλματος.
Ο ψυχολόγος που διατηρεί γραφείο ή ο ιδιώτης που απασχολεί επιστημονικά υπεύθυνο ψυχολόγο, υποχρεούνται στην ανάρτηση σε εμφανή σημείο του γραφείου του τίτλου σπουδών και της βεβαίωσης άσκησης επαγγέλματος ψυχολόγου.
Αυτονόητο είναι ότι η παρουσίαση των τίτλων σπουδών καθώς και η αναγραφή ενδεχομένως των τίτλων ειδικότητας τους σε πινακίδες, επισκεπτήρια και άλλα έντυπα, πρέπει να ανταποκρίνεται απόλυτα προς την πραγματικότητα και σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.
Δεν επιτρέπεται σε ψυχολόγους, οι οποίοι έχουν πτυχίο ιατρού, φαρμακοποιού ή άλλου επαγγέλματος υγείας να διατηρούν ιατρεία, φαρμακεία, και άλλα αντιστοίχως, εκτός αν παύσουν την άσκηση του επαγγέλματος του ψυχολόγου.
Η γνωστοποίηση της επαγγελματικής ιδιότητας του ψυχολόγου πρέπει να γίνει κατά τρόπο ανάλογο προς το επίπεδο του επαγγέλματος και το ρόλο του ψυχολόγου στην κοινωνία.
Όταν ο ψυχολόγος προσφέρει τη βοήθεια του αντί αμοιβής, η αμοιβή του δεν πρέπει να είναι κατώτερη από τα καθορισμένα για το επάγγελμα όρια.
Απαγορεύονται δυσμενείς κρίσεις για συναδέλφους δημοσίως, έστω και χωρίς να αναφέρονται ονόματα, οι οποίες φθείρουν το επάγγελμα στην κοινή συνείδηση.
Όταν κάποιος ασθενής ζητά τις υπηρεσίες του ψυχολόγου, ενώ ήδη δέχεται τις υπηρεσίες ενός άλλου σχετικού επιστήμονα, ο ψυχολόγος εξετάζει προσεκτικά την κατάσταση και τους λόγους που οδήγησαν τον ασθενή να απευθυνθεί για πρόσθετη βοήθεια και έρχεται σε συνεννόηση με τον αρχικό επιστήμονα, ώστε να αποφευχθούν συγχύσεις ή συγκρούσεις με τον ασθενή ή τον συνάδελφο. Επίσης συνιστάται ο ψυχολόγος που προσλαμβάνεται σε μια θέση ή που αναλαμβάνει τη διδασκαλία μαθημάτων, να ενημερώνει σχετικά τον προκάτοχο του, εφόσον υπάρχει.
Όσοι έχουν συμβάλλει σε μια εργασία που ανακοινώνεται, ή στη διαμόρφωση ενός τεστ, μνημονεύονται ονομαστικά ανάλογα με τη συμβολή τους είτε ως συγγραφείς είτε στον πρόλογο ή σε υποσημείωση.
Ο ψυχολόγος επίσης δεν ιδιοποιείται την εργασία άλλου επιστήμονα. Όταν καταχωρεί σε εργασία του υλικά άλλων συναδέλφων, διατηρεί τα στοιχεία του επιστήμονα που εκπόνησε την εργασία ή το τεστ.

Δ. ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΨΥΧΟΛΟΓΟΥ ΜΕ ΑΛΛΟΥΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΕΣ ΥΓΕΙΑΣ.

Άρθρο 7

Ο ψυχολόγος δεν υπεισέρχεται στο έργο και στη δικαιοδοσία συγγενών επαγγελμάτων από υπέρβαση άσκησης του δικού του επαγγέλματος. Ειδικότερα, οφείλει να μην αναλαμβάνει να κάνει διάγνωση ή να καθορίσει θεραπευτική αγωγή ή να προσφέρει υπηρεσία ή συμβουλές για προβλήματα ή συμπτώματα που βρίσκονται έξω από τα αναγνωρισμένα όρια της ψυχολογικής πράξης.
Ο ψυχολόγος οφείλει να διατηρεί άριστες σχέσεις με ιατρούς, νοσηλευτές και το λοιπό προσωπικό υγείας, παραμερίζοντας κάθε διαφορά, με γνώμονα το συμφέρον του ασθενή και την εύρυθμη λειτουργία φορέων παροχής υπηρεσιών.
Ο ψυχολόγος οφείλει να σέβεται και να συνεργάζεται αρμονικά με τους άλλους επαγγελματίες υγείας, διατηρώντας την επιστημονική του αυτοτέλεια και την ιδιότητα του ως ισότιμο μέλος της θεραπευτικής ομάδας.
Όταν εκπρόσωπος άλλης ειδικότητας παραπέμπει ένα άτομο σε ψυχολόγο, σε περίπτωση που παρουσιασθεί ανάγκη ο ψυχολόγος να αποστείλει το άτομο αυτό σε άλλο συνάδελφο, ψυχολόγο ή ψυχίατρο, ο ψυχολόγος πρέπει να έλθει προηγουμένως σε συνεννόηση με εκείνον που αρχικά παρέπεμψε την περίπτωση.
Στοιχεία για τον ασθενή που ανακοινώνονται στον ψυχολόγο από συνάδελφο του ή άλλον ειδικό επιστήμονα, γνωστοποιούνται μόνο ύστερα από συγκατάθεση εκείνου που τα παρείχε.

Ε. ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΙΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΟΠΟΥ ΕΡΓΑΖΕΤΑΙ.

Άρθρο 8

Ο ψυχολόγος κατά την άσκηση των πράξεων που απορρέουν από το εκπαιδευτικό του πρόγραμμα, τηρεί το επαγγελματικό απόρρητο όχι μόνο προκειμένου για πρόσωπα που εξετάζει, αλλά και για θέματα που αφορούν τις μονάδες αυτές.
Ο ψυχολόγος που αναλαμβάνει εργασία σε κάποιον φορέα, ενημερώνει ευθύς εξ αρχής τον εργοδότη του για τους περιορισμούς και τις υποχρεώσεις που του υπαγορεύει η δεοντολογία του.
Στην περίπτωση που φορέας αναθέτει σε ψυχολόγο τη διεξαγωγή μιας έρευνας ή μελέτης, συνιστάται να καθορίζονται από πριν, με ειδική γραπτή συμφωνία,
α. τα χρονικά όρια από την κατάθεση της εργασίας έως τη δημοσίευση της από τον φορέα,
β. η κυριότητα του ανεπεξέργαστου ψυχολογικού υλικού και γ. οι λοιποί όροι συνεργασίας.

ΣΤ. ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΥ ΨΥΧΟΛΟΓΟΥ ΜΕ ΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΥΓΕΙΑΣ (ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΥΓΕΙΑΣ, ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑ, ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟ, κ.α.).

Άρθρο 9

Ο ψυχολόγος οφείλει να παρέχει τις απαραίτητες υπηρεσίες και να συνδράμει τις δημόσιες αρχές στο έργο τους για την προαγωγή της δημόσιας υγείας, σύμφωνα με τους κανόνες της επιστήμης και τις κείμενες διατάξεις.
Ο ψυχολόγος οφείλει να γνωρίζει πλήρως τους νόμους και κανονισμούς που διέπουν την άσκηση του επαγγέλματος του ψυχολόγου.
Οι ψυχολόγοι πρέπει να συμμετέχουν σε προγράμματα δημόσιας εκπαίδευσης, παρέχοντας πληροφόρηση σχετικά με το επάγγελμα.

Ζ. ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ.

Άρθρο 10

Απαγορεύεται η καθ’ οιονδήποτε τρόπο δημόσια διαφήμιση (Μ.Μ.Ε., ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης, μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τοιχοκόλληση, διανομή έντυπου υλικού, κ.λπ.) του ψυχολόγου ή η δημόσια αναφορά του ονόματος του με σκοπό τη διαφήμιση είτε απ’ αυτόν είτε από τρίτο πρόσωπο καθ’ υπόδειξη του.
Οι πινακίδες που αναρτώνται στο χώρο εργασίας του ψυχολόγου πρέπει να αναγράφουν αποκλειστικά και μόνον τη φράση «Γραφείο ψυχολόγου», καθώς και το ονοματεπώνυμο του ψυχολόγου ή την επωνυμία της εταιρείας με το λογότυπο που καθιερώνει το εταιρικό καταστατικό με το ονοματεπώνυμο του επιστημονικά υπεύθυνου ψυχολόγου, ενώ οι διαστάσεις τους δεν πρέπει να υπερβαίνουν τα 2 x 0,50 μέτρα. Απαγορεύεται η επιδεικτική διακόσμηση και ο φωτισμός των πινακίδων.
Απαγορεύεται η δημοσίευση ανακοινώσεων για διαφημιστικό σκοπό ή για επαγγελματική επικράτηση.
Ο ψυχολόγος οφείλει να απέχει από κάθε ενέργεια και να προσλαμβάνει κάθε πράξη η οποία μπορεί να δημιουργήσει υπόνοιες ότι καταφεύγει σε αγυρτεία, εξαπάτηση, καταδέσμευση ή εκμετάλλευση των ασθενών του.
Απαγορεύεται η χρησιμοποίηση επιστημονικών τίτλων που δεν έχουν αποκτηθεί ή αναγνωρισθεί νομότυπα.
Ο ψυχολόγος οφείλει να απέχει από κάθε πράξη που μπορεί να προκαλέσει αθέμιτο ανταγωνισμό προς τους συναδέλφους του ή αθέμιτο συνεταιρισμό μ’ αυτούς ή με άλλα πρόσωπα.
Δεν επιτρέπεται η διά των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης έκφραση απόψεων που μπορούν να προκαλέσουν σύγχυση ή παραπλάνηση του κοινού για θέματα υγείας. Ο περιορισμός αυτός ισχύει ιδιαίτερα σε περιπτώσεις υποθέσεων οι οποίες εκκρεμούν ενώπιον δικαστικών ή διοικητικών αρχών.

Η. ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΩΝ ΨΥΧΟΛΟΓΩΝ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ.

Άρθρο 11

Οι ψυχολόγοι μπορούν να διατηρούν ιστοσελίδα στο διαδίκτυο στην οποία αναφέρονται ιδίως τα οριζόμενα στον παρόντα Κώδικα.
Το όνομα, η επωνυμία ή ο τίτλος που επιλέγει ο ψυχολόγος για την ιστοσελίδα του ή την ηλεκτρονική του διεύθυνση πρέπει να συνάδουν με την επαγγελματική του ευπρέπεια και αξιοπρέπεια και να ανταποκρίνονται στις πραγματικά παρεχόμενες υπηρεσίες. Η ιστοσελίδα πρέπει να αναφέρει το χρόνο της τελευταίας της ενημέρωσης. Πρέπει, επίσης, να αναφέρει οποιαδήποτε πιθανή σύγκρουση συμφερόντων.
Η ιστοσελίδα μπορεί να περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τις συμβάσεις ή τη – με οποιανδήποτε τρόπο – συνεργασία του ψυχολόγου με το Δημόσιο, τα ταμεία ασθενείας και τους ασφαλιστικούς φορείς.
Οι πληροφορίες που παρέχονται στην ιστοσελίδα πρέπει να είναι ακριβείς, αντικειμενικές, κατανοητές και σύμφωνες με τον παρόντα Κώδικα. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να οδηγούν σε παραπλάνηση του κοινού ή σε έμμεση συγκριτική εκτίμηση προσόντων ή πτυχίων.
Απαγορεύεται η διενέργεια πράξεων ψυχολόγου και γενικά η άσκηση του επαγγέλματος διαδικτυακά, παρά μόνο στους χώρους που προβλέπει η κείμενη νομοθεσία και σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που ορίζονται κάθε φορά.

Η. ΑΜΟΙΒΗ ΨΥΧΟΛΟΓΟΥ.

Άρθρο 12

Ο ψυχολόγος παρέχει τις υπηρεσίες του με αμοιβή χωρίς να έχει το δικαίωμα να υποτιμά την αξία τους και να διαδίδει με οποιοδήποτε τρόπο ή με οποιοδήποτε μέσο ότι δέχεται αμοιβή κατώτερη από αυτή που ορίζεται από τον νόμο.
Κατ’ εξαίρεση και με τρόπο που αποκλείει την διαφήμιση ή τον αθέμιτο ανταγωνισμό ο ψυχολόγος μπορεί να παρέχει τις υπηρεσίες του δωρεάν ή με τίμημα κατώτερο από το ισχύον προς αποδεδειγμένα απόρους ή οικονομικά αδυνάτους ασθενείς.
Οποιαδήποτε συστηματική και εσκεμμένη μείωση τιμών εκ μέρους του ψυχολόγου, θεωρείται ως πράξη αθέμιτου ανταγωνισμού και ελλείψεως σεβασμού προς την αξιοπρέπεια του επαγγέλματος και τα πραγματικά συμφέροντα της κοινωνίας.
Ο ψυχολόγος πρέπει να χειρίζεται με λεπτομέρεια, διακριτικότητα και μετριοπάθεια τα ζητήματα αμοιβής, απέχοντας από κάθε ενέργεια ή απαίτηση, η οποία μπορεί να δικαιολογήσει μομφή εναντίον του για κερδοσκοπία ή αισχροκέρδεια.
Απαγορεύεται κάθε διανομή της αμοιβής του ψυχολόγου, εκχώρηση μέρους της, ή παροχή ποσοστών προς γιατρούς ή άλλους μεσάζοντες για την αύξηση της πελατείας του.

Άρθρο 13

Η τήρηση των διατάξεων του παρόντος Κώδικα επαφίεται στην επιστημονική αξιοπρέπεια και την επαγγελματική συνείδηση των ψυχολόγων και αποτελεί υποχρέωση των μελών των επαγγελματικών Συλλόγων των ψυχολόγων καθώς και του εκάστοτε ψυχολόγου που δραστηριοποιείται με τον οιονδήποτε τρόπο ανά τη χώρα, ο οποίος κατέχει βεβαίωση άσκησης επαγγέλματος ψυχολόγου.
Η τήρηση των ανωτέρω εποπτεύεται και ελέγχεται από την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Υγείας που κατάρτισε τον Κώδικα Δεοντολογίας Ψυχολόγων.

Άρθρο 14

Η ισχύς της παρούσας απόφασης αρχίζει από τη δημοσίευσής της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 5 Ιουνίου 2019

Ο Αναπληρωτής Υπουργός
ΠΑΥΛΟΣ ΠΟΛΑΚΗΣ

Recommended Posts