Καλλιθέα 18/6/2020
Αριθμός απόφασης: 1167

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΤΜΗΜΑ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ Α1

Ταχ. Δ/νση: Αριστογείτονος 19
Ταχ. Κώδικας: 176 71 – Καλλιθέα
Τηλέφωνο: 213 1604534
ΦΑΞ: 213 1604567

ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Έχοντας υπ’ όψη:

1. Τις διατάξεις:
α. Του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α’ 170), όπως ισχύει.
β. Του άρθρου 11 της Δ. ΟΡΓ.Α 1036960 ΕΞ 2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ 968 Β’/22.03.2017) με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε).»
γ. Της ΠΟΛ.1064/2017 Απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων.
δ. Του άρθρου έκτου, παράγραφος 4, της από 30.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (ΦΕΚ Α’ 75) όπως κυρώθηκε με το ν. 4684/2020 (ΦΕΚ Α’ 86), καθώς και της υπ’ αριθμ. Α 1122/2020 Απόφασης του Υφυπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΦΕΚ Β’ 2088/31-05-2020).

2. Την ΠΟΛ.1069/2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.

3. Την υπ’ αριθμ. ΔΕΔ 1126366 ΕΞ 2016/30.08.2016 (ΦΕΚ 2759/ τ. Β’/ 01.09.2016) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών.

4. Τη με ημερομηνία κατάθεσης 24/01/2020 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανή προσφυγή της του , ΑΦΜ , κατοίκου , επί της , α) κατά της υπ’ αριθμ /2019 Οριστικής Πράξης Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος της Προϊσταμένης της Δ.Ο.Υ. ΧΟΛΑΡΓΟΥ, οικονομικού έτους 2014, και β) κατά της υπ’ αριθμ./2019 Οριστικής Πράξης Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος της Προϊσταμένης της Δ.Ο.Υ. ΧΟΛΑΡΓΟΥ, φορολογικού έτους 2014, και τα προσκομιζόμενα με αυτήν σχετικά έγγραφα.

5. α) Την υπ’ αριθμ /2019 Οριστική Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος της Προϊσταμένης της Δ.Ο.Υ. ΧΟΛΑΡΓΟΥ, οικονομικού έτους 2014, και β) την υπ’ αριθμ /2019 Οριστική Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος της Προϊσταμένης της Δ.Ο.Υ. ΧΟΛΑΡΓΟΥ, φορολογικού έτους 2014, των οποίων ζητείται η ακύρωση, καθώς και την από 12/12/ 2019 οικεία έκθεση ελέγχου.

6. Τις απόψεις της Δ.Ο.Υ. ΧΟΛΑΡΓΟΥ.

7. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του Τμήματος Α1 όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης.

Επί της με ημερομηνία κατάθεσης 24/01/2020 και με αριθμό πρωτοκόλλου 3313 ενδικοφανούς προσφυγής της , η οποία υπεβλήθη εμπρόθεσμα, και μετά την μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:

1. Με την υπ’ αριθμ /2019 Οριστική Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος της Προϊσταμένης της Δ.Ο.Υ. ΧΟΛΑΡΓΟΥ, οικονομικού έτους 2014, καταλογίστηκε σε βάρος της προσφεύγουσας, φόρος εισοδήματος, ποσού 1.709,25 €, πλέον πρόσθετος φόρος/ πρόστιμο λόγω ανακρίβειας, ποσού 1.069,31 €, και ειδική εισφορά αλληλεγγύης, ποσού 207,18 €, ήτοι συνολικό ποσό 2.985,74 €. Η ως άνω διαφορά φόρου προέκυψε καθόσον από τον έλεγχο προσδιορίστηκε το συνολικό εισόδημα της προσφεύγουσας στο ποσό των 137.087,37 €, έναντι δηλωθέντος 131.907,81 €. Η διαφορά προέκυψε καθόσον ο έλεγχος δεν αναγνώρισε προς έκπτωση το ποσό των 5.179,56 €, το οποίο αφορά κρατήσεις 12% υπέρ του Δικηγορικού Συλλόγου, καθόσον οι εισπραττόμενες αμοιβές είναι μικρότερες από τα ποσά που αναγράφονται επί των γραμματίων προκαταβολής με συνέπεια οι κρατήσεις αυτές να μην αποτελούν έξοδα τα οποία εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα, σύμφωνα με την ΠΟΛ.1026/2012.

2. Με την υπ’ αριθμ /2019 Οριστική Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος της Προϊσταμένης της Δ.Ο.Υ. ΧΟΛΑΡΓΟΥ, φορολογικού έτους 2014, καταλογίστηκε σε βάρος της προσφεύγουσας, φόρος εισοδήματος, ποσού 1.793,02 €, πλέον πρόσθετος φόρος/ πρόστιμο λόγω ανακρίβειας, ποσού 537,91 €, και ειδική εισφορά αλληλεγγύης, ποσού 163,00 €, ήτοι συνολικό ποσό 2.493,93 €. Η ως άνω διαφορά φόρου προέκυψε καθόσον από τον έλεγχο προσδιορίστηκε το συνολικό εισόδημα της προσφεύγουσας στο ποσό των 65.659,58 €, έναντι δηλωθέντος 60.226,19 €. Η διαφορά προέκυψε από έλεγχο στους τραπεζικούς λογαριασμούς της προσφεύγουσας σε συνδυασμό με τα δηλωθέντα εισοδήματά της από τον οποίο προέκυψαν τραπεζικές πιστώσεις, ποσού 5.000,00 €, οι οποίες δεν αιτιολογήθηκαν από αυτήν και θεωρήθηκαν από τον έλεγχο ως προσαύξηση περιουσίας του άρθρου 21§4 του ν. 4172/2013. Επίσης, ο έλεγχος δεν αναγνώρισε προς έκπτωση το ποσό των 433,39 €, το οποίο αφορά το υπ’ αριθ /2014 Τιμολόγιο- Δελτίο Αποστολής εκδόσεως άλλου επιτηδευματία.
Η προσφεύγουσα, με την υπό κρίση ενδικοφανή προσφυγή, ζητά την ακύρωση των ως άνω προσβαλλόμενων πράξεων, προβάλλοντας τους παρακάτω ισχυρισμούς:

• Η ΠΟΛ.1026/2012 κατά το σκέλος με το οποίο αποκλείει την έκπτωση των καταβληθεισών υπέρ τρίτων κρατήσεων ως δαπανών επί συμφωνιών δικηγόρου- εντολέως κάτω από τα ποσά αναφοράς αντίκειται στην αρχή της νομιμότητας του φόρου, άλλως στερείται νομοθετικής εξουσιοδότησης, δεν έχει λάβει την προσήκουσα δημοσιότητα και είναι ανεφάρμοστη.

• Το ποσό των 5.000,00 € που κατατέθηκε στον κοινό λογαριασμό με τον δεν συνιστά προσαύξηση περιουσίας της καθώς ήταν αρχήθεν και παρέμεινε τμήμα της περιουσίας του συνδικαιούχου.

Επειδή στο άρθρο 9§2 του ν. 4174/2013 (Κ.Φ.Δ.) ορίζεται ότι: «Οι ερμηνευτικές εγκύκλιοι είναι δεσμευτικές για τη Φορολογική Διοίκηση, έως ότου ανακληθούν ρητά ή έως ότου τροποποιηθεί η νομοθεσία την οποία ερμηνεύουν. Η τυχόν μεταβολή της ερμηνευτικής θέσης της Φορολογικής Διοίκησης δεν ισχύει αναδρομικά σε περίπτωση που συνεπάγεται τη χειροτέρευση της θέσης των φορολογουμένων.»

Επειδή σύμφωνα με την ΠΟΛ.1026/2012 με θέμα «Εφαρμογή διατάξεων της παραγράφου 7 του άρθρου 20 του Ν.3943/2011 (ΦΕΚ 66 Α’) περί απόδοσης της προκαταβολής φόρου που υπολογίζεται επί των δικηγορικών αμοιβών και της παρακράτησης φόρου επί των μερισμάτων.»:
«Διευκρινίζεται ότι, οι εισπραττόμενες δικηγορικές αμοιβές αποτελούν ακαθάριστα έσοδα και οι κρατήσεις υπέρ τρίτων που αναγράφονται επί των γραμματίων προκαταβολής για παράσταση σε Δικαστήρια(ενδεικτικά για τον Δικηγορικό Σύλλογο και ΕΤΑΑ-ΤΥΔ 5%, ΕΤΑΑ-ΤΕΑΔ 3%, Δ ΣΑ 3%, ΕΔΛΝΔ 1%=12%) καθώς και οι κρατήσεις υπέρ τρίτων που αναγράφονται επί των γραμματίων προκαταβολής για παράσταση σε συμβόλαια (ενδεικτικά για τον Δικηγορικό Σύλλογο ΕΤΑΑ – TAN – ΤΕΑΔ 10%, ΤΑΜΕΙΟ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ 25%=35%) αποτελούν αμφότερα έξοδα και εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα, με την προϋπόθεση ότι οι εισπραττόμενες δικηγορικές αμοιβές είναι ίσες ή μεγαλύτερες από τα ποσά αναφοράς που αναγράφονται επί των γραμματίων προκαταβολής.»

Επειδή, εν προκειμένω, η προσφεύγουσα εξέδωσε τις υπ’ αριθ /2013, /2013 και /2013 Α.Π.Υ. και τα υπ’ αριθ /2013, /2013, /2013 και /2013 Τ.Π.Υ., στα οποία η εισπραττόμενη αμοιβή είναι μικρότερη από τα ποσά αναφοράς που αναγράφονται στα γραμμάτια προκαταβολής και συνεπώς οι κρατήσεις υπέρ Δ.Σ.Α. δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της, σύμφωνα με την ανωτέρω ΠΟΛ. το οποίο αφορά δαπάνη

Επειδή με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 15 του ν.3888/2010 (Φ.Ε.Κ. 175/Α’ 30-9-2010) προστέθηκε εδάφιο στην παράγραφο 3 του άρθρου 48 του Κ.Φ.Ε. (ν.2238/1994), ως εξής: «Σε προσαύξηση περιουσίας που προέρχεται από άγνωστη ή μη διαρκή ή μη σταθερή πηγή ή αιτία, ο φορολογούμενος μπορεί να κληθεί να αποδείξει είτε την πραγματική πηγή ή αιτία προέλευσής της, είτε ότι φορολογείται από άλλες διατάξεις, είτε ότι απαλλάσσεται από το φόρο με ειδική διάταξη, προκειμένου αυτό να μην φορολογηθεί ως εισόδημα από υπηρεσίες ελευθερίων επαγγελμάτων της χρήσης κατά την οποία επήλθε η προσαύξηση.»

Επειδή στα άρθρα 2 και 3 της ΠΟΛ.1095/2011, με θέμα «εισόδημα από προσαύξηση περιουσίας της παραγράφου 3 του άρθρου 15 του ν.3888/2010» αναφέρονται τα εξής: «2. Στη σχετική εισηγητική έκθεση του ν.3888/2010 αναφέρεται ότι με τις νέες αυτές διατάξεις καθορίζεται ποιος έχει το βάρος απόδειξης επί εισοδήματος του οποίου δεν προκύπτει σαφώς η πηγή ή αιτία προέλευσης και το οποίο σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις (άρθρα 4 και 48 του ν.2238/1994) λογίζεται ως εισόδημα προερχόμενο από ελευθέρια επαγγέλματα. Αν και από την ισχύουσα διάταξη θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι προέκυπτε χωρίς αμφιβολία το γεγονός ότι ο φορολογούμενος υποχρεούται να αποδείξει την πραγματική πηγή ή αιτία του εισοδήματος του, δεδομένου ότι η ισχύουσα διάταξη χρησιμοποιεί το ρήμα «λογίζεται», εντούτοις για την άρση κάθε αμφιβολίας με την προσθήκη του εδαφίου αυτού στην παράγραφο 3 ορίζεται αυτό πλέον και ρητά. 3. Οι διατάξεις αυτές αναφέρονται σε οποιαδήποτε προσαύξηση περιουσίας, που προέρχεται από άγνωστη πηγή και αιτία προέλευσης, ή πρόκειται για προσαύξηση περιουσίας που δεν προκύπτει από διαρκή και σταθερή πηγή και καθορίζεται ότι ο φορολογούμενος, εφόσον κληθεί, φέρει το βάρος της απόδειξης για την πηγή ή την αιτία προέλευσης ή ότι η εν λόγω προσαύξηση φορολογείται με συγκεκριμένες διατάξεις, ή ότι απαλλάσσεται με ειδική διάταξη. Σε περίπτωση που οι αποδείξεις δεν είναι ικανοποιητικές, η οποιαδήποτε προσαύξηση της περιουσίας χαρακτηρίζεται και φορολογείται ως εισόδημα από ελευθέρια επαγγέλματα.»

Επειδή σύμφωνα με την ΠΟΛ.1175/2017, με θέμα «Διευκρινίσεις για θέματα ελέγχου προσαύξησης περιουσίας»:
«1. Δεν υφίσταται προσαύξηση περιουσίας κατά την έννοια της παρ. 3 του άρθρου 48 του ν. 2238/1994 ή της παρ. 4 του άρθρου 21 του ν.4172/2013, στην περίπτωση κατά την οποία είναι εμφανής η πηγή προέλευσης ενός χρηματικού ποσού, το οποίο εμφανίζεται ως πίστωση στον τραπεζικό λογαριασμό του ελεγχόμενου φυσικού προσώπου (π.χ. εισόδημα από κεφάλαιο, εισόδημα από κινητές αξίες, εισόδημα Δ’ πηγής του ν.2238/1994, πώληση περιουσιακών στοιχείων, δάνειο, κ.τλ.), ακόμα και αν το ποσό αυτό δεν συμπεριελήφθη στις σχετικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, ενώ υπήρχε σχετική υποχρέωση. Στις περιπτώσεις αυτές, εφόσον οι εν λόγω πιστώσεις συνεπάγονται φορολογική υποχρέωση στον φόρο εισοδήματος, ο καταλογισμός δεν θα γίνεται κατ’ επίκληση των ανωτέρω διατάξεων, αλλά των, κατά περίπτωση, εφαρμοστέων διατάξεων του ν.2238/1994 ή του ν.4172/2013, αναλόγως του είδους του εισοδήματος.
2. Γενικά, επισημαίνεται ότι πίστωση σε τραπεζικό λογαριασμό μπορεί να λογισθεί και να φορολογηθεί ως εισόδημα της παρ. 3 του άρθρου 48 του ν. 2238/1994 ή της παρ. 4 του άρθρου 21 του ν.4172/2013 του δικαιούχου του λογαριασμού, εφόσον δεν καλύπτεται με τα δηλωθέντα εισοδήματά του, ούτε από άλλη συγκεκριμένη και αρκούντως τεκμηριωμένη, ενόψει των συνθηκών, πηγή ή αιτία, είτε την οποία αυτός επικαλείται, κατόπιν κλήσης του από τη Διοίκηση για παροχή σχετικών πληροφοριών ή προηγούμενη ακρόαση, είτε την οποία εντοπίζει η φορολογική αρχή στο πλαίσιο της λήψης των προβλεπόμενων στο νόμο, αναγκαίων, κατάλληλων και εύλογων μέτρων ελέγχου.
Σημειώνεται ότι ο φορολογούμενος οφείλει κατ’ αρχήν, να ανταποκριθεί στην κλήση της ελεγκτικής αρχής να της χορηγήσει τα αναγκαία και εύλογα, ενόψει των συνθηκών, στοιχεία διευκρίνισης και επαρκούς δικαιολόγησης της περιουσιακής του κατάστασης, η οποία προδήλως δεν ανταποκρίνεται σε εκείνη που προκύπτει από τα στοιχεία των φορολογικών του δηλώσεων. Η άρνηση ή η παράλειψη του φορολογούμενου να παράσχει τις παραπάνω πληροφορίες ή η αδυναμία του να τεκμηριώσει επαρκώς τους ισχυρισμούς προς δικαιολόγηση των επίμαχων ποσών λαμβάνεται υπόψη κατά την εκτίμηση από τη φορολογική αρχή των αποδείξεων σε βάρος του. Σε περίπτωση που δεν προσκομίζονται στοιχεία για επένδυση ή κίνηση λογαριασμού ημεδαπής ή αλλοδαπής, λόγω αντικειμενικής αδυναμίας προσκόμισης των σχετικών δικαιολογητικών (για παράδειγμα, διότι έχει παρέλθει ο χρόνος που η τράπεζα ή άλλο ίδρυμα έχει υποχρέωση διαφύλαξης των σχετικών αρχείων), γίνονται δεκτοί οι ισχυρισμοί του ελεγχόμενου, εκτός αν η φορολογική αρχή αιτιολογημένα απορρίψει αυτούς στη βάση άλλων στοιχείων που διαθέτει. Σε κάθε περίπτωση, εάν διαπιστωθεί ότι η απόκτηση της επένδυσης έλαβε χώρα σε χρόνο εκτός των φορολογικών ετών που περιλαμβάνονται στην εντολή ελέγχου, ή το εισερχόμενο έμβασμα αλλοδαπής προέρχεται από καταθέσεις / πραγματικά εισοδήματα προγενέστερων ετών της ελεγχόμενης περιόδου, οι εν λόγω πιστώσεις θεωρούνται δικαιολογημένες για το ελεγχόμενο διάστημα και δεν θεμελιώνεται, εξ αυτού του λόγου, επέκταση του φορολογικού ελέγχου στα προγενέστερα αυτά έτη, εκτός εάν και στο μέτρο που είναι απολύτως αναγκαίο για την διακρίβωση της υπαγωγής σε φόρο ή νόμιμης απαλλαγής από αυτόν των κεφαλαίων από τα οποία προέρχονται οι εν λόγω πιστώσεις, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων περί παραγραφής.»

Επειδή στην ΠΟΛ.1228/2014 ορίζεται ότι: «3.Κατανομή κοινών λογαριασμών στους συνδικαιούχους.
Στις περιπτώσεις αποστολών εμβασμάτων που πραγματοποιούνται από κοινούς λογαριασμούς πρέπει να γίνεται καταρχήν ισομερής επιμερισμός αυτών μεταξύ των συνδικαιούχων του λογαριασμού προέλευσης του εμβάσματος.
Σημειώνεται ότι στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να εκδίδεται εντολή ελέγχου σε όλα τα πρόσωπα του κοινού λογαριασμού και εφόσον συμμετέχει ανήλικος έχουν εφαρμογή και οι διατάξεις του άρθρου 5 του ν.2238/1994 όπως ίσχυαν.
Σε περίπτωση που ο ελεγχόμενος επικαλείται διαφορετική αναλογία των χρηματικών αυτών ποσών οφείλει να αποδείξει με κάθε πρόσφορο μέσο τον ισχυρισμό του.
Επί αμφισβήτησης του ισχυρισμού του ελεγχόμενου από τη φορολογική αρχή η ίδια οφείλει να αιτιολογήσει την αναλογία που αυτή επικαλείται εάν αυτή είναι διαφορετική του ισομερούς επιμερισμού. Η αιτιολόγηση αυτή πρέπει να είναι ειδική και εμπεριστατωμένη (σχετ. διατ. άρθ. 28 και 64 ν. 4174/2013).»

Επειδή επίσης σύμφωνα με την ΠΟΛ.1033/2013: «18. Αντιμετώπιση των εμβασμάτων σε περίπτωση συνδικαιούχων.
Για τους κοινούς τραπεζικούς λογαριασμούς, το ποσό του εμβάσματος επιμερίζεται στους συνδικαιούχους καταρχήν ισομερώς και, εφόσον ο φορολογούμενος επικαλείται διαφορετική αναλογία, φέρει το βάρος της απόδειξης με κάθε νόμιμο μέσο.»

Επειδή, εν προκειμένω, ο έλεγχος θεώρησε ως προσαύξηση περιουσίας του άρθρου 21§4 του ν. 4172/2013 ποσό 5.000,00 € στο φορολογικό έτος 2014, το οποίο αποτελεί το μισό της από 27/06/2014 κατάθεσης στον λογαριασμό που διατηρεί η προσφεύγουσα στην από κοινού με τον

Επειδή στη σελίδα 22 της οικείας έκθεσης ελέγχου αναφέρεται ότι ο έλεγχος απέρριψε τον ισχυρισμό της προσφεύγουσας ότι πρόκειται για εισόδημα του συνδικαιούχου , καθόσον από το προσκομισθέν παραστατικό κατάθεσης δεν προέκυψε ότι καταθέτης του ποσού αυτού είναι ο έτερος δικαιούχος.

Επειδή η προσφεύγουσα προσκομίζει με την υπό κρίση ενδικοφανή εκ νέου το επίμαχο παραστατικό κατάθεσης επί του οποίου υφίσταται η βεβαίωση του της ότι η υπογραφή που υπάρχει επί αυτού ομοιάζει με το υπόδειγμα της υπογραφής του που τηρείται στο εν λόγω ίδρυμα.

Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω ο ισχυρισμός της προσφεύγουσας για το φορολογικό έτος 2014 πρέπει να γίνει δεκτός ως επαρκώς αιτιολογημένος.

Αποφασίζουμε

Τη μερική αποδοχή της με ημερομηνία κατάθεσης 24/01/2020 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς προσφυγής της του , ΑΦΜ, και συγκεκριμένα α) την απόρριψη αυτής ως προς την υπ’ αριθμ /2019

Οριστική Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος της Προϊσταμένης της Δ.Ο.Υ. ΧΟΛΑΡΓΟΥ, οικονομικού έτους 2014, και β) την αποδοχή αυτής ως προς την υπ’ αριθμ./2019 Οριστική Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος της καταλογιζόμενο ποσό με βάση την Προϊσταμένης της Δ.Ο.Υ. ΧΟΛΑΡΓΟΥ, φορολογικού έτους 2014.

Οριστική φορολογική υποχρέωση της προσφεύγουσας – παρούσα απόφαση:

1. Οικονομικό έτος 2014:

Διαφορά Φορολογητέου Εισοδήματος 5.179,56
Διαφορά Φόρου 1.709,25
Πρόσθετος φόρος λόγω ανακρίβειας 1.069,31
Διαφορά Εισφοράς Αλληλεγγύης 207,18
Σύνολο για καταβολή 2.985,74

2. Φορολογικό έτος 2014:

Διαφορά Φορολογητέου Εισοδήματος 433,39
Διαφορά Φόρου 143,02
Πρόσθετος φόρος λόγω ανακρίβειας 71,51
Διαφορά Εισφοράς Αλληλεγγύης 17,33
Σύνολο για καταβολή 231,86

 

Εντελλόμεθα όπως αρμόδιο όργανο κοινοποιήσει με τη νόμιμη διαδικασία την παρούσα απόφαση στον υπόχρεο.

ΜΕ ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ ΤΗΣ Δ/ΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΤΑΥΡΙΔΗΣ

Ακριβές Αντίγραφο
Η Υπάλληλος του Τμήματος Διοικητικής Υποστήριξης

Σημείωση: Κατά της απόφασης αυτής επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής ενώπιον των αρμόδιων Διοικητικών Δικαστηρίων εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή της.

Recommended Posts