ΠΟΛ.1208/29.12.2010 Εφαρμογή των διατάξεων του Κ.Β.Σ. στους δικηγόρους, μετά την ισχύ του ν. 3842/2010

ΠΟΛ.1208/29.12.2010
Εφαρμογή των διατάξεων του Κ.Β.Σ. στους δικηγόρους, μετά την ισχύ του ν. 3842/2010

Αθήνα, 29 Δεκεμβρίου 2010

ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ & ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
1. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΒΙΒΛΙΩΝ & ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΤΜΗΜΑΤΑ Β ‘ – Α’
2. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΤΜΗΜΑ Α’

Ταχ. Δ/νση Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κωδ. 101 84 ΑΘΗΝΑ
Πληροφορίες Δημ. Σταθάς
Τηλέφωνο FAX 210-3610030 210-3615052

ΠΟΛ 1208

ΘΕΜΑ: «Εφαρμογή των διατάξεων του Κ.Β.Σ. στους δικηγόρους, μετά την ισχύ του ν. 3842/2010»

Με αφορμή γραπτά και προφορικά ερωτήματα σχετικά με το αντικείμενο του θέματος, σας γνωρίζουμε τα εξής:

1. Γενικά

Ως γνωστόν, με τις διατάξεις του ν. 3842/2010 (ΦΕΚ 58 Α’) επήλθαν ορισμένες τροποποιήσεις σχετικά με τη φορολογική αντιμετώπιση των δικηγορικών υπηρεσιών και ειδικότερα:

1.1. Με την παράγραφο 9 του άρθρου 6 του προαναφερόμενου νόμου τροποποιήθηκε ο χρόνος κτήσης του εισοδήματος από υπηρεσίες ελευθερίου επαγγέλματος (δικηγόροι, ιατροί, οικονομολόγοι, πολιτικοί μηχανικοί κ.λπ.) και από 1.1.2011, χρόνος κτήσης του εισοδήματος θεωρείται ο χρόνος κατά τον οποίο παρασχέθηκαν οι σχετικές υπηρεσίες, αντί του χρόνου κτήσης του εισοδήματος με την είσπραξη των αμοιβών που ισχύει μέχρι 31.12.2010. Οδηγίες για την εφαρμογή των υπόψη διατάξεων δόθηκαν με την εγκύκλιο ΠΟΛ.1135/4.10.2010.

1.2. Με την παράγραφο 22 του άρθρου 19 του προαναφερόμενου νόμου εναρμονίστηκε ο χρόνος έκδοσης των αποδείξεων παροχής υπηρεσιών από τους ασκούντες ελευθέριο επάγγελμα με το χρόνο κτήσης του εισοδήματος. Οδηγίες για την εφαρμογή των υπόψη διατάξεων δόθηκαν με την εγκύκλιο ΠΟΛ.1091/14.6.2010 .

1.3. Με την παράγραφο 3 του άρθρου 62 του προαναφερόμενου νόμου καταργήθηκε η απαλλαγή από το φόρο προστιθέμενης αξίας των υπηρεσιών των δικηγόρων και από 1.7.2010, οι υπηρεσίες αυτές υπάγονται σε Φ.Π.Α. με τον κανονικό συντελεστή (23%). Οδηγίες για την εφαρμογή των υπόψη διατάξεων δόθηκαν με την εγκύκλιο ΠΟΛ.1100/24.6.2010.

Ενόψει των ανωτέρω νομοθετικών ρυθμίσεων και σε συνέχεια των οδηγιών που δόθηκαν με τις προαναφερόμενες εγκυκλίους, λαμβάνοντας υπόψη και τις ιδιαιτερότητες του δικηγορικού επαγγέλματος, παρέχουμε επιπλέον τις ακόλουθες διευκρινίσεις, όσον αφορά θέματα εφαρμογής των διατάξεων του Κ.Β.Σ.

2. Χρόνος έκδοσης αποδείξεων παροχής υπηρεσιών – Ειδικές περιπτώσεις

Με την παράγραφο 22 του άρθρου 19 του ν. 3842/2010 αντικαταστάθηκε το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 13 του Κ.Β.Σ. και εναρμονίστηκε ο χρόνος έκδοσης των αποδείξεων παροχής υπηρεσιών των ασκούντων ελευθέριο επάγγελμα, κατονομαζόμενο στην παράγραφο 1 του άρθρου 48 του ν. 2238/1994, με το χρόνο έκδοσης των αποδείξεων και των λοιπών περιπτώσεων παροχής υπηρεσιών όλων των επιτηδευματιών, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα με τις διατάξεις της παραγράφου 14 του άρθρου 12 του Κ.Β.Σ., πλην της περίπτωσης είσπραξης των σχετικών αμοιβών τους από το Δημόσιο και τα Ν.Π.Δ.Δ., όπου η απόδειξη εξακολουθεί να εκδίδεται με κάθε επαγγελματική τους είσπραξη.

Οδηγίες εφαρμογής των υπόψη διατάξεων, οι οποίες καταλαμβάνουν όλους τους ελεύθερους επαγγελματίες και επομένως και τους δικηγόρους, δόθηκαν με την εγκύκλιο ΠΟΛ.1091/14.6.2010. Ειδικά, όμως, για τους δικηγόρους λόγω των ιδιαιτεροτήτων του επαγγέλματος τους, παρέχονται διευκρινίσεις για το χρόνο έκδοσης των Α.Π.Υ. στις ακόλουθες ειδικές περιπτώσεις.

2.1. Έκδοση γραμματίων προείσπραξης δικηγορικών συλλόγων

Όταν για τη διενέργεια δικονομικών πράξεων ή την παράσταση του δικηγόρου σε συμβολαιογραφική πράξη απαιτείται η έκδοση γραμματίου προείσπραξης της αμοιβής του, από τον οικείο δικηγορικό σύλλογο, η απόδειξη παροχής υπηρεσιών εκδίδεται στο χρόνο της έκδοσης του γραμματίου, δεδομένου ότι η προείσπραξη αυτή συνιστά προαπαίτηση αμοιβής, προκειμένου να παρασχεθούν οι δικηγορικές υπηρεσίες.

Παράδειγμα. Δικηγόρος συμφωνεί με πελάτη του τον έλεγχο τίτλων και την παράστασή του σε συμβολαιογραφική πράξη αγοράς ακινήτου. Το γραμμάτιο προείσπραξης της ελάχιστης προβλεπόμενης αμοιβής, ενόψει της υπογραφής του συμβολαίου, εκδίδεται από τον οικείο δικηγορικό σύλλογο στις 25 Ιανουαρίου 2011. Στο χρόνο αυτό (25.1.2011) θα εκδοθεί και η σχετική Α.Π.Υ..

2.2. Εργολαβικό συμβόλαιο (εργολαβικό δίκης)

– Όταν, μεταξύ του δικηγόρου και του εντολέα του, έχει συναφθεί εργολαβικό συμβόλαιο (εργολαβικό δίκης), όταν δηλαδή η αμοιβή του δικηγόρου εξαρτάται από την έκβαση της δίκης π.χ. ως ποσοστό επί του αντικειμένου αυτής, η Α.Π.Υ. εκδίδεται με την εκτέλεση της απόφασης του δικαστηρίου, ήτοι με την καταβολή στον πελάτη του δικηγόρου του επιδικασθέντος ποσού, οπότε και η αμοιβή του δικηγόρου καθίσταται απαιτητή.

Παράδειγμα. Δικηγόρος συνάπτει τον Φεβρουάριο του 2011 εργολαβικό με πελάτη του για διεκδίκηση αποζημίωσης ύψους 30.000 ευρώ και η αμοιβή του ορίζεται στο 10% της επιδικασθησόμενης αποζημίωσης. Η υπόθεση τελεσιδικεί στις 10 Μαρτίου 2013 για ποσό αποζημίωσης 12.000 ευρώ, ενώ η καταβολή του επιδικασθέντος ποσού στον πελάτη του δικηγόρου πραγματοποιείται στις 23 Απριλίου 2014. Ο δικηγόρος εκδίδει την Α.Π.Υ. στις 23 Απριλίου 2014 με αξία 1.200 ευρώ (12.000 χ 10% = 1.200).

– Ειδικά, για τα εργολαβικά συμβόλαια, τα οποία έχουν συναφθεί πριν την 1.1.2011, η σχετική Α.Π.Υ. εκδίδεται από το δικηγόρο με την είσπραξη της οφειλόμενης αμοιβής.

Παράδειγμα. Δικηγόρος έχει συνάψει τον Φεβρουάριο του 2007 εργολαβικό με πελάτη του για διεκδίκηση αποζημίωσης ύψους 10.000 ευρώ και η αμοιβή του ορίζεται στο 20% της επιδικασθησόμενης αποζημίωσης. Η υπόθεση τελεσιδικεί στις 10 Μαρτίου 2011 για ποσό αποζημίωσης 10.000 ευρώ. Η καταβολή του επιδικασθέντος ποσού στον πελάτη του δικηγόρου πραγματοποιείται στις 11 Ιανουαρίου 2012, ενώ ο δικηγόρος εισπράττει την αμοιβή του στις 28 Ιουλίου 2014. Ο δικηγόρος εκδίδει την Α.Π.Υ. στις 28 Ιουλίου 2014 με αξία 2.000 ευρώ (10.000 χ 20% = 2000).

2.3. Παροχή δικηγορικών υπηρεσιών όταν το απαιτητό της αμοιβής εξαρτάται μόνο από το (θετικό) αποτέλεσμα της υπόθεσης

Στην περίπτωση παροχής δικηγορικών υπηρεσιών που το απαιτητό της αμοιβής εξαρτάται μόνο από το θετικό αποτέλεσμα της υπόθεσης, η Α.Π.Υ. εκδίδεται στο χρόνο αυτό, δηλαδή στο χρόνο που πληρούται η αίρεση περί της θετικής έκβασης, οπότε και καθίσταται πλέον απαιτητή η αμοιβή για την υπηρεσία που παρασχέθηκε.

Παράδειγμα 1. Δικηγόρος συμφωνεί με ανώνυμη εταιρεία κατ’ αποκοπή αμοιβή 9.000 ευρώ για νομική υποστήριξη στη διαδικασία εισαγωγής της στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών (Χ.Α.Α.), με την προϋπόθεση ότι θα πραγματοποιηθεί η εισαγωγή. Οι δικηγορικές υπηρεσίες αρχίζουν να παρέχονται την 1η Ιουλίου του 2011 και η εισαγωγή στο Χ.Α.Α. εγκρίνεται στις 20 Μαρτίου του 2012. Η δικηγορική υπηρεσία ολοκληρώνεται με την έγκριση της εισαγωγής, ήτοι στις 20 Μαρτίου του 2012 και στον ίδιο χρόνο εκδίδεται και η σχετική Α.Π.Υ. για το σύνολο του ποσού, ανεξαρτήτως εάν εισπραχθεί ή όχι το αντάλλαγμα. Αυτονόητο είναι ότι σε περίπτωση που δεν εγκριθεί η εισαγωγή δεν εκδίδεται ΑΠ.Υ..

Παράδειγμα 2. Δικηγόρος αναλαμβάνει υπόθεση για λογαριασμό πελάτη του και συμφωνεί επιπλέον αμοιβή 2.000 ευρώ, πέραν της ελάχιστης των 700 ευρώ, υπό την προϋπόθεση ότι η υπόθεση θα κριθεί υπέρ του πελάτη του, με βάση την συμφωνία τους. Το γραμμάτιο προείσπραξης με την ελάχιστη αμοιβή (700 ευρώ) εκδίδεται από το δικηγορικό σύλλογο στις 15 Ιουνίου 2011, οπότε εκδίδεται και η σχετική Α.Π.Υ. ενώ η εκτελεστή απόφαση του δικαστηρίου, η οποία είναι θετική για τον πελάτη του δικηγόρου, εκδίδεται στις 20 Ιανουαρίου 2012, χρόνος που ολοκληρώνεται η παρασχεθείσα υπηρεσία και καθίσταται απαιτητή η επιπλέον αμοιβή των 2.000 ευρώ, οπότε και εκδίδεται η σχετική Α.Π.Υ.

2.4. Επαναλαμβανόμενες δικηγορικές υπηρεσίες προς τον ίδιο επιτηδευματία

Για τις επαναλαμβανόμενες δικηγορικές υπηρεσίας μέσα στον ίδιο μήνα προς τον ίδιο επιτηδευματία (π.χ. σε τράπεζα, σε ασφαλιστική επιχείρηση κ.λπ.) εφαρμογή έχουν οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 12 του Κ.Β.Σ., δηλαδή η Α.Π.Υ. εκδίδεται με ημερομηνία το τέλος κάθε μήνα και μέχρι τη δέκατη πέμπτη (15η) ημέρα του επόμενου μήνα, για τις παρεχόμενες υπηρεσίες του μήνα που αφορούν, χωρίς να αποκλείεται η έκδοση Α.Π.Υ. και σε μικρότερα χρονικά διαστήματα (π.χ. εβδομάδα, δεκαπενθήμερο κ.λπ.).

Παράδειγμα. Δικηγόρος συνεργάζεται, ως εξωτερικός συνεργάτης, με τράπεζα, για λογαριασμό της οποίας διενεργεί προσημειώσεις σε ακίνητα προς εξασφάλιση χορηγούμενων δανείων. Ως έναρξη της συνεργασίας τους ορίζεται η 1.10.2011. Το μήνα Οκτώβριο διενεργεί επτά προσημειώσεις και το μήνα Νοέμβριο εννέα. Η Α.Π.Υ., για τις επαναλαμβανόμενες δικηγορικές υπηρεσίες (επτά προσημειώσεις) του μήνα Οκτωβρίου εκδίδεται, το αργότερο, με ημερομηνία την 31.10.2011 και μέχρι την 15.11.2011 ενώ η Α.Π.Υ. για το μήνα Νοέμβριο εκδίδεται, το αργότερο, με ημερομηνία την 31.11.2011 και μέχρι την 15.12.2011.

3. Περιεχόμενο απόδειξης παροχής υπηρεσιών

Με την εγκύκλιο 1014038/251 /Α0012/ΠΟΛ.1035/9.2.2001, η οποία εξακολουθεί να ισχύει, έγινε δεκτό ότι, ακαθάριστο έσοδο των δικηγόρων στη φορολογία εισοδήματος, στις περιπτώσεις που κατά την προείσπραξη των αμοιβών τους, για τις οποίες εκδίδονται γραμμάτια προείσπραξης από τους δικηγορικούς συλλόγους, διενεργείται παρακράτηση από τους συλλόγους, θεωρείται η καθαρή αμοιβή, δηλαδή η συνολική αμοιβή αφού αφαιρεθούν οι κρατήσεις του δικηγορικού συλλόγου. Επίσης, διευκρινίστηκε ότι, οι δικηγορικοί σύλλογοι θα προβαίνουν σε παρακράτηση φόρου με συντελεστή 15% σε εκείνα τα ποσά των δικηγορικών αμοιβών από τα οποία θα έχουν αφαιρεθεί οι προαναφερόμενες κρατήσεις και ότι, όταν ο εντολέας του δικηγόρου είναι υπόχρεος κατά νόμο να προβαίνει σε παρακράτηση φόρου και καταβάλλει στο δικηγόρο αμοιβή μεγαλύτερη από την ελάχιστη αμοιβή που αναγράφεται στο οικείο γραμμάτιο προείσπραξης, τότε στο επιπλέον ποσό ο εντολέας θα παρακρατεί φόρο με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%).

Ακόμη, με την εγκύκλιο ΠΟΛ.1100/24.6.2010, με την οποία δόθηκαν οδηγίες για την εφαρμογή του φόρου προστιθέμενης αξίας στις δικηγορικές υπηρεσίες, διευκρινίστηκε ότι, όσον αφορά τους δικηγόρους, υπάγεται στο φόρο το συνολικό ποσό που καταβάλλεται ως προείσπραξη στους δικηγορικούς συλλόγους σε όσες περιπτώσεις αυτό προβλέπεται, όπως επίσης και κάθε άλλο ποσό που εισπράττεται συμπληρωματικά ή ανεξάρτητα και αυτοτελώς από αυτό ως αμοιβή για τις παρεχόμενες υπηρεσίες.

Κατόπιν των ανωτέρω, στο περιεχόμενο των αποδείξεων παροχής υπηρεσιών, πρέπει να αναγράφονται διακεκριμένα τα εξής ποσά:

α) Η ελάχιστη ακαθάριστη αμοιβή (αξία γραμματίου προείσπραξης),
β) Η πρόσθετη αμοιβή (πέραν της ελάχιστης),
γ) Ο Φ.Π.Α. (23%) που αναλογεί στην συνολική αμοιβή (ελάχιστη και πρόσθετη),
δ) Η κράτηση του δικηγορικού συλλόγου (π.χ. 12%, 35% κ.λπ.),
ε) Η παρακράτηση φόρου εισοδήματος (15%) από το δικηγορικό σύλλογο, στ) Η παρακράτηση φόρου εισοδήματος (20%) από λοιπούς υπόχρεους σε παρακράτηση.

Επισημαίνεται ότι, όταν εκδίδεται χειρόγραφη Α.Π.Υ. η αξία της αμοιβής (ελάχιστη και πρόσθετη, συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α.) αναγράφεται και ολογράφως.

Ακόμη, σημειώνεται ότι, όταν η ελάχιστη αμοιβή (με βάση το γραμμάτιο προείσπραξης) και η πρόσθετη αμοιβή (πέραν της ελάχιστης) καθίστανται απαιτητές σε διαφορετικό χρόνο π.χ. η ελάχιστη κατά την προείσπραξη από το δικηγορικό σύλλογο και η πρόσθετη με την ολοκλήρωση της παροχής, εκδίδονται δύο ξεχωριστές Α.Π.Υ.

Κατωτέρω παρατίθεται υπόδειγμα Απόδειξης Παροχής Υπηρεσιών των δικηγόρων, με τη διευκρίνιση ότι, ο τρόπος απεικόνισης σ’ αυτήν των δεδομένων είναι ενδεικτικός και οποιοσδήποτε άλλος τρόπος είναι αποδεκτός (π.χ. διαφορετική σειρά απεικόνισης κ.λπ.), με την προϋπόθεση ότι εμφανίζονται τα δεδομένα αυτά.

ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

(ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ)

 

Ευρώ Χ.ΧΧΧ,ΧΧ

 

(αναγράφεται το πληρωτέο ποσό

δηλαδή η συνολική αμοιβή μετά Φ.Π.Α.)

ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΜΟΙΒΗΣ

   

ΕΛΑΧΙΣΤΗ ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΗ ΑΜΟΙΒΗ (αξία γραμματίου προείσπραξης)

 

XXX,XX

ΠΡΟΣΘΕΤΗ ΑΜΟΙΒΗ (πέραν της ελάχιστης)

 

Χ. XXX. XX

ΣΥΝΟΛΟ ΑΜΟΙΒΗΣ

 

Χ.ΧΧΧ,ΧΧ

Φ.Π.Α. 23% (επί του συνόλου της αμοιβής)

 

XXX. XX

ΠΛΗΡΩΤΕΟ ΠΟΣΟ

 

Χ.ΧΧΧ,ΧΧ

ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΡΑΤΗΣΕΩΝ

   

ΚΡΑΤΗΣΗ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ

 

XXX,XX

ΠΑΡΑΚΡΑΤΗΣΗ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ (από το δικηγορικό σύλλογο)

   

(15% χ (ελάχιστη αμοιβή – κρατήσεις δικηγορικού συλλόγου))

 

XX,XX

ΠΑΡΑΚΡΑΤΗΣΗ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ (από λοιπούς υπόχρεους σε παρακράτηση)

XX,XX

(20% χ πρόσθετη αμοιβή)

   

4. Τρόπος καταχώρησης στα τηρούμενα βιβλία του Κ.Β.Σ.

Η καταχώρηση στα βιβλία του Κ.Β.Σ. των Α.Π.Υ. των δικηγόρων, ενόψει και των προαναφερομένων στην προηγούμενη περίπτωση, διενεργείται ως εξής:

α) Βιβλία Β’ κατηγορίας (εσόδων – εξόδων)

Στο βιβλίο εσόδων – εξόδων που τηρείται από το δικηγόρο καταχωρούνται σε ιδιαίτερες στήλες στο σκέλος των εσόδων, για μεν τις ανάγκες τις φορολογίας εισοδήματος, ως ακαθάριστο έσοδο από παροχή υπηρεσιών, η καθαρή αξία της αμοιβής (συνολική αμοιβή μείον κράτηση δικηγορικού συλλόγου), για δε τις ανάγκες του φόρου προστιθέμενης αξίας, ως φορολογητέα αξία, η συνολική αμοιβή και, ξεχωριστά, ο Φ.Π.Α. που αναλογεί σ’ αυτή.

Σημειώνεται ακόμη ότι, για τις ανάγκες του φόρου προστιθέμενης αξίας, στο σκέλος των εξόδων, καταχωρούνται οι δαπάνες και ανάλογα αν παρέχεται ή δεν παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης του Φ.Π.Α. καθώς και ο Φ.Π.Α. που αναλογεί σ’ αυτές (δαπάνες με δικαίωμα έκπτωσης / δαπάνες χωρίς δικαίωμα έκπτωσης).

Σημειώνεται ότι, δεν απαιτείται να καταχωρούνται διακεκριμένα ο φόρος που παρακρατείται, είτε από το δικηγορικό σύλλογο είτε από τους λοιπούς υπόχρεους σε παρακράτηση, καθώς και η κράτηση του δικηγορικού συλλόγου.

β) Βιβλία Γ’ κατηγορίας (λογιστικά βιβλία)

Τα ανωτέρω αναφερόμενα, για τα βιβλία Β’ κατηγορίας, εφαρμόζονται αναλόγως και για τα βιβλία Γ’ κατηγορίας.

5. Συγκεντρωτικές καταστάσεις

Για το ημερολογιακό έτος 2011 και εφεξής, στις συγκεντρωτικές καταστάσεις πελατών – προμηθευτών της παραγράφου 1 του άρθρου 20 του Κ.Β.Σ., ως αξία της συναλλαγής, αναγράφεται από τους αντισυμβαλλόμενους (δικηγόρους – πελάτες/ επιτηδευματίες) η συνολική αξία της αμοιβής (συνολική αμοιβή στην οποία δεν συμπεριλαμβάνεται ο Φ.Π.Α.).

Ειδικά, για το ημερολογιακό έτος 2010, οι συγκεντρωτικές καταστάσεις υποβάλλονται με τον τρόπο που είχε γίνει δεκτός με την ΠΟΛ.1220/21.9.2001, δηλαδή ως αξία θα αναγράφεται η καθαρή αμοιβή (συνολική αμοιβή μείον κράτηση δικηγορικού συλλόγου).

6. Παραδείγματα

Για την πληρέστερη κατανόηση των προαναφερομένων παρατίθενται τα ακόλουθα παραδείγματα.

Παράδειγμα 1. Καταβολή (προείσπραξη από το δικηγορικό σύλλογο) της ελάχιστης ακαθάριστης αμοιβής. Έστω ελάχιστη ακαθάριστη αμοιβή (αξία γραμματίου προείσπραξης) 1.000 ευρώ.

ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

 

(ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ)

Ευρώ 1.230,00

ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΜΟΙΒΗΣ

 

ΕΛΑΧΙΣΤΗ ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΗ ΑΜΟΙΒΗ (αξία γραμματίου προείσπραξης)

1.000,00

Φ.Π.Α. 23%

230.00

ΠΛΗΡΩΤΕΟ ΠΟΣΟ

1.230,00

ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΡΑΤΗΣΕΩΝ

 

ΚΡΑΤΗΣΗ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ

 

(35% χ 1.000)*

350,00

ΠΑΡΑΚΡΑΤΗΣΗ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ (από το δικηγορικό σύλλογο)

 

(15% χ (1.000-350))

97,50

* Το ποσοστό παρακράτησης 35% υπέρ του δικηγορικού συλλόγου είναι ενδεικτικό και θα αναγράφεται αυτό που κάθε φορά παρακρατείται από αυτόν.

Διευκρινίσεις

1. Ακαθάριστο έσοδο από παροχή υπηρεσιών (φορολογία εισοδήματος), το οποίο καταχωρείται σε ιδιαίτερη στήλη του βιβλίου εσόδων – εξόδων, αποτελεί το ποσό των 650,00 ευρώ (1.000 ευρώ προείσπραξη μείον 350 ευρώ κράτηση δικηγορικού συλλόγου).

2. Φορολογητέα αξία από παροχή υπηρεσιών (φόρος προστιθέμενης αξίας) το οποίο καταχωρείται σε ξεχωριστή στήλη του βιβλίου εσόδων – εξόδων, αποτελεί το ποσό των 1.000,00 ευρώ, ενώ σε ιδιαίτερη στήλη, Φ.Π.Α. 23%, καταχωρείται το ποσό των 230,00 ευρώ.

3. Ως αξία συναλλαγής στις συγκεντρωτικές καταστάσεις πελατών – προμηθευτών, για το ημερολογιακό έτος 2011 και εφεξής, αναγράφεται το ποσό των 1.000,00 ευρώ (συνολική αμοιβή προ Φ.Π.Α.).

4. Συνολική δαπάνη για τον πελάτη – επιτηδευματία 1.000,00 ευρώ

Παράδειγμα 2. Καταβολή αμοιβής για την οποία δεν απαιτείται προείσπραξη από το δικηγορικό σύλλογο ή όταν απαιτείται πρόσθετη αμοιβή σε μεταγενέστερο χρόνο από την προείσπραξη του δικηγορικού συλλόγου, για την οποία έχει ήδη εκδοθεί Α.Π.Υ. στο χρόνο της προείσπραξης. Έστω αμοιβή 400 ευρώ .

ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

 

(ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ)

 
 

Ευρώ 492,00

ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΜΟΙΒΗΣ

 

ΕΛΑΧΙΣΤΗ ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΗ ΑΜΟΙΒΗ (αξία γραμματίου προείσπραξης)

 

ΠΡΟΣΘΕΤΗ ΑΜΟΙΒΗ (πέραν της ελάχιστης)

400.00

ΣΥΝΟΛΟ ΑΜΟΙΒΗΣ

400,00

Φ.Π.Α. 23% (επί του συνόλου της αμοιβής)

92,00

ΠΛΗΡΩΤΕΟ ΠΟΣΟ

492,00

ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΡΑΤΗΣΕΩΝ

 

ΚΡΑΤΗΣΗ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ

 

ΠΑΡΑΚΡΑΤΗΣΗ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ (από το δικηγορικό σύλλογο)

 

ΠΑΡΑΚΡΑΤΗΣΗ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ (από λοιπούς υπόχρεους σε παρακράτηση)

 

(20% χ 400)

80,00

Διευκρινίσεις

1. Ακαθάριστο έσοδο από παροχή υπηρεσιών (φορολογία εισοδήματος), το οποίο καταχωρείται σε ιδιαίτερη στήλη του βιβλίου εσόδων – εξόδων, αποτελεί το ποσό των 400,00 ευρώ.

2. Φορολογητέα αξία από παροχή υπηρεσιών (φόρος προστιθέμενης αξίας) το οποίο καταχωρείται σε ξεχωριστή στήλη του βιβλίου εσόδων – εξόδων, αποτελεί το ποσό των 400,00 ευρώ ενώ σε ιδιαίτερη στήλη, Φ.Π.Α. 23%, καταχωρείται το ποσό των 92,00 ευρώ.

3. Ως αξία συναλλαγής στις συγκεντρωτικές καταστάσεις πελατών – προμηθευτών, για το ημερολογιακό έτος 2011 και εφεξής, αναγράφεται το ποσό των 400,00 ευρώ (συνολική αμοιβή προ Φ.Π.Α.).

4. Συνολική δαπάνη για τον πελάτη – επιτηδευματία 400,00 ευρώ.

7. Τρόπος εξόφλησης αποδείξεων παροχής υπηρεσιών, για επαγγελματικές συναλλαγές, αξίας 3.000 ευρώ και άνω.

Στις περιπτώσεις έκδοσης αποδείξεων παροχής υπηρεσιών από δικηγόρους προς επιτηδευματίες που περιλαμβάνουν τις προβλεπόμενες ελάχιστες αμοιβές, για τις οποίες εκδίδονται τα αντίστοιχα γραμμάτια προείσπραξης από τους δικηγορικούς συλλόγους, δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 18 του Κ.Β.Σ., δεν απαιτείται, δηλαδή, η εξόφληση των υπόψη ποσών από τους λήπτες των εν λόγω Α.Π.Υ. μέσω τραπεζικού λογαριασμού ή με επιταγή, δεδομένου ότι ο έλεγχος της απόδειξης της συναλλαγής διασφαλίζεται από τα εκδοθέντα γραμμάτια προείσπραξης.

Στις περιπτώσεις, όμως, που η αμοιβή του δικηγόρου υπερβαίνει την ελάχιστη και το υπερβάλλον ποσό είναι 3.000 ευρώ και άνω, η εξόφληση του επιπλέον ποσού από το λήπτη της Α.Π.Υ., γίνεται μέσω τραπεζικού λογαριασμού ή με επιταγή.

8. Λοιπές διευκρινίσεις

Επιπλέον των ανωτέρω διευκρινίζονται και τα ακόλουθα:

8.1. Αναβολή εκδίκασης της υπόθεσης – Εκδιδόμενα στοιχεία

Όταν για διάφορους λόγους π.χ. αναβολή της συζήτησης της υπόθεσης, ματαίωση του συμβολαίου κ.λπ., θέμα που αποδεικνύεται με οποιοδήποτε πρόσφορο τρόπο π.χ. βεβαίωση της αναβολής από το δικαστήριο κ.λπ., εφόσον ακυρώνεται το εκδοθέν γραμμάτιο προείσπραξης και έχει ήδη εκδοθεί η αντίστοιχη Α.Π.Υ., τότε: α) στους μεν επιτηδευματίες εκδίδεται πιστωτικό τιμολόγιο, σύμφωνα με την παράγραφο 13 του άρθρου 12 του Κ.Β.Σ., β) στους δε ιδιώτες, γίνεται δεκτό, να εκδίδεται απόδειξη επιστροφής, στην οποία, εκτός των λοιπών δεδομένων, αναγράφεται και το ονοματεπώνυμο και η διεύθυνση του πελάτη καθώς ο α/α της σχετικής Α.Π.Υ..

8.2. Διαδικαστικές ενέργειες στα πλαίσια ενιαίας εντολής

Οι προπαρασκευαστικές ή διαδικαστικές ενέργειες των δικηγόρων, οι οποίες λαμβάνουν χώρα στα πλαίσια εντολής για εκκρεμή δίκη ή συνέχονται αιτιωδώς μ’ αυτή (π.χ. κλήσεις πάσης φύσεως, εξώδικες προσκλήσεις ή δηλώσεις, εκπροσώπηση εντολέως, αναβολές κ.λπ.), δεν λογίζονται ως επιμέρους τμηματικές δικηγορικές πράξεις και δεν απαιτείται η έκδοση ιδιαίτερης Α.Π.Υ., εφόσον δεν υφίσταται απαίτηση αμοιβής γι’ αυτές.

8.3. Μέρισμα δικηγόρων

Για την είσπραξη του διανεμόμενου μερίσματος, από μέλη δικηγόρους του οικείου δικηγορικού συλλόγου, από λογαριασμό που έχει συσταθεί για αυτόν το σκοπό, δεν απαιτείται η έκδοση απόδειξης παροχής υπηρεσιών από τους δικηγόρους (ΣτΕ 4083/1997). Όμως, επειδή, το ποσό αυτό αποτελεί ακαθάριστο έσοδο που συναθροίζεται με τα υπόλοιπα ακαθάριστα έσοδα του δικηγόρου, πρέπει να καταχωρείται στα τηρούμενα βιβλία με βάση τα δικαιολογητικά καταβολής από το δικηγορικό σύλλογο.

Ειδικά, στην περίπτωση που ο δικηγόρος εργάζεται αποκλειστικά με πάγια αντιμισθία και επειδή το εισόδημά αυτό θεωρείται ότι αποκτάται από μισθωτές υπηρεσίες, δεν είναι δηλαδή υπόχρεος σε τήρηση βιβλίων και έκδοση στοιχείων του Κ.Β.Σ., το δικαιούμενο μέρισμα εμφανίζεται απ’ ευθείας στον προβλεπόμενο για τα ελευθέρια επαγγέλματα κωδικό της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος του με βάση τα δικαιολογητικά καταβολής από το δικηγορικό σύλλογο. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση που ο δικηγόρος αποκτά δικαίωμα άσκησης επαγγέλματος και επομένως δικαιούται μέρισμα, αλλά για διάφορους λόγους (π.χ. συνέχιση σπουδών για μεταπτυχιακό) δεν έχει κάνει έναρξη επαγγέλματος ως δικηγόρος και δεν είναι επιτηδευματίας από άλλη αιτία.

Για τα ανωτέρω μερίσματα οι δικηγόροι δεν υποβάλλουν συγκεντρωτικές καταστάσεις πελατών, ενώ οι δικηγορικοί σύλλογοι υποβάλλουν συγκεντρωτική κατάσταση προμηθευτών, ανά δικηγόρο, με τον κωδικό «1» (αντισυμβαλλόμενοι μη υπόχρεοι).

9. Δικηγορικές εταιρείες

Τα ανωτέρω αναφερόμενα (χρόνος και τρόπος έκδοσης Α.Π.Υ., τρόπος καταχώρισης στα βιβλία κ.λπ.) ισχύουν αναλόγως και για τις δικηγορικές εταιρείες του Π.Δ. 81/2005 (ΦΕΚ 120 Α’).

Ακριβές αντίγραφο  
Ο Προϊστάμενος της Γραμματείας   

Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΟΥΣΕΛΑΣ

ΠΟΛ.1100/24.6.2010 Κοινοποίηση των διατάξεων των άρθρων 59, 60, 61, 62, 63 και 81 του ν.3842/23.4.2010 (ΦΕΚ 58Α) «αποκατάσταση φορολογικής δικαιοσύνης, αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και άλλες διατάξεις

ΠΟΛ.1100/24.6.2010

Κοινοποίηση των διατάξεων των άρθρων 59, 60, 61, 62, 63 και 81 του ν.3842/23.4.2010 (ΦΕΚ 58Α) «αποκατάσταση φορολογικής δικαιοσύνης, αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και άλλες διατάξεις

Αθήνα, 24.06.2010

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ
ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ & ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
14η Δ/ΝΣΗ ΦΠΑ
ΤΜΗΜΑΤΑ Α΄, Β΄

Ταχ. Δ/νση : Σίνα 2-4
Ταχ. Κώδικας: 106 72 ΑΘΗΝΑ
Τηλέφωνο : 210- 3645378
Fax : 210- 3645413

ΕΞ. ΕΠΕΙΓΟΝ

ΠΟΛ 1100

ΘΕΜΑ: Κοινοποίηση των διατάξεων των άρθρων 59, 60, 61, 62, 63 και 81 του ν.3842/23.4.2010 (ΦΕΚ 58Α) «αποκατάσταση φορολογικής δικαιοσύνης, αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και άλλες διατάξεις».

Κοινοποιούμε τις ανωτέρω διατάξεις που αφορούν θέματα ΦΠΑ και παρέχουμε οδηγίες και διευκρινίσεις για την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή τους.

Άρθρο 59 του ν.3842 – Ενσωμάτωση Οδηγίας 2008/117/ΕΚ.

Α. Γενικά

Με το άρθρο αυτό επήλθαν τροποποιήσεις στα άρθρα 16 και 36 του Κώδικα ΦΠΑ (ν.2859/2000) λόγω υποχρέωσης ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο της Κοινοτικής Οδηγίας 2008/117/ΕΚ, από 1.1.2010. Η Οδηγία αυτή τροποποίησε ορισμένες διατάξεις της Οδηγίας 2006/112/ΕΚ, με στόχο την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής που συνδέεται με τις ενδοκοινοτικές πράξεις.

Με τις διατάξεις της ΑΥΟ ΠΟΛ.1127/25.9.2009 η ημερολογιακή περίοδος κατά την οποία υποβάλλεται ο ανακεφαλαιωτικός πίνακας ενδοκοινοτικών συναλλαγών από τριμηνιαία από 1.1.2010 έγινε μηνιαία (οδηγία 2008/117/ΕΚ) προκειμένου για άμεσες διασταυρώσεις σε κοινοτικό επίπεδο.

Με τις διατάξεις της παραπάνω οδηγίας εναρμονίζεται, μεταξύ των κρατών μελών, ο χρόνος δήλωσης των πράξεων στους ανακεφαλαιωτικούς πίνακες και ορίζεται ότι είναι ο χρόνος κατά τον οποίο ο φόρος γίνεται απαιτητός.

Οι σχετικές αλλαγές που αφορούν το απαιτητό του φόρου ενσωματώνονται στο εθνικό δίκαιο με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 59 του ν.3842/2010.

Β. Ανάλυση των τροποποιούμενων διατάξεων:

α) Με την παράγραφο 2 του άρθρου αυτού προστίθεται νέα παράγραφος 5γ΄ στο άρθρο 36 του Κώδικα ΦΠΑ. Εφαρμογή από 01.01.2010.

Σύμφωνα με τη νέα αυτή παράγραφο, η οποία ισχύει από 1.1.2010, ορίζεται ότι οι ενδοκοινοτικές παραδόσεις και αποκτήσεις αγαθών και ενδοκοινοτικές παροχές και λήψεις υπηρεσιών δηλώνονται στους ανακεφαλαιωτικούς πίνακες κατά την ημερολογιακή περίοδο κατά τη διάρκεια της οποίας ο ΦΠΑ κατέστη απαιτητός. Η διάταξη αυτή ήταν σε ισχύ έως την 31.12.2009 για τις παραδόσεις και αποκτήσεις αγαθών, ωστόσο δεν αναφερόταν ρητά στον Κώδικα ΦΠΑ.

β) Με την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού αντικαθίσταται η παράγραφος 2 του άρθρου 16 του Κώδικα ΦΠΑ και εναρμονίζεται σε κοινοτικό επίπεδο ο χρόνος κατά τον οποίο ο φόρος καθίσταται απαιτητός, προκειμένου να είναι αποτελεσματικός ο έλεγχος των διασυνοριακών συναλλαγών, μέσω των ανακεφαλαιωτικών πινάκων που υποβάλλονται από τα κράτη μέλη.

Ο όρος «απαιτητό του ΦΠΑ» σημαίνει το παρεχόμενο από το νόμο δικαίωμα του δημοσίου, από ένα δεδομένο χρονικό σημείο, να απαιτεί την καταβολή του ΦΠΑ από τον υπόχρεο. Κατά το χρονικό σημείο που δημιουργείται το απαιτητό του φόρου η πράξη καταχωρείται στην περιοδική δήλωση της αντίστοιχης φορολογικής περιόδου που υποβάλλεται, σύμφωνα με τις οριζόμενες προθεσμίες και παράλληλα και η εν λόγω πράξη δηλώνεται την αντίστοιχη ημερολογιακή περίοδο στους ανακεφαλαιωτικούς πίνακες εφόσον υπάρχει σχετική υποχρέωση (προκειμένου για τις ενδοκοινοτικές πράξεις).

Κατά συνέπεια, με τις διατάξεις της παράγραφο 2 του άρθρου 16 του Κώδικα Φ.Π.Α. (όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το άρθρο 59 του ν.3842/2010), ισχύουν τα εξής:

1. Σύμφωνα με τη νέα περίπτωση α΄ «Ο ΦΠΑ γίνεται απαιτητός κατά το χρόνο έκδοσης του φορολογικού στοιχείου. Η διάταξη αυτή δεν ισχύει στην περίπτωση της ενδοκοινοτικής παροχής υπηρεσιών που φορολογούνται στον τόπο εγκατάστασης του λήπτη, σύμφωνα με το άρθρο 14§2α του Κώδικα ΦΠΑ. Για τις εν λόγω υπηρεσίες ο φόρος γίνεται απαιτητός κατά το χρόνο πραγματοποίησής τους.

Η περίπτωση αυτή αφορά του ελεύθερους επαγγελματίες οι οποίοι εκδίδουν φορολογικό στοιχείο όχι με την πραγματοποίηση της παροχής των υπηρεσιών αλλά με την κάθε είδους είσπραξη που πραγματοποιούν. Όταν οι υπηρεσίες αυτές παρέχονται προς άλλο κράτος μέλος και φορολογούνται στον τόπο του λήπτη, πρέπει να περιλαμβάνονται στην περιοδική δήλωση και στους ανακεφαλαιωτικούς πίνακες κατά τη φορολογική και ημερολογιακή περίοδο αντίστοιχα κατά την οποία πραγματοποιούνται. Ο υποκείμενος στο φόρο στην περίπτωση αυτή εκδίδει το «Ειδικό στοιχείο για σκοπούς ΦΠΑ επί ενδοκοινοτικών πράξεων».

Σύμφωνα με τις διατάξεις της ΑΥΟ ΠΟΛ.1002/4.1.2010 υποχρέωση έκδοσης «Ειδικού στοιχείου για σκοπούς ΦΠΑ επί ενδοκοινοτικών πράξεων» υπάρχει στην περίπτωση αυτή, καθώς και στις παρακάτω περιπτώσεις 2 και 3.

Σημειώνεται ότι από την 01.01.2011 οι ελεύθεροι επαγγελματίες θα πρέπει να εκδίδουν φορολογικό στοιχείο κατά το χρόνο πραγματοποίησης της παροχής των υπηρεσιών και όχι κατά το χρόνο είσπραξης της αντιπαροχής εκτός από την παροχή υπηρεσιών προς το Δημόσιο. Στο πλαίσιο αυτό παρέλκει η εφαρμογή της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 2 της ΑΥΟ ΠΟΛ.1002/4.1.2010.

2. Οι νέες διατάξεις της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 16 ορίζουν ότι ο ΦΠΑ γίνεται απαιτητός κατά το χρόνο είσπραξης της προκαταβολής στην περίπτωση ενδοκοινοτικής παράδοσης αγαθών ή ενδοκοινοτικής παροχής υπηρεσιών (υπηρεσιών που φορολογούνται στον τόπο εγκατάστασης του λήπτη σύμφωνα με το άρθρο 14.2α του Κώδικα ΦΠΑ), ώστε να δηλώνονται κατά το χρόνο αυτό στους ανακεφαλαιωτικούς πίνακες.

Στο πλαίσιο αυτό, στην περίπτωση είσπραξης προκαταβολών που αφορούν ενδοκοινοτική παράδοση αγαθών ή ενδοκοινοτική παροχή υπηρεσιών, τα ποσά αυτά πρέπει να δηλώνονται στην περιοδική δήλωση και στους ανακεφαλαιωτικούς πίνακες κατά το χρόνο της είσπραξης. Για το λόγο αυτό ο υποκείμενος στο φόρο στην περίπτωση είσπραξης προκαταβολής υποχρεούται στην έκδοση «Ειδικού στοιχείου για σκοπούς ΦΠΑ επί ενδοκοινοτικών πράξεων», σύμφωνα με την ΑΥΟ ΠΟΛ.1002/4.1.2010.

Παράδειγμα
Ελληνική επιχείρηση εμπορίας φρούτων με Βιβλία Γ΄ κατηγορίας του Κ.Β.Σ., που διαθέτει ΑΦΜ/ΦΠΑ συμφωνεί με επιχείρηση Super market στη Γερμανία που διαθέτει ΑΦΜ/ΦΠΑ να της παραδώσει εμπορεύματα αξίας 20.000€ την 23.7.2010. Την 10.6.2010 η ελληνική επιχείρηση εισπράττει από την γερμανική προκαταβολή έναντι του συνολικού τιμήματος 5.000€. Η ελληνική επιχείρηση εκδίδει (σύμφωνα με την Α.Υ.Ο ΠΟΛ.1002/4.1.2010) «Ειδικό στοιχείο για σκοπούς ΦΠΑ επί ενδοκοινοτικών πράξεων» για την παραπάνω προκαταβολή και την περιλαμβάνει στην περιοδική δήλωση και στον ανακεφαλαιωτικό πίνακα του Ιουνίου.

Ανάλογη εφαρμογή υπάρχει και στην περίπτωση που ελληνική επιχείρηση εισπράττει προκαταβολή έναντι αμοιβής για παροχή υπηρεσιών οι οποίες φορολογούνται στον τόπο εγκατάστασης του λήπτη (14§2α).

3. Σύμφωνα με την περίπτωση στ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 16, (όπως ισχύει μετά την τροποποίησή τους με το άρθρο 59 του ν.3842/2010), προκειμένου για ενδοκοινοτική παροχή υπηρεσιών που α) φορολογούνται στον τόπο εγκατάστασης του λήπτη σύμφωνα με το άρθρο 14§2α, β) παρέχονται συνεχώς και η παροχή τους συνεχίζεται και μετά τη λήξη του ημερολογιακού έτους και γ) δεν έχουν οριστεί ή πραγματοποιηθεί τμηματικές καταβολές έναντι λογαριασμού ή πληρωμές στη διάρκεια της περιόδου παροχής τους, θα πρέπει κατά τη λήξη του ημερολογιακού έτους να δηλώνονται στην περιοδική δήλωση και τους ανακεφαλαιωτικούς πίνακες κατά το μέρος των υπηρεσιών που έχουν πραγματοποιηθεί. Για το λόγο αυτό ο υποκείμενος στο φόρο υποχρεούται στην έκδοση «Ειδικού στοιχείου για σκοπούς ΦΠΑ επί ενδοκοινοτικών πράξεων», σύμφωνα με την ΑΥΟ ΠΟΛ.1002/4.1.2010.

Σημειώνεται ότι με τις διατάξεις της παραγράφου 2, περίπτωση ε) ο φόρος γίνεται απαιτητός κατά το χρόνο που έχει συμφωνηθεί η καταβολή κάθε δόσης σε περίπτωση παροχής υπηρεσιών, για τις οποίες η αντιπαροχή καταβάλλεται περιοδικά (η διάταξη ίσχυε και μέχρι 31.12.2009 ως περίπτωση γ) στο άρθρο 16)

Παράδειγμα
Ελληνική επιχείρηση που διαθέτει ΑΦΜ/ΦΠΑ παρέχει σε βουλγαρική επιχείρηση που διαθέτει ΑΦΜ/ΦΠΑ λογιστικές υπηρεσίες. Η παροχή των υπηρεσιών αρχίζει τον Μάρτιο του 2010 και ολοκληρώνεται τον Απρίλιο του 2011. Από την έναρξη της παροχής των υπηρεσιών (Μάρτιος 2010) έως και το τέλος του ημερολογιακού έτους 2010 δεν πραγματοποιείται καταβολή αντιπαροχής, ή μέρους αυτής ως τμηματική καταβολή συμφωνημένων δόσεων, ή άλλη πληρωμή (που θα δημιουργούσε απαιτητό του φόρου). Οι αντισυμβαλλόμενοι είναι υποχρεωμένοι να δηλώνουν στους ανακεφαλαιωτικούς πίνακες κατά τη λήξη του ημερολογιακού έτους 2010 το μέρος των λογιστικών υπηρεσιών που έχουν πραγματοποιηθεί (η ελληνική επιχείρηση ως παρέχουσα και η βουλγαρική επιχείρηση ως λήπτρια των αντίστοιχων υπηρεσιών). Αντίστοιχα η ελληνική επιχείρηση έχει υποχρέωση να δηλώσει στην τελευταία περιοδική δήλωση του ημερολογιακού έτους το ποσό αυτό.

Επισημαίνεται ότι στην περίπτωση της παροχής υπηρεσιών σύμφωνα με το άρθρο 14§2α από ελληνική επιχείρηση δεν υπάρχει υποχρέωση καταβολής ΦΠΑ δεδομένου ότι η υπηρεσία φορολογείται στο άλλο κράτος μέλος και υπόχρεος για την καταβολή του ΦΠΑ είναι ο λήπτης αυτής. Υπάρχει όμως υποχρέωση καταχώρηση στην περιοδική δήλωση ως πράξη με δικαίωμα έκπτωσης του φόρου εισροών που φορολογείται εκτός Ελλάδος.

Σημειώνεται τέλος ότι οδηγίες για την υποβολή των ανακεφαλαιωτικών πινάκων για πράξεις που πραγματοποιούνται από 01.01.2010, καθώς και την συμπλήρωση των εντύπων των ανακεφαλαιωτικών πινάκων έχουν κοινοποιηθεί με την Εγκύκλιο 1091531/7453/1653/Δ0014/25.9.2009.


Άρθρο 60 – Ενσωμάτωση άρθρου 3 της Οδηγίας 2008/8/ΕΚ.

Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού αντικαθίσταται η παράγραφος 8 και προστίθεται νέα παράγραφος 8.α στο άρθρο 14 του Κώδικα ΦΠΑ. Οι εν λόγω διατάξεις αφορούν τον προσδιορισμό του τόπου φορολόγησης των πολιτιστικών, καλλιτεχνικών, αθλητικών, επιστημονικών, εκπαιδευτικών, ψυχαγωγικών και παρόμοιων εκδηλώσεων, με έναρξη ισχύος από 1.1.2011. Για τις εν λόγω διατάξεις θα δοθούν αναλυτικές οδηγίες με νεώτερη εγκύκλιο.


Άρθρο 61 – Εναρμόνιση εθνικών διατάξεων με τις διατάξεις της Οδηγίας 2006/112/ΕΚ.

Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού τροποποιούνται ορισμένες διατάξεις του Κώδικα ΦΠΑ, οι οποίες κρίθηκαν ως μη συμβατές με το κοινοτικό δίκαιο (Οδηγία 2006/112/ΕΚ). Συγκεκριμένα:

Παράγραφος 1: Αχρεώστητη καταβολή ΦΠΑ για υπηρεσίες οδικής βοήθειας.
Για το θέμα αυτό έχει ήδη εκδοθεί η εγκύκλιος ΠΟΛ.1083/10.6.2010

Παράγραφοι 2 και 3:

Με τις διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 61 αλλάζει ο τρόπος προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας στην παράδοση εφημερίδων και περιοδικών από 1.7.2010.

Συγκεκριμένα, καταργείται η απαλλαγή από το Φ.Π.Α. του μέρους της αξίας των εφημερίδων και περιοδικών που εισπράττεται ως προμήθεια από τα πρακτορεία, εφημεριδοπώλες και λοιπούς λιανοπωλητές, εφόσον αυτά διακινούνται μέσω πρακτορείων διανομής.

Ο Φ.Π.Α. στην παράδοση των εφημερίδων και περιοδικών αποδίδεται από τις εκδοτικές και εισαγωγικές επιχειρήσεις ή από τις επιχειρήσεις που πραγματοποιούν ενδοκοινοτική απόκτηση αυτών και ως φορολογητέα αξία λαμβάνεται η τιμή λιανικής πώλησης των εν λόγω εντύπων χωρίς φόρο προστιθέμενης αξίας. Ο φόρος υπολογίζεται με εσωτερική υφαίρεση στην τιμή λιανικής πώλησης.

Οι επιχειρήσεις (υποκείμενοι) που μεσολαβούν στη διάθεση των εφημερίδων και περιοδικών στο κοινό δεν επιβαρύνουν με Φ.Π.Α. την παράδοσή τους και κατά συνέπεια οι προμήθειες αυτών δεν επιβαρύνονται με Φ.Π.Α., έχουν όμως δικαίωμα έκπτωσης του φόρου των εισροών που επιβαρύνει τα γενικά τους έξοδα και τα αγαθά επένδυσής τους.

Περαιτέρω, επισημαίνουμε ότι οι εφημερίδες και τα περιοδικά (Δ.Κ. 4902) υπάγονται στον υπερμειωμένο συντελεστή Φ.Π.Α. (5,5%), όσον αφορά στην αξία των εντύπων αυτών, ενώ διάφορα αγαθά που παραδίδονται μαζί με τα έντυπα αυτά υπάγονται στον οικείο συντελεστή, όπως π.χ. CD, DVD υπάγονται στον κανονικό συντελεστή (23%), προσδιορίζοντας ξεχωριστή φορολογητέα αξία για τα αγαθά αυτά, σύμφωνα με τη διαφοροποίηση της τιμής των εντύπων αυτών που περιέχουν και άλλα αγαθά, σε σχέση με την τιμή της απλής έκδοσης.

Άρθρο 62 – Τροποποίηση διαφόρων διατάξεων του Κώδικα ΦΠΑ

Παράγραφος 1

Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 62 του κοινοποιούμενου νόμου, προστέθηκε δεύτερο εδάφιο στην παράγραφο 6 του άρθρου 21 του Κώδικα ΦΠΑ, με το οποίο προβλέπεται ότι το 0,5 της μονάδας στρογγυλοποιείται στην ανώτερη ακέραια μονάδα, με σκοπό τη σαφήνεια της διάταξης αυτής και ισχύει από 15.3.2010.

Η στρογγυλοποίηση καταλαμβάνει μόνο τους συντελεστές που προκύπτουν κατ’ εφαρμογή της προβλεπόμενης από την παράγραφο 4 του ίδιου άρθρου του Κώδικα ΦΠΑ, μείωσης κατά τριάντα τοις εκατό (30%) των συντελεστών ΦΠΑ για τα νησιά των νομών Λέσβου, Χίου, Σάμου, Δωδεκανήσου, Κυκλάδων και τα νησιά του Αιγαίου Θάσο, Σαμοθράκη, Βόρειες Σποράδες και Σκύρο.

Για παράδειγμα ο μειωμένος κατά 50% συντελεστής ορισμένων αγαθών και υπηρεσιών του Παραρτήματος III, ο οποίος για την λοιπή Ελλάδα είναι 5%, με την μείωση του κατά 30% για τα προαναφερόμενα νησιά, προκύπτει συντελεστής 3,5%, ο οποίος κατ’ εφαρμογή της εν λόγω διάταξης στρογγυλοποιείται στην ανώτερη ακέραιη μονάδα και διαμορφώνεται έτσι στο 4%.

Παράγραφοι 2 και 3

Με τις διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 62, οι οποίες ισχύουν από 1.7.2010, αντικαταστάθηκαν οι διατάξεις των περιπτώσεων δ΄ και ε΄ της παραγράφου 1, του άρθρου 22 του Κώδικα ΦΠΑ. Ειδικότερα με την αντικατάσταση αυτή επέρχονται οι εξής τροποποιήσεις:

Ι. Νοσοκομειακή και ιατρική περίθαλψη

1. Σύμφωνα με τις νέες διατάξεις της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 22, από 1.7.2010 η απαλλαγή της νοσοκομειακής και ιατρικής περίθαλψης και διάγνωσης, καθώς και των στενά συνδεόμενων με αυτές παραδόσεων αγαθών και παροχών υπηρεσιών περιορίζεται μόνο στην περίπτωση που οι εν λόγω πράξεις πραγματοποιούνται από οργανισμούς δημοσίου δικαίου. Η απαλλαγή αυτή ισχύει και για λοιπούς οργανισμούς ιδιωτικού δικαίου, εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις:
i. δεν έχουν ως σκοπό τη συστηματική επιδίωξη κέρδους, τα ενδεχόμενα δε κέρδη τους δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να διανέμονται αλλά να διατίθενται για τη διατήρηση ή τη βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών,
ii. η διοίκηση και διαχείριση των εν λόγω οργανισμών πρέπει να ασκείται από πρόσωπα που δεν έχουν, είτε αυτά τα ίδια είτε μέσω τρίτων προσώπων, άμεσο ή έμμεσο συμφέρον από τα αποτελέσματα της εκμετάλλευσης των σχετικών δραστηριοτήτων,
iii. οι απαλλαγές δεν πρέπει να δημιουργούν κίνδυνο στρέβλωσης των όρων του ανταγωνισμού.

2. Η συνδρομή των προϋποθέσεων, οι οποίες είναι σωρρευτικές, προκύπτει από τη σύσταση του οργανισμού και άλλα έγγραφα και ελέγχονται τα πραγματικά περιστατικά από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. Όσον αφορά την προϋπόθεση περί μη δημιουργίας κινδύνου στρέβλωσης των όρων του ανταγωνισμού, θα πρέπει να εξετάζεται εάν η απαλλαγή συγκεκριμένου ιδιωτικού οργανισμού θέτει σε δυσμενή θέση άλλους οργανισμούς ιδιωτικού δικαίου οι οποίοι υπάγονται στο φόρο.

3. Ως στενά συνδεόμενες, με τις υπηρεσίες νοσοκομειακής και ιατρικής περίθαλψης και διάγνωσης, παραδόσεις αγαθών και παροχές υπηρεσιών, νοούνται μόνον αυτές που αποτελούν ένα απαραίτητο στάδιο της διαδικασίας παροχής των υπηρεσιών αυτών για να επιτευχθούν οι θεραπευτικοί και νοσηλευτικοί σκοποί και λογικά εντάσσονται στο πλαίσιο της παροχής τους, όπως φάρμακα, ορθοπεδικά προσθετικά, νοσοκομειακά αναλώσιμα, παροχή κλίνης και τροφής στους ασθενείς. Έσοδα των εν λόγω οργανισμών από τυχόν τηλεφωνική εξυπηρέτηση, εκμίσθωση συσκευών τηλεοράσεως, προς τους ασθενείς και τους συνοδούς τους, επίσης έσοδα από πράξεις μεσολάβησης, εκμίσθωσης μηχανημάτων, ερευνητικών εργασιών, κλπ, δεν εμπίπτουν στην απαλλαγή και φορολογούνται με τον κανονικό συντελεστή ΦΠΑ.

4. Η παροχή υπηρεσιών νοσοκομειακής και ιατρικής περίθαλψης και διάγνωσης, καθώς και οι στενά συνδεόμενες με αυτές παραδόσεις αγαθών και παροχές υπηρεσιών από κερδοσκοπικού χαρακτήρα πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, υπάγονται στο φόρο με το χαμηλό συντελεστή Φ.Π.Α. (11%), σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1, του άρθρου 21 και της παραγράφου 10, του κεφαλαίου Β. Υπηρεσίες, του Παραρτήματος ΙΙΙ του Κώδικα Φ.Π.Α..

Σημειώνεται ότι έσοδα των εν λόγω προσώπων από τυχόν τηλεφωνική εξυπηρέτηση, εκμίσθωση συσκευών τηλεοράσεως, και άλλες παρόμοιες υπηρεσίες προς τους ασθενείς και τους συνοδούς τους, επίσης έσοδα από πράξεις μεσολάβησης, εκμίσθωσης μηχανημάτων, ερευνητικών εργασιών, κλπ., φορολογούνται με τον κανονικό συντελεστή.

5. Με την ίδια διάταξη απαλλάσσονται από το φόρο και οι υπηρεσίες που παρέχονται στις εγκαταστάσεις θεραπευτικών λουτρών και ιαματικών πηγών, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στην ανωτέρω παράγραφο 1 (δημόσιοι οργανισμοί ή μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου). Επομένως στις εν λόγω μονάδες θεραπείας στις οποίες υπό ιατρική παρακολούθηση για λόγους υγείας γίνεται χρήση ιαματικών πηγών, εξακολουθούν να απαλλάσσονται το αντίτιμο του ιαματικού λουτρού, η τυχόν ιατροφαρμακευτική παρακολούθηση και περίθαλψη, συμπεριλαμβανομένης και της παροχής τροφής, εφόσον αυτή παρέχεται στους λουόμενους ασθενείς από την επιχείρηση των θεραπευτικών λουτρών.

6. Σημειώνεται ότι σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1, του άρθρου 30, παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης του φόρου των εισροών με τον οποίο έχουν επιβαρυνθεί οι δαπάνες των υπηρεσιών περίθαλψης και διάγνωσης, στην περίπτωση που αυτές δεν απαλλάσσονται, με αποτέλεσμα την μείωση του κόστους των παρεχόμενων υπηρεσιών.

ΙΙ. Ιατρική περίθαλψη στο πλαίσιο άσκησης ιατρικών επαγγελμάτων

1. Με την αντικατάσταση της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 22 συνεχίζουν να απαλλάσσονται από τον Φ.Π.Α. οι παροχές ιατρικής περίθαλψης, οι οποίες πραγματοποιούνται στο πλαίσιο της άσκησης ιατρικών επαγγελμάτων.

Η απαλλαγή αυτή καλύπτει την παροχή ιατρικών υπηρεσιών με σκοπό τη διάγνωση, περίθαλψη, πρόληψη και στο μέτρο του δυνατού θεραπεία ασθενειών ή ανωμαλιών της υγείας του ανθρώπου, οι οποίες πραγματοποιούνται από ιατρούς ή οδοντιάτρους στο πλαίσιο της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, ανεξάρτητα από τη νομική μορφή του παρέχοντος (φυσικό ή νομικό πρόσωπο), με την προϋπόθεση ότι τα νομικά πρόσωπα αναγνωρίζονται από το Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης ως φορείς παροχής πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας (Π.Φ.Υ.).

2. Σημειώνεται ότι σύμφωνα με π.δ. 84/2001 (ΦΕΚ 70 Α΄), οι φορείς παροχής υπηρεσιών πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας δεν διαθέτουν κλίνες νοσηλείας (άρθρο 14, π.δ. 84/2001). Έτσι υπάγονται στην ανωτέρω διάταξη και απαλλάσσονται από τον Φ.Π.Α. οι ιατρικές υπηρεσίες που παρέχονται από φυσικά πρόσωπα ιατρούς όλων των ειδικοτήτων και οδοντιάτρους στα ιδιωτικά τους ιατρεία και οδοντιατρεία, από ιδιωτικά πολυιατρεία και πολυοδοντιατρεία, ιδιωτικά διαγνωστικά εργαστήρια και ιδιωτικά εργαστήρια φυσικής ιατρικής και αποκατάστασης.

3. Υπενθυμίζεται ότι η εν λόγω απαλλαγή καλύπτει τους γιατρούς εργασίας, σύμφωνα με τις διευκρινίσεις που έχουν δοθεί με την εγκύκλιο ΠΟΛ.1168/16.12.2008.

4. Με τη διάταξη αυτή συνεχίζουν να απαλλάσσονται από το φόρο και οι αμοιβές των ιατρών ελευθέρων επαγγελματιών από ιδιωτικές κλινικές και νοσοκομεία, στην περίπτωση που δεν είναι μισθωτοί, και οι οποίες αφορούν περίθαλψη ασθενών των προσώπων αυτών. Διευκρινίζεται ότι στην περίπτωση που η αμοιβή του ιατρού δεν αφορά υπηρεσίες ιατρικής περίθαλψης αλλά προμήθεια για σύσταση πελατείας, τότε υπάγεται στο φόρο με τον κανονικό συντελεστή. Επίσης υπάγεται στο φόρο με τον κανονικό συντελεστή η αμοιβή ιατρών φυσικών προσώπων ή νομικών προσώπων με μέλη ιατρούς, οι οποίοι παρέχουν υπηρεσίες συμβουλευτικού χαρακτήρα, παροχής πληροφοριών για ιατρικά θέματα και μηχανήματα και γενικά υπηρεσίες που δεν έχουν σκοπό τη διάγνωση, περίθαλψη, πρόληψη και στο μέτρο του δυνατού θεραπεία ασθενειών ή ανωμαλιών της υγείας του ανθρώπου στο πλαίσιο της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας.

5. Σημειώνεται ότι η απαλλακτική αυτή διάταξη συνεχίζει να καλύπτει υπηρεσίες ιατρικής περίθαλψης που παρέχονται από ψυχολόγους, μαίες, νοσοκόμους, φυσικοθεραπερυτές, ενώ η απαλλαγή καλύπτει από 1.7.2010 και τις υπηρεσίες που παρέχονται από λογοθεραπευτές και εργοθεραπευτές.

6. Υπηρεσίες από δερματολόγους, χειρούργους και ιατρούς άλλων ειδικοτήτων, ατομικές επιχειρήσεις ή εταιρείες, με τη χρήση λέϊζερ ή με άλλες τεχνικές της ιατρικής επιστήμης, οι οποίες δεν αποσκοπούν στην θεραπεία ασθένειας ή στην αποκατάσταση της υγείας, αλλά γίνονται για λόγους αισθητικής, υπάγονται στο φόρο με τον χαμηλό συντελεστή. Επομένως για την επιβολή ή μη Φ.Π.Α. σε κάθε περίπτωση, η διάκριση για την φορολογική μεταχείριση γίνεται ανάλογα με το σκοπό για τον οποίο παρέχεται η υπηρεσία.

7. Προκειμένου να αντιμετωπιστεί το θέμα των ιδιωτικών κλινικών και των «διαγνωστικών κέντρων» τα οποία δεν μπορούν να συμβληθούν απευθείας με το δημόσιο και λοιπούς ασφαλιστικούς φορείς για την είσπραξη νοσηλίων και εξετάστρων και για την είσπραξη αυτών μεσολαβεί συμβεβλημένος ιατρός, γίνονται δεκτά τα ακόλουθα:

α) όσον αφορά τις υπηρεσίες των φορέων υγείας, οι οποίες απαλλάσσονται από το φόρο συνεχίζει να εφαρμόζεται η παράγραφος Α.1. της εγκυκλίου 1137236/6512/2090/Α0014/ΠΟΛ.1334/23.12.1996, δηλαδή ο συμβεβλημένος ιατρός για την είσπραξη των αμοιβών του φορέα υγείας για τον οποίο ενεργεί, εκδίδει το προβλεπόμενο φορολογικό στοιχείο προς τον ασφαλιστικό φορέα χωρίς Φ.Π.Α. και στη συνέχεια ο φορέας υγείας εκδίδει φορολογικό στοιχείο ίσης αξίας (συμπεριλαμβανομένου και του παρακρατηθέντος φόρου εισοδήματος) προς τον ιατρό χωρίς Φ.Π.Α..

β) όσον αφορά τους φορείς υγείας οι υπηρεσίες των οποίων υπάγονται στο φόρο, ακολουθείται η διαδικασία ως άνω, με τη διαφορά ότι τόσο στο φορολογικό στοιχείο που εκδίδει ο ιατρός όσο και στο φορολογικό στοιχείο που εκδίδει ο φορέας υγείας αναλογεί Φ.Π.Α. με τον χαμηλό συντελεστή.

Η ανωτέρω ρύθμιση είναι μεταβατικού χαρακτήρα και ισχύει μέχρι τη λήξη της προθεσμίας προσαρμογής των εν λόγω προσώπων με τις διατάξεις του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, όπως αυτή κατά περίπτωση έχει οριστεί (άρθρα 26 και 29 του ν. 3846/2010).

ΙΙΙ. Διάκριση μεταξύ των περιπτώσεων δ΄ και ε΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 22.

Για την αποφυγή συγχίσεων, όσον αφορά την εφαρμογή των διατάξεων των περιπτώσεων δ΄ και ε΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 22 του Κώδικα ΦΠΑ, όπως αυτές ισχύουν από 1.7.2010, διευκρινίζουμε τα εξής:

1. Στην παράγραφο δ΄ υπάγονται οι υπηρεσίες δευτεροβάθμιας υγείας, ενώ στην παράγραφο ε΄ υπάγονται οι υπηρεσίες πρωτοβάθμιας υγείας, δηλαδή οι προϋποθέσεις που τίθενται στην περίπτωση δ΄ για τους ιδιωτικούς οργανισμούς δεν ισχύουν για την παροχή πρωτοβάθμιας υγείας, η οποία υπάγεται στην περίπτωση ε΄.

2. Κατά συνέπεια και με σκοπό την ίση μεταχείριση ίδιων πράξεων:

– Υπηρεσίες ιατρικής περίθαλψης και διάγνωσης που παρέχονται από νοσηλευτικά ιδρύματα (φορείς δευτεροβάθμιας υγείας) στα εξωτερικά ιατρεία και διαγνωστικά εργαστήρια που διαθέτουν, απαλλάσσονται από το φόρο με τις διατάξεις και τις προϋποθέσεις της περίπτωσης ε΄, της παραγράφου 1 του άρθρου 22.
– Υπηρεσίες διάγνωσης που πραγματοποιούνται από νοσηλευτικά ιδρύματα (φορείς δευτεροβάθμιας υγείας) σε ασθενείς που νοσηλεύονται σ’ αυτά υπάγονται στις διατάξεις της περίπωσης δ΄, κατά συνέπεια στην περίπτωση που οι επιχειρήσεις ιδιωτικού δικαίου δεν πληρούν τις προϋποθέσεις που τίθενται, υπάγονται στο φόρο.
– Υπηρεσίες που παρέχονται από φορείς δευτεροβάθμιας υγείας, οι οποίες συνίσταται στην εκτέλεση ιατρικών ή οδοντιατρικών πράξεων οι οποίες, σύμφωνα με διατάξεις του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, απαγορεύεται να εκτελούνται από φορείς παροχής υπηρεσιών πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, όπως χειρουργικές επεμβάσεις για τις οποίες δεν απαιτείται διανυκτέρευση, υπάγονται στην περίπτωση δ΄, κατά συνέπεια στην περίπτωση κερδοσκοπικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου, υπάγονται στο φόρο με τον το χαμηλό συντελεστή Φ.Π.Α.
– Οι υπηρεσίες των Μονάδων Χρόνιας Αιμοκάθαρσης εκτός Νοσοκομείων και Κλινικών του π.δ. 225/2000 (ΦΕΚ194/Α/7.9.2000) υπάγονται στην περίπτωση ε΄, κατά συνέπεια απαλλάσσονται από το φόρο. Επίσης απαλλάσσονται οι υπηρεσίες των Μονάδων Τεχνητού Νεφρού, στην περίπτωση που οι υπηρεσίες παρέχονται σε εξωτερικούς, μη νοσηλευόμενους ασθενείς των ιδιωτικών κλινικών που δεν απαλλάσσονται με την διάταξη της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 22, ενώ οι ίδιες υπηρεσίες που παρέχονται σε νοσηλευόμενους ασθενείς υπάγονται στο φόρο.
– Υπηρεσίες που παρέχονται από Κέντρα Αποθεραπείας και Αποκατάστασης τα οποία ανήκουν σε φυσικά ή Ν.Π.Ι.Δ. του π.δ. 395/1993, που λειτουργούν, αναλόγως με την άδεια λειτουργίας τους, ως πρωτοβάθμιοι ή ως δευτεροβάθμιοι ή ως μικτοί φορείς υγείας, διευκρινίζεται ότι απαλλάσσονται από το φόρο μόνο οι υπηρεσίες που παρέχονται σε εξωτερικούς ασθενείς που δεν διανυκτερεύουν στις εγκαταστάσεις τους (περίπτωση ε΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 22).


IV. Κατάργηση της απαλλαγής των υπηρεσιών δικηγόρων, συμβολαιογράφων, άμισθων υποθηκοφυλάκων και δικαστικών επιμελητών.

Στη νέα διάταξη της περίπτωσης ε΄, της παραγράφου 1 του άρθρου 22, δεν περιλαμβάνονται τα επαγγέλματα των δικηγόρων, συμβολαιογράφων, άμισθων υποθηκοφυλάκων και δικαστικών επιμελητών, κατά συνέπεια από 1.7.2010 οι υπηρεσίες των προσώπων αυτών υπάγονται στο ΦΠΑ με τον κανονικό συντελεστή (23%). Η φορολογητέα αξία συνίσταται στο σύνολο της αμοιβής των προσώπων αυτών, δηλαδή στο συνολικό ποσό που συνιστά την αντιπαροχή για τις παρεχόμενες υπηρεσίες τους, προσαυξημένη με οποιαδήποτε παροχή συνδέεται άμεσα με αυτή.

Ειδικότερα διευκρινίζουμε τα εξής:

1. Όσον αφορά τους δικηγόρους, υπάγεται στο φόρο το συνολικό ποσό που καταβάλλεται ως προείσπραξη στους δικηγορικούς συλλόγους σε όσες περιπτώσεις αυτό προβλέπεται, όπως επίσης και κάθε άλλο ποσό που εισπράττεται συμπληρωματικά ή ανεξάρτητα και αυτοτελώς από αυτό ως αμοιβή για τις παρεχόμενες υπηρεσίες. Σημειώνεται ότι τα φορολογικά στοιχεία που εκδίδονται από τους δικηγόρους θα πρέπει να αναγράφουν τη συνολική αμοιβή που εισπράττεται από τον πελάτη, ανεξάρτητα από τις ρυθμίσεις που ισχύουν για τη φορολογία του εισοδήματός τους.

Λαμβάνοντας υπόψη ότι, με τις ισχύουσες διατάξεις, σε ορισμένες περιπτώσεις η ελάχιστη αμοιβή των δικηγόρων προεισπράττεται από τους δικηγορικούς συλλόγους, κατά την προείσπραξη αυτή θα πρέπει να εισπράττεται και ο αναλογών ΦΠΑ. Στη συνέχεια κατά την απόδοση της αμοιβής στους δικηγόρους, μετά την παρακράτηση των προβλεπομένων κρατήσεων θα αποδίδεται στους δικηγόρους και το σύνολο του ΦΠΑ που έχει εισπραχθεί, προκειμένου να αποδοθεί στο δημόσιο με την υποβολή της περιοδικής δήλωσης ΦΠΑ που υποβάλλεται από τους δικηγόρους.

Οι δικηγορικοί σύλλογοι ενημερώνουν σε τακτά χρονικά διαστήματα τη φορολογική αρχή για τα ποσά που έχουν προεισπράξει για λογαριασμό των δικηγόρων, καθώς και τον αναλογούντα ΦΠΑ, υποβάλλοντας τα στοιχεία αυτά με ηλεκτρονικό τρόπο.
Διευκρινίζεται τέλος ότι οι δικηγόροι που εργάζονται με πάγια αντιμισθία και, κατά τις διατάξεις της φορολογίας εισοδήματος θεωρούνται ως μισθωτοί, δεν υπάγονται στο ΦΠΑ για τις εν λόγω αμοιβές.

2. Όσον αφορά τους άμισθους υποθηκοφύλακες, η φορολογητέα αξία συνίσταται στο δικαίωμα άμισθου υποθηκοφύλακα (3‰) που εισπράττεται σύμφωνα με το ν. 325/1976. Τα υπόλοιπα τέλη και δικαιώματα που εισπράττονται, σύμφωνα με το ν. 325/1976, υπέρ του δημοσίου ή τρίτων και αποδίδονται άμεσα στο δημόσιο, δεν υπάγονται στο φόρο.

Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με την ΑΥΟ1100721/661/0015/19.10.2007, οι άμισθοι υποθηκοφύλακες στο βιβλίο εσόδων εξόδων που τηρούν μπορούν να καταχωρούν τα ακαθάριστα έσοδά τους (παρακρατηθέντα δικαιώματα άμισθου υποθηκοφύλακα) κάθε ημερολογιακού τριμήνου με ένα ποσό, μέχρι τη δέκατη ημέρα από το τέλος του τριμήνου, με μεταφορά των σχετικών δεδομένων όπως προκύπτουν από το βιβλίο εισοδημάτων που τηρούν κατ’ εφαρμογή της 28771/20.3.1971 απόφασης του Υπουργού Δικαιοσύνης.

Δεδομένου ότι με τη ρύθμιση αυτή είναι προφανές ότι τα ακαθάριστα έσοδα για τη φορολογία εισοδήματος δεν ταυτίζονται με τη φορολογητέα αξία για το ΦΠΑ, στο τηρούμενο βιβλίο εσόδων εξόδων, θα πρέπει σε ιδιαίτερες στήλες να αναγράφεται η φορολογητέα αξία ΦΠΑ, όπως αυτή προκύπτει από τη στήλη 19 του Βιβλίου Τελών και Δικαιωμάτων που τηρούν, καθώς και ο αναλογών φόρος.

Στις αποδείξεις παροχής υπηρεσιών που εκδίδονται προς τον αντισυμβαλλόμενο, σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΒΣ, στην περίπτωση που το συνολικό αντίτιμο περιλαμβάνει και τα υπόλοιπα δικαιώματα που εισπράττονται υπέρ του δημοσίου ή τρίτων που δεν υπόκεινται στο ΦΠΑ, θα πρέπει, έστω χειρόγραφα, να αναφέρεται το συνολικό εισπραττόμενο δικαίωμα άμισθου υποθηκοφύλακα και ο αναλογών ΦΠΑ, εφόσον ο αντισυμβαλλόμενος είναι επιτηδευματίας. Στην περίπτωση που ο αντισυμβαλλόμενος είναι ιδιώτης (μη επιτηδευματίας), το εισπραττόμενο αυτό δικαίωμα αναγράφεται συνολικά περιλαμβάνοντας και το ΦΠΑ και τίθεται, με σφραγίδα ή χειρόγραφα, η ένδειξη «στο δικαίωμα άμισθου υποθηκοφύλακα περιλαμβάνεται ΦΠΑ με τον κανονικό συντελεστή 23%».

Παράγραφος 4

Με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 62 καταργείται η περίπτωση ια΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 22 του Κώδικα ΦΠΑ (ν. 2859/2000), ήτοι η απαλλαγή από το ΦΠΑ της παροχής υπηρεσιών από συγγραφείς, καλλιτέχνες και ερμηνευτές έργων τέχνης προς άλλους υποκείμενους στο φόρο.

Η εν λόγω διάταξη ισχύει από 1.7.2010, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 92, παράγραφος 1, περίπτωση ιστ΄ του ιδίου νόμου. Έτσι, από 1ης Ιουλίου 2010, όλες οι υπηρεσίες που παρέχονται από τους καλλιτέχνες, συγγραφείς και ερμηνευτές έργων τέχνης, στα πλαίσια της άσκησης του ελευθέριου επαγγέλματός τους, υπάγονται στο φόρο.

Στο φόρο υπάγονται και τα περιουσιακά και συγγενικά δικαιώματα, καθώς και η εύλογη αμοιβή που εισπράττουν τα πρόσωπα αυτά μέσω των οργανισμών συλλογικής διαχείρισης στους οποίους έχουν αναθέσει τη διαχείριση ή/και προστασία της εκμετάλλευσης και διάδοσης του έργου τους, καθόσον πλέον αυτά δεν προέρχονται από άσκηση δραστηριότητας η οποία απαλλάσσεται από το ΦΠΑ.

Η έννοια του όρου «καλλιτέχνης» αναφέρεται στο πρόσωπο το οποίο καλλιεργεί ή ασκεί κάποια από τις καλές τέχνες, τούτων θεωρουμένων ως του ειδικού κύκλου καλλιτεχνικών εκδηλώσεων και δημιουργίας που παραδοσιακά περιλαμβάνουν τη μουσική, τη ζωγραφική, τη γλυπτική, τη χαρακτική, το χορό, το θέατρο, τον κινηματογράφο κλπ. Ως «ερμηνευτής έργων τέχνης» χαρακτηρίζεται το πρόσωπο εκείνο που με διάφορους εκφραστικούς τρόπους που χρησιμοποιεί ερμηνεύει ένα έργο τέχνης, όπως για παράδειγμα ο τραγουδιστής, ο κιθαριστής, ο πιανίστας, οι μονωδοί και χορωδοί του λυρικού θεάτρου, οι χορευτές. Ως καλλιτέχνες χαρακτηρίζονται και εκείνοι από τους διακοσμητές, που είναι γραμμένοι ως μέλη του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος ή διαθέτουν τα προσόντα να εγγραφούν, ήτοι αυτοί που είναι εικαστικοί (ζωγράφοι, γλύπτες, χαράκτες), όχι όμως οι απλοί διακοσμητές βιτρινών ή εσωτερικών χώρων.

Επισημαίνεται ότι οι υπηρεσίες που παρέχονται από συγγραφείς, συνθέτες, καλλιτέχνες και ερμηνευτές έργων τέχνης, καθώς και τα δικαιώματα αυτών, υπάγονται στο χαμηλό συντελεστή ΦΠΑ (11%), σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3) του Κεφαλαίου Β΄ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ, του Παραρτήματος ΙΙΙ, του Κώδικα ΦΠΑ.

Οι συγγραφείς δημόσιοι ή ιδιωτικοί υπάλληλοι καθώς και οι συνταξιούχοι για την πρώτη μετά τη συνταξιοδότησή τους έκδοση βιβλίου, οι οποίοι σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2, παράγραφος 1, περίπτωση γ) του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων δεν θεωρούνται επιτηδευματίες εφόσον δεν είναι επιτηδευματίες από άλλη αιτία και κατά συνέπεια δεν είναι υπόχρεοι σε τήρηση βιβλίων και στοιχείων, δεν υπάγονται στο φόρο για τις πράξεις παράδοσης αγαθών (διάθεση βιβλίων από τους ίδιους ή με ανάθεση σε τρίτο πρόσωπο) ή παροχής υπηρεσιών (εκχώρηση συγγραφικών τους δικαιωμάτων) που πραγματοποιούν.

Οι εγκύκλιοι Α.13794/4353/ΠΟΛ.347/11.12.1987 και 1011511/441/37/0014/ΠΟΛ.1032/26.1.2001, παύουν να ισχύουν κατά το μέρος που αναφέρονται σε οδηγίες εφαρμογής της απαλλαγής που καταργήθηκε

Παράγραφος 5

Με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 62 αντικαθίσταται η παράγραφος 1 του άρθρου 34 καθόσον είχαν παρατηρηθεί παρερμηνείες με αποτέλεσμα να μην εφαρμόζεται ομοιόμορφα η διάταξη. Δεδομένου δε ότι ο ΦΠΑ οφείλει να είναι ουδέτερος για την επιχείρηση, εκτός των περιπτώσεων που αυτή λειτουργεί ως τελικός καταναλωτής, το πιστωτικό υπόλοιπο αυτού είναι επιστρεπτέο σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα και με τα οριζόμενα στις εκάστοτε ισχύουσες υπουργικές αποφάσεις. Επίσης καθίσταται σαφές ότι η επιστροφή ΦΠΑ αφορά σε κάθε περίπτωση ποσό φόρου που καταβλήθηκε στο δημόσιο αχρεώστητα, ανεξαρτήτως αν η καταβολή ήταν εξ αρχής αχρεώστητη ή ήταν νόμιμη κατά τον χρόνο που αυτή έγινε, η δε υποχρέωση προς απόδοση των καταβληθέντων προκύπτει από επιγενόμενους λόγους. Θεωρείται ότι υπάρχει εξ’ αρχής αχρεώστητη καταβολή όταν από νομικό ή πραγματικό σφάλμα έχει περιληφθεί στη δήλωση φορολογητέα αξία μη υποκείμενη σε φόρο ή αξία υπερβαίνουσα την πραγματική ή καταβλήθηκε φόρος για συναλλαγή η οποία δεν ολοκληρώθηκε και γενικά όταν κατά το χρονικό σημείο της καταβολής δεν υφίστατο όντως υποχρέωση καταβολής για πραγματικό ή νομικό λόγο.

Παράγραφοι 6, 7 & 8: Ανακεφαλαιωτικοί πίνακες

Με την ΑΥΟ 1091535/7452/1652/Δ0014/ΠΟΛ.1127/25.9.2009 ορίστηκε:

– Ο τύπος, το περιεχόμενο, ο τρόπος και ο χρόνος υποβολής του ανακεφαλαιωτικού πίνακα ενδοκοινοτικών παραδόσεων αγαθών και παρεχομένων υπηρεσιών.
– Ο τύπος, το περιεχόμενο, ο τρόπος και χρόνος υποβολής του ανακεφαλαιωτικού πίνακα ενδοκοινοτικών αποκτήσεων αγαθών και λήψεων υπηρεσιών και
– Η υποχρεωτική υποβολή των αρχικών και εμπρόθεσμων ανακεφαλαιωτικών πινάκων με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω του ειδικού δικτύου (TAXIS net).

Επίσης, με την εγκύκλιο 1091531/7453/1653/Δ0014/25.09.2009, κοινοποιήθηκαν οδηγίες για τη συμπλήρωση των εντύπων των ανακεφαλαιωτικών πινάκων και την υποβολή ανακεφαλαιωτικών πινάκων για πράξεις που πραγματοποιούνται από 01.01.2010.

Παράγραφοι 9, 10 & 11: Κατάργηση βιβλίου αγορών

Με τις διατάξεις των παραγράφων 9, 10 και 11 του άρθρου 62, προσαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 39 του Κώδικα ΦΠΑ, κατόπιν της σταδιακής κατάργησης της δυνατότητας τήρησης βιβλίου αγορών από τις επιχειρήσεις που υπόκεινται στο ΦΠΑ. Σημειώνεται ότι οι διατάξεις του άρθρου αυτού που αφορούν τις μικρές επιχειρήσεις που τηρούν βιβλίο αγορών και δεν καταργήθηκαν, καθίστανται ανενεργείς από το χρόνο κατά τον οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΒΣ, καταργείται το βιβλίο αγορών.

1. Προαιρετική μετάταξη κατά τη διάρκεια του έτους

Με τις διατάξεις της παραγράφου 9 του άρθρου 62 προστίθεται παράγραφος 9α στο άρθρο 39 του Κώδικα ΦΠΑ, σύμφωνα με την οποία από 1.4.2010 δίνεται η δυνατότητα στις μικρές επιχειρήσεις που εντάσσονται στο ειδικό καθεστώς του άρθρου αυτού να μετατάσσονται στο κανονικό καθεστώς και κατά τη διάρκεια της διαχειριστικής περιόδου, αλλά μόνο από την έναρξη ημερολογιακού μήνα. Η μετάταξη αυτή γίνεται με την υποβολή δήλωσης στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. και δεν μπορεί να ανακληθεί πριν από την παρέλευση μιας πενταετίας, η οποία αρχίζει από την επόμενη της μετάταξης διαχειριστική περίοδο. Σημειώνεται ότι η διάταξη αυτή έχει στόχο τη χορήγηση της δυνατότητας στις επιχειρήσεις να εκδίδουν αποδείξεις, πριν την υποχρεωτική τήρηση βιβλίου εσόδων – εξόδων.
Κατά την εν λόγω μετάταξη και προκειμένου να αποφευχθεί η διπλή φορολόγηση των αγαθών τους, οι επιχειρήσεις συντάσσουν υποχρεωτικά ή προαιρετικά απογραφή των αποθεμάτων που υπάρχουν κατά το χρόνο της μετάταξης. Τα ακαθάριστα έσοδα της τελευταίας φορολογικής περιόδου ή μέρους αυτής, πριν από την αλλαγή της κατηγορίας βιβλίων, προσδιορίζονται με βάση τα αγορασθέντα εμπορεύσιμα αγαθά ή τα παραχθέντα έτοιμα προϊόντα, μειωμένα με την αξία των αγαθών που εμφανίζονται στην απογραφή. Η διάταξη αυτή ισχύει και στην περίπτωση υποχρεωτικής μετάταξης κατά τη διάρκεια του έτους, λόγω της σταδιακής κατάργησης του βιβλίου αγορών εντός του έτους 2010. Σε περίπτωση μη σύνταξης προαιρετικής απογραφής, θεωρείται ότι η επιχείρηση δεν διαθέτει αποθέματα.

2. Μετάταξη κατά την έναρξη της διαχειριστικής περιόδου

Με την παράγραφο 10 του άρθρου 62 αντικαθίσταται η παράγραφος 10 του άρθρου 39 του Κώδικα ΦΠΑ προκειμένου να απλοποιηθεί ο προσδιορισμός των ακαθαρίστων εσόδων στην περίπτωση μετάταξης από το ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων στο κανονικό και αντίστροφα, κατά την έναρξη διαχειριστικής περιόδου.

Όταν μία επιχείρηση μετατάσσεται κατά την έναρξη της διαχειριστικής περιόδου, υποχρεωτικά ή προαιρετικά, συντάσσει απογραφή με τα αποθέματα των εμπορευσίμων αγαθών, τα οποία υπάρχουν την τελευταία ημέρα της διαχειριστικής περιόδου που προηγείται της μετάταξης. Η απογραφή αυτή, είτε είναι υποχρεωτική, είτε προαιρετική, γίνεται κατά συντελεστή φόρου, όπως αυτός ισχύει κατά την τελευταία ημέρα της διαχειριστικής περιόδου που προηγείται της μετάταξης.

Η επιχείρηση που μετατάσσεται από τις απαλλασσόμενες, λόγω τζίρου ή από το ειδικό καθεστώς με βιβλία Α΄ κατηγορίας στο κανονικό καθεστώς, συντάσσει υποχρεωτικά ή προαιρετικά απογραφή των αποθεμάτων της κατά το χρόνο της μετάταξης. Διευκρινίζεται ότι η προαιρετική απογραφή των εμπορευσίμων αγαθών έχει στόχο την αποφυγή της διπλής φορολόγησης, στην περίπτωση μετάταξης από το ειδικό καθεστώς στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ, καθώς τα αποθέματα αυτά μειώνουν τις αγορές, που πρέπει να μετατραπούν σε τεκμαρτές πωλήσεις κατά την τελευταία πριν τη μετάταξη διαχειριστική περίοδο. Σε περίπτωση μη σύνταξης προαιρετικής απογραφής, θεωρείται ότι η επιχείρηση δεν διαθέτει αποθέματα.

Δικαίωμα έκπτωσης του φόρου που επιβάρυνε τα αποθέματα έχουν μόνο οι επιχειρήσεις που μετατάσσονται από το καθεστώς των απαλλασσομένων λόγω τζίρου επιχειρήσεων στο κανονικό καθεστώς, καθόσον αυτές δεν έχουν εκπέσει το φόρο κατά την αγορά των αγαθών. Αντίθετα, η επιχείρηση που μετατάσσεται από το κανονικό καθεστώς στο καθεστώς απαλλασσομένων λόγω τζίρου επιχειρήσεων, υπάρχει υποχρέωση καταβολής του φόρου που επιβάρυνε τα αποθέματα που υπάρχουν κατά το χρόνο της μετάταξης.

3. Με την αντικατάσταση του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 11 του άρθρου 39 του Κώδικα ΦΠΑ προβλέπεται ότι οι επιχειρήσεις που μετατάσσονται σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 9 α, 10 και του πρώτου εδαφίου αυτής υποχρεούνται στην υποβολή δήλωσης αποθεμάτων μετάταξης εντός δύο (2) μηνών από τη μετάταξη. Στη δήλωση αυτή αναγράφονται τα αποθέματα κατά συντελεστή ΦΠΑ, καθώς και ο φόρος που αναλογεί.

4. Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 6 του ν. 3842/2010 ειδικά για τη διαχειριστική χρήση 2010, η προαιρετική σύνταξη απογραφής, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 ανωτέρω, δεν συνεπάγεται την υποχρεωτική σύνταξη απογραφών για μια τριετία από τη σύνταξη της πρώτης προαιρετικής απογραφής λήξης σύμφωνα με την περ. γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Κ.Φ.Ε..

5. Υπενθυμίζεται ότι για τη υποχρεωτική μετάταξη από το ειδικό καθεστώς μικρών επιχειρήσεων στο κανονικό καθεστώς έχουν εκδοθεί οι εγκύκλιες ΠΟΛ.1032/30.3.2010 για τα πρατήρια καυσίμων από 1.5.2010, ΠΟΛ.1096/21.6.2010, για τους εκμεταλλευτές ΤΑΞΙ από 1.7.2010, και γενικά για την υποχρεωτική μετάταξη από 1.7.2010 η εγκύκλιος ΠΟΛ.1091/14.6.2010.

Παράγραφοι 12 και 13: Τροποποιήσεις ειδικού καθεστώτος αγροτών

1. Με την περίπτωση α΄ της παραγράφου 12 του άρθρου 62, με την οποία αντικαθίσταται το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 41 του Κώδικα ΦΠΑ προβλέπεται αύξηση του κατ’ αποκοπή συντελεστή επιστροφής φόρου στους αγρότες του ειδικού καθεστώτος. Ο νέος αυξημένος συντελεστής 11% ισχύει για πωλήσεις αγροτικών προϊόντων και παροχής αγροτικών υπηρεσιών που πραγματοποιήθηκαν από 1.1.2009, δηλαδή εφαρμόζεται για τις αιτήσεις επιστροφής που υποβάλλονται κατά το έτος 2010 και μεταγενέστερα (σχετική εγκύκλιος ΠΟΛ.1045/22.4.2010).

2. Με τα δύο νέα εδάφια της παραγράφου 2 του άρθρου 41 του Κώδικα ΦΠΑ, όπως προστέθηκαν με την περίπτωση β΄ της παραγράφου 12 του άρθρου 62, καθώς και τις διατάξεις των παραγράφων 4 και 5 του ίδιου άρθρου, όπως ισχύουν μετά την αντικατάσταση τους με την παράγραφο 13 του άρθρου 62 του ν. 3842/2010, προβλέπεται ότι:

α) Οι αγρότες του ειδικού καθεστώτος που πωλούν αγροτικά προϊόντα δικής τους παραγωγής από δικό τους κατάστημα ή από λαϊκές αγορές ή τα εξάγουν ή τα παραδίδουν σε άλλο κράτος – μέλος θεωρείται ότι ασκούν εμπορική δραστηριότητα και για το λόγο αυτό υπάγονται υποχρεωτικά στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ.

Οι αγρότες αυτοί δικαιούνται επιστροφής ΦΠΑ με την εφαρμογή ενός κατ’ αποκοπή συντελεστή 5%, επί της αξίας πώλησης των αγροτικών προϊόντων τους, όπως αυτή προκύπτει από τα τηρούμενα βιβλία.

Παράλληλα, οι εν λόγω αγρότες παραμένουν στο ειδικό καθεστώς για τη δραστηριότητα της αγροτικής παραγωγής τους, για την οποία δικαιούνται να λαμβάνουν επιστροφή ΦΠΑ εφαρμόζοντας τον κατ’ αποκοπή συντελεστή 11%, επί της αξίας των παραδιδόμενων αγροτικών προϊόντων και των παρεχόμενων αγροτικών υπηρεσιών προς άλλους υποκείμενους στο φόρο, εκτός των αγροτών του ειδικού καθεστώτος.

β) Ειδικά για τους αγρότες που διαθέτουν τα προϊόντα παραγωγής τους σε λαϊκές αγορές η ένταξή τους στο κανονικό καθεστώς, με την υποχρέωση τήρησης βιβλίου εσόδων εξόδων και έκδοση αποδείξεων, ισχύει από 1.10.2010, σύμφωνα με την Α.Υ.Ο. 1065/18.5.2010.
Οι αγρότες αυτοί στο τηρούμενο βιβλίο εσόδων – εξόδων θα καταχωρούν μόνο τα έσοδα και τα έξοδα που αφορούν τη διάθεση των προϊόντων παραγωγής τους στις λαϊκές αγορές.

γ) Η παράδοση αγροτικών προϊόντων από την αγροτική εκμετάλλευση στην εμπορική δραστηριότητα γίνεται με την έκδοση ειδικού στοιχείου, στο οποίο περιλαμβάνεται το είδος, η ποσότητα, η ποιότητα, καθώς και η κανονική αξία των προϊόντων αυτών, όπως αυτή προκύπτει από τις διατάξεις της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 19 του Κώδικα ΦΠΑ.

δ) Οι αγρότες που ασκούν τις αγροτικές εκμεταλλεύσεις και παρέχουν τις αγροτικές υπηρεσίες του άρθρου 42 του Κώδικα ΦΠΑ με οποιαδήποτε μορφή εταιρείας ή αγροτικών συνεταιρισμών ή πωλούν τα παραγόμενα αγροτικά προϊόντα, μετά από επεξεργασία που προσδίδει σε αυτά βιομηχανικό ή βιοτεχνικό χαρακτήρα, καθώς και αυτοί που ασκούν παράλληλα και άλλη οικονομική δραστηριότητα, για την οποία υποχρεούνται στην τήρηση βιβλίων Β΄ ή ανώτερης κατηγορίας του ΚΒΣ, εκτός των αγροτών που αναφέρονται στην ανωτέρω περίπτωση α), εντάσσονται στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ για τις δραστηριότητες αυτές και δεν έχουν δικαίωμα επιστροφής του φόρου με τον κατ’ αποκοπή συντελεστή 11%.

ε) Η ένταξη στο κανονικό καθεστώς των αγροτών που πωλούν προϊόντα παραγωγής τους από λαϊκές αγορές γίνεται με την υποβολή δήλωσης έναρξης ή μεταβολής, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 36 του Κώδικα ΦΠΑ, η οποία υποβάλλεται μέχρι 31.10.2010.

στ) Σημειώνεται ότι οι αγρότες του ειδικού καθεστώτος που πωλούν προϊόντα παραγωγής από δικό τους κατάστημα, υποχρεούνται στην τήρηση βιβλίου εσόδων εξόδων από 1.7.2010, σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις του ΚΒΣ.

Παράγραφος 14

Με τις διατάξεις της παραγράφου 14 του ίδιου ως άνω άρθρου αντικαθίσταται το άρθρο 57 του Κώδικα ΦΠΑ προκειμένου να συμπληρωθούν και να διευκρινιστούν οι διατάξεις σχετικά με την παραγραφή υπέρ και κατά του δημοσίου.

Αξίωση του δημοσίου

Οι παράγραφοι 1 και 2 του νέου άρθρου 57 αποτελούν στην ουσία επανάληψη των προηγουμένων διατάξεων, με τη διαφορά ότι ορίζεται πλέον σαφώς ο χρόνος εντός του οποίου μπορεί να κοινοποιηθεί πράξη προσδιορισμού του φόρου η οποία εκδίδεται σύμφωνα με τα άρθρα 49 και 50 του Κώδικα ΦΠΑ. Συγκεκριμένα αποσαφηνίζεται ότι οι διατάξεις περί παραγραφής ισχύουν και για την προσωρινή πράξη προσδιορισμού του φόρου, καθώς επίσης πράξη προσδιορισμού του φόρου που εκδίδεται κατόπιν τακτικού ή προσωρινού ελέγχου που αφορά υπόχρεο για υποβολή έκτακτης δήλωσης, χωρίς υποχρέωση υποβολής εκκαθαριστικής δήλωσης, μπορεί να κοινοποιηθεί εντός πενταετίας από την προβλεπόμενη προθεσμία υποβολής της έκτακτης δήλωσης. Η διάταξη αφορά π.χ. έκτακτη δήλωση η οποία πρέπει να υποβληθεί από πρόσωπο που διενεργεί απαλλασσόμενες πράξεις βάσει του άρθρου 22 του Κώδικα ΦΠΑ, προκειμένου να αποδώσει τον φόρο που αναλογεί σε ενδοκοινοτική απόκτηση που διενήργησε).

Συγκεκριμένα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 ορίζεται ότι η κοινοποίηση πράξης προσδιορισμού του φόρου, η οποία εκδίδεται κατόπιν τακτικού ή προσωρινού ελέγχου (αρθ. 49 και 50 αντίστοιχα), δεν μπορεί να γίνει ύστερα από πάροδο πενταετίας από το τέλος του έτους μέσα στο οποίο λήγει η προθεσμία για την υποβολή της εκκαθαριστικής δήλωσης ή της έκτακτης δήλωσης στις περιπτώσεις που δεν υπάρχει υποχρέωση για υποβολή εκκαθαριστικής ή η προθεσμία για την υποβολή των απαιτούμενων δικαιολογητικών για την εκκαθάριση και την απόδοση του επιστρεπτέου φόρου που προβλέπουν οι διατάξεις του άρθρου 41.

Σύμφωνα δε με τα οριζόμενα στην παράγραφο 2, κατ’ εξαίρεση των διατάξεων της παραγράφου 1, μπορεί να κοινοποιηθεί πράξη και μετά την πάροδο πενταετίας, όχι όμως και μετά την πάροδο δεκαετίας εφόσον:

α) δεν υποβλήθηκε εκκαθαριστική δήλωση ή έκτακτη στις περιπτώσεις που δεν υπάρχει υποχρέωση για υποβολή εκκαθαριστικής

β) η μη άσκηση του δικαιώματος του δημοσίου για την επιβολή του φόρου, εν όλω ή εν μέρει, οφείλεται σε πράξη ή παράλειψη από πρόθεση του υπόχρεου στο φόρο με σύμπραξη του αρμόδιου φορολογικού οργάνου,

γ) αφορά συμπληρωματική πράξη που προβλέπει η διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 49, δηλαδή συμπληρωματική πράξη προσδιορισμού του φόρου η οποία εκδίδεται ύστερα από την διενέργεια επανελέγχου υπόθεσης για την οποία είχε ήδη διενεργηθεί ήδη τακτικός ελέγχος εκ των υστέρων όμως προέκυψαν νεώτερα στοιχεία, βάσει των οποίων η υπόθεση κρίνεται εκ νέου ελεγκτέα κατά το μέρος αυτό.

Περαιτέρω τροποποιείται η παράγραφος 3 με την οποία διευκρινίζονται οι διατάξεις της παραγραφής στις περιπτώσεις εκπρόθεσμης υποβολής εκκαθαριστικής ή έκτακτης δήλωσης δεδομένου ότι υπήρχε ασάφεια ως προς το χρόνο παραγραφής στην περίπτωση υποβολής των κατά τα παραπάνω δηλώσεων εκπροθέσμως. Με τις νέες διατάξεις, υπάρχει για το δημόσιο επαρκής χρόνος για την κοινοποίηση των πράξεων των άρθρων 49 και 50, καθόσον η παραγραφή δεν συντελείται πριν την παρέλευση τριετίας από την λήξη του έτους εντός του οποίου υποβλήθηκε η δήλωση.

Παράδειγμα
Η εκκαθαριστική δήλωση για την χρήση 2009 πρέπει να υποβληθεί εντός του 2010 στις καθορισμένες ημερομηνίες ανάλογα με την κατηγορία βιβλίων. Έστω ότι η δήλωση υποβλήθηκε στις 10.5.2010. Το δημόσιο έχει δικαίωμα να εκδώσει πράξη προσδιορισμού του φόρου για την χρήση του 2009 έως 31.12.2015. Εάν όμως η εκκαθαριστική δήλωση υποβληθεί εκπρόθεσμα στις 3.4.2014, το δημόσιο έχει δικαίωμα να εκδώσει πράξη προσδιορισμού του φόρου για την χρήση του 2009 έως 31.12.2017.

Αξίωση κατά του δημοσίου

Μέχρι την δημοσίευση του ν.3842/23.4.2010 (ΦΕΚ 58Α), η παραγραφή της αξίωσης επιστροφής ΦΠΑ, κατά του δημοσίου, ρυθμιζόταν από τις διατάξεις του ν.2362/1995 περί δημοσίου λογιστικού. Έχουν δημιουργηθεί όμως παρερμηνείες λόγω της ιδιαιτερότητας του ΦΠΑ (μεταφορά πιστωτικού υπολοίπου κλπ.) και εξ αιτίας αυτών προστριβές μεταξύ φορολογουμένων και ΔΟΥ. Για το λόγο αυτό κρίθηκε αναγκαία η επαναδιατύπωσή τους και η ενσωμάτωσή τους στον Κώδικα ΦΠΑ. Με τις νέες διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 57 διατηρείται ο ίδιος χρόνος παραγραφής της αξίωσης κατά του δημοσίου όπως ορίζεται στις διατάξεις του δημοσίου λογιστικού για την επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθέντων φόρων (τριετία), διευκρινίζεται όμως το σημείο έναρξης του χρόνου αυτού σε κάθε περίπτωση είτε πρόκειται για εκκαθαριστική είτε για έκτακτη δήλωση (ακόμη και στις περιπτώσεις που η υποβολή των σχετικών δηλώσεων έγινε εκπροθέσμως). Έτσι η κατά του δημοσίου απαίτηση προς επιστροφή φόρου παραγράφεται μετά τρία έτη από την υποβολή της εκκαθαριστικής ή της έκτακτης δήλωσης κατά περίπτωση, γεγονός που ίσχυε και με τις προηγούμενες διατάξεις εφόσον η εκκαθαριστική ή η έκτακτη δήλωση αποτελούσαν το αφετήριο γεγονός του επιγενόμενου λόγου από τον οποίο ξεκινούσε η τριετία. Σε περίπτωση δε υποβολής των ανωτέρω δηλώσεων εκπροθέσμως, ο χρόνος παραγραφής συμπληρώνεται σε τρία χρόνια από την ημερομηνία που οι δηλώσεις αυτές όφειλαν να είχαν υποβληθεί εμπρόθεσμα.

Τέλος η παραπομπή στις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 84 του κώδικα φορολογίας εισοδήματος σχετικά με την αναβίωση της αξίωσης κατά του δημοσίου σε περίπτωση κοινοποίησης πράξεως προσδιορισμού του φόρου καταργείται καθόσον δεν είναι εφικτή η αντίστοιχη εφαρμογή και εισάγεται αυτούσια διάταξη με την οποία ορίζονται οι περιπτώσεις καθώς και ο χρόνος αναβίωσης του δικαιώματος. Έτσι η αξίωση κατά του δημοσίου προς επιστροφή φόρου, αναβιώνει από της κοινοποιήσεως πράξεως προσδιορισμού του φόρου, για ίσο χρόνο, δηλαδή για τρία χρόνια από της κοινοποιήσεως της πράξης, μόνον εφόσον έχει υποβληθεί αίτημα προς επιστροφή πριν το χρόνο παραγραφής της αξίωσης, συμπληρώθηκε δε ο χρόνος παραγραφής, χωρίς την ικανοποίηση του αιτήματος ή την αιτιολογημένη απόρριψη αυτού, από υπαιτιότητα του δημοσίου.

Για όλα τα λοιπά θέματα, αναστολή, διακοπή, συνέπειες παραγραφής κλπ. έχουν εφαρμογή οι διατάξεις περί δημοσίου λογιστικού όπως εκάστοτε ισχύουν.

Αν το αίτημα δεν ικανοποιηθεί, παρότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις ικανοποίησης του ή αν δεν απορριφθεί έγγραφα και αιτιολογημένα στις περιπτώσεις που κρίνεται ότι αυτό δεν μπορεί να ικανοποιηθεί, συντελείται πειθαρχικό αδίκημα το οποίο τιμωρείται σύμφωνα με τις διατάξεις του υπαλληλικού κώδικα.

Τα ανωτέρω έχουν εφαρμογή από την δημοσίευση του νόμου στην εφημερίδα της Κυβερνήσεως δηλαδή από 23.4.2010

Παράγραφος 16 – Μειωμένος συντελεστής στην τηλεθέρμανση

Με την παράγραφο 16 αντικαθίσταται η παράγραφος 55 του Κεφαλαίου Α΄- Αγαθά του Παραρτήματος ΙΙΙ του Κώδικα ΦΠΑ, προβλέποντας ότι η παροχή θέρμανσης μέσω δικτύου (τηλεθέρμανση) υπάγεται στο μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ, από 23.4.2010 (σχετική εγκύκλιος ΠΟΛ.1049/27.4.2010).

Παράγραφος 17 – Κατάργηση μειωμένου συντελεστή στις υπηρεσίες χρήσης αθλητικών εγκαταστάσεων

Με την παράγραφο 17 καταργείται η παράγραφος 7 του Κεφαλαίου Β΄- Υπηρεσίες του Παραρτήματος ΙΙΙ του Κώδικα ΦΠΑ, κατά συνέπεια η χρήση αθλητικών εγκαταστάσεων υπάγεται στον κανονικό συντελεστή από 23.4.2010 (σχετική εγκύκλιος ΠΟΛ.1049/27.4.2010).

Παράγραφοι 15, 18 & 19

Οι τροποποιήσεις που επέρχονται με τις εν λόγω παραγράφους είναι τεχνικής φύσεως και δεν απαιτούν την παροχή διευκρινίσεων.


Άρθρο 63 – Κατάργηση της τμηματικής καταβολής ΦΠΑ

Με τις διατάξεις του άρθρου 63 καταργείται η δυνατότητα τμηματικής καταβολής Φ.Π.Α., που υιοθετήθηκε με την από 16.9.2009 Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου (ΦΕΚ 181 Α΄), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν.3814/2010 (ΦΕΚ 3Α΄), όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου δεύτερου του ν.3814/2010 (ΦΕΚ 3Α΄). Η διάταξη αυτή ισχύει για πράξεις που πραγματοποιούνται από 1.7.2010 και εφεξής.

Κατά συνέπεια οι υποκείμενοι στο φόρο μπορούν να επωφεληθούν της τμηματικής καταβολής μόνο για πράξεις που έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι 30.6.2010, και με την προϋπόθεση ότι υποβάλλουν εμπρόθεσμη περιοδική δήλωση. Μετά τη λήξη της προθεσμίας εμπρόθεσμης υποβολής περιοδικών δηλώσεων για φορολογικές περιόδους που λήγουν στις 30.6.2010 δεν υπάρχει δυνατότητα τμηματικής καταβολής του οφειλόμενου φόρου.

Άρθρο 81 – Αύξηση της προβεβαίωσης

Με τις διατάξεις της παραγράφου 2β του άρθρου 81 του ν.3842/Φ.Ε.Κ.58 Α, τροποποιείται η παράγραφος 2 του άρθρου 53 του Κώδικα ΦΠΑ, προβλέποντας ότι αυξάνεται από 10% σε 25%, το ποσοστό βεβαίωσης του αμφισβητούμενου κύριου και πρόσθετου φόρου προστιθέμενης αξίας, σε περίπτωση άσκησης εμπρόθεσμης προσφυγής.

Με τις νέες διατάξεις, σε περίπτωση που ασκηθεί από τον υπόχρεο εμπρόθεσμη προσφυγή, βεβαιώνεται αμέσως από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. ποσοστό 25% (αντί του 10% που ίσχυε) του αμφισβητούμενου Φ.Π.Α., και του πρόσθετου φόρου (προσαύξηση) που συμβεβαιώνεται με αυτόν. Το ίδιο ποσοστό προβεβαίωσης ισχύει και για τα πρόστιμα ΦΠΑ, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 9 του ν. 2523/1997.

Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν ισχύ, σύμφωνα με το άρθρο 92 του νόμου αυτού, για τις προσφυγές που κατατίθενται από την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου στην εφημερίδα της Κυβερνήσεως και μετά, δηλαδή από 23.4.2010 και μετά, ανεξάρτητα από την διαχειριστική περίοδο την οποία αφορούν.

Υποβολή δήλωσης μεταβολών μετάταξης

Επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης β) της παραγράφου 1 του άρθρου 36 του Κώδικα ΦΠΑ, οι υποκείμενοι στο φόρο που σύμφωνα με τις κοινοποιούμενες διατάξεις εντάσσονται σε διαφορετικό καθεστώς ΦΠΑ, υποχρεούνται να υποβάλλουν δήλωση μεταβολής – μετάταξης. Η δήλωση αυτή υποβάλλεται εντός 30 ημερών από την πραγματοποίηση της μεταβολής.

Για τη διευκόλυνση των φορολογουμένων, η ανωτέρω δήλωση μπορεί να υποβληθεί μέχρι την προθεσμία υποβολής της πρώτης περιοδικής δήλωσης που θα υποβληθεί υπό το νέο καθεστώς. Ειδικά για την περίπτωση δικηγόρων, συμβολαιογράφων, άμισθων υποθηκοφυλάκων και δικαστικών επιμελητών, δεν απαιτείται υποβολή δήλωσης μεταβολής, καθώς η απαιτούμενη μεταβολή του μητρώου θα διενεργηθεί αυτόματα από τις υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών.

Έκδοση φορολογικών στοιχείων

Υποκείμενοι στο φόρο οι οποίοι σύμφωνα με τις κοινοποιούμενες διατάξεις εντάσσονται στο καθεστώς ΦΠΑ, όπως δικηγόροι, συμβολαιογράφοι, κλπ., μπορούν να εκδίδουν φορολογικά στοιχεία που διαθέτουν ήδη, με την προϋπόθεση ότι, στην περίπτωση που ο αντισυμβαλλόμενος είναι επιτηδευματίας θα αναγράφεται διακεκριμένα ο αναλογών ΦΠΑ, ενώ στην περίπτωση που ο αντισυμβαλλόμενος δεν είναι επιτηδευματίας, θα τίθεται σφραγίδα με τη διευκρίνιση ότι στην αντιπαροχή που λαμβάνεται συμπεριλαμβάνεται ΦΠΑ – προσδιορίζοντας τον εφαρμοζόμενο συντελεστή, ή η ένδειξη αυτή θα αναγράφεται χειρόγραφα.

Διακανονισμός παγίων και εμπορευσίμων αγαθών

1. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 30 του Κώδικα ΦΠΑ, ο υποκείμενος στο φόρο έχει δικαίωμα έκπτωσης του φόρου που έχει επιβαρύνει την αγορά, εισαγωγή ή ενδοκοινοτική απόκτηση αγαθών, εφόσον τα αγαθά αυτά χρησιμοποιούνται για την πραγματοποίηση φορολογητέων πράξεων.

Κατά συνέπεια τα πρόσωπα τα οποία απαλλάσσονται από το φόρο μέχρι 30.6.2010 και από 1.7.2010 υποχρεούνται στην επιβολή ΦΠΑ, έχουν δικαίωμα έκπτωσης του φόρου για τα αγαθά που ενδεχομένως κατέχουν την 30η Ιουνίου 2010.

2. Επίσης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 33 του Κώδικα ΦΠΑ, ο ΦΠΑ που έχει επιβαρύνει επενδυτικά αγαθά διακανονίζεται εντός πενταετίας από την έναρξη χρησιμοποίησής τους, ανάλογα με τη χρησιμοποίησή τους σε φορολογητέες ή μη πράξεις. (Σχετική η απόφαση του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στην υπόθεση C-184/2004)

Κατά συνέπεια τα πρόσωπα τα οποία απαλλάσσονται από το φόρο μέχρι 30.6.2010 και από 1.7.2010 υποχρεούνται στην επιβολή ΦΠΑ, εφόσον κατέχουν επενδυτικά αγαθά τα οποία αποκτήθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν εντός της τελευταίας πενταετίας, έχουν δικαίωμα έκπτωσης του φόρου που αντιστοιχεί στα εναπομένοντα έτη της πενταετίας.

3. Για την άσκηση του δικαιώματος έκπτωσης των ανωτέρω παραγράφων 1 και 2, οι υποκείμενοι στο φόρο θα πρέπει, κατ’ ανάλογη εφαρμογή των αναφερομένων στην ΠΟΛ.1032/30.3.2010, να συντάξουν απογραφή των εν λόγω αγαθών που κατέχουν στις 30.6.2010, ανάλογα με το συντελεστή ΦΠΑ στον οποίο υπάγονται και να υποβάλλουν δήλωση «αποθεμάτων – μετάταξης – έντυπο 012-ΦΠΑ» εντός δύο μηνών από την μεταβολή δηλαδή μέχρι 31/8/2010. Ο προς έκπτωση φόρος αναγράφεται στα προστιθέμενα ποσά της περιοδικής δήλωσης που υποβάλλεται για την πρώτη φορολογική περίοδο για την οποία υπάγονται στο φόρο.

Ο Υπουργός Οικονομικών
Γεώργιος Παπακωνσταντίνου

Ακριβές Αντίγραφο
Η Προϊσταμένη της Γραμματείας

 

ΠΟΛ. 1210/11 Υποβολή της Προσωρινής Δήλωσης Απόδοσης της προκαταβολής φόρου της υπολογιζόμενης επί των δικηγορικών αμοιβών για παραστάσεις ενώπιον των δικαστηρίων, της παρακράτησης φόρου επί οποιουδήποτε ποσού καταβάλλεται ως μέρισμα σε δικηγόρους κα

ΠΟΛ.1210/6.10.2011

Υποβολή της Προσωρινής Δήλωσης Απόδοσης της προκαταβολής φόρου της υπολογιζόμενης επί των δικηγορικών αμοιβών για παραστάσεις ενώπιον των δικαστηρίων, της παρακράτησης φόρου επί οποιουδήποτε ποσού καταβάλλεται ως μέρισμα σε δικηγόρους καθώς και της απόδοσης του προκαταβλητέου φόρου επί των δικηγορικών αμοιβών των συναρτώμενων από το αποτέλεσμα των δικηγορικών υπηρεσιών ή της δίκης, με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας ή στη Δ.Ο.Υ., κατά περίπτωση

Αθήνα,  6 Οκτωβρίου 2011

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ
1. ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ   
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ
ΤΜΗΜΑ A’
Ταχ. Δ/νση :Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας: 10184 ΑΘΗΝΑ   
Πληροφορίες: Γ. Βαρνάκου
Τηλέφωνο :210-3375314
FAX :210-3375001
2. ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ (Γ.Γ.Π.Σ.)
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΚΕΠΥΟ
Δ/ΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ Η/Υ (Δ30)
ΤΜΗΜΑ Β’

ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΩΣ ΕΠΕΙΓΟΥΣΑ

ΠΟΛ 1210

ΘΕΜΑ: Υποβολή της Προσωρινής Δήλωσης Απόδοσης της προκαταβολής φόρου της υπολογιζόμενης επί των δικηγορικών αμοιβών για παραστάσεις ενώπιον των δικαστηρίων, της παρακράτησης φόρου επί οποιουδήποτε ποσού καταβάλλεται ως μέρισμα σε δικηγόρους καθώς και της απόδοσης του προκαταβλητέου φόρου επί των δικηγορικών αμοιβών των συναρτώμενων από το αποτέλεσμα των δικηγορικών υπηρεσιών ή της δίκης, με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας ή στη Δ.Ο.Υ., κατά περίπτωση.

Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις του άρθρου 1 του π.δ. 185/2009(ΦΕΚ 213 Α’)περί ανασύστασης του Υπουργείου Οικονομικών.

2. Την με αριθμό Υ350/08.07.2011 (ΦΕΚ 1603 Β’) απόφαση του Πρωθυπουργού με την οποία ανατίθενται αρμοδιότητες στον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομικών.

3. Τις διατάξεις των περιπτώσεων α’, γ’ και δ’ της παραγράφου 5 του άρθρου 52 του ν.2238/1994 (ΦΕΚ 151Α’).

4. Τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 59 του ν.2238/1994 (ΦΕΚ 151Α’).

5. Τις διατάξεις του άρθρου 69 και 76 του Π.Δ. 16/1989 (ΦΕΚ 6 Α’).

6. Τις διατάξεις του άρθρου 12 του ν.2362/1995 (ΦΕΚ 247 Α’) περί αποδεικτικών εισπράξεως.

7. Τις διατάξεις των παραγράφων 8 και 10 του άρθρου 8 του ν.2873/2000(ΦΕΚ 285 Α’).

8. Τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 20 του ν.3943/2011 (ΦΕΚ 66 Α’)

9. Τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 22 του ν. 2020/1992 (Φ.Ε.Κ. 34 Α’), με τις οποίες παρέχεται εξουσιοδότηση στον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών να παρατείνει με απόφαση τις προθεσμίες που ορίζονται από τις κείμενες διατάξεις για υποβολή φορολογικών δηλώσεων, σε εξαιρετικές περιπτώσεις.

10. Την ανάγκη αποσυμφόρησης των Δ.Ο.Υ. αλλά και διευκόλυνσης της εκπλήρωσης της υποχρέωσης περί απόδοσης με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 59 του ν. 2238/1994, του προκαταβλητέου και παρακρατηθέντος φόρου, με βάση τις διατάξεις των περιπτώσεων α’, γ’ και δ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 52 του ν.2238/1994, με την χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας ή στη Δ.Ο.Υ., κατά περίπτωση, στα πλαίσια απλοποίησης των φορολογικών διαδικασιών και των διαμορφωθεισών νέων συνθηκών τόσο στον τομέα οργάνωσης των φορολογικών υπηρεσιών όσο και των επιχειρήσεων.

11. Ότι από την απόφαση αυτή δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού.

Α Π Ο Φ Α Σ Ι Ζ Ο Υ Μ Ε

Άρθρο 1
Τρόπος και υπόχρεοι uποβολής των Προσωριvώv Δηλώσεων Απόδοσης της προκαταβολής φόρου, της υπολογιζόμενης επί των ακαθαρίστων αμοιβών των δικηγόρων για παραστάσεις ενώπιον των δικαστηρίων, όπως αυτές ισχύουν με βάσει τις διατάξεις του άρθρου 92 του ν.δ. 3026/1954 του Κώδικα περί Δικηγόρων (ΦΕΚ 235 Α’), που αναγράφονται επί των γραμματίων προκαταβολής καθώς και της παρακράτησης φόρου επί οποιουδήποτε ποσού καταβάλλεται ως μέρισμα σε δικηγόρους από τους οικείους δικηγορικούς συλλόγους.

1. Οι αρχικές εμπρόθεσμες και εκπρόθεσμες προσωρινές δηλώσεις απόδοσης της προκαταβολής φόρου η οποία υπολογίζεται από τους οικείους δικηγορικούς συλλόγους επί των ακαθαρίστων αμοιβών των δικηγόρων για παραστάσεις ενώπιον των δικαστηρίων, όπως αυτές ισχύουν με βάσει τις διατάξεις του άρθρου 92 του ν.δ. 3026/1954 του Κώδικα περί Δικηγόρων (ΦΕΚ 235 Α’) που αναγράφονται επί των γραμματίων προκαταβολής, καθώς και της παρακράτησης φόρου επί οποιουδήποτε ποσού καταβάλλεται ως μέρισμα σε δικηγόρους από τους οικείους δικηγορικούς συλλόγους υποβάλλονται και ο φόρος αποδίδεται με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω διαδικτύου, από τους οικείους δικηγορικούς συλλόγους με ευθύνη των προέδρων τους, στο δικτυακό τόπο της Γενικής Γραμματείας Πληροφορικών Συστημάτων (Γ.Γ.Π.Σ.)

2. Οι υπόχρεοι, εφόσον είναι νέοι χρήστες εγγράφονται στις ηλεκτρονικές υπηρεσίες TaxisNet σύμφωνα με όσα ορίζονται με την με αριθμό ΠΟΛ.1178/7.12.2010, ΑΔΑ41 ΦΜΗ-ΤΛ(ΦΕΚΒ’/9.12.10) Απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Η διαδικασία αυτή δεν απαιτείται για τους ήδη πιστοποιημένους χρήστες σε οποιαδήποτε εφαρμογή. Σε περίπτωση απενεργοποίησης από την ΓΓΠΣ των κωδικών πρόσβασης στο σύστημα, εφαρμόζονται τα αναφερόμενα στο άρθρο 6 της ανωτέρω απόφασης.

3. Οι τροποποιητικές προσωρινές δηλώσεις απόδοσης της προκαταβολής φόρου και της παρακράτησης φόρου της παραγράφου 1 αυτού του άρθρου της παρούσας, υποβάλλονται υποχρεωτικά στην Δ.Ο.Υ.

4. Η εφαρμογή για την υποβολή των πιο πάνω Προσωρινών Δηλώσεων απόδοσης της προκαταβολής και της παρακράτησης φόρου, με την χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω του ειδικού δικτύου TAXISnet διατίθεται από 1/7/2011.

Άρθρο 2
Τρόπος και υπόχρεοι υποβολής των Προσωρινών Δηλώσεων Απόδοσης του προκαταβλητέου φόρου επί των ακαθαρίστων αμοιβών των συναρτώμενων από το αποτέλεσμα των δικηγορικών υπηρεσιών ή της δίκης, από τους υπόχρεους καταβολής των συμφωνημένων ή επιδικαζόμενων ποσών.

1. Οι αρχικές εμπρόθεσμες και εκπρόθεσμες προσωρινές δηλώσεις απόδοσης του προκαταβλητέου φόρου, ο οποίος υπολογίζεται επί των ακαθαρίστων αμοιβών των συναρτώμενων από το αποτέλεσμα των δικηγορικών υπηρεσιών ή της δίκης, από τους υπόχρεους καταβολής των συμφωνημένων ή επιδικαζόμενων ποσών, το Δημόσιο, τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, τις Δημόσιες Επιχειρήσεις και Οργανισμούς κοινής ωφέλειας, τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης και τα Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου, υποβάλλονται από τους υπόχρεους αυτούς και ο φόρος αποδίδεται με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω διαδικτύου, στο δικτυακό τόπο της Γενικής Γραμματείας Πληροφορικών Συστημάτων (Γ.Γ.Π.Σ.)

2. Οι υπόχρεοι, εφόσον είναι νέοι χρήστες εγγράφονται στις ηλεκτρονικές υπηρεσίες TaxisNet σύμφωνα με όσα ορίζονται με την με αριθμό ΠΟΛ.1178/7.12.2010, ΑΔΑ41 ΦΜΗ-ΤΛ(ΦΕΚΒ’/9.12.10) Απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Η διαδικασία αυτή δεν απαιτείται για τους ήδη πιστοποιημένους χρήστες σε οποιαδήποτε εφαρμογή. Σε περίπτωση απενεργοποίησης από την ΓΓΠΣ των κωδικών πρόσβασης στο σύστημα, εφαρμόζονται τα αναφερόμενα στο άρθρο 6 της ανωτέρω απόφασης.

3. Οι παράγραφοι 3 και 4 του άρθρου 1 της παρούσας έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τις δηλώσεις αυτού του άρθρου.

4. Τα στοιχεία που αποδεικνύουν την αμοιβή ή το ύψος των αμοιβών των συναρτώμενων από το αποτέλεσμα των δικηγορικών υπηρεσιών ή της δίκης υποβάλλονται από τους δικηγόρους, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση ε’ της παραγράφου 5 του άρθρου 52 του Κ.Φ.Ε.

Άρθρο 3
Αποδεικτικό ηλεκτρονικής υποβολής και καταβολής του φόρου

Οι υπόχρεοι που υποβάλλουν προσωρινές δηλώσεις απόδοσης του προκαταβλητέου και παρακρατηθέντος φόρου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 1 και 2 της παρούσας, κατά περίπτωση, και καταβάλλουν το φόρο με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω διαδικτύου, οφείλουν να δώσουν εντολή πληρωμής, μέχρι την καταληκτική ημερομηνία, σε τράπεζες που έχουν συμβληθεί με το Υπουργείο Οικονομικών για να παρέχουν την υπηρεσία αυτή. Το σύστημα μετά την οριστικοποίηση της υποβολής της δήλωσης παράγει το σημείωμα για πληρωμή του φόρου όπου περιέχεται η «Ταυτότητα Πληρωμής», στοιχείο απαραίτητο για να δοθεί η εντολή πληρωμής στην τράπεζα.

Άρθρο 4
Ημερομηνία υποβολής

1. Η προθεσμία υποβολής των προσωρινών δηλώσεων των άρθρων 1 και 2 της παρούσας είναι αυτή που ορίζεται με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 59 του ν.2238/1994, δηλαδή μέχρι την 20ή ημέρα των μηνών Μαρτίου, Μαΐου, Ιουλίου, Σεπτεμβρίου, Νοεμβρίου και Ιανουαρίου κάθε έτους.

2. Ως ημερομηνία υποβολής της δήλωσης, κατά την ηλεκτρονική υποβολή, θεωρείται η ημερομηνία πληρωμής στην τράπεζα.

Άρθρο 5
Έλεγχος – Ενημέρωση Δ.Ο.Υ.

1. Η αρμόδια Δ.Ο.Υ. ενημερώνεται από την Γ.Γ.Π.Σ., αμέσως μετά την λήξη προθεσμίας υποβολής των προσωρινών δηλώσεων απόδοσης του προκαταβλητέου και παρακρατηθέντος φόρου, ανά υπόχρεο, με ταυτόχρονη καταχώρηση των βασικών στοιχείων παραλαβής και πληρωμής στο σύστημα TAXIS .

2. Η αρμόδια Δ.Ο.Υ. έχει την δυνατότητα εκτύπωσης των πιο πάνω προσωρινών δηλώσεων απόδοσης της προκαταβολής φόρου, της υπολογιζόμενης επί των αμοιβών των δικηγόρων για παραστάσεις ενώπιον των δικαστηρίων, όπως αυτές ισχύουν με βάσει τις διατάξεις του άρθρου 92 του ν.δ. 3026/1954 του Κώδικα Περί Δικηγόρων (ΦΕΚ 235 Α’), των αναγραφομένων επί των γραμματίων προκαταβολής, της προκαταβολής φόρου επί αμοιβών συναρτώμενων από το αποτέλεσμα των δικηγορικών υπηρεσιών ή της δίκης καθώς και της παρακράτησης φόρου επί οποιουδήποτε ποσού καταβάλλεται ως μέρισμα σε δικηγόρους από τους οικείους δικηγορικούς συλλόγους.

Άρθρο 6
Ισχύς της Απόφασης

1. Η παρούσα απόφαση ισχύει για προσωρινές δηλώσεις απόδοσης από τους δικηγορικούς συλλόγους της χώρας, της προκαταβολής φόρου, της υπολογιζόμενης επί των αμοιβών των δικηγόρων, όπως αυτές ισχύουν με βάσει τις διατάξεις του άρθρου 96 του ν.δ. 3026/1954 του Κώδικα περί Δικηγόρων (ΦΕΚ 235 Α’), των αναγραφομένων επί των γραμματίων προκαταβολής και για τις παραστάσεις τους ενώπιον των δικαστηρίων που πραγματοποιούνται από 1.7.2011 και μετά.

2. Ειδικά για την τρέχουσα χρήση, ο υπολογισμός και η απόδοση του προκαταβλητέου φόρου, από τους δικηγορικούς συλλόγους της χώρας, καθίσταται υποχρεωτικός για παραστάσεις ενώπιον των δικαστηρίων που πραγματοποιούνται από 1.11.2011 και μετά.

3. Επίσης για την τρέχουσα χρήση, η απόδοση του προκαταβλητέου φόρου επί αμοιβών συναρτώμενων από το αποτέλεσμα των δικηγορικών υπηρεσιών ή της δίκης, καθίσταται υποχρεωτική για αμοιβές που καταβάλλονται από 1.11.2011 και μετά από τους υπόχρεους καταβολής των συμφωνημένων ή επιδικαζόμενων ποσών.

4. Η υποβολή των Προσωρινών Δηλώσεων Απόδοσης της προκαταβολής φόρου, που υπολογίζεται επί των αμοιβών των δικηγόρων, όπως αυτές ισχύουν με βάσει τις διατάξεις του άρθρου 92 του ν.δ. 3026/1954 του Κώδικα περί Δικηγόρων (ΦΕΚ 235 Α’), για τις παραστάσεις τους ενώπιον των δικαστηρίων, με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω διαδικτύου, είναι προαιρετική για τις παραστάσεις τους ενώπιον των δικαστηρίων από 1.7.2011 έως 31.12.2011 και υποχρεωτική για τις παραστάσεις τους από 1.1.2012 και μετά.

5. Η υποβολή των Προσωρινών Δηλώσεων Απόδοσης του παρακρατούμενου φόρου επί οποιουδήποτε ποσού που καταβάλλεται ως μέρισμα σε δικηγόρους από τους οικείους δικηγορικούς συλλόγους με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω διαδικτύου, είναι προαιρετική για μερίσματα που καταβάλλονται από 1.7.2011 έως 31.12.2011 και υποχρεωτική για μερίσματα που καταβάλλονται από 1.1.2012 και μετά.

6. Η υποβολή των Προσωρινών Δηλώσεων Απόδοσης του προκαταβλητέου φόρου, με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω διαδικτύου, επί αμοιβών συναρτώμενων από το αποτέλεσμα των δικηγορικών υπηρεσιών ή της δίκης, από τους υπόχρεους καταβολής των συμφωνημένων ή επιδικαζόμενων ποσών είναι προαιρετική για τα ποσά που καταβάλλονται από 1.7.2011 και μετά και υποχρεωτική για τα ποσά που καταβάλλονται από 1.1.2012 και μετά.

7. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Ακριβές Αντίγραφο
Η Προϊσταμένη της Γραμματείας

Ο ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ

 

Πολ. 1163/19-11-2010 Χρόνος έκδοσης των αποδείξεων παροχής υπηρεσιών, από δικαστικούς επιμελητές.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ

& ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΒΙΒΛΙΩΝ & ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ (15η)

ΤΜΗΜΑ Β΄

Ταχ. Δ/νση : Καρ. Σερβίας 10

Ταχ. Κωδ. : 101 84 ΑΘΗΝΑ

Πληροφορίες : Αντ. Γαστεράτος

Τηλέφωνο : 210 3610030

ΘEMA:Χρόνος έκδοσης των αποδείξεων παροχής υπηρεσιών, από

δικαστικούς επιμελητές.

Μ ε αφορμή σχετικό υπόμνημα της Ομοσπονδίας Δικαστικών Επιμελητών

Ελλάδας, αναφορικά με το χρόνο έκδοσης των Α.Π.Υ. από την εν λόγω κατηγορία

επιτηδευματιών, σε διάφορες περιπτώσεις, ενόψει της έναρξης ισχύος από 1-1-

2011 των διατάξεων της παραγράφου 3 του άρθρου 13 του Κ.ΒΣ., όπως τέθηκαν με

το ν. 3842/2010, σας γνωρίζουμε τα εξής:

1. Σύμφωνα με τις διατάξεις του τετάρτου εδαφίου της παραγράφου 3 του

άρθρου 13 του Κ.Β.Σ.(π.δ. 186/1992),όπως αυτές τέθηκαν και ισχύουν από 1-1-

2011 με τις διατάξεις της παραγράφου 22 του άρθρου 19 του ν.3842/2010, σε

περίπτωση παροχής υπηρεσιών, η απόδειξη εκδίδεται στο χρόνο που ορίζεται από

τις διατάξεις των παραγράφων 14 και 15 του άρθρου 12 με εξαίρεση την περίπτωση

παροχής υπηρεσιών από τους ασκούντες ελευθέριο επάγγελμα προς το Δημόσιο

και τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, όπου η απόδειξη εκδίδεται με κάθε

επαγγελματική τους είσπραξη.

2. Με την εγκύκλιο ΠΟΛ 1091/2010, με την οποία παρασχέθηκαν οδηγίες για

την εφαρμογή των ως άνω διατάξεων, διευκρινίστηκε ότι με τις νέες διατάξεις, η

απόδειξη παροχής υπηρεσιών των ελεύθερων επαγγελματιών, εκδίδεται, όπως και

στις λοιπές περιπτώσεις παροχής υπηρεσιών όλων των επιτηδευματιών, με την

ολοκλήρωση της παροχής, πλην της περίπτωσης είσπραξης σχετικών αμοιβών

από το Δημόσιο και τα Ν.Π.Δ.Δ. Όταν δε η παροχή υπηρεσίας διαρκεί, η απόδειξη

Αθήνα, 19 Νοεμβρίου 2010

ΠΟΛ 1163

ΠΡΟΣ: ΩΣ Π.Δ

ΑΔΑ:410ΒΗ-ΟΛ

2

παροχής υπηρεσίας εκδίδεται κατά το χρόνο, που καθίσταται απαιτητό μέρος της

αμοιβής, για το μέρος αυτό και την υπηρεσία που παρασχέθηκε. Πάντως η

απόδειξη παροχής υπηρεσίας δεν μπορεί να εκδοθεί πέραν της διαχειριστικής

περιόδου που παρασχέθηκε η υπηρεσία, χωρίς να αποκλείεται και η προγενέστερη

έκδοσή της, εντός της ίδιας διαχειριστικής περιόδου, για υπηρεσία βέβαιη και

εκκαθαρισμένη. Με τις νέες διατάξεις, αποσυσχετίζεται πλέον ο χρόνος έκδοσης

των Α.Π.Υ των ελεύθερων επαγγελματιών, των κατονομαζόμενων στην παράγραφο

1 του άρθρου 48 του ν.2238/1994 από την είσπραξη των αμοιβών τους και κατά

συνέπεια υποχρεούνται και αυτοί, όπως και οι λοιποί επιτηδευματίες, που παρέχουν

υπηρεσίες, να εκδίδουν τις σχετικές Α.Π.Υ. στο χρόνο που ορίζεται ανωτέρω,

ανεξάρτητα εάν εισπράττουν ή όχι τη συμφωνηθείσα αμοιβή.

3. Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12 (παρ. 2 και 17) του Κ.Β.Σ.,

για παροχές υπηρεσιών που επαναλαμβάνονται κάθε ημέρα ή και κατά αραιότερα

χρονικά διαστήματα μέσα στον ίδιο μήνα, προς τον ίδιο επιτηδευματία μπορεί, αντί

της έκδοσης τιμολογίου για κάθε παροχή υπηρεσιών, να τηρείται κατάσταση κατά

πελάτη, στην οποία καταχωρείται η ημερομηνία παροχής της υπηρεσίας, το είδος

των υπηρεσιών, καθώς και το ποσό της αμοιβής που συμφωνήθηκε. Με βάση τα

δεδομένα της κατάστασης αυτής, εκδίδεται το τιμολόγιο την τελευταία ημέρα του μήνα

εκείνου που αφορά και κατά παρέκκλιση μέχρι την 15η ημέρα του επομένου μήνα με

ημερομηνία έκδοσης την τελευταία ημέρα του προηγούμενου μήνα, στο οποίο δεν

απαιτείται αναλυτική περιγραφή, εφόσον η πιο πάνω κατάσταση συντάσσεται σε δύο

αντίτυπα, ένα των οποίων επισυνάπτεται στο τιμολόγιο. Η κατάσταση αυτή δεν

απαιτείται, όταν το τιμολόγιο που εκδίδεται, περιέχει αναλυτικά όλα τα δεδομένα

που απαιτούνται από τις κατ΄ ιδίαν διατάξεις.

Δ ιευκρινίζεται ότι, λόγω της αλλαγής του χρόνου έκδοσης των Α.Π.Υ. των

ελεύθερων επαγγελματιών, όπως προαναφέρθηκε, (παράγραφοι 2 και 3 της

παρούσας), τα ανωτέρω καταλαμβάνουν από 1-1-2011 και τους κατονομαζόμενους

στην παρ. 1 του άρθρου 48 του ν.2238/1994 ελεύθερους επαγγελματίες,

δεδομένου ότι αυτοί εκδίδουν σε κάθε περίπτωση παροχής υπηρεσιών απόδειξη

παροχής υπηρεσιών, είτε δηλαδή παρέχουν υπηρεσίες σε ιδιώτες είτε σε άλλους

επιτηδευματίες και επομένως στη δεύτερη περίπτωση η Α.Π.Υ. επέχει θέση

τιμολογίου(περ. 13.2.3 ερμην. εγκυκλίου 3/1992).

4. Ενόψει των προαναφερομένων, οι δικαστικοί επιμελητές, όπως και όλοι οι

επιτηδευματίες που παρέχουν υπηρεσίες, για επαναλαμβανόμενες παροχές

ΑΔΑ:410ΒΗ-ΟΛ

3

υπηρεσιών μέσα στον ίδιο μήνα προς τον ίδιο πελάτη-εντολέα,(δικηγόρους,

τράπεζες, ασφαλιστικές εταιρείες κ.λπ), μπορούν να εκδίδουν την Α.Π.Υ. μέχρι την

15η ημέρα του επόμενου μήνα, με ημερομηνία έκδοσης την τελευταία ημέρα του μήνα

που αφορά (προηγούμενου).

Ε ξ υ π ακούεται ότι η δυνατότητα αυτή καταλαμβάνει όλο το φάσμα της

δραστηριότητας των δικαστικών επιμελητών, αφορά δηλαδή περιπτώσεις επιδόσεων,

αναγκαστικών εκτελέσεων, επισπεύσεων, κατασχέσεων, κ. ά, καθώς και

οποιαδήποτε διαδικασία αφορά τη διεκπεραίωση των εργασιών για τις περιπτώσεις

αυτές.

5. Τα ανωτέρω επίσης μπορεί να τύχουν εφαρμογής και όταν αντισυμβαλλόμενοι-

πελάτες των δικαστικών επιμελητών είναι ιδιώτες μη επιτηδευματίες, με την

προϋπόθεση ότι η παροχή των υπηρεσιών προς αυτούς, είναι μία σειρά από

διαδοχικές ενέργειες( από πλευράς των επιμελητών), οι οποίες αποτελούν

΄΄μέρος΄΄ ενός συνόλου πράξεων, αναγκαίων για την ολοκλήρωσή της (π.χ. στην

περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης-κατάσχεσης απαιτούνται διάφορες ενέργειες

όπως έλεγχος σε υποθηκοφυλακεία, σύνταξη έκθεσης κατάσχεσης, επίδοση

κατάσχεσης, αμοιβές μαρτύρων, επίδοση περίληψης κ.λπ), διευκρινίζοντας ότι στην

περίπτωση αυτή δεν απαγορεύεται η έκδοση της Α.Π.Υ. σε συντομότερο χρόνο,

εφόσον η αμοιβή είναι απαιτητή κατά πράξη.

6. Επισημαίνεται τέλος, όπως προαναφέρθηκε, ότι, για συναλλαγές (παροχή

υπηρεσίας), με το Δημόσιο και Ν.Π.Δ.Δ. εξακολουθεί να ισχύει και με την εφαρμογή

των νέων διατάξεων από 1-1-2011,η υποχρέωση έκδοσης Α.Π.Υ. από τους

δικαστικούς επιμελητές με κάθε επαγγελματική τους είσπραξη και όχι με την

ολοκλήρωση της παροχής των υπηρεσιών.

Ακριβές Αντίγραφο

Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΣΤΑΜΑΤΟΠΟΥΛΟΣ

ΘΕΜΑ: Εφαρμογή των διατάξεων του Κ.Β.Σ. στους δικηγόρους. Συμπληρωματικές διευκρινίσεις επί της ΠΟΛ. 1026/26.1.2012.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Αθήνα, 21/2/2012

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΠΟΛ.: 1046

ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ & ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ

 

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ

 

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΒΙΒΛΙΩΝ & ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

 

(15η) ΤΜΗΜΑ Β΄

 

ΘΕΜΑ: Εφαρμογή των διατάξεων του Κ.Β.Σ. στους δικηγόρους. Συμπληρωματικές διευκρινίσεις επί της ΠΟΛ. 1026/26.1.2012.

Με αφορμή ερωτήματα που τέθηκαν στην υπηρεσία μας, θέτουμε υπόψη σας συμπληρωματικά με την παρούσα τα ακόλουθα:

1. Έχει διευκρινισθεί (εγκύκλιος ΠΟΛ. 1026/26.1.2012 ) ότι, όταν για τη διενέργεια δικονομικών πράξεων ή την παράσταση του δικηγόρου σε συμβολαιογραφική πράξη απαιτείται η έκδοση γραμματίου προκαταβολής, από τον οικείο δικηγορικό σύλλογο, δεν εκδίδεται άμεσα απόδειξη παροχής υπηρεσιών με την έκδοση του γραμματίου προκαταβολής. Τα ανωτέρω, όπως είναι αυτονόητο, δεν αναιρούν την υποχρέωση των δικηγόρων να εκδίδουν τις αποδείξεις παροχής υπηρεσιών στον προβλεπόμενο, από τις διατάξεις του Κ.Β.Σ., χρόνο, για τις δικαιούμενες αμοιβές από την παροχή των υπηρεσιών τους.

2. Περαιτέρω, με την παράγραφο 4 του κεφαλαίου Β΄ (Κ.Β.Σ.) της εγκυκλίου ΠΟΛ. 1026/26.1.2012 αναφέρεται ότι, στις περιπτώσεις επαγγελματικών συναλλαγών, όταν η ακαθάριστη αμοιβή του δικηγόρου υπερβαίνει το ποσό των 3.000 ευρώ, η εξόφληση του ποσού αυτού από το λήπτη της Α.Π.Υ., γίνεται μέσω τραπεζικού λογαριασμού ή με επιταγή. Ακόμη, οι αποδείξεις παροχής υπηρεσιών, που εκδίδονται από δικηγόρους, για παροχή υπηρεσιών σε ιδιώτες, εξοφλούνται από τους λήπτες αυτών (ιδιώτες) αποκλειστικά μέσω τραπέζης, με χρεωστικές ή πιστωτικές κάρτες του λήπτη των υπηρεσιών ή μέσω τραπεζικού λογαριασμού ή με επιταγές, όταν το ποσό της συναλλαγής υπερβαίνει το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ για το έτος 2011 ή το ποσόν των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ από 1.1.2012 και εξής (σχετ. Α.Υ.Ο. ΠΟΛ. 1027/9.2.2011 ).

Στις ανωτέρω περιπτώσεις εξόφλησης των συναλλαγών, εξυπακούεται ότι, ως αξία της συναλλαγής νοείται η συνολική αμοιβή του δικηγόρου συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α.

Ακριβές Αντίγραφο

Ο Γενικός Δ/ντής Φορολογίας

Η Προϊσταμένη της Γραμματείας

Δημήτρης Σταματόπουλος

Εφαρμογή διατάξεων της παραγράφου 7 του άρθρου 20 του ν. 3943/ 2011 (ΦΕΚ 66 Α’) περί απόδοσης της προκαταβολής φόρου που υπολογίζεται επί των δικηγορικών αμοιβών και της παρακράτησης φόρου επί των μερισμάτων.

Αθήνα 26/01/2012
Αρ. πρωτ.:
ΠΟΛ. 1026

ΘΕΜΑ: Εφαρμογή διατάξεων της παραγράφου 7 του άρθρου 20 του ν. 3943/ 2011 (ΦΕΚ 66 Α’) περί απόδοσης της προκαταβολής φόρου που υπολογίζεται επί των δικηγορικών αμοιβών και της παρακράτησης φόρου επί των μερισμάτων.

Σας παρέχουμε διευκρινίσεις σχετικά με τις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 20 του ν.3943/2011 (ΦΕΚ 66 Α’) με τις οποίες προστέθηκε παράγραφος 5 στο άρθρο 52 του ΚΦΕ και η παράγραφος 5 αυτού του άρθρου αναριθμήθηκε σε έξι και σε συνδυασμό με την Πολ. 1210/06.10.2011 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών που εκδόθηκε για την εφαρμογή και κατ’ εφαρμογή των διατάξεων αυτής της παραγράφου, ως εξής:

Α. ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ

1. Με τις διατάξεις των περιπτώσεων α’ και β’ αυτής της παραγράφου αυτού του άρθρου και νόμου ορίζεται ότι, υπολογίζεται προκαταβολή φόρου με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%) επί των ακαθαρίστων αμοιβών των δικηγόρων, που αναγράφονται επί των γραμματίων προκαταβολής ως ποσά αναφοράς επί των οποίων υπολογίζονται από τους οικείους δικηγορικούς συλλόγους προκαταβολές υπέρ όσων ορίζονται στο άρθρο 96 του ν.δ. 3026/1954 του Κώδικα Δικηγόρων (ΦΕΚ 235 Α’), για τις παραστάσεις που πραγματοποιούν ενώπιον των δικαστηρίων και όπως οι αμοιβές αυτές κάθε φορά ισχύουν με βάση τις διατάξεις του άρθρου 92 του ίδιου κώδικα. Η προκαταβολή αυτή του φόρου υποχρεωτικά υπολογίζεται και αποδίδεται από τους οικείους δικηγορικούς συλλόγους, με ευθύνη των προέδρων τους, εντός των προθεσμιών που ορίζονται με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 59 του ΚΦΕ, με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω διαδικτύου, στο δικτυακό τόπο της Γενικής Γραμματείας Πληροφορικών Συστημάτων (Γ.Γ.Π.Σ.), υποχρεωτικά από 1.11.2011 με βάση την προαναφερομένη Πολ. 1210/06.10.2011 Α.Υ.Ο.

Οι Δικηγορικοί Σύλλογοι δεν υπολογίζουν και δεν αποδίδουν προκαταβλητέο φόρο στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α) Επί των ακαθαρίστων αμοιβών των δικηγόρων που αναγράφονται επί των γραμματίων προκαταβολής ως ποσά αναφοράς για παραστάσεις που πραγματοποιούν ενώπιον των δικαστηρίων καθώς και για κάθε άλλη νομική υπηρεσία που παρέχουν οι δικηγόροι οι οποίοι συνδέονται με τον εντολέα τους με σύμβαση έμμισθης εντολής και αμείβονται με πάγια αντιμισθία. Σε αυτή την περίπτωση, στο οικείο γραμμάτιο προκαταβολής, εκτός από την ένδειξη “πάγια αντιμισθία”, θα αναγράφεται και ο εντολέας του δικηγόρου. Και τούτο καθόσον ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, με βάση τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 45 του Ν. 2238/1994, θεωρείται και το εισόδημα που αποκτούν οι δικηγόροι ως πάγια αντιμισθία για την παροχή νομικών υπηρεσιών, επί του οποίου ενεργείται παρακράτηση φόρου με βάση τις διατάξεις του άρθρου 57 αυτού του νόμου,

β) Επί των ακαθαρίστων αμοιβών των δικηγόρων, που αναγράφονται επί των γραμματίων προκαταβολής ως ποσά αναφοράς για την παράσταση του δικηγόρου σε κάθε είδους συμβολαιογραφικές πράξεις διότι στην περίπτωση αυτή η αμοιβή του δικηγόρου καθορίζεται ελεύθερα με έγγραφη συμφωνία μεταξύ δικηγόρου και εντολέα.

γ) Επί των ακαθαρίστων αμοιβών των δικηγόρων από την αναγκαστική απαλλοτρίωση ακινήτου που περαιώνεται με απόφαση Δικαστηρίου καθόσον στην περίπτωση αυτή η αμοιβή του δικηγόρου επιδικάζεται από το δικαστήριο με την ίδια απόφαση, με την οποία επιδικάζεται και η αποζημίωση του δικαιούχου. Το ίδιο ισχύει και για τις αμοιβές του δικηγόρου ως συνδίκου στις διαδικασίες πτώχευσης,

δ) Στις περιπτώσεις που οι δικηγορικές αμοιβές ή το ύψος αυτών συναρτάται άμεσα από το αποτέλεσμα των δικηγορικών υπηρεσιών ή της δίκης, κατόπιν έγγραφης συμφωνίας, όπως π.χ. των εργατικών, αυτοκινητικών, κλπ. υποθέσεων όπου ο δικηγόρος αμείβεται με εργολαβικό συμβόλαιο, με την απαραίτητη προϋπόθεση ότι έχουν υποβληθεί τα στοιχεία της έγγραφης συμφωνίας που αποδεικνύουν το ύψος της αμοιβής, κτλ., όπως τα στοιχεία αυτά θα καθοριστούν με την έκδοση σχετικής Υπουργικής Απόφασης, στη Δ.Ο.Υ. που είναι αρμόδια για τη φορολογία του εισοδήματος του δικηγόρου. Σε αυτή την περίπτωση:
αα) το Δημόσιο,
ββ) τα Νομικά Πρόσωπα Δημόσιου Δικαίου,
γγ) οι Δημόσιες Επιχειρήσεις και Οργανισμοί κοινής ωφέλειας,
δδ) οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης και
εε) τα Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου υποχρεούνται να υπολογίζουν προκαταβολή φόρου εισοδήματος με συντελεστή 15% στο ακαθάριστο ποσό της αμοιβής του δικηγόρου. Οι υπόχρεοι αυτοί υποβάλλουν την δήλωση απόδοσης του προκαταβλητέου φόρου εντός των προθεσμιών που ορίζονται με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 59 του ΚΦΕ, με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω διαδικτύου, στο δικτυακό τόπο της Γενικής Γραμματείας Πληροφορικών Συστημάτων (Γ.Γ.Π.Σ.), υποχρεωτικά από 1.11.2011 με βάση την προαναφερομένη Πολ. 1210/06.10.2011 Α.Υ.Ο.

Επίσης, υποχρεούνται να υποβάλλουν και αντίγραφο ή τα στοιχεία της απόφασης του οικείου Δικαστηρίου στην αρμόδια Δ.Ο.Υ., σύμφωνα με τα οριζόμενα σε σχετική υπουργική απόφαση που εκδοθεί. Επισημαίνεται ότι, δεν υπάρχει υποχρέωση υπολογισμού και απόδοσης προκαταβλητέου φόρου με συντελεστή 15% επί δικηγορικής αμοιβής που συναρτάται άμεσα από το αποτέλεσμα των δικηγορικών υπηρεσιών ή της δίκης, στην περίπτωση που ο εντολέας είναι ιδιώτης

Διευκρινίζεται ότι, οι εισπραττόμενες δικηγορικές αμοιβές αποτελούν ακαθάριστα έσοδα και οι κρατήσεις υπέρ τρίτων που αναγράφονται επί των γραμματίων προκαταβολής για παράσταση σε Δικαστήρια(ενδεικτικά για τον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών και Πειραιώς ΕΤΑΑ-ΤΥΔ 5%, ΕΤΑΑ-ΤΕΑΔ 3%, ΔΣΑ 3%, ΕΔΛΝΔ 1%=12%) καθώς και οι κρατήσεις υπέρ τρίτων που αναγράφονται επί των γραμματίων προκαταβολής για παράσταση σε συμβόλαια (ενδεικτικά για τον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών ΕΤΑΑ – TAN – ΤΕΑΔ 10%, ΤΑΜΕΙΟ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ 25% =35%) αποτελούν αμφότερα έξοδα και εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα, με την προϋπόθεση ότι οι εισπραττόμενες δικηγορικές αμοιβές είναι ίσες η μεγαλύτερες από τα ποσά αναφοράς που αναγράφονται επί των γραμματίων προκαταβολής.

Επίσης, αν ο εντολέας του δικηγόρου είναι υπόχρεος κατά νόμο να προβαίνει σε παρακράτηση φόρου με βάση τις διατάξεις του άρθρου 58 του ΚΦΕ, είναι δηλαδή επιτηδευματίας φυσικό ή νομικό πρόσωπο που τηρεί βιβλία Β’ ή Γ’ κατηγορίας του ΚΒΣ, όταν καταβάλλει αμοιβές σε δικηγόρους για υποθέσεις της επιχείρησής του θα παρακρατεί φόρο με συντελεστή 20% στο ακαθάριστο ποσό της αμοιβής που καταβάλλεται στον δικηγόρο μετά την αφαίρεση της αμοιβής, που αναγράφεται επί του γραμματίου προκαταβολής ως ποσό αναφοράς και εφόσον η καταβαλλόμενη επιπλέον του γραμματίου αμοιβή ξεπερνά το ποσό των 300 ευρώ. Για παράδειγμα, το ποσό αναφοράς που αναγράφεται επί του γραμματίου προκαταβολής του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου του δικηγόρου “Χ” για παράστασή του στο Τριμελές Διοικητικό Πρωτοδικείο, για υπόθεση της ΟΕ “Α”, ανέρχεται στο ποσό των 250 ευρώ. Η εταιρία ΜΑ” για τις υπηρεσίες αυτές καταβάλλει στο δικηγόρο αμοιβή ύψους 700 ευρώ. Στην περίπτωση αυτή, η πιο πάνω εταιρία κατά τον χρόνο καταβολής της αμοιβής θα προβεί σε παρακράτηση φόρου με συντελεστή 20% επί του ποσού των 450 ευρώ (700 ευρώ – 250 ευρώ), με την υποχρέωση της προσκόμισης από το δικηγόρο φωτοαντιγράφου επικυρωμένου από τον ίδιο του αντίστοιχου γραμματίου προκαταβολής.

2. Με τις διατάξεις της περίπτωσης γ’ αυτού του άρθρου και νόμου σε συνδυασμό με την Πολ. 1210/06.10.2011 Α.Υ.Ο. ορίζεται ότι επί οποιουδήποτε ποσού καταβάλλεται ως μέρισμα σε δικηγόρους από τους οικείους δικηγορικούς συλλόγους ή ταμεία συνεργασίας ή διανεμητικούς λογαριασμούς υποχρεωτικά ενεργείται παρακράτηση φόρου με συντελεστή 15% στο ακαθάριστο ποσό του μερίσματος και ο φόρος αποδίδεται με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω διαδικτύου, από τους οικείους δικηγορικούς συλλόγους με ευθύνη των προέδρων τους, στο δικτυακό τόπο της Γενικής Γραμματείας Πληροφορικών Συστημάτων (Γ.Γ.Π.Σ.).

3. Με τις διατάξεις της περίπτωσης ε’ αυτού του άρθρου και νόμου ορίζεται ότι, ο δικηγόρος υποχρεούται να υποβάλλει κατάσταση όλων των έγγραφων συμφωνιών που έχει συνάψει με τους εντολείς του, στην οποία αναγράφονται το ονοματεπώνυμο, η διεύθυνση, ο Α.Φ.Μ. του κάθε εντολέα του, η δικηγορική υπηρεσία που παρασχέθηκε και η συμφωνηθείσα αμοιβή, στη Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία της περιφέρειας όπου βρίσκεται η επαγγελματική του έδρα, μέχρι την 20ή ημέρα του μηνός Φεβρουαρίου κάθε έτους. Με την έκδοση σχετικής απόφασης του Υπουργού Οικονομικών θα καθορίζεται ο τύπος, το περιεχόμενο της, ο τρόπος υποβολής της και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

4. Με τις διατάξεις της περίπτωσης στ’ αυτού του άρθρου και νόμου ορίζεται ότι, οι δικηγορικοί σύλλογοι υποχρεούνται να υποβάλουν κατάσταση των γραμματίων προκαταβολής ανά δικηγόρο, που εκδόθηκαν κατά την προηγούμενη διαχειριστική περίοδο στην οποία αναγράφονται το ονοματεπώνυμο του κάθε εντολέα του, η δικηγορική υπηρεσία την οποία αφορά η προκαταβολή και το ποσό αναφοράς επί του οποίου υπολογίστηκε αυτή. Διευκρινίζεται ότι με την ίδια πιο πάνω κατάσταση θα υποβάλλονται και τα γραμμάτια προκαταβολής επί των οποίων δεν υπολογίζεται προκαταβολή φόρου(π.χ. για παράσταση σε συμβόλαια) καθώς και τα μερίσματα με τον παρακρατηθέντα επί αυτών φόρο. Η κατάσταση αυτή υποβάλλεται στη Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία της περιφέρειας όπου βρίσκεται η επαγγελματική έδρα του κάθε συλλόγου μέχρι την 20ή ημέρα του μηνός Φεβρουαρίου κάθε έτους με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας. Την ευθύνη για την υποβολή αυτή φέρει ο πρόεδρος του οικείου δικηγορικού συλλόγου. Με την έκδοση σχετικής απόφασης του Υπουργού Οικονομικών θα καθορίζεται ο τύπος, το περιεχόμενο της και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την υποβολή αυτών των καταστάσεων.

5. Με τις διατάξεις της περίπτωσης ζ’ αυτού του άρθρου και νόμου ορίζεται ότι, με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, καθορίζεται εκάστοτε ο τύπος, το περιεχόμενο, ο τρόπος υποβολής της δήλωσης και καταβολής του φόρου και ο τρόπος και ο χρόνος υποβολής των καταστάσεων και το περιεχόμενο αυτών, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων αυτής της παραγράφου 5 του άρθρου 52 του ΚΦΕ. Η ισχύς των διατάξεων των περιπτώσεων α’ έως και ε’ αυτής της παραγράφου αυτού του άρθρου και νόμου έχουν εφαρμογή από 1.7.2011, με την επιφύλαξη της ισχύος ορισμένων διατάξεων που αναφέρονται στην Πολ. 1210/06.10.2011 Α.Υ.Ο.

Β. ΚΩΔΙΚΑΣ ΒΙΒΛΙΩΝ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

1. Έκδοση γραμματίων προκαταβολής δικηγορικών συλλόγων

Όταν για τη διενέργεια δικονομικών πράξεων ή την παράσταση του δικηγόρου σε συμβολαιογραφική πράξη απαιτείται η έκδοση γραμματίου προκαταβολής, από τον οικείο δικηγορικό σύλλογο, δεν εκδίδεται απόδειξη παροχής υπηρεσιών, δεδομένου ότι το ποσό αναφοράς που αναγράφεται στο υπόψη γραμμάτιο καλύπτει ανάγκες υπολογισμού κρατήσεων υπέρ τρίτων (δικηγορικούς συλλόγους, ταμεία κ.λπ.) και δεν αποτελεί ακαθάριστη αμοιβή σύμφωνα με τις διατάξεις της φορολογίας εισοδήματος.

2. Περιεχόμενο απόδειξης παροχής υπηρεσιών

Με τις διατάξεις του άρθρου 5 του ν. 3919/2011 (ΦΕΚ 32 Α’) καταργήθηκε η ελάχιστη αμοιβή των δικηγόρων κι έτσι από 2.7.2011, τα της αμοιβής των δικηγόρων, καθορίζονται με τις διατάξεις της παραγράφου 6 του υπόψη άρθρου, που αντικατέστησε την παράγραφο 1 του άρθρου 92 του Κώδικα Δικηγόρων, δηλαδή η αμοιβή αυτή πλέον καθορίζεται, είτε με βάση έγγραφες συμφωνίες με τους εντολείς τους, είτε με βάση τις νόμιμες αμοιβές όπως ισχύουν.

Ακόμη, με τις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 20 του ν. 3943/2011 (ΦΕΚ 66 Α’), με τις οποίες τροποποιήθηκαν οι διατάξεις του άρθρου 52 του Κ.Φ.Ε., ορίστηκε ότι, επί των δικηγορικών αμοιβών οφείλεται προκαταβολή φόρου 15%.

Επίσης, όπως προκύπτει από το Κεφάλαιο Α’ της παρούσας, οι υπόχρεοι παρακράτησης φόρου 20%, για τις αμοιβές που καταβάλουν σε δικηγόρους, διενεργούν την υπόψη παρακράτηση στο ακαθάριστο ποσό της αμοιβής που καταβάλλεται στον δικηγόρο μετά την αφαίρεση της αμοιβής που αναγράφεται επί του γραμματίου προκαταβολής ως ποσό αναφοράς και εφόσον η καταβαλλόμενη επιπλέον του γραμματίου αμοιβή ξεπερνά το ποσό των 300 ευρώ.

Κατόπιν των ανωτέρω, στο περιεχόμενο των αποδείξεων παροχής υπηρεσιών, πρέπει να αναγράφονται διακεκριμένα τα εξής ποσά:
α) Η ακαθάριστη αμοιβή,
β) Ο Φ.Π.Α. (23%) που αναλογεί στην ακαθάριστη αμοιβή,
γ) Η παρακράτηση φόρου εισοδήματος (20%) από τους υπόχρεους σε παρακράτηση.

Επισημαίνεται ότι, όταν εκδίδεται χειρόγραφη Α.Π.Υ. η αξία της αμοιβής, συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α., αναγράφεται και ολογράφως.

Ακόμη, διευκρινίζεται ότι, τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 13 του Κ.Β.Σ., περί αναγραφής στην απόδειξη παροχής υπηρεσιών, μεταξύ άλλων, της ένδειξης «ΕΠΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙ», από τον επιτηδευματία που τηρεί βιβλία τρίτης κατηγορίας και παρέχει υπηρεσίες με πίστωση, μπορεί να εφαρμοστεί, προαιρετικά και από τους δικηγόρους που τηρούν βιβλία Β’ κατηγορίας.

Σημειώνεται ότι, αν μέχρι την έκδοση της παρούσας οι αποδείξεις παροχής υπηρεσιών έχουν εκδοθεί με τον τρόπο που αναφέρεται στην εγκύκλιο Πολ. 08/29.12.2010, οι αποδείξεις αυτές θεωρούνται ως νόμιμα εκδοθείσες, εφόσον οι φορολογικές δηλώσεις υποβληθούν με τα ποσά που προκύπτουν σύμφωνα με τις οδηγίες της παρούσας εγκυκλίου.

Κατωτέρω παρατίθεται υπόδειγμα Απόδειξης Παροχής Υπηρεσιών των δικηγόρων, με τη διευκρίνιση ότι, ο τρόπος απεικόνισης σ’ αυτήν των δεδομένων είναι ενδεικτικός και οποιοσδήποτε άλλος τρόπος είναι αποδεκτός (π.χ. διαφορετική σειρά απεικόνισης κ.λπ.), με την προϋπόθεση ότι εμφανίζονται τα δεδομένα αυτά.

Αυτονόητο είναι ότι, μπορεί να αναγράφεται και οποιαδήποτε άλλη πληροφορία (π.χ. κρατήσεις ταμείων κ.λπ.).

ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ (ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ)

Ευρώ Χ.ΧΧΧ,ΧΧ

(αναγράφεται το ποσό της αμοιβής συμπεριλαμβανομένου του Φ. Π.Α.)

ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΗ ΑΜΟΙΒΗ XXX,XX

Φ.Π.Α. 23%____________ XXX,XX

ΣΥΝΟΛΙΚΟ ΠΟΣΟ XXX,ΧX

Συνολικό ποσό ολογράφως*

(* όταν εκδίδεται χειρόγραφη απόδειξη)

ΠΑΡΑΚΡΑΤΗΣΗ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ (από υπόχρεους σε παρακράτηση) (20% χ (ακαθάριστη αμοιβή – ποσό αναφοράς γραμματίου προκαταβολής), εφόσον η διαφορά υπερβαίνει το ποσό των 300 ευρώ) XX,ΧX

3. Τρόπος καταχώρησης στα τηρούμενα βιβλία του Κ.Β.Σ.

Η καταχώρηση στα βιβλία του Κ.Β.Σ. των Α.Π.Υ. των δικηγόρων, ενόψει και των προαναφερομένων στις προηγούμενες περιπτώσεις 1 και 2, διενεργείται ως εξής:

α) Βιβλία Β’ κατηγορίας (εσόδων – εξόδων)

Στο βιβλίο εσόδων – εξόδων που τηρείται από το δικηγόρο καταχωρούνται σε ιδιαίτερες στήλες στο σκέλος των εσόδων, με δικαιολογητικό εγγραφής την Α.Π.Υ., ως ακαθάριστο έσοδο από παροχή υπηρεσιών, η ακαθάριστη αξία της αμοιβής (πριν την παρακράτηση του φόρου) και, ξεχωριστά, ο Φ.Π.Α. που αναλογεί σ’ αυτή. Οι τυχόν κρατήσεις που διενεργούνται από τους δικηγορικούς συλλόγους καταχωρούνται στο σκέλος των εξόδων, με δικαιολογητικό εγγραφής το γραμμάτιο προκαταβολής που εκδίδεται από τους δικηγορικούς συλλόγους.

Σημειώνεται ακόμη ότι, για τις ανάγκες του φόρου προστιθέμενης αξίας, στο σκέλος των εξόδων, καταχωρούνται οι δαπάνες και ανάλογα αν παρέχεται ή δεν παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης του Φ.Π.Α. καθώς και ο Φ.Π.Α. που αναλογεί σ’ αυτές (δαπάνες με δικαίωμα έκπτωσης/ δαπάνες χωρίς δικαίωμα έκπτωσης).

Επίσης, σημειώνεται ότι, δεν απαιτείται να καταχωρούνται διακεκριμένα ο φόρος που παρακρατείται, είτε από το δικηγορικό σύλλογο είτε από τους λοιπούς υπόχρεους σε παρακράτηση.

Επισημαίνεται ότι, στις περιπτώσεις που οι αμοιβές των δικηγόρων είναι μικρότερες από τα ποσά αναφοράς που αναγράφονται επί των γραμματίων προκαταβολής, η σχετική Α.Π.Υ. εκδίδεται με τα μικρότερα αυτά ποσά.

Ακόμη, επισημαίνεται ότι, αν οι εγγραφές στα βιβλία έχουν διενεργηθεί με τον τρόπο που αναφέρεται στην εγκύκλιο Πολ. 1208/29.12.2010 και εφόσον δεν είναι εξαιρετικά δύσκολο, μπορεί να διενεργηθεί συμπληρωματική συγκεντρωτική διορθωτική εγγραφή στα βιβλία, μέχρι το χρόνο υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος της τρέχουσας διαχειριστικής περιόδου (χρήση 2011) και με ημερομηνία εγγραφής το αργότερο την 31.12.2011. Σε κάθε περίπτωση, όμως, οι δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος υποβάλλονται σύμφωνα με τις οδηγίες της παρούσας.

β) Βιβλία Γ’ κατηγορίας (λογιστικά βιβλία)

Τα ανωτέρω αναφερόμενα, για τα βιβλία Β’ κατηγορίας, εφαρμόζονται αναλόγως και για τα βιβλία Γ’ κατηγορίας.

4. Τρόπος εξόφλησης αποδείξεων παροχής υπηρεσιών για ορισμένες συναλλαγές.

Στις περιπτώσεις επαγγελματικών συναλλαγών, όταν η ακαθάριστη αμοιβή του δικηγόρου υπερβαίνει το ποσό των 3.000 ευρώ, η εξόφληση του ποσού αυτού από το λήπτη της Α.Π.Υ., γίνεται μέσω τραπεζικού λογαριασμού ή με επιταγή.

Ακόμη, οι αποδείξεις παροχής υπηρεσιών, που εκδίδονται από δικηγόρους, για παροχή υπηρεσιών σε ιδιώτες, εξοφλούνται από τους λήπτες αυτών (ιδιώτες) αποκλειστικά μέσω τραπέζης, με χρεωστικές ή πιστωτικές κάρτες του λήπτη των υπηρεσιών ή μέσω τραπεζικού λογαριασμού ή με επιταγές, όταν το ποσό της συναλλαγής υπερβαίνει το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ για το έτος 2011 ή το ποσόν των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ από 1.1.2012 και εξής (σχετ. Α.Υ.Ο. Πολ. 1027/09.02.2011).

5. Τελικά

Τέλος, σημειώνεται ότι, τα αναφερόμενα στην εγκύκλιο Πολ. 1208/29.12.2010 που δεν ρυθμίζονται με την παρούσα (ιδίως οι παράγραφοι 2.2, 2.3, 2.4, 5, 8 και 9) εξακολουθούν να ισχύουν και μετά την έκδοση της παρούσας εγκυκλίου.

Αρ. Πρωτ.72425/15.9.2011 Περιορισμοί στην ελευθερία εγκαταστάσεως των δικηγορικών εταιριών

Αρ. Πρωτ.72425/15.9.2011
Περιορισμοί στην ελευθερία εγκαταστάσεως των δικηγορικών εταιριών

Αθήνα, 15/9/2011
Αρ. Πρωτ.72425

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ
ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ Α

Πληροφορίες: Δ. Ζάβρα
Τηλ:210 7767 212

ΘΕΜΑ: Περιορισμοί στην ελευθερία εγκαταστάσεως των δικηγορικών εταιριών ΣΧΕΤ: Αρ.πρωτ. 35723/27-7-2011 & 38680/24-8-2011 έγγραφα σας.

Αναφερόμενοι σταανωτέρω σχετικά έγγραφα σας καθώς και τα ζητήματα που θέτει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην από 20.07.2011 επιστολή της σχετικά με την ίδρυση και λειτουργία των δικηγορικών εταιριών στην Ελλάδα και συγκεκριμένα ως προς τους περιορισμούς ίδρυσης δικηγορικών εταιριών από δικηγόρους μέλη διαφορετικών δικηγορικών συλλόγων και ως προς την απαγόρευση δημιουργίας υποκαταστημάτων από δικηγορικές εταιρίες, εκθέτουμε τα ακόλουθα:

1.- Επί του 1.1. ερωτήματος της επιστολής:

Με το άρθρο 6 παρ. 1 Ν. 3919/2011, με το οποίο τροποποιήθηκε το άρθρο 1 παρ. 1 του Π.Δ. 81/2005 προβλέπεται αφενός μεν η απαγόρευση ίδρυσης δικηγορικής εταιρίας από δικηγόρους που είναι εγγεγραμμένοι σε διαφορετικούς δικηγορικούς συλλόγους, με εξαίρεση τους δικηγόρους που είναι εγγεγραμμένοι στους Συλλόγους Αθήνα και Πειραιά και αφετέρου η απαγόρευση στις δικηγορικές εταιρίες να ιδρύουν υποκαταστήματα, εκτός της περιφέρειας της έδρας τους.

Πρωταρχικά επειδή οι ανωτέρω απαγορεύσεις συναρτώνται άμεσα με τον τρόπο που οργανώνεται και ασκείται το δικηγορικό επάγγελμα στην Ελλάδα δεν εμφανίζουν διασυνοριακό στοιχείο που δικαιολογεί την εξέταση τους από το δίκαιο της Ε.Ε. Αλλωστε στην 7η αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 1998/5/ΕΚ διαλαμβάνεται ότι η οδηγία αυτή ούτε ρυθμίζει τις αμιγώς εσωτερικές καταστάσεις και ούτε θίγει τους επαγγελματικούς κανόνες.

Σημειώνεται ιδιαίτερα ότι κατά την ισχύουσα ελληνική νομοθεσία δικηγόρος μέλος δικηγορικής εταιρίας μπορεί να ασκεί δικηγορία όχι μόνον στην περιφέρεια του συλλόγου που είναι μέλος, αλλά σε ολόκληρη την επικράτεια. Η δικηγορική εταιρία όμως πρέπει να είναι εγγεγραμμένη στα μητρώα δικηγορικών εταιριών του συλλόγου στον οποίο ανήκουν τα μέλη της.

Τέλος, δεν τίθεται θέμα διαφορετικής (προνομιακής) μεταχείρισης για τους Δικηγόρους Αθήνας και Πειραιά εξαιτίας της μικρής απόστασης μεταξύ των δύο πόλεων θεωρούνται ως μία ενιαία περιφέρεια όλης της Αττικής. Ετσι π.χ. σε ναυτικές διαφορές, όλες οι υποθέσεις υπάγονται στο ναυτικό τμήμα του Δικαστηρίου Πειραιώς, διάφοροι Δήμοι της Αττικής υπάγονται στα Δικαστήριατων Αθηνών όσον αφορά τις αστικές διαφορές, ενώ για τις διοικητικές διαφορές μπορεί να υπάγονται στα Δικαστήρια του Πειραιά. Για τους ίδιους λόγους ουδέποτε υπήρξε κώλυμα στην παράσταση Αθηναίων Δικηγόρων στα Δικαστήρια του Πειραιά και αντίστροφα και ούτε υπήρχε κώλυμα στην συμμετοχή δικηγόρων Αθηνών και Πειραιά σε μία δικηγορική εταιρία.

2.- Επί του 1.2 ερωτήματος της επιστολής:

Η απαγόρευση ίδρυσης δικηγορικής εταιρίας από δικηγόρους κρατών- μελών της Ε.Ε. με έλληνες δικηγόρους εγγεγραμμένους σε διαφορετικούς συλλόγους στην Ελλάδα αφορά την ελληνική έννομη τάξη και δεν παρουσιάζει και αυτή ενδιαφέρον ώστε να τύχουν εφαρμογής οι διατάξεις του κοινοτικού δικαίου και μάλιστα όταν κατά τις διατάξεις αυτές επιτρέπεται οπουδήποτε η ίδρυση δικηγορικών εταιριών στην Ελλάδα από δικηγόρους κρατών-μελών της Ε.Ε. Για τους λόγους αυτούς άλλωστε στο άρθρο 11 της οδηγίας 98/5/ΕΚ, στο οποίο προβλέπονται τα θέματα που αφορούν τη συλλογική άσκηση του δικηγορικού επαγγέλματος μεταξύ δικηγόρων προερχομένων από κράτη-μέλη της Ε.Ε., ορίζεται ότι οι επί μέρους ρυθμίσεις διέπονται από τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις του οικείου κράτους-μέλους.

3.-Επί του 1.3 ερωτήματος της επιστολής:

Ως προς το θέμα της δυνατότητας ίδρυσης δικηγορικής εταιρίας από δικηγόρους κρατών-μελών της Ε.Ε. που μπορεί να είναι μέλη σε διαφορετικούς συλλόγους στην Ελλάδα με έλληνες δικηγόρους ισχύουν όσα αναπτύσσονται στο ανωτέρω ερώτημα 1.2, δεδομένου ότι αφορά την ελληνική έννομη τάξη και δεν παρουσιάζει και αυτή ενδιαφέρον ώστε να τύχουν εφαρμογής οι διατάξεις του κοινοτικού δικαίου.

4.- Επί των ερωτημάτων 2.1 και 2.2., τα οποία αφορούν την απαγόρευση ίδρυσης δικηγορικής εταιρίας (ελληνικής ή άλλου κράτους- μέλους) υποκαταστήματος στην Ελλάδα:

Πρωταρχικά σημειώνεται ότι ως προς την απαγόρευση ίδρυσης υποκαταστήματος από ελληνική δικηγορική εταιρία ισχύουν όλα όσα εκτίθενται στο ανωτέρω ερώτημα 1.2 δεδομένου ότι αφορά την ελληνική έννομη τάξη και δεν παρουσιάζει και αυτή ενδιαφέρον ώστε να τύχουν εφαρμογής οι διατάξεις του κοινοτικού δικαίου.

Ως προς τα λοιπά θέματα: Η οδηγία 1998/5/ΕΚ παρέχει το δικαίωμα σε κάθε κοινοτικό δικηγόρο να εγκατασταθεί σε άλλο κράτος-μέλος, εγγραφόμενος σε κάποιον σύλλογο, τηρώντας τους νόμους του κράτους υποδοχής. Η οδηγία αυτή δεν δίνει απόλυτο δικαίωμα σε δικηγορικές εταιρίες ενός κράτους-μέλουςνα εγκατασταθούν ή να δημιουργήσουν υποκαταστήματα σε άλλο κράτος-μέλος.

Βασική προϋπόθεση είναι η εγγραφή του κοινοτικού δικηγόρου στην αρμόδια αρχή (δικηγορικούς συλλόγους στην Ελλάδα και σχεδόν σ’ όλες τις χώρες της Ε.Ε., με εξαίρεση την Αγγλία όπου υπάρχει μία κρατική Ρυθμιστική Αρχή). Στη συνέχεια ένας η περισσότεροι (κοινοτικοί) δικηγόροι που ασκούν το επάγγελμα με τον επαγγελματικό τους τίτλο καταγωγής σ’ ένα κράτος-μέλος υποδοχής και που είναι μέλη της ίδιας ομάδας («εταιρίας») στο κράτος-μέλος καταγωγής μπορούν να ασκούν τις επαγγελματικές δραστηριότητες στο πλαίσιο ενός υποκαταστήματος ή πρακτορείου στο κράτος-μέλος υποδοχής, τηρώντας τις διατάξεις αυτού.

Συνεπώς, σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο η ίδια η εταιρία δεν έχει δικαίωμα εγκατάστασης ή ίδρυσης υποκαταστήματος σε άλλο κράτος- μέλος, αλλά αυτό επιτυγχάνεται μόνο με την αρχική εγκατάσταση/εγγραφή σε σύλλογο άλλου κράτους-μέλους μεμονομένων κοινοτικών δικηγόρων που είναι ήδη μέλη της ίδιας ομάδας/εταιρίας στο κράτος-μέλος καταγωγής και επιθυμούν να παρέχουν τις υπηρεσίες τους στο κράτος υποδοχής με τη μορφή υποκαταστήματος της εν λόγω ομάδας/εταιρίας (άρθρο 11 οδηγίας 1998/5/ΕΚ).

Επίσης,δύο ή περισσότεροι κοινοτικοί δικηγόροι που προέρχονται από την ίδια ομάδα ή από το ίδιο κράτος-μέλος μπορούν να υιοθετήσουν μία συλλογική μορφή άσκησης του επαγγέλματος (δηλ. να συστήσουν δικηγορική εταιρία) στο κράτος-μέλος υποδοχής, ενώ κοινοτικός δικηγόρος που προέρχεται από ένα κράτος-μέλος μπορεί να συστήσει δικηγορική
εταιρία με κοινοτικό δικηγόρο που κατάγεται από άλλο κράτος-μέλος. Τέλος, κοινοτικός δικηγόρος που έχει εγκατασταθεί σ’ άλλο κράτος-μέλος μπορεί να συστήσει δικηγορική εταιρία με δικηγόρους του κράτους υποδοχής.

Κατά συνέπεια, σ’ όλα τα κράτη-μέλη, η εγκατάσταση των κοινοτικών δικηγόρων και η συλλογική (εταιρική) άσκηση του δικηγορικού επαγγέλματος διέπεται από το εθνικό δίκαιο του κάθε κράτους-μέλους, το οποίο όμως είναι σχεδόν πανομοιότυπο σ’ όλα τα κράτη-μέλη. Ετσι μία ελληνική δικηγορική εταιρία με έδρα π.χ. την Αθήνα, μπορεί να ιδρύσει υποκατάστημα στο εξωτερικό μόνο υπό τις παραπάνω προϋποθέσεις της οδηγίας 1998/5/ΕΚ, ήτοι πρέπει πρώτα να εγκατασταθούν τα μέλη της σ’ άλλο κράτος-μέλος και να εγγραφούν σε τοπικό Σύλλογο αυτού σύμφωνα με την οδηγία αυτή και στη συνέχεια να ζητήσουν από την αρμόδια αρχή (δικηγορικό σύλλογο) άδεια να ασκούν το επάγγελμα τους στο κράτος- μέλος υποδοχής με την μορφή υποκαταστήματος της εν λόγω Ελληνικής εταιρίας, τηρώντας πάντοτε τις διατάξεις του νόμου του κράτους υποδοχής.

H EIΔΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑ

ΔΙΑΜΑΝΤΩ ΖΑΒΡΑ

 

ΠΟΛ.1170/5.8.2011 Υπαγωγή στον κανονικό συντελεστή ΦΠΑ των υπηρεσιών εστίασης γενικά – Άρθρο 34 του ν. 3986/2011 (ΦΕΚ 152Α΄/01.07.2011)

ΠΟΛ.1170/5.8.2011

Υπαγωγή στον κανονικό συντελεστή ΦΠΑ των υπηρεσιών εστίασης γενικά – Άρθρο 34 του ν. 3986/2011 (ΦΕΚ 152Α΄/01.07.2011)

Αθήνα, 05.08.2011

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ
ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ & ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
14η Δ/ΝΣΗ ΦΠΑ
ΤΜΗΜΑΤΑ Α΄ & Β΄

Ταχ. Δ/νση : Σίνα 2-4
Ταχ. Κώδικας: 106 72 ΑΘΗΝΑ
Πληροφορίες : Τατ. Σφελινιώτη
Αικ. Καρύδα
Τηλέφωνο : 210- 3645378
Fax : 210- 3645413
e-mail : dfpa.a1@1992.syzefxis.gov.gr

ΠΟΛ 1170

ΘΕΜΑ: Υπαγωγή στον κανονικό συντελεστή ΦΠΑ των υπηρεσιών εστίασης γενικά – Άρθρο 34 του ν. 3986/2011 (ΦΕΚ 152Α΄/01.07.2011)

Σε σχέση με τις διατάξεις του άρθρου 34 του ν.3986/2011 «Επείγοντα μέτρα εφαρμογής Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2012 – 2015» παρέχονται οι ακόλουθες διευκρινίσεις και οδηγίες για την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή τους:

Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 34 και όπως προκύπτει από την παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου, τροποποιούνται ή καταργούνται, από 01.09.2011, ορισμένες διατάξεις του Παραρτήματος ΙΙΙ «Αγαθά και Υπηρεσίες που υπάγονται σε μειωμένο συντελεστή (δεύτερο και τρίτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 21)» του Κώδικα ΦΠΑ (ν.2859/2000), όπως ισχύει.

1. Με τις διατάξεις των περιπτώσεων α΄, β΄, γ΄ και δ΄ του κοινοποιούμενου άρθρου, αντικαθίστανται οι περιπτώσεις 27, 28 και 29 και καταργείται η περίπτωση 30 του Κεφαλαίου Α΄ «Αγαθά» του Παραρτήματος ΙΙΙ, προβλέποντας ότι ορισμένα αγαθά που περιλαμβάνονται στις περιπτώσεις αυτές μετατάσσονται στον κανονικό συντελεστή ΦΠΑ (23%). Ειδικότερα μετατάσσονται από 1.09.2011 στον κανονικό συντελεστή ΦΠΑ:

α) Περίπτωση 27 του Παραρτήματος ΙΙΙ, Κεφάλαιο Α΄ «Αγαθά»

Με την αντικατάσταση της περίπτωσης αυτής, μετατάσσονται στον κανονικό συντελεστή οι χυμοί φρούτων και λαχανικών που περιλαμβάνονται στη Δ.Κ. 2009.

β) Περίπτωση 28 του Παραρτήματος ΙΙΙ, Κεφάλαιο Α΄ «Αγαθά»

Με την αντικατάσταση της περίπτωσης αυτής, μετατάσσονται στον κανονικό συντελεστή τα έτοιμα ροφήματα και παρόμοια είδη του Κεφαλαίου 21 του Δασμολογίου, όπως είναι ο καφές, το τσάι, η σοκολάτα κλπ.

γ) Περίπτωση 29 του Παραρτήματος ΙΙΙ, Κεφάλαιο Α΄ «Αγαθά»

Με την αντικατάσταση της περίπτωσης αυτής, μετατάσσονται στον κανονικό συντελεστή τα αεριούχα νερά, φυσικά ή τεχνητά. Στο μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ (13%) παραμένουν μόνο τα μη αεριούχα φυσικά ή τεχνητά μεταλλικά νερά, χωρίς προσθήκη ζάχαρης ή άλλων γλυκαντικών, ούτε αρωματισμένα.

δ) Περίπτωση 30 του Παραρτήματος ΙΙΙ, Κεφάλαιο Α΄ «Αγαθά»

Με την κατάργηση της περίπτωσης αυτής, μετατάσσονται στον κανονικό συντελεστή τα νερά, στα οποία περιλαμβάνονται και τα μεταλλικά και τα αεριούχα νερά, με προσθήκη ζάχαρης ή άλλων γλυκαντικών ή αρωματισμένα και άλλα μη αλκοολούχα ποτά της Δ.Κ. 2202. Πρόκειται για τα αναψυκτικά εν γένει.

Η μετάταξη των ανωτέρω αγαθών από το μειωμένο συντελεστή Φ.Π.Α. στον κανονικό συντελεστή ισχύει, ανεξάρτητα από τον τρόπο πώλησής τους, δηλαδή χονδρικά ή λιανικά, και ανεξάρτητα από τα σημεία της πώλησης, δηλαδή πώληση από super market, περίπτερα, εστιατόρια, ταχυφαγεία κλπ.

2. Με την περίπτωση ε΄ καταργείται η περίπτωση 6 του Κεφαλαίου Β΄ «Υπηρεσίες» του Παραρτήματος ΙΙΙ του Κώδικα ΦΠΑ. Κατά συνέπεια, η εκμετάλλευση καφενείων, καφετεριών, ζαχαροπλαστείων, εστιατορίων, ψητοπωλείων, οινομαγειρείων και λοιπών συναφών προς αυτές επιχειρήσεων, δηλαδή οι υπηρεσίες εστίασης υπάγονται στον κανονικό συντελεστή ΦΠΑ.

Υπηρεσίες εστίασης είναι η παράδοση, κατόπιν παρασκευής ή χωρίς ιδιαίτερη επεξεργασία, τροφίμων και ποτών, η οποία συνοδεύεται από υποστηρικτικές υπηρεσίες, όπως η διάθεση επιτραπέζιων σκευών και λοιπού εξοπλισμού, η υπηρεσία σερβιρίσματος, ο καθαρισμός του χώρου και των τραπεζιών κ.α., οι οποίες είναι αναγκαίες για την άμεση επιτόπια κατανάλωση των προσφερόμενων ειδών στους χώρους των καφενείων, καφετεριών, ζαχαροπλαστείων, εστιατορίων, ψητοπωλείων, οινομαγειρείων και συναφών επιχειρήσεων, όπως είναι οι πιτσαρίες, τα οβελιστήρια, τα ταχυφαγεία, τα αναψυκτήρια, τα σνακ – μπαρ γαλακτοπωλεία και καταστήματα διάθεσης για επιτόπια κατανάλωση, όπως διάθεσης λουκουμάδων, μπουγάτσας και κάθε είδους πιττών, παγωτών, κλπ.

Πρόκειται στην ουσία για παροχή εδεσμάτων ή γευμάτων ή γενικά φαγητών, όπου προέχει η «υπηρεσία» η οποία αποσκοπεί να καταστήσει περισσότερο ευχάριστη την άμεση επιτόπια κατανάλωση σε κατάλληλο περιβάλλον, ενώ η παράδοση τροφής αποτελεί ένα μόνο από τα κριτήρια επιλογής της επιχείρησης από τον πελάτη.

Παροχή υπηρεσίας εστίασης αποτελεί και η τροφοδοσία (catering), εφόσον αυτή δεν συνίσταται σε απλή παράδοση φαγητού, αλλά σε ένα σύνολο στοιχείων και πράξεων κατά τα ανωτέρω, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι τα προσφερόμενα είδη δεν καταναλώνονται άμεσα εντός των εγκαταστάσεων της οικείας επιχείρησης, αλλά σε χώρο και χρόνο που προσδιορίζονται από τον πελάτη.

Σημειώνεται ότι, όπως διευκρινίζεται παρακάτω, σύμφωνα με την περίπτωση στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 34, για λόγους ομοιόμορφης αντιμετώπισης, στον κανονικό συντελεστή ΦΠΑ υπάγονται και οι παραδόσεις αγαθών από τις ανωτέρω επιχειρήσεις, δηλαδή οι παραδόσεις έτοιμων προς άμεση κατανάλωση εδεσμάτων ή γευμάτων ή γενικότερα φαγητών, χωρίς την παροχή πρόσθετων υπηρεσιών από μέρους της επιχείρησης για την επιτόπια κατανάλωσή τους (παραδόσεις πακέτο).

Στον κανονικό συντελεστή ΦΠΑ (23%) υπάγονται και οι υπηρεσίες εστίασης που παρέχονται στις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις και τα λοιπά καταλύματα, των οποίων οι υπηρεσίες διαμονής φορολογούνται, από 01.01.2011, με τον υπερμειωμένο συντελεστή ΦΠΑ (6,5%). Στην περίπτωση που οι εν λόγω επιχειρήσεις παρέχουν τις υπηρεσίες αυτές ή και περισσότερες έναντι ενιαίας τιμής, υπό την προϋπόθεση ότι ο διαχωρισμός στους επί μέρους συντελεστές δεν είναι εφικτός, γίνεται δεκτό η διάκριση, από 01.09.2011, να γίνεται ως εξής:

α. Διαμονή με πρωινό: 8% της ενιαίας τιμής υπάγεται στον κανονικό συντελεστή ΦΠΑ, ως αντιπαροχή που καταβάλλεται για το πρωινό.

β. Διαμονή με ημιδιατροφή: 20% της ενιαίας τιμής υπάγεται στον κανονικό συντελεστή ΦΠΑ, ως αντιπαροχή για το πρωινό και το γεύμα.

γ. Διαμονή με το σύστημα all inclusive (πλήρης διατροφή περιλαμβανομένης της κατανάλωσης ποτών και της παροχής λοιπών υπηρεσιών που περιλαμβάνονται στο πακέτο, όπως τηλεφωνική εξυπηρέτηση, χρήση ομπρελών, αθλητικές υπηρεσίες κ.α.): 40% της ενιαίας τιμής υπάγεται στον κανονικό συντελεστή ΦΠΑ, ως αντιπαροχή που καταβάλλεται για τις υπηρεσίες εστίασης, για τις καταναλώσεις αλκοολούχων ή μη ποτών και για τις λοιπές παροχές που ενδεχομένως περιλαμβάνει το πακέτο.

Επισημαίνεται ότι οι σχετικές οδηγίες που έχουν δοθεί με την εγκύκλιο ΠΟΛ.1003/3.1.2011, αναφορικά με τον εφαρμοστέο συντελεστή ΦΠΑ στην παροχή υπηρεσιών εστίασης από ξενοδοχειακές επιχειρήσεις και λοιπά καταλύματα παύουν να ισχύουν για πράξεις που πραγματοποιούνται από 1.9.2011.

3. Με την περίπτωση στ΄ καταργείται η ένδειξη Ι πριν την περίπτωση 1 του Κεφαλαίου Β΄ «Υπηρεσίες» του Παραρτήματος ΙΙΙ, καθώς και η παράγραφος ΙΙ του Κεφαλαίου αυτού και προστίθεται νέο Κεφάλαιο Γ΄ «Εξαιρέσεις από το Παράρτημα», οι διατάξεις του οποίου αναφέρονται σε αγαθά και υπηρεσίες που δεν περιλαμβάνονται στο Παράρτημα ΙΙΙ, συνεπώς υπάγονται στον κανονικό συντελεστή ΦΠΑ, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 21 του Κώδικα ΦΠΑ.

Η παράγραφος 1 του νέου Κεφαλαίου Γ΄, επαναλαμβάνει τη διάταξη της καταργηθείσας παραγράφου ΙΙ του Κεφαλαίου Β΄ «Υπηρεσίες», σύμφωνα με την οποία στον κανονικό συντελεστή ΦΠΑ υπάγονται αγαθά και υπηρεσίες που δεν εντάσσονται στα Κεφάλαια Α΄ και Β΄ του Παραρτήματος ΙΙΙ ή για τα οποία υπάρχει αμφιβολία ως προς την ένταξή τους στα Κεφάλαια αυτά, λόγω του είδους, του προορισμού, της σύνθεσης ή για οποιονδήποτε άλλο λόγο.

Με την παράγραφο 2 μετατάσσεται στον κανονικό συντελεστή Φ.Π.Α. η παράδοση παρασκευασμένων εδεσμάτων, πρόχειρων ή μη γευμάτων ή γενικότερα φαγητών, τα οποία είναι έτοιμα και μπορούν να καταναλωθούν άμεσα, χωρίς να απαιτείται προς τούτο περαιτέρω επεξεργασία από τον αγοραστή. Πρόκειται για φαγητά που παρασκευάζονται με βρασμό, ψήσιμο, τηγάνισμα, ζέσταμα ή άλλο τρόπο, πχ ανάμειξη υλικών, από εστιατόρια, ταβέρνες, πιτσαρίες, οινομαγειρεία, ψητοπωλεία, ταχυφαγεία, καφετέριες και συναφείς επιχειρήσεις. Εν προκειμένω, ως συναφείς επιχειρήσεις θεωρούνται και οι κινητές καντίνες, τα κυλικεία σε γήπεδα ή άλλους αθλητικούς χώρους, τα μπαρ κινηματογράφων και θεάτρων, οι επιχειρήσεις τροφοδοσίας (catering), οι επιχειρήσεις παρασκευής και διανομής πίτσας, κινέζικων γευμάτων, γευμάτων διαίτης ή υγιεινής διατροφής, τα σούπερ μάρκετ που παραδίδουν έτοιμα μαγειρεμένα φαγητά, οι επιχειρήσεις πώλησης σάντουιτς, τυροπιτών, σαλατών και λοιπών παρόμοιων πρόχειρων γευμάτων ή σνακς, συμπεριλαμβανομένων των αρτοποιείων ή ζαχαροπλαστείων στην περίπτωση που πωλούν αντίστοιχα είδη.

Τα εν λόγω εδέσματα ή γεύματα ή φαγητά παραδίδονται ως «πακέτο», χωρίς να παρέχονται πρόσθετες υπηρεσίες που να εξυπηρετούν την επιτόπια κατανάλωση, όπως σερβίρισμα, συνεπώς συνιστούν παραδόσεις αγαθών, ανεξάρτητα αν παραλαμβάνονται από τον ίδιο τον πελάτη ή απλώς αποστέλλονται με ευθύνη των επιχειρήσεων αυτών στον τόπο που επιθυμεί ο πελάτης.

Από το συνδυασμό της παρούσας παραγράφου και την κατάργηση της περίπτωσης 6 του Κεφαλαίου Β΄ Υπηρεσίες που αναλύεται στην προηγούμενη παράγραφο 2, προκύπτει ότι η διάθεση έτοιμων προς άμεση κατανάλωση εδεσμάτων, γευμάτων ή φαγητών γενικά από 1.9.2011 υπάγεται στον κανονικό συντελεστή, ανεξάρτητα αν πρόκειται για παροχή υπηρεσίας ή για παράδοση αγαθών, με στόχο την ίση αντιμετώπιση των πράξεων αυτών και την αποφυγή αθέμιτου ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων που διαθέτουν έτοιμο φαγητό είτε για επιτόπια κατανάλωση είτε σε «πακέτο».

Επισημαίνεται ότι στο μειωμένο συντελεστή εξακολουθούν να υπάγονται οι παραδόσεις γλυκών από ζαχαροπλαστεία και λοιπές συναφείς επιχειρήσεις, τα οποία δεν καταναλώνονται επί τόπου, αλλά παραλαμβάνονται για κατανάλωση εκτός των καταστημάτων αυτών. Εντούτοις, όταν τα γλυκά περιλαμβάνονται σε πακέτα έτοιμων φαγητών προς άμεση κατανάλωση, που παραδίδονται από εστιατόρια, ταβέρνες,πιτσαρίες, οβελιστήρια, οινομαγειρεία, ψητοπωλεία, ταχυφαγεία, καφετέριες και συναφή καταστήματα, ο κανονικός συντελεστής εφαρμόζεται σε όλα τα αγαθά που περιέχονται στο πακέτο.

Με ρητή διάταξη στην εν λόγω παράγραφο, εξαιρούνται από τον κανονικό συντελεστή και κατά συνέπεια συνεχίζουν να υπάγονται στο μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ οι παραδόσεις έτοιμων εδεσμάτων, γευμάτων και φαγητών γενικά που πραγματοποιούνται από κυλικεία που λειτουργούν εντός εκπαιδευτικών ή νοσηλευτικών επιχειρήσεων ή ιδρυμάτων ή ιδρυμάτων κοινωνικής πρόνοιας.

Συνεπώς, για κοινωνικούς λόγους, ο μειωμένος συντελεστής συνεχίζει να εφαρμόζεται στις παραδόσεις των ειδών αυτών από τα κυλικεία που λειτουργούν εντός σχολείων, πανεπιστημίων και λοιπών εκπαιδευτικών οργανισμών ή επιχειρήσεων, καθώς επίσης και εντός νοσοκομείων, κλινικών, γηροκομείων, ασύλων κλπ.

Επισημαίνεται ότι οι παραδόσεις αεριούχου νερού, έτοιμων ροφημάτων, χυμών, αναψυκτικών και λοιπών μη αλκοολούχων ποτών από τα κυλικεία αυτά υπάγονται στον κανονικό συντελεστή ΦΠΑ. Διευκρινίζεται επίσης ότι ως κυλικεία νοούνται τα καταστήματα τα οποία δεν παρέχουν υπηρεσίες για την επιτόπια κατανάλωση, κατά συνέπεια στην περίπτωση που η διάθεση έτοιμων φαγητών συνοδεύεται από υπηρεσίες για την επιτόπια κατανάλωση, όπως αναλύθηκε παραπάνω, η πράξη συνιστά παροχή υπηρεσίας και υπάγεται στον κανονικό συντελεστή ΦΠΑ.

Για την αποφυγή παρερμηνειών, διευκρινίζεται ότι συνεχίζουν να υπάγονται στο μειωμένο συντελεστή, οι παραδόσεις τυποποιημένων ειδών διατροφής, τα οποία παρασκευάζονται για ευρεία κατανάλωση και διατίθενται προς πώληση συσκευασμένα ή είναι εμπορεύσιμα σε μεγάλες συσκευασίες ή ποσότητες και πωλούνται χύμα ή κομμένα σε μικρότερες ποσότητες. Η διάταξη αυτή αφορά τα προϊόντα που παρουσιάζονται στα σημεία πώλησης συσκευασμένα, όπως κονσέρβες, αλλαντικά, αλίπαστα, γιαούρτια, έτοιμες σαλάτες, ( ταραμοσαλάτα, τυροσαλάτα, ρώσικη, κλπ.), καθώς και είδη διατροφής που παρουσιάζονται σε μεγάλες συσκευασίες ή μεγάλες ποσότητες και διατίθενται χύμα ή κομμένα σε μικρότερες ποσότητες, όπως αλλαντικά, αλίπαστα, τυριά, ελιές, τουρσί και λοιπά παρόμοια. Σημειώνεται ότι η απλή τοποθέτηση σάντουιτς σε πλαστική ή άλλη συσκευασία δεν καθιστά τα αγαθά αυτά τυποποιημένα.

Επισημαίνεται ότι η παράδοση ψωμιού και άλλων αρτοσκευασμάτων συνεχίζει να υπάγεται στο μειωμένο συντελεστή (13%).

Όσον αφορά την προσαρμογή των ταμειακών μηχανών, ισχύουν οι διευκρινίσεις που έχουν δοθεί με την εγκύκλιο ΠΟΛ.1003/3.1.2011.

Διευκρινίζεται ότι οι ανωτέρω αλλαγές αφορούν πράξεις που πραγματοποιούνται από 1.9.2011 και μεταγενέστερα.

Για τη διευκόλυνσή σας, επισυνάπτονται οι σχετικές διατάξεις του άρθρου 34 του ν. 3986/2011.

Ο Γενικός Γραμματέας
Ιωάννης Καπελέρης

 

ΠΟΛ. 1026 ΘΕΜΑ: Τύπος, περιεχόμενο, χρόνος και τρόπος υποβολής της εκκαθαριστικής δήλωσης Φ.Π.Α. έτους 2010. Υποχρεωτική υποβολή της αρχικής εμπρόθεσμης εκκαθαριστικής δήλωσης με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου μέσω του ειδικού δικτύου TAXISnet για ό

ΠΟΛ. 1026/11. Τύπος, περιεχόμενο, χρόνος και τρόπος υποβολής της εκκαθαριστικής δήλωσης Φ.Π.Α. έτους 2010. Υποχρεωτική υποβολή της αρχικής εμπρόθεσμης εκκαθαριστικής δήλωσης με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου μέσω του ειδικού δικτύου TAXISnet για όλους τ… PDF Εκτύπωση E-mail
Εγκύκλιοι – ΠΟΛ Εγκύκλιοι – ΠΟΛ (2011)
Συντάχθηκε απο τον/την ΥΠΟΙΚ
Τετάρτη, 09 Φεβρουάριος 2011 00:00

Αθήνα 09/02/2011
Αρ. πρωτ.:

ΠΟΛ. 10
26


ΘΕΜΑ: Τύπος, περιεχόμενο, χρόνος και τρόπος υποβολής της εκκαθαριστικής δήλωσης Φ.Π.Α. έτους 2010. Υποχρεωτική υποβολή της αρχικής εμπρόθεσμης εκκαθαριστικής δήλωσης με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου μέσω του ειδικού δικτύου TAXISnet για όλους τους υποκειμένους στο φόρο. Όροι και προϋποθέσεις υποβολής της εκκαθαριστικής δήλωσης Φ.Π.Α. με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου μέσω του ειδικού δικτύου TAXISnet.

 

 

Άρθρο 1
Τύπος και περιεχόμενο


Ορίζουμε τον τύπο και το περιεχόμενο της εκκαθαριστικής δήλωσης Φ.Π.Α. για το έτος 2010 (έντυπο 009/10 – Φ.Π.Α. ΕΚΔΟΣΗ 2010, Φ1 TAXIS), όπως το υπόδειγμα που επισυνάπτεται ως παράρτημα της παρούσας.

 

Άρθρο 2
Χρόνος και τρόπος υποβολής


1. Η εκκαθαριστική δήλωση Φ.Π.Α. έτους 2010 υποβάλλεται:

α) Για υποκείμενους των οποίων η διαχειριστική περίοδος λήγει την 31/12/2010:

i. Μέχρι την 12η Απριλίου 2011 για υποκείμενους, οι οποίοι κατά τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου τηρούσαν βιβλία Α’ ή Β’ κατηγορίας του Κ.Β.Σ.
ii. Μέχρι την 23η Μαΐου 2011 για υποκείμενους, οι οποίοι κατά τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου τηρούσαν βιβλία Γ’ κατηγορίας του Κ.Β.Σ., καθώς και το Δημόσιο.

Οι υποκείμενοι αυτοί έχουν υποχρέωση να υποβάλλουν:

– τις αρχικές εμπρόθεσμες εκκαθαριστικές δηλώσεις αποκλειστικά και μόνο με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου μέσω του ειδικού δικτύου ΤΑΧΙSnet.
– τις τροποποιητικές και τις εκπρόθεσμες δηλώσεις στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. σε έντυπη μορφή.

β) Για υποκείμενους των οποίων η διαχειριστική περίοδος έληξε άλλη ημερομηνία εντός του 2010 από οποιαδήποτε αιτία ή λόγω οριστικής παύσης εργασιών ή διακοπής των υπαγομένων σε Φ.Π.Α. δραστηριοτήτων:

i. Μέχρι την 20η ημέρα του τρίτου μήνα από το τέλος του μήνα της λήξης της διαχειριστικής περιόδου ή της οριστικής παύσης εργασιών ή της διακοπής των υπαγομένων σε Φ.Π.Α. δραστηριοτήτων, εάν κατά τη λήξη τηρούσαν βιβλία Α’ ή Β’ κατηγορίας του Κ.Β.Σ.
ii. Μέχρι την 20η ημέρα του πέμπτου μήνα από το τέλος του μήνα της λήξης της διαχειριστικής περιόδου ή της οριστικής παύσης εργασιών ή της διακοπής των υπαγομένων σε Φ.Π.Α. δραστηριοτήτων, εάν κατά τη λήξη τηρούσαν βιβλία Γ’ κατηγορίας του Κ.Β.Σ.

Οι υποκείμενοι αυτοί έχουν υποχρέωση να υποβάλλουν:

– τις αρχικές εμπρόθεσμες εκκαθαριστικές δηλώσεις αποκλειστικά και μόνο με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου μέσω του ειδικού δικτύου ΤΑΧΙSnet.
– τις τροποποιητικές και τις εκπρόθεσμες δηλώσεις στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. σε έντυπη μορφή.

γ) Για υποκείμενους που επήλθε οριστική παύση εργασιών λόγω θανάτου εντός του 2010:

i. Μέχρι την 20η ημέρα του τρίτου μήνα από το τέλος του μήνα της εμπρόθεσμης υποβολής της δήλωσης οριστικής παύσης εργασιών σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης γ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 36 του Κώδικα Φ.Π.Α. (ν. 2859/2000), αν κατά τη λήξη της διαχειριστικής αυτής περιόδου τηρούσε βιβλία Α’ ή Β’ κατηγορίας του Κ.Β.Σ.
ii. Μέχρι την 20η ημέρα του πέμπτου μήνα από το τέλος του μήνα της εμπρόθεσμης υποβολής της δήλωσης οριστικής παύσης εργασιών σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης γ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 36 του Κώδικα Φ.Π.Α. (ν. 2859/2000), αν κατά τη λήξη της διαχειριστικής αυτής περιόδου τηρούσε βιβλία Γ’ κατηγορίας του Κ.Β.Σ.
Οι υποκείμενοι αυτοί έχουν υποχρέωση να υποβάλλουν τις εκκαθαριστικές δηλώσεις στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. σε έντυπη μορφή.

2. Εξαιρούνται της υποχρεωτικής υποβολής της εκκαθαριστικής δήλωσης Φ.Π.Α. με ηλεκτρονική μέθοδο μέσω του ειδικού δικτύου TAXISnet και υποβάλλουν την εκκαθαριστική δήλωση υποχρεωτικά στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. σε έντυπη μορφή οι υποκείμενοι που:

i. Υπάγονται στις διατάξεις περί μετασχηματισμού, μετατροπής, συγχώνευσης, διάσπασης ή απορρόφησης εντός του έτους 2010. Στην περίπτωση που είναι δυνατή η υποβολή της εκκαθαριστικής δήλωσης μέσω του ειδικού δικτύου TAXISnet αίρεται η υποχρέωση υποβολής στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. σε έντυπη μορφή.
ii. Υποβάλλουν την εκκαθαριστική τους δήλωση πριν την ημερομηνία από την οποία παρέχεται η δυνατότητα ηλεκτρονικής υποβολής της εκκαθαριστικής δήλωσης σύμφωνα με το άρθρο 4 της παρούσας.

3. Οι ανωτέρω προθεσμίες, ισχύουν και για τις υπό ίδρυση επιχειρήσεις.
Οι υπό ίδρυση επιχειρήσεις έχουν υποχρέωση υποβολής εκκαθαριστικής δήλωσης:

α) κατ’ έτος κατά τη διάρκεια του ιδρυτικού τους σταδίου,

β) κατά τη διακοπή των εργασιών στο τέλος του ιδρυτικού τους σταδίου.

Εάν οι υπό ίδρυση επιχειρήσεις τηρούν βιβλία του Κ.Β.Σ., οι προθεσμίες καθορίζονται από την κατηγορία των βιβλίων που τηρούσαν κατά τη λήξη της περιόδου για την οποία έχουν υποχρέωση υποβολής εκκαθαριστικής δήλωσης.Εάν δεν τηρούν βιβλία του Κ.Β.Σ., οι προθεσμίες καθορίζονται από την επιλογή τους να ακολουθούν τις προθεσμίες υποβολής των υποκειμένων που τηρούν βιβλία Β’ ή Γ’ Κατηγορίας του Κ.Β.Σ. αντίστοιχα, σύμφωνα με σχετική ενημέρωση που υποβάλλουν στην αρμόδια Δ.Ο.Υ.
4. Οι υποκείμενοι έχουν την υποχρέωση την καταληκτική ημερομηνία υποβολής, να έχουν υποβάλει όλες τις περιοδικές δηλώσεις Φ.Π.Α. που αφορούν στη διαχειριστική περίοδο για την οποία υποβάλλεται η εκκαθαριστική δήλωση. Σε αντίθετη περίπτωση δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί η υποβολή της εκκαθαριστικής δήλωσης.

 

Άρθρο 3
Υποβολή της εκκαθαριστικής δήλωσης σε έντυπη μορφή στη Δ.Ο.Υ.


1. Σε περίπτωση αργίας ή τοπικής αργίας, ή τοπικά μη εργάσιμης ημέρας οι καταληκτικές ημερομηνίες υποβολής όπως ορίζονται στο άρθρο 2 μεταφέρονται την επόμενη τοπικά εργάσιμη ημέρα.
2. Η εκκαθαριστική δήλωση υποβάλλεται σε τρία αντίτυπα στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. της έδρας ή του κεντρικού.
Κατ’ εξαίρεση, οι εποχιακές επιχειρήσεις και οι επιχειρήσεις που εδρεύουν σε νησί που δεν υπάρχει Δ.Ο.Υ. μπορούν στην περίπτωση που δεν είναι δυνατή η υποβολή της εκκαθαριστικής δήλωσης ηλεκτρονικά να την αποστέλλουν στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. με συστημένη επιστολή.Αν προκύπτει ποσό για καταβολή επισυνάπτεται ισόποση τραπεζική επιταγή. Η επιταγή εκδίδεται σε διαταγή της αρμόδιας για την παραλαβή της εκκαθαριστικής δήλωσης Δ.Ο.Υ. ή σε διαταγή του Ελληνικού Δημοσίου.
3. Αν δεν προκύπτει ποσό για καταβολή, η εκκαθαριστική δήλωση αποτελεί αποδεικτικό υποβολής.
Όταν όμως προκύπτει ποσό για καταβολή, αποδεικτικό υποβολής και είσπραξης αποτελεί :

α) Η ίδια η εκκαθαριστική δήλωση, εφόσον δεν εκδίδεται μηχανογραφικά ιδιαίτερο αποδεικτικό είσπραξης και εφόσον φέρει την υπογραφή του παραλαβόντος υπαλλήλου και του Ταμία,
β) το ιδιαίτερο αποδεικτικό είσπραξης, αν εκδίδεται μηχανογραφικά και εφόσον αυτό φέρει την υπογραφή του εκδότη και του Ταμία.

 

Άρθρο 4
Υποβολή της εκκαθαριστικής δήλωσης με ηλεκτρονική μέθοδο μέσω του ειδικού δικτύου TAXISnet


1. Η υποβολή της εκκαθαριστικής δήλωσης Φ.Π.Α. έτους 2010 με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου μέσω του ειδικού δικτύου TAXISnet μπορεί να πραγματοποιηθεί από 21 Φεβρουαρίου 2011.
2. Σε περίπτωση γενικής αργίας οι καταληκτικές ημερομηνίες υποβολής όπως ορίζονται στο άρθρο 2 μεταφέρονται κατά μία εργάσιμη ημέρα και η υποβολή της εκκαθαριστικής δήλωσης γίνεται με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου μέσω του ειδικού δικτύου TAXISnet.Σε περίπτωσητοπικής αργίας ή τοπικά μη εργάσιμης ημέρας οι προθεσμίες αυτές μετακυλίονται την επόμενη τοπικά εργάσιμη ημέρα και η υποβολή της εκκαθαριστικής δήλωσης γίνεται αποκλειστικά στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. σε έντυπη μορφή.
3. Εφόσον την καταληκτική ημερομηνία υποβολής διαπιστώνεται ότι υπάρχει τεχνική αδυναμία του ειδικού δικτύου (TAXISnet) να κάνει αποδεκτή την υποβολή των εκκαθαριστικών δηλώσεων μέσω της ηλεκτρονικής μεθόδου, αυτές θα υποβάλλονται σε έντυπη μορφή στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. μέχρι την μεθεπόμενη τοπικά εργάσιμη ημέρα.
Τεχνική αδυναμία μπορεί να επισυμβεί ενδεικτικά:

i. Σε περίπτωση δυσλειτουργίας του ειδικού δικτύου TAXISnet που αναγνωρίζεται από τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων.
ii. Σε περίπτωση κατά την οποία δεν έχει υποβληθεί κάποια ή κάποιες περιοδικές δηλώσεις από τον υποκείμενο στο φόρο για τη διαχειριστική περίοδο που υποβάλλεται η εκκαθαριστική και ενώ διενεργήθηκε προσωρινός έλεγχος για τις περιόδους αυτές εμφανίζονται ανεπαρκή στοιχεία στο σύστημα ΤΑΧΙΣ σχετικά με τις υποχρεώσεις του υποκειμένου για την υποβολή των περιοδικών δηλώσεων.

4. Ως ημερομηνία υποβολής θεωρείται η ημερομηνία αποδοχής και επιτυχούς καταχώρησης αυτής στο σύστημα TAXISnet, με αυτόματη απόδοση στον αποστολέα � υποκείμενο μοναδικού αριθμού καταχώρησης της εκκαθαριστικής δήλωσης.Η εμφάνιση στην οθόνη της δήλωσης συσχετισμένης με το μοναδικό αριθμό καταχώρησης και την ημερομηνία υποβολής της ή η εκτύπωσή της μέσω του ειδικού δικτύου TAXISnet αποτελούν για τον υποκείμενο την πληροφορία ή το αντίγραφο υποβολής της αντίστοιχα.
Ειδικά στην περίπτωση χρεωστικής εκκαθαριστικής δήλωσης προκειμένου να θεωρείται η δήλωση αυτή ως υποβληθείσα απαιτείται η επιτυχής ολοκλήρωση της διαδικασίας πληρωμής στην Τράπεζα μέχρι την καταληκτική ημερομηνία υποβολής όπως ορίζεται στο άρθρο 2.Η επιτυχής ολοκλήρωση της διαδικασίας πληρωμής στην Τράπεζα αποδεικνύεται από σχετική αναφορά που διατίθεται μέσω του ειδικού δικτύου TAXISnet.
5. Οι υποκείμενοι που:

i. έχουν υποχρέωση συνυποβολής με την εκκαθαριστική δήλωση Φ.Π.Α. έτους 2010 των ειδικών καταστάσεωντων Α.Υ.Ο. 1103551/02.08.1993/Πολ. 1262 (ΦΕΚ 675 Β’/ 2-8-1993) και 1013633/02.02.1995/Πολ. 1029 (ΦΕΚ 105 Β’/17-2-1995) ή
ii. επιθυμούν την υποβολή εκκαθαριστικής δήλωσης με επιφύλαξη, έχουν την υποχρέωση να υποβάλλουν την εκκαθαριστική δήλωση με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου μέσω του ειδικού δικτύου ΤΑΧΙSnet και να αποστείλουν στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. τις ειδικές καταστάσεις ή την επιφύλαξη αντίστοιχα, με συστημένη επιστολή, μέχρι την καταληκτική ημερομηνία υποβολής σύμφωνα με το άρθρο 2.

 

 

Άρθρο 5
Χρόνος υποβολής των εκκαθαριστικών δηλώσεων που υποβάλλονται μέσω του ειδικού δικτύου TAXISnet για τις οποίες έχουν καταβληθεί λανθασμένα μικρότερα ποσά του χρεωστικού υπολοίπου.


1. Παρατείνεται η προθεσμία υποβολής των εκκαθαριστικών δηλώσεων Φ.Π.Α. τις οποίες υπέβαλαν οι υποκείμενοι ηλεκτρονικά μέσω του ειδικού δικτύου TAXISnet και απορρίφθηκαν λόγω λανθασμένης καταβολής του χρεωστικού υπολοίπου, μέχρι και την πέμπτη (5η) εργάσιμη ημέρα που ακολουθεί την καταληκτική ημερομηνία υποβολής της εκκαθαριστικής δήλωσης σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 2 της παρούσας, εφόσον συντρέχουν αθροιστικά οι εξής προϋποθέσεις:

α) η εκκαθαριστική δήλωση μέσω TAXISnet είχε αρχικά υποβληθεί εμπρόθεσμα,
β) είχε δοθεί εμπρόθεσμα εντολή πληρωμής στην τράπεζα,
γ) υπήρχε τουλάχιστον το ακριβές υπόλοιπο του χρεωστικού υπολοίπου της εκκαθαριστικής στο λογαριασμό του υπόχρεου την ημερομηνία πληρωμής.

2. Ο υποκείμενος υποβάλλει εκ νέου την απορριφθείσα εκκαθαριστική δήλωση στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. συνυποβάλλοντας τα απαραίτητα δικαιολογητικά από τα οποία πρέπει να προκύπτει ότι, έχει τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1.
3. Η Γενική Γραμματεία Πληροφορικών Συστημάτων, μέσω του TAXISnet, ενημερώνει τον υποκείμενο και την αρμόδια ΔΟΥ, με ηλεκτρονική μέθοδο για την αρχικά υποβληθείσα δήλωση, το προς καταβολή ποσό και την οφειλόμενη διαφορά.

 

Άρθρο 6
Πιστοποίηση των υποκειμένων στο φόρο


Οι υποκείμενοι στο φόρο για να υποβάλλουν ηλεκτρονικά την εκκαθαριστική δήλωση Φ.Π.Α., θα πρέπει να εγγραφούν ως χρήστες των ηλεκτρονικών υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων του υπουργείου Οικονομικών σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις της Α.Υ.Ο. Πολ. 1178/07.12.2010 (ΦΕΚ 1916Β’/9.12.2010).
Η διαδικασία εγγραφής δεν απαιτείται για τους υποκείμενους που ήταν ήδη πιστοποιημένοι χρήστες σε οποιαδήποτε εφαρμογή (εισόδημα, Φ.Π.Α., Κ.Β.Σ.) πριν την έναρξη ισχύος της ανωτέρω υπουργικής απόφασης, σύμφωνα με τα οριζόμενα σε αυτή.
Για την περίπτωση της απενεργοποίησης από τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων των κωδικών πρόσβασης στο σύστημα ισχύουν τα οριζόμενα στο άρθρο 6 της Α.Υ.Ο. Πολ. 1178/07.12.2010 (ΦΕΚ 1916Β’/9.12.2010).

 

 

Άρθρο 7
Έλεγχος των ηλεκτρονικά υποβληθεισών εκκαθαριστικών δηλώσεων


Η αρμόδια Δ.Ο.Υ. έχει τη δυνατότητα εκτύπωσης των δηλώσεων που παρελήφθησαν μέσω του συστήματος TAXISnet και μπορεί να τις διαχειριστεί, όπως τις δηλώσεις που παρέλαβε μηχανογραφικά τοπικά στη Δ.Ο.Υ. μέσω TAXIS ή χειρόγραφα.
Στην περίπτωση διπλής υποβολής για την ίδια διαχειριστική περίοδο μέσω TAXISnet και μέσω Δ.Ο.Υ. δεκτή γίνεται η υποβληθείσα στη Δ.Ο.Υ., ενώ απορρίπτεται η υποβληθείσα μέσω TAXISnet.

 

Άρθρο 8
Μεταβατικές διατάξεις.


Παρέχεται η δυνατότητα στους Προϊσταμένους των Δ.Ο.Υ., να επιτρέπουν στους υποκείμενους που υπάγονται στην αρμοδιότητά τους, να υποβάλλουν σε έντυπη μορφή την εκκαθαριστική δήλωση, εφόσον κατά την κρίση τους συντρέχει πραγματική αδυναμία υποβολής της δήλωσης με ηλεκτρονικό τρόπο και μέχρι την καταληκτική ημερομηνία υποβολής σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 2 της παρούσας. Πραγματική αδυναμία υποβολής ενδεικτικά, συντρέχει στην περίπτωση υποκειμένων, εγκατεστημένων σε απομακρυσμένες περιοχές και χωρίς εξοικείωση με τη χρήση του διαδικτύου.

 

Άρθρο 9


Η παρούσα απόφαση να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και ισχύει από τη δημοσίευσή της.

Διευκρινήσεις από το ΥΠΟΙΚ για την άυξηση των συντελεστών Φ.Π.Α.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΝΙΚΗΣ 5-7
10180 ΑΘΗΝΑ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ TΗΛ.: 210-3332551/2
FAX: 210-3332559
e-mail : press@minfin.gr

Αθήνα, 31 Δεκεμβρίου 2010

Ανακοίνωση σχετικά με την εφαρμογή των νέων συντελεστών Φ.Π.Α. από 1η Ιανουαρίου 2011 (ν.3899/2010):

Με τις διατάξεις του παραπάνω νόμου, ο μειωμένος συντελεστής που προβλέπεται για τα αγαθά και τις υπηρεσίες αυξάνεται από την 1η Ιανουαρίου 2011, από 11% σε 13%.

Παράλληλα, διευρύνεται από 1.1.2011 η εφαρμογή του υπερμειωμένου συντελεστή, ο οποίος διαμορφώνεται στο 6,5%, στα ακόλουθα αγαθά και υπηρεσίες.

– Τα φάρμακα για την ιατρική του ανθρώπου των δασμολογικών κλάσεων 3003 και 3004 και τα εμβόλια για την ιατρική του ανθρώπου της δασμολογικής κλάσης 3002.

– Τα βιβλία με εικόνες για παιδιά της δασμολογικής κλάσης 4903.

– Τις υπηρεσίες διαμονής σε ξενοδοχεία και παρόμοιους χώρους, συμπεριλαμβανομένης και της παροχής καταλύματος διακοπών και της μίσθωσης χώρου σε κατασκήνωση ή κάμπινγκ για τροχόσπιτα.

Συνεπώς από 01.01.2011 ο «κανονικός» συντελεστής Φ.Π.Α. παραμένει 23%, ο μειωμένος συντελεστής αυξάνεται από 11% σε 13% και ο υπερμειωμένος κατά 50% συντελεστής αυξάνεται από 5,5%, σε 6,5%. Ακολούθως, οι μειωμένοι κατά 30% συντελεστές οι οποίοι ισχύουν σε συγκεκριμένες νησιωτικές περιοχές του Αιγαίου, διαμορφώνονται σε 16%, 9% και 5%, από 16%, 8% και 4% αντίστοιχα.

Μετά τις ανωτέρω μεταβολές και προκειμένου να αντιμετωπισθούν τα πρακτικά προβλήματα εφαρμογής μετά την 01.01.2011, παρέχονται οι ακόλουθες διευκρινίσεις:

1. Τα φάρμακα για τα οποία ισχύουν Δελτία Τιμών, θα διατίθενται από 01.01.2011 σε τιμές που εμπεριέχουν το νέο συντελεστή Φ.Π.Α. και οι οποίες κοινοποιήθηκαν με το με αρ.πρωτ. A3-3121/28.12.2010  Δελτίο Τύπου της Διεύθυνσης Τιμών Βιομηχανικών Προϊόντων και Φαρμάκων, της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου. Οι τιμές αυτές προέκυψαν από τον επαναϋπολογισμό των ισχυουσών λιανικών τιμών, έτσι ώστε να εμπεριέχουν Φ.Π.Α. υπολογισμένο με συντελεστή 6,5% (αντί του 11%). Διευκρινίζεται ότι στο συντελεστή ΦΠΑ 6,5% υπάγονται μόνο τα φάρμακα και τα εμβόλια για την ιατρική του ανθρώπου και όχι φάρμακα και εμβόλια που χορηγούνται για άλλες χρήσεις εκτός της ιατρικής του ανθρώπου.

2. Η εφαρμογή του υπερμειωμένου συντελεστή (6,5%) στις υπηρεσίες διαμονής, αφορά μόνο την τιμή που καταβάλλεται για τη διανυκτέρευση, ενώ άλλες υπηρεσίες που παρέχονται στα ξενοδοχεία και τα λοιπά καταλύματα υπάγονται στους ανάλογους συντελεστές (π.χ. εστίαση 13%, κατανάλωση αλκοολούχων ποτών 23%, άλλες υπηρεσίες, όπως τηλεφωνική εξυπηρέτηση, ενοικίαση ομπρελών, διάφορες αθλητικές υπηρεσίες, κλπ. στο 23%). Αναλυτικές οδηγίες για την αντιμετώπιση δυσχερειών στον επιμερισμό κατά συντελεστή των τιμών που εμπεριέχουν περισσότερες της μιας υπηρεσίες (διανυκτέρευση με ημιδιατροφή κ.λπ.), περιλαμβάνονται στη σχετική διευκρινιστική εγκύκλιο.

3. Διευκρινίζεται ότι στην περίπτωση υπηρεσιών που παρέχονται με συνεχόμενο τρόπο, όπως εστιατόρια, ξενοδοχεία, ταξί, κλπ., ο συντελεστής του φόρου μεταβάλλεται με την αλλαγή της ημερομηνίας, δηλαδή για στοιχεία που εκδίδονται μετά τις 12μ.μ. και φέρουν ημερομηνία 01.01.2011, ο Φ.Π.Α. υπολογίζεται με τους νέους συντελεστές. Κατά συνέπεια, όσον αφορά τη διαμονή σε ξενοδοχείο, για τη διανυκτέρευση της 31ης Δεκεμβρίου 2010, για την οποία το φορολογικό στοιχείο εκδίδεται την 1η Ιανουαρίου 2011 – κατά την ολοκλήρωση της υπηρεσίας – οφείλεται φόρος με το συντελεστή 6,5%. Αντίστοιχα όσον αφορά εστιατόρια, ταξί, κλπ, ο φόρος οφείλεται με το συντελεστή που ισχύει κατά το χρόνο έκδοσης του «Ζ» από την ταμειακή μηχανή. Κατά συνέπεια εάν το «Ζ» εκδοθεί την 1η Ιανουαρίου 2011 οφείλεται φόρος με το συντελεστή 13%. Είναι όμως δυνατόν να εκδοθούν δύο «Ζ» για το βράδυ της αλλαγής συντελεστών, οπότε για το «Ζ» που θα εκδοθεί μέχρι την 24η ώρα της 31ης Δεκεμβρίου 2010, οφείλεται φόρος με το συντελεστή 11%.

4. Όσον αφορά στην προσαρμογή των μηχανογραφικών συστημάτων και των φορολογικών ταμειακών μηχανών στους νέους συντελεστές, μπορεί να γίνει απευθείας από τους χρήστες. Έχουν δοθεί οδηγίες για την εφαρμογή των μεταβολών αυτών με την εγκύκλιο ΠΟΛ.1018/6.3.2010.