Κάλυψη τεκμαρτής δαπάνης με ανάλωση κεφαλαίου προηγουμένων ετών

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ &

ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ

ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ

Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ (Δ12)

ΤΜΗΜΑ : Α΄

Αθήνα, 25 Νοεμβρίου 2010Αριθ. Πρωτ. Δ12 1159239 ΕΞ 2010

 

ΘΕΜΑ: Κάλυψη τεκμαρτής δαπάνης με ανάλωση κεφαλαίου προηγουμένων ετών

Απαντώντας στην από 16/11/2010 αίτησή σας, αναφορικά με το παραπάνω θέμα, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:

1. Σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης ζ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 19 του Κ.Φ.Ε., όπως ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με την παράγραφο 7 του άρθρου 3 του ν. 3842/2010, για εισοδήματα που αποκτώνται ή δαπάνες που πραγματοποιούνται κατά περίπτωση από 1-1-2010 και μετά, η προστιθέμενη διαφορά τεκμηρίων καλύπτεται ή περιορίζεται μεταξύ άλλων, με ανάλωση κεφαλαίου που αποδειγμένα έχει φορολογηθεί κατά τα προηγούμενα έτη ή νόμιμα έχει απαλλαγεί από το φόρο,τα οποία προκύπτουν από συμψηφισμό των θετικών και αρνητικών στοιχείων αυτών, από τα χρηματικά ποσά, τα οριζόμενα στις περιπτώσεις β΄, γ΄, δ΄, ε΄και στ΄ της παραγράφου αυτής (χρηματικά ποσά που δεν θεωρούνται εισόδημα, χρηματικά ποσά που προέρχονται από πώληση περιουσιακών στοιχείων, εισαγωγή χρηματικών κεφαλαίων από το εξωτερικό, δάνεια, δωρεές, γονικές παροχές κ.τ.λ.) και από οποιοδήποτε άλλο ποσό το οποίο αποδεδειγμένα έχει εισπραχθεί, εκπίπτουν οι δαπάνες που προσδιορίζονται στα άρθρα 16 και 17, ανεξάρτητα αν απαλλάσσονται της εφαρμογής των άρθρων αυτών. Στην περίπτωση που δεν υπάρχουν δαπάνες με βάση το άρθρο 16 ή αν το ποσό τους είναι μικρότερο από τις τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ προκειμένου για άγαμο και πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ προκειμένου για συζύγους, το ποσό που πρέπει να εκπέσει προσδιορίζεται με βάση την κοινωνική, οικονομική και οικογενειακή κατάσταση των φορολογούμενων και τις αποδεδειγμένες δαπάνες διαβίωσής τους και σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να είναι κατώτερο των τριών χιλιάδων (3,000) και πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ, αντίστοιχα.

2. Με το δεύτερο και τρίτο εδάφιο της περίπτωσης ζ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 19 του Κ.Φ.Ε., όπως είχαν τεθεί με την παράγραφο 4 του άρθρου 3 του ν. 3763/2009 και ίσχυαν πριν από την αντικατάστασή τους με την παράγραφο 7 του άρθρου 3 του ν.3842/2010, για εισοδήματα που αποκτώνται ή δαπάνες που πραγματοποιούνται από το οικονομικό έτος 2009 και επόμενα, προβλεπόταν ότι για τον προσδιορισμό του κεφαλαίου κάθε έτους από τα πραγματικά εισοδήματα που έχουν φορολογηθεί ή νόμιμα απαλλαγεί από τον φόρο, τα οποία προκύπτουν από συμψηφισμό των θετικών και αρνητικών στοιχείων αυτών, από τα χρηματικά ποσά, τα οριζόμενα στις περιπτώσεις β΄, γ΄, δ΄, ε΄ και στ΄ και από οποιοδήποτε άλλο ποσό το οποίο αποδεδειγμένα έχει εισπραχθεί, εκπίπτουν οι δαπάνες που προσδιορίζονται στα άρθρα 16 και 17, εφόσον εμπίπτουν στις διατάξεις περί εφαρμογής του τεκμηρίου.

3. Περαιτέρω, με την παράγραφο 4 του άρθρου 4 του ν. 3296/2004 προβλεπόταν ότι για τον προσδιορισμό του κεφαλαίου κάθε έτους από τα πραγματικά εισοδήματα που έχουν φορολογηθεί ή νόμιμα απαλλαγεί από τον φόρο, τα οποία προκύπτουν από συμψηφισμό των θετικών και αρνητικών στοιχείων αυτών, από τα χρηματικά ποσά, τα οριζόμενα στις περιπτώσεις β΄, γ΄, δ΄, ε΄ και στ και από οποιοδήποτε άλλο ποσό το οποίο αποδεδειγμένα έχει εισπραχθεί, εκπίπτουν οι δαπάνες που προσδιορίζονται από τα άρθρα 16 και 17, ανεξάρτητα από το αν απαλλάσσονται της εφαρμογής του τεκμηρίου. ΟΙ διατάξεις αυτές έχουν εφαρμογή για εισοδήματα που αποκτώνται ή δαπάνες που πραγματοποιούνται από 1-1-2005 και μετά.

4. Στην 1012212/10171/Β0012/ΠΟΛ. 1016/7-2-2005 εγκύκλιό μας, με την οποία κοινοποιήθηκαν οι διατάξεις του ν. 3296/2004, διευκρινίστηκε ότι με τις διατάξεις του ν.3296/2004 ορίσθηκε πλέον και νομοθετικά (αυτά που είχαν γίνει δεκτά από τη διοίκηση κατά το παρελθόν) ότι κατά τον προσδιορισμό κεφαλαίου προηγούμενων ετών, προκειμένου να περιορισθεί ή να καλυφθεί προστιθέμενη διαφορά τεκμηρίων, αφαιρούνται οι δαπάνες των άρθρων 16 και 17 του Κ.Φ.Ε. ανεξάρτητα από τον αν έχει εφαρμογή ή όχι το τεκμήριο για τις δαπάνες αυτές.

5. Η διοίκηση με το 1072802/1435/Α0012/21-9-2005 έγγραφό της, το οποίο αναφερόταν στον προσδιορισμό του προς ανάλωση κεφαλαίου προηγούμενων ετών κατά το οικονομικό έτος 2006, έκανε δεκτό ότι προκειμένου για τεκμαρτές δαπάνες διαβίωσης κατοικιών, θα αφαιρούνται μόνο αυτές που αναλογούν σε κατοικίες πάνω από 200τ.μ. προκειμένου για κύρια και πάνω από 150τ.μ. προκειμένου για δευτερεύουσες.

6. Στο ερώτημα που μας υποβάλατε ζητάτε να σας διευκρινίσουμε σε ποια έτη κατά τον σχηματισμό κεφαλαίου προηγουμένων ετών εκπίπτουν οι δαπάνες που ορίζονται από τα άρθρα 16 και 17 του Κ.Φ.Ε., ανεξάρτητα από το αν απαλλάσσονται της εφαρμογής του τεκμηρίου στο τρέχον έτος. Επιπλέον, ζητάτε να σας διευκρινίσουμε αν κατά την ανάλωση κεφαλαίου προηγουμένων ετών θα αφαιρούνται οι απαλλασσόμενες τεκμαρτές δαπάνες του άρθρου 16 που προκύπτουν από κύρια κατοικία επιφάνειας μέχρι 200τ.μ., δευτερευουσών κατοικιών επιφάνειας μέχρι 150τ.μ. και σκάφους αναψυχής μήκους μέχρι 10 μέτρα.

7. Από την παράθεση των νόμων παραπάνω προκύπτει ότι με τον ν.3296/2004 ρυθμίστηκε και νομοθετικά αυτό το οποίο ίσχυε μέχρι τότε διοικητικά ότι δηλαδή κατά τον προσδιορισμό κεφαλαίων προηγούμενων ετών στην ανάλωση, θα αφαιρούνται οι δαπάνες των άρθρων 16 και 17 του Κ.Φ.Ε. σε κάθε περίπτωση, ανεξάρτητα από τον αν έχει εφαρμογή ή όχι το τεκμήριο για τις δαπάνες αυτές. Οι χρήσεις 2008 και 2009 αποτελούν την μοναδική εξαίρεση και συνεπώς κατά τις χρήσεις αυτές στον σχηματισμό κεφαλαίου προηγούμενων ετών οι δαπάνες των άρθρων 16 και 17 θα αφαιρούνται μόνο εφόσον εμπίπτουν στις διατάξεις περί εφαρμογής του τεκμηρίου. Τέλος, σε ό,τι αφορά τις τεκμαρτές δαπάνες διαβίωσης κύριων και δευτερευουσών κατοικιών, κατά την ανάλωση κεφαλαίου, προηγούμενων ετών αφαιρούνται μόνο αυτές που προβλέπονται από το άρθρο 16 του Κ.Φ.Ε. δηλαδή αυτές που προκύπτουν από κύρια κατοικία άνω των 200 τ.μ. και δευτερεύουσες κατοικίες άνω των 150 τ.μ. Αντίθετα, προκειμένου για απαλλασσόμενες τεκμαρτές δαπάνες διαβίωσης σκάφους αναψυχής μέχρι 10 μέτρα, αυτές θα αφαιρούνται κατά τον σχηματισμό κεφαλαίου προηγουμένων ετών (με εξαίρεση τις χρήσεις 2008 και 2009), δεδομένου ότι από το άρθρο 16 του Κ.Φ.Ε. προβλέπεται τεκμαρτή δαπάνη διαβίωσης για τα σκάφη αναψυχής.

 

Ακριβές αντίγραφο

Η προϊσταμένη της Γραμματείας                                   Ο Διευθυντής

Π. Δασκαλάκης

Θέματα σχετικά με την ηλεκτρονική υποβολή των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων οικον. έτους 2011.

Εγκύκλιοι – ΠΟΛ Εγκύκλιοι – ΠΟΛ (2011)
Συντάχθηκε απο τον/την ΥΠΟΙΚ
Τετάρτη, 20 Απρίλιος 2011 00:00

Αθήνα 20/04/2011
Αρ. πρωτ.:
1060753

ΘΕΜΑ: Θέματα σχετικά με την ηλεκτρονική υποβολή των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων οικον. έτους 2011.

 

 

 

Σχετικά με το παραπάνω θέμα, σας γνωρίζουμε τα εξής:

 

1. Για την επιστροφή φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων σε περίπτωση ηλεκτρονικής υποβολής της δήλωσης ισχύουν τα εξής:

α) Εάν μετά την εκκαθάριση των φορολογικών δηλώσεων προκύπτει ποσό επιστροφής πέντε (5) ΕΥΡΩ και άνω, κατά τις διατάξεις της παραγράφου 2 άρθρου 18 ν.3522/2006 (ΦΕΚ276Α), τότε η επιστροφή στους δικαιούχους γίνεται με τη διαδικασία η οποία περιγράφεται στην αριθμ. 1045647/16.04.2003/Πολ.1077 απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών.
β) Η ενημέρωση των φορολογουμένων για την υποχρέωση προσκόμισης της δήλωσης με τα απαραίτητα δικαιολογητικά στην αρμόδια Δ.Ο.Υ., για τον έλεγχο των επιστρεφόμενων ποσών, γίνεται με σχετική σημείωση στο εκκαθαριστικό σημείωμα που αποστέλλεται από την Γ.Γ.Π.Σ.

2. Αν ο φορολογούμενος χρειαστεί αντίγραφο της φορολογικής δήλωσης (Ε1) ή των εντύπων Ε2, Ε3 που έχει υποβάλλει μαζί με τη δήλωση μέσω διαδικτύου, τότε προβαίνει στην εκτύπωσή τους και με υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986 δηλώνει για την περίπτωση που απαιτούνται ότι είναι ακριβή αντίγραφα των υποβληθέντων.
3. Η χορήγηση πιστοποιητικών ή βεβαιώσεων με βάση τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων (έντυπο Ε1) και τα συνυποβαλλόμενα έντυπα Ε2 και Ε3, γίνεται άμεσα από τη ΔΟΥ, δεδομένου ότι είναι δυνατή η ηλεκτρονική εμφάνιση των απαιτούμενων στοιχείων για τη χορήγησή τους.
4. Σε περίπτωση που κατά την ηλεκτρονική υποβολή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος διαπιστωθεί ότι δεν είναι δυνατή η συσχέτιση των δηλωθέντων στοιχείων με άλλα σχετικά στοιχεία του φορολογούμενου, δεν ολοκληρώνεται άμεσα η διαδικασία εκκαθάρισης της δήλωσης. Στις περιπτώσεις που θα καταστεί στη συνέχεια δυνατή η συσχέτιση των στοιχείων, θα ολοκληρωθεί η διαδικασία εκκαθάρισης και το εκκαθαριστικό σημείωμα της ηλεκτρονικά υποβληθείσας δήλωσης θα σταλεί στον φορολογούμενο. Σε διαφορετική περίπτωση, η ηλεκτρονικά υποβληθείσα δήλωση δεν παράγει έννομα αποτελέσματα και οι ενδιαφερόμενοι ενημερώνονται έγκαιρα – με παράλληλη αποστολή σχετικών καταστάσεων στη ΔΟΥ – προκειμένου να υποβάλουν τη δήλωσή τους στην αρμόδια ΔΟΥ

ΘΕΜΑ: Ανάλωση κεφαλαίου προηγουμένων ετών

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Αθήνα, 28 Ιουνίου 2012

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Αρ. Πρωτ.: Δ12Α 1097252

ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ

 

ΓΕΝ. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ

 

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ

 

ΤΜΗΜΑ Α””

 

ΘΕΜΑ: Ανάλωση κεφαλαίου προηγουμένων ετών

Απαντώντας στην από 31-05-2012 αίτησή σας αναφορικά με το παραπάνω θέμα, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:

1. Με τις διατάξεις του άρθρου 19, παρ. 2 περ. ζ”” του Κ.Φ.Ε., όπως ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με την παράγραφο 7 του άρθρου 3 του Ν. 3842/2010 , για εισοδήματα που αποκτώνται ή δαπάνες που πραγματοποιούνται κατά την περίπτωση από 1-1-2010 και μετά, η προστιθέμενη διαφορά τεκμηρίων καλύπτεται ή περιορίζεται μεταξύ άλλων, με ανάλωση κεφαλαίου που αποδεδειγμένα έχει φορολογηθεί κατά τα προηγούμενα έτη ή νόμιμα έχει, απαλλαγεί από το φόρο.

Για τον προσδιορισμό του κεφαλαίου κάθε έτους, από τα πραγματικά εισοδήματα που έχουν φορολογηθεί ή νόμιμα απαλλαγεί από το φόρο τα οποία προκύπτουν από συμψηφισμό των θετικών και αρνητικών στοιχείων αυτών, από τα χρηματικά ποσά, τα οριζόμενα στις περιπτώσεις β””,γ””,δ”” και ε”” της παραγράφου αυτής (χρηματικά ποσά που δεν θεωρούνται εισόδημα, χρηματικά ποσά που προέρχονται από πώληση περιουσιακών στοιχείων, εισαγωγή χρηματικών κεφαλαίων από το εξωτερικό, δάνεια, δωρεές, γονικές παροχές κτλ) και από οποιοδήποτε άλλο ποσό το οποίο αποδεδειγμένα έχει εισπραχθεί εκπίπτουν οι δαπάνες που προσδιορίζονται στα άρθρα 16 και 17 , ανεξάρτητα αν απαλλάσσονται της εφαρμογής των άρθρων αυτών.

Στην περίπτωση που δεν υπάρχουν δαπάνες με βάση το άρθρο 16 ή αν το ποσό τους είναι μικρότερο από τις τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ προκειμένου για άγαμο και πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ προκειμένου για συζύγους, το ποσό που πρέπει να εκπέσει προσδιορίζεται με βάση την κοινωνική, οικονομική και οικογενειακή κατάσταση των φορολογουμένων και τις αποδεδειγμένες δαπάνες διαβίωσής τους και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι κατώτερο των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ και πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ, αντίστοιχα.

2. Με τα υπ. αριθ. 1055932/950/A0012/22.6.1996 και 064105/1399/Α0012/19.6.1996 έγγραφά μας έγινε δεκτό ότι μαζί με την ετήσια δήλωση φορολογίας εισοδήματος για την οποία προκύπτει θέμα κάλυψης τεκμαρτής δαπάνης θα συνυποβάλλεται κατάσταση, από την οποία να προκύπτει ο σχηματισμός κεφαλαίου για κάθε έτος. Τα έτη αυτά πρέπει να είναι συνεχόμενα και να φθάνουν μέχρι το προηγούμενο του κρινόμενου έτους. Το θετικό αλγεβρικό άθροισμα των ετών αυτών θα αποτελέσει το συνολικό κεφάλαιο που σχηματίστηκε αυτό τα έτη. Τα κεφάλαια προηγούμενων ετών δεν υπολογίζονται με βάση μόνο τα εκκαθαριστικά σημειώματα των οικείων ετών αλλά και με βάση άλλα στοιχεία, όπως η οικογενειακή, κοινωνική, περιουσιακή κ.λπ κατάσταση των φορολογουμένων.

3. Όπως έχει γίνει δεκτό με το υπ αριθ. 1015578/264/A0012/14.2.2005 έγγραφό μας, δεν προβλέπεται χρονικός περιορισμός με τις ισχύουσες διατάξεις για την κάλυψη των τεκμηρίων με ανάλωση κεφαλαίου, συνεπώς, για την κάλυψη της διαφοράς μπορεί να γίνει επίκληση ανάλωσης κεφαλαίου οσονδήποτε προηγούμενων ετών, εφόσον βέβαια είναι δυνατό να διασταυρωθούν με τα στοιχεία που τηρούνται στη ΔΟΥ οι σχετικοί ισχυρισμοί του φορολογουμένου.

4. Συνεπώς, με βάση τα παραπάνω προκύπτει ότι κατά το σχηματισμό κεφαλαίου προηγούμενων ετών τα τυχόν αρνητικά υπόλοιπα κάθε έτους συμψηφίζονται με τα θετικά και στην περίπτωση που το τελικό αλγεβρικό άθροισμα είναι αρνητικό, δεν απομένει κεφάλαιο προς επίκληση, προκειμένου να καλυφθεί η προστιθέμενη διαφορά τεκμηρίου.

Ακριβές αντίγραφο

Ο Διευθυντής

Ο Προϊστάμενος της Γραμματείας

Α. Καραβοκύρης

 

 

Έντυπο Ε1 και Οδηγίες δήλωσης Φορολογίας εισοδήματος 2011 (το γνωστό βιβλιαράκι)

Οδηγίες δήλωσης Φορολογίας εισοδήματος 2011 (το γνωστό βιβλιαράκι)

Έντυπο Ε1 Οικονομικού έτους 2011

 

Η υποβολή της δήλωσης ηλεκτρονικά μέσω διαδικτύου είναι υποχρεωτική, για όλα τα φυσικά πρόσωπα επιτηδευματίες που ασκούν επιχείρηση ή ελευθέριο επάγγελμα και για κάθε άλλο φυσικό πρόσωπο μη επιτηδευματία,που η δήλωσή του υποβάλλεται απο εξουσιοδοτημένο λογιστή.

Γνωμοδότηση Ν.Σ.Κ. αριθ. 524/2012 Αν η ζημία που υφίσταται επιχείρηση, λόγω ληστείας ή κλοπής, εκπίπτει από τα ακαθόριστα έσοδα αυτής και, σε καταφατική περίπτωση, ποιος ο χρόνος έκπτωσης (διαχειριστική περίοδος)

Γνωμοδότηση Ν.Σ.Κ. αριθ. 524/2012

Αν η ζημία που υφίσταται επιχείρηση, λόγω ληστείας ή κλοπής, εκπίπτει από τα ακαθόριστα έσοδα αυτής και, σε καταφατική περίπτωση, ποιος ο χρόνος έκπτωσης (διαχειριστική περίοδος)

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

 

Αριθμός Γνωμοδότησης 524/2012

 

ΤΟ ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

(Τμήμα Β’ )

 

Συνεδρίαση της 22ης Οκτωβρίου 2012

 

Σύνθεση:

Προεδρεύων: Αλέξανδρος Καραγιάννης, Νομικός Σύμβουλος του Κράτους, αρχαιότερος των Νομικών Συμβούλων του Τμήματος, λόγω κωλύματος του Προέδρου του Τμήματος Φωκίωνα Γεωργακόπουλου, Προέδρου του Ν.Σ.Κ.

Μέλη: Θεόδωρος Ψυχογυιός, Παναγιώτης Παναγιωτουνάκος, Γεώργιος Κανελλόπουλος, Ευγενία Βελώνη, Ανδρέας Ανδρουλιδάκης, Δημήτριος Χανής, Αφροδίτη Κουτούκη και Ελένη Σβολοπούλου, Νομικοί Σύμβουλοι του Κράτους.

Εισηγητής: Πέτρος Κωνσταντινόπουλος, Πάρεδρος Ν.Σ.Κ. (γνώμη χωρίς ψήφο).

Αριθμός Ερωτήματος: Το με αριθμ. πρωτ. 1036604/10495/Β0012/7-7-2009 έγγραφο του Υπουργείου Οικονομικών, Γενικής Γραμματείας Φορολογικών και Τελωνειακών Θεμάτων, Γενικής Δ/νσης Φορολογίας, Δ/νσης Φορολογίας Εισοδήματος (Δ 12) – Τμήμα  Β’.

Περίληψη ερωτήματος: Αν η ζημία που υφίσταται επιχείρηση, λόγω ληστείας ή κλοπής, εκπίπτει από τα ακαθόριστα έσοδα αυτής και, σε καταφατική περίπτωση, ποιος ο χρόνος έκπτωσης (διαχειριστική περίοδος).

 

Επί του ανωτέρω ερωτήματος, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (Τμήμα Β’) γνωμοδότησε ως εξής:

 

I. Ιστορικό

 

Από το έγγραφο της ερωτώσας Υπηρεσίας και τα στοιχεία του φακέλου που το συνοδεύουν προκύπτουν τα εξής:

 

Πολλές επιχειρήσεις με διάσπαρτα υποκαταστήματα (όπως τα ΕΛ.ΤΑ. – από έγγραφο των οποίων προκλήθηκε το υπόψη ερώτημα -, Τράπεζες, το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, Super Markets κλπ) γίνονται θύματα κλοπών ή ληστειών. Στις περιπτώσεις αυτές, μετά την καταγγελία της κλοπής ή της ληστείας, επεμβαίνει αυτεπάγγελτα ο εισαγγελέας, ασκώντας ποινική δίωξη κατ’ αγνώστων, εφόσον φυσικά δεν συλληφθούν άμεσα οι δράστες.

 

Εάν μετά τις έρευνες εντοπισθούν οι δράστες (που πολλές φορές είναι υπάλληλοι των εταιρειών αυτών, φυσικοί αυτουργοί ή συνεργοί), τότε το χρηματικό έλλειμμα αντικαθίσταται από απαίτηση κατά συγκεκριμένου προσώπου, έναντι του οποίου γεννιέται έννομο δικαίωμα της επιχείρησης να απαιτήσει την είσπραξη του ποσού (ΣτΕ 1765/1985). Στην περίπτωση αυτή, σύμφωνα τη νομολογία και την άποψη της Διοίκησης, η απώλεια του κεφαλαίου δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα, αλλά αντιμετωπίζεται, πλέον, ως επισφαλής απαίτηση (ΣτΕ 3035/1994, Υ.Α. 1017621/10262/Β0012/ΠΟΛ.1029/17.2.2006).

 

Σε περίπτωση, όμως, αρνητικών αποτελεσμάτων προκύπτει ζημία σε βάρος της επιχείρησης, οπότε, με δεδομένο ότι η σχετική ανάκριση που ακολουθεί μετά την άσκηση της ποινικής δίωξης, μπορεί να περαιωθεί σε επόμενη ή επόμενες χρήσεις από αυτήν που πραγματοποιήθηκε η κλοπή ή η ληστεία, ερωτάται εάν η εν λόγω ζημία εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης και, σε καταφατική απάντηση, πότε: κατά την πραγματοποίηση της κλοπής ή ληστείας, κατά την περάτωση της ανάκρισης και εφόσον δεν έχουν προσδιοριστεί συγκεκριμένα άτομα ως δράστες ή, εφόσον παραμένει η δίωξη κατ’ αγνώστων, όταν παραγράφεται το αδίκημα (20ετία);

 

II. Νομοθετικό πλαίσιο

 

Κατά τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 105 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Κ.Φ.Ε.), που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2238/1994 (Α’ 151), για τον προσδιορισμό του καθαρού εισοδήματος των υποκειμένων στη φορολογία του νόμου αυτού νομικών προσώπων εκπίπτονται από τα ακαθάριστα έσοδα αυτών οι δαπάνες απόκτησης του εισοδήματος, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 31 του νόμου αυτού. Εξάλλου, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 31, όπως ισχύουν:

 

«1. Το καθαρό εισόδημα των επιχειρήσεων που τηρούν επαρκή και ακριβή βιβλία και στοιχεία δεύτερης και τρίτης κατηγορίας του Κ.Β.Σ., εξευρίσκεται λογιστικώς με έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα, όπως αυτά ορίζονται στο προηγούμενο άρθρο, των ακόλουθων εξόδων, με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 51Α και 51Β του παρόντος: α) … η) Της ζημίας που πραγματοποιήθηκε από φθορά, απώλεια ή υποτίμηση κεφαλαίου. …».

 

Τέλος, κατά τις διατάξεις του άρθρου 29 του αυτού ως άνω Κ.Φ.Ε., όπως ισχύουν:

 

«1. Η διαχειριστική περίοδος περιλαμβάνει δωδεκάμηνο χρονικό διάστημα. Κατά την έναρξη, λήξη ή διακοπή των εργασιών της επιχείρησης η διαχειριστική περίοδος μπορεί να είναι μικρότερη του δωδεκαμήνου. Κατ’ εξαίρεση, για την επιχείρηση που τηρεί βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, η διαχειριστική περίοδος μπορεί να περιλαμβάνει και μεγαλύτερο του δωδεκαμήνου χρονικό διάστημα, όχι όμως μεγαλύτερο από είκοσι τέσσερις (24) μήνες.

2. Οι επιχειρήσεις που τηρούν βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων υποχρεούνται να κλείνουν διαχείριση στις 30 Ιουνίου ή στις 31 Δεκεμβρίου κάθε έτους….».

 

III. Ερμηνεία και εφαρμογή των διατάξεων

 

Από τις προπαρατεθείσες διατάξεις, ερμηνευόμενες αυτοτελώς αλλά και σε μεταξύ τους συνδυασμό, συνάγονται τα ακόλουθα:

 

Ο Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 2238/1994, άρθρο 31) καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο προσδιορίζεται λογιστικώς το καθαρό εισόδημα (κέρδος) επιχείρησης που τηρεί επαρκή και ακριβή βιβλία και στοιχεία τρίτης κατηγορίας του Κ.Β.Σ., απαριθμώντας τις δαπάνες και λοιπά βάρη της επιχείρησης που αναγνωρίζονται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα.

 

Ειδικότερα, κατά τη ρητή διάταξη της παραγράφου 1, περίπτ. η’, του ως άνω άρθρου, από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης εκπίπτει και η ζημία που πραγματοποιήθηκε από φθορά, απώλεια ή υποτίμηση κεφαλαίου. Στο πλαίσιο της εν λόγω διάταξης, γίνεται δεκτό ότι ζημία που προκαλείται σε βάρος της επιχείρησης και προέρχεται από καταχρήσεις, κλοπές και άλλες αδικοπραξίες, νομίμως εκπίπτει από τα έσοδα και κέρδη αυτής (ΣτΕ 1765/1985, Χ. Τότσης, Ερμηνεία Φορολογίας Εισοδήματος Φυσικών και Νομικών Προσώπων, τ. Β’, 2000, σελ. 853, παρ. 1031).

 

Κατά την έννοια της διάταξης της περίπτ. η’ της παραγρ. 1 του άρθρου 31 Κ.Φ.Ε., για να αναγνωρισθεί η ζημία, που αναφέρεται σε αυτήν, προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης, πρέπει αυτή, εκτός των άλλων, να έχει πραγματοποιηθεί και, επί πλέον, να είναι οριστική, δηλαδή βέβαιη και εκκαθαρισμένη, ήτοι ότι είναι προσδιορισμένη κατά το ποσόν και ποιόν της (ΣτΕ 1765/1985).

 

Περαιτέρω, ως πραγματοποιηθείσα ζημία νοείται εκείνη που έχει προκύψει οριστικά, είτε με την εκποίηση του φθαρέντος ή υποτιμηθέντος περιουσιακού στοιχείου, είτε με την απώλεια ή την καταστροφή του, οπότε, πλέον, επιβάλλεται η διαγραφή από τα βιβλία της επιχείρησης της αξίας του εν λόγω περιουσιακού στοιχείου, προκειμένου, έτσι, να εμφανισθεί η πραγματική οικονομική κατάσταση της επιχείρησης. Μόνο μετά την εκποίηση του φθαρμένου ή υποτιμημένου περιουσιακού στοιχείου ή την οριστική απώλειά του διαπιστώνεται η ύπαρξη και έκταση της ζημίας και, συνεπώς, και ο χρόνος κατά τον οποίο θα έπρεπε η να εκπέσει η σχετική ζημία.

 

Πριν από την απώλεια του περιουσιακού στοιχείου, η ζημία είναι άδηλη κατά την ύπαρξη και την έκτασή της και δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι πραγματοποιήθηκε (Χ. Τότσης, ο.π., σελ. 851, παρ. 1027).

 

Εξάλλου, η συνεχής δραστηριότητα της επιχείρησης κατανέμεται, για πρακτικούς λόγους, σε ετήσιες, κατά βάση, περιόδους (διαχειριστικές χρήσεις), κατ’ άρθρο 29 Κ.Φ.Ε., ενώ στη λογιστική πρακτική και τη φορολογία ισχύει η αρχή της αυτοτέλειας των χρήσεων, η οποία βρίσκεται σε άμεση σχέση με την αρχή της συνέχειας της επιχείρησης. Σύμφωνα, λοιπόν, με την εν λόγω αρχή, κάθε χρήση είναι αυτοτελής και ανεξάρτητη από τις άλλες χρήσεις, δεν επιτρέπεται δε ο συμψηφισμός των εσόδων και εξόδων μιας χρήσης προς εκείνα των επομένων χρήσεων. ΜΕ βάση την αρχή αυτή, τα μεν έσοδα της επιχείρησης καταχωρούνται στη χρήση που προέκυψαν, ανεξάρτητα από τη χρήση κατά την οποία εισπράττονται, τα δε έξοδα βαρύνουν τη χρήση εντός της οποίας γεννήθηκαν, ανεξάρτητα από τη χρήση στην οποία καταβάλλονται. Ειδικότερα, ως προς η ζημία, έχει γίνει δεκτό ότι αυτή εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της χρήσης κατά την οποία έλαβε χώρα το ζημιογόνο γεγονός, εφόσον, φυσικά, είναι οριστική, δηλαδή βέβαιη και εκκαθαρισμένη (ΣτΕ 334/1956), αποκλειόμενης της έκπτωσης της από τα έσοδα μεταγενέστερης φορολογικής περιόδου, με την αιτιολογία ότι ο καθορισμός του ποσού της ζημίας δεν έγινε, εξ οιουδήποτε λόγου, κατά την περίοδο καθ’ ην αύτη επήλθε (ΟλΣτΕ 2184/1952).

 

Εξαίρεση από την αρχή της αυτοτέλειας των χρήσεων γίνεται μόνο για τη ζημία από εμπορικές επιχειρήσεις, για την οποία ο νομοθέτης, παρεκκλίνοντας, δέχεται τη μεταφορά της ζημίας στα επόμενα έτη, προκειμένου να συμψηφισθεί με κερδοφόρα αποτελέσματα επομένων χρήσεων (άρθρο 4 παρ. 3 του ν. 2238/1994). Και σ’ αυτήν, όμως, την περίπτωση απαιτείται όπως η ζημία έχει δηλωθεί από την επιχείρηση μέχρι το τέλος του οικείου οικονομικού έτους, όπως ορίζει η διάταξη του άρθρου 61 παρ. 1 του ν. 2238/1994, η οποία ισχύει και για τα νομικά πρόσωπα (βλ. άρθρο 107 παρ. 3 ν. 2238/1994), αλλιώς δεν μπορεί να συμψηφισθεί στα κέρδη των επομένων ετών (άρθρο 4 παρ. 3. ν. 2238/1994). Από την άλλη, βέβαια, η παράλειψη υποβολής της δήλωσης της ζημίας δεν στερεί τον υπόχρεο από το δικαίωμα του συμψηφισμού της ζημίας με θετικά στοιχεία των επί μέρους εισοδημάτων του από άλλες πηγές κατά το ίδιο έτος, προκειμένου να μειωθεί ή εκμηδενισθεί το συνολικό εισόδημα του (ΣτΕ 2918/1985).

 

IV. Ενόψει των ανωτέρω, στο τεθέν ερώτημα αρμόζει η απάντηση ότι, η ζημία που υφίσταται επιχείρηση, λόγω απώλειας περιουσιακού της στοιχείου, από ληστεία ή κλοπή, εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της διαχειριστικής περιόδου (χρήσης) κατά την οποία έλαβε χώρα το ζημιογόνο γεγονός, εφόσον, κατά την κρίση της φορολογικής αρχής, η ζημία είναι οριστική, τουτέστιν βέβαιη ως προς την ύπαρξη και εκκαθαρισμένη κατά ποσόν, είναι δε άλλο το ζήτημα αν σε χρόνο μεταγενέστερο της διαχειριστικής περιόδου (χρήσης) κατά την οποία έλαβε χώρα το ζημιογόνο γεγονός, εντοπισθούν οι δράστες της κλοπής ή της ληστείας, οπότε υφίσταται αποζημιωτική

αξίωση της επιχείρησης κατ’ αυτών. Το ζήτημα αυτό δεν αντιμετωπίζεται από τις κείμενες διατάξεις και χρήζει νομοθετικής ρυθμίσεως.

 

 

ΘΕΩΡΗΘΗΚΕ

Αθήνα, 09-11-2012

 

Ο Προεδρεύων

Αλέξανδρος Γερ. Καραγιάννης

Νομικός Σύμβουλος του Κράτους

 

Ο Εισηγητής

Πέτρος Ν. Κωνσταντόπουλος

Πάρεδρος Ν.Σ.Κ.

 
 

 

Αρ. Πρωτ .: Δ12 1036037 ΕΞ 04/03/2011 Ελάχιστη ετήσια αντικειμενική δαπάνη.

Αρ. Πρωτ .: Δ12 1036037 ΕΞ 04/03/2011

Ελάχιστη ετήσια αντικειμενική δαπάνη.

Αθήνα, 03 Μαρτίου 2011
Αρ. Πρωτ .: Δ12 1036037 ΕΞ 04/03/2011

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ
ΤΜΗΜΑ Α’

Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας: 101 84 ΑΘΗΝΑ
Πληροφορίες: Μπαϊρακτάρη
Μ. Τηλέφωνο: 210 3375317-318
ΦΑΞ: 210 3375001

ΘΕΜΑ: Ελάχιστη ετήσια αντικειμενική δαπάνη.

Απαντώντας στη από 14-02-2011 αίτησή σας, αναφορικά με το παραπάνω θέμα, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:

1. Σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης θ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 16 του ΚΦΕ, όπως ισχύουν μετά την αντικατάσταση τους με την παράγραφο 2 του άρθρου 3 του ν.3842/2010, για τον προσδιορισμό του αντικειμενικού εισοδήματος με βάση τη συνολική ετήσια δαπάνη του φορολογουμένου, της συζύγου του και των προσώπων που συνοικούν και τους βαρύνουν λαμβάνεται υπόψη μεταξύ άλλων η ελάχιστη ετήσια αντικειμενική δαπάνη του φορολογουμένου η οποία ορίζεται σε τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ προκειμένου για τον άγαμο και σε πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ για τους συζύγους που υποβάλλουν κοινή δήλωση.

2. Με την υπ. αριθμ. ΠΟΛ.1135/4.10.2010 εγκύκλιο του Υπουργείου Οικονομικών διευκρινίζεται ότι κάθε χρόνο θα λαμβάνεται υπόψη, εκτός των υπολοίπων τεκμηρίων του άρθρου 16 του ΚΦΕ, και ένα επιπλέον ποσό ως ελάχιστη αντικειμενική δαπάνη διαβίωσης που ορίζεται στο ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ προκειμένου για τον άγαμο και σε πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ για τους συζύγους που υποβάλλουν κοινή δήλωση.

3. Σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης ζ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 19 του ΚΦΕ, όπως ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με την παράγραφο 7 του άρθρου 3 του ν.3842/2010, η διαφορά μεταξύ του δηλωθέντος εισοδήματος και της συνολικής ετήσιας τεκμαρτής δαπάνης καλύπτεται ή περιορίζεται, μεταξύ άλλων, με ανάλωση κεφαλαίου που αποδεδειγμένα έχει φορολογηθεί κατά τα προηγούμενα έτη ή νόμιμα έχει απαλλαγεί από το φόρο. Για τον προσδιορισμό του κεφαλαίου αυτού ανά έτος, από τα πραγματικά εισοδήματα που έχουν φορολογηθεί ή νόμιμα απαλλαγεί από το φόρο, τα οποία προκύπτουν από συμψηφισμό των θετικών και αρνητικών στοιχείων αυτών, από τα χρηματικά ποσά που ορίζονται στις περιπτώσεις β’,γ’,δ’,ε’ και στ’ της παραγράφου αυτής και από οποιοδήποτε άλλο ποσό το οποίο αποδεδειγμένα έχει εισπραχθεί, εκπίπτουν οι δαπάνες που προσδιορίζονται στα άρθρα 16 και 17, ανεξάρτητα αν απαλλάσσονται της εφαρμογής των άρθρων αυτών. Αν δεν υπάρχουν δαπάνες με βάση το άρθρο 16 ή αν το ποσό τους είναι μικρότερο από τις τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ προκειμένου για άγαμο και πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ προκειμένου για συζύγους, το ποσό που πρέπει να εκπέσει προσδιορίζεται με βάση την κοινωνική, οικονομική και οικογενειακή κατάσταση των φορολογουμένων και τις αποδεδειγμένες δαπάνες διαβίωσής τους και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι κατώτερο των τριών χιλιάδων (3.000) και πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ, αντίστοιχα.

4. Συνεπώς, το ελάχιστο ετήσιο κόστος διαβίωσης ορίσθηκε από τον νομοθέτη, στο ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) για τον άγαμο και πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ για συζύγους που υποβάλλουν κοινή δήλωση και τα οποία αυτά ποσά προστίθενται στις ετήσιες αντικειμενικές δαπάνες. Δεν επιδέχεται άλλης ερμηνείας ο ανωτέρω νόμος.

Ο Διευθυντής
Π. Δασκαλάκης

Αποδείξεις Δαπανών 2010 (2011 οικονομικό έτος)

 

  1. Στοιχεία που θα χρειαστούν για τις αποδείξεις δαπανών για το οικονομικό έτος 2011

Παρατίθεται πίνακας με το ελάχιστο ύψος των απαιτούμενων δαπανών για εισόδημα μέχρι σαράντα οχτώ χιλιάδες ευρώ (48.000).

ΕΙΣΟΔΗΜΑ

ΔΑΠΑΝΕΣ

ΕΙΣΟΔΗΜΑ

ΔΑΠΑΝΕΣ

6.000

0

28.000

6.000

7.000

700

29.000

6.300

8.000

800

30.000

6.600

9.000

900

31.000

6.900

10.000

1000

32.000

7.200

11.000

1100

33.000

7.500

12.000

1200

34.000

7.800

13.000

1500

35.000

8.100

14.000

1800

36.000

8.400

15.000

2100

37.000

8.700

16.000

2400

38.000

9.000

17.000

2700

39.000

9.300

18.000

3000

40.000

9.600

19.000

3300

41.000

9.900

20.000

3600

42.000

10.200

21.000

3900

43.000

10.500

22.000

4200

44.000

10.800

23.000

4500

45.000

11.100

24.000

4800

46.000

11.400

25.000

5100

47.000

11.700

26.000

5400

48.000

12.000

27.000

5700

   

Για δαπάνες που πραγματοποίησατε  στην Ελλάδα, για την αγορά αγαθών και λήψη υπηρεσιών. Στις δαπάνες αυτές περιλαμβάνονται και τα ειδικά στοιχεία που εκδίδουν οι επιχειρήσεις λόγω των συγκεκριμένων υπηρεσιών που παρέχουν (π.χ. αποδείξεις των Ε.Λ.Τ.Α., εταιριών Courier, πινακίδια χρηματιστηριακών εταιριών για την αμοιβή των παρεχόμενων υπηρεσιών μόνο, κλπ).

Ο διαχειριστής της πολυκατοικίας θα εκδίδει και θα χορηγεί σε κάθε συνιδιοκτήτη ή ενοικιαστή κατά περίπτωση (ανάλογα με το ποιόν βαρύνει η δαπάνη αυτή),συγκεντρωτική κατάσταση των ετήσιων δαπανών της πολυκατοικίας, στην οποία θα εμφανίζεται το ποσό των κοινόχρηστων δαπανών που λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη του αφορολογήτου ποσού.

Από την κατάσταση αυτή θα προκύπτει αναλυτικά το είδος της δαπάνης, αριθμός του τιμολογίου ή της απόδειξης λιανικής πώλησης, του τιμολογίου ή της απόδειξης παροχής υπηρεσιών, το ποσό της δαπάνης, καθώς και η κατανομή του συνόλου των δαπανών αυτών στον κάθε συνιδιοκτήτη ή ένοικο κατά περίπτωση, ανάλογα με το ποσοστό συνιδιοκτησίας κάθε οριζόντιας ιδιοκτησίας στους κοινόχρηστους χώρους.

 

Αντίθετα, δεν εκπίπτουν από το ελάχιστο ύψος των απαιτούμενων δαπανών,το κόστος αγοράς:

Κρατικών λαχείων, τα ποσά που καταβάλλονται για τη συμμετοχή σε τυχερά παιχνίδια (πχ. ΚΙΝΟ, ΣΤΟΙΧΗΜΑ, κλπ) και η δαπάνη εισόδου σε ΚΑΖΙΝΟ

 

Εξαιρούνται και δε λαμβάνονται υπόψη οι δαπάνες για απόκτηση περιουσιακών στοιχείων, οι δαπάνες για ύδρευση, αποχέτευση, ηλεκτρισμό, τηλεπικοινωνίες γενικά, για εισιτήρια σε κάθε είδους μεταφορικό μέσο και όσες δαπάνες με βάση άλλες φορολογικές διατάξεις λαμβάνονται υπόψη για φορολογικές ελαφρύνσεις.

 

Σε ξεχωριστή κατάσταση θα αναγραφούν α) ο αριθμός των αποδείξεων και β) το συνολικό ποσό αυτών (ο λογιστής σας γνωρίζει σε ποιον κωδικό της δήλωσης Ε1 θα πρέπει να αναγραφούν)

 

Ενδεικτικά αναφέρουμε τις δαπάνες για αγορά ή χρηματοδοτική μίσθωση ακινήτου, πλοίων αναψυχής, αυτοκινήτων, δίτροχων κλπ. οχημάτων, για ανέγερση ακινήτου, για τοκοχρεωλυτική απόσβεση δανείων ή πιστώσεων κλπ.

Οι δαπάνες για ασφάλιση ζωής ή θανάτου, οι εισφορές που καταβάλλονται στα ταμεία ασφάλισης του φορολογούμενου, οι τόκοι στεγαστικών δανείων για πρώτη κατοικία, τα έξοδα ιατρικής περίθαλψης κλπ.

 

Τα έξοδα νοσοκομειακής περίθαλψης, οι δαπάνες για ενοίκιο κύριας κατοικίας, για παράδοση κατ’ οίκον μαθημάτων ή για φροντιστήρια, για τόκους στεγαστικών δανείων για απόκτηση πρώτης κατοικίας, για δικηγόρους λόγω παροχής νομικών υπηρεσιών κλπ.

Τα ασφάλιστρα πυρκαγιάς ή άλλων κινδύνων, για δικαστικές δαπάνες και για αμοιβή δικηγόρων για δίκες μισθωτικών διαφορών μεταξύ ιδιοκτητών και διαχειριστών ιδιοκτησίας κατ’ ορόφους.

Οι φορολογούμενοι υποβάλλουν τις αποδείξεις δαπανών σε ειδική ηλεκτρονική φόρμα ή σε κλειστό φάκελο στην αρμόδια για τη φορολογία του εισοδήματός του ΔΟΥ στον οποίο θα αναγράφονται:
α. Το ονοματεπώνυμο, και ο ΑΦΜ του υπόχρεου
β. ο αριθμός των αποδείξεων και
γ. το συνολικό ποσό αυτών

Ο φάκελος θα παραμένει κλειστός στη ΔΟΥ μέχρι την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής των δηλώσεων. Μετά την ολοκλήρωση της υποβολής των δηλώσεων θα ανοιχθούν και θα πραγματοποιηθεί δειγματοληπτικός έλεγχος με οδηγίες της Διοίκησης που θα δοθούν στο χρόνο εκείνο.

 

Aπαλλαγή της α΄ κατοικίας 2011

ΠΟΛ.1006/17.1.2011

Κοινοποίηση διατάξεων της παρ. 7 του άρθρου 4 και της παρ. 1 του άρθρου 8 του ν. 3899/2010 (ΦΕΚ 212 Α΄/17-12-2010) «Επείγοντα μέτρα εφαρμογής του προγράμματος στήριξης της ελληνικής οικονομίας» που αφορούν σε θέματα φορολογίας εισοδήματος και κεφαλαίου

Αθήνα, 17/01/2011 – 14:30

ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
1.Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ
ΤΜΗΜΑ Α΄
2.Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ
ΤΜΗΜΑΤΑ Α΄, B΄, ΦΜΑΠ

Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 8
Ταχ. Κώδ.: 101 84 Αθήνα
Τηλέφωνο: 210 3375317
210 3375829, -876, -360
FAX: 210 3375001
210 3375834

ΕΞ. ΕΠΕΙΓΟΝ

ΠΟΛ 1006

Θ Ε Μ Α : Κοινοποίηση διατάξεων της παρ. 7 του άρθρου 4 και της παρ. 1 του άρθρου 8 του ν. 3899/2010 (ΦΕΚ 212 Α΄/17-12-2010) «Επείγοντα μέτρα εφαρμογής του προγράμματος στήριξης της ελληνικής οικονομίας» που αφορούν σε θέματα φορολογίας εισοδήματος και κεφαλαίου.

Σας κοινοποιούμε τις διατάξεις της παρ. 7 του άρθρου 4 και της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του ν. 3899/2010 που δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ 212 Α΄) «Επείγοντα μέτρα εφαρμογής του προγράμματος στήριξης της ελληνικής οικονομίας» και σας γνωρίζουμε ειδικότερα τα ακόλουθα για την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή τους:

παράγραφος 7 του άρθρου 4
Παράταση παραγραφής στη φορολογία κεφαλαίου

Με τη διάταξη του πρώτου εδαφίου της παρ. 7 του άρθρου 12 του ν. 3888/2010 (ΦΕΚ 175 Α΄) παρατάθηκε μέχρι την 31.12.2011 η προθεσμία παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου για κοινοποίηση φύλλων ελέγχου ή πράξεων επιβολής φόρων, τελών και εισφορών, η οποία έληγε την 31.12.2010. Με τη διάταξη του δεύτερου εδαφίου της ίδιας πιο πάνω παρ. 7 του άρθρου 12 ορίσθηκε ότι η παράταση της παραγραφής δεν ισχύει για υποθέσεις φορολογίας κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών, προικών, κερδών από λαχεία, μεταβίβασης ακινήτων και φόρου μεγάλης ακίνητης περιουσίας (Φ.Μ.Α.Π.).

Με την κοινοποιούμενη διάταξη της παρ. 7 του άρθρου 4 του ν. 3899/2010 ορίζεται ότι το δεύτερο εδάφιο της παρ. 7 του άρθρου 12 του ν. 3888/2010 καταργείται. Συνεπώς, και η προθεσμία παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου για κοινοποίηση φύλλων ελέγχου ή πράξεων επιβολής φόρων για υποθέσεις φορολογίας κληρονομιών, δωρεών γονικών παροχών, προικών, κερδών από λαχεία, μεταβίβασης ακινήτων και φόρου μεγάλης ακίνητης περιουσίας (Φ.Μ.Α.Π.), η οποία έληγε (ακόμη και κατά παράταση) στις 31.12.2010, λήγει την 31.12.2011.

παράγραφος 1 του άρθρου 8
Εξαίρεση της δαπάνης για την απόκτηση πρώτης κατοικίας από τις δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων.

Α. ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ

1. Με τη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του ν.3899/2010 εξαιρείται και δεν υπάγεται στις ρυθμίσεις της περίπτωσης γ΄ του άρθρου 17 του Κ.Φ.Ε., από τις 17-12-2010 και μέχρι 31-12-2012, η δαπάνη για την αγορά από ενήλικο, με δικαίωμα πλήρους κυριότητας, καθώς και η ανέγερση από αυτόν οικοδομής, ως πρώτης κατοικίας, συνολικής αξίας διακοσίων χιλιάδων (200.000) ευρώ και όριο εμβαδού τα εκατόν είκοσι (120) τ.μ.. Αν επομένως αγορασθεί ή ανεγερθεί πρώτη κατοικία μέχρι 120 τ.μ. της οποίας η συνολική αξία δεν υπερβαίνει το ποσό των διακοσίων χιλιάδων (200.000) ευρώ δεν απαιτείται δικαιολόγηση του ποσού αγοράς ή του κόστους ανέγερσης.

Αν η επιφάνεια της οικοδομής είναι εμβαδού πάνω από 120 τ.μ. ή η αξία της υπερβαίνει το ποσό των διακοσίων χιλιάδων (200.000) ευρώ, τότε λαμβάνεται υπόψη ως δαπάνη απόκτησης περιουσιακών στοιχείων, η επιπλέον του ποσού αυτού δαπάνη ή το ποσό αγοράς ή το κόστος ανέγερσης που αναλογεί στην επιφάνεια πάνω από τα εκατόν είκοσι (120) τ.μ.. Σε περίπτωση που συντρέχουν και οι δύο ανωτέρω περιπτώσεις τότε λαμβάνεται υπόψη το μεγαλύτερο ποσό μεταξύ της δαπάνης των πάνω των διακοσίων χιλιάδων (200.000) ευρώ και της δαπάνης που αντιστοιχεί στην επιφάνεια πάνω από τα εκατόν είκοσι (120)τ.μ.

Για τον υπολογισμό της επιφάνειας της πρώτης κατοικίας δεν θα ληφθεί υπόψη το εμβαδόν εξωστών ή μπαλκονιών ή το ποσοστό που ανήκει στην ιδιοκτησία αυτή σε κοινόχρηστους χώρους. Αντίθετα για τον υπολογισμό της επιφάνειας των εκατόν είκοσι (120) τ.μ. στην συνολική επιφάνεια της πρώτης κατοικίας περιλαμβάνεται ακέραιη και η επιφάνεια των βοηθητικών χώρων που βρίσκονται σε λειτουργική ενότητα με αυτή (αποθήκη, χώρος στάθμευσης, λεβητοστάσιο, αποθήκη καυσίμων, κλιμακοστάσιο κ.λ.π.), εφόσον οι χώροι αυτοί δεν είναι κοινόχρηστοι.

Επίσης, διευκρινίζεται ότι στην επιφάνεια της πρώτης κατοικίας δεν περιλαμβάνεται ο χώρος στάθμευσης στην πυλωτή ή στον ακάλυπτο χώρο του οικοπέδου που είναι παρακολούθημα της κατοικίας αυτής και δεν έχει ξεχωριστό ποσοστό ιδιοκτησίας στο οικόπεδο.

Τέλος, για την απαλλαγή από το τεκμήριο αγοράς ή ανέγερσης πρώτης κατοικίας, εξετάζεται αν ο φορολογούμενος, η σύζυγός του και τα τέκνα που τους βαρύνουν έχουν δικαίωμα πλήρους κυριότητας ή ισόβιας επικαρπίας ή οίκησης, εξ ολοκλήρου ή επί ιδανικού μεριδίου, σε άλλη οικία ή οικίες, εφόσον το άθροισμα της συνολικής επιφάνειας που τους αντιστοιχεί υπερβαίνει τα εβδομήντα (70) τ.μ.. Η επιφάνεια αυτή προσαυξάνεται κατά είκοσι (20) τ.μ. για καθένα από τα δύο πρώτα τέκνα και κατά είκοσι πέντε (25) τ.μ. για το τρίτο και καθένα από τα επόμενα τέκνα που βαρύνουν τον υπόχρεο ή τον άλλο σύζυγο.

Β. ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ
Ι. ΣΥΝΤΟΜΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ

1. Με τις διατάξεις του άρθρου 34 του ν.δ.118/1973 οι οποίες κωδικοποιήθηκαν με το ν.2961/2001, κάθε δωρεά περιουσίας που συνιστάται κατά τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα αλλά και κάθε μεταβίβαση/παροχή περιουσίας που γίνεται χωρίς αντάλλαγμα και χωρίς νόμιμη υποχρέωση και η οποία έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της περιουσίας του λήπτη αυτής και αντίστοιχη μείωση της περιουσίας του δωρητή, υπόκειται στον οικείο φόρο.

2. Με τις παραγράφους 3 και 4 του άρθρου 13 του ν.2753/1999 (ΦΕΚ 249 Α΄) προστέθηκαν παράγραφοι 4 και 5 στο άρθρο 34 του ν.δ.118/1973. Οι παράγραφοι αυτοί εντάχθηκαν στην κωδικοποίηση του ν.2961/2001, αφορούν αφενός στον τρόπο υπολογισμού του αντικειμένου της δωρεάς που γίνεται για την κάλυψη της δαπάνης αγοράς ή ανέγερσης κατοικίας από πρόσωπα που δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα και αφετέρου στη μη επιβολή φόρου σ’ αυτές τις δωρεές που γίνονται για την αγορά/ανέγερση πρώτης κατοικίας και έχουν ως εξής:
«4. Σε περίπτωση αγοράς ακινήτου ή ανέγερσης οικοδομής, από πρόσωπο που δεν αποδεικνύει την οικονομική του δυνατότητα, ως αξία για την επιβολή του φόρου της άτυπης δωρεάς λαμβάνεται η μεγαλύτερη μεταξύ αντικειμενικής και τιμήματος για την περίπτωση αγοράς ακινήτου, ενώ για την ανέγερση οικοδομής λαμβάνεται η μεγαλύτερη μεταξύ αντικειμενικής και συνολικής δαπάνης που πραγματοποιήθηκε, όπως αυτή προκύπτει από τα νόμιμα παραστατικά.
5. Δεν θεωρείται δωρεά για την επιβολή του φόρου το ποσό της δωρεάς που παρέχεται σε φυσικό πρόσωπο, έγγαμο ή ενήλικο άγαμο για την αγορά ακινήτου εξ ολοκλήρου και κατά πλήρη κυριότητα μέχρι του ύψους του οποίου έτυχε απαλλαγής από το φόρο μεταβίβασης ακινήτου σύμφωνα με το άρθρο 1 του ν.1078/1980 (ΦΕΚ 238 Α’), καθώς και για την ανέγερση οικοδομής ως πρώτης κατοικίας για εμβαδόν που καλύπτει τις στεγαστικές ανάγκες αυτού σύμφωνα με τις διατάξεις του ίδιου άρθρου.»

Σύμφωνα με την πιο πάνω παράγραφο 5 σε κάθε περίπτωση αγοράς από φυσικό πρόσωπο, έγγαμο ή ενήλικο άγαμο, ακινήτου για το οποίο έτυχε απαλλαγής από το φόρο μεταβίβασης ακινήτου ως πρώτη κατοικία, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.1078/1980, για το ποσό μέχρι του οποίου έτυχε της απαλλαγής, δεν επιβάλλεται φόρος άτυπης δωρεάς, αφού οι δωρεές που γίνονται προς τον αγοραστή δεν θεωρούνται δωρεές φορολογικά, και συνεπώς δεν απαιτείται και η υποβολή των οικείων φορολογικών δηλώσεων δωρεάς. (Για την αξία του ακινήτου ή για το καταβληθέν τίμημα που υπερβαίνουν το ποσό της απαλλαγής, επιβάλλεται φόρος άτυπης δωρεάς.) Ακόμη κι αν οι φορολογούμενοι υποβάλουν δηλώσεις φόρου δωρεάς για όλο το ποσό του καταβληθέντος τιμήματος ή της αξίας του αγοραζόμενου ακινήτου, το κατά τα πιο πάνω απαλλασσόμενο ποσό δεν θα θεωρηθεί δωρεά και δεν θα επιβληθεί ο οικείος φόρος ούτε θα συνυπολογισθεί σε τυχόν μεταγενέστερες δωρεές του ίδιου δωρητή προς τον ίδιο δωρεοδόχο ή στην κληρονομιά αυτού. Η ρύθμιση αυτή αφορά τις περιπτώσεις δωρεών που γίνονται (και επομένως αγορών που πραγματοποιούνται) μετά τη 17-11-1999.

Σύμφωνα με την ίδια πιο πάνω παράγραφο 5, σε κάθε περίπτωση ανέγερσης οικοδομής από φυσικό πρόσωπο, έγγαμο ή ενήλικο άγαμο, η οποία αποτελεί γι’ αυτό πρώτη κατοικία, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.1078/1980, για την αξία της οικοδομής που αναλογεί στο εμβαδόν που κατά τις διατάξεις του ίδιου αυτού νόμου θεωρείται ότι καλύπτει τις στεγαστικές ανάγκες αυτού και της οικογένειάς του, δεν επιβάλλεται φόρος άτυπης δωρεάς, αφού οι δωρεές που γίνονται προς τον ανεγείροντα δεν θεωρούνται δωρεές φορολογικά, και συνεπώς δεν απαιτείται και η υποβολή των οικείων φορολογικών δηλώσεων δωρεάς. (Για την αξία της οικοδομής ή για τη δαπάνη ανέγερσης αυτής που αναλογούν στο πάνω από το απαλλασσόμενο εμβαδόν αυτής, επιβάλλεται φόρος άτυπης δωρεάς.)

Ακόμη κι αν οι φορολογούμενοι υποβάλουν δηλώσεις φόρου δωρεάς για το συνολικό ποσό της αξίας της οικοδομής ή της πραγματοποιηθείσας δαπάνης, το κατά τα πιο πάνω απαλλασσόμενο ποσό δεν θα θεωρηθεί δωρεά και δεν θα επιβληθεί ο οικείος φόρος ούτε θα συνυπολογισθεί σε τυχόν μεταγενέστερες δωρεές από τον ίδιο δωρητή προς τον ίδιο δωρεοδόχο ή στην κληρονομιά αυτού. Η ρύθμιση αυτή αφορά τις περιπτώσεις δωρεών που γίνονται (και επομένως ανέγερσης οικοδομών που πραγματοποιούνται) μετά τη 17-11-1999.

Συνοψίζοντας, για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 5, αφενός λαμβάνονται υπόψη οι διατάξεις περί απόκτησης πρώτης κατοικίας του ν.1078/1980 (χορήγηση/προϋποθέσεις απαλλαγής) και αφετέρου δεν απαιτείται για τα ποσά της δωρεάς η υποβολή των οικείων φορολογικών δηλώσεων (σχετ. ΠΟΛ.1256/21.12.1999).

3. Με την παράγραφο 21 του άρθρου 25 του ν.3842/2010 (ΦΕΚ 58Α΄) καταργήθηκε η παράγραφος 5 από 23/4/2010. Η παράγραφος 4 εξακολουθεί να ισχύει. Συνεπώς, για τις δωρεές/γονικές παροχές που γίνονται για την αγορά/ανέγερση πρώτης κατοικίας από 23/4/2010, υποβάλλονται οι οικείες φορολογικές δηλώσεις και επιβάλλεται αυτοτελώς ο αντίστοιχος φόρος (με συντελεστές 10, 20 ή 40%) ανάλογα με τα βαθμό συγγένειας δωρητή και δωρεοδόχου. Ως αξία για την επιβολή του φόρου της άτυπης δωρεάς λαμβάνεται η μεγαλύτερη μεταξύ αντικειμενικής και τιμήματος για την περίπτωση αγοράς ακινήτου, ενώ για την ανέγερση οικοδομής λαμβάνεται η μεγαλύτερη μεταξύ αντικειμενικής και συνολικής δαπάνης που πραγματοποιήθηκε, όπως αυτή προκύπτει από τα νόμιμα παραστατικά.

ΙΙ. Νέα ρύθμιση άρθρου 8 παρ.1 Ν.3899/2010

Με τις διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του ν.3899/2010 θεσπίζεται απαλλαγή από το φόρο για τις δωρεές ή γονικές παροχές χρηματικών ποσών, που συνιστώνται αποκλειστικά για την αγορά η ανέγερση πρώτης κατοικίας από ενήλικο, για τις οποίες (αγορά/ανέγερση) η δαπάνη που πραγματοποιείται (από 17/12/2010 μέχρι και 31/12/2012) δεν λαμβάνεται για τον υπολογισμό του φορολογητέου εισοδήματος (απαλλαγή από το «πόθεν έσχες») σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης γ του άρθρου 17 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος. Η παράγραφος 4 της ενότητας Α του άρθρου 34 (που αφορά στην αξία επί της οποίας επιβάλλεται ο φόρος δωρεάς/γονικής παροχής στις περιπτώσεις στις οποίες δεν ισχύει η απαλλαγή) εξακολουθεί να ισχύει.

Από τη διατύπωση της διάταξης προκύπτει ότι για την εφαρμογή αυτής:

– Οι δωρεές/γονικές παροχές πρέπει να έχουν ως αντικείμενο χρηματικά ποσά.

– Δεν προβλέπεται απαλλαγή από την υποχρέωση υποβολής της οικείας φορολογικής δήλωσης παρά μόνο απαλλαγή από το φόρο. Συνεπώς, θα υποβάλλονται οι οικείες δηλώσεις και θα ζητείται απαλλαγή από το φόρο. Εφόσον δεν παρέχεται πλήρης απαλλαγή από το φόρο δωρεάς/γονικής παροχής (λόγω ποσού ή επιφάνειας), το μη απαλλασσόμενο ποσό της δωρεάς/γονικής παροχής υπόκειται αυτοτελώς στον οικείο φόρο (με συντελεστές 10, 20 ή 40%).
Υπενθυμίζεται ότι για τα ποσά που φορολογούνται αυτοτελώς δεν ισχύει ο συνυπολογισμός.
Κατά το στάδιο της υποβολής της δήλωσης φόρου δωρεάς/γονικής παροχής (η οποία υποβάλλεται μόνο από τον υπόχρεο σε φόρο ή από νόμιμα εξουσιοδοτημένο από αυτόν πρόσωπο), εφόσον ζητείται απαλλαγή, προσκομίζονται στοιχεία από τα οποία προκύπτει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις του νόμου (σύμφωνα με τα πιο κάτω αναλυόμενα). Αν δεν προκύπτει η συνδρομή των προϋποθέσεων αυτών από τα προσκομιζόμενα στοιχεία, η δήλωση παραλαμβάνεται και καλείται επί αποδείξει ο υπόχρεος, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 69 του Κώδικα, να προσκομίσει αυτά σε εύλογη προθεσμία. Παρελθούσης άπρακτης της προθεσμίας, επιβάλλεται ο οικείος φόρος χωρίς απαλλαγή. Σημειώνεται ότι η προσκόμιση στοιχείων από τα οποία προκύπτει η δυνατότητα του δωρητή να προβεί σε δωρεά δεν είναι απαραίτητη κατά το στάδιο της παραλαβής της δήλωσης φόρου δωρεάς.
Τούτο μπορεί να διαπιστωθεί σε οποιοδήποτε – μεταγενέστερο – στάδιο ελέγχου της υπόθεσης.

– Οι δωρεές/γονικές παροχές πρέπει να συνιστώνται προκειμένου να καλυφθεί η δαπάνη αγοράς ή ανέγερσης πρώτης κατοικίας κατά τα αναφερόμενα πιο κάτω δηλαδή με τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στον ΚΦΕ. Δεν υπάγονται συνεπώς στην απαλλακτική διάταξη οι δωρεές/γονικές παροχές που συνιστώνται για την εξόφληση δανείου (ή δόσεων αυτού) που είχε λάβει ο φορολογούμενος, προκειμένου να προβεί στην αγορά/ανέγερση, δεδομένου ότι δεν προβλέπεται αντίστοιχη απαλλαγή αυτού από το «πόθεν έσχες» μετά την ισχύ του ν.3842/2010.

– Υποβάλλεται δήλωση φόρου δωρεάς/γονικής παροχής (και συνεπώς επιβάλλεται φόρος ή ισχύει απαλλαγή από αυτόν ανάλογα) όταν συνιστάται δωρεά/γονική παροχή για την αγορά/ανέγερση ακινήτων. Αν ο αγοραστής/ανεγείρων καλύπτει τη δαπάνη αγοράς/ανέγερσης (ή μέρος αυτής) από τα εισοδήματά του και δεν συνιστάται δωρεά προς αυτόν, δεν υποβάλλεται και η αντίστοιχη δήλωση.

– Η δαπάνη για την αγορά/ανέγερση πρώτης κατοικίας καθώς και η δωρεά/γονική παροχή για την κάλυψη αυτής πρέπει να πραγματοποιείται στο χρονικό διάστημα από 17/12/2010 (ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου στην εφημερίδα της Κυβερνήσεως) μέχρι και 31/12/2012. Εφόσον η δαπάνη ή η δωρεά/γονική παροχή έγινε πριν την ισχύ του παρόντος νόμου (π.χ. συμβόλαιο αγοράς/ανέγερση) πριν τη 17/12/2010, για τα ποσά της δωρεάς/γονικής παροχής επιβάλλεται ο οικείος φόρος (10, 20 ή 40%) αντίστοιχα που οφείλεται κατά τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 44 του Κώδικα Φορολογίας Κληρονομιών, Δωρεών, Γονικών Παροχών, ανεξάρτητα από το χρόνο υποβολής της οικείας δήλωσης (πριν ή μετά τη 17/12/2010). Αν η δαπάνη καταβάλλεται τμηματικά (π.χ. εξόφληση τιμήματος σε δόσεις ή τιμολόγια ανέγερσης οικοδομής σε διάφορα χρονικά σημεία), απαλλάσσονται από το φόρο μόνο οι δωρεές/γονικές παροχές που συνιστώνται για την κάλυψη δαπανών που γίνονται στο χρονικό διάστημα από 17/12/2010 μέχρι και 31/12/2012.

Παράδειγμα : Συμβόλαιο αγοράς διαμερίσματος 100 τ.μ. αξίας 180.000 ευρώ στις 2/5/2010. Καταβολή του τιμήματος σε 3 δόσεις: α΄ δόση 60.000 ευρώ στις 2/5/2010, β΄ δόση 60.000 ευρώ στις 2/1/2011 και γ΄ δόση 60.000 ευρώ στις 2/6/2011. Για τις δωρεές που έγιναν για την α΄ δόση οφείλεται φόρος δωρεάς, ενώ για τις δωρεές που έγιναν/θα γίνουν από 17/12/2010 για τη β΄ και γ΄ δόση ισχύει απαλλαγή από το φόρο δωρεάς.

– Η απαλλαγή παρέχεται για τη δαπάνη που πραγματοποιείται για την αγορά ή ανέγερση πρώτης κατοικίας, εφόσον η επιφάνεια αυτής δεν υπερβαίνει τα 120 τ.μ. και η συνολική αξία της δαπάνης το ποσό των 200.000 ευρώ. Αν η αξία της οικοδομής υπερβαίνει το ποσό των 200.000 ευρώ, παρέχεται απαλλαγή για τη μέχρι του ποσού των 200.000 ευρώ δαπάνη. Αν η επιφάνεια της οικοδομής υπερβαίνει τα 120 τ.μ., παρέχεται απαλλαγή για τη δαπάνη που αντιστοιχεί στην επιφάνεια των 120 τ.μ.. Αν συντρέχουν και οι δύο ανωτέρω προϋποθέσεις (δαπάνη άνω των 200.000 ευρώ και οικοδομή άνω των 120 τ.μ.), παρέχεται απαλλαγή για το μικρότερο από τα δύο αυτά ποσά δαπάνης, δηλαδή απαλλάσσεται το μικρότερο, κατά περίπτωση ποσό μεταξύ της δαπάνης μέχρι τα 200.000 ευρώ και της δαπάνης που αντιστοιχεί στην επιφάνεια μέχρι τα 120 τ.μ.. Τονίζεται ιδιαίτερα ότι το συνολικό ποσό της δαπάνης δεν πρέπει να υπερβαίνει τα πιο πάνω όρια, ανεξάρτητα αν η δαπάνη πραγματοποιείται μέσα στο ίδιο ή σε διαφορετικό έτος

Παράδειγμα 1: Αγορά διαμερίσματος 120 τ.μ. αξίας 250.000 ευρώ. Ο αγοραστής απαλλάσσεται από το φόρο δωρεάς για αξία 200.000 ευρώ. Η δήλωση φόρου δωρεάς θα υποβληθεί για το συνολικό ποσό των 250.000 ευρώ (εφόσον για ολόκληρο το τίμημα έγινε δωρεά προς τον αγοραστή) και θα υπαχθεί σε φόρο για τις 50.000 ευρώ.

Παράδειγμα 2: Αγορά διαμερίσματος 150 τ.μ. αξίας 200.000 ευρώ. Ο αγοραστής απαλλάσσεται από το φόρο δωρεάς για το ποσό που αναλογεί στα120 τ.μ.
στα 150 τ.μ. αναλογεί αξία 200.000 €
στα 120 τ.μ. αναλογεί αξία Χ; €
Χ=200.000χ120/150=160.000€

Άρα ο αγοραστής απαλλάσσεται για αξία 160.000 ευρώ.

Παράδειγμα 3: Αγορά διαμερίσματος 150 τ.μ. αξίας 350.000 ευρώ.
στα 150 τ.μ. αναλογεί αξία 350.000 €
στα 120 τ.μ. αναλογεί αξία Χ; €
Χ=350.000χ120/150=280.000€

Άρα ο αγοραστής απαλλάσσεται από το φόρο δωρεάς για αξία 200.000 ευρώ, δεδομένου ότι η αξία που αναλογεί στα 120 τ.μ. (280.000) υπερβαίνει το ανώτατο απαλλασσόμενο των 200.000 ευρώ.

Παράδειγμα 4: Αγορά διαμερίσματος 150 τ.μ. αξίας 205.000 ευρώ.
στα 150 τ.μ. αναλογεί αξία 205.000 €
στα 120 τ.μ. αναλογεί αξία Χ; €
Χ=205.000χ120/150=164.000€

Ο αγοραστής απαλλάσσεται από το φόρο δωρεάς για την αξία των 164.000 ευρώ που αναλογεί στα 120 τ.μ..

Παράδειγμα 5: Αγορά διαμερίσματος 100 τ.μ. Συνολικό τίμημα 250.000 ευρώ. Ο αγοραστής έτυχε πλήρους απαλλαγής από το φ.μ.α. για πρώτη κατοικία, για δε την κάλυψη της δαπάνης έγιναν προς αυτόν γονικές παροχές κατά τις ημερομηνίες εξόφλησης των δόσεων.

Η εξόφληση του τιμήματος γίνεται τμηματικά με καταβολή α΄ δόσης 50.000 ευρώ το έτος 2009, β΄ δόσης 50.000 ευρώ από 1/1/2010 μέχρι και 22/4/2010, γ΄ δόσης 50.000 ευρώ από 23/4/2010 μέχρι και 16/12/2010, και δ΄ δόσης 100.000 ευρώ από 17/12/2010.

Ο αγοραστής απαλλάσσεται από το φόρο γονικής παροχής για τις α΄ και β΄ δόσεις. Οφείλει φόρο γονικής παροχής για τη γ΄ δόση. Για τη δ΄ δόση, θα υποβάλει δήλωση για το συνολικό ποσό των 100.000 ευρώ, θα τύχει απαλλαγής για τις 50.000 ευρώ και θα φορολογηθεί με συντελεστή 10% για το πέραν των 200.000 ευρώ συνολικό ποσό δαπάνης, δηλαδή για 50.000 ευρώ (φόρος 5.000 ευρώ).

– Η δαπάνη πρέπει να πραγματοποιείται από ενήλικο που έχει υποχρέωση υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος στην Ελλάδα. Συνεπώς, δικαιούχοι της απαλλαγής από το φόρο δωρεάς/γονικής παροχής μπορεί να είναι και αλλοδαποί ή κάτοικοι εξωτερικού που αποκτούν/ανεγείρουν πρώτη κατοικία (κατά την έννοια που ορίζεται πιο κάτω) στην Ελλάδα.

– Το αγοραζόμενο/ανεγειρόμενο ακίνητο πρέπει να αποκτάται κατά πλήρη κυριότητα και όχι κατά ψιλή κυριότητα ή επικαρπία.

– Η δαπάνη για την αγορά/ανέγερση κατοικίας περιλαμβάνει και το ποσό που αναλογεί σε λοιπούς βοηθητικούς χώρους (αποθήκες, θέσεις στάθμευσης κ.λπ. όπως αναφέρονται πιο πάνω στη παρούσα εγκύκλιο, στο τμήμα αυτής που αναφέρεται στη φορολογία εισοδήματος) μέχρι την εξάντληση των ορίων των 200.000 ευρώ και των 120 τ.μ. αντίστοιχα.

– Για τη χορήγηση της απαλλαγής από το φόρο δωρεάς/γονικής παροχής δεν εξετάζεται αν χορηγήθηκε απαλλαγή από το φόρο μεταβίβασης κατά την αγορά της κατοικίας. Συνεπώς, μπορεί να τύχει απαλλαγής από το φόρο δωρεάς/γονικής παροχής κάποιος που αγοράζει/ανεγείρει κατοικία με τις προϋποθέσεις όμως που θέτει η φορολογία εισοδήματος για την πρώτη κατοικία και όχι η φορολογία κεφαλαίου.

– Οι προϋποθέσεις που θέτει η νομοθεσία για τη φορολογία εισοδήματος για την απόκτηση πρώτης κατοικίας, προκειμένου να ισχύσει η απαλλαγή από το «πόθεν έσχες» είναι διαφορετικές από αυτές που ισχύουν (όπως είπαμε) από αυτές της φορολογίας κεφαλαίου.

Θεωρείται ότι αποκτάται πρώτη κατοικία κατά τις διατάξεις και για την εφαρμογή του κοινοποιούμενου νόμου, εφόσον ο κύριος του ακινήτου, ο σύζυγος αυτού και τα τέκνα τους που τους βαρύνουν κατά τις διατάξεις του άρθρου 7 του ΚΦΕ δεν έχουν δικαίωμα πλήρους κυριότητας ή ισόβιας επικαρπίας ή οίκησης, εξ ολοκλήρου ή επί ιδανικού μεριδίου, σε άλλη κατοικία ή κατοικίες, εφόσον το άθροισμα της συνολικής επιφάνειας που τους αντιστοιχεί υπερβαίνει τα εβδομήντα (70) τ.μ.. Η επιφάνεια αυτή προσαυξάνεται κατά είκοσι (20) τ.μ. για καθένα από τα δύο πρώτα τέκνα και κατά είκοσι πέντε (25) τ.μ. για το τρίτο και καθένα από τα επόμενα τέκνα που βαρύνουν τον υπόχρεο ή τον άλλο σύζυγο. Για τη διαπίστωση της κάλυψης των στεγαστικών αναγκών του φορολογούμενου, κατά τα ανωτέρω, ελέγχεται η περιουσιακή και οικογενειακή κατάσταση αυτού (ακίνητα) και των προστατευόμενων μελών της οικογένειάς του, σύμφωνα με τις υποβαλλόμενες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος.

Παράδειγμα : ο Χ άγαμος που δεν έχει άλλο ακίνητο στην Ελλάδα, αλλοδαπός υπήκοος και κάτοικος εξωτερικού, αγοράζει διαμέρισμα 50 τ.μ. αξίας 150.000 ευρώ και δεν τυγχάνει απαλλαγής από το φ.μ.α.. Εν προκειμένω, ο Χ απαλλάσσεται και από το «πόθεν έσχες» και από το φόρο δωρεάς για τη δωρεά που του έγινε για την κάλυψη της δαπάνης αγοράς.

Τέκνα που βαρύνουν τον κύριο του ακινήτου κατά τις διατάξεις του ΚΦΕ είναι:

– τα ανήλικα άγαμα τέκνα,

– τα ενήλικα άγαμα τέκνα τα οποία δεν έχουν υπερβεί το 25ο έτος της ηλικίας τους και σπουδάζουν σε αναγνωρισμένες σχολές ή σχολεία του εσωτερικού ή εξωτερικού, καθώς και εκείνα τα οποία παρακολουθούν δημόσια ή ιδιωτικά ινστιτούτα επαγγελματικής κατάρτισης στο εσωτερικό. Ειδικά, για τα τέκνα αυτά καθώς και για τα τέκνα που δεν σπουδάζουν, το χρονικό διάστημα κατά το οποίο θεωρούνται προστατευόμενα μέλη παρατείνεται μέχρι και δύο έτη, εφόσον κατά τα έτη αυτά είναι εγγεγραμμένα στα μητρώα ανέργων του Ο.Α.Ε.Δ.

– Τα άγαμα τέκνα τα οποία δεν υπάγονται στην προηγούμενη περίπτωση, εφόσον υπηρετούν τη στρατιωτική τους θητεία.

– Τα τέκνα που είναι άγαμα ή διαζευγμένα ή τελούν σε κατάσταση χηρείας, εφόσον παρουσιάζουν αναπηρία εξήντα επτά τοις εκατό (67%) και πάνω από διανοητική καθυστέρηση ή φυσική αναπηρία.

Παράδειγμα : ο Α, ο οποίος δεν έχει κανένα ακίνητο στην κυριότητά του, αγοράζει διαμέρισμα 50 τ.μ. αξίας 150.000 ευρώ και τυγχάνει απαλλαγής από το φ.μ.α. για την απόκτηση πρώτης κατοικίας. Όμως, ο γιος του Β 20 ετών, φοιτητής, έχει στην κυριότητά του διαμέρισμα 100 τ.μ.. Εν προκειμένω, ο Α δεν απαλλάσσεται ούτε από το «πόθεν έσχες» ούτε από το φόρο δωρεάς για τη δωρεά που του έγινε για την κάλυψη της δαπάνης αγοράς.

Συνεπώς, συνοψίζοντας τα ανωτέρω, προκειμένου να χορηγηθεί απαλλαγή από το φόρο δωρεάς/γονικής παροχής – κατά τις διατάξεις του άρθρου 8 του ν.3899/2010 – για τις δωρεές/γονικές παροχές που συνιστώνται για την αγορά/ανέγερση πρώτης κατοικίας, εξετάζεται η συνδρομή των πιο πάνω προϋποθέσεων.

Ακριβές αντίγραφο
Η προϊσταμένη της Γραμματείας

Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΔΗΜ. ΚΟΥΣΕΛΑΣ