ΠΟΛ.1216/24.9.2013 Κοινοποίηση και ερμηνεία των διατάξεων περί αποσβέσεων των παγίων περιουσιακών στοιχείων των επιχειρήσεων

ΠΟΛ.1216/24.9.2013
Κοινοποίηση και ερμηνεία των διατάξεων περί αποσβέσεων των παγίων περιουσιακών στοιχείων των επιχειρήσεων της παρ. 22 του άρθρου 3 και της περ. ζ της παρ. 1 του άρθρου 28 του Ν.4110/23.1.2013 (ΦΕΚ Α’ 17) « Ρυθμίσεις στη φορολογία εισοδήματος, ρυθμίσεις θεμάτων αρμοδιότητας Υπουργείου Οικονομικών και λοιπές διατάξεις», όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με τις διατάξεις της περ. γ’ της παρ. 5 και της παρ. 6 του άρθρου 38 του Ν. 4141/5.4.2013 ( ΦΕΚ Α’ 81) «Επενδυτικά εργαλεία ανάπτυξης, παροχή πιστώσεων και άλλες διατάξεις», της παρ. 6 της υποπαρ. Δ.2 του άρθρου πρώτου του Ν.4152/9.5.2013 (ΦΕΚ Α’ 107) «Επείγοντα μέτρα εφαρμογής των νόμων 4046/2012, 4093/2012, και 4127/2013» και της παρ. 1 του άρθρου 64 του Ν. 4170/12.7.2013 (ΦΕΚ Α’ 163) «Ενσωμάτωση της Οδηγίας 2011/16/ΕΕ, ρύθμιση θεμάτων της ΕΛ.Τ.Ε., αναμόρφωση Οργανισμού του Ν.Σ.Κ. και άλλες διατάξεις»
Αθήνα, 24 Σεπτεμβρίου 2013

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜ. ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΝ. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ(Δ12)
ΤΜΗΜΑ Γ’- Β’

Ταχ. Δ/νση : Καρ. Σερβίας 10
Τ.Κ.: 101 84, Αθήνα
Πληροφορίες : Δόσης Ελ.
Τηλέφωνο : 210 3375149
FAX : 210 3375001

ΕΠΕΙΓΟΝ

ΠΟΛ 1216/2013
 
ΘΕΜΑ: Κοινοποίηση και ερμηνεία των διατάξεων περί αποσβέσεων των παγίων περιουσιακών στοιχείων των επιχειρήσεων της παρ. 22 του άρθρου 3 και της περ. ζ της παρ. 1 του άρθρου 28 του Ν.4110/23.1.2013 (ΦΕΚ Α’ 17) « Ρυθμίσεις στη φορολογία εισοδήματος, ρυθμίσεις θεμάτων αρμοδιότητας Υπουργείου Οικονομικών και λοιπές διατάξεις», όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με τις διατάξεις της περ. γ’ της παρ. 5 και της παρ. 6 του άρθρου 38 του Ν. 4141/5.4.2013 ( ΦΕΚ Α’ 81) «Επενδυτικά εργαλεία ανάπτυξης, παροχή πιστώσεων και άλλες διατάξεις», της παρ. 6 της υποπαρ. Δ.2 του άρθρου πρώτου του Ν.4152/9.5.2013 (ΦΕΚ Α’ 107) «Επείγοντα μέτρα εφαρμογής των νόμων 4046/2012, 4093/2012, και 4127/2013» και της παρ. 1 του άρθρου 64 του Ν. 4170/12.7.2013 (ΦΕΚ Α’ 163) «Ενσωμάτωση της Οδηγίας 2011/16/ΕΕ, ρύθμιση θεμάτων της ΕΛ.Τ.Ε., αναμόρφωση Οργανισμού του Ν.Σ.Κ. και άλλες διατάξεις».

Αναφορικά με το παραπάνω θέμα, παρέχονται οδηγίες ορθής και ομοιόμορφης εφαρμογής των νέων διατάξεων περί αποσβέσεων των παγίων περιουσιακών στοιχείων ως ακολούθως:

ΓΕΝΙΚΑ:

Με τις διατάξεις της παραγράφου 22 του άρθρου 3 του Ν.4110/2013 (Α’ 17) αντικαταστάθηκε η περίπτωση στ’ της παρ.1 του άρθρου 31 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Κ.Φ.Ε) και τροποποιήθηκε με την παρ.6 του Ν. 4141/2013 (Α’ 81), την παρ. 6 της υποπαρ. Δ.2 του άρθρου πρώτου του Ν. 4152/2013 (A’ 107) και την παρ. 1 του άρθρου 64 του Ν. 4170/2013 (Α’ 163).

Οι διατάξεις αυτές έχουν εφαρμογή, σύμφωνα με την περίπτωση ζ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 28 του Ν. 4110/2013, όπως αντικαταστάθηκε με την περ.γ’ της παρ. 5 του άρθρου 38 του Ν. 4141/2013, για δαπάνες αποσβέσεων που πραγματοποιούνται στις διαχειριστικές περιόδους που αρχίζουν από την 1η Ιανουαρίου 2013 και μετά.

Επομένως, οι συντελεστές αυτοί εφαρμόζονται για τον υπολογισμό των αποσβέσεων όλων των πάγιων περιουσιακών στοιχείων των επιχειρήσεων ανεξάρτητα του χρόνου απόκτησης των παγίων αυτών είτε αυτά αποκτήθηκαν πριν από την 01/01/2013 είτε μετά την ημερομηνία αυτή, με την προϋπόθεση ότι οι αποσβέσεις αφορούν στις διαχειριστικές περιόδους που αρχίζουν από την 1η Ιανουαρίου 2013 και μετά.

Είναι αυτονόητο ότι στην περίπτωση που κατά την 01/01/2013 κάποια επιχείρηση βρίσκεται σε διαχειριστική περίοδο η οποία έχει αρχίσει πριν την 01/01/2013 και θα κλείσει την διαχειριστική της αυτή περίοδο μετά την 01/01/2013, για τον υπολογισμό των αποσβέσεων των παγίων της θα έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του Π.Δ. 299/2003 αποκλειστικά για τη χρήση αυτή και οι νέες διατάξεις θα εφαρμοστούν από την επόμενη περίοδο.

Προσοχή: Ανεξάρτητα από τα παραπάνω, σας γνωρίζουμε ότι με το άρθρο 24 του Ν.4172/2013 καθορίζεται εκ νέου ο τρόπος και οι συντελεστές απόσβεσης των παγίων περιουσιακών στοιχείων των επιχειρήσεων και σύμφωνα με το άρθρο 72 του ιδίου νόμου, οι νέες διατάξεις περί αποσβέσεων του νόμου αυτού θα ισχύουν για φορολογικές περιόδους που κλείνουν από την 1/1/2014 και μετά.

Συνεπώς, όσα αναφέρονται στην παρούσα εγκύκλιο δεν είναι απολύτως σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.4172/2013 και συνεπώς θα εκδοθεί από την υπηρεσία μας νέα εγκύκλιος για την ανάλυση των διατάξεων του άρθρου 24 του νόμου αυτού.

ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΑ:

Με τις νέες διατάξεις επέρχονται ουσιώδεις μεταβολές στον τρόπο απόσβεσης των πάγιων περιουσιακών στοιχείων των επιχειρήσεων των οποίων η διαχειριστική περίοδος αρχίζει την 1/1/2013 και κλείνει την 31/12/2013. Η ανάλυση αυτών των αλλαγών καθώς και η ερμηνεία αυτών των νέων διατάξεων της περ. στ’ της παρ. 1 του άρθρου 31 του Κ.Φ.Ε, έχει ως εξής:

1. Με την υποπερ. αα’ της περ. στ’ της παρ. 1 του άρθρου 31 του Κ.Φ.Ε, ορίζεται ότι αποσβέσιμο πάγιο περιουσιακό στοιχείο είναι το λειτουργικό ή μη λειτουργικό, ενσώματο ή άυλο πάγιο στοιχείο, που αποκτάται από την οικονομική μονάδα για διαρκή παραγωγική χρήση και έχει ωφέλιμη διάρκεια ζωής περιορισμένη, αλλά μεγαλύτερη από ένα έτος.

2. Με την υποπερ. ββ’ της ίδιας περίπτωσης, ορίζεται ότι η διενέργεια των αποσβέσεων για κάθε έτος με τους καθορισθέντες νέους συντελεστές αποσβέσεων της υποπερ. γγ’ είναι υποχρεωτική. Υπόχρεες είναι οικονομικές μονάδες, οι οποίες έχουν στην κυριότητά τους πάγια περιουσιακά στοιχεία, ανεξαρτήτως αν τα χρησιμοποιούν οι ίδιες ή τα εκμισθώνουν ή τα εκμεταλλεύονται με οποιοδήποτε τρόπο.

Επομένως, ανεξάρτητα από την ύπαρξη ή μη κερδών, οι αποσβέσεις για τα πάγια περιουσιακά στοιχεία πρέπει να διενεργούνται, και μάλιστα με τους συντελεστές που έχουν θεσπιστεί για το σκοπό αυτό, και να βαρύνουν τα αποτελέσματα κάθε διαχειριστικής περιόδου.

Σε περίπτωση, που διενεργηθούν αποσβέσεις αλλά με συντελεστή μεγαλύτερο από τον προβλεπόμενο, οι επιπλέον αποσβέσεις δεν αναγνωρίζονται φορολογικά και οι επιχειρήσεις υποχρεούνται με την υποβολή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος να αναμορφώσουν τα προκύψαντα αποτελέσματα με την προσθήκη αυτών ως λογιστική διαφορά, ενώ σε αντίθετη περίπτωση, αν δεν διενεργηθούν ή διενεργηθούν με συντελεστή μικρότερο από τον προβλεπόμενο, η επιχείρηση χάνει το δικαίωμα να πραγματοποιήσει στο μέλλον τις αποσβέσεις που όφειλε να διενεργήσει και δεν διενήργησε.

3. Με το πρώτο εδάφιο της υποπερ. γγ’ της ίδιας περίπτωσης, ορίζεται ότι οι αποσβέσεις διενεργούνται με τη σταθερή μέθοδο απόσβεσης επί της αξίας των πάγιων περιουσιακών στοιχείων των επιχειρήσεων. Δηλαδή, με την εφαρμογή επί της αξίας κτήσης εκάστου πάγιου περιουσιακού στοιχείου προσαυξημένης με τις τυχόν δαπάνες προσθηκών και βελτιώσεων, του νέου ετήσιου σταθερού συντελεστή απόσβεσης, όπως ορίζεται στην υποπερ. γγ’ της ίδιας περίπτωσης στ’.

4. Με τα επόμενα εδάφια της ίδιας υποπερ. γγ’ καθορίζονται οι νέοι συντελεστές απόσβεσης ανά πάγιο περιουσιακό στοιχείο και κλάδο οικονομικής δραστηριότητας, σύμφωνα με την ταξινόμηση NACE rev2, αρχικά για όλους τους κλάδους επιχειρήσεων και κατόπιν κατά παρέκκλιση για συγκεκριμένα πάγια ή συγκεκριμένες δραστηριότητες, οι οποίοι έχουν ως εξής:

α. Για όλους τους κλάδους :

Εδαφικές εκτάσεις, μηδέν τοις εκατό (0%)
Κτιριακές εγκαταστάσεις, γραφεία, οικίες, βιομηχανοστάσια, αποθήκες, σταθμοί, μη κτιριακές εγκαταστάσεις και ειδικές εγκαταστάσεις, κατασκευές, εξοπλισμός και ειδικά οχήματα φορτοεκφόρτωσης, τέσσερα τοις εκατό (4%)
Μηχανήματα, εξοπλισμός (εκτός Η/Υ και λογισμικού), μέσα μεταφοράς ατόμων, άυλα στοιχεία, δικαιώματα, έξοδα πολυετούς απόσβεσης και λοιπά πάγια στοιχεία, δέκα τοις εκατό (10%)
Εξοπλισμός Η/Υ (κύριος και περιφερειακός) και λογισμικό, είκοσι τοις εκατό (20%)
Μέσα μεταφοράς φορτίων, δώδεκα τοις εκατό (12%)

β. Κατά παρέκκλιση των ανωτέρω:

Εδαφικές εκτάσεις για τον τομέα Β (Ορυχεία – Λατομεία), πλην του Β.09 (Υποστηρικτικές δραστηριότητες εξόρυξης), πέντε τοις εκατό (5%). Μέσα μεταφοράς ατόμων για τους τομείς Ν77.11 (Ενοικίαση και εκμίσθωση αυτοκινήτων και ελαφρών μηχανοκίνητων οχημάτων) και 085 (Εκπαίδευση), και μέσα μεταφοράς φορτίων για τον τομέα Ν77.12 (Ενοικίαση και εκμίσθωση φορτηγών), είκοσι τοις εκατό (20%).
Λοιπά μέσα μεταφοράς για τους τομείς Η49.1 (Υπεραστικές σιδηροδρομικές μεταφορές επιβατών), Η49.2 (Σιδηροδρομικές μεταφορές εμπορευμάτων), Η50 (Πλωτές μεταφορές) και Η51 (Αεροπορικές μεταφορές) – Για τρένα, πλοία και πλωτά μέσα και αεροσκάφη, αντιστοίχως, πέντε τοις εκατό (5%).

Από τον παραπάνω καθορισμό των νέων συντελεστών απόσβεσης, προκύπτει ότι εάν κάποιο πάγιο δεν περιλαμβάνεται σ’ αυτόν, ο συντελεστής απόσβεσης αυτού θα είναι εκείνος των «λοιπών πάγιων στοιχείων» δηλαδή δέκα τοις εκατό (10%) για όλους τους κλάδους επιχειρήσεων και όχι εκείνος που τυχόν προκύπτει από την ωφέλιμη διάρκεια ζωής του παγίου αυτού.

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να τονισθεί ότι δεν πρέπει να γίνεται καταχρηστική εφαρμογή του συντελεστή απόσβεσης 10% των «λοιπών πάγιων στοιχείων» κάθε φορά που διαπιστώνεται ότι κάποια πάγια δεν περιγράφονται επακριβώς στον πίνακα των προβλεπόμενων νέων συντελεστών απόσβεσης. Π.χ. για τα αιολικά πάρκα και τις φωτοβολταϊκές μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας δεν πρέπει να χρησιμοποιηθεί ο παραπάνω συντελεστής 10% για την απόσβεσή τους, αλλά ο ορθός συντελεστής 4% για τις «μη κτιριακές εγκαταστάσεις»

Επιπλέον, οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 9 του ν. 1809/1988 (ΦΕΚ Α’ 222) δεν θίγονται από τις νέες κοινοποιούμενες διατάξεις. Επομένως, για την απόσβεση των φορολογικών μηχανισμών αυτού του νόμου δεν έχουν εφαρμογή οι σχετικές νέες διατάξεις περί αποσβέσεων αλλά οι ως άνω διατάξεις αυτού του νόμου.

5. Με την υποπερ. δδ’ ορίζεται ότι ο υπολογισμός των αποσβέσεων γίνεται σε ετήσια βάση και δεν επιτρέπεται η μεταφορά αποσβενόμενων ποσών μεταξύ οικονομικών χρήσεων. Για τα νέα πάγια περιουσιακά στοιχεία η απόσβεση αρχίζει από το μήνα κατά τον οποίο αυτά άρχισαν να χρησιμοποιούνται ή τέθηκαν σε λειτουργία και υπολογίζεται σε τόσα δωδέκατα, όσοι και οι μήνες μέχρι το τέλος της διαχειριστικής περιόδου.

Επομένως, αν κάποιο πάγιο κατά τη διάρκεια της διαχειριστικής περιόδου χρησιμοποιηθεί ή λειτουργήσει για χρονικό διάστημα μικρότερο από δώδεκα (12) μήνες (π.χ. επειδή αγοράστηκε και τέθηκε σε λειτουργία τον 3° μήνα της 12μηνης διαχειριστικής περιόδου ή επειδή πουλήθηκε το 10° μήνα της 12μηνης διαχειριστικής περιόδου), οι αποσβέσεις που θα υπολογιστούν γι’ αυτό με τον προβλεπόμενο συντελεστή θα περιοριστούν στα 10/12 των ετήσιων αποσβέσεων.

Σημειώνεται, ότι στο χρονικό διάστημα χρησιμοποίησης ή λειτουργίας του πάγιου περιλαμβάνεται και ο μήνας που αυτό άρχισε να χρησιμοποιείται ή να λειτουργεί, χωρίς να ενδιαφέρει ο αριθμός των ημερών που χρησιμοποιήθηκε ή λειτούργησε το μήνα αυτό.

Όσον αφορά τα πάγια περιουσιακά στοιχεία τα οποία δεν χρησιμοποιούνται παραγωγικά για τις ανάγκες της βασικής επαγγελματικής δραστηριότητας της επιχείρησης, ούτε και για τις τυχόν παρεπόμενες ασχολίες της, δηλαδή εκείνα τα οποία έχουν τεθεί εκτός εκμετάλλευσης (ή σε αδράνεια), γι’ αυτά και για το χρονικό διάστημα που είναι εκτός εκμετάλλευσης δεν θα υπολογίζονται αποσβέσεις, δεδομένου ότι δεν μπορεί να δικαιολογηθεί απόσβεση αυτών λόγω μη ύπαρξης λειτουργικής φθοράς τους. Κατά τον χρόνο που θα αρχίσει πάλι η παραγωγική τους λειτουργία, συνεχίζονται να διενεργούνται οι αποσβέσεις έως την πλήρη απόσβεσή τους.

Ειδικά στα πάγια τα οποία λόγω της παραγωγικής διαδικασίας λειτουργούν περιοδικά, δηλαδή για μεγάλα χρονικά διαστήματα διακόπτεται η λειτουργία τους, ανάλογα με τα δημιουργούμενα αποθέματα και επανατίθενται σε λειτουργία όταν η αγορά απορροφήσει τα αποθέματα αυτά, οι αποσβέσεις υπολογίζονται κανονικά, επειδή τα μηχανήματα αυτά κατά το χρόνο διακοπής της λειτουργίας τους είναι συνδεδεμένα στο χώρο τους και πάντα σε ετοιμότητα να λειτουργήσουν.

Τέλος, για τα πάγια περιουσιακά στοιχεία των επιχειρήσεων που λειτουργούν εποχιακά, δηλαδή των επιχειρήσεων που λειτουργούν συγκεκριμένους μήνες κάθε διαχειριστικής περιόδου (π.χ. ξενοδοχειακές, τυποποίησης αγροτικών προϊόντων κλπ), θα υπολογίζονται αποσβέσεις για όλους τους μήνες της διαχειριστικής χρήσης, δεδομένου ότι η μη χρησιμοποίηση των παγίων τους για όλους τους μήνες της διαχειριστικής χρήσης οφείλεται στον τρόπο λειτουργίας τους και δεν είναι επιλογή των επιχειρήσεων.

6.Με το α’ εδάφιο της υποπερ. εε’ ορίζεται ότι οι αποσβέσεις που διενεργούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, δεν δύνανται να υπερβούν την αξία κτήσης ή την αναπροσαρμοσμένη αξία του αποσβεστέου πάγιου περιουσιακού στοιχείου.

Επομένως, η διενέργεια αποσβέσεων για κάποιο πάγιο διακόπτεται από τη στιγμή που το σύνολο των αποσβέσεων που έχουν διενεργηθεί γι’ αυτό γίνει ίσο με την αποσβεστέα αξία του (μείον ένα λεπτό), χωρίς να ενδιαφέρει αν αυτό εξακολουθεί να χρησιμοποιείται παραγωγικά από την επιχείρηση.

7. Με το δεύτερο και τρίτο εδάφιο της υποπερ. εε’ της ίδιας περίπτωσης, αυξάνεται από χίλια διακόσια (1.200) ευρώ σε χίλια πεντακόσια (1.500) ευρώ, η αξία κτήσης κάθε πάγιου στοιχείου που δυνητικά μπορεί να αποσβεσθεί εξ ολοκλήρου μέσα στη χρήση κατά την οποία αυτό χρησιμοποιήθηκε ή τέθηκε σε λειτουργία.

Δηλαδή, η εφάπαξ απόσβεση των εν λόγω παγίων δεν είναι υποχρεωτική αλλά δυνητική. Η ως άνω αξία δύναται να αναπροσαρμόζεται ανά πενταετία από την έναρξη ισχύος της παρούσης διάταξης, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και σε ποσοστό που δεν θα υπερβαίνει την αντίστοιχη για την ίδια περίοδο μεταβολή του Δείκτη Τιμών Παραγωγού στη Βιομηχανία (Κλάδος 055 – «Ενδιάμεσα και Κεφαλαιουχικά Αγαθά»), όπως ανακοινώνεται από την ΕΛ.ΣΤΑΤ. Συνεπώς κάθε πάγιο περιουσιακό στοιχείο του οποίου η αξία κτήσης είναι μέχρι χίλια πεντακόσια (1.500) ευρώ, μπορεί να αποσβεστεί είτε εφάπαξ στην διαχειριστική χρήση που χρησιμοποιήθηκε ή τέθηκε σε λειτουργία, είτε τμηματικά με βάση το συντελεστή απόσβεσης της υποπερ. γγ’.

Σημειώνεται ότι η επιλογή της εφάπαξ ή της τμηματικής απόσβεσης αφορά κάθε πάγιο ξεχωριστά, πράγμα που σημαίνει ότι οι επιχειρήσεις έχουν τη δυνατότητα ορισμένα από τα ίδια πάγια (αξίας κτήσης το καθένα μέχρι 1.500 ευρώ) να τα αποσβένουν εφάπαξ στη συγκεκριμένη διαχειριστική περίοδο και άλλα να τα αποσβένουν τμηματικά σύμφωνα με τα ανωτέρω. Διευκρινίζεται ότι η αξία των παγίων αυτών δεν μπορεί να καταχωρηθεί σε λογαριασμό εξόδου, αλλά καταχωρείται στον οικείο λογαριασμό παγίου.

8. Με την υποπερ. στστ’ της ίδιας περίπτωσης ορίζεται ότι ειδικά οι επιχειρήσεις που μέχρι 31.12.2012 χρησιμοποιούσαν τη φθίνουσα μέθοδο απόσβεσης, όπως αυτή ορίζεται στο Π.Δ. 299/2003 ( Α’255 ) και κατά την ως άνω ημερομηνία είχαν αποσβέσει περισσότερο από 50% της αρχικής αξίας του πάγιου περιουσιακού στοιχείου, υποχρεούνται να μεταβούν στην σταθερή μέθοδο απόσβεσης και στους νέους συντελεστές απόσβεσης της υποπερ. γγ’. Στις υπόλοιπες περιπτώσεις που εφαρμόστηκε η φθίνουσα μέθοδος με το Π.Δ. 299/2003, αλλά οι αποσβέσεις μέχρι την 31.12.2012 δεν είχαν υπερβεί το 50% της αρχικής αξίας του πάγιου περιουσιακού στοιχείου, οι επιχειρήσεις αυτές δύνανται να επιλέξουν τη διατήρηση του τρέχοντος καθεστώτος, δηλαδή τη φθίνουσα μέθοδο μέχρι τη χρήση που η απόσβεση θα υπερβεί το 50% της αξίας του πάγιου περιουσιακού στοιχείου, οπότε και αυτές μεταβαίνουν στη σταθερή μέθοδο.

Κατά τη διάρκεια της μεταβατικής αυτής περιόδου, οι επιχειρήσεις θα χρησιμοποιούν τους συντελεστές απόσβεσης της υποπερ. γγ’, πολλαπλασιαζόμενους με συντελεστή δύο (2).

Οι επιχειρήσεις αυτές αντί της παραμονής τους στη φθίνουσα μέθοδο μέχρι συμπλήρωσης του 50 %, δύνανται από 01/01/2013 να εφαρμόσουν απευθείας τη σταθερή μέθοδο με τους συντελεστές της υποπερ. γγ’.

9. Με το πρώτο εδάφιο της υποπερ. ζζ’ της ίδιας περίπτωσης ειδικά οι νέες επιχειρήσεις, δύνανται για τις τρεις (3) πρώτες διαχειριστικές περιόδους να διενεργούν αποσβέσεις με μηδενικό συντελεστή για όλα τα πάγια περιουσιακά στοιχεία.

Επομένως, προβλέπεται ότι οι νέες επιχειρήσεις, κατά τις τρεις (3) πρώτες διαχειριστικές περιόδους, με πρώτη εκείνη εντός της οποίας άρχισε η παραγωγική λειτουργία τους και για όλα τα πάγια περιουσιακά στοιχεία τους, έχουν τη δυνατότητα να μη διενεργούν καθόλου αποσβέσεις. Από την τέταρτη διαχειριστική περίοδο και μετά, θα υπολογισθούν αποσβέσεις κανονικά και για όλα τα πάγια ανεξάρτητα από τη χρήση της εν λόγω τριετίας που αποκτήθηκαν τα πάγια αυτά. Τονίζεται ότι η επιλογή της μη διενέργειας, αφορά αφενός, όλα τα πάγια περιουσιακά στοιχεία (δηλαδή, είτε δεν θα διενεργηθούν αποσβέσεις για κανένα πάγιο περιουσιακό στοιχείο είτε θα διενεργηθούν για όλα) και αφετέρου, σε όλες τις τρεις (3) αυτές χρήσεις (δηλαδή, η επιχείρηση δεν θα διενεργήσει αποσβέσεις ή θα διενεργήσει και στις τρεις (3) πρώτες χρήσεις). Τα παραπάνω δεν είναι υποχρεωτικά εφαρμοστέα από τις νέες επιχειρήσεις. Συνεπώς, εφόσον αυτές το επιθυμούν, δύνανται να διενεργούν αποσβέσεις επί των πάγιων περιουσιακών στοιχείων τους κατά τις τρεις (3) ως άνω διαχειριστικές περιόδους, σύμφωνα με τις νέες διατάξεις.

Τονίζεται ότι η επιλογή της μη διενέργειας ή της διενέργειας αποσβέσεων αφορά αφενός, όλα τα πάγια περιουσιακά στοιχεία (δηλαδή, είτε δεν θα διενεργηθούν αποσβέσεις για κανένα πάγιο περιουσιακό στοιχείο είτε θα διενεργηθούν για όλα με το προβλεπόμενο συντελεστή) και αφετέρου, όλες τις διαχειριστικές περιόδους (δηλαδή η επιχείρηση δεν θα διενεργήσει αποσβέσεις ή θα διενεργήσει τις προβλεπόμενες αποσβέσεις και στις τρεις (3) διαχειριστικές περιόδους).

Για την εφαρμογή των παραπάνω ως νέες επιχειρήσεις θεωρούνται οι ακόλουθες:

i) Εκείνες οι οποίες ιδρύονται από 01/01/2013 και μετά.

ii) Εκείνες οι οποίες έχουν ιδρυθεί πριν από την πιο πάνω ημερομηνία και των οποίων η διαχειριστική περίοδος που αρχίζει από την 01/01/2013 και μετά εμπίπτει στις προαναφερόμενες τρεις (3) πρώτες διαχειριστικές περιόδους.

iii) Εκείνες οι οποίες από 01/01/2013 και μετά ιδρύουν υποκατάστημα.

iv) Εκείνες οι οποίες έχουν ιδρύσει υποκατάστημα πριν από την 01/01/2013 και των οποίων η διαχειριστική περίοδος που αρχίζει από την 01/01/2013 και μετά εμπίπτει στις προαναφερόμενες τρεις (3) πρώτες διαχειριστικές περιόδους.

ν) Εκείνες οι οποίες από 01/01/2013 και μετά ιδρύουν αυτοτελή κλάδο ή αρχίζουν την άσκηση δραστηριότητας με αυτοτελή οργάνωση, χωρίς να ιδρύουν υποκατάστημα. Π.χ. μια βιομηχανική επιχείρηση ιδρύει μια νέα παραγωγική μονάδα η οποία κατασκευάζει προϊόντα όμοια με αυτά που ήδη παράγονται ή νέα προϊόντα ή μια ξενοδοχειακή επιχείρηση ανεγείρει και άλλο ξενοδοχειακό συγκρότημα δίπλα στο ήδη υφιστάμενο ή μια εταιρία κινητής τηλεφωνίας αρχίζει να παρέχει υπηρεσίες σταθερής τηλεφωνίας.

vi) Εκείνες οι οποίες έχουν ιδρύσει αυτοτελή κλάδο ή έχουν αρχίσει την άσκηση δραστηριότητας με αυτοτελή οργάνωση, χωρίς να ιδρύουν υποκατάστημα, πριν από την 01/01/2013 και των οποίων η διαχειριστική περίοδος που αρχίζει από την 01/01/2013 και μετά εμπίπτει στις προαναφερόμενες τρεις (3) πρώτες διαχειριστικές περιόδους.

Στις πιο πάνω περιπτώσεις iii, iv, ν, και vi, οι επιχειρήσεις θεωρούνται νέες μόνον όσον αφορά το υποκατάστημα και τον αυτοτελή κλάδο ή τη νέα δραστηριότητα με αυτοτελή οργάνωση αντίστοιχα, οπότε η επιλογή της μη διενέργειας ή διενέργειας μειωμένων αποσβέσεων θα αφορά μόνο τα πάγια του υποκαταστήματος κλπ.

Όσον αφορά το πότε μια επιχείρηση που έχει προέλθει από συγχώνευση ή μετατροπή θεωρείται “νέα” ή όχι, έχουν εφαρμογή όσα αναφέρονται στην 1051542/10435/Β0012/ΠΟΛ.1122/28.4.1998 διαταγή μας.

10. Ειδικά, στην περίπτωση που κάποια επιχείρηση έκανε χρήση του δικαιώματος της “νέας επιχείρησης” με τις διατάξεις του Π.Δ 299/2003 και κατά την χρήση που αρχίζει την 01/01/2013 δεν ολοκλήρωσε την προβλεπόμενη τριετία, θα υπολογίσει τις αποσβέσεις όλων των παγίων της για τη χρήση που αρχίζει από την ημερομηνία αυτή και μετά με τις νέες διατάξεις, σύμφωνα με τις οποίες οι νέες επιχειρήσεις τις τρείς (3) πρώτες χρήσεις δύνανται να μην υπολογίσουν αποσβέσεις.

Παράδειγμα:

Επιχείρηση Α’ που άρχισε την παραγωγική της λειτουργία το 2011 για την πρώτη χρήση υπολόγισε κανονικά τις αποσβέσεις των παγίων της με βάση τους συντελεστές του Π.Δ. 299/2003 και σαν νέα επιχείρηση αποφάσισε για την τριετία 2012 – 2014 να επιλέξει μηδενικές αποσβέσεις. Η επιχείρηση αυτή το 2013 (τρίτη χρήση της) δύναται να υπολογίσει μηδενικές αποσβέσεις για τελευταία φορά αφού από τη χρήση 2014 (τέταρτη χρήση της) θα πρέπει να υπολογίσει αποσβέσεις κανονικά με τους συντελεστές της υποπερ. γγ’.

11. Περαιτέρω, με το δεύτερο εδάφιο της υποπερίπτωσης αυτής, ορίζεται ότι οι διατάξεις της περίπτωσης στ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Ν.2238/1994, εφαρμόζονται και για τη δαπάνη που καταβάλλει επιχείρηση, για την κατασκευή μη ιδιόκτητου δικτύου σύνδεσης του σταθμού αυτοπαραγωγής ή ανεξάρτητης παραγωγής μέχρι το δίκτυο της ΔΕΗ. Δηλαδή, η επιχείρηση αυτοπαραγωγού ή ανεξάρτητου παραγωγού ηλεκτρικής ενέργειας διενεργεί για το πιο πάνω δίκτυο σύνδεσης αποσβέσεις με βάση τις γενικές διατάξεις, όπως θα διενεργούσε και στην περίπτωση που το δίκτυο διανομής ανήκε στην κυριότητά της (1039524/10326/Β0012/ΠΟΛ.1108/18.4.2001 εγκύκλιος μας).

12. Τέλος, με την υποπερ. ηη’ της ίδιας περίπτωσης παρέχεται η δυνατότητα στον εκμισθωτή (οικοπεδούχο) διενέργειας αποσβέσεων επί της αξίας ακινήτου που έχει ανεγερθεί σε έδαφος κυριότητάς του από τον μισθωτή. Τα ανωτέρω έχουν εφαρμογή για δαπάνες αποσβέσεων που πραγματοποιούνται μόνο στη διαχειριστική περίοδο 2013, ανεξάρτητα από το χρόνο ανέγερσης του ακινήτου.

Ακριβές αντίγραφο
Ο Προϊστάμενος της Γραμματείας   

Ο Γ.Γ. ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΘΕΟΧΑΡΗΣ ΘΕΟΧ.

Ανάλωση κεφαλαίου προηγουμένων ετών.

Αρ. πρωτ.: Δ12Α 1148627 ΕΞ 27.9.2013
Ανάλωση κεφαλαίου προηγουμένων ετών
Αθήνα, 27 Σεπτεμβρίου 2013
Αρ. Πρωτ.: Δ12Α 1148627 ΕΞ2013

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΝ. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ
ΤΜΗΜΑ Α’

Ταχ. Δ/νση : Καρ. Σερβίας 10
Τ.Κ. : 101 84
Πληροφορίες : Μ. Δράγκου
Τηλέφωνο : 210 3375315-7
FAX : 210 3375001

ΘΕΜΑ: Ανάλωση κεφαλαίου προηγουμένων ετών.

Απαντώντας στο 33389/24-9-2013 έγγραφό σας, αναφορικά με το παραπάνω θέμα, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:

1. Με τις διατάξεις του άρθρου 19, παράγραφος 2, περίπτωση ζ΄ του ΚΦΕ, όπως ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με την παράγραφο 7 του άρθρου 3 του ν.3842/2010, για εισοδήματα που αποκτώνται ή δαπάνες που πραγματοποιούνται κατά την περίπτωση από 1-1-2010 και μετά, η προστιθέμενη διαφορά τεκμηρίων καλύπτεται ή περιορίζεται μεταξύ άλλων, με ανάλωση κεφαλαίου που αποδεδειγμένα έχει φορολογηθεί κατά τα προηγούμενα έτη ή νόμιμα έχει απαλλαγεί από το φόρο.

Για τον προσδιορισμό του κεφαλαίου κάθε έτους, από τα πραγματικά εισοδήματα που έχουν φορολογηθεί ή νόμιμα απαλλαγεί από το φόρο τα οποία προκύπτουν από συμψηφισμό των θετικών και αρνητικών στοιχείων αυτών, από τα χρηματικά ποσά, τα οριζόμενα στις περιπτώσεις β’,γ’,δ’,ε’ και στ’ της παραγράφου αυτής (χρηματικά ποσά που δεν θεωρούνται εισόδημα, χρηματικά ποσά που προέρχονται από πώληση περιουσιακών στοιχείων, εισαγωγή χρηματικών κεφαλαίων από το εξωτερικό, δάνεια, δωρεές, γονικές παροχές κτλ) και από οποιαδήποτε άλλο ποσό το οποίο αποδεδειγμένα έχει εισπραχθεί εκπίπτουν οι δαπάνες που προσδιορίζονται στα άρθρα 16 και 17, ανεξάρτητα αν απαλλάσσονται της εφαρμογής των άρθρων αυτών.

Στην περίπτωση που δεν υπάρχουν δαπάνες με βάση το άρθρο 16 ή αν το ποσό τους είναι μικρότερο από τις τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ προκειμένου για άγαμο και πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ προκειμένου για συζύγους, το ποσό που πρέπει να εκπέσει προσδιορίζεται με βάση την κοινωνική, οικονομική και οικογενειακή κατάσταση των φορολογουμένων και τις αποδεδειγμένες δαπάνες διαβίωσής τους και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι κατώτερο των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ και πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ, αντίστοιχα.

Κάθε ποσό που καταβλήθηκε για την απόκτηση αυτών των εσόδων τα μειώνει, προκειμένου αυτά να ληφθούν υπόψη για την κάλυψη ή τον περιορισμό της συνολικής ετήσιας δαπάνης, εκτός αν τα ποσά αυτά έχουν ληφθεί υπόψη κατά τον προσδιορισμό του εισοδήματος του έτους που καταβλήθηκαν και ο φορολογούμενος επικαλείται ανάλωση κεφαλαίου του έτους αυτού (π.χ. τα έσοδα από την πώληση μετοχών ή ακινήτων πρέπει να είναι μειωμένα με το κόστος αγοράς τους αν είχαν αγοραστεί ή με το φόρο δωρεάς αν είχαν αποκτηθεί από δωρεά κ.ο.κ.).

2. Eπισημαίνεται ότι τα έτη αυτά θα πρέπει να είναι συνεχόμενα και να φθάνουν μέχρι το προηγούμενο του κρινόμενου έτους (σχετ. έγγραφα 1087172/1642/Α0012/25.10.2005, 1085447/1986/Α0012/24.10.2006). Το θετικό αλγεβρικό άθροισμα των ετών αυτών θα αποτελέσει το συνολικό κεφάλαιο που σχηματίστηκε αυτά τα έτη. Διευκρινίζεται επίσης ότι αν σε κάποιο έτος προκύψει αρνητικό υπόλοιπο και ο προσδιορισμός του εισοδήματος πραγματοποιηθεί με βάση τα τεκμήρια τότε θεωρείται ότι δεν απομένει κεφάλαιο προς επίκληση για το έτος αυτό (θεωρείται μηδενικό) και δεν επηρεάζει αρνητικά τα θετικά υπόλοιπα των προηγούμενων ετών. Αν όμως σε κάποιο έτος προκύψει αρνητικό υπόλοιπο από δαπάνες των άρθρων 16 και 17 του Κ.Φ.Ε., οι οποίες απαλλάσσονται της εφαρμογής του τεκμηρίου, τότε το έτος αυτό επηρεάζει αρνητικά τα θετικά υπόλοιπα των προηγούμενων ετών (σχετ. έγγραφο Δ12Α 1051611 ΕΞ2013/22-3-2013) .

3. Περαιτέρω, με τις ισχύουσες διατάξεις δεν προβλέπεται χρονικός περιορισμός για την κάλυψη των τεκμηρίων με ανάλωση κεφαλαίου, συνεπώς για την κάλυψη της διαφοράς μπορεί να γίνει επίκληση ανάλωσης κεφαλαίου οσονδήποτε προηγούμενων ετών, εφόσον βέβαια είναι δυνατό να διασταυρωθούν με τα στοιχεία που τηρούνται στη ΔΟΥ οι σχετικοί ισχυρισμοί του φορολογούμενου (σχετ. έγγραφο 1015578/264/Α0012/14.2.2005.)

Ακριβές αντίγραφο
Η Προϊσταμένη της Γραμματείας

Ο ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ
Π. ΜΠΑΛΑΣΚΑΣ

Αρ. πρωτ.: Δ13Β 1113615 ΕΞ 16.7.2013 Διόρθωση συμβολαίου μεταβίβασης ακινήτου ως προς τη θέση και την έκταση

Αρ. πρωτ.: Δ13Β 1113615 ΕΞ 16.7.2013
Διόρθωση συμβολαίου μεταβίβασης ακινήτου ως προς τη θέση και την έκταση
Αθήνα, 16.07.2013
Αρ. Πρωτ.: Δ13Β 1113615 ΕΞ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ
ΤΜΗΜΑ Β΄

Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 8
Ταχ. Κωδ. : 101 84 ΑΘΗΝΑ
Τηλέφωνα: 210 3375 835
FAX: 210 3375 834

ΘΕΜΑ: Διόρθωση συμβολαίου μεταβίβασης ακινήτου ως προς τη θέση και την έκταση.

Σχετ.: Το με αριθ. πρωτ. 8268/12.04.2013 έγγραφό σας.

Σε απάντηση του ως άνω εγγράφου σας, σχετικά με το ανωτέρω θέμα, σας γνωρίζουμε τα εξής:

1.Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 1 και της παρ. 1 του άρθρου 5 του α.ν. 1521/1950, σε κάθε με επαχθή αιτία μεταβίβαση ακινήτου ή εμπραγμάτου δικαιώματος επί ακινήτου, επιβάλλεται φόρος επί της αξίας αυτών, υπόχρεος για την καταβολή του οποίου είναι ο αγοραστής.

Χρόνος γένεσης της φορολογικής υποχρέωσης είναι ο χρόνος σύνταξης του συμβολαίου μεταβίβασης, πριν από την υπογραφή του οποίου οι συμβαλλόμενοι υποχρεούνται να υποβάλουν κοινή δήλωση φ.μ.α. στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. και να καταβάλουν εξ ολοκλήρου τον αναλογούντα φόρο (άρθρα 7 και 8 α.ν. 1521/1950).

2. Επίσης, με τη διάταξη της παρ. 7 του άρθρου 1 του ανωτέρω νόμου ορίζεται ότι η επανάληψη συμβολαίου μεταξύ των αυτών προσώπων ή των ειδικών ή καθολικών διαδόχων τους για το ίδιο ακίνητο, για οποιοδήποτε λόγο, καθώς και η διόρθωση συμβολαίου, εφόσον δεν αναφέρεται στο όνομα του αγοραστή και πωλητή, στο τίμημα, στην έκταση ή στη θέση και στην περιγραφή του ακινήτου, δε δημιουργεί υποχρέωση καταβολής φόρου. Αν με μεταγενέστερο συμβόλαιο διευκρινίζεται ότι το τίμημα ή η έκταση του ακινήτου που αγοράστηκε είναι μεγαλύτερα από αυτά που περιγράφονται στο αρχικό συμβόλαιο, φόρος οφείλεται μόνο για το επιπλέον τίμημα ή για την αξία της επιπλέον έκταση του ακινήτου.

Ως χρόνος φορολογίας στην περίπτωση αυτή θεωρείται ο χρόνος σύνταξης του διορθωτικού συμβολαίου.

3. Από το περιεχόμενο της αναφοράς σας και τα συνημμένα σ’ αυτή στοιχεία προκύπτει ότι με το υπ’ αριθ. …… συμβόλαιο αγοραπωλησίας ακινήτου του συμβολαιογράφου …………, μεταβιβάστηκε ένα αγρόκτημα εκτάσεως 450 τετραγωνικών μέτρων στη θέση …………… της κτηματικής περιφέρειας δήμου ………. της ……… Με την κτηματογράφηση της ευρύτερης περιοχής, διαπιστώθηκε ότι το μεταβιβασθέν ακίνητο ανήκει στην περιοχή ……… του δήμου ……. και ειδικότερα στη θέση………, η δε έκτασή του σύμφωνα με ακριβή εμβαδομέτρηση είναι 399,11 τ.μ. και όχι 450 τ.μ. όπως αναφέρθηκε στο συμβόλαιο πώλησης. Σήμερα, προκειμένου να γίνει διόρθωση του συμβολαίου πώλησης ως προς τη θέση και την έκταση του ακινήτου καθώς και της σχετικής εγγραφής στο Κτηματολογικό Γραφείο …….., υποβάλλεται η κατά νόμο δήλωση στην Υπηρεσία σας και ζητάτε να πληροφορηθείτε αν είναι νόμιμη η παραλαβή της δήλωσης αυτής και ποια θα είναι η φορολογική αντιμετώπισή της.

Επίσης αναφέρετε ότι οι εν λόγω περιοχές είναι όμορες με δυσδιάκριτα πολλές φορές όρια μεταξύ τους.

4. Ενόψει των ανωτέρω, επί των τεθέντων ερωτημάτων σας προσήκει η ακόλουθη απάντηση:

Καταρχήν, σας επισημαίνουμε ότι απαγορεύεται η σύνταξη συμβολαιογραφικής πράξης που αφορά στη μεταβίβαση με επαχθή αιτία ακινήτου ή εμπραγμάτου σε ακίνητο δικαιώματος, αν δεν προσαχθεί αντίγραφο δήλωσης φόρου μεταβίβασης ακινήτου (άρθρα 7 παρ. 1, 13 παρ. 4, 15 παρ. 2 α.ν. 1521/1950). Δεδομένου ότι η διορθωτική πράξη συμβολαίου, είναι μια νέα συμβολαιογραφική πράξη μεταγραπτέα, η οποία διορθώνει στοιχεία της αρχικής σύμβασης, είναι υποχρεωτική η υποβολή δήλωσης πριν τη σύνταξή της και υποχρεωτική η παραλαβή αυτής εκ μέρους της Υπηρεσίας.

Όσον αφορά την επιβολή φόρου για τη σύνταξη διορθωτικού συμβολαίου, με το οποίο διορθώνεται η θέση του ακινήτου κρίσιμο είναι αν η διόρθωση της θέσης αφορά το γεωγραφικό εντοπισμό, δηλαδή την τοποθεσία του ακινήτου οπότε και οφείλεται φόρος ή πρόκειται απλώς για διόρθωση της ονομασίας της θέσης και δεν καταλείπεται καμία αμφιβολία ότι πρόκειται για το ίδιο ακίνητο που περιγράφεται στο αρχικό συμβόλαιο.

Σε κάθε περίπτωση, η έρευνα των πραγματικών περιστατικών κατά την παραλαβή δήλωσης φόρου μεταβίβασης ανήκει στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Δ.Ο.Υ.

Η ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ
ΜΑΡΙΑ Η. ΜΕΝΟΥΝΟΥ

Το ψηφισθέν πολυνομοσχέδιο “Φορολογία εισοδήματος, επείγοντα μέτρα εφαρμογής του ν. 4046/2012, του ν. 4093/2012 και του ν. 4127/2013 και άλλες διατάξεις”

Το ψηφισθέν πολυνομοσχέδιο “Φορολογία εισοδήματος, επείγοντα μέτρα εφαρμογής του ν. 4046/2012, του ν. 4093/2012 και του ν. 4127/2013 και άλλες διατάξεις”

 

Φορολογικές διαδικασίες και άλλες διατάξεις

ΘΕΜΑ: Κοινοποίηση των διατάξεων του άρθρου 17 του Ν. 4110/23.1.2013 (ΦΕΚ 17Α), σχετικά με τη χορήγηση δυνατότητας επιλογής φορολόγησης των επαγγελματικών μισθώσεων και παροχή οδηγιών για την εφαρμογή τους.

Αθήνα 18/07/13
Αρ. πρωτ.:

ΠΟΛ. 1180

ΘΕΜΑ: Κοινοποίηση των διατάξεων του άρθρου 17 του Ν. 4110/23.1.2013 (ΦΕΚ 17Α), σχετικά με τη χορήγηση δυνατότητας επιλογής φορολόγησης των επαγγελματικών μισθώσεων και παροχή οδηγιών για την εφαρμογή τους.

Κοινοποιούμε τις διατάξεις του άρθρου 17 του Ν. 4110/23.1.2013 (ΦΕΚ 17Α) «Ρυθμίσεις στη φορολογία εισοδήματος, ρυθμίσεις θεμάτων αρμοδιότητος Υπουργείου Οικονομικών και λοιπές διατάξεις» και παρέχουμε οδηγίες για την ορθή εφαρμογή τους.

    1. Με τις διατάξεις του κοινοποιούμενου άρθρου 17 τροποποιούνται οι διατάξεις της περίπτωσης δ) της παραγράφου 2 και της παραγράφου 5 του άρθρου 8 , καθώς και της παραγράφου 3 του άρθρου 33 του Κώδικα ΦΠΑ , προβλέποντας τη δυνατότητα επιλογής υπαγωγής στο ΦΠΑ των επαγγελματικών μισθώσεων ακινήτων με παράλληλη έκπτωση του φόρου εισροών που επιβαρύνει την κατασκευή και τη συντήρηση των εν λόγω ακινήτων.
    2. Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 αντικαθίσταται η περίπτωση δ) της παραγράφου 2 του άρθρου 8 του Κώδικα ΦΠΑ .
    Το σημείο (i) της περίπτωσης αυτής επαναλαμβάνει την υποχρεωτική επιβολή ΦΠΑ στην εκμίσθωση βιομηχανοστασίων και χρηματοθυρίδων.
    Με το σημείο (ii) της περίπτωσης αυτής παρέχεται η δυνατότητα υπαγωγής στο ΦΠΑ όλων των επαγγελματικών μισθώσεων ακινήτων, σε αντίθεση με την προηγούμενη διάταξη με την οποία η επιλογή φορολόγησης ίσχυε μόνο για τα εμπορικά κέντρα και τα εμπορευματικά κέντρα, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις.
    Ως «επαγγελματική μίσθωση» θεωρείται κάθε μίσθωση ακινήτου για την άσκηση οικονομικής δραστηριότητας από μισθωτή υποκείμενο στο φόρο.
    3. Η υπαγωγή στο Φ.Π.Α. γίνεται κατόπιν επιλογής του εκμισθωτή-εκμεταλλευτή του ακινήτου, που πραγματοποιείται με την υποβολή αίτησης επιλογής φορολόγησης στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. Η επιλογή φορολόγησης μπορεί να αφορά το σύνολο ή μέρος ενός ακινήτου ή οικοδομικού συγκροτήματος. Με την αίτηση προσδιορίζονται επακριβώς και οι χώροι για τους οποίους γίνεται η επιλογή φορολόγησης. Επισημαίνεται ότι η επιλογή αφορά και μισθώσεις που είχαν συναφθεί πριν την 1.1.2013, εφόσον υποβληθεί αίτηση επιλογής φορολόγησης η οποία ισχύει από την υποβολή της.
    Δικαίωμα επιλογής φορολόγησης έχουν οι εκμεταλλευτές ακινήτων που τα εκμισθώνουν σε άλλες επιχειρήσεις για την άσκηση της εμπορικής τους δραστηριότητας παράδοσης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών. Εκμεταλλευτής ακινήτου είναι τόσο το πρόσωπο που διαθέτει κυριότητα επί του ακινήτου, όσο και κάθε πρόσωπο που διαθέτει με οποιονδήποτε τρόπο δικαίωμα εκμετάλλευσής του (π.χ. υπεκμίσθωση, επικαρπία κλπ.).
    Για τις επιχειρήσεις εκμετάλλευσης εμπορικών κέντρων, οι οποίες είχαν υποβάλλει αίτηση επιλογής φορολόγησης και είχαν λάβει σχετική βεβαίωση υπαγωγής στο φόρο από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2012, ακόμη και στην περίπτωση που δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις που προβλέπονταν από την ΑΥΟ ΠΟΛ. 1112/5.10.2007 όπως τροποποιήθηκε με την ΑΥΟ ΠΟΛ. 1056/16.4.2009 , η εν λόγω αίτηση θεωρείται ως αίτηση επιλογής φορολόγησης με τις κοινοποιούμενες διατάξεις και κατά συνέπεια δεν απαιτείται υποβολή νέας αίτησης. Η επιλογή φορολόγησης στην περίπτωση αυτή ισχύει από το χρόνο που είχε υποβληθεί η αίτηση.
    Παρότι η επιλογή ασκείται από τον εκμισθωτή – εκμεταλλευτή του ακινήτου, σε κάθε περίπτωση είναι αυτονόητο ότι για την τυχόν επιβολή ΦΠΑ σε μίσθωση ακινήτου και για την επιλογή φορολόγησης απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του αντισυμβαλλομένου (μισθωτή), προκειμένου να αποφεύγονται διενέξεις, ειδικά σε συμβάσεις που έχουν υπογραφεί πριν την επιλογή φορολόγησης, οι οποίες προφανώς πρέπει να τροποποιηθούν.
    Σε περίπτωση που ο κύριος ή εκμεταλλευτής ακινήτου παραχωρεί το δικαίωμα εκμετάλλευσης σε άλλο πρόσωπο, δικαίωμα επιλογής φορολόγησης μπορεί να έχουν και οι δύο, η δε επιλογή φορολόγησης του ενός είναι ανεξάρτητη από την επιλογή ή όχι του άλλου.
    Σε περίπτωση συγκυριότητας ακινήτου, η αίτηση επιλογής φορολόγησης δεν απαιτείται να ασκηθεί από κοινού εφόσον δεν επιθυμούν όλοι οι συγκύριοι τη φορολόγηση με ΦΠΑ. Μπορεί το ποσοστό του ενός να επιβαρύνεται με χαρτόσημο ενώ το ποσοστό του άλλου, που υποβάλει αίτηση επιλογής φορολόγησης, να επιβαρύνεται με ΦΠΑ.
    4. Για την καλύτερη κατανόηση των ανωτέρω, αναφέρονται ενδεικτικά οι κατωτέρω περιπτώσεις, περί ύπαρξης ή μη δικαιώματος επιλογής:

        α) Εταιρία (Α) ανεγείρει ακίνητο σε ιδιόκτητο οικόπεδο και επειδή δεν επιθυμεί την απ΄ ευθείας εκμετάλλευσή του, εκμισθώνει το κτήριο με δικαίωμα υπεκμίσθωσης όλου ή μέρους αυτού. Δικαίωμα επιλογής φορολόγησης έχουν και οι δύο επιχειρήσεις. Είναι αυτονόητο ότι το δικαίωμα επιλογής φορολόγησης ασκείται
        ανεξάρτητα από τις εν λόγω επιχειρήσεις και δεν είναι απαραίτητο το δικαίωμα αυτό να ασκηθεί και από τις δύο επιχειρήσεις.
        β) Επιχείρηση (Α) παραχωρεί δωρεάν ακίνητο σε άλλη επιχείρηση (Β) η οποία έχει, βάσει συμφωνητικού, δικαίωμα εκμετάλλευσης του ακινήτου. Δικαίωμα επιλογής φορολόγησης έχει μόνο ο Β γιατί ο Α δεν ασκεί φορολογητέα πράξη για να έχει τέτοιο δικαίωμα.
        γ) Φυσικό ή νομικό πρόσωπο (Α) εκμισθώνει οικόπεδο ιδιοκτησίας του σε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο (Β), το οποίο (Β) θα ανεγείρει ακίνητο και θα το εκμεταλλεύεται με εκμίσθωση. Τα δύο πρόσωπα έχουν δικαίωμα επιλογής φορολόγησης, το οποίο θα ασκήσουν προκειμένου να εκπέσουν, ο Β τις δαπάνες κατασκευής και ο Α τις τυχόν λοιπές δαπάνες για το οικόπεδο. Το ίδιο ισχύει για συμβάσεις παραχώρησης οικοπέδου έναντι ανταλλάγματος για την ανέγερση κτηρίου για εγκατάσταση της επιχείρησης του μισθωτή.
        δ) Φυσικό πρόσωπο (Α) και νομικό πρόσωπο (Β) είναι εξ αδιαιρέτου ιδιοκτήτες ενός ακινήτου το οποίο εκμισθώνεται. Η αίτηση επιλογής φορολόγησης δεν απαιτείται να ασκηθεί από κοινού εφόσον δεν επιθυμούν και οι δύο τη φορολόγηση με ΦΠΑ. Μπορεί το ποσοστό του Α να επιβαρύνεται με χαρτόσημο ενώ το ποσοστό του Β που υποβάλει αίτηση επιλογής φορολόγησης να επιβαρύνεται με ΦΠΑ.

    5. Επισημαίνεται ότι με τις διατάξεις του κοινοποιούμενου νόμου δίνεται δικαίωμα επιλογής φορολόγησης πράξεων οι οποίες χαρακτηρίζονται ως «μίσθωση ακινήτου» και δεν θίγονται περιπτώσεις πράξεων οι οποίες υπάγονται υποχρεωτικά στο φόρο, καθώς δεν συνιστούν «μίσθωση ακινήτου», όπως π.χ. η παραχώρηση χώρου με παράλληλη παροχή υπηρεσιών. Είναι ευνόητο ότι σε περιπτώσεις που υφίστανται αμφισβητήσεις όσον αφορά το χαρακτηρισμό των πράξεων ως «μίσθωση ακινήτου» ή άλλου είδους υπηρεσία και εφόσον ο εκμισθωτής επιθυμεί τη φορολόγηση, είναι προτιμότερο να υποβληθεί αίτηση επιλογής φορολόγησης, ώστε να εξαλειφθεί οποιαδήποτε αμφισβήτηση περί υπαγωγής ή μη στο φόρο των πράξεων αυτών κατά το φορολογικό έλεγχο.
    6. Το δικαίωμα επιλογής φορολόγησης ασκείται με σχετική αίτηση που υποβάλλεται από τον εκμεταλλευτή στην αρμόδια για τη φορολογία του Δ.Ο.Υ.. Η αίτηση υποβάλλεται με απλό έγγραφο, περιγράφοντας το συγκεκριμένο ακίνητο και δηλώνοντας ότι επιθυμεί τη φορολόγηση, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης δ) της παραγράφου 2 του άρθρου 8 του Κώδικα ΦΠΑ.
    Επισημαίνεται ότι αίτηση επιλογής φορολόγησης μπορεί να υποβληθεί μόνο από υποκείμενο στο φόρο που υπάγεται στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ, κατά συνέπεια με την αίτηση επιλογής φορολόγησης συνυποβάλλεται δήλωση έναρξης ή δήλωση μεταβολής, κατά περίπτωση, προκειμένου να πληρούται η ανωτέρω προϋπόθεση, εφόσον η προϋπόθεση αυτή δεν πληρούται ήδη.
    Η αίτηση επιλογής φορολόγησης μπορεί να υποβληθεί είτε σε οποιοδήποτε χρόνο πριν την έναρξη χρησιμοποίησης του ακινήτου, είτε εντός τριάντα (30) ημερών από την έναρξη της διαχειριστικής περιόδου που ισχύει από την έναρξη αυτής εάν η επιλογή φορολόγησης πραγματοποιείται σε χρόνο μεταγενέστερο της έναρξης χρησιμοποίησης του ακινήτου.
    Ειδικά για το έτος 2013, η αίτηση μπορεί να υποβληθεί μέχρι την 30η Ιουνίου 2013 και αρχίζει να εφαρμόζεται από 1.1.2013, εφόσον ο φόρος που οφείλεται για
    το διάστημα από 1.1.2013 μέχρι και τις 30.6.2013 καταβληθεί μέχρι τις 31.7.2013. Για το σκοπό αυτό εκδίδεται τιμολόγιο για την επιβολή ΦΠΑ και καταβάλλεται ο αναλογών φόρος μέχρι 31.7.13, με υποβολή έκτακτης δήλωσης, εκτός και εάν ο φόρος αυτός έχει ήδη συμπεριληφθεί στην περιοδική δήλωση του Ιουνίου ή του δεύτερου τριμήνου του 2013 ή σε προηγούμενη φορολογική περίοδο. Στην περιοδική δήλωση της επόμενης φορολογικής περιόδου, εφόσον τα στοιχεία αυτά δεν έχουν περιληφθεί σε προηγούμενη φορολογική περίοδο, περιλαμβάνονται και οι φορολογητέες εκροές από 1.1.2013 μέχρι 30.6.13 και οι αντίστοιχες εισροές, και ο φόρος που έχει καταβληθεί με την έκτακτη δήλωση περιλαμβάνεται στα προστιθέμενα στο φόρο εισροών ποσά.
    7. Στην περίπτωση που υποβληθεί αίτηση επιλογής φορολόγησης, ο υποκείμενος έχει δικαίωμα έκπτωσης του ΦΠΑ των εισροών με τον οποίο έχει επιβαρυνθεί η κατασκευή ή συντήρηση του ακινήτου για το οποίο έχει ασκηθεί επιλογή φορολόγησης καθώς και οποιαδήποτε εισροή σχετική με το εν λόγω ακίνητο, σύμφωνα με τα άρθρα 30 , 31 , 32 και 33 του Κώδικα ΦΠΑ .
    Για την άσκηση του δικαιώματος έκπτωσης, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η ύπαρξη των οριζομένων από το άρθρο 32 παρ. 1 β΄ του Κώδικα ΦΠΑ , νόμιμο τιμολόγιο ή άλλο αποδεικτικό στοιχείο που επέχει θέση τιμολογίου, από τα οποία αποδεικνύονται οι παραδόσεις αγαθών και οι παροχές υπηρεσιών που γίνονται σ΄ αυτόν και ο φόρος με τον οποίο επιβαρύνθηκαν.
    Σύμφωνα με το άρθρο 33, παρ. 2 για τα ακίνητα για τα οποία γίνεται επιλογή φορολόγησης, ο φόρος που εκπέστηκε διακανονίζεται για δέκα έτη από την ημερομηνία έναρξης χρησιμοποίησης του ακινήτου και για το 1/10 του φόρου αυτού, για κάθε έτος, ανάλογα με τις μεταβολές του δικαιώματος έκπτωσης. Εάν η επιλογή φορολόγησης πραγματοποιηθεί μετά την έναρξη χρησιμοποίησης του ακινήτου, δικαίωμα έκπτωσης υπάρχει μόνο για τα έτη που υπολείπονται για τη συμπλήρωση της πενταετίας από την έναρξη χρησιμοποίησής του. Ο φόρος που εκπίπτεται στην περίπτωση αυτή παρακολουθείται και διακανονίζεται για τα υπόλοιπα έτη που υπολείπονται για τη συμπλήρωση της δεκαετίας, από την έναρξη χρησιμοποίησης.
    Επισημαίνεται ότι, ως έναρξη χρησιμοποίησης του ακινήτου θεωρείται ο χρόνος της πραγματικής έναρξης της μισθωτικής σχέσης. Κατά συνέπεια η δεκαετής περίοδος διακανονισμού ξεκινά από το έτος που έγινε η μίσθωση, δηλαδή από την ημερομηνία που ορίζεται με το μισθωτήριο ως ημερομηνία έναρξης της μίσθωσης ανεξάρτητα από το εάν το μισθωτήριο έχει υπογραφεί σε προγενέστερη ημερομηνία.
    Με την αίτηση επιλογής φορολόγησης συνυποβάλλονται στοιχεία από τα οποία προκύπτει ο προς έκπτωση φόρος, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων περί παραγραφής.

    Παραδείγματα:

        Α. Επιχείρηση το 2010 κατασκευάζει 4 καταστήματα με σκοπό να τα μισθώσει. Ο ΦΠΑ με τον οποίο επιβαρύνθηκαν είναι 20.000€. Η επιχείρηση μίσθωσε τα εν λόγω καταστήματα το 2011 χωρίς ΦΠΑ. Το 2012 συνέχισε να τα έχει μισθωμένα. Η επιχείρηση το 2013 κάνει αίτηση επιλογής φορολόγησης και η μίσθωση πλέον υπάγεται σε ΦΠΑ. Στην περίπτωση αυτή η επιχείρηση δεν έχει
        δικαίωμα έκπτωσης για τα δύο πέμπτα που αντιστοιχούν στα έτη 2011 και 2012, καθώς για τα έτη αυτά το ακίνητο χρησιμοποιήθηκε για πράξεις χωρίς δικαίωμα έκπτωσης (20.000:5=4.000X2=8000), έχει όμως δικαίωμα να εκπέσει το ΦΠΑ που αντιστοιχεί στα τρία εναπομείναντα πέμπτα ήτοι 12.000 (4.000X3). Το φόρο των 12.000 τον οποίο η επιχείρηση θα εκπέσει έχει υποχρέωση να τον διακανονίσει για τα υπόλοιπα οκτώ χρόνια, που απομένουν για τη συμπλήρωση της δεκαετίας από τη χρησιμοποίηση σε φορολογητέα πράξη, ένα όγδοο για κάθε έτος (2013 έως 2020).
        Β. Επιχείρηση αγοράζει το 2013 νεόδμητο ακίνητο με Φ.Π.Α. 40.000€. Το μισθώνει το 2013 σε πρακτορείο προ-πο χωρίς να κάνει επιλογή φορολόγησης. Το 2015 ο μισθωτής αφήνει το μίσθιο και η επιχείρηση υποβάλει αίτηση επιλογής φορολόγησης και μισθώνει το ακίνητο από 1.1.2016 με Φ.Π.Α. Δεδομένου ότι η έναρξη χρησιμοποίησης άρα και διακανονισμού είναι το 2013, για τα πρώτα τρία χρόνια της χρησιμοποίησης δεν παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης (40.000:5X3=24.000) και η επιχείρηση έχει δικαίωμα να εκπέσει τον Φ.Π.Α. μόνο των δύο εναπομεινάντων πέμπτων (40.000:5X2=16.000) τον οποίο θα διακανονίσει στα επτά επόμενα έτη (1/7 για κάθε έτος).
        Γ. Επιχείρηση αγόρασε το 2011 νεόδμητο κατάστημα με Φ.Π.Α. 50.000€. Χρησιμοποίησε το κατάστημα το 2011 και 2012 ως «ψιλικατζίδικο» (πράξεις με και χωρίς δικαίωμα έκπτωσης) διενεργώντας για τα έτη αυτά τους προβλεπόμενους διακανονισμούς. Το 2013 αποφασίζει να μεταφέρει την δραστηριότητά της αλλού, υποβάλει αίτηση επιλογής φορολόγησης και μισθώνει το κατάστημα με Φ.Π.Α.. Η επιχείρηση έχει πλήρες δικαίωμα έκπτωσης του Φ.Π.Α. των 30.000 ευρώ (50.000:5X3=30.000) τον οποίο είναι υποχρεωμένη να διακανονίσει στα υπόλοιπα οκτώ έτη (ένα όγδοο για κάθε έτος).
        Δ. Επιχείρηση αγόρασε το 2013 μεταχειρισμένο κατάστημα με φόρο μεταβίβασης για το οποίο έκανε επιλογή φορολόγησης και το μίσθωσε από τον Ιούλιο του 2013 με Φ.Π.Α.. Είναι αυτονόητο ότι εφόσον το ακίνητο έχει επιβαρυνθεί με ΦΜΑ και όχι με ΦΠΑ, τίθεται μόνο θέμα έκπτωσης για τον Φ.Π.Α. με τον οποίο επιβαρύνθηκαν τυχόν δαπάνες για την ανακαίνισή του.

    8. Η επιλογή φορολόγησης μπορεί να αφορά το σύνολο ή μέρος του ακινήτου ή του οικοδομικού συγκροτήματος. Με τον όρο μέρος του ακινήτου ή του οικοδομικού συγκροτήματος εννοείται ένας ή περισσότεροι χώροι, λειτουργικά ανεξάρτητοι. Με την αίτηση προσδιορίζονται οι χώροι για τους οποίους γίνεται επιλογή φορολόγησης. Αυτό σημαίνει ότι ο εκμεταλλευτής του κτηρίου μπορεί να επιλέξει τη φορολόγηση συγκεκριμένων χώρων αυτού, με την προϋπόθεση ότι οι συγκεκριμένοι χώροι είναι λειτουργικά ανεξάρτητοι. Για παράδειγμα σε κτήριο που διαθέτει δέκα (10) ανεξάρτητα καταστήματα, σύμφωνα με την άδεια κατασκευής του, ο εκμεταλλευτής του μπορεί να επιλέξει τη φορολόγηση ενός, δύο, ή περισσότερων καταστημάτων, χωρίς να είναι υποχρεωμένος να επιλέξει τη φορολόγηση όλων των καταστημάτων. Σημειώνεται ότι η επιλογή φορολόγησης μπορεί να γίνει και σε διαφορετικούς χρόνους για τα επί μέρους καταστήματα. Σε κάθε περίπτωση το δικαίωμα έκπτωσης προσδιορίζεται ανάλογα με το χρόνο της επιλογής και το ποσοστό συνιδιοκτησίας στο οικόπεδο (χιλιοστά), εφόσον πρόκειται για κατασκευαστικές επιχειρήσεις που κατασκεύασαν ακίνητο του άρθρου 6 και το μισθώνουν, ή ανάλογα με την επιφάνεια του ακινήτου για το οποίο επιλέγεται η φορολόγηση στις λοιπές περιπτώσεις.

    Παράδειγμα:

        Ομόρρυθμη κατασκευαστική επιχείρηση κατασκεύασε πολυκατοικία 6 ορόφων με άδεια που εκδόθηκε το 2008 την οποία αποπεράτωσε τον Οκτώβριο του 2011 με σκοπό να πουλήσει τις οριζόντιες ιδιοκτησίες. Ο ΦΠΑ των εισροών ήταν 250.000€, τον οποίο και εξέπεσε. Πούλησε τις οριζόντιες ιδιοκτησίες των ορόφων ως δεύτερη κατοικία με ΦΠΑ και έμειναν απούλητα τα 3 καταστήματα του ισογείου (Κ1,Κ2,Κ3). Ο φόρος εισροών που αφορά τα συγκεκριμένα καταστήματα με βάση τα χιλιοστά ανέρχεται στις 25.000€ για το Κ1 στις 15.000€ για το Κ2 και στις 10.000€ για το Κ3. Η επιχείρηση το 2013 υποβάλλει αίτηση επιλογής φορολόγησης για τα καταστήματα Κ1 και Κ2 (προβαίνει στις προβλεπόμενες ενέργειες και εγγραφές στα βιβλία της) και μισθώνει με ΦΠΑ το κατάστημα Κ1 τον Αύγουστο του 2013. Για το κατάστημα Κ2 βρίσκει μισθωτή και το μισθώνει με ΦΠΑ τον Μάρτιο του 2014. Η επιχείρηση έχει υποχρέωση δεκαετούς διακανονισμού (ενός δεκάτου για κάθε έτος) για το Κ1 κατάστημα των 25.000 και του Κ2 των 15.000€ με πρώτο έτος διακανονισμού (χρησιμοποίησης) το 2013 και 2014 αντίστοιχα.

    9. Η επιλογή φορολόγησης μπορεί να ανακληθεί με σχετική αίτηση ανάκλησης του εκμεταλλευτή του ακινήτου για το σύνολο του ακινήτου ή μέρος αυτού, το οποίο θα πρέπει να προσδιορίζεται με σαφήνεια στην εν λόγω αίτηση. Η αίτηση ανάκλησης υποβάλλεται στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. εντός 30 ημερών από την έναρξη της διαχειριστικής περιόδου και ισχύει από την έναρξη αυτής. Με την εκκαθαριστική δήλωση της χρήσης εντός της οποίας έγινε η ανάκληση διακανονίζεται εφάπαξ ο φόρος που εκπέστηκε και αντιστοιχεί στα εναπομείναντα δέκατα έως τη συμπλήρωση της δεκαετίας του διακανονισμού.

    Παραδείγματα:

        Α. Επιχείρηση κατασκευάζει ακίνητο το 2013 με Φ.Π.Α. 100.000€. Υποβάλλει αίτηση επιλογής φορολόγησης το 2013 και μισθώνει το ακίνητο με Φ.Π.Α. Εκπίπτει το σύνολο του φόρου εισροών, 100.000€. Στη συνέχεια υποβάλει αίτηση ανάκλησης της επιλογής φορολόγησης στις 15.1.2019.
        Η επιχείρηση έχει υποχρέωση να διακανονίσει εφάπαξ το Φ.Π.Α. των τεσσάρων ετών που απομένουν (2019-2022), ήτοι 4 Χ 10.000 = 40.000€ με την εκκαθαριστική δήλωση της χρήσης 2019.
        Β. Επιχείρηση το 2009 κατασκεύασε εμπορικό κέντρο συνολικής επιφάνειας 10.000 τ.μ., πληρούσε τις προϋποθέσεις που είχαν τεθεί με τις υπουργικές αποφάσεις για την υπαγωγή σε ΦΠΑ, υπέβαλε αίτηση επιλογής φορολόγησης και επιβάρυνε όλα τα μισθώματα με ΦΠΑ εκπίπτοντας όλο το φόρο της κατασκευής. Στις 17.1.2014 υποβάλει αίτηση ανάκλησης για 1.000 τ.μ. τα οποία πρόκειται να μισθώσει σε επιχείρηση φροντιστηρίου. Με την εκκαθαριστική δήλωση του 2014 η επιχείρηση έχει υποχρέωση να διακανονίσει πέντε δέκατα (5/10) του 10% (1.000/10.000 τ.μ.) του συνολικού φόρου εισροών της κατασκευής του.

    10. Το Τμήμα ΦΠΑ της Δ.Ο.Υ. οφείλει να καταχωρεί τις αιτήσεις επιλογής φορολόγησης και ανάκλησης σε κατάσταση στην οποία θα αναγράφεται η επωνυμία της επιχείρησης, ο ΑΦΜ, η ημερομηνία υποβολής της αίτησης επιλογής ή ανάκλησης, καθώς επίσης εάν πρόκειται για επιλογή που γίνεται πριν από την έναρξη χρησιμοποίησης του ακινήτου ή μετά από αυτήν.
    11. Με το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης δ) ϋ της παραγράφου 2 του άρθρου 8 προβλέπεται ότι οι ανωτέρω διατάξεις ισχύουν γενικά και για επιχειρήσεις εκμίσθωσης ακινήτων που έχουν επιβάλει ΦΠΑ στις μισθώσεις χώρων που πραγματοποιήθηκαν μέχρι 31.12.2012, με την προϋπόθεση ότι θα υποβάλλουν αίτηση επιλογής φορολόγησης μέχρι 30 Ιουνίου 2013. Οι εν λόγω επιχειρήσεις έχουν δικαίωμα έκπτωσης του φόρου που επιβάρυνε την κατασκευή των ακινήτων και όσον αφορά τις προηγούμενες διαχειριστικές περιόδους, με την προϋπόθεση ότι δεν έχουν εκδοθεί πράξεις καταλογισμού του φόρου οι οποίες έχουν καταστεί με οποιονδήποτε τρόπο οριστικές, ήτοι έχει επιτευχθεί διοικητική επίλυση της διαφοράς ή έχει παρέλθει ο χρόνος για την άσκηση της προσφυγής ή έχει εκδοθεί δικαστική απόφαση κλπ..
    Εφόσον ισχύουν οι ανωτέρω προϋποθέσεις, η έκπτωση που έχει πραγματοποιηθεί με τις υποβληθείσες δηλώσεις, θεωρείται νόμιμη και η επιχείρηση έχει δικαίωμα επιστροφής του πιστωτικού υπολοίπου.
    Παράδειγμα:
    Επιχείρηση το 2009 έχτισε εμπορικό κέντρο 4.500 τ.μ. με 12 καταστήματα λιανικής πώλησης (τα 5 από τα οποία έχουν μισθωθεί στην ίδια επιχείρηση), 3 κινηματογράφους και 2 εστιατόρια. Υπέβαλε αίτηση επιλογής φορολόγησης στη Δ.Ο.Υ. το 2010 από την οποία δεν έλαβε έγκριση. Εντούτοις η επιχείρηση εξέπεσε ολόκληρο το φόρο της κατασκευής και επιβάρυνε όλα τα μισθώματα με Φ.Π.Α. τον οποίο και απέδωσε. Η επιχείρηση καλώς εξέπεσε το φόρο και υποχρεούται να παρακολουθεί την έκπτωση του φόρου αυτού για δέκα έτη από τη χρησιμοποίηση του εν λόγω εμπορικού κέντρου.
    12. Επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης β) του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 63 του Κώδικα ΦΠΑ , όπως αυτές έχουν ερμηνευτεί από τη διοίκηση, δεν οφείλεται χαρτόσημο στις μισθώσεις ακινήτων, οι οποίες υπάγονται στο Φόρο Προστιθέμενης Αξίας. Κατά συνέπεια, οι επιχειρήσεις εκμετάλλευσης ακινήτων που επιλέγουν την επιβολή ΦΠΑ στις μισθώσεις χώρων σε εμπορικές επιχειρήσεις, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην παρούσα, δεν έχουν υποχρέωση καταβολής χαρτοσήμου για τις μισθώσεις αυτές.
    Εκμισθωτές οι οποίοι έχουν επιρρίψει χαρτόσημο στους αντισυμβαλλομένους (μισθωτές) κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2013 μέχρι την έκδοση της παρούσας και επιλέξουν τη φορολόγηση, δεν υποχρεούνται στην απόδοση του χαρτοσήμου στο δημόσιο. Αυτονόητο είναι ότι στην περίπτωση αυτή, ο εκμισθωτής θα πρέπει να επιστρέψει στο μισθωτή το ποσό των τελών χαρτοσήμου που έχει ήδη καταβάλλει για τη χρονική αυτή περίοδο.
    13. Με την παράγραφο 3 του κοινοποιούμενου άρθρου, αντικαθίσταται η παρ. 3 του άρθρου 33 του Κώδικα ΦΠΑ, προβλέποντας ότι για τα ακίνητα για τα οποία γίνεται επιλογή φορολόγησης:

        α) Διενεργείται εφάπαξ διακανονισμός στην περίπτωση παράδοσης ή οριστικής παύσης χρησιμοποίησης του ακινήτου σε φορολογητέες πράξεις εντός δεκαετίας από την έναρξη χρησιμοποίησής του.
        β) Υπάρχει υποχρέωση διακανονισμού του φόρου που έχει εκπεστεί κατά την επιλογή φορολόγησης, στην περίπτωση που το ακίνητο δεν χρησιμοποιηθεί εντός δεκαετίας από την πραγματοποίηση της δαπάνης.
        Στην ουσία προβλέπεται διαφοροποίηση της περιόδου διακανονισμού για τα ακίνητα που υπάγονται στο φόρο, τα οποία παρακολουθούνται για δέκα έτη, σε αντίθεση με τα υπόλοιπα επενδυτικά αγαθά, τα οποία παρακολουθούνται για πέντε έτη.
        Έτσι στην περίπτωση μίσθωσης ακινήτου που υπάγεται στο φόρο κατόπιν επιλογής φορολόγησης σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 2 περιπτ. δ΄ (ii), εφόσον το ακίνητο παραδοθεί ή παύσει οριστικά η χρησιμοποίησή του σε φορολογητέες πράξεις εντός δεκαετίας, ενεργείται εφάπαξ διακανονισμός μέσα στο ίδιο έτος και θεωρείται ότι χρησιμοποιήθηκε σε φορολογητέες ή αφορολόγητες δραστηριότητες, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο αυτή του άρθρου 33, και τις οδηγίες που έχουν δοθεί.
        Τα παραπάνω αφορούν το διακανονισμό σε περίπτωση παράδοσης ή οριστικής παύσης της χρησιμοποίησης του επενδυτικού αγαθού σε φορολογητέες δραστηριότητες. Όταν πρόκειται για μεταβολές του δικαιώματος έκπτωσης, ισχύουν τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 33 περί διακανονισμού της έκπτωσης κάθε έτος για το ένα δέκατο (1/10) του φόρου στην περίπτωση ακινήτων που υπάγονται στο φόρο ή για το ένα πέμπτο (1/5) του φόρου για τα υπόλοιπα επενδυτικά αγαθά.

    14. Η περίπτωση α) γγ) της παραγράφου 3 του άρθρου 33 επαναδιατυπώθηκε προκειμένου να προκύπτει απευθείας από το λεκτικό της διάταξης ότι η περίπτωση αυτή αφορά παράδοση ακινήτων με σύμβαση πώλησης και επαναμίσθωσης (sale and lease back).
    15. Περαιτέρω, τροποποιήθηκε το προτελευταίο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 33 προκειμένου να συμφωνεί με την παραπάνω διάκριση πενταετίας και δεκαετίας για την παρακολούθηση της έκπτωσης στην περίπτωση μη έναρξης της χρησιμοποίησης του επενδυτικού αγαθού από την πραγματοποίηση της δαπάνης.
    Για τον προβλεπόμενο διακανονισμό σε περίπτωση που το ακίνητο δεν αρχίσει να χρησιμοποιείται εντός δεκαετίας από την πραγματοποίηση της δαπάνης, λαμβάνεται υπόψη το πραγματικό γεγονός, ήτοι ο χρόνος πραγματικής χρησιμοποίησής του, ανεξάρτητα από το χρόνο υποβολής της αίτησης επιλογής φορολόγησης. Ειδικότερα, στις περιπτώσεις, των ακινήτων, η μίσθωση των οποίων υπάγεται στο φόρο δημιουργείται υποχρέωση προς διακανονισμό του φόρου με την πάροδο δεκαετίας από την πραγματοποίηση της δαπάνης μέχρι την έναρξη χρησιμοποίησης. Προκειμένου να κριθεί η χρησιμοποίηση του ακινήτου ελέγχεται το πραγματικό γεγονός της χρησιμοποίησης (μίσθωσης) και όχι μόνο η υποβολή αίτησης επιλογής φορολόγησης.
    Συγκεκριμένα, στις περιπτώσεις που το ακίνητο δεν έχει ακόμη χρησιμοποιηθεί, το δικαίωμα έκπτωσης ασκείται οποτεδήποτε μέσα στη δεκαετία (πριν τη χρησιμοποίηση) από την πραγματοποίηση της δαπάνης, εφόσον πραγματοποιηθεί η επιλογή φορολόγησης. Η έκπτωση αποτυπώνεται στην πρώτη περιοδική δήλωση που θα υποβληθεί μετά την αίτηση επιλογής φορολόγησης. Η υποβολή της αίτησης επιλογής φορολόγησης μπορεί να γίνει ανεξάρτητα από την ύπαρξη ή μη μισθωτικής σχέσης.
    Ωστόσο εάν το ακίνητο δεν χρησιμοποιηθεί πράγματι μέσα στη δεκαετία, ημερολογιακά, από την πραγματοποίηση της δαπάνης, υπάρχει υποχρέωση διακανονισμού σε κάθε έτος για το σύνολο του φόρου των εισροών για το οποίο παρήλθε η δεκαετία από την πραγματοποίησή τους, χωρίς χρησιμοποίηση του ακινήτου. Ο φόρος που προκύπτει από το διακανονισμό αυτό καταβάλλεται με την εκκαθαριστική δήλωση της συγκεκριμένης χρήσης.

    Παραδείγματα:

        Α. Εμπορική επιχείρηση αγοράζει ακίνητο στις 20.2.2013 με ΦΠΑ εισροών 15.000€. Η επιχείρηση έχει υποβάλει αίτηση επιλογής φορολόγησης και έχει ασκήσει δικαίωμα έκπτωσης του φόρου των εισροών. Μέχρι τις 20.2.2023 η επιχείρηση δεν έχει μισθώσει το εν λόγω ακίνητο, κατά συνέπεια με την εκκαθαριστική δήλωση του 2023 είναι υποχρεωμένη να διακανονίσει και να αποδώσει το ποσό του φόρου που εξέπεσε το 2013 δηλαδή τα 15.000€.
        Β. Ακίνητο εμπορικής επιχείρησης κατασκευάστηκε το 2013 με φόρο εισροών 30.000€ για το οποίο έχει υποβληθεί αίτηση επιλογής φορολόγησης και έχει ασκηθεί το δικαίωμα έκπτωσης. Τον Αύγουστο του 2015 η επιχείρηση το μισθώνει με ΦΠΑ. Καθώς το ακίνητο τέθηκε σε χρησιμοποίηση εντός της δεκαετίας, δεν τίθεται θέμα διενέργειας του ανωτέρω διακανονισμού για το φόρο που εκπέστηκε πριν την έναρξη χρησιμοποίησης. Από το έτος αυτό της χρησιμοποίησης (2015), για το οποίο θεωρείται ότι ολόκληρο το έτος το ακίνητο έχει χρησιμοποιηθεί σε φορολογητέες πράξεις, αρχίζει ο διακανονισμός που προβλέπεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 33 για τα επόμενα δέκα έτη, ήτοι μέχρι το έτος 2024 και παρακολουθείται η ενδεχόμενη μεταβολή του δικαιώματος έκπτωσης.
        Τον Οκτώβριο του 2020 ο μισθωτής φεύγει και το ακίνητο μένει κενό μέχρι τον Νοέμβριο του 2023 που μισθώνεται από άλλο μισθωτή επίσης με ΦΠΑ.
        Για τα έτη 2015, 2016, 2017, 2018, 2019 (5/10) ορθά έχει ασκηθεί το δικαίωμα έκπτωσης και δεν υπάρχει λόγος διακανονισμού. Για το έτος 2020 αν και το ακίνητο χρησιμοποιήθηκε σε φορολογητέες πράξεις μέχρι τον Οκτώβριο, επειδή μέσα στο έτος αυτό έπαψε να χρησιμοποιείται, θεωρείται ότι για το έτος αυτό χρησιμοποιήθηκε σε αφορολόγητες πράξεις. Κατά συνέπεια η επιχείρηση, με τις εκκαθαριστικές δηλώσεις των ετών 2020, 2021 και 2022 θα πρέπει να διενεργήσει διακανονισμό για το 1/10 (3.000) του φόρου για κάθε έτος. Περαιτέρω εάν το ακίνητο παραμείνει μισθωμένο με ΦΠΑ για τα έτη 2023 και 2024, δεν απαιτείται διακανονισμός.
        Γ. Επιχείρηση με αντικείμενο εργασιών μισθώσεις ακινήτων, κατασκεύασε το 2009 ακίνητο με φόρο εισροών 45.000€. Τον εν λόγω φόρο δεν τον εξέπεσε και το ακίνητο μέχρι την 31.12.2012 δεν το είχε χρησιμοποιήσει. Το 2013 υποβάλει αίτηση επιλογής και μισθώνει το ακίνητο με ΦΠΑ. Στην περίπτωση αυτή η επιχείρηση έχει δικαίωμα να εκπέσει το ΦΠΑ που επιβάρυνε την κατασκευή του ακινήτου και έχει υποχρέωση να διακανονίσει το φόρο αυτό ανά ένα δέκατο κάθε έτος από το 2013 και μέχρι το έτος 2022.
        Δ. Επιχείρηση κατασκεύασε αποθήκη το 2000 με σκοπό να την μισθώσει. Ο φόρος εισροών με τον οποίο επιβαρύνθηκε ήταν 8.000€ τον οποίο δεν εξέπεσε. Το 2013 η επιχείρηση υποβάλει αίτηση επιλογής φορολόγησης και μισθώνει το εν λόγω ακίνητο με ΦΠΑ. Η επιχείρηση δεν έχει δυνατότητα να εκπέσει το ποσό του ΦΠΑ των 8.000€ δεδομένου ότι παρήλθε η δεκαετία (2000-2013) χωρίς να έχει χρησιμοποιηθεί το ακίνητο.

ΠΟΛ.1154/26.6.2013 Παράταση προθεσμίας υποβολής με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου δήλωσης φορολογίας εισοδήματος (Ε1) οικον. έτους 2013.

ΠΟΛ.1154/26.6.2013

Παράταση προθεσμίας υποβολής με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου δήλωσης φορολογίας εισοδήματος (Ε1) οικον. έτους 2013.

ΠΟΛ 1154

(ΦΕΚ Β’ 1620/27-06-2013)

Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Την αριθ. ΥΠΟΙΚ 07927 ΕΞ 2012 κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Οικονομικών Γεώργιο Μαυραγάνη» (ΦΕΚ Β΄ 2574/24−9−2012).

2. Τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 22 του ν. 2020/1992 (ΦΕΚ 34Α΄) με τις οποίες παρέχεται εξουσιοδότηση στον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών να παρατείνει με απόφαση, τις προθεσμίες που ορίζονται από τις κείμενες φορολογικές διατάξεις για υποβολή φορολογικών δηλώσεων σε εξαιρετικές περιπτώσεις.

3. Τις διατάξεις του άρθρου 62 του ΚΦΕ (ΦΕΚ Α΄ 151) που ορίζουν τις προθεσμίες υποβολής των ετήσιων δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων.

4. Τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 20 του ν. 3943/2011 (ΦΕΚ Α΄ 66), με τις οποίες παρέχεται εξουσιοδότηση στον Υπουργό Οικονομικών να καθορίζει μεταξύ άλλων τις διαδικασίες υποβολής των δηλώσεων και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

5. Τα αιτήματα διαφόρων επαγγελματικών τάξεων και φορολογουμένων για την μη έγκαιρη λήψη των απαραίτητων δικαιολογητικών.

6. Την ανάγκη αντιμετώπισης σοβαρών και ανυπέρβλητων δυσχερειών στη λειτουργία του ειδικού δικτύου TAXISnet, καθώς και διευκόλυνσης των φορολογουμένων λόγω της υποβολής της ετήσιας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας στα πλαίσια απλοποίησης των φορολογικών διαδικασιών.

7. Το γεγονός ότιμε την απόφαση αυτή δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

1. Η προθεσμία υποβολής των ετήσιων δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος για τους υπόχρεους του άρθρου 62 του ΚΦΕ, που γίνεται υποχρεωτικά με τη χρήση τηςηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω διαδικτύου και λήγει στις 30 Ιουνίου 2013, παρατείνεται ανάλογα με το τελευταίο ψηφίο του αριθμού φορολογικού μητρώου του φορολογουμένου ως εξής:

για το ψηφίο: 1 και 2 έως και την 22α Ιουλίου 2013,

για τα ψηφία: 3 και 4 έως και την 29η Ιουλίου 2013,

για τα ψηφία: 5 και 6 έως και την 5η Αυγούστου 2013,

για τα ψηφία: 7 και 8 έως και την 12η Αυγούστου 2013,

για το ψηφίο: 9 έως και την 26η Αυγούστου 2013 και

για το ψηφίο 0 έως και την 30η Αυγούστου 2013.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 26 Ιουνίου 2013

Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΑΥΡΑΓΑΝΗΣ

ΠΟΛ.1155/26.6.2013 Τύπος και περιεχόμενο της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων, οικονομικού έτους 2013, των λοιπών εντύπων και των δικαιολογητικών εγγράφων που υποβάλλονται με αυτή, καθώς και θέματα επιστροφής φόρου που προκύπτει από τ

ΠΟΛ.1155/26.6.2013

Τύπος και περιεχόμενο της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων, οικονομικού έτους 2013, των λοιπών εντύπων και των δικαιολογητικών εγγράφων που υποβάλλονται με αυτή, καθώς και θέματα επιστροφής φόρου που προκύπτει από την εκκαθάριση αυτής

ΠΟΛ 1155

(ΦΕΚ Β’ 1618/27-06-2013)

Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

α) Τις διατάξεις των παραγράφων 1 , 4 και 6 του άρθρου 62 του Κ.Φ.Ε. (ν. 2238/1994, ΦΕΚ 151Α΄).

β) Τις διατάξεις της παραγράφου 9 του άρθρου 64 του Κ.Φ.Ε.

γ) Τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 14 του άρθρου 9 του Κ.Φ.Ε.

δ) Τις διατάξεις των άρθρων 16 και 17 του Κ.Φ.Ε.

ε) Τις διατάξεις του άρθρου 19 του Κ.Φ.Ε.

στ) Τις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 61 του Κ.Φ.Ε.

ζ) Τις διατάξεις της Α.Υ.Ο. ΠΟΛ.1136/10.6.2013.

η) Τις διατάξεις της παραγράφου 9 του άρθρου 17 του ν. 3842/2010.

θ) Τις διατάξεις της παραγράφου 5 και 7 του άρθρου 73 του ν. 3842/2010.

ι) Τις διατάξεις του άρθρου 18 του ν. 3842/2010.

ια) Τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 38 του ν. 4024/2011 (ΦΕΚ 226 Α΄).

ιβ) Τις διατάξεις των άρθρων 7 και 8 του ν. 1599/1986 (ΦΕΚ 75 Α΄), όπως τροποποιήθηκαν και ισχύουν με τις διατάξεις του ν. 2690/1999 (Α΄ 45).

ιγ) Τις διατάξεις της παραγράφου 10 του άρθρου 4 του ν.3522/2006 (ΦΕΚ 276 Α΄).

ιδ) Τις διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 3842/2010.

ιε) Τις διατάξεις των παρ. Β2 και Δ του άρθρου 43 και των παρ. Β2 και Δ του άρθρου 44 του ν. 4030/2011.

ιστ) Τις διατάξεις του άρθρου 74 του ν. 3842/2010.

ιζ) Τις διατάξεις του άρθρου 31 του ν. 2515/1997 (ΦΕΚ 154 Α).

ιη) Τις διατάξεις του άρθρου 1 του π.δ. 185/2009 (ΦΕΚ 213 Α΄) περί ανασύστασης του Υπουργείου Οικονομικών και του π.δ. 189/2009 (ΦΕΚ 221 Α΄), περί καθορισμού και ανακατανομής αρμοδιοτήτων των Υπουργείων.

ιθ) Τις διατάξεις της αριθ. ΥΠΟΙΚ 07927 ΕΞ/19−9−2012 (ΦΕΚ Β΄ 2574/24.09.2012) Κοινής Απόφασης του Πρωθυπουργού και Υπουργού Οικονομικών περί « Ανάθεσης Αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Οικονομικών Γεώργιο Μαυραγάνη».

κ) Τις διατάξεις του ν.4024/2011 (ΦΕΚ 226 Α΄).

κα) Ότι η απόφαση αυτή ρυθμίζει διαδικαστικά ζητήματα, για την ομοιόμορφη εκπλήρωση των φορολογικών υποχρεώσεων από τους υπόχρεους, οι οποίοι αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2, 3 και 4 του άρθρου 2 του Κ.Φ.Ε., γι’ αυτό από τις διατάξεις της δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

Άρθρο 1

Ορίζουμε ότι, για το οικονομικό έτος 2013, ο τύπος και το περιεχόμενο:

α) της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων (Ε1),

β) της αναλυτικής κατάστασης για τα μισθώματα ακινήτων (Φ−01.002)−(Ε2),

γ) του μηχανογραφικού δελτίου οικονομικών στοιχείων επιχειρήσεων και επιτηδευματιών (Ε3),

δ) της βεβαίωσης αποδοχών ή συντάξεων (Φ−01.042),

ε) της δήλωσης κατοχής μηχανημάτων έργων (Ε16), έχουν όπως τα σχετικά υποδείγματα τα οποία επισυνάπτονται στην παρούσα, ως παραρτήματα της Α, Β, Γ, Δ και Ε, αντιστοίχως.

Άρθρο2

1. Οι ετήσιες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος οικονομικού έτους 2013, των υπόχρεων της παραγράφου 1 του άρθρου 61 του ΚΦΕ υποβάλλονται υποχρεωτικά, με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω διαδικτύου, εκτός από τις περιπτώσεις των παρ. 3 και 4 της Α.Υ.Ο. ΠΟΛ.1114/23.5.2013.

2. Στην περίπτωση ανήλικων τέκνων που είναι προστατευόμενα μέλη η αναγραφή του ΑΜΚΑ είναι υποχρεωτική ενώ είναι προαιρετική η αναγραφή του ΑΦΜ.

Για τα προστατευόμενα μέλη που είναι άνω των 18 ετών, η αναγραφή του ΑΦΜ και του Α.Μ.Κ.Α. είναι υποχρεωτική. Ειδικά για τον Α.Μ.Κ.Α., η αναγραφή του δεν είναι υποχρεωτική για προστατευόμενα τέκνα κατοίκων εξωτερικού.

Στην ηλεκτρονική υποβολή είναι υποχρεωτική η αναγραφή της ημερομηνίας γέννησης υποχρέου και συζύγου στις περιπτώσεις που δεν εμφανίζεται προσυμπληρωμένη από το σύστημα.

3. Είναι υποχρεωτική η αναγραφή όλων των εισοδημάτων του φορολογουμένου ανεξάρτητα από τον τρόπο φορολόγησής τους, καθώς και των απαλλασσόμενων από το φόρο εισοδημάτων. Για τα αυτοτελώς ή με ειδικό τρόπο φορολογούμενα εισοδήματα αναγράφεται και ο παρακρατηθείς ή αποδοθείς κατά περίπτωση φόρος.

Στις περιπτώσεις κοινών λογαριασμών σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα (κάθε μορφής στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό) υπάρχει υποχρέωση δήλωσης των ποσών των τόκων καταθέσεων που αναλογούν στους πραγματικούς δικαιούχους οι οποίοι καθορίζονται με βάση τις πραγματικές περιστάσεις.Ο Προϊστάμενος της ΔΟΥ έχει, σε κάθε περίπτωση, την διακριτική ευχέρεια να κρίνει διαφορετικά.

4. Τα έντυπα της αναλυτικής κατάστασης για τα μισθώματα ακινήτων (Ε2), του μηχανογραφικού δελτίου οικονομικών στοιχείων επιχειρήσεων και επιτηδευματιών (Ε3), της βεβαίωσης αποδοχών και συντάξεων, καθώς και της δήλωσης κατοχής μηχανημάτων έργων (Ε16), συνυποβάλλονται με τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων, ανάλογα με την κατηγορία των δηλούμενων εισοδημάτων, αποτελούν αδιαίρετη ενότητα με αυτήν και πρέπει να συμπληρώνονται σε όλες τις ενδείξεις τους.

5. Η αναλυτική κατάσταση για τα μισθώματα ακινήτων (Ε2), το μηχανογραφικό δελτίο οικονομικών στοιχείων επιχειρήσεων και επιτηδευματιών (Ε3) και η βεβαίωση αποδοχών ή συντάξεων, σε περίπτωση υποβολής της δήλωσης σε φυσική μορφή, μπορεί να υποβληθούν σε προεκτυπωμένα έντυπα από τους υπόχρεους που έχουν τη δυνατότητα προεκτύπωσής τους με μηχανογραφικά μέσα, τα οποία όμως πρέπει να πληρούν τις τεχνικές προδιαγραφές και να αναφέρουν τα στοιχεία που περιέχονται στα αντίστοιχα έντυπα που επισυνάπτονται στην απόφαση αυτή (σχετική η 1120810/2760/Α0012/ΠΟΛ.1295/16.11.1995 απόφαση Υπουργού Οικονομικών).

6. Κατά την υποβολή της δήλωσης Φορολογίας Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων ηλεκτρονικά μέσω διαδικτύου, πρέπει πρώτα να καταχωρούνται τα έντυπα Ε2 και Ε3, όταν απαιτούνται και κατόπιν η δήλωση Φορολογίας Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων (Ε1).

Η σειρά καταχώρησης των συνυποβαλλόμενων Εντύπων Ε2 και Ε3 θα επιλέγεται από το φορολογούμενο.

Κατά την ηλεκτρονική υποβολή του εντύπου Ε2

α) Για τη συμπλήρωση της στήλης 4 αυτού, θα πρέπει να γίνεται η επιλογή της κατηγορίας του δηλούμενου ακινήτου (οικία, κατάστημα, γραφείο, εμπορικό κέντρο, χώρος στάθμευσης, αποθήκη, σχολείο, οικοτροφείο, φροντιστήριο, ξενοδοχείο, νοσοκομείο ή κλινική, γήπεδο, αθλητικές εγκαταστάσεις, αίθουσα κινηματογράφου ή θεάτρου, χώρος τοποθέτησης επιγραφών, βιομηχανοστάσιο, γαία/αγρός, άλλο είδος). Ειδικά και μόνο για το οικονομικό έτος 2013 η κατηγοριοποίηση θα γίνεται κατ’αντιστοιχίαμε τις κατηγορίες ακινήτων του περιουσιολογίου.

β) Στη στήλη 18 του εντύπου αναγράφεται υποχρεωτικά ο αριθμός παροχής ρεύματος όλων των ακινήτων.

7. Κατά την ηλεκτρονική υποβολή της δήλωσης Φορολογίας Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων (Ε1):

α. Όταν συμπληρώνονται οι κωδικοί 019−020, απαιτείται η αναγραφή των ΑΦΜ εργοδοτών και σε περίπτωση που υπάρχουν περισσότεροι από τρεις (3) εργοδότες, πρέπει να επιλεγεί ο εργοδότης με το 75% των ακαθαρίστων εσόδων.

β. Όταν συμπληρώνονται εισοδήματα από Μισθωτές Υπηρεσίες (Πίνακας 4Α), πρέπει να καταχωρούνται οι Α.Φ.Μ. εργοδοτών – ασφαλιστικών φορέων με τα αντίστοιχα ποσά, βάσει των βεβαιώσεων αποδοχών.

γ. Επίσης, όταν συμπληρώνεται ο κωδικός 507 απαιτείται η αναγραφή του ΑΦΜ φορέα/εργοδότη με το αντίστοιχο ποσό.

δ. Επιπλέον για τους κωδικούς 657−658, 659−660 και 781−782, εμφανίζεται πίνακας στον οποίο αναλύονται τα συνολικά δηλωθέντα εισοδήματα ανάλογα με την προέλευσή τους.

Άρθρο 3

Στις περιπτώσεις που η δήλωση φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων υποβάλλεται χειρόγραφα μέσω Δ.Ο.Υ., συνυποβάλλονται, κατά περίπτωση, τα πρωτότυπα δικαιολογητικά, από τα οποία αποδεικνύεται η συνδρομή των προϋποθέσεων για τη φορολογική απαλλαγή, έκπτωση ή ελάφρυνση που επικαλείται ο υπόχρεος και τα οποία καθορίζονται με την ΠΟΛ.1121/15.5.2012 (εκτός από την παράγραφο 4 του άρθρου 3) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.

Τα δικαιολογητικά των δηλώσεων φυλάσσονται για μελλοντικό έλεγχο, ενώ στην περίπτωση υποβολής τους με φυσικό τρόπο συνυποβάλλονται με αυτές.

Εφόσον κάποια από τα πιο πάνω δικαιολογητικά έχουν ήδη συνυποβληθεί με δηλώσεις προηγούμενων ετών στην ίδια ΔΟΥ και δεν έχει επέλθει κάποια μεταβολή στα στοιχεία που αναγράφονται σ’ αυτά, δεν απαιτείται να συνυποβληθούν και πάλι. Αρκεί να υποβληθεί υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986, στην οποία θα αναγράφεται στη δήλωση ποιου οικον. έτους έχει συνυποβληθεί το κάθε συγκεκριμένο δικαιολογητικό, ότι δεν έχει επέλθει μεταβολή στα στοιχεία που αναγράφονται σ’ αυτό και με την προϋπόθεση ότι, αν το συγκεκριμένο δικαιολογητικό είναι ορισμένης χρονικής ισχύος, καλύπτει και το οικον. έτος 2013.

Ειδικά, τα φυσικά πρόσωπα που δηλώνουν κάτοικοι εξωτερικού και αποκτούν πραγματικό εισόδημα που προκύπτει στην Ελλάδα υποχρεούνται να υποβάλουν, εμπρόθεσμα (πριν τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματός τους), σε φυσική μορφή, τα προβλεπόμενα δικαιολογητικά, μέσω του αντικλήτου τους, στην καθ’ ύλην αρμόδια Δ.Ο.Υ. όπου ο υπόχρεος υποβάλλει δήλωση φορολογίας εισοδήματος ως κάτοικος αλλοδαπής.

Άρθρο 4

1. Για όσους υποβάλλουν πρώτη φορά δήλωση φορολογίας εισοδήματος η επιστροφή του φόρου γίνεται από άτοκο μεταβατικό λογαριασμό με βάση τον ΑΦΜ.

2. Ο τραπεζικός λογαριασμός που θα δηλώνεται από τον φορολογούμενο στο έντυπο της φορολογικής δήλωσης θα πιστώνεται μόνο μια φορά, ενώ ποσά επιστροφής που προκύπτουν από δηλώσεις άλλων φορολογουμένων δεν μεταφέρονται στον ίδιο λογαριασμό αλλά σε άτοκο μεταβατικό λογαριασμό με βάση τον ΑΦΜ.

Άρθρο 5

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 26 Ιουνίου 2013

O ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΑΥΡΑΓΑΝΗΣ

ΠΟΛ.1125/31.5.2013 Χρόνος απόδοσης του παρακρατηθέντος φόρου για τα διανεμόμενα κέρδη ΕΠΕ χρήσης 2012

ΠΟΛ.1125/31.5.2013
Χρόνος απόδοσης του παρακρατηθέντος φόρου για τα διανεμόμενα κέρδη ΕΠΕ χρήσης 2012
Αθήνα, 31 Μαΐου 2013

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ   
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛ. ΕΙΣΟΔ/ΤΟΣ (Δ12)
ΤΜΗΜΑ: Β’

Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κωδ.: 101 84 ΑΘΗΝΑ
Πληροφορίες: Δ. Βελισσαράκου
Τηλέφωνο: 210-33.75.312
ΦΑΞ: 210-33.75.001

ΕΠΕΙΓΟΝ

ΠΟΛ 1125

ΘΕΜΑ: Χρόνος απόδοσης του παρακρατηθέντος φόρου για τα διανεμόμενα κέρδη ΕΠΕ χρήσης 2012.

Με αφορμή ερωτήματα που έχουν υποβληθεί στην υπηρεσία μας, αναφορικά με το πιο πάνω θέμα, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:

1. Σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. δ’ της παρ. 1 του άρθρου 55 του ν.2238/1994, όπως ίσχυαν πριν την αντικατάστασή τους με την παρ. 7 του άρθρου 6 του ν.4110/2013, στα κέρδη που διανέμουν οι συνεταιρισμοί ή οι ημεδαπές εταιρείες περιορισμένης ευθύνης, σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα, ημεδαπά ή αλλοδαπά, ενώσεις προσώπων ή ομάδες περιουσίας, ενεργείται παρακράτηση φόρου με συντελεστή είκοσι πέντε τοις εκατό (25%). Με την παρακράτηση αυτή εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση των δικαιούχων για τα πιο πάνω εισοδήματα. Για την απόδοση του φόρου εφαρμόζονται οι διατάξεις της περ. ζ’ της παρ. 6 του άρθρου 54 του ίδιου νόμου.

2. Με την αριθ. 11004/Β0012/ΠΟΛ.1129/6.6.2011 εγκύκλιο μας διευκρινίσθηκε, ότι η παρακράτηση φόρου επί των διανεμομένων κερδών ΕΠΕ ενεργείται μέσα σε ένα (1) μήνα από τη λήψη απόφασης από τη συνέλευση των εταίρων και η απόδοση του παρακρατούμενου φόρου εντός του επόμενου μήνα από αυτόν εντός του οποίου έγινε η παρακράτηση. 

3. Εξάλλου, με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 10 του ν. 3190/1955 ορίζεται, ότι η συνέλευση των εταίρων της ΕΠΕ συγκαλείται υποχρεωτικά άπαξ κατ’ έτος και εντός τριών (3) μηνών από τη λήξη της εταιρικής χρήσης.

4. Περαιτέρω, με την αριθ. ΠΟΛ.1061/28.3.2013 εγκύκλιο της Διεύθυνσης Βιβλίων και Στοιχείων διευκρινίστηκε, ότι η περάτωση των πράξεων του ισολογισμού της διαχειριστικής περιόδου που λήγει την 31.12.2012 και καταχώρισής του στο βιβλίο απογραφών, μπορεί να διενεργηθεί μέχρι το χρόνο της εμπρόθεσμης υποβολής της αντίστοιχης δήλωσης φορολογίας εισοδήματος.

5. Με την ΠΟΛ.1122/30.5.2013 Α.Υ.Ο., η οποία εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. 6 του άρθρου 107 του ν. 2238/1994, ορίζεται, ότι η προθεσμία υποβολής των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος για τα νομικά πρόσωπα της παρ. 1 του άρθρου 101 του ίδιου νόμου, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και οι ΕΠΕ, παρατείνεται μέχρι τις 28 Ιουνίου 2013.

6. Μετά από όλα όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω και δεδομένου ότι με την ως άνω ΠΟΛ.1061/28.3.2013 εγκύκλιο παρατάθηκε ο χρόνος σύνταξης της απογραφής και του ισολογισμού των ΕΠΕ μέχρι το χρόνο της εμπρόθεσμης υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος τους χωρίς την επιβολή κυρώσεων, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα και τη σύγκληση της συνέλευσης των εταίρων σε μεταγενέστερη ημερομηνία από αυτήν που ορίζεται στο ν. 3190/1955, με την παρούσα γίνεται δεκτό, ειδικά για τα διανεμόμενα κέρδη των Ε.Π.Ε. χρήσης 2012 (οικον. έτους 2013) όπως η απόδοση του παρακρατηθέντος φόρου πραγματοποιηθεί μέχρι την 28η Αυγούστου 2013, χωρίς προσαυξήσεις. Για την απόδοση του παρακρατούμενου φόρου θα χρησιμοποιείται το έντυπο της δήλωσης Ε.565/10, υπόδειγμα του οποίου κοινοποιήθηκε με την ΠΟΛ.1103/6.5.2011 εγκύκλιο μας.

Ακριβές Αντίγραφο   
Η Προϊσταμένη της Γραμματείας   

Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΘΕΟΧΑΡΗΣ ΘΕΟΧΑΡΗΣ

ΘΕΜΑ: Φορολογική μεταχείριση της αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας που συστήθηκε με τα άρθρα 741 έως 784 του Αστικού Κώδικα.

ΠΟΛ.1118/27.5.2013
Φορολογική μεταχείριση της αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας που συστήθηκε με τα άρθρα 741 έως 784 του Αστικού Κώδικα
Αθήνα, 27 Μαΐου 2013

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ   
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΝ. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ
ΤΜΗΜΑ Α’

Ταχ. Δ/νση : Καρ. Σερβίας 10
Τ. Κ.: 101 84 Αθήνα
Πληροφορίες : Β. Δασουράς , Θ. Σαφαρής.
Τηλέφωνο : 210.3375314-5
FAX: 210.3375001   

ΠΟΛ 1118

ΘΕΜΑ: Φορολογική μεταχείριση της αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας που συστήθηκε με τα άρθρα 741 έως 784 του Αστικού Κώδικα.
 
Με αφορμή ερωτήματα που υποβλήθηκαν στην υπηρεσία μας, αναφορικά με το παραπάνω θέμα, σας πληροφορούμε τα εξής:

1. Σύμφωνα με την 1013044/222/Α0012/ΠΟΛ.1031/7.2.2001 διαταγή μας, ως ακαθάριστο εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις ή ελευθέρια επαγγέλματα των αστικών μη κερδοσκοπικών εταιρειών υποκείμενο σε φόρο θεωρείται μόνο αυτό που προέρχεται από καθαρά εμπορικές δραστηριότητες ή την άσκηση ελευθέριου επαγγέλματος (π.χ. τέλεση δημόσιων θεαμάτων, έκδοση εφημερίδων, προβολή κινηματογραφικών ταινιών, ενοίκια, τόκοι καταθέσεων κτλ.). Αντίθετα, οι συνδρομές και εγγραφές των μελών, καθώς και οι χορηγίες ή δωρεές προς αυτές, επειδή αποτελούν εισροές κεφαλαιουχικού χαρακτήρα, δηλαδή στερούνται τα εννοιολογικά γνωρίσματα του εισοδήματος, δεν εμπίπτουν στην έννοια των ακαθάριστων εσόδων, για να φορολογηθούν με το άρθρο 10 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος. Επίσης, τα ποσά των χορηγιών που παρέχονται για την τέλεση δραστηριοτήτων που εκτελούνται από τις εταιρείες αυτές μειώνουν το κόστος αυτών. 

2. Κατά τη λειτουργία τους οι αστικές μη κερδοσκοπικές εταιρείες βαρύνονται με δαπάνες που συνδέονται με τη γενικότερη λειτουργία τους και δεν μπορούν να βαρύνουν αποκλειστικά την δραστηριότητα (κλάδο) για την οποία φορολογούνται. Οι δαπάνες αυτές όπως για παράδειγμα το ενοίκιο της έδρας, η κατανάλωση ρεύματος, μισθοί προσωπικού γραμματείας – λογιστηρίου κλπ., πρέπει να μερίζονται σε μέρη ανάλογα των αφορολόγητων εσόδων και των ακαθάριστων εσόδων που υπόκεινται σε φορολογία.

3.Περαιτέρω, κατά τον προσδιορισμό των φορολογητέων καθαρών κερδών της εταιρείας, από τα ακαθάριστα έσοδα που υπόκεινται σε φορολογία αφαιρούνται οι δαπάνες που βαρύνουν αποκλειστικά τη φορολογητέα δραστηριότητα της αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας, καθώς και από τις υπόλοιπες δαπάνες αυτές που με βάση τον παραπάνω μερισμό αντιστοιχούν επί των φορολογητέων ακαθαρίστων εσόδων.

4. Όσον αφορά τις δαπάνες που με βάση τον παραπάνω μερισμό αντιστοιχούν επί των μη φορολογητέων εσόδων, αυτές καλύπτονται από τα έσοδα αυτά, ωστόσο, μόνο κατά το μέρος που τυχόν δεν καλύπτονται από τα έσοδα αυτά θα συμμετέχουν στο αποτέλεσμα (κέρδος ή ζημιά) της αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας. Δηλαδή, αν οι δαπάνες που αντιστοιχούν επί των αφορολόγητων εσόδων της εταιρείας είναι μικρότερες από τα έσοδα αυτά, εννοείται δεν θα λαμβάνονται καθόλου υπόψη για τον προσδιορισμό του κέρδους ή της ζημιάς της εταιρείας.

5. Για τη καλύτερη κατανόηση των όσων εκτέθηκαν παραπάνω, παρατίθεται το ακόλουθο παράδειγμα:

Έστω η αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία «Ψ» με φορολογητέα ακαθάριστα έσοδα 21.000 ευρώ, έσοδα από συνδρομές – εγγραφές 2.000 ευρώ, δαπάνες εμπορικής δραστηριότητας 15.000 ευρώ και λοιπές κοινές δαπάνες 26.000 ευρώ.

Μερισμός δαπανών με βάση φορολογούμενα και αφορολόγητα ακαθάριστα έσοδα:
26.000 Χ 2.000/23.000 = 2.261 ευρώ
26.000 Χ 21.000/23.000 = 23.739 ευρώ

Προσδιορισμός κερδών ή ζημιών:
Ακαθάριστα Έσοδα φορολογητέα (21.000) – Δαπάνες (15.000 + 23.739 = 38.739 ) = Ζημία από εμπορική δραστηριότητα 17.739 ευρώ.

Επισημαίνεται ότι, επειδή τα αφορολόγητα έσοδα από συνδρομές – εγγραφές (2.000 ευρώ) είναι μικρότερα από το ποσό των δαπανών που αναλογούν σ’ αυτά (2.261 ευρώ), συνεπώς μόνο η διαφορά των 261 ευρώ θα προστεθεί στη ζημιά που προέρχεται από την εμπορική δραστηριότητα της εταιρείας, δηλαδή, Σύνολο Ζημιών 17.739 + 261 = 18.000 ευρώ.

Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΘΕΟΧΑΡΗΣ ΘΕΟΧΑΡΗΣ

ΘΕΜΑ: Υποβολή δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων οικονομικού έτους 2013, με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω διαδικτύου.

ΠΟΛ.1114/23.5.2013
Υποβολή δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων οικονομικού έτους 2013, με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω διαδικτύου
Αθήνα, 23 Μαΐου 2013

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Α. ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ
ΤΜΗΜΑ A’

Πληροφορίες: Θανάσης Σαφαρής-Βίκυ Γιοβά
Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κωδ.: 101 84 ΑΘΗΝΑ
Τηλέφωνο: 210-3375314-18

Β. ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ (Γ.Γ.Π.Σ.)
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΚΕΠΥΟ
Δ/ΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ Η/Υ (Δ30)
ΤΜΗΜΑ A’

Ταχ. Δ/νση: Χανδρή 1 & Θεσ/νίκης
Ταχ. Κωδ.: 18346 ΜΟΣΧΑΤΟ

ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΩΣ ΕΠΕΙΓΟΥΣΑ

ΠΟΛ 1114

ΘΕΜΑ: Υποβολή δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων οικονομικού έτους 2013, με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω διαδικτύου.

ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Την με αριθμό ΥΠΟΙΚ 07927ΕΞ/19.9.2012 (ΦΕΚ 2574 Β’/24.09.2012) κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών με την οποία ανατίθενται αρμοδιότητες στον Υφυπουργό Οικονομικών Γεώργιο Μαυραγάνη.

2. Τις διατάξεις των άρθρων 61 και 62 του ΚΦΕ (ΦΕΚ Α’ 151/16.09.1994).

3. Τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 18 του ν.2753/1999 (ΦΕΚ 249 Α’/17.11.1999) σύμφωνα με τις οποίες,…. «Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δύναται να καθορίζονται οι διαδικασίες, οι λεπτομέρειες και ό,τι άλλο απαιτείται, ώστε οι δηλώσεις οποιουδήποτε φορολογικού αντικειμένου, καθώς και τα τελωνειακά παραστατικά να μπορούν να υποβάλλονται και με τη χρήση σύγχρονων ηλεκτρονικών μεθόδων και δικτυακών υποδομών».

4. Την ανάγκη διευκόλυνσης των υπόχρεων σε υποβολή της ετήσιας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω του ειδικού δικτύου TAXISnet, στα πλαίσια απλοποίησης των φορολογικών διαδικασιών και των διαμορφωθεισών νέων συνθηκών, στον τομέα οργάνωσης των φορολογικών υπηρεσιών.

5. Το γεγονός ότι με την ηλεκτρονική υποβολή των φορολογικών δηλώσεων επιτυγχάνεται η άμεση εκκαθάρισή τους.

6. Τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 20 του ν. 3943/2011 (ΦΕΚ 66 Α’/31.03.2011), με τις οποίες παρέχεται εξουσιοδότηση στον Υπουργό Οικονομικών να καθορίζει τις διαδικασίες υποβολής των δηλώσεων και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

7. Την Υπουργική Απόφαση ΠΟΛ.1094/30.4.2013 (ΦΕΚ Β’ 1072/30-04-2013) που αφορά την παράταση ισχύος κωδικών πρόσβασης χρηστών στις ηλεκτρονικές υπηρεσίες.

8. Την με αριθμό 1011563/264/Α0012/5.2.2003 διαταγή μας, σχετικά με την υποβολή δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων μέσω λογιστών.

9. Την Υπουργική Απόφαση ΠΟΛ.1008/19.1.2011 (ΦΕΚ Β’ 136/09-02-2011), που αφορά τον καθορισμό ορίων ακαθαρίστων εσόδων επιχειρήσεων και ελευθέρων επαγγελματιών, πάνω από τα οποία υφίσταται υποχρέωση υπογραφής των δηλώσεων από λογιστή φοροτεχνικό.

10. Το γεγονός ότι με την απόφαση αυτή δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού.

ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΜΕ

1. Οι ετήσιες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος οικονομικού έτους 2013, των υπόχρεων της παραγράφου 1 του άρθρου 61 του ΚΦΕ υποβάλλονται υποχρεωτικά, με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω διαδικτύου.

2. Τα παραπάνω ισχύουν για δηλώσεις που υποβάλλονται είτε από τους ίδιους με τους δικούς τους κωδικούς πρόσβασης, είτε από εξουσιοδοτημένο λογιστή – φοροτεχνικό με τους προσωπικούς του κωδικούς πρόσβασης, η οποία εξουσιοδότηση θα αφορά την διαχείριση των εντύπων Ε1,Ε2 (όπως έχουν ενημερωθεί από τα αρχεία της ΓΓΠΣ) και το Ε3 ανεξάρτητα αν οι υπόχρεοι είναι εγγεγραμμένοι στις ηλεκτρονικές υπηρεσίες Taxis net. Στην περίπτωση αυτή απαιτούνται υπεύθυνες δηλώσεις του Ν.1599/1986 με γνήσιο της υπογραφής του φορολογούμενου και της συζύγου του προς το λογιστή.

3. Οι δηλώσεις των αποβιωσάντων υποβάλλονται αποκλειστικά χειρόγραφα στην αρμόδια Δ.Ο.Υ.. Στην περίπτωση αυτή απαιτείται ενημέρωση του τμήματος Μητρώου της Δ.Ο.Υ του αποβιώσαντος πριν από την υποβολή της δήλωσης.

4. Σε περίπτωση που δεν υπάρχει η δυνατότητα ηλεκτρονικής υποβολής λόγω αποδεδειγμένης τεχνικής αδυναμίας που δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί από την ΓΓΠΣ ή εφόσον κρίνεται από τον αρμόδιο Προϊστάμενο Δ.Ο.Υ. σε εξαιρετικές περιπτώσεις, ότι συντρέχει αντικειμενική και πραγματική αδυναμία υποβολής της δήλωσης με ηλεκτρονικό τρόπο, επιτρέπεται να υποβληθούν αυτές σε έντυπη μορφή στις αρμόδιες Δ.Ο.Υ..

5. Οι κωδικοί των χρηστών του TaxisNet που αυτή τη στιγμή κάνουν χρήση των υφισταμένων ηλεκτρονικών υπηρεσιών, θα διατηρηθούν σε ισχύ μέχρι και την 30η Αυγούστου 2013 και θα μπορούν να υποβάλλουν κάθε είδους δήλωση.

6. Οι αρχικές εμπρόθεσμες και εκπρόθεσμες δηλώσεις των φυσικών προσώπων, θα υποβάλλονται ηλεκτρονικά μέσω διαδικτύου. Αντιθέτως οι συμπληρωματικές και τροποποιητικές δηλώσεις θα υποβάλλονται χειρόγραφα στις αρμόδιες Δ.Ο.Υ..

7. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Ακριβές Αντίγραφο
Η προίστ. της Γραμματείας

Ο Υφυπουργός
Γ. Μαυραγάνης