ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
|
Αθήνα, 21 Φεβρουαρίου 2013
|
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
|
ΠΟΛ. 1033
|
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
|
|
1. ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
|
|
Α. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ (Δ12)
|
|
Β. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ (Δ13)
|
|
2. ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΛΕΓΧΩΝ & ΕΙΣΠΡΑΞΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
|
|
Α. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ
|
|
Β. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΛΕΓΧΩΝ
|
|
Γ. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΧ/ΚΟΥ ΣΧΕΔ/ΣΜΟΥ
|
|
3. ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΠΛΗΡΟΦ. ΣΥΣΤ/ΤΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΚΕΠ.Υ.Ο.
|
|
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ Η/Υ (Δ30)
|
|
ΘΕΜΑ: Διευκρινίσεις στο πλαίσιο χειρισμού των υποθέσεων φορολογουμένων που έχουν αποστείλει εμβάσματα στο εξωτερικό κατά τα έτη 2009-2011.
Στο πλαίσιο του χειρισμού των υποθέσεων φορολογουμένων που έχουν αποστείλει εμβάσματα στο εξωτερικό κατά τα έτη 2009-2011 και οι οποίοι έχουν λάβει σχετική πρόσκληση από τη Γ.Γ.Π.Σ, παρέχονται οι ακόλουθες οδηγίες – διευκρινίσεις τόσο για τη διευκόλυνση των φορολογουμένων όσο και για την ταχύτερη διεκπεραίωση αυτών. Η φορολογική αντιμετώπιση των διαφορών που προκύπτουν από την κατάσταση προσδιορισμού κεφαλαίου θα πρέπει να αντιμετωπιστεί σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις της παρ.3 του άρθρου 48 σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 19 του Ν.2238/94 (Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος) αλλά και των οδηγιών που δίδονται με την παρούσα εγκύκλιο. Ειδικότερα:
1. Επικαλούμενα έτη για την ανάλωση κεφαλαίου.
Όπως έχει γίνει δεκτό με το υπ΄ αριθμ. 1087172/1642/Α0012/25.10.2005 έγγραφο της Δ/νσης φορολογίας εισοδήματος, τα έτη που επικαλείται ο φορολογούμενος για ανάλωση κεφαλαίου, πρέπει να είναι συνεχόμενα και να φθάνουν μέχρι το προηγούμενο του κρινόμενου έτους. Τα παραπάνω δεν ισχύουν κατά τα έτη που ο φορολογούμενος αποδεδειγμένα δεν ήταν υπόχρεος υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, βάσει των κείμενων διατάξεων.
2. Διαφορά τεκμαρτών – λογιστικών κερδών.
Διευκρινίζεται ότι, σε όσες περιπτώσεις τηρούνταν βιβλία του ΚΒΣ, από τα οποία προέκυπταν λογιστικά κέρδη, αλλά οι υπόψη επιχειρήσεις / ελεύθεροι επαγγελματίες φορολογούνταν όχι με αυτά, αλλά είτε με τεκμαρτά ποσά είτε με κατ΄ αποκοπή ποσά φόρου ( άρθρο 33 του Κ.Φ.Ε. ) είτε με τη χρήση συντελεστή στις ακαθάριστες νόμιμες αμοιβές των υπόχρεων του άρθρου 49 του Κ.Φ.Ε. , τότε για την κάλυψη της προσαύξησης της περιουσίας, θα λαμβάνονται υπόψη αυτά τα λογιστικά κέρδη, εφόσον είναι μεγαλύτερα των τεκμαρτών. Το ίδιο ισχύει και για όσους απέκτησαν γεωργικό εισόδημα, στην περίπτωση που δεν τηρούνταν βιβλία Γ΄ κατηγορίας, το οποίο εισόδημα προσδιορίζεται με αντικειμενικό τρόπο ( ΠΟΛ. 1095/2011 ).
Στην περίπτωση αυτή, στο φάκελο δικαιολογητικών επισυνάπτεται και το έντυπο Ε3 το οποίο είχε υποβληθεί με τη δήλωση εισοδήματος του έτους που επικαλείται ο φορολογούμενος.
3. Προσδιορισμός κεφαλαίου.
Τονίζεται ότι κατά τον προσδιορισμό του κεφαλαίου κάθε έτους αφαιρούνται οι δαπάνες που ορίζονται από τα άρθρα 16 και 17 του ΚΦΕ , ανεξάρτητα από το αν απαλλάσσονται της εφαρμογής τεκμηρίου.
Επισημαίνεται ότι ειδικά για τις χρήσεις 2008 και 2009, για τον υπολογισμό ανάλωσης κεφαλαίου ( άρθρο 19 του Κ.Φ.Ε. ) εκπίπτουν οι δαπάνες που ο προσδιορισμός τους ορίζεται από τα άρθρα 16 και 17 του Κ.Φ.Ε. , εφόσον εμπίπτουν στις διατάξεις περί εφαρμογής του τεκμηρίου ( παρ. 4 του άρθρου 3 του Ν.3763/2009 ).
4. Τεκμαρτή δαπάνη κύριας κατοικίας.
Από τη χρήση 2003 έως και τη χρήση 2009, το ετήσιο τεκμαρτό μίσθωμα για ιδιοκατοικούμενη ή μισθούμενη κύρια κατοικία άνω των 200 τ. μ. αποτελεί στοιχείο προσδιορισμού της ετήσιας δαπάνης διαβίωσης ( άρθρο 4 παρ. 1 Ν. 3091/2002 ). Επίσης, από 1.1.2003 αυξήθηκε η συνολική επιφάνεια των δευτερευουσών κατοικιών, των οποίων το τεκμαρτό μίσθωμα λαμβάνεται υπόψη για τον προσδιορισμό της συνολικής ετήσιας δαπάνης, από 100 σε 150 τ. μ. Συνεπώς, κατοικίες που δεν εμπίπτουν στο άρθρο 16 του ΚΦΕ δε λαμβάνονται υπόψη στον υπολογισμό ανάλωσης κεφαλαίου. Για τις χρήσεις 2002 και παλαιότερα, σύμφωνα με την ΠΟΛ. 1094/1989 διαταγή και την ΠΟΛ. 1201/1996 διαταγή, δε λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό ανάλωσης κεφαλαίου τα απαλλασσόμενα τεκμαρτά εισοδήματα, όπως το απαλλασσόμενο τεκμαρτό μίσθωμα από ιδιοκατοίκηση.
5. Εκπρόθεσμες αρχικές δηλώσεις.
Αν σε μία χρήση δεν υπεβλήθη δήλωση φόρου εισοδήματος, η οποία είναι απαραίτητη για τον υπολογισμό του διαθέσιμου υπολοίπου, υποβάλλεται εκπρόθεσμη δήλωση με τις αντίστοιχες κυρώσεις, όπου προβλέπεται. Εάν η χρήση έχει παραγραφεί, έχει γίνει δεκτό από τη Διοίκηση με το 1092294/1658/Α0012/2008 έγγραφο ότι επιτρέπεται η υποβολή αρχικής εκπρόθεσμης δήλωσης σχετικά με εισαγωγή συναλλάγματος ( άρθρο 19 παρ. 2 περ. δ΄ ΚΦΕ ) στο πρώτο μη παραγεγραμμένο έτος, με τις προϋποθέσεις της ΠΟΛ. 1130/2002 Απόφασης του Υπουργού Οικονομικών. Επίσης, επιτρέπεται η υποβολή εκπρόθεσμης συμπληρωματικής δήλωσης στο πρώτο μη παραγεγραμμένο έτος (οικον. 2001) και χωρίς την επιβολή προστίμου, σύμφωνα με την παρ.1 του άρθρου 4 του Ν. 2523/1997 , και μόνο όταν δηλώνονται ποσά του πίνακα 6 της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος (ΕΙ) «Πρόσθετα Πληροφοριακά Στοιχεία- Ποσά που μειώνουν την ετήσια δαπάνη».
6. Εκπρόθεσμες συμπληρωματικές δηλώσεις.
Στις εκπρόθεσμες συμπληρωματικές δηλώσεις με τις οποίες δηλώνεται κάποιο στοιχείο το οποίο ο φορολογούμενος παρέλειψε να δηλώσει, αλλά με αυτή την παράλειψή του δεν παραβίασε κάποια φορολογική διάταξη, στην περίπτωση που δεν προκύπτει διαφορά φόρου, για να επιβληθεί πρόσθετος φόρος, δεν επιβάλλεται πρόστιμο ( ΠΟΛ 1279/1999 διαταγή).
7. Αποζημιώσεις.
Η αποζημίωση συζύγου σε πρώην σύζυγο μπορεί να δικαιολογήσει έμβασμα, εφόσον αποδεικνύεται από πραγματικά περιστατικά. Το ίδιο ισχύει και για ποσά διατροφής τέκνων καθώς και για αποζημιώσεις ασφαλιστικών ταμείων.
8. Κοινοί λογαριασμοί.
Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος επικαλείται ότι χρηματικό ποσό ήταν κατατεθειμένο σε κοινό λογαριασμό (του Ν. 5638/1932 – ΦΕΚ 307 Α΄) αυτού με συνδικαιούχο, ο οποίος έχει ήδη – κατά το χρόνο του εμβάσματος – αποβιώσει, απαιτείται η προσκόμιση σχετικής βεβαίωσης για το ποσό που υπήρχε στον κοινό λογαριασμό κατά την ημερομηνία θανάτου του συνδικαιούχου και το είδος της κατάθεσης (κατά τα προηγούμενα) από το πιστωτικό ίδρυμα.
9. Κάτοικοι εξωτερικού.
α. Οι φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδος που υποστηρίζουν ότι είναι κάτοικοι εξωτερικού, οφείλουν να κάνουν τις απαραίτητες ενέργειες αλλαγής κατοικίας σύμφωνα με όσα ορίζει η ΠΟΛ.1142/2012 διαταγή.
β. Οι κάτοικοι εξωτερικού που υποχρεούνται σε φορολογική δήλωση εισοδήματος στην Ελλάδα, εφόσον εισήγαγαν στην Ελλάδα ποσό ή ποσά τα οποία την τριετία 2009-2011 εμβάστηκαν στο εξωτερικό, μπορούν να υποβάλουν συμπληρωματικές δηλώσεις εισαγωγής χρηματικού κεφαλαίου από το εξωτερικό, εφόσον επιθυμούν να το χρησιμοποιήσουν και για κάλυψη τεκμηρίων.
Στην περίπτωση που επιθυμούν να καλύψουν μόνο το ποσό του εμβάσματος, αναγράφουν στην κατάσταση προσδιορισμού κεφαλαίου σωρευτικά στο χρόνο που πραγματοποιήθηκε το έμβασμα, το ποσό ή τα ποσά της εισαγωγής χρηματικού κεφαλαίου από το εξωτερικό που πραγματοποιήθηκαν κατά τα προηγούμενα έτη, τα οποία προκύπτουν από βεβαιώσεις χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, χωρίς την υποβολή συμπληρωματικής δήλωσης.
γ. Οι κάτοικοι εξωτερικού που δεν υποχρεούνται σε φορολογική δήλωση εισοδήματος στην Ελλάδα, εφόσον εισήγαγαν με κάθε νόμιμη μορφή στην Ελλάδα ποσό ή ποσά τα οποία την τριετία 2009-2011 εμβάστηκαν στο εξωτερικό, αναγράφουν μόνο στην κατάσταση προσδιορισμού κεφαλαίου, σωρευτικά στο χρόνο που πραγματοποιήθηκε το έμβασμα, το ποσό ή τα ποσά της εισαγωγής χρηματικού κεφαλαίου από το εξωτερικό που πραγματοποιήθηκαν κατά τα προηγούμενα έτη, τα οποία προκύπτουν από βεβαιώσεις χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, χωρίς την υποβολή δήλωσης.
10. Κάλυψη του εμβάσματος με επαναπατριζόμενα κεφάλαια.
Εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 18 του Ν.3842/2010 , του άρθρου 21 παρ. 19 του Ν. 3943/2011 (αντικατέστησε την παρ. 1 του άρθρου 18 του Ν. 3842/2010 ) καθώς και του άρθρου 38 του Ν. 3259/2004 , σχετικά με τα επαναπατριζόμενα κεφάλαια, σας γνωρίζουμε ότι, με την καταβολή των αντίστοιχων φόρων επί της αξίας των κεφαλαίων που επαναπατρίστηκαν, εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση του υπόχρεου, φυσικού ή νομικού προσώπου, για τα κεφάλαια που εισάγει. Επομένως, δεν συντρέχει λόγος νέας φορολόγησής τους, εφόσον υπάρχουν τα νόμιμα παραστατικά που ορίζουν οι ανωτέρω νόμοι.
Περιπτώσεις:
α. Κεφάλαια που επαναπατρίστηκαν με την καταβολή φόρου 3% ή 5% και εισήχθησαν στη χώρα μας μπορούν να δικαιολογήσουν το έμβασμα ανεξάρτητα του χρόνου του εμβάσματος.
β. Κεφάλαια για τα οποία κατεβλήθη φόρος (8%) (επειδή παρέμειναν στην αλλοδαπή) μπορούν να το δικαιολογήσουν, εφόσον το έμβασμα έγινε πριν τον επαναπατρισμό του κεφαλαίου.
12. Κάλυψη του εμβάσματος με χρηματικά ποσά που υπήρχαν σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα στο τέλος του έτους 1999.
Γίνονται δεκτά χρηματικά ποσά που υπήρχαν σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα στο τέλος του έτους 1999, εφόσον αποδεικνύεται από επίσημα δικαιολογητικά (βεβαίωση από χρηματοπιστωτικά ιδρύματα) και εφόσον έχουν υποβληθεί οι σχετικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος.
Στην ηλεκτρονική εφαρμογή συμπληρώνεται το πεδίο “Αφορολόγητα και φορολογηθέντα κατ΄ ειδικό τρόπο” στο οικον. έτος 2000, με το ποσό αυτό.
Στην περίπτωση που ο δικαιούχος χρησιμοποιήσει χρηματικά διαθέσιμα που υπήρχαν σε πιστωτικά ιδρύματα στο τέλος του έτους 1999, δε μπορεί να επικαλεσθεί και ανάλωση προηγουμένων ετών.
13. Κάλυψη του εμβάσματος με χρηματικά ποσά που προέρχονται από λίστες γάμου.
Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος επικαλείται χρηματικά ποσά που προέρχονται από λίστες γάμου- δώρα γάμου, ο ισχυρισμός αυτός, ως θέμα πραγματικό, εξετάζεται από την αρμόδια ελεγκτική αρχή και το βάρος της απόδειξης το φέρει ο δικαιούχος του εμβάσματος προσκομίζοντας κάθε νόμιμο μέσο π.χ. ληξιαρχική πράξη γάμου και αντίγραφο κίνησης τραπεζικού λογαριασμού, για διάστημα μέχρι δύο μηνών πριν και ενός μήνα μετά την τέλεση του γάμου. Τούτο βεβαίως δεν αποκλείει τον έλεγχο για την τυχόν επιβολή φόρου δωρεάς.
14. Κάλυψη του εμβάσματος με χρηματικά ποσά που προέρχονται από πώληση μετοχών.
Σε περίπτωση που ο δικαιούχος του εμβάσματος πούλησε μετοχές εισηγμένες ή μη, μπορεί να καλύψει το ποσό του εμβάσματος με το ποσό που προήλθε από την πώληση αυτή, υπό την προϋπόθεση ότι η εκποίηση τους έχει λάβει χώρα πριν από την ημερομηνία του εμβάσματος και εφόσον βέβαια προκύπτει από νόμιμα παραστατικά (πινακίδια αγοράς – πώλησης, βεβαίωση χρηματιστηριακής εταιρίας – χρηματιστηρίου, δήλωση απόδοσης του οικείου φόρου) στα οποία απεικονίζονται οι σχετικές πράξεις.
Επιπλέον, σε κάθε περίπτωση ελέγχεται η οικονομική δυνατότητα απόκτησης των μετοχών αυτών από το φορολογούμενο.
15. Κάλυψη του εμβάσματος με χρηματικά ποσά που προέρχονται από ρευστοποίηση ομολόγων και εντόκων γραμματίων του Δημοσίου.
Σε περίπτωση που φορολογούμενος εκποίησε τίτλους του Δημοσίου (ομόλογα- έντοκα γραμμάτια), μπορεί να καλύψει το ποσό του εμβάσματος με ολόκληρο το ποσό της εκποίησης των τίτλων αυτών, υπό την προϋπόθεση ότι η εκποίηση τους έχει λάβει χώρα πριν από την ημερομηνία του εμβάσματος.
Επιπλέον σε κάθε περίπτωση ελέγχεται η οικονομική δυνατότητα απόκτησης των τίτλων αυτών από το φορολογούμενο.
16. Κάλυψη του εμβάσματος με χρηματικά ποσά που προέρχονται από λήψη
δανείων.
Δάνεια τα οποία έχουν ληφθεί και αποδεικνύονται με έγγραφα στοιχεία που φέρουν βέβαιη χρονολογία (π.χ. κίνηση λογ/σμών, οποιοδήποτε δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο που απέκτησε βεβαία χρονολογία πριν την ημερομηνία του εμβάσματος) γίνονται δεκτά, εφόσον από τα παραπάνω έγγραφα αποδεικνύεται ότι έχουν ληφθεί πριν την πραγματοποίηση του εμβάσματος, έστω και αν υποβληθεί εκπρόθεσμα η οικεία δήλωση (δανείου).
Για το δανειοδότη, εφόσον δεν έχει δηλώσει στην οικεία δήλωση φορολογίας εισοδήματος το ποσό του δανείου, συντρέχει υποχρέωση δήλωσής του με συμπληρωματική δήλωση ( άρ. 17 ΚΦΕ ), προκειμένου να ελεγχθεί εάν είχε τη δυνατότητα να το καλύψει, σύμφωνα με όσα ορίζουν οι διατάξεις του άρθρου 19 ΚΦΕ .
Επισημαίνουμε ότι για την αναγνώριση των ποσών αυτών που προέρχονται από δάνεια, θα εξετάζεται πρώτα αν το δάνειο είναι πραγματικό. Εφόσον διαπιστώνεται ότι είναι εικονικό και εμφανίζεται για την καταστρατήγηση των διατάξεων περί τεκμηρίων, δεν θα λαμβάνεται υπόψη.
17. Αντιμετώπιση των εμβασμάτων σε περίπτωση εξαγωγής και εισαγωγής.
Σε περίπτωση εξαγωγής – εισαγωγής και επανεξαγωγής εμβασμάτων, για το διάστημα από 1/1/2009 έως και 31/12/2011, ο φορολογούμενος στο πεδίο «ΕΜΒΑΣΜΑΤΑ» θα δηλώσει όλες τις εξαγωγές που έχουν γίνει ανά έτος και στο πεδίο «ΕΠΑΝΑΠΑΤΡΙΖΟΜΕΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ Ή ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ ΑΛΛΟΔΑΠΗΣ» θα δηλώσει όλες τις εισαγωγές .
Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος έχει ήδη οριστικοποιήσει την εφαρμογή και στο πεδίο των εμβασμάτων ανέγραψε τη διαφορά μεταξύ των εξαγωγών – εισαγωγών, μπορεί να επανέλθει στην εφαρμογή και μέσω της επιλογής «ΑΝΑΙΡΕΣΗ ΔΗΛΩΣΗΣ» να διορθώσει σύμφωνα με τα κατά τα ανωτέρω οριζόμενα. Σε διαφορετική περίπτωση θα λαμβάνεται υπόψη το ποσό της διαφοράς, εφόσον προκύπτει από τα σχετικά δικαιολογητικά.
18. Αντιμετώπιση των εμβασμάτων σε περίπτωση συνδικαιούχων.
Για τους κοινούς τραπεζικούς λογαριασμούς, το ποσό του εμβάσματος επιμερίζεται στους συνδικαιούχους καταρχήν ισομερώς και, εφόσον ο φορολογούμενος επικαλείται διαφορετική αναλογία, φέρει το βάρος της απόδειξης με κάθε νόμιμο μέσο.
19. Αντιμετώπιση των εμβασμάτων με εισαγωγή κεφαλαίων που δεν
ευρωποιήθηκαν ή δραχμοποιήθηκαν.
Για τις περιπτώσεις εκείνες που, κατά την εισαγωγή του συναλλάγματος και μέχρι την ημερομηνία του εμβάσματος, δεν έγινε μετατροπή του σε ευρώ, προκειμένου ο φορολογούμενος να καλύψει το ποσό του εμβάσματος (μέσω της εφαρμογής του taxis), θα πρέπει να προσκομίσει βεβαίωση του χρηματοπιστωτικού ιδρύματος περί της εισαγωγής του ανάλογου ποσού και παραμονής του στο νόμισμα στο οποίο είχε εισαχθεί.
Ειδικά για τους υπόχρεους σε δήλωση στην Ελλάδα, θα πρέπει να υπάρχει δικαιολόγηση προέλευσης του παραπάνω ποσού που θα επικαλεστούν.
Για λόγους πρακτικής αντιμετώπισης των παραπάνω περιπτώσεων, διευκρινίζεται ότι τα ανωτέρω περιγραφόμενα ποσά θα συμπεριληφθούν στην ειδική εφαρμογή του TAXIS χωρίς υποβολή συμπληρωματικής δήλωσης, στο πεδίο «ΕΠΑΝΑΠΑΤΡΙΖΟΜΕΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ Ή ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ ΑΛΛΟΔΑΠΗΣ» αθροιστικά, αφού μετατραπούν σε ευρώ, με ισοτιμία την ισοτιμία που ίσχυε κατά την ημερομηνία εξαγωγής του εμβάσματος. Μεταξύ των δικαιολογητικών που θα προσκομίσει ο φορολογούμενος στη Δ.Ο.Υ. θα περιλαμβάνεται και σχετική αναλυτική κατάσταση ανά έτος κ.λπ. των εισαγόμενων σε ξένο νόμισμα κεφαλαίων.
20. Αντιμετώπιση των εμβασμάτων που προέρχονται από μερίσματα πλοίων του Ν. 27/1975.
Σύμφωνα με την ΠΟΛ.1135/2010 διαταγή, τα δικαιολογητικά που υποχρεούνται να προσκομίζουν οι φορολογούμενοι κάτοικοι Ελλάδας που αποκτούν μερίσματα που καταβάλλονται από αλλοδαπές πλοιοκτήτριες εταιρείες πλοίων με ξένη ή ελληνική σημαία, στην περίπτωση που τα πλοία τελούν υπό τη διαχείριση ή εκμετάλλευση γραφείων που έχουν εγκατασταθεί στην Ελλάδα με βάση τις διατάξεις του άρθρου 25 του Ν. 27/1975 , είναι τα εξής:
α) βεβαίωση της αλλοδαπής πλοιοκτήτριας εταιρίας, από την οποία θα προκύπτουν τα στοιχεία του φορολογουμένου ως μετόχου της εταιρείας, το καταβληθέν σε αυτόν μέρισμα και το όνομα του πλοίου, από την εκμετάλλευση του οποίου χορηγείται το σχετικό μέρισμα και
β) αντίγραφο της σχετικής άδειας εγκατάστασης στην Ελλάδα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 25 του Ν. 27/1975, του γραφείου ή του υποκαταστήματος της αλλοδαπής ναυτιλιακής επιχείρησης, που ασχολείται αποκλειστικά με τη διαχείριση, εκμετάλλευση ή ναύλωση του πλοίου (1089690/11472πε/Β0012/2005).
Σύμφωνα εξάλλου, με το Δ12 1073769 ΕΞ 2012 έγγραφο της Διεύθυνσης Φορολογίας Εισοδήματος, οι βεβαιώσεις μεταφοράς χρηματικών κεφαλαίων από το εξωτερικό δεν απαιτούνται, όμως, στην περίπτωση που τα ποσά χρειάζεται να δηλωθούν στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος (κωδικοί αριθμοί 659,660) προκειμένου να καλύψουν αντικειμενικές δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων, τότε απαιτείται η ευρωποίηση του ποσού.
Ανεξάρτητα από τα παραπάνω, όσον αφορά τη δικαιολόγηση των εμβασμάτων στο εξωτερικό, θα πρέπει να αποδεικνύεται με κάθε νόμιμη μορφή η προηγούμενη μεταφορά των κεφαλαίων στην Ελλάδα.
21. Αντιμετώπιση των εμβασμάτων για υπαλλήλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σχετικά με τις αμοιβές των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως έχει γίνει δεκτό με το Δ12Α 1141439/3120 ΕΞ 2013 έγγραφο και με το Δ12 1136335 ΕΞ 2012 έγγραφο του Υπουργού Οικονομικών, οι υπάλληλοι των οργάνων της EE που έχουν την κατοικία τους για φορολογικούς σκοπούς στην Ελλάδα, όπου και διαθέτουν ορισμένα περιουσιακά στοιχεία, μπορούν να δηλώνουν στον κωδικό 659 ή 657 της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος τους (έντυπο ΕΙ) τα φορολογούμενα με ειδικό τρόπο εισοδήματά τους (σύμφωνα με το άρθρο 12 του Πρωτοκόλλου αριθ. 7 της ΣΛΕΕ περί προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης) και να τα χρησιμοποιούν για την κάλυψη των αντικειμενικών δαπανών που αναφέρονται στο άρθρο 16 και 17 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος.
Ανεξάρτητα από τα παραπάνω, όσον αφορά τη δικαιολόγηση των εμβασμάτων στο εξωτερικό, θα πρέπει να αποδεικνύεται με κάθε νόμιμη μορφή η προηγούμενη εισαγωγή των κεφαλαίων στην Ελλάδα.
22. Αντιμετώπιση των εμβασμάτων για το αλλοδαπό προσωπικό των επιχειρήσεων του α.ν. 89/1967 το οποίο δεν διαμένει μόνιμα στην Ελλάδα.
Όσον αφορά στο αλλοδαπό προσωπικό των επιχειρήσεων του α.ν. 89/1967 το οποίο δεν διαμένει μόνιμα στην Ελλάδα, για το οποίο ισχύει προνομιακό καθεστώς φορολόγησης λόγω του ειδικού και αναπτυξιακού χαρακτήρα των σχετικών διατάξεων ( ΠΟΛ.1155/21.7.2011 ), αυτό υποχρεούται στη δικαιολόγηση των εμβασμάτων. Η φορολόγηση των μισθωτών αυτών μόνο για το αποκτώμενο στην Ελλάδα εισόδημά τους δεν τους απαλλάσσει από την υποχρέωση να δικαιολογήσουν τα ποσά που έστειλαν στο εξωτερικό.
Στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να υποβάλουν είτε αρχικές εκπρόθεσμες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, εφόσον δεν έχουν υποβληθεί είτε συμπληρωματικές, με τα απαραίτητα δικαιολογητικά.
23. Αντιμετώπιση των εμπορικών εμβασμάτων.
Στις περιπτώσεις εμπορικών εμβασμάτων, η συμπλήρωση της εφαρμογής θα γίνει σύμφωνα με τα οριζόμενα στο παράρτημα Α΄. Ο φορολογούμενος, στο φάκελο δικαιολογητικών που θα υποβάλει στη Δ.Ο.Υ, θα επισυνάψει κατάσταση στην οποία θα αναγράφονται αναλυτικά τα ποσά των εμβασμάτων και τα αντίστοιχα τιμολόγια που αυτά αφορούν.
24. Σε περίπτωση εμβάσματος από παιδί που κατοικεί στο εξωτερικό, τίθενται τα πιο κάτω θέματα:
α) αν το έμβασμα έγινε από κοινό λογαριασμό του τέκνου με το γονέα σε ατομικό λογαριασμό του τέκνου, που σπουδάζει στο εξωτερικό, και αποδεικνύεται ότι το ποσό του εμβάσματος καλύπτει τις αναγκαίες υποχρεώσεις του γονέα για τις σπουδές του τέκνου, η κάλυψη του εμβάσματος θα βαρύνει το γονέα και δεν προκύπτει θέμα άτυπης δωρεάς στο τέκνο.
β) αν, στην πιο πάνω περίπτωση, το ποσό που εμβάστηκε υπερβαίνει τις αναγκαίες δαπάνες για τις σπουδές του τέκνου, η κάλυψη του εμβάσματος για το επιπλέον ποσό θα βαρύνει το τέκνο και, εφόσον το τέκνο δεν είχε την οικονομική δυνατότητα συνεισφοράς στον κοινό λογαριασμό, λόγω απουσίας εισοδημάτων ή άλλων εσόδων, προκύπτει θέμα άτυπης δωρεάς σε αυτό.
γ) αν το έμβασμα έγινε από κοινό λογαριασμό του τέκνου (το οποίο δεν σπουδάζει) με το γονέα σε κοινό λογαριασμό αυτών και εφόσον το τέκνο δεν είχε την οικονομική δυνατότητα συνεισφοράς στον κοινό λογαριασμό, λόγω απουσίας εισοδημάτων ή άλλων εσόδων, η κάλυψη του εμβάσματος θα βαρύνει το γονέα. Η τυχόν ύπαρξη άτυπης δωρεάς δεν μπορεί να αποκλειστεί στις περιπτώσεις αυτές (μετά από τη διενέργεια ελέγχου), εφόσον αποδεικνύεται ότι το τέκνο που δεν είχε την οικονομική δυνατότητα να εισφέρει στον κοινό λογαριασμό, παραταύτα έκανε χρήση
αυτού μεταγενέστερα (π.χ. με ανάληψη ποσού και περαιτέρω κατάθεση σε άλλο λογαριασμό ατομικό ή κοινό με τρίτο πρόσωπο ή οποιαδήποτε άλλη επένδυση ή και απλή ανάληψη).
Τα πιο πάνω (για την τυχόν υποχρέωση φόρου δωρεάς) μπορούν να ισχύσουν βεβαίως ανάλογα και σε κάθε άλλη περίπτωση κατά την οποία διαπιστώνεται η μεταφορά χρηματικών ποσών από ή /και προς κοινό ή ατομικό λογαριασμό. Στις περιπτώσεις μεταφοράς χρηματικών ποσών από και προς κοινό λογαριασμό μεταξύ των αυτών συνδικαιούχων, η κάλυψη των ποσών του εμβάσματος βαρύνει τον καθένα από αυτούς κατ΄ αναλογία, εκτός αν αποδεικνύεται διαφορετικά, με την επιφύλαξη της τυχόν ύπαρξης άτυπης δωρεάς κατά τα ανωτέρω. Σημειώνεται ότι η κατάθεση σε κοινό λογαριασμό δεν μπορεί να θεμελιώσει εκ προοιμίου την ύπαρξη άτυπης δωρεάς μεταξύ των συνδικαιούχων.
Θέμα άτυπης δωρεάς τίθεται εφόσον ο συνδικαιούχος, ο οποίος δεν είχε (την οικονομική δυνατότητα να) εισφέρει στον κοινό λογαριασμό, κάνει χρήση (του) ποσού του λογαριασμού, γεγονός πραγματικό και ελεγκτέο σε κάθε περίπτωση από την αρμόδια Δ.Ο.Υ.. Για παράδειγμα, η μεταφορά χρηματικού ποσού από και προς κοινό λογαριασμό μεταξύ των αυτών προσώπων και η επιστροφή του ίδιου χρηματικού ποσού στον αρχικό λογαριασμό, χωρίς ενδιάμεσα να έχει γίνει χρήση (του) ποσού αυτού από κάποιον από τους συνδικαιούχους, δεν μπορεί να θεμελιώσει την ύπαρξη άτυπης δωρεάς.
25. Κάλυψη του εμβάσματος με χρηματικά ποσά από εκπρόθεσμες δωρεές, γονικές παροχές.
Οι άτυπες δωρεές και γονικές παροχές χρηματικών ποσών γίνονται δεκτές, έστω και αν υποβληθεί εκπρόθεσμα η οικεία φορολογική δήλωση (εισοδήματος ή δωρεάς), κατ΄ εξαίρεση των όσων ορίζουν οι διατάξεις του άρθρου 19 ΚΦΕ , επειδή αφορούν εμβάσματα που δεν εμπίπτουν στην έννοια των τεκμηρίων ( άρθ. 15 , 16 , 17, 18 και 19 ΚΦΕ). Ελέγχεται όμως το πραγματικό γεγονός της δωρεάς (π.χ. κίνηση λογαριασμών, οποιοδήποτε δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο που απέκτησε βεβαία χρονολογία πριν την ημερομηνία του εμβάσματος). Για το δωρητή συντρέχει υποχρέωση δήλωσης του χρηματικού ποσού με συμπληρωματική δήλωση του έτους που έκανε τη δωρεά ( άρ.17 ΚΦΕ ), προκειμένου να ελεγχθεί εάν είχε τη δυνατότητα να την καλύψει, σύμφωνα με όσα ορίζουν οι διατάξεις του άρθρου 19 ΚΦΕ .
Επισημαίνουμε ότι σύμφωνα με τις ΠΟΛ. 1042/1993 και Ε. 752/Εγκ. 7 /22.1.1979 διαταγές, για την αναγνώριση των ποσών αυτών που προέρχονται από δωρεά θα εξετάζεται πρώτα αν η δωρεά είναι πραγματική. Εφόσον διαπιστώνεται ότι η δωρεά είναι εικονική και εμφανίζεται για την καταστρατήγηση των διατάξεων περί τεκμηρίων, δεν θα λαμβάνεται υπόψη. Προς τούτο θα ερευνάται αν ο δωρητής είχε την οικονομική δυνατότητα να χορηγήσει αυτή.
Εξάλλου σας γνωρίζουμε ότι, σύμφωνα με τα ισχύοντα στη φορολογία δωρεών και γονικών παροχών, χρόνος φορολογίας για τις άτυπες δωρεές και γονικές παροχές είναι ο χρόνος σύστασης αυτών, δηλαδή – εν προκειμένω – ο χρόνος παράδοσης των χρηματικών ποσών. Εφόσον με την υποβολή της οικείας δήλωσης φόρου δωρεάς δεν μπορεί να αποδειχθεί ο αληθής χρόνος σύστασης της δωρεάς – γονικής παροχής, κατ΄ αρχήν ο αναλογών φόρος δωρεάς θα υπολογισθεί με τα ισχύοντα κατά τον αναγραφόμενο στη δήλωση χρόνο σύστασης της δωρεάς. Εάν κατά τον έλεγχο της υπόθεσης φόρου δωρεάς – γονικής παροχής διαπιστωθεί με οποιονδήποτε τρόπο (π.χ. μεταφορά χρηματικών ποσών από και προς λογαριασμό) ότι η παράδοση των χρηματικών ποσών έγινε σε διαφορετικό χρόνο, ακολουθούνται οι σχετικές διαδικασίες για την έκδοση πράξης επιβολής φόρου.
Σε κάθε περίπτωση, για τη δικαιολόγηση των εμβασμάτων θα λαμβάνονται υπόψη εισοδήματα ή ποσά που δεν αποτελούν εισόδημα (π.χ. δωρεές, κληρονομιές, γονικές παροχές κλπ) που έχουν φορολογηθεί ή νομίμως απαλλαχτεί και τα οποία αποδεικνύονται με νόμιμα δικαιολογητικά.
Όλα τα παραπάνω θα υπόκεινται στην εξελεγκτική αρμοδιότητα της Αρμόδιας Αρχής.
Οδηγίες για τη συμπλήρωση της κατάστασης προσδιορισμού κεφαλαίου παρέχονται στο επισυναπτόμενο στην παρούσα, παράρτημα Α΄.
Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΘΕΟΧΑΡΗΣ ΘΕΟΧΑΡΗΣ