Διευκρινίσεις για θέματα ανάλωσης κεφαλαίου προηγούμενων ετών

Ε.2137/2019
Διευκρινίσεις για θέματα ανάλωσης κεφαλαίου προηγούμενων ετών για τις ανάγκες εφαρμογής της περίπτωσης ζ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 34 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος

Αθήνα, 12 Ιουλίου 2019
Αριθ. Πρωτ.: Ε.2137/12-7-2019

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Α’

Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας: 10184 Αθήνα
Τηλέφωνο: 210.3375317-8
Fax: 210.3375001
E-Mail: d12.a@yo.syzefxis.gov.gr
Url: www.aade.gr

ΘΕΜΑ: Διευκρινίσεις για θέματα ανάλωσης κεφαλαίου προηγούμενων ετών για τις ανάγκες εφαρμογής της περίπτωσης ζ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 34 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος.

Με αφορμή ερωτήματα που έχουν υποβληθεί στην υπηρεσία μας, αναφορικά με το πιο πάνω θέμα, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:

1. Σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. ζ’ της παρ. 2 του άρθρου 34 του ν. 4172/2013, η διαφορά που προκύπτει μεταξύ του τεκμαρτού και του συνολικού εισοδήματος του φορολογουμένου σε ένα φορολογικό έτος μειώνεται κατά το ποσό που αναλογεί σε κεφάλαιο σχηματισθέν και μη αναλωθέν, το οποίο αποδεδειγμένα έχει φορολογηθεί κατά τα προηγούμενα έτη ή νόμιμα έχει απαλλαγεί από τον φόρο. Για τον προσδιορισμό του κεφαλαίου αυτού ανά έτος, από τα πραγματικά εισοδήματα που έχουν φορολογηθεί ή νόμιμα απαλλαγεί από τον φόρο και τα οποία προκύπτουν από συμψηφισμό των θετικών και αρνητικών στοιχείων αυτών, από τα χρηματικά ποσά που ορίζονται στις περιπτώσεις β’, γ’, δ’, ε’, και στ’ της παραγράφου αυτής και από οποιοδήποτε άλλο ποσό το οποίο αποδεδειγμένα έχει εισπραχθεί, εκπίπτουν οι δαπάνες που προσδιορίζονται στα άρθρα 31 και 32 του ν.4172/2013, ανεξάρτητα από το αν ο φορολογούμενος απαλλάσσεται της εφαρμογής των άρθρων αυτών. Ο φορολογούμενος φέρει το βάρος της απόδειξης για τα ποσά αυτά. Κάθε ποσό που καταβλήθηκε για την απόκτηση των εσόδων των παραπάνω περιπτώσεων τα μειώνει και η διαφορά που προκύπτει λαμβάνεται υπόψη για την κάλυψη ή τον περιορισμό της συνολικής ετήσιας δαπάνης, εκτός αν τα ποσά αυτά έχουν ληφθεί υπόψη κατά τον προσδιορισμό του εισοδήματος του έτους που καταβλήθηκαν και ο φορολογούμενος επικαλείται ανάλωση κεφαλαίου του έτους αυτού.

2. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι σε περίπτωση διάθεσης περιουσιακών στοιχείων, (όπως η περίπτωση πώλησης ακινήτου) για τα οποία κατά το έτος απόκτησής τους ίσχυε το τεκμήριο απόκτησης, εφόσον για τον προσδιορισμό κεφαλαίου προηγούμενων ετών χρησιμοποιείται το έτος διάθεσης του περιουσιακού στοιχείου, τότε θα συμπεριληφθεί ολόκληρο το ποσό της πώλησης στην ανάλωση και όχι μόνο το κέρδος από την πώληση αυτή.

Αν τα έτη στα οποία ανατρέχει ο φορολογούμενος προκειμένου να σχηματίσει κεφάλαιο για ανάλωση είναι παραγεγραμμένα, και σε αυτά συμπεριλαμβάνεται και το έτος διάθεσης του περιουσιακού στοιχείου, τότε λαμβάνεται υπόψη το ποσό που εισπράχθηκε και το οποίο προκύπτει είτε από δήλωση φορολογίας εισοδήματος είτε από τα κατάλληλα νόμιμα δικαιολογητικά, εφόσον ο φορολογούμενος δεν είχε υποχρέωση αναγραφής του ποσού που εισέπραξε στη φορολογική του δήλωση. Τα ανωτέρω ισχύουν για όλες τις περιπτώσεις εισοδημάτων, τα οποία στο παρελθόν είτε ήταν αφορολόγητα είτε φορολογούνταν κατ’ ειδικό τρόπο (τόκοι, πώληση εισηγμένων μετοχών). Σε περίπτωση που τα περιουσιακά στοιχεία έχουν περιέλθει στο φορολογούμενο από χαριστική αιτία ή κληρονομιά, ισχύουν τα όσα αναφέρονται στην ΠΟΛ.1076/2015 εγκύκλιο.

3. Κατά τον σχηματισμό κεφαλαίου προηγούμενων ετών και σε ό, τι αφορά ποσά δανείων που εισπράχθηκαν, για να ληφθούν υπόψη για τον σχηματισμό μη αναλωθέντος κεφαλαίου προηγουμένων ετών απαιτείται να αποδεικνύεται η σύναψη και η είσπραξή/καταβολή τους με έγγραφα στοιχεία τα οποία φέρουν βέβαιη χρονολογία, ή με κάθε πρόσφορο μέσο. Για τον υπολογισμό του προς ανάλωση κεφαλαίου του έτους είσπραξης του δανείου, λαμβάνεται υπόψη μόνο το ποσό δανείου το οποίο ο φορολογούμενος αποδεικνύει ότι παρέμεινε αδιάθετο π.χ. στεγαστικό δάνειο το οποίο δεν χρησιμοποιήθηκε στο σύνολό του για τη συγκεκριμένη δαπάνη αγοράς ή ανέγερσης ακινήτου, γεγονός το οποίο ως πραγματικό εναπόκειται στην ελεγκτική αρμοδιότητα της Φορολογικής Διοίκησης.

4. Επίσης, με βάση τις διατάξεις της περίπτωσης ε’ του άρθρου 33 του ν.4172/2013 δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις περί τεκμηρίου απόκτησης περιουσιακών στοιχείων, όταν πρόκειται για αγορά πάγιου εξοπλισμού επαγγελματικής χρήσης από πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα. Στην έννοια του «πάγιου εξοπλισμού επαγγελματικής χρήσης» δεν συμπεριλαμβάνονται τα ακίνητα, ακόμα και αν αυτά προορίζονται για τη στέγαση επαγγέλματος ή επιχείρησης. Συνεπώς, η δαπάνη για αγορά ή ανέγερση οποιασδήποτε οικοδομής λειτουργεί αφαιρετικά κατά τον σχηματισμό κεφαλαίου προηγούμενων ετών και μειώνει το σχηματισθέν και μη αναλωθέν κεφάλαιο.

5. Περαιτέρω, για τον προσδιορισμό του διαθέσιμου εισοδήματος το οποίο δύναται να ληφθεί υπόψη σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 34 παρ. 2 περ. ζ’ ΚΦΕ σε περίπτωση που σε κάποιο έτος προκύπτει ζημία από επιχειρηματική δραστηριότητα ισχύουν τα εξής:

α) Από το φορολογικό έτος 2014 και μετά, αν σε ένα έτος υπάρχει προστιθέμενη διαφορά τεκμηρίων την οποία ο φορολογούμενος καλύπτει με ανάλωση κεφαλαίου προηγουμένων ετών, τότε η ζημία από επιχειρηματική δραστηριότητα μεταφέρεται σε επόμενα έτη για συμψηφισμό με κέρδη μόνο από επιχειρηματική δραστηριότητα και δεν αφαιρείται από το διαθέσιμο εισόδημα για ανάλωση κεφαλαίου. Επομένως κατά τον σχηματισμό κεφαλαίου προηγούμενων ετών, η ζημία του έτους αυτού δεν θα ληφθεί υπόψη αφαιρετικά, αλλά για τη χρήση αυτή θεωρείται ότι δεν απομένει κεφάλαιο για ανάλωση και λαμβάνεται ως μηδενικό. Επιπλέον, όπως ήδη διευκρινίστηκε με την ΠΟΛ.1076/2015 εγκύκλιο, αν σε κάποιο έτος ο προσδιορισμός του εισοδήματος πραγματοποιηθεί με βάση την τεκμαρτή δαπάνη, τότε θεωρείται ότι δεν υπάρχει ή δεν απομένει κεφάλαιο προς ανάλωση και επίκληση σε μεταγενέστερο έτος για το έτος αυτό (θεωρείται μηδενικό) και δεν επηρεάζονται αρνητικά τα θετικά υπόλοιπα των προηγούμενων ετών. Επομένως, στην περίπτωση που σε κάποια χρήση ο προσδιορισμός του εισοδήματος πραγματοποιηθεί με βάση τις δαπάνες των άρθρων 31 και 32 του ΚΦΕ, η τυχόν προκύπτουσα ζημιά από επιχειρηματική δραστηριότητα στη χρήση αυτή μηδενίζεται για σκοπούς εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 34 παρ. 2 περ.’ ζ’ και δεν λαμβάνεται υπόψη ως στοιχείο μειωτικό του σχηματισθέντος και μη αναλωθέντος κεφαλαίου.

β) Για τα έτη μέχρι και το οικονομικό έτος 2014 (χρήση 2013) ισχύουν τα ανωτέρω, με τη μόνη διαφορά ότι η ζημία του τρέχοντος έτους αρχικά μπορούσε να συμψηφιστεί με οποιοδήποτε άλλο εισόδημα του φορολογούμενου και όχι μόνο με κέρδη από εμπορική δραστηριότητα. Και σ’ αυτή την περίπτωση, όταν το τελικό αποτέλεσμα μετά τον συμψηφισμό παραμένει αρνητικό, κατά τον προσδιορισμό κεφαλαίου προηγούμενων ετών η ζημιά της χρήσης αυτής δεν λαμβάνεται υπόψη αφαιρετικά, αλλά για τη χρήση αυτή θεωρείται ότι δεν απομένει κεφάλαιο για ανάλωση και λαμβάνεται ως μηδενικό.

6. Σε περίπτωση επίκλησης από τον φορολογούμενο ανάλωσης κεφαλαίου προηγούμενων ετών, στα οποία περιλαμβάνονται φορολογικά έτη που έχουν ήδη ελεγχθεί και για τα οποία έχουν εκδοθεί οριστικές πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου, κατά τα έτη αυτά ως κεφάλαιο προς ανάλωση θα λαμβάνεται υπόψη αυτό που προκύπτει ή που προσδιορίστηκε με βάση τα αποτελέσματα του ελέγχου και όχι αυτό που προσδιορίζεται από το άρθρο 34 του ν.4172/2013, καθώς σε έτος για το οποίο έχει εκδοθεί οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου δεν χωρεί εκ νέου εφαρμογή του άρθρου 34 του ν.4172/2013 μετά την έκδοση των πράξεων αυτών, ως αν δεν είχε μεσολαβήσει έλεγχος.

7. Επιπλέον, οι ετήσιες αντικειμενικές δαπάνες διαβίωσης που αφορούν συνταξιούχους που έχουν υπερβεί το 65ο έτος της ηλικίας τους, λαμβάνονται υπόψη μειωμένες κατά τριάντα τοις εκατό (30%) στον σχηματισμό του κεφαλαίου προς ανάλωση.

8. Τέλος, επισημαίνουμε ότι οι οδηγίες που αναφέρονται στην ΠΟΛ 1076/2015 εγκύκλιο καθώς και στο Μέρος Α’ του ΔΕΑΦ Α 1144110 ΕΞ 2015/5.11.2015 εγγράφου μας εξακολουθούν να ισχύουν.

Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ Α.Α.Δ.Ε.
Γεώργιος Πιτσιλής

φορολογική μεταχείριση των μη διανεμηθέντων κερδών σε περίπτωση αλλαγής κατηγορίας βιβλίων

Ε.2104/2019
Οδηγίες για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 10 του άρθρου 64 του ν. 4172/2013, όπως αυτές τέθηκαν με την παρ. 13 του άρθρου 115 του ν.4549/2018, αναφορικά με τη φορολογική μεταχείριση των μη διανεμηθέντων κερδών νομικών προσώπων ή νομικών οντοτήτων σε περίπτωση αλλαγής κατηγορίας βιβλίων από διπλογραφικά σε απλογραφικά
Αθήνα, 10 Ιουνίου 2019
Αριθ. Πρωτ.: Ε.2104/10-6-2019

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑΤΑ Β’, Α’

Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδ.: 10184 Αθήνα
Τηλέφωνο: 210 – 3375312
Fax: 210 – 3375001
E-Mail: d12.b@yo.syzefxis.gov.gr

Ε 2104/2019

ΘΕΜΑ: Οδηγίες για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 10 του άρθρου 64 του ν. 4172/2013, όπως αυτές τέθηκαν με την παρ. 13 του άρθρου 115 του ν.4549/2018, αναφορικά με τη φορολογική μεταχείριση των μη διανεμηθέντων κερδών νομικών προσώπων ή νομικών οντοτήτων σε περίπτωση αλλαγής κατηγορίας βιβλίων από διπλογραφικά σε απλογραφικά

Αναφορικά με το πιο πάνω θέμα και σε συνέχεια της ΠΟΛ.1147/2018 εγκυκλίου, με την οποία κοινοποιήθηκαν, μεταξύ άλλων, οι διατάξεις της παρ. 13 του άρθρου 115 του ν.4549/2018, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:

1. Με τις διατάξεις της παραγράφου 13 του άρθρου 115 του ν.4549/2018 προστέθηκε νέα παράγραφος 10 στο άρθρο 64 του ν. 4172/2013, σύμφωνα με την οποία σε περίπτωση που νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα αλλάζει κατηγορία βιβλίων από διπλογραφικά σε απλογραφικά, τα μη διανεμηθέντα κέρδη του νομικού πρόσωπου ή της νομικής οντότητας, κατά περίπτωση, όπως αυτά εμφανίζονται κατά το χρόνο αλλαγής της κατηγορίας βιβλίων, υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου με το συντελεστή της περίπτωσης α’ της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού.

Ο οφειλόμενος φόρος αποδίδεται εφάπαξ μέχρι το τέλος του δεύτερου μήνα από τη λήξη του φορολογικού έτους μέχρι το οποίο τα βιβλία τηρούνταν με τη διπλογραφική μέθοδο.

Τα οριζόμενα στα προηγούμενα εδάφια ισχύουν και όταν ανώνυμη εταιρεία, εταιρεία περιορισμένης ευθύνης ή ιδιωτική κεφαλαιουχική εταιρεία μετατρέπεται σε προσωπική εταιρεία, με αποτέλεσμα να αλλάζει κατηγορία βιβλίων από διπλογραφικά σε απλογραφικά. Στην περίπτωση αυτή, ο οφειλόμενος φόρος αποδίδεται εφάπαξ μέχρι το τέλος του δεύτερου μήνα από την ολοκλήρωση της μετατροπής.

2. Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση του ν.4549/2018, με τις διατάξεις αυτές ρυθμίζεται η υποχρέωση απόδοσης παρακρατούμενου φόρου σε περίπτωση μετάβασης από το διπλογραφικό σύστημα στο απλογραφικό, καθόσον ελλείψει τέτοιας διάταξης τα εν λόγω κέρδη διαφεύγουν της φορολόγησης.

3. Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι όταν νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα του άρθρου 45 του ν. 4172/2013 (κεφαλαιουχικές εταιρείες, προσωπικές εταιρείες, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, συνεταιρισμοί, κλπ) αλλάζει σύστημα τήρησης των λογιστικών του αρχείων από διπλογραφικό σε απλογραφικό, τα κέρδη του εν λόγω προσώπου, όπως αυτά εμφανίζονται στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις που έχουν συνταχθεί για το τελευταίο φορολογικό έτος που τηρούνταν τα λογιστικά αρχεία με τη διπλογραφική μέθοδο, και τα οποία δεν έχουν διανεμηθεί, υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου μερισμάτων, με συντελεστή 10% (για τα εισοδήματα που αποκτώνται κατά τα φορολογικά έτη που αρχίζουν από την 1.1.2019 και μετά), ανεξάρτητα από την πραγματική καταβολή των σχετικών κερδών στους εταίρους των πιο πάνω προσώπων.
Στην περίπτωση αυτή χρόνος κτήσης του εισοδήματος, ήτοι ο χρόνος που ο δικαιούχος απέκτησε το δικαίωμα είσπραξής του, είναι ο χρόνος αλλαγής του συστήματος τήρησης λογιστικών αρχείων ή ο χρόνος κατά τον οποίο ολοκληρώνεται η μετατροπή, κατά περίπτωση. Συνεπώς, στο φορολογικό έτος που έγινε η αλλαγή τήρησης των λογιστικών αρχείων του νομικού προσώπου/νομικής οντότητας από διπλογραφικό σε απλογραφικό σύστημα, τα φυσικά πρόσωπα εταίροι/μέλη αυτών, υποχρεούνται να δηλώσουν τα μη διανεμηθέντα κέρδη ως εισόδημα από κεφάλαιο (μερίσματα) στην ετήσια δήλωση φορολογίας εισοδήματός τους. Το ως άνω εισόδημα μαζί με τον παρακρατηθέντα φόρο αποστέλλεται από το νομικό πρόσωπο/νομική οντότητα στη ΔΗΛΕΔ με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω διαδικτύου, σύμφωνα με την Α.1009/2019 Απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε (παράρτημα 3 κωδικός: 1).

4. Τα εν λόγω πρόσωπα αποδίδουν τον οφειλόμενο φόρο με τη δήλωση που καθορίστηκε με την Α. 1100/2019 απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. μέχρι το τέλος του δεύτερου μήνα από τη λήξη του φορολογικού έτους μέχρι το οποίο τα πιο πάνω πρόσωπα τηρούσαν τα λογιστικά τους αρχεία με τη διπλογραφική μέθοδο.

5. Τα αναφερόμενα πιο πάνω εφαρμόζονται και σε περίπτωση μετατροπής ανώνυμης εταιρείας, εταιρείας περιορισμένης ευθύνης ή ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας σε προσωπική εταιρεία, με αποτέλεσμα η μετασχηματιζόμενη εταιρεία να αλλάζει, συνεπεία της μετατροπής, σύστημα τήρησης των λογιστικών της αρχείων από διπλογραφικό σε απλογραφικό.

Στην περίπτωση αυτή ο φόρος αποδίδεται εφάπαξ μέχρι το τέλος του δεύτερου μήνα από την ολοκλήρωση της μετατροπής.

6. Επισημαίνεται ότι στα μη διανεμηθέντα κέρδη των πιο πάνω προσώπων περιλαμβάνεται το σύνολο των μη διανεμηθέντων κερδών των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων του άρθρου 45 του ν. 4172/2013, φορολογηθέντα και αφορολόγητα, που εμφανίζονται στα βιβλία της επιχείρησης κατά τον χρόνο αλλαγής της κατηγορίας βιβλίων. Ως εκ τούτου, στην υπόψη διάταξη εμπίπτουν τα μη διανεμηθέντα κέρδη παρελθουσών χρήσεων, τα αφορολόγητα αποθεματικά που έχουν σχηματίσει τα νομικά πρόσωπα λόγω πραγματοποίησης παραγωγικών επενδύσεων με βάση αναπτυξιακό νόμο, καθώς και τα αφορολόγητα έσοδα ή αυτοτελώς φορολογηθέντα εισοδήματα που τηρούν τα υπόψη πρόσωπα και τα οποία δεν έχουν υπαχθεί στην αυτοτελή φορολόγηση των παρ. 12 και 13 του άρθρου 72 του ν.4172/2013.

Διευκρινίζεται ότι τα ανωτέρω δεν έχουν εφαρμογή για τα μη διανεμηθέντα κέρδη παρελθουσών χρήσεων που έχουν σχηματιστεί από εταιρείες περιορισμένης ευθύνης (ΕΠΕ) μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2010, δεδομένου ότι με τις ισχύσασες κατά τον χρόνο εκείνο διατάξεις, τα εν λόγω κέρδη είχαν φορολογηθεί στο όνομα του νομικού προσώπου.

7. Οι ως άνω διατάξεις ισχύουν για αλλαγές συστήματος τήρησης λογιστικών αρχείων που συντελούνται και μετατροπές που ολοκληρώνονται από τη δημοσίευση του ν. 4549/2018, ήτοι από 14.6.2018 και μετά.

Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ Α.Α.Δ.Ε.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ

Προσαύξηση περιουσίας ΔΕΔ 1371/2019

ΔΕΔ 1371/2019
Φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων – Εισόδημα – Προσαύξηση περιουσίας – Άρση τραπεζικού απόρρητου για έλεγχο λογαριασμών – Ανάλωση κεφαλαίου προηγούμενων ετών – Υπόλοιπα τραπεζικών λογαριασμών
Καλλιθέα, 8-5-2019
Αριθμός απόφασης: 1371

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΤΜΗΜΑ Α5

Ταχ. Δ/νση: Αριστογείτονος 19
Ταχ. Κώδικας: 176 71 – Καλλιθέα
Τηλέφωνο: 213-1604538
ΦΑΞ: 213-1604567

ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Έχοντας υπ’ όψη:

1. Τις διατάξεις:

α. Του άρθρου 63 του ν.4174/2013 (ΦΕΚ Α’ 170), όπως ισχύει.

β. Του άρθρου 11 της Δ. ΟΡΓ.Α 1036960 ΕΞ 2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ 968 Β’/22-03-2017) με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)».

γ. Της ΠΟΛ.1064/2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ Β’ 1440/27-4-2017).

2. Την ΠΟΛ.1069/2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.

3. Την υπ’ αριθμόν 1126366 ΕΞ 2016/30.08.2016 (ΦΕΚ 2759/τ.Β’/01-09-2016) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών.

4. Την από 10-1-2019 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανή προσφυγή των α) με ΑΦΜ , κατοίκου και β) με ΑΦΜ , κατοίκου, κατά της με αριθ / 30-11-2018 οριστικής πράξης διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος φορολογικού έτους 2014 του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΡΟΔΟΥ και τα προσκομιζόμενα με αυτήν σχετικά έγγραφα.

5. Την με αριθμό / 30-11-2018 οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος φορολογικού έτους 2014 του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΡΟΔΟΥ, της οποίας ζητείται η ακύρωση, καθώς και των από 30-11-2018 οικείων εκθέσεων ελέγχου.

6. Τις απόψεις της ανωτέρω φορολογικής αρχής.

7. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του Τμήματος Α5 όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης.

Επί της από 10-1-2019 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς προσφυγής των α) με ΑΦΜ και β με ΑΦΜ , η οποία κατατέθηκε εμπρόθεσμα και μετά την μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:

Με την με αριθμό / 30-11-2018 οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος φορολογικού έτους 2014 προσδιορίστηκε στους προσφεύγοντες διαφορά φόρου εισοδήματος ποσού 5.619,24€, πλέον προστίμου τελών χαρτοσήμου του άρθρου 58 του ν.4174/2013 ποσού 2.809,61€, πλέον ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης ποσού 944,97€, πλέον διαφοράς συμψηφισμού ποσού 18,94€, ήτοι συνολικό ποσό 9.392,76€.

Ιστορικό

Αιτία του ελέγχου ήταν η διαβίβαση στην Δ.Ο.Υ. ΡΟΔΟΥ της με αριθ. ΑΒΜ Α παραγγελίας της Εισαγγελέως Πρωτοδικών Ρόδου, σε συνέχεια της οποίας δόθηκε την 10-5-2017 νέα παραγγελία στον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ ΡΟΔΟΥ, προκειμένου να διενεργηθεί άρση τραπεζικού απορρήτου των προσφευγόντων για το χρονικό διάστημα από 1-1-2006 έως 31-12-2016. Σε εκτέλεση της ανωτέρω εισαγγελικής παραγγελίας εκδόθηκαν οι με αριθ / 13-7-2018 και / 20-7-2018 εντολές μερικού φορολογικού ελέγχου φορολογίας εισοδήματος της περιόδου από 1-1-2012 έως 31-12-2016 για τον προσφεύγοντα και την προσφεύγουσα, αντίστοιχα. Εν συνεχεία ο έλεγχος συνέκρινε το σύνολο των πρωτογενών καταθέσεων των προσφευγόντων για τα έτη 2012, 2013 και 2014, αντίστοιχα, με τα διαθέσιμα εισοδήματα αυτών για τα ανωτέρω έτη ως εξής:

ΧΡΗΣΗ ΠΡΩΤΟΓΕΝΕΙΣ ΚΑΤΑΘΕΣΕΙΣ
……………………….. ΔΙΑΘΕΣΙΜΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ
………………………… ΔΙΑΘΕΣΙΜΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ
………………………… ΣΥΝΟΛΟ ΔΙΑΘΕΣΙΜΩΝ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΩΝ ΑΝΟΙΓΜΑ
……………
2012 86.852,04 45.557,91 42.667,73 88.225,64 -1.373,60
2013 105.391,83 33.271,40 38.233,23 71.504,63 33.887,20
2014 90.694,34 31.953,46 37.094,79 69.048,25 21.646,09
ΣΥΝΟΛΟ 282.938,21 110.782,77 117.995,75 228.778,52 54.159,69

Κατόπιν των ανωτέρω ο έλεγχος προέβη στον προσδιορισμό του φορολογητέου εισοδήματος των προσφευγόντων για τα έτη 2012, 2013 και 2014, αντίστοιχα, ως εξής:

ΧΡΗΣΗ ΠΡΩΤΟΓΕΝΕΙΣ ΚΑΤΑΘΕΣΕΙΣ
………………………..
ΔΙΑΘΕΣΙΜΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ
…………………………
ΔΙΑΘΕΣΙΜΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ
…………………………
ΣΥΝΟΛΟ ΔΙΑΘΕΣΙΜΩΝ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΩΝ ΑΝΟΙΓΜΑ
……………
2012 86.852,04 45.557,91 42.667,73 88.225,64 -1.373,60
2013 105.391,83 33.271,40 38.233,23 71.504,63 33.887,20
2014 90.694,34 31.953,46 37.094,79 69.048,25 21.646,09
ΣΥΝΟΛΟ 282.938,21 110.782,77 117.995,75 228.778,52 54.159,69

Κατόπιν των ανωτέρω ο έλεγχος προέβη στον προσδιορισμό του φορολογητέου εισοδήματος των προσφευγόντων για τα έτη 2012, 2013 και 2014, αντίστοιχα, ως εξής:

ΧΡΗΣΗ 2012 ΔΗΛΩΘΕΝΤΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΟΥΝΤΑΙ ΣΥΝΟΛΟ ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ
ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ
……………….
48.998,95 56,72% -779,16 48.998,95
ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ
……………….
37.382,77 43,28% -594,44 37.382,77
  86.381,72   -1.373,60 86.381,72

 

ΧΡΗΣΗ 2013 ΔΗΛΩΘΕΝΤΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΟΥΝΤΑΙ ΣΥΝΟΛΟ ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ
ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ
……………….
35.683,37 49,01% 16.606,97 52.290,34
ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ
……………….
37.129,99 50,99% 17.280,23 54.410,22
  72.813,36   33.887,20 106.700,56

 

ΧΡΗΣΗ 2014 ΔΗΛΩΘΕΝΤΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΟΥΝΤΑΙ ΣΥΝΟΛΟ ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ
ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ
……………….
27.193,40 41,38% 8.957,96 36.151,36
ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ
……………….
38.516,97 58,62% 12.688,13 51.205,10
  65.710,37   21.646,09 87.356,46

 

Από τα ανωτέρω ο έλεγχος θεώρησε τα ποσά των 33.887,20€ και 21.646,09€ των ετών 2013 και 2014, αντίστοιχα, ως προσαύξηση περιουσίας και απόκρυψη φορολογητέας ύλης, η οποία δεν έχει φορολογηθεί ή απαλλαγεί με ειδική διάταξη από το φόρο. Ως εκ τούτου, οι υποβληθείσες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος των ανωτέρω ετών κρίθηκαν ανακριβείς.

Εν συνεχεία ο έλεγχος συνέταξε το με αριθ /2018 Σημείωμα Διαπιστώσεων Ελέγχου – Κλήση προς Ακρόαση, το οποίο επιδόθηκε στους προσφεύγοντες την 19-10-2018 μαζί με τους προσωρινούς διορθωτικούς προσδιορισμούς φόρου εισοδήματος των ετών 2012-2014.

Οι προσφεύγοντες ανταποκρίθηκαν στο ανωτέρω σημείωμα με το με αριθ. πρωτ / 6-11-2018 υπόμνημα στο οποίο οι προσφεύγοντες:

Αναφορικά με τη γρήση 2013, προκειμένου να δικαιολογήσουν το ποσό των 33.887,20€ που τους καταλόγισε ο έλεγχος ως προσαύξηση περιουσίας, επικαλούνται το εφάπαξ ποσού 34.461,91€ που έλαβε η προσφεύγουσα κατά την συνταξιοδότησή της από την εργασία της. Ο έλεγχος διαπίστωσε ότι το ανωτέρω εφάπαξ ποσό του Ελληνικού Δημοσίου κατατέθηκε την 5-12-2013 στον τραπεζικό λογαριασμό της στον με αριθ. IBAN: GR τραπεζικό λογαριασμό. Επιπλέον ο έλεγχος διαπίστωσε ότι το ανωτέρω εφάπαξ ποσό έχει περιληφθεί στις πρωτογενείς καταθέσεις και έχει συνυπολογιστεί στο οικογενειακό εισόδημα, όπως αυτό προσδιορίστηκε από τον έλεγχο. Τέλος το ανωτέρω εφάπαξ ποσό συμπεριελήφθη στην με αριθ. / 21-11-2018 τροποποιητική δήλωση φορολογίας εισοδήματος οικονομικού έτους 2014, δίχως να προκύψει ποσό προς καταβολή από την νέα εκκαθάριση. Ως εκ τούτου, ο έλεγχος δέχτηκε ότι το ποσό των 33.887,20€ αποτελεί μέρος του δηλωθέντος οικογενειακού εισοδήματος και δεν συνιστά προσαύξηση περιουσίας.

Αναφορικά με τη χρήση 2014, προκειμένου να δικαιολογήσουν το ποσό των 21.646,09€ που τους καταλόγισε ο έλεγχος ως προσαύξηση περιουσίας, επικαλούνται ανάλωση κεφαλαίου προηγούμενων ετών (2006-2011) ποσού 539.143,88€. Κατά τα έτη 2009, 2010 και 2011, οι προσφεύγοντες προέβησαν σε ανάληψη μετρητών ποσού 225.900,00€, μέρος των οποίων χρησιμοποιήθηκαν κατά τη χρήση 2014. Ο έλεγχος προέβη σε επανυπολογισμό του πίνακα ανάλωσης κεφαλαίου των ετών 2006-2011 καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι το ποσό της ανάλωσης κεφαλαίου προηγούμενων ετών ανέρχεται σε ποσό 310.620,62€, από το οποίο αφαιρέθηκε το ποσό των 28.998,30€ που αφορά καταβολή μετρητών που είχαν «στο σπίτι» για την ανταλλαγή δολαρίων με ευρώ προκειμένου να διευκολύνουν οικονομικά οικογενειακό – φιλικό τους πρόσωπο. Συνεπώς το διαθέσιμο ποσό ανάλωσης κεφαλαίου ανήλθε σε ποσό 281.622,32€ (310.620,62€ – 28.998,30€), το οποίο είναι μικρότερο από τα υπόλοιπα των τραπεζικών λογαριασμών της 31-12-2011 ύψους 298.109,57€, τα οποία ο έλεγχος θεωρεί ήδη δηλωμένα και φορολογημένα εισοδήματα.

Τέλος, βάσει των ανωτέρω δεδομένων, ο έλεγχος εξέδωσε τις από 30-11-2018 οικείες εκθέσεις ελέγχου για τον προσφεύγοντα και την προσφεύγουσα, αντίστοιχα, καθώς και την με αριθ / 30-11-2018 οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος, φορολογικού έτους 2014, προβαίνοντας στον προσδιορισμό του φορολογητέου εισοδήματος των προσφευγόντων, ως εξής:

 

ΧΡΗΣΗ 2014 ΔΗΛΩΘΕΝΤΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΟΥΝΤΑΙ ΣΥΝΟΛΟ ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ
ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ
……………….
27.193,40 41,38% 8.957,96 36.151,36
ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ
……………….
38.516,97 58,62% 12.688,13 51.205,10
  65.710,37   21.646,09 87.356,46

 

Οι προσφεύγοντες, με την υπό κρίση ενδικοφανή προσφυγή, ζητούν την ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης προβάλλοντας τους παρακάτω λόγους:

1. Λανθασμένος υπολογισμός του πίνακα ανάλωσης κεφαλαίου προηγούμενων ετών, καθώς τα διαθέσιμα κεφάλαια, όπως αυτά προκύπτουν από τον πίνακα ανάλωσης κεφαλαίου προηγούμενων ετών ανέρχονται σε ποσό 588.731,32€ [278.110,70€ (χρήσεις 1995-2005) + 310.620,62€ (χρήσεις 2006-2011)].

2. Ο έλεγχος εσφαλμένα δεν έλαβε υπόψη τις αναλήψεις συνολικού ποσού 225.900,00€, οι οποίες αφορούν τα έτη 2009, 2010 και 2011 και οι οποίες αιτιολογούν πλήρως τις πρωτογενείς καταθέσεις που τους καταλογίζονται ως προσαύξηση περιουσίας.

Στα πλαίσια της διαδικασίας επανεξέτασης, η Υπηρεσία μας απέστειλε στην Δ.Ο.Υ ΡΟΔΟΥ το με αριθ. πρωτ. ΔΕΔ ΕΞ 2019 ΕΜΠ/ 28-3-2019 έγγραφο, λόγω της διαπίστωσης ελλείψεων ως προς το έγγραφο των απόψεων της Δ.Ο.Υ. ΡΟΔΟΥ αναφορικά με: α) τα υπόλοιπα των τραπεζικών λογαριασμών την 1-1-2014 και β) το υπόλοιπο ανάλωσης κεφαλαίου την 1-1-2014.

Η Δ.Ο.Υ ΡΟΔΟΥ, σε απάντηση του ανωτέρου εγγράφου της Υπηρεσίας μας, μας απέστειλε, ταχυδρομικώς και με ηλεκτρονική αλληλογραφία, το με αριθ. πρωτ / 1-4-2019 έγγραφο, το οποίο έλαβε από την Υπηρεσία μας αριθ. πρωτ. εισερχομένου ΔΕΔ ΕΙ 2019 ΕΜΠ/ 9-4-2019, βάσει του οποίου η Δ.Ο.Υ ΡΟΔΟΥ απέστειλε στην Υπηρεσία μας:

1) Εκτύπωση λογιστικού φύλλου (excel) με τίτλο «ΑΝΑΛΩΣΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» ενημερωμένο με τα δεδομένα των χρήσεων 2012 και 2013, βάσει του οποίου το ποσό που προκύπτει ως ανάλωση κεφαλαίου των ετών 2006-2013 ανέρχεται σε 389.676,26€.

2) Εκτύπωση των υπολοίπων των τραπεζικών λογαριασμών της 1-1-2014, όπως αυτά προκύπτουν από την εφαρμογή ΑΥΤΟΜΑΤΟΠΟΙΗΜΕΝΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΠΡΟΣΑΥΞΗΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ, τα οποία ανέρχονται σε ποσό 198.669,21€.

Επειδή, με τις διατάξεις του άρθρου 28 «Αποτελέσματα φορολογικού ελέγχου» του ν. 4174/2013 (Κ.Φ.Δ.) ορίζεται ότι: «2. Η Φορολογική Διοίκηση εκδίδει την οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου, εντός μηνός από την ημερομηνία παραλαβής των απόψεων του φορολογούμενου ή, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος δεν υποβάλλει τις απόψεις του, την εκπνοή της προθεσμίας που ορίζεται στην παράγραφο 1. Η οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου εκδίδεται με βάση έκθεση ελέγχου την οποία συντάσσει η Φορολογική Διοίκηση. Η έκθεση ελέγχου περιλαμβάνει εμπεριστατωμένα και αιτιολογημένα τα γεγονότα, τα στοιχεία και τις διατάξεις τις οποίες έλαβε υπόψη της η Φορολογική Διοίκηση για τον προσδιορισμό του φόρου. Η οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου μαζί με την έκθεση ελέγχου κοινοποιούνται στον φορολογούμενο.».

Επειδή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 64 «Επαρκής αιτιολογία» του ν.4174/2013 ορίζεται ότι: «Η Φορολογική Διοίκηση έχει την υποχρέωση να παρέχει σαφή, ειδική και επαρκή αιτιολογία για τη νομική βάση, τα γεγονότα και τις περιστάσεις που θεμελιώνουν την έκδοση πράξεως και τον προσδιορισμό φόρου».

Επειδή, από τις ανωτέρω διατάξεις των άρθρων 28 και 64 του Κ.Φ.Δ. προκύπτει ότι η έκθεση ελέγχου, που συνοδεύει υποχρεωτικώς την πράξη οριστικού διορθωτικού προσδιορισμού φόρου ή επιβολής προστίμου, πρέπει να περιλαμβάνει εμπεριστατωμένα και αιτιολογημένα τα γεγονότα και τα στοιχεία, που έλαβε υπόψη της η Φορολογική Διοίκηση, και να παρέχει σαφή, ειδική και επαρκή αιτιολογία για τα γεγονότα και τις περιστάσεις, που θεμελιώνουν την έκδοση της ανωτέρω πράξης.

Επειδή, σύμφωνα με την ΠΟΛ.1076/2015 με θέμα «Οδηγίες για την ορθή εφαρμογή του εναλλακτικού τρόπου υπολογισμού της ελάχιστης φορολογίας εισοδήματος (άρθρα 30-34 Ν.4172/2013)» αναφέρεται ότι: «Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 34 η Φορολογική Διοίκηση κατά τον προσδιορισμό της διαφοράς, που προκύπτει με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 1 του ίδιου άρθρου, υποχρεούται να λάβει υπόψη της τα αναγραφόμενα στη δήλωση χρηματικά ποσά που εισπράχθηκαν και τα οποία αποδεικνύονται με νόμιμα παραστατικά στοιχεία….

Ο φορολογούμενος φέρει το βάρος της απόδειξης της συνδρομής των προϋποθέσεων για τα ποσά αυτά που περιορίζουν τη διαφορά μεταξύ συνολικού εισοδήματος και τεκμαρτού εισοδήματος.

Τα ποσά που ιδίως λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη ή τον περιορισμό της υπόψη διαφοράς είναι τα εξής:

…. ζ) Ανάλωση κεφαλαίου που αποδεδειγμένα έχει φορολογηθεί κατά τα προηγούμενα έτη ή νόμιμα είχε απαλλαγεί από το φόρο. …».

Επειδή σύμφωνα με την ΠΟΛ.1175/2017 «Διευκρινίσεις για θέματα ελέγχου προσαύξησης περιουσίας» αναφέρεται ότι: «Σε συνέχεια ερωτημάτων που αφορούν στη διενέργεια ελέγχων αναφορικά με προσαύξηση περιουσίας φορολογουμένων, ανεξαρτήτως του τρόπου ή της μεθόδου προσδιορισμού της φορολογητέας ύλης και κατόπιν πρόσφατης σχετικής νομολογίας του ΣτΕ, επισημαίνονται τα εξής: 1. Δεν υφίσταται προσαύξηση περιουσίας κατά την έννοια της παρ. 3 του άρθρου 48 του ν. 2238/1994 ή της παρ. 4 του άρθρου 21 του ν.4172/2013, στην περίπτωση κατά την οποία είναι εμφανής η πηγή προέλευσης ενός χρηματικού ποσού, το οποίο εμφανίζεται ως πίστωση στον τραπεζικό λογαριασμό του ελεγχόμενου φυσικού προσώπου (π.χ. εισόδημα από κεφάλαιο, εισόδημα από κινητές αξίες, εισόδημα Δ’ πηγής του ν.2238/1994, πώληση περιουσιακών στοιχείων, δάνειο, κ,τ.λ.), ακόμα και αν το ποσό αυτό δεν συμπεριελήφθη στις σχετικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, ενώ υπήρχε σχετική υποχρέωση. Στις περιπτώσεις αυτές, εφόσον οι εν λόγω πιστώσεις συνεπάγονται φορολογική υποχρέωση στον φόρο εισοδήματος, ο καταλογισμός δεν θα γίνεται κατ’ επίκληση των ανωτέρω διατάξεων, αλλά των, κατά περίπτωση, εφαρμοστέων διατάξεων του ν.2238/1994 ή του ν.4172/2013, αναλόγως του είδους του εισοδήματος.

2. Γενικά, επισημαίνεται ότι πίστωση σε τραπεζικό λογαριασμό μπορεί να λογισθεί και να φορολογηθεί ως εισόδημα της παρ. 3 του άρθρου 48 του ν. 2238/1994 ή της παρ. 4 του άρθρου 21 του ν.4172/2013 του δικαιούχου του λογαριασμού, εφόσον δεν καλύπτεται με τα δηλωθέντα εισοδήματά του, ούτε από άλλη συγκεκριμένη και αρκούντως τεκμηριωμένη, ενόψει των συνθηκών, πηγή ή αιτία, είτε την οποία αυτός επικαλείται, κατόπιν κλήσης του από τη Διοίκηση για παροχή σχετικών πληροφοριών ή προηγούμενη ακρόαση, είτε την οποία εντοπίζει η φορολογική αρχή στο πλαίσιο της λήψης των προβλεπόμενων στο νόμο, αναγκαίων, κατάλληλων και εύλογων μέτρων ελέγχου.

Σημειώνεται ότι ο φορολογούμενος οφείλει κατ’ αρχήν, να ανταποκριθεί στην κλήση της ελεγκτικής αρχής να της χορηγήσει τα αναγκαία και εύλογα, ενόψει των συνθηκών, στοιχεία διευκρίνισης και επαρκούς δικαιολόγησης της περιουσιακής του κατάστασης, η οποία προδήλως δεν ανταποκρίνεται σε εκείνη που προκύπτει από τα στοιχεία των φορολογικών του δηλώσεων. Η άρνηση ή η παράλειψη του φορολογούμενου να παράσχει τις παραπάνω πληροφορίες ή η αδυναμία του να τεκμηριώσει επαρκώς τους ισχυρισμούς προς δικαιολόγηση των επίμαχων ποσών λαμβάνεται υπόψη κατά την εκτίμηση από τη φορολογική αρχή των αποδείξεων σε βάρος του.».

Επειδή σύμφωνα με την με αριθ. πρωτ. ΔΕΑΦ Α 1144110 ΕΞ 2015/5.11.2015 «Διευκρινίσεις για θέματα ανάλωσης κεφαλαίου προηγουμένων ετών και προσαύξησης περιουσίας» αναφέρεται ότι:

«Α’ Ανάλωση κεφαλαίου προηγούμενων ετών

1. Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 15, 16, 17, 18 και 19 του ν. 2238/1994, καθώς και σύμφωνα με διευκρινιστικές εγκυκλίους και διοικητικές λύσεις που είχαν εκδοθεί μέχρι και 31 Δεκεμβρίου 2013, προβλέπεται προσδιορισμός φορολογητέας ύλης με βάση τις δαπάνες διαβίωσης των φορολογουμένων και των προσώπων που συνοικούν με αυτόν και τον βαρύνουν, όταν το συνολικό ποσό που προσδιορίζεται με τα ως άνω σχετικά άρθρα είναι ανώτερο από το συνολικό εισόδημά του. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης ζ της παρ. 2 του άρθρου 19 του ανωτέρω νόμου, η προστιθέμενη διαφορά τεκμηρίων περιορίζεται ή καλύπτεται μεταξύ άλλων, με ανάλωση κεφαλαίου που αποδεδειγμένα έχει φορολογηθεί κατά τα προηγούμενα έτη ή νόμιμα απαλλαγεί από το φόρο.

2. Με την 1037965/356/0012/ΠΟΛ.1094/1989 διαταγή του Υπουργείου Οικονομικών καθώς και με την παράγραφο 7 του άρθρου 3 του ν. 3842/2010 που τροποποίησε την παράγραφο 2, περίπτωση ζ, του άρθρου 19 του ν. 2238/1994, για τον υπολογισμό του κεφαλαίου που σχηματίζεται κάθε έτος, λαμβάνονται υπόψη εισοδήματα που είχαν φορολογηθεί ή είχαν νόμιμα απαλλαγεί από το φόρο, εισπράχθηκαν αποδεδειγμένα και τα οποία προκύπτουν από τον συμψηφισμό των θετικών και αρνητικών στοιχείων του ίδιου έτους. Εάν σε κάποιο έτος προκύψει αρνητικό υπόλοιπο τούτο επηρεάζει αρνητικά τα θετικά στοιχεία των προηγούμενων ετών. Επίσης τα έτη αυτά θα πρέπει να είναι συνεχόμενα και να φτάνουν μέχρι το προηγούμενο του έτους που επικαλείται ο φορολογούμενος (κρινόμενο έτος). Το θετικό αλγεβρικό άθροισμα όλων αυτών των ετών θα αποτελέσει το συνολικό κεφάλαιο που σχηματίστηκε αυτά τα έτη.

3. Τα ως άνω αναφερόμενα στις παραγράφους 1 και 2 ίσχυαν για υποθέσεις και διαχειριστικές περιόδους μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2013. Από την 1 Ιανουαρίου 2014 και μετά, ισχύουν οι διατάξεις των άρθρων 30, 31, 32, 33 και 34 του ν. 4172/2013 (ΦΕΚ167 Α) όπως αυτές έχουν ερμηνευτεί με την ΠΟΛ.1076/2015. Συγκεκριμένα οι διατάξεις περί ανάλωσης κεφαλαίου αναφέρονται στην περίπτωση ζ, της παρ. 2 του άρθρου 34 του ν. 4172/2013, ερμηνεύθηκαν με την ΠΟΛ.1076/2015 και δεν έχουν διαφοροποιηθεί σε σχέση με τις διατάξεις που ίσχυαν με τον ν. 2238/1994.».

Επειδή, κατά την αρκούντως σαφή και προβλέψιμη έννοια της διάταξης (του εδαφίου α’) της παραγράφου 3 του άρθρου 48 του ΚΦΕ (όπως η παράγραφος αυτή ίσχυε πριν από την προσθήκη σε αυτήν εδαφίου β’ με το άρθρο 15 παρ. 3 του ν. 3888/2010), ερμηνευόμενης σε συνδυασμό, αφενός, με τις διατάξεις του άρθρου 66 (παρ. 1) του ίδιου νόμου και ήδη των άρθρων 14 (παρ. 1), 15 (παρ. 3) και 27 (παρ. 1) του ν. 4174/2013 και, αφετέρου, με τον κανόνα περί δυνατότητας έμμεσης απόδειξης ύπαρξης μη δηλωθέντος φορολογητέου εισοδήματος και αντίστοιχης φορολογικής παράβασης, ποσό τραπεζικού λογαριασμού και αντίστοιχου εμβάσματος μπορεί να λογισθεί και να φορολογηθεί ως εισόδημα από ελευθέριο επάγγελμα του δικαιούχου του λογαριασμού και χορηγήσαντος την εντολή διενέργειας του εμβάσματος, εφόσον δεν καλύπτεται από τα δηλωθέντα εισοδήματά του ούτε από άλλη συγκεκριμένη και αρκούντως τεκμηριωμένη, ενόψει των συνθηκών, πηγή ή αιτία, την οποία είτε αυτός επικαλείται, κατόπιν κλήσης του από τη Διοίκηση για παροχή σχετικών πληροφοριών ή προηγούμενη ακρόαση, είτε εντοπίζει η φορολογική αρχή, στο πλαίσιο της λήψης των προβλεπόμενων στο νόμο, αναγκαίων, κατάλληλων και εύλογων μέτρων ελέγχου το αθροιστικό ποσό των ανωτέρω τεκμαρτών δαπανών συνυπολογίζεται για τον προσδιορισμό του ύψους της φορολογητέας (ως εισοδήματος) περιουσιακής προσαύξησης, δηλαδή αφαιρείται, κατ’ αρχήν (καθόσον οι σχετικές δαπάνες δεν αμφισβητηθούν επιτυχώς από το φορολογούμενο), από το δηλωθέν εισόδημα του αντίστοιχου οικονομικού έτους και επιπλέον, στο μέτρο που το υπερβαίνουν, από το κεφάλαιο που προέρχεται από οποιαδήποτε άλλη νόμιμη πηγή ή αιτία, το οποίο (εισόδημα ή κεφάλαιο) λαμβάνεται υπόψη για να δικαιολογήσει, εν όλω ή εν μέρει, την επίμαχη περιουσιακή προσαύξηση (ποσό τραπεζικής κατάθεσης) – Η ερμηνεία αυτή τελεί σε αρμονία τόσο προς τη διάταξη του άρθρου 19 παρ. 2 περιπτ. ζ του ν. 2238/1994 … (Σχετ. ΣτΕ 884/2016Β’ Τμήμα επταμ. Σκέψη 9 Α’, 20 Ε’).

Επειδή, στην υπό κρίση προσφυγή, ο έλεγχος, προκειμένου να διαπιστώσει εάν υφίσταται προσαύξηση περιουσίας, συνέκρινε το σύνολο των πρωτογενών καταθέσεων των προσφευγόντων για το φορολογικό έτος 2014, με τα διαθέσιμα εισοδήματα αυτών για το εν λόγω έτος:

 

ΧΡΗΣΗ ΠΡΩΤΟΓΕΝΕΙΣ ΚΑΤΑΘΕΣΕΙΣ
………………………………….
ΔΙΑΘΕΣΙΜΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ
……………………………
ΔΙΑΘΕΣΙΜΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ
……………………………
ΣΥΝΟΛΟ ΔΙΑΘΕΣΙΜΩΝ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΩΝ ΑΝΟΙΓΜΑ
……………..
2014 90.694,34 31.953,46 37.094,79 69.048,25 21.646,09

 

Βάσει του ανωτέρω πίνακα ο έλεγχος προσδιόρισε για το φορολογικό έτος 2014 διαφορά μεταξύ πρωτογενών καταθέσεων και διαθέσιμων εισοδημάτων, συνολικού ποσού 21.646,09€. Κατόπιν των ανωτέρω, ο έλεγχος προέβη στον προσδιορισμό του φορολογητέου εισοδήματος των προσφευγόντων για το φορολογικό έτος 2014, ως ακολούθως:

 

ΧΡΗΣΗ 2014 ΔΗΛΩΘΕΝΤΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΟΥΝΤΑΙ ΣΥΝΟΛΟ ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ
ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ
……………….
27.193,40 41,38% 8.957,96 36.151,36
ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ
……………….
38.516,97 58,62% 12.688,13 51.205,10
  65.710,37   21.646,09 87.356,46

 

Επειδή, οι προσφεύγοντες επικαλούνται, με την παρούσα προσφυγή τους, ότι η διαπιστωθείσα διαφορά μεταξύ των εισοδημάτων τους και των πρωτογενών του καταθέσεων καλύπτεται από τα εισοδήματα των προηγουμένων ετών.

Επειδή, ο έλεγχος προκειμένου να αποδείξει την ύπαρξη προσαύξησης περιουσίας δεν έλαβε υπόψη τη δυνατότητα κάλυψης των διαφορών από τα εναπομείναντα εισοδήματα των ετών 2012 και 2013 σε σύγκριση με τα υπόλοιπα των τραπεζικών λογαριασμών της από 1-1-2014, τα οποία είχε τη δυνατότητα να εντοπίσει η αρμόδια φορολογική αρχή, αφού από την έκθεση ελέγχου δεν προκύπτει ότι έχουν ελεγχθεί τα υπόλοιπα των τραπεζικών καταθέσεων ανά έτος, ώστε να μπορεί να διαπιστωθεί, ότι τα μη αναλωθέντα κεφάλαια προηγουμένων ετών κατατέθηκαν στους λογαριασμούς των προσφευγόντων, ούτως ώστε να μην υπήρχε η δυνατότητα επίκλησης καταθέσεων μετρητών από κεφάλαιο προηγουμένων ετών.

Επειδή, στα πλαίσια της διαδικασίας επανεξέτασης, η Υπηρεσία μας απέστειλε στην Δ.Ο.Υ ΡΟΔΟΥ το με αριθ. πρωτ. ΔΕΔ ΕΞ 2019 ΕΜΠ/ 28-3-2019 έγγραφο, λόγω της διαπίστωσης ελλείψεων ως προς το έγγραφο των απόψεων της Δ.Ο.Υ. ΡΟΔΟΥ αναφορικά με: α) τα υπόλοιπα των τραπεζικών λογαριασμών την 1-1-2014 και β) το υπόλοιπο ανάλωσης κεφαλαίου την 1-1-2014.

Η Δ.Ο.Υ ΡΟΔΟΥ, σε απάντηση του ανωτέρου εγγράφου της Υπηρεσίας μας, μας απέστειλε, ταχυδρομικώς και με ηλεκτρονική αλληλογραφία, το με αριθ. πρωτ / 1-4-2019 έγγραφο, το οποίο έλαβε από την Υπηρεσία μας αριθ. πρωτ. εισερχομένου ΔΕΔ ΕΙ 2019 ΕΜΠ/ 9-4-2019, βάσει του οποίου η Δ.Ο.Υ ΡΟΔΟΥ απέστειλε στην Υπηρεσία μας:

1) Εκτύπωση λογιστικού φύλλου (excel) με τίτλο «ΑΝΑΛΩΣΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» ενημερωμένο με τα δεδομένα των χρήσεων 2012 και 2013, βάσει του οποίου το ποσό που προκύπτει ως ανάλωση κεφαλαίου των ετών 2006-2013 ανέρχεται σε 389.676,26€.

2) Εκτύπωση των υπολοίπων των τραπεζικών λογαριασμών της 1-1-2014, όπως αυτά προκύπτουν από την εφαρμογή ΑΥΤΟΜΑΤΟΠΟΙΗΜΕΝΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΠΡΟΣΑΥΞΗΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ, τα οποία ανέρχονται σε ποσό 198.669,21€.

Επειδή, αναφορικά με το φορολογικό έτος 2014, διαπιστώνεται ότι το ύψος του διαθέσιμου κεφαλαίου των προσφευγόντων την 1-1-2014 ανέρχεται σε ποσό 191.007,05€ [389.676,26€ (ανάλωση κεφαλαίου των ετών 2006-2013) – 198.669,21€ (υπόλοιπα τραπεζικών λογαριασμών της από 1-1-2014)]. Έπειτα από τα διαθέσιμα κεφάλαια της από 1-1-2014, ποσού 191.007,05€ αφαιρείται το ποσό των 28.998,30€, το οποίο αφορά καταβολή μετρητών που είχαν οι προσφεύγοντες «στο σπίτι» για την ανταλλαγή δολαρίων με ευρώ, προκειμένου να διευκολύνουν οικονομικά οικογενειακό – φιλικό τους πρόσωπο. Ως εκ τούτου, το ποσό που μπορούν να επικαλεστούν οι προσφεύγοντες ως ανάλωση κεφαλαίου των ετών 2006-2013 ανέρχεται σε ποσό 162.008,75€ (191.007,05€ – 28.998,30€).

Επειδή, το ποσό της διαπιστωθείσας διαφοράς, ποσού 21.646,09€, υπερκαλύπτεται από το αναλωθέν κεφάλαιο των ετών 2006-2013 ύψους 162.008,75€, το οποίο λόγω του ύψους του και του χρόνου που προέκυψε, δικαιολογείται να παραμένει κατά ένα μέρος του, όπως το ανωτέρω ποσό, εις χείρας των προσφευγόντων, αφού μάλιστα, η φορολογική αρχή δεν απέδειξε ότι οι τραπεζικές καταθέσεις των προσφευγόντων έφταναν σε τέτοιο ύψος, που να συνάγεται ότι οι προσφεύγοντες δεν μπορούσαν να έχουν διαθέσιμο κεφάλαιο εις χείρας τους.

Επειδή, εν προκειμένω στην Έκθεση Ελέγχου της Δ.Ο.Υ. ΡΟΔΟΥ δεν αποδεικνύεται αναμφισβήτητα η φερόμενη ως προσαύξηση περιουσίας, ενώ αντιθέτως ο έλεγχος δεν προέβη σε υπολογισμό του υπολοίπου ανάλωσης κεφαλαίου κατά την 1-1-2014, το οποίο είναι ικανό να καλύψει τη διαφορά ποσού 21.646,09€, που κατά τον έλεγχο αποτέλεσε προσαύξηση περιουσίας.

Επειδή, από τα ανωτέρω προκύπτει ότι από τις από 30-11-2018 οικείες εκθέσεις ελέγχου των προσφευγόντων, αντίστοιχα, δεν τεκμηριώνεται πλήρως και επαρκώς και με συγκεκριμένα στοιχεία η προσαύξηση περιουσίας των προσφευγόντων ώστε να μεταφερθεί το βάρος της απόδειξης στους ίδιους.

Αποφασίζουμε

Την αποδοχή της με αριθμό / 10-1-2019 ενδικοφανούς προσφυγής ενδικοφανούς προσφυγής των α) με ΑΦΜ και β) με ΑΦΜ και την ακύρωση της με αριθ / 30-11-2018 οριστικής πράξης διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος, φορολογικού έτους 2014, του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΡΟΔΟΥ.

Εντελλόμεθα όπως αρμόδιο όργανο κοινοποιήσει με τη νόμιμη διαδικασία την παρούσα απόφαση στους υπόχρεους.

ΜΕ ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΑΚΟΣ

Ακριβές Αντίγραφο
Υπάλληλος του Τμήματος Διοικητικής Υποστήριξης

Σ η μ ε ί ω σ η : Κατά της απόφασης αυτής επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής ενώπιον των αρμόδιων Διοικητικών Δικαστηρίων εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή της.

Η ρύθμιση των 120 δόσεων προς την εφορία

Η ρύθμιση των 120 δόσεων προς την εφορία

Η αίτηση για την υπαγωγή σε πρόγραμμα ρύθμισης του παρόντος μέρους υποβάλλεται ηλεκτρονικά στη Φορολογική Διοίκηση μέχρι την 28.6.2019.

Άρθρο 98
Οφειλές που υπάγονται στη ρύθμιση, πλήθος δόσεων, απαλλαγές τόκων και προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής

1. Βεβαιωμένες οφειλές στις Δ.Ο.Υ., τα Ελεγκτικά Κέντρα και τα Τελωνεία, σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013, Α’ 170, Κ.Φ.Δ.), τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ν.δ. 356/1974, Α’ 90, Κ.Ε.Δ.Ε.), τον Εθνικό Τελωνειακό Κώδικα (ν. 2960/2001, Α’ 265) και τον Ενωσιακό Τελωνειακό Κώδικα (Καν. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου) δύνανται να ρυθμίζονται με καταρχήν άπαξ απαλλαγή ποσοστού δέκα τοις εκατό (10%) από τους τόκους και προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν κατά την ημερομηνία της αίτησης για υπαγωγή, σε έως και εκατόν είκοσι (120) δόσεις, για τα φυσικά και νομικά πρόσωπα ή οντότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και σε έως και τριάντα έξι (36) δόσεις, για τα νομικά πρόσωπα ή οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα, κατόπιν αίτησης του οφειλέτη, εφόσον έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες έως και την 31.12.2018 και έχουν καταχωριστεί στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων των Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικών Κέντρων/Τελωνείων μέχρι την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή σε ρύθμιση, ως ακολούθως:

Α. Φυσικά πρόσωπα:

α. Για οφειλέτες φυσικά πρόσωπα με συνολικό εισόδημα (ατομικό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, πραγματικό) κατά το φορολογικό έτος 2017 μέχρι δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ χορηγείται δυνατότητα ρύθμισης των οφειλών τους σε έως και εκατόν είκοσι (120) δόσεις, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης της παρ. 2. Για τους ως άνω οφειλέτες με εισόδημα άνω των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ, ο αριθμός των δόσεων καθορίζεται από τη Φορολογική Διοίκηση με βάση το συνολικό εισόδημα (ατομικό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, πραγματικό) του οφειλέτη κατά το φορολογικό έτος 2017 και το ύψος της ρυθμιζόμενης οφειλής, ως εξής: το συνολικό εισόδημα του φορολογικού έτους 2017 πολλαπλασιάζεται τμηματικά με προοδευτικά κλιμακωτό συντελεστή, όπως αυτός ορίζεται στο επόμενο εδάφιο.

Για τμήμα εισοδήματος:

αα) από 10.000,01 ευρώ έως 15.000 ευρώ με συντελεστή τέσσερα τοις εκατό (4%),

ββ) από 15.000,01 ευρώ έως 20.000 ευρώ με συντελεστή έξι τοις εκατό (6%),

γγ) από 20.000,01 ευρώ έως 25.000 ευρώ με συντελεστή οκτώ τοις εκατό (8%),

δδ) από 25.000,01 ευρώ έως 30.000 ευρώ με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%),

εε) από 30.000,01 ευρώ έως 50.000 ευρώ με συντελεστή δώδεκα τοις εκατό (12%),

στστ) από 50.000,01 ευρώ έως 75.000 ευρώ με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%),

ζζ) από 75.000,01 ευρώ έως 100.000 ευρώ με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%),

ηη) πάνω από 100.000 με συντελεστή είκοσι πέντε τοις εκατό (25%).

Ο ανωτέρω συντελεστής μειώνεται κατά μία ποσοστιαία μονάδα, ανάλογα με τον αριθμό των εξαρτώμενων τέκνων του οφειλέτη, όπως αυτά ορίζονται στην παρ. 1 του άρθρου 11 του ν. 4172/2013, ως εξής:

αα) κατά μία (1) μονάδα για ένα τέκνο,

ββ) κατά δύο (2) μονάδες για δύο τέκνα,

γγ) κατά τρεις (3) μονάδες για τρία τέκνα και άνω.

Το προκύπτον άθροισμα των γινομένων των τμημάτων του εισοδήματος με τους αντίστοιχους συντελεστές αναγόμενο σε μηνιαία βάση διαιρεί το ποσό της ρυθμιζόμενης οφειλής. Το πλήθος των δόσεων προκύπτει από το ακέραιο μέρος του πηλίκου της διαίρεσης αυτής, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης της παρ. 2.

β. Για την υπαγωγή στη ρύθμιση είναι απαραίτητη η υποβολή των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος της τελευταίας πενταετίας με τελευταίο έτος το φορολογικό έτος 2017. Σε περίπτωση που ο οφειλέτης δεν είχε υποχρέωση υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος κατά το φορολογικό έτος 2017, χορηγείται το μέγιστο πλήθος δόσεων, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης της παρ. 2. Στην αίτηση υπαγωγής αναγράφονται το έτος ή τα έτη εντός της ανωτέρω πενταετίας για τα οποία ο οφειλέτης δεν είχε υποχρέωση υποβολής δήλωσης.

γ. Εάν ο οφειλέτης επιλέξει πριν από την υπαγωγή της οφειλής του στη ρύθμιση να καταβάλει την οφειλή του σε μικρότερο πλήθος δόσεων από αυτό που προτείνεται από τη Φορολογική Διοίκηση, δικαιούται μείωσης των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, σε συνάρτηση με το ποσοστό απομείωσης του πλήθους δόσεων που επιλέγεται από τον φορολογούμενο, το οποίο υπολογίζεται στην πλησιέστερη ακέραιη μονάδα, ως εξής:

αα) για ποσοστό απομείωσης δόσεων είκοσι τοις εκατό (20%), χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατό (15%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού απαλλαγής του πρώτου εδαφίου της παρ. 1,

ββ) για ποσοστό απομείωσης δόσεων τριάντα τοις εκατό (30%) χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό είκοσι πέντε τοις εκατό (25%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού απαλλαγής του πρώτου εδαφίου της παρ. 1,

γγ) για ποσοστό απομείωσης δόσεων σαράντα τοις εκατό (40%) χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό τριάντα πέντε τοις εκατό (35%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού απαλλαγής του πρώτου εδαφίου της παρ. 1,

δδ) για ποσοστό απομείωσης δόσεων πενήντα τοις εκατό (50%) χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό σαράντα πέντε τοις εκατό (45%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού απαλλαγής του πρώτου εδαφίου της παρ. 1,

εε) για ποσοστό απομείωσης δόσεων εξήντα τοις εκατό (60%) χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό πενήντα πέντε τοις εκατό (55%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού απαλλαγής του πρώτου εδαφίου της παρ. 1,

στστ) για ποσοστό απομείωσης δόσεων εβδομήντα τοις εκατό (70%) χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού απαλλαγής του πρώτου εδαφίου της παρ. 1,

ζζ) για ποσοστό απομείωσης δόσεων ογδόντα τοις εκατό (80%) χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό ογδόντα πέντε τοις εκατό (85%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού απαλλαγής του πρώτου εδαφίου της παρ. 1,

ηη) για ποσοστό απομείωσης δόσεων ενενήντα τοις εκατό (90%), χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό ενενήντα τοις εκατό (90%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού απαλλαγής του πρώτου εδαφίου της παρ. 1, και

θθ) σε περίπτωση που ο οφειλέτης εξοφλήσει εφάπαξ την οφειλή του, χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%).

Στην περίπτωση που ο οφειλέτης επιλέξει σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης την εφάπαξ εξόφληση του υπολοίπου αριθμού των δόσεων των ρυθμισμένων οφειλών ή τη μετάπτωση σε μικρότερο αριθμό δόσεων, τυγχάνει απαλλαγής επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, σε ποσοστό ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στον αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά διαμορφώνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στα προηγούμενα εδάφια της παρούσας περίπτωσης.

δ. Ο αριθμός των δόσεων που προτείνεται από τη Φορολογική Διοίκηση, για τα πρόσωπα της περ. Α της παρ. 1, δεν μπορεί να είναι μικρότερος των δεκαοκτώ (18), με την επιφύλαξη της εφαρμογής των διατάξεων της παρ. 2. Για το ποσοστό απαλλαγής τόκων και προσαυξήσεων λαμβάνεται υπόψη ο αριθμός των δόσεων, όπως καθορίζεται σύμφωνα με την περ. γ’, πριν την εφαρμογή των οριζομένων στο προηγούμενο εδάφιο.

Β. Νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα:

Για οφειλέτες νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, με συνολικό εισόδημα (φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο,) κατά το φορολογικό έτος 2017 μέχρι δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ χορηγείται δυνατότητα ρύθμισης των οφειλών τους σε έως και εκατόν είκοσι (120) δόσεις, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης της παρ. 2. Για τους ως άνω οφειλέτες με εισόδημα άνω των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ, ο αριθμός των δόσεων καθορίζεται από τη Φορολογική Διοίκηση με βάση το συνολικό εισόδημα, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, του νομικού προσώπου/οντότητας κατά το φορολογικό έτος 2017 και το ύψος της ρυθμιζόμενης οφειλής, ως εξής: το συνολικό εισόδημα του φορολογικού έτους 2017 πολλαπλασιάζεται τμηματικά με προοδευτικά κλιμακωτό συντελεστή, όπως αυτός ορίζεται στην υποπερ. α’ της περίπτωσης Α’, με την εξαίρεση των νομικών προσώπων που έχουν προβεί σε διακοπή εργασιών, για τα οποία ως τελευταίο έτος της πενταετίας θεωρείται το φορολογικό έτος διακοπής εργασιών.

Το προκύπτον άθροισμα των γινομένων των τμημάτων του εισοδήματος με τους αντίστοιχους συντελεστές αναγόμενο σε μηνιαία βάση διαιρεί το ποσό της ρυθμιζόμενης οφειλής. Το πλήθος των δόσεων προκύπτει από το ακέραιο μέρος του πηλίκου της διαίρεσης αυτής, υπό τους περιορισμούς της υποπερ. δ’ της περ. Α της παρούσας παραγράφου και της παρ. 2. Εάν ο οφειλέτης επιλέξει να καταβάλει την οφειλή του σε μικρότερο πλήθος δόσεων από αυτό που καθορίζεται από τη Φορολογική Διοίκηση, εφαρμόζονται τα οριζόμενα στην υποπερ. γ’ της περ. Α της παρούσας παραγράφου.

Αν οι ανωτέρω οφειλέτες έχουν προβεί σε διακοπή εργασιών, ως συνολικό εισόδημα για τον υπολογισμό του αριθμού των δόσεων λαμβάνεται υπόψη το συνολικό εισόδημα, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, του φορολογικού έτους διακοπής εργασιών.

Για την υπαγωγή στη ρύθμιση είναι απαραίτητη η υποβολή των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος της τελευταίας πενταετίας με τελευταίο έτος το φορολογικό έτος 2017.

Γ. Νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα:

Για οφειλέτες νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα χορηγείται δυνατότητα ρύθμισης των οφειλών τους, σε έως και εικοσιτέσσερις (24) μηνιαίες δόσεις και κατ’ εξαίρεση σε έως και τριάντα έξι (36) μηνιαίες δόσεις εφόσον πρόκειται για οφειλές που βεβαιώνονται από έκτακτη αιτία ή φόρους που καταβάλλονται εφάπαξ, με ταυτόχρονη απαλλαγή από προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν κατά την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής, σε συνάρτηση με το πλήθος των δόσεων που επιλέγονται, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης της παρ. 2.

Ειδικότερα:

α. Για οφειλές που ρυθμίζονται σε έως και εικοσιτέσσερις (24) δόσεις:

αα) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται εφάπαξ,

ββ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό ογδόντα τοις εκατό (80%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού του πρώτου εδαφίου της παρ. 1, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε δύο (2) έως και έξι (6) μηνιαίες δόσεις,

γγ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό εξήντα τοις εκατό (60%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού του πρώτου εδαφίου της παρ. 1, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε επτά (7) έως και δώδεκα (12) μηνιαίες δόσεις,

δδ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού του πρώτου εδαφίου της παρ. 1, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε δεκατρείς (13) έως και δεκαοκτώ (18) μηνιαίες δόσεις,

εε) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού του πρώτου εδαφίου της παρ. 1, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε δεκαεννέα (19) έως και είκοσι δύο (22) μηνιαίες δόσεις,

β. Για οφειλές που ρυθμίζονται σε έως και τριάντα έξι (36) δόσεις:

αα) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται εφάπαξ,

ββ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό ογδόντα πέντε τοις εκατό (85%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού του πρώτου εδαφίου της παρ. 1, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε δύο (2) έως και έξι (6) μηνιαίες δόσεις,

γγ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό εβδομήντα τοις εκατό (70%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού του πρώτου εδαφίου της παρ. 1, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε επτά (7) έως και δώδεκα (12) μηνιαίες δόσεις,

δδ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό εξήντα τοις εκατό (60%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού του πρώτου εδαφίου της παρ. 1, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε δεκατρείς (13) έως και δεκαοκτώ (18) μηνιαίες δόσεις,

εε) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού του πρώτου εδαφίου της παρ. 1, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε δεκαεννέα (19) έως και είκοσι τέσσερις (24) μηνιαίες δόσεις.

στστ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού του πρώτου εδαφίου της παρ. 1, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε είκοσι πέντε (25) έως και τριάντα (30) μηνιαίες δόσεις.

Στην περίπτωση που ο οφειλέτης επιλέξει σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης την εφάπαξ εξόφληση του υπολοίπου αριθμού των δόσεων των ρυθμισμένων οφειλών ή τη μετάπτωση σε μικρότερο αριθμό δόσεων, τυγχάνει απαλλαγής επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, σε ποσοστό ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στον αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά διαμορφώνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στα προηγούμενα εδάφια της παρούσας περίπτωσης.

γ. Σε περίπτωση που υφίστανται οφειλές του ίδιου οφειλέτη που μπορούν να ρυθμίζονται, άλλες σε έως και εικοσιτέσσερις (24) και άλλες σε έως και τριάντα έξι (36) μηνιαίες δόσεις, αυτές ρυθμίζονται διακριτά.

δ. Για την υπαγωγή στη ρύθμιση είναι απαραίτητη η υποβολή των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος της τελευταίας πενταετίας με τελευταίο έτος το φορολογικό έτος 2017, με την εξαίρεση των νομικών προσώπων που έχουν προβεί σε διακοπή εργασιών, για τα οποία ως τελευταίο έτος της πενταετίας θεωρείται το φορολογικό έτος διακοπής εργασιών.

2. Το ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης της ρύθμισης ορίζεται σε τριάντα (30) ευρώ.

3. Με την υπαγωγή στο πρόγραμμα ρύθμισης, συμπεριλαμβανομένης και της εφάπαξ καταβολής και υπό την προϋπόθεση της τήρησης αυτού, δεν υπολογίζονται τα πρόστιμα των άρθρων 57 του Κ.Φ.Δ. και 6 του Κ.Ε.Δ.Ε.

4. Σε περίπτωση που υφίστανται οφειλές που υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος μέρους και είναι βεβαιωμένες σε περισσότερες της μίας Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικού Κέντρου ή Τελωνείου, αυτές ρυθμίζονται ανά υπηρεσία.

5. Στη ρύθμιση υπάγεται υποχρεωτικά το σύνολο των ληξιπρόθεσμων έως και 31.12.2018 οφειλών που έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων των Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικών Κέντρων και Τελωνείων μέχρι την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή σε ρύθμιση και δεν έχουν τακτοποιηθεί κατά νόμιμο τρόπο με αναστολή πληρωμής από οποιαδήποτε αιτία ή άλλη ρύθμιση τμηματικής καταβολής βάσει νόμου ή δικαστικής απόφασης ή προσωρινής διαταγής.

Άρθρο 99
Επιβαρύνσεις εκπρόθεσμης καταβολής κατά την υπαγωγή σε ρύθμιση

1. Βασικές οφειλές που υπάγονται σε πρόγραμμα ρύθμισης του παρόντος αντί των κατά Κ.Ε.Δ.Ε. και κατά Κ.Φ.Δ. τόκων και προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, από την ημερομηνία υπαγωγής τους σε ρύθμιση επιβαρύνονται με τόκο που ανέρχεται σε πέντε εκατοστιαίες μονάδες (5%), ετησίως υπολογισμένο. Κατ’ εξαίρεση, βασικές συνολικές οφειλές μέχρι τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ ανά Υπηρεσία που υπάγονται σε πρόγραμμα ρύθμισης του παρόντος δεν επιβαρύνονται πλέον με προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής, εφόσον ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο και το συνολικό εισόδημά του δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ.

2. Η καθυστέρηση καταβολής δόσης συνεπάγεται την επιβάρυνση αυτής με μηνιαία προσαύξηση που ανέρχεται σε δύο εκατοστιαίες μονάδες (2%).

Άρθρο 100
Οφειλές που υπάγονται στη ρύθμιση προαιρετικά

Στη ρύθμιση του παρόντος μέρους δύνανται επίσης να υπαχθούν, μετά από επιλογή του οφειλέτη, και οφειλές της παρ. 1 του άρθρου 98, οι οποίες κατά την ημερομηνία της αίτησης τελούν σε αναστολή πληρωμής από οποιαδήποτε αιτία ή έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση κατά τις διατάξεις της υποπαρ. Α.2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α’ 107), του άρθρου 43 του ν. 4174/2013 (Α’ 170) ή ρύθμιση κατά τις διατάξεις της παρ. 5 του πέμπτου άρθρου του ν. 2275/1994 (Α’ 238), η οποία είναι σε ισχύ.

Άρθρο 101
Λοιπά στοιχεία της ρύθμισης

1. Η ρύθμιση χορηγείται ανά οφειλέτη και για τις οφειλές που έχει ευθύνη καταβολής. Τα αλληλεγγύως ευθυνόμενα πρόσωπα για οφειλές νομικών προσώπων υπάγονται για τις οφειλές αυτές στο πρόγραμμα ρύθμισης που δύναται να χορηγηθεί στα νομικά πρόσωπα.

2. Η αίτηση για την υπαγωγή σε πρόγραμμα ρύθμισης του παρόντος μέρους υποβάλλεται ηλεκτρονικά στη Φορολογική Διοίκηση μέχρι την 28.6.2019. Μόνο σε περιπτώσεις που υφίσταται τεχνική αδυναμία διαδικτυακής υποστήριξης, η υποβολή αίτησης διενεργείται στην υπηρεσία (Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικό Κέντρο/Επιχειρησιακή Μονάδα Είσπραξης/Τελωνείο) ο Προϊστάμενος της οποίας είναι αρμόδιος για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής. Η ανωτέρω προθεσμία δύναται να παρατείνεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.

Άρθρο 102
Καταβολή πρώτης δόσης

1. Για την υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος μέρους πρέπει να καταβληθεί η πρώτη δόση εντός τριών (3) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση. Οι επόμενες δόσεις καταβάλλονται έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επόμενων μηνών από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση. Η καταβολή διενεργείται με τη χρήση μοναδικού κωδικού πληρωμής ρύθμισης (Ταυτότητα Ρύθμισης Οφειλής -Τ.Ρ.Ο.) στους φορείς είσπραξης ή στις Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικά Κέντρα, όπου αυτό προβλέπεται. Ειδικά για τις τελωνειακές οφειλές που υπάγονται σε ρύθμιση η καταβολή διενεργείται με τη χρήση Ταυτότητας Πληρωμής είτε στο αρμόδιο Τελωνείο είτε ηλεκτρονικά.

2. Κατ’ εξαίρεση, με την υποβολή από τον οφειλέτη αιτήματος περί υπαγωγής στη ρύθμιση του παρόντος μέρους, τα αποδιδόμενα ποσά από συμψηφισμούς του άρθρου 83 του ν.δ. 356/1974, από παρακρατήσεις αποδεικτικού ενημερότητας και βεβαίωσης οφειλής του άρθρου 12 του ν. 4174/2013 και από μέτρα αναγκαστικής είσπραξης λαμβάνονται υπόψη και για την κάλυψη της πρώτης δόσης της ρύθμισης, εφόσον εισπράττονται εντός της ανωτέρω προθεσμίας και δεν πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις.

Άρθρο 103
Απώλεια ρύθμισης

Η ρύθμιση απόλλυται, με συνέπεια την υποχρεωτική άμεση καταβολή του υπολοίπου της οφειλής, σύμφωνα με τα στοιχεία της αρχικής βεβαίωσης και την άμεση επιδίωξη της είσπραξής της με όλα τα προβλεπόμενα από την ισχύουσα νομοθεσία μέτρα, εάν ο οφειλέτης:

α) δεν καταβάλει δύο (2) συνεχόμενες μηνιαίες δόσεις της ρύθμισης ή καθυστερήσει την καταβολή των δύο (2) τελευταίων δόσεων της ρύθμισης για το αντίστοιχο χρονικό διάστημα,

β) δεν υποβάλλει τις προβλεπόμενες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και του φόρου προστιθέμενης αξίας, καθ’ όλο το διάστημα της ρύθμισης των οφειλών του και μέχρι την εξόφλησή της, εντός τριών (3) μηνών το αργότερο από την παρέλευση της προθεσμίας υποβολής τους ή εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος, εφόσον η προθεσμία υποβολής έχει παρέλθει πριν την υπαγωγή σε αυτή.

γ) δεν εξοφλήσει ή τακτοποιήσει κατά νόμιμο τρόπο τις οφειλές του, καθ’ όλη τη διάρκεια της ρύθμισης του παρόντος μέρους, εντός διμήνου από τη λήξη προθεσμίας καταβολής τους ή εντός διμήνου από την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος, εφόσον η προθεσμία καταβολής τους έχει παρέλθει πριν την υπαγωγή σε αυτή.

δ) υποπέσει σε παραβάσεις των περ. ι’, ια’, ιβ’, ιε’ ή ιστ’ της παρ. 1 του άρθρου 54 ή της παρ. 1 του άρθρου 58Α του ν. 4174/2013 καθ’ υποτροπή. Ως υποτροπή νοείται η διαπίστωση με την έκδοση πράξης επιβολής προστίμου εκ νέου διάπραξης οποιασδήποτε παράβασης εκ των ως άνω αναφερομένων από την ένταξη του φορολογούμενου στη ρύθμιση και εφεξής.

Άρθρο 104
Ευεργετήματα από την υπαγωγή στη ρύθμιση

Η υπαγωγή και συμμόρφωση στη ρύθμιση παρέχει στον οφειλέτη τα ακόλουθα ευεργετήματα:

α) χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 12 του ν. 4174/2013,

β) αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής του άρθρου 25 του ν. 1882/1990 ή, εφόσον άρχισε η εκτέλεσή της, διακόπτεται. Κατά το χρονικό διάστημα ισχύος της ρύθμισης αναστέλλεται η παραγραφή του ποινικού αδικήματος, κατά παρέκκλιση των χρονικών περιορισμών του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα και

γ) αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών ή ακινήτων. Η αναστολή αυτή δεν ισχύει για κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων ή έχουν εκδοθεί οι σχετικές παραγγελίες, τα αποδιδόμενα όμως ποσά από αυτές λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της ρύθμισης, εφόσον δεν πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις. Αν ο οφειλέτης απολέσει το ευεργέτημα της ρύθμισης, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται.

Άρθρο 105
Δικαιώματα του Δημοσίου

Το Δημόσιο διατηρεί το δικαίωμα και μετά τη συμμόρφωση του οφειλέτη στη ρύθμιση τμηματικής καταβολής που του χορηγήθηκε:

α) να εγγράφει υποθήκες σε περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη, των συνυπόχρεων προσώπων ή των εγγυητών, εφόσον η οφειλή δεν είναι ασφαλισμένη,

β) να μην χορηγεί αποδεικτικό ενημερότητας για μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπραγμάτου δικαιώματος επ’ αυτού στα πρόσωπα της προηγούμενης υποπερίπτωσης, ακόμη και αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις χορήγησης αυτού, εφόσον η οφειλή δεν είναι ασφαλισμένη, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 12 του ν. 4174/2013,

γ) να προβαίνει σε συμψηφισμό των χρηματικών απαιτήσεων του οφειλέτη κατά του Δημοσίου και μέχρι του ύψους των οφειλών, κατά τις διατάξεις του άρθρου 83 του Κ.Ε.Δ.Ε.

Άρθρο 106
Πίστωση ποσών από παρακράτηση ή συμψηφισμό ή πράξεις εκτέλεσης

Τα ποσά που εισπράττονται κατά τη διάρκεια της ρύθμισης από την παρακράτηση ποσοστού απαίτησης του οφειλέτη λόγω της χορήγησης αποδεικτικού ενημερότητας και βεβαίωσης οφειλής του άρθρου 12 του ν. 4174/2013 ή κατόπιν συμψηφισμού του άρθρου 83 του ν.δ. 356/1974 καλύπτουν δόση ή δόσεις της χορηγηθείσας ρύθμισης, εφόσον δεν πιστώνονται διαφορετικά.

Ομοίως, τα αποδιδόμενα ποσά από πράξεις εκτέλεσης, λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της χορηγηθείσας ρύθμισης, εφόσον εισπράττονται κατά τη διάρκεια αυτής και δεν πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις.

Άρθρο 107
Παραγραφή οφειλών

Η παραγραφή των οφειλών για τις οποίες υποβάλλεται αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση αναστέλλεται καθ’ όλη τη διάρκεια ισχύος της ρύθμισης και δεν συμπληρώνεται πριν παρέλθει ένα (1) έτος από τη λήξη αυτής.

Άρθρο 108
Εξαιρέσεις

Εξαιρούνται και δεν υπάγονται στη ρύθμιση:

α) Οφειλές που έχουν υπαχθεί σε νομοθετική ρύθμιση κατά τις διατάξεις των άρθρων 1 έως 17 του ν. 4321/2015 (Α’ 32) ή του άρθρου 51 του ν. 4305/2014 (Α’ 237), η οποία ρύθμιση απωλέσθη μετά την κατάθεση του παρόντος νόμου.

β) Οφειλές που έχουν υπαχθεί σε σύμβαση/ρύθμιση με τη Φορολογική Διοίκηση, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4469/2017 (Α’ 62) και η οποία ρύθμιση απωλέσθη μετά την κατάθεση του παρόντος νόμου.

γ) Οφειλέτες που κατά το χρόνο υπαγωγής έχουν καταδικαστεί με αμετάκλητη δικαστική απόφαση για φοροδιαφυγή ή λαθρεμπορία.

δ) Οφειλές, οι οποίες δεν δύνανται να ρυθμίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 22 του ν. 4002/2011 (Α’ 180) και αφορούν σε ανάκτηση κρατικών ενισχύσεων που χορηγήθηκαν με τη σύσταση ειδικών αφορολόγητων αποθεματικών ή που δεν δύνανται να ρυθμίζονται σύμφωνα με άλλες διατάξεις.

Άρθρο 109
Καθορισμός ειδικότερων θεμάτων και λεπτομερειών

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων μπορούν να ορίζονται οι λεπτομέρειες για την εφαρμογή της ρύθμισης του παρόντος μέρους.

Πρόστιμα δηλώσεων Ε9 και ΕΝΦΙΑ

Πρόστιμα δηλώσεων Ε9 και ΕΝΦΙΑ

Ε.2082/2019
Κοινοποίηση των διατάξεων του άρθρου 73 του ν.4607/2019 (ΦΕΚ 65 Α΄) για θέματα φορολογίας ακίνητης περιουσίας
Αθήνα, 16 Μαΐου 2019
Ε.2082/16-5-2019

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΥΣΙΟΛΟΓΙΟΥ
ΤΜΗΜΑ Α΄

Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 8
Ταχ. Κώδικας : 10184 Αθήνα
Τηλέφωνο : 2103375878, -879
E-Mail : defk.a@aade.gr
Url : www.aade.gr

ΕΞ. ΕΠΕΙΓΟΝ

Ε 2082/2019

Θέμα: «Κοινοποίηση των διατάξεων του άρθρου 73 του ν.4607/2019 (ΦΕΚ 65 Α΄) για θέματα φορολογίας ακίνητης περιουσίας».

Σας κοινοποιούμε συνημμένα τις διατάξεις του άρθρου 73 του ν. 4607/2019, με τις οποίες επήλθαν τροποποιήσεις σε θέματα υποβολής δηλώσεων στοιχείων ακινήτων (Ε9) και Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.) και σας παρέχουμε οδηγίες για την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή τους.

1. Ημερομηνία υποβολής δήλωσης στοιχείων ακινήτων (Ε9)

Από την 1η Ιανουαρίου 2019 και εφεξής, όσοι έχουν μεταβολές στην ακίνητη περιουσία τους (σύσταση, απόκτηση κ.λπ.), υποχρεούνται να τις δηλώνουν υποβάλλοντας τη δήλωση Ε9 μέχρι την 31η Μαΐου του επόμενου έτους από την ημέρα της μεταβολής.

Παραδείγματα:

– Φορολογούμενος αποκτά ακίνητο από αγορά στις 2 Ιανουαρίου 2019. Το δικαίωμα επί του ακινήτου θα πρέπει να δηλωθεί εμπρόθεσμα στη δήλωση στοιχείων ακινήτων έτους 2020 μέχρι την 31η Μαΐου 2020.

– Φορολογούμενος αποκτά δύο ακίνητα Α και Β από αγορά την 15η Απριλίου 2019 και πωλεί το Α ακίνητο στις 11 Ιουνίου 2019. Στη δήλωση στοιχείων ακινήτων έτους 2020, η οποία θα πρέπει να υποβληθεί εμπρόθεσμα μέχρι την 31η Μαΐου 2020, ο φορολογούμενος υποχρεούται να δηλώσει μόνο το δικαίωμα επί του Β ακινήτου.

– Έστω ότι πεθαίνει ο Α την 20ή Ιανουαρίου 2019 και αφήνει κληρονόμο εξ αδιαθέτου το μοναδικό του τέκνο. Η δήλωση Ε9 2020 για την απόκτηση του ακινήτου από το τέκνο, υποβάλλεται εμπρόθεσμα έως την 31η Μαΐου 2020. Αν στην ίδια περίπτωση δημοσιευθεί διαθήκη εντός του έτους του 2019, που καθιστά μοναδικό κληρονόμο τον εγγονό του θανόντος, τότε δεν υποβάλλεται δήλωση από τον εξ αδιαθέτου κληρονόμο αλλά απευθείας από τον εκ διαθήκης μέχρι την 31η Μαΐου 2020. Επισημαίνεται ότι η υποβολή δήλωσης από τον κληρονόμο συνιστά και σιωπηρή αποδοχή της κληρονομιάς.

2. Επιβολή προστίμου άρθρου 54 ΚΦΔ για διαδικαστικές παραβάσεις των δηλώσεων στοιχείων ακινήτων (Ε9) και ΕΝ.Φ.Ι.Α.

Σε περίπτωση μη υποβολής, εκπρόθεσμης υποβολής ή υποβολής ανακριβούς δήλωσης Ε9 για περισσότερα του ενός (1) έτη, επιβάλλεται ένα μόνο πρόστιμο, εφόσον στις δηλώσεις αυτές επαναλαμβάνονται οι ίδιες μεταβολές. Το πρόστιμο ορίζεται σε εκατό (100) ευρώ για κάθε δήλωση (παράγραφος 2 άρθρου 54 του ν. 4174/2013) και επιβάλλεται με την πράξη προσδιορισμού φόρου, η οποία εκδίδεται βάσει της δήλωσης Ε9.

Δεν επιβάλλεται πρόστιμο στις δηλώσεις ΕΝ.Φ.Ι.Α. – πράξεις προσδιορισμού φόρου, οι οποίες συντίθενται μηχανογραφικά από τη Φορολογική Διοίκηση.

3. Πρόστιμα για δηλώσεις στοιχείων ακινήτων (Ε9) που υποβλήθηκαν από 31/12/2014 έως και 24/4/2019

Σε εκπρόθεσμες τροποποιητικές δηλώσεις Ε9 ετών 2010 και επόμενων, που υποβλήθηκαν από την 31η Δεκεμβρίου 2014 μέχρι και την 24η Απριλίου 2019 (ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου), δεν επιβάλλονται το πρόστιμο του άρθρου 54 του ν. 4174/2013 ή το αυτοτελές πρόστιμο του άρθρου 4 του ν. 2523/1997, κατά περίπτωση.

Πρόστιμα που έχουν βεβαιωθεί μέχρι και την 24η Απριλίου 2019 δεν διαγράφονται.

Πρόστιμα που έχουν καταβληθεί μέχρι την ίδια ημερομηνία δεν επιστρέφονται.

4. Πρόστιμο άρθρου 54 ΚΦΔ για διαδικαστικές παραβάσεις των δηλώσεων στοιχείων ακινήτων (Ε9) από 25/4/2019 και μετά

Δεν επιβάλλονται τα πρόστιμα των διαδικαστικών παραβάσεων του άρθρου 54 του ν. 4174/2013 στις εκπρόθεσμες τροποποιητικές δηλώσεις Ε9, οι οποίες υποβάλλονται από την 25η Απριλίου 2019 και αφορούν τα έτη 2014 και επόμενα, μέχρι την ανάρτηση των κτηματολογικών στοιχείων στο σύνολο της Ελληνικής επικράτειας. Η ολοκλήρωση της ανάρτησης προκύπτει από Διαπιστωτική Πράξη του Δ.Σ. του Ν.Π.Δ.Δ. «Ελληνικό Κτηματολόγιο», η οποία κοινοποιείται προς τον Υπουργό Οικονομικών.

Διευκρινίζεται ότι αρχική δήλωση στοιχείων ακινήτων (Ε9) θεωρείται η δήλωση, η οποία υποβάλλεται για πρώτη φορά και εισάγει ακίνητα ή δικαιώματα επί αυτών από τον υπόχρεο φορολογούμενο. Κάθε επόμενη δήλωση, η οποία προσθέτει, αφαιρεί ή μεταβάλλει ακίνητα ή δικαιώματα επί αυτών θεωρείται τροποποιητική δήλωση Ε9.

Ο Διοικητής της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων
Γεώργιος Πιτσιλής

Καθορισμός δαπανών για τις οποίες απαιτείται η χρήση ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής ή/και συλλογής αποδείξεων

Α.1109/2019
Καθορισμός δαπανών για τις οποίες απαιτείται η χρήση ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής ή/και συλλογής αποδείξεων

Αθήνα, 15 Μαρτίου 2019
Αρ. Πρωτ: Α.1109/15-3-2019

(ΦΕΚ Β’ 1106/03.04.2019)

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΥ

2. ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Δ/ΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ

Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας: 101 84 Αθήνα
Τηλέφωνο: 210 3375311 – 312
ΦΑΞ: 210 3375001

ΕΞ. ΕΠΕΙΓΟΝ

Α 1109/2019

ΘΕΜΑ: Καθορισμός δαπανών για τις οποίες απαιτείται η χρήση ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής ή/και συλλογής αποδείξεων.

ΑΠΟΦΑΣΗ
Η ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις της περ. στ’της παραγράφου 3 του άρθρου 16 του ν. 4172/2013 (Α’ 167), όπως ισχύουν.

2. Τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 15, των άρθρων 16, 20, 29, 34 και 67 του ν. 4172/2013 (Α’ 167).

3. Τις διατάξεις του άρθρου 36 του ν. 4174/2013 (Α’ 170).

4. Το Π.Δ.142/2017 (Α’ 181/2017) «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών», όπως ισχύει.

5. Το Π.Δ. 125/2016 (A’ 210) «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».

6. Το Π.Δ. 63/2005 (Α’ 98) «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα».

7. Την ΥΠΟΙΚ 0010218 ΕΞ 2016/2016 απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών (Β’3696/15.11.2016) «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στην Υφυπουργό Οικονομικών Αικατερίνη Παπανάτσιου».

8. Τις διατάξεις του «Κεφαλαίου Α’ «Σύσταση Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσιών Εσόδων» (Α.Α.Δ.Ε.) του ν. 4389/2016 (Α’ 94).

9. Την Δ. ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017 απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Β’ 968), «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)», όπως ισχύει.

10. Την ανάγκη καθορισμού των δαπανών για τις οποίες απαιτείται η χρήση ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής ή/και συλλογής αποδείξεων, την ανάγκη κατανομής των δαπανών μεταξύ των συζύγων ή των μερών του συμφώνου συμβίωσης που υποβάλλουν κοινή δήλωση φορολογίας εισοδήματος, τις κατηγορίες των φορολογουμένων που εξαιρούνται από την υποχρέωση αυτή, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων αυτών.

11. Το γεγονός ότι με την απόφαση αυτή δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

Άρθρο 1

Για να διατηρηθεί η μείωση φόρου σύμφωνα με το άρθρο 16 του ν. 4172/2013, ο φορολογούμενος απαιτείται να πραγματοποιήσει δαπάνες απόκτησης αγαθών και λήψης υπηρεσιών στην ημεδαπή ή σε κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Ε.Ο.Χ., οι οποίες να έχουν εξοφληθεί με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής, δηλαδή κάρτες και μέσα πληρωμής με κάρτες, πληρωμή μέσω λογαριασμού πληρωμών Παροχών Υπηρεσιών Πληρωμών του ν. 3862/2010 [(νυν. ν. 4537/2018) (μεταφορά πίστωσης, εντολές άμεσης χρέωσης, πάγιες εντολές)], και διενεργούνται μέσω ηλεκτρονικής τραπεζικής (e-banking), ηλεκτρονικού πορτοφολιού (e-wallet) κ.λπ., το ελάχιστο ποσό των οποίων προσδιορίζεται ως ποσοστό του φορολογητέου εισοδήματος του, σύμφωνα με την ακόλουθη κλίμακα:
Εισόδημα (σε ευρώ) Ποσοστό ελάχιστης δαπάνης με ηλεκτρονική συναλλαγή
Και μέσα πληρωμής με κάρτα (Προοδευτική εφαρμογή)
1 – 10.000 10%
10.000,01 – 30.000 15%
30.000,01 και άνω 20% και μέχρι 30.000 ευρώ

Η κλίμακα της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζεται προοδευτικά, έτσι ώστε ο συντελεστής του επόμενου κλιμακίου να υπολογίζεται μόνον στο υπερβάλλον ποσό του εισοδήματος.

Άρθρο 2

Οι δαπάνες αγοράς αγαθών και λήψης υπηρεσιών λαμβάνονται υπόψη, εφόσον περιλαμβάνονται στις ακόλουθες ομάδες του δείκτη τιμών καταναλωτή της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής:

Ομάδα 1 (Διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά).
Ομάδα 2 (Αλκοολούχα ποτά και καπνός).
Ομάδα 3 (Ένδυση και υπόδηση).
Ομάδα 4 (Στέγαση), εξαιρουμένων των ενοικίων.
Ομάδα 5 (Διαρκή αγαθά, είδη νοικοκυριού και υπηρεσίες).
Ομάδα 6 (Υγεία).
Ομάδα 7 (Μεταφορές), εξαιρουμένης της δαπάνης για τέλη κυκλοφορίας και της αγοράς οχημάτων, πλην των ποδηλάτων.
Ομάδα 8 (Επικοινωνίες).
Ομάδα 9 (Αναψυχή, πολιτιστικές δραστηριότητες), εξαιρουμένης της αγοράς σκαφών, αεροπλάνων και αεροσκαφών.
Ομάδα 10 (Εκπαίδευση).
Ομάδα 11 (Ξενοδοχεία, καφέ, εστιατόρια).
Ομάδα 12 (Άλλα αγαθά και υπηρεσίες).

Άρθρο 3

1. Εξαιρούνται από την υποχρέωση χρήσης ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής, σύμφωνα με την περ. β’της παρ. 3 του άρθρου 16 του ν. 4172/2013, οι φορολογούμενοι εβδομήντα (70) ετών και άνω, άτομα με ποσοστό αναπηρίας ογδόντα τοις εκατό (80%) και άνω, όσοι βρίσκονται σε δικαστική συμπαράσταση, οι φορολογικοί κάτοικοι της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ., υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 20 του ν. 4172/2013, που υποχρεούνται σε υποβολή δήλωσης στην Ελλάδα και φορολογούνται με την κλίμακα από μισθωτή εργασία και συντάξεις.

2. Εξαιρούνται από την υποχρέωση χρήσης ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής και οι παρακάτω κατηγορίες φορολογουμένων:

α. Δημόσιοι λειτουργοί και δημόσιοι υπάλληλοι που υπηρετούν στην αλλοδαπή, καθώς και φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας που διαβιούν ή εργάζονται στην αλλοδαπή, με την επιφύλαξη του άρθρου 4 της παρούσας.

β. Ανήλικοι που υποχρεούνται σε υποβολή δήλωσης φορολογίας εισοδήματος και φορολογούνται με την κλίμακα των μισθωτών και συνταξιούχων.

γ. Φορολογούμενοι που κατοικούν μόνιμα σε χωριά με πληθυσμό έως 500 κατοίκους και σε νησιά με πληθυσμό κάτω των 3.100 κατοίκων, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή, εκτός αν πρόκειται για τουριστικούς τόπους. δ. Οι φορολογούμενοι που δεν έχουν εισόδημα από καμία κατηγορία ή έχουν εισόδημα μόνο από κεφάλαιο ή/και από υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου και το τεκμαρτό τους εισόδημα δεν υπερβαίνει το ποσό των 9.500 ευρώ, σύμφωνα με την περ. α’της παρ. 1 του άρθρου 34 του ν. 4172/2013.

ε. Οι φορολογούμενοι που είναι εγγεγραμμένοι στο Μητρώο ανέργων του ΟΑΕΔ, για τη διαφορά που προκύπτει μεταξύ του τεκμαρτού και του συνολικού εισοδήματος τους, σύμφωνα με την περ. δ’ της παρ. 1 του άρθρου 34 του ν. 4172/2013.

στ. Οι φορολογούμενοι που είναι δικαιούχοι Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης (ΚΕΑ).

ζ. Οι υπηρετούντες την υποχρεωτική στρατιωτική τους θητεία.

η. Οι φορολογούμενοι που βρίσκονται σε κατάσταση μακροχρόνιας νοσηλείας (πέραν των 6 μηνών).

θ. Οι υπήκοοι τρίτων χώρων που αιτούνται ή/ και λαμβάνουν διεθνή προστασία από την Ύπατη Αρμοστεία του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (Ο.Η.Ε.) για τους Πρόσφυγες και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

ι. Οι φορολογούμενοι των οποίων το πραγματικό εισόδημα δεν υπερβαίνει το ποσό των έξι χιλιάδων (6.000) ευρώ, το τεκμαρτό τους εισόδημα δεν υπερβαίνει το ποσό των εννέα χιλιάδων πεντακοσίων (9.500) ευρώ και εφόσον πληρούνται οι λοιπές προϋποθέσεις της παρ. 1 του άρθρου 15 του ν. 4172/2013.

3. Οι φορολογούμενοι των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου υποχρεούνται να προσκομίσουν αποδείξεις ίσης αξίας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 1 και 2 της παρούσας. Οι αποδείξεις φυλάσσονται για μελλοντικό έλεγχο.

Άρθρο 4

Εξαιρούνται από την υποχρέωση χρήσης ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής και προσκόμισης αποδείξεων για την πραγματοποίηση δαπανών, οι υπάλληλοι του Υπουργείου Εξωτερικών, οι στρατιωτικοί, εφόσον υπηρετούν στην αλλοδαπή, οι υπηρετούντες στη Μόνιμη Ελληνική Αντιπροσωπεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσοι διαμένουν σε οίκο ευγηρίας και σε ψυχιατρικό κατάστημα και οι φυλακισμένοι.

Άρθρο 5

Το ποσό των δαπανών δηλώνεται ατομικά από κάθε σύζυγο ή από κάθε μέρος συμφώνου συμβίωσης. Σε περίπτωση κοινής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, όπου καλύπτεται το απαιτούμενο ποσό δαπανών από οποιονδήποτε εκ των δυο συζύγων ή μερών συμφώνου συμβίωσης, το τυχόν πλεονάζον ποσό δύναται κατά την εκκαθάριση να μεταφερθεί στον άλλο σύζυγο ή στο άλλο μέρος συμφώνου συμβίωσης για τυχόν κάλυψη του ελάχιστα απαιτούμενου ποσού δαπανών.

Εάν δεν καλύπτεται το ελάχιστο απαιτούμενο ποσό της κλίμακας του άρθρου 1 της παρούσας, τότε ο φόρος προσαυξάνεται κατά το ποσό που προκύπτει από τη θετική διαφορά μεταξύ του απαιτούμενου και του δηλωθέντος ποσού, πολλαπλασιαζόμενης με συντελεστή είκοσι δύο τοις εκατό (22%).

Άρθρο 6

1. Οι διατάξεις της παρούσας ισχύουν για το φορολογικό έτος 2018 και εφεξής.

2. Όπου στις κείμενες διατάξεις αναφέρεται η AYO ΠΟΛ.1005/12-01-2017 νοούνται οι διατάξεις της παρούσας.

3. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Η ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΠΑΠΑΝΑΤΣΙΟΥ

Το τεκμήριο ΕΙΧ εφαρμόζεται και για φυσικά πρόσωπα με αυτοκίνητα που έχουν ξένους αριθμούς και κυκλοφορούν στην Ελλάδα

ΔΕΔ 1940/2018
Το τεκμήριο ΕΙΧ εφαρμόζεται και για φυσικά πρόσωπα με αυτοκίνητα που έχουν ξένους αριθμούς και κυκλοφορούν στην Ελλάδα
Θεσσαλονίκη, 14/12/2018
Αριθμός απόφασης: 1940

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ
ΤΜΗΜΑ Α8 – ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ

Ταχ. Δ/νση: Εγνατία 45
Ταχ. Κώδικας: 54630 – Θεσσαλονίκη
Τηλέφωνο: 2313-333267
ΦΑΞ: 2313-333258
E-Mail: ded.thess1@n3.syzefxis.gov.gr

ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Έχοντας υπ’ όψη:

1. Τις διατάξεις:
α. Του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α’ 170).
β. Του άρθρου 11 της Δ. ΟΡΓ.Α 1036960 ΕΞ 2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ 968 Β’/22.03.2017) με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)»
γ. Της ΠΟΛ.1064/2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ Β’ 1440/27.04.2017).

2. Την ΠΟΛ.1069/2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.

3. Την υπ’ αριθμ. Δ.Ε.Δ. 1126366 ΕΞ 2016/30.8.2016 (ΦΕΚ Β’ 2759/01.09.2016) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών.

4. Την από 19/07/2018 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανή προσφυγή του, με Α.Φ.Μ , κατά: α) της υπ’ αριθ /12.06.2018 οριστικής πράξης διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος οικ. έτους 2013 του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΚΑΒΑΛΑΣ, β) της υπ’ αριθ /12.06.2018 οριστικής πράξης διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος οικ. έτους 2014 του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΚΑΒΑΛΑΣ για τη διαχειριστική περίοδο 01/01/2012 – 31/12/2012, γ) της υπ’ αριθ /12.06.2018 πράξης επιβολής προστίμου άρθρου 54 ν.4174/2013 του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΚΑΒΑΛΑΣ για το φορολογικό έτος 2017, και τα προσκομιζόμενα με αυτήν σχετικά έγγραφα.

5. Τις υπ’ αριθ /12.06.2018 και /12.06.2018 οριστικές πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος των οικ. ετών 2013 και 2014 αντιστοίχως και την υπ’ αριθ /12.06.2018 πράξη επιβολής προστίμου άρθρου 54 ν.4174/2013 για το φορολογικό έτος 2017, του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΚΑΒΑΛΑΣ

6. Τις απόψεις του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΚΑΒΑΛΑΣ.

7. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του Τμήματος Α8 – Επανεξέτασης, όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης.

Επί της από 19/07/2018 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς προσφυγής του, με Α.Φ.Μ , η οποία κατατέθηκε εμπρόθεσμα και μετά την μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:

Με την υπ’ αριθ /12.06.2018 οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΚΑΒΑΛΑΣ, επιβλήθηκε στον προσφεύγοντα, για το οικ. έτος 2013, κύριος φόρος 4.709,39€ πλέον προστίμου άρθρου 58 και τόκων άρθρου 53 του ν.4174/2013 ποσού 4.211,14€, εισφοράς αλληλεγγύης ποσού 544,33€ και φόρου τεκμηρίου πολυτελούς διαβίωσης 2.086,00€, ήτοι συνολικό ποσό 11.550,86€, λόγω διαπίστωσης από τον έλεγχο κατοχής δύο Ε.Ι.Χ. αυτοκινήτων και ιδιοκατοικούμενης κύριας κατοικίας που δεν δηλώθηκαν στον πίνακα 5 [προσδιορισμός ετήσιας τεκμαρτής δαπάνης] της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, συνολικής προστιθέμενης διαφοράς ετήσιας τεκμαρτής δαπάνης ποσού 22.541,93€.

Με την υπ’ αριθ /12.06.2018 οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΚΑΒΑΛΑΣ, επιβλήθηκε στον προσφεύγοντα, για το οικ. έτος 2014, κύριος φόρος 4.376,02€ πλέον προστίμου άρθρου 58 και τόκων άρθρου 53 του ν.4174/2013 ποσού 3.913,04€ και εισφοράς αλληλεγγύης ποσού 280,64€, ήτοι συνολικό ποσό 8.569,70€, λόγω διαπίστωσης από τον έλεγχο κατοχής ενός Ε.Ι.Χ. αυτοκινήτου και ιδιοκατοικούμενης κύριας κατοικίας που δεν δηλώθηκαν στον πίνακα 5 [προσδιορισμός ετήσιας τεκμαρτής δαπάνης] της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, συνολικής προστιθέμενης διαφοράς ετήσιας τεκμαρτής δαπάνης ποσού 16.830,86€.

Με την υπ’ αριθ /12.06.2018 πράξη επιβολής προστίμου άρθρου 54 ν.4174/2013 του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΚΑΒΑΛΑΣ, επιβλήθηκε στον προσφεύγοντα, για το φορολογικό έτος 2017, πρόστιμο ποσού 250,00€, λόγω μη ανταπόκρισης στο υπ’ αριθ. πρωτ /20.06.2017 αίτημα της φορολογικής αρχής για προσκόμιση στοιχείων και παροχή πληροφοριών σχετικά με τη δραστηριότητα αλλοδαπής επιχείρησης ιδιοκτησίας του προσφεύγοντος, κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 14 παρ. 1 και 2 του ν.4174/2013 (Κ.Φ.Δ.), που επισύρει την κύρωση των παρ. 1δ και 2 γ του άρθρου 54 του ίδιου νόμου.

Οι ανωτέρω πράξεις εδράζονται επί των από 12/06/2018 εκθέσεων ελέγχου φορολογίας εισοδήματος και άρθρου 54 του Κ.Φ.Δ. της Δ.Ο.Υ. ΚΑΒΑΛΑΣ, σε εκτέλεση της εντολής 906/20.12.2016 του Προϊσταμένου της.

Ο προσφεύγων, με την υπό κρίση ενδικοφανή, ζητά να γίνει αυτή δεκτή και να ακυρωθούν οι προαναφερθείσες πράξεις, προβάλλοντας τους ισχυρισμούς ότι η επιχείρηση με έδρα στη Βουλγαρία, της οποίας είναι μοναδικός εταίρος και διαχειριστής, είναι αληθής και ενεργή, το Ε.Ι.Χ. αυτοκίνητο με πινακίδες κυκλοφορίας Βουλγαρίας βρισκόταν σε ουσιαστική ακινησία λόγω οικονομικής αδυναμίας και τέλος, δεν υπήρχε πρόθεση απόκρυψης του Ε.Ι.Χ. αυτοκινήτου.

Επειδή, με το άρθρο 38 του ν.4174/2013 ορίζεται ότι: «1. Κατά τον προσδιορισμό φόρου, η Φορολογική Διοίκηση δύναται να αγνοεί κάθε τεχνητή διευθέτηση ή σειρά διευθετήσεων που αποβλέπει σε αποφυγή της φορολόγησης και οδηγεί σε φορολογικό πλεονέκτημα. Οι εν λόγω διευθετήσεις αντιμετωπίζονται, για φορολογικούς σκοπούς, με βάση τα χαρακτηριστικά της οικονομικής τους υπόστασης. 2. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, ως «διευθέτηση» νοείται κάθε συναλλαγή, δράση, πράξη, συμφωνία, επιχορήγηση, συνεννόηση, υπόσχεση, δέσμευση ή γεγονός. Μια διευθέτηση μπορεί να περιλαμβάνει περισσότερα από ένα στάδια ή μέρη. 3. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, η διευθέτηση ή σειρά διευθετήσεων είναι τεχνητή εφόσον στερείται οικονομικής ή εμπορικής ουσίας……

Επειδή, με το άρθρο 15 του ν.2238/1994 ορίζεται ότι: «Το συνολικό εισόδημα προσδιορίζεται, κατ’ εξαίρεση, με βάση τις δαπάνες διαβίωσης του φορολογουμένου και των προσώπων που συνοικούν με αυτόν και τον βαρύνουν, όταν το συνολικό ποσό των δαπανών που προσδιορίζεται κατά τα επόμενα άρθρα είναι ανώτερο από το συνολικό καθαρό εισόδημα των κατηγοριών Α’ έως Ζ’. Το εισόδημα που υπόκειται σε φόρο στην περίπτωση αυτή προσδιορίζεται κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρ. 19».

Επειδή, με το άρθρο 16 παρ. 1 του ν.2238/1994, ως ίσχυε για τα υπό κρίση οικ. έτη, οριζόταν ότι: «Για τον προσδιορισμό του αντικειμενικού εισοδήματος με βάση τη συνολική ετήσια δαπάνη του φορολογουμένου, της συζύγου του και των προσώπων που συνοικούν και τους βαρύνουν λαμβάνονται υπόψη τα ακόλουθα: α) …. γ) Η ετήσια αντικειμενική δαπάνη επιβατικού αυτοκινήτου ιδιωτικής χρήσης, ορίζεται ως εξής: αα) για τα αυτοκίνητα μέχρι χίλια διακόσια (1.200) κυβικά εκατοστά σε τέσσερις χιλιάδες (4.000) ευρώ, ββ) για αυτοκίνητα μεγαλύτερα των χιλίων διακοσίων (1.200) κυβικών εκατοστών προστίθενται εξακόσια (600) ευρώ ανά εκατό (100) κυβικά εκατοστά μέχρι τα δύο χιλιάδες (2.000) κυβικά εκατοστά, γγ) για αυτοκίνητα μεγαλύτερα των δύο χιλιάδων (2.000) κυβικών εκατοστών προστίθενται εννιακόσια (900) ευρώ ανά εκατό (100) κυβικά εκατοστά και μέχρι τρεις χιλιάδες (3.000) κυβικά εκατοστά και δδ) για αυτοκίνητα μεγαλύτερα από τρεις χιλιάδες (3.000) κυβικά εκατοστά προστίθενται χίλια διακόσια (1.200) ευρώ ανά εκατό (100) κυβικά εκατοστά. Τα παραπάνω ποσά ετήσιας αντικειμενικής δαπάνης από κάθε αυτοκίνητο μειώνονται ανάλογα με την παλαιότητά του, η οποία υπολογίζεται από το έτος πρώτης κυκλοφορίας του στην Ελλάδα, κατά ποσοστό ως εξής: αα) Τριάντα τοις εκατό (30%) για χρονικό διάστημα πάνω από πέντε (5) και μέχρι δέκα (10) έτη..».

Επειδή, με την ΠΟΛ. 1094/1989 με την οποία παρασχέθηκαν ερμηνευτικές οδηγίες, διευκρινίστηκε ότι το τεκμήριο αυτό εφαρμόζεται και για τα πρόσωπα που έχουν στην κυριότητα ή στην κατοχή τους αυτοκίνητα με ξένους αριθμούς κυκλοφορίας, εφόσον κυκλοφορούν στην Ελλάδα, οπότε δεν υπολογίζεται χρόνος παλαιότητας και αντίστοιχη μείωση της τεκμαρτής αυτής δαπάνης.

Επειδή, η ακινησία του αυτοκινήτου αποδεικνύεται με σχετική βεβαίωση του προϊσταμένου της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας σύμφωνα με τα οριζόμενα ειδικότερα στην 1021342/279/ΑΌ012/Π0Λ. 1050/22-2-1994 Απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Οι διατάξεις που αναφέρονται στον περιορισμό της τεκμαρτής δαπάνης αυτοκινήτου λόγω ακινησίας εφαρμόζονται και στα αυτοκίνητα με ξένους αριθμούς κυκλοφορίας εφόσον αποδεικνύεται η ακινησία τους από σχετική βεβαίωση της αρμόδιας τελωνειακής αρχής (ΠΟΛ.1199/2000).

Επειδή, με τις διατάξεις του άρθρου 19 παρ. 1 του ν. 2238/1994 ορίζεται ότι: «Η διαφορά του εισοδήματος που δηλώθηκε από τον φορολογούμενο, τη σύζυγό του και τα πρόσωπα που τους βαρύνουν ή προσδιορίστηκε από τον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας και της συνολικής ετήσιας δαπάνης τους, των άρθρων 16 και 17, προσαυξάνει τα εισοδήματα που δηλώνονται ή προσδιορίζονται από τον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας κατά το ίδιο οικονομικό έτος, του φορολογούμενου ή της συζύγου του της πηγής από την οποία δηλώνονται τα μεγαλύτερα εισοδήματα και, αν δεν δηλώνεται εισόδημα από καμία κατηγορία, η διαφορά αυτή λογίζεται εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες».

Επειδή, με το άρθρο 44 παρ.1 του ν.4111/2013 ορίζεται ότι: «α. Επιβάλλεται φόρος πολυτελούς διαβίωσης στα ποσά της ετήσιας αντικειμενικής δαπάνης που προκύπτουν από την κυριότητα ή κατοχή επιβατικών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης μεγάλου κυβισμού, αεροσκαφών, ελικοπτέρων και ανεμοπτέρων, δεξαμενών κολύμβησης, καθώς και σκαφών αναψυχής ιδιωτικής χρήσης άνω των πέντε (5) μέτρων, όπως αυτά προκύπτουν από τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και τα λοιπά επιπλέον στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η ΓΓΠΣ. β. Ο φόρος αυτής της παραγράφου που επιβάλλεται στα ποσά της ετήσιας αντικειμενικής δαπάνης της προηγούμενης υποπαραγράφου, υπολογίζεται αναλυτικά ως εξής: i) Για επιβατικά αυτοκίνητα από χίλια εννιακόσια είκοσι εννέα (1.929) κυβικά εκατοστά έως δυόμιση χιλιάδες (2.500) κυβικά, ο φόρος ισούται με το γινόμενο του ποσού της ετήσιας αντικειμενικής δαπάνης επί συντελεστή πέντε τοις εκατό (5%). ii) Για επιβατικά αυτοκίνητα από δυόμιση χιλιάδες (2.500) κυβικά εκατοστά και άνω, ο φόρος ισούται με το γινόμενο του ποσού της ετήσιας αντικειμενικής δαπάνης επί συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%) στ. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου έχουν εφαρμογή για τα εισοδήματα που δηλώνονται με τις φορολογικές δηλώσεις οικονομικού έτους 2014 και μετά».

Επειδή, με το άρθρο 64 του Ν. 4174/2013 ορίζεται ότι: «Η Φορολογική Διοίκηση έχει την υποχρέωση να παρέχει σαφή, ειδική και επαρκή αιτιολογία για τη νομική βάση, τα γεγονότα και τις περιστάσεις που θεμελιώνουν την έκδοση πράξεως και τον προσδιορισμό φόρου».

Επειδή, με τις διατάξεις του άρθρου 65 του ν. 4174/2013 ορίζεται ότι: «Σε περίπτωση αμφισβήτησης πράξης προσδιορισμού φόρου στα πλαίσια ενδικοφανούς προσφυγής, ο φορολογούμενος ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που προβαίνει στην εν λόγω αμφισβήτηση φέρει το βάρος της απόδειξης της πλημμέλειας της πράξης προσδιορισμού του φόρου».

Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, με το υπ’ αριθ. πρωτ /14.10.2013 έγγραφο του Τελωνείου Καβάλας γνωστοποιήθηκε στη Δ.Ο.Υ. ΚΑΒΑΛΑΣ ότι ο προσφεύγων κατείχε και κυκλοφορούσε στην Ελλάδα Ε.Ι.Χ. αυτοκίνητο που έφερε αριθμό κυκλοφορίας αλλοδαπού κράτους και δη Βουλγαρίας. Επιπλέον, από το εν λόγω έγγραφο προκύπτει ότι ο προσφεύγων διατηρεί στη Βουλγαρία μονοπρόσωπη Ε.Π.Ε. με τη επωνυμία « ». Από τα διαθέσιμα στοιχεία διαπιστώθηκε ότι ο προσφεύγων είναι διαχειριστής και μοναδικός εταίρος της προαναφερθείσας αλλοδαπής εταιρείας στην ιδιοκτησία της οποίας βρίσκεται και το Ε.Ι.Χ., τύπου Mercedes ML 400 CDI, με αριθμό κυκλοφορίας PK , που εντόπισε το Τελωνείο Καβάλας. Εν συνεχεία, με το υπ’ αριθ. πρωτ. ΔΟΣ/Γ/ ΕΞ2018ΕΜΠ/30.03.2018 έγγραφο της Διεύθυνσης Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων, κατόπιν ανταλλαγής πληροφοριών με τις φορολογικές αρχές της Βουλγαρίας, κατ’ εφαρμογή της Οδηγίας 2011/16/ΕΕ (ν.4170/2013), ενημερώθηκε η ελεγκτική αρχή ότι η βουλγάρικη επιχείρηση ουδεμία δραστηριότητα είχε τα έτη 2012 και 2013. Από τον διενεργηθέντα έλεγχο της Δ.Ο.Υ. ΚΑΒΑΛΑΣ διαπιστώθηκε ότι ο προσφεύγων είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδας και ως εκ τούτου δεν εμπίπτει στις κατηγορίες προσώπων που δικαιούνται να κυκλοφορούν αυτοκίνητα με ξένες πινακίδες. Επιπροσθέτως, ο προσφεύγων ουδέν στοιχείο προσκόμισε για την απόδειξη του ισχυρισμού του ότι το όχημα ήταν σε ακινησία.

Επειδή, η δημόσια διοίκηση δεσμεύεται από την αρχή της νομιμότητας, όπως αυτή καθιερώνεται με τις διατάξεις των άρθρων 26 παρ. 2, 43, 50, 82, 83 και 95 παρ. 1 του Συντάγματος (ΣτΕ 8721/1992, 2987/1994), και η οποία συνεπάγεται ότι η διοίκηση οφείλει ή μπορεί να προβαίνει μόνο σε ενέργειες που προβλέπονται και επιβάλλονται ή επιτρέπονται από τους κανόνες που θεσπίζουν το Σύνταγμα, οι νομοθετικές πράξεις, οι διοικητικές κανονιστικές πράξεις, που έχουν εκδοθεί βάσει νομοθετικής εξουσιοδότησης, καθώς και από κάθε κανόνα ανώτερης ή ισοδύναμης προς αυτούς τυπικής ισχύος. Ενόψει της αρχής της νομιμότητας του φόρου, η φορολογική διοίκηση έχει – κατ’ αρχήν – δέσμια αρμοδιότητα σε σχέση με την έκδοση των καταλογιστικών του φόρου πράξεων, υπό την έννοια ότι εφόσον διαπιστώσει τη διάπραξη μιας παράβασης και τη συνδρομή των προϋποθέσεων του νόμου είναι υποχρεωμένη να προβεί στην έκδοση πράξης καταλογισμού φόρου ή προστίμου.

Επειδή, τα πρόστιμα και οι φορολογικές κυρώσεις για την παράβαση των φορολογικών διατάξεων επιβάλλονται ανεξαρτήτως αμέλειας ή δόλου από την πλευρά του φορολογουμένου (ΣτΕ 3278/92, 138/98) (Κ.Δ. Φινοκαλιώτης, Φορολογικό Δίκαιο, σελ. 41). Συνεπώς, ο ισχυρισμός του προσφεύγοντος ότι η μη εκπλήρωση των φορολογικών υποχρεώσεων δεν οφείλεται σε πρόθεση απόκρυψης φορολογητέας ύλης αλλά στην οικονομική κατάρρευση της επιχείρησής του, δεν δύναται να επηρεάσει τη φορολογική του επιβάρυνση. Περίπτωση δε, ανωτέρας βίας δεν προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου να συντρέχει στην υπό κρίση υπόθεση.

Κατά συνέπεια, οι ισχυρισμοί του προσφεύγοντος, περί ακινησίας του αυτοκινήτου και ελλείψεως δόλου και πρόθεσης απόκρυψης φορολογητέας ύλης, απορρίπτονται ως αβάσιμοι.

Αποφασίζουμε

την απόρριψη της υπ’ αριθ /19.07.2018 ενδικοφανούς προσφυγής του, με Α.Φ.Μ

Οριστική φορολογική υποχρέωση με βάση την παρούσα απόφαση:

Η υπ’ αριθ /12.06.2018 οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού εισοδήματος οικ. έτους 2013

Κύριος Φόρος 4.709,39€
Πρόστιμο άρθρου 58 και τόκοι άρθρου 53 ν.4174/2013
4.211,14€
Εισφορά αλληλεγγύης 544,33€
Φόρος τεκμηρίου πολυτελούς διαβίωσης 2.086,00€
Σύνολο για καταβολή 11.550,86€

Η υπ’ αριθ /12.06.2018 οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος οικ. έτους 2014

Κύριος Φόρος 4.376,02€
Πρόστιμο άρθρου 58 και τόκοι άρθρου 53 ν.4174/2013
3.913,04€
Εισφορά αλληλεγγύης 280,64€
Σύνολο για καταβολή 8.569,70€

Η υπ’ αριθ /12.06.2018 πράξη επιβολής προστίμου άρθρου 54 ν.4174/2013 φορολογικού έτους 2017

Πρόστιμο 250,00€

Εντελλόμεθα όπως αρμόδιο όργανο κοινοποιήσει με τη νόμιμη διαδικασία την παρούσα απόφαση στον υπόχρεο.

ΜΕ ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ ΤΗΣ Δ/ΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ
ΚΑΤΣΙΟΥΡΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

Ακριβές αντίγραφο
Η υπάλληλος του Αυτοτελούς Γραφείου Διοικητικής Υποστήριξης

Σ η μ ε ί ω σ η : Κατά της απόφασης αυτής επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής ενώπιον των αρμόδιων Διοικητικών Δικαστηρίων εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή της.

Φορολογική μεταχείριση του εισοδήματος από κατασκευή πλατφόρμας λογισμικού ERP και παροχή σχετικών υπηρεσιών πηγής Βουλγαρίας

Ε.2020/2019
Φορολογική μεταχείριση του εισοδήματος από κατασκευή πλατφόρμας λογισμικού ERP και παροχή σχετικών υπηρεσιών πηγής Βουλγαρίας που λαμβάνει φορολογικός κάτοικος Ελλάδας – Σύμβαση μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας για την αποφυγή της Διπλής Φορολογίας και την πρόληψη της φοροδιαφυγής αναφορικά με τους φόρους εισοδήματος και κεφαλαίου (Ν. 2255/1994, ΦΕΚ 195/18.11.1994/τ.Α’)
Αθήνα, 29 Ιανουαρίου 2019
Ε. 2020/29-1-2019

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΙΕΘΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ
ΤΜΗΜΑ Α’ – ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ

Ταχ. Δ/νση:Καρ. Σερβίας 8
Ταχ. Κώδικας:10184 Αθήνα
Τηλέφωνο:+30 210 3375 852
Fax:+30 210 3375 854
E-Mail:dos@aade.gr
Url:www.aade.gr

Ε 2020/2019

Θέμα: Φορολογική μεταχείριση του εισοδήματος από κατασκευή πλατφόρμας λογισμικού ERP και παροχή σχετικών υπηρεσιών πηγής Βουλγαρίας που λαμβάνει φορολογικός κάτοικος Ελλάδας – Σύμβαση μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας για την αποφυγή της Διπλής Φορολογίας και την πρόληψη της φοροδιαφυγής αναφορικά με τους φόρους εισοδήματος και κεφαλαίου (Ν. 2255/1994, ΦΕΚ 195/18.11.1994/τ.Α’)

Σε απάντηση ερωτημάτων σχετικά με τη φορολογική μεταχείριση εισοδήματος από: α)την κατασκευή πλατφόρμας λογισμικού ERP, β) την παροχή σχετικών υπηρεσιών εγκατάστασης και παραμετροποίησης του συστήματος γ) την παροχή υπηρεσιών υποστήριξης και επίβλεψης λειτουργίας και τη σύνταξη μηνιαίων αναφορών και δ) την ανάλυση των τρεχουσών αναγκών για την αυτοματοποίηση της διαδικασίας εγγραφής και ανάλυσης δεδομένων πηγής Βουλγαρίας που λαμβάνει φορολογικός κάτοικος Ελλάδας, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:

Σύμφωνα με το άρθρο 7 παρ. 1 της ΣΑΔΦ μεταξύ Ελλάδας και Βουλγαρίας (Ν. 2255/1994, ΦΕΚ 195/18.11.1994/τ.Α’) «τα κέρδη επιχείρησης ενός Συμβαλλόμενου Κράτους φορολογούνται μόνο στο Κράτος αυτό, εκτός αν η επιχείρηση διεξάγει εργασίες στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος μέσω μίας μόνιμης εγκατάστασης σε αυτό. Εάν η επιχείρηση διεξάγει εργασίες κατ’ αυτόν τον τρόπο, τα κέρδη της επιχείρησης μπορούν να φορολογούνται στο άλλο Κράτος, αλλά μόνο ως προς το μέρος τους, που προέρχεται από τη μόνιμη αυτή εγκατάσταση.» Στην παρ. 6 του ιδίου άρθρου αναφέρεται ότι «στις περιπτώσεις που στα κέρδη περιλαμβάνονται στοιχεία εισοδήματος για τα οποία γίνεται ιδιαίτερη μνεία σε άλλα άρθρα της παρούσας Σύμβασης, οι διατάξεις των άρθρων εκείνων δεν επηρεάζονται από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.»

Περαιτέρω, το άρθρο 12 παρ. 3 της ιδίας ΣΑΔΦ αναφέρει ότι «ο όρος «δικαιώματα» όπως χρησιμοποιείται στο παρόν άρθρο, σημαίνει πληρωμές κάθε φύσης που εισπράχθηκαν ως αντάλλαγμα για τη χρήση ή το δικαίωμα χρήσης, οποιουδήποτε δικαιώματος αναπαραγωγής φιλολογικής, καλλιτεχνικής ή επιστημονικής εργασίας, περιλαμβανόμενων κινηματογραφικών ταινιών ή μαγνητοταινιών για τηλεοπτικές ή ραδιοφωνικές εκπομπές, οποιασδήποτε ευρεσιτεχνίας, εμπορικού σήματος, σχεδίου ή τύπου, μηχανολογικού σχεδίου, διπλώματος νεωτερισμού ή πιστοποιητικό εφεύρεσης μυστικού τύπου ή διαδικασίας παραγωγής ή για τη χρήση ή το δικαίωμα χρήσης βιομηχανικού, εμπορικού ή επιστημονικού εξοπλισμού ή για πληροφορίες που αφορούν βιομηχανικό, εμπορικό ή επιστημονικό εξοπλισμό».

Στα σχετικά σχόλια του άρθρου 12 περί δικαιωμάτων του πρότυπου μοντέλου σύμβασης του ΟΟΣΑ (επικαιροποιημένη έκδοση 2017), αναφέρεται ότι ο χαρακτήρας των πληρωμών που εισπράττονται σε συναλλαγές που αφορούν στη μεταβίβαση του λογισμικού εξαρτάται από τη φύση των δικαιωμάτων που ο εκδοχέας αποκτά υπό συγκεκριμένης συμφωνίας σχετικά με τη χρήση και την εκμετάλλευση του προγράμματος. Τα δικαιώματα στα προγράμματα υπολογιστών είναι μία μορφή πνευματικής ιδιοκτησίας. Μεταβίβαση δικαιωμάτων σε σχέση με το λογισμικό πραγματοποιείται με πολλούς τρόπους οι οποίοι κυμαίνονται από την αποξένωση του συνόλου των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας σε ένα πρόγραμμα, μέχρι την πώληση του προγράμματος το οποίο υπόκειται σε περιορισμούς στη χρήση του.

Τα δικαιώματα του εκδοχέα στις περισσότερες φορές συνιστώνται από μερικά ή ολικά δικαιώματα στην υποκείμενη πνευματική ιδιοκτησία ή μπορεί να είναι μερικά ή ολικά δικαιώματα σε αντίγραφο ενός προγράμματος.

Οι πληρωμές οι οποίες γίνονται για την απόκτηση μερικών δικαιωμάτων στην πνευματική ιδιοκτησία (χωρίς ο εκχωρητής να αποξενώνει πλήρως τα δικαιώματα στην πνευματική ιδιοκτησία) θα αντιπροσωπεύουν δικαιώματα, όταν το αντίτιμο δίδεται για τη χορήγηση των δικαιωμάτων χρήσης του προγράμματος με τρόπο που χωρίς τέτοια άδεια, αποτελούν παραβίαση πνευματικών δικαιωμάτων. Παραδείγματα τέτοιων συμφωνιών περιλαμβάνουν άδειες να αναπαράγουν και να διανείμουν στο κοινό, λογισμικό που ενσωματώνει το πρόγραμμα που έχει κατοχυρωμένη πνευματική ιδιοκτησία ή να τροποποιήσει και να παρουσιάσει δημόσια το πρόγραμμα. Σε αυτές τις περιπτώσεις οι πληρωμές είναι για το δικαίωμα χρήσης του προγράμματος.

Όταν το αντίτιμο πληρώνεται για τη μεταβίβαση της πλήρους κυριότητας των δικαιωμάτων στην πνευματική ιδιοκτησία, η πληρωμή δε μπορεί να αντιπροσωπεύει δικαίωμα και οι διατάξεις του άρθρου δεν είναι εφαρμόσιμες. Σημειώνεται ότι κάθε υπόθεση θα εξαρτάται από τα ειδικότερα γεγονότα, αλλά γενικώς αν η πληρωμή αποτελεί αμοιβή για τη μεταβίβαση δικαιωμάτων που αποτελούν ξεχωριστή και συγκεκριμένη περιουσία, αυτές οι πληρωμές είναι πιθανόν να αποτελούν επιχειρηματικά κέρδη στα πλαίσια του άρθρου 7 ή ωφέλεια από κεφάλαιο στα πλαίσια του άρθρου 13 παρά δικαιώματα στα πλαίσια του άρθρου 12. Αυτό απορρέει από το γεγονός ότι όταν η κυριότητα των δικαιωμάτων αποξενωθεί, το αντίτιμο δε μπορεί να είναι για τη χρήση των δικαιωμάτων.

Σχετικά με τις πληρωμές λογισμικού που πραγματοποιούνται με μικτά συμβόλαια αναφέρεται ότι όταν κρίνεται απαραίτητο το ολικό ποσό του συμβολαίου θα πρέπει να αναλυθεί με βάση τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στο συμβόλαιο ή μέσω εύλογου επιμερισμού και να εφαρμόζεται η κατάλληλη φορολογική μεταχείριση για κάθε επιμέρους σκέλος. Παραδείγματα τέτοιων συμβολαίων περιλαμβάνουν πωλήσεις εξοπλισμού υπολογιστή με ενσωματωμένο λογισμικό και εκχώρηση δικαιώματος χρήσης λογισμικού σε συνδυασμό με την παροχή υπηρεσιών. Στην επιχειρηματική πρακτική υπάρχουν συμβόλαια που αφορούν τόσο τεχνογνωσία όσο και την παροχή τεχνικής υποστήριξης. Αν ένα μέρος των παρεχόμενων αντικειμένων αποτελεί με διαφορά τον κυριότερο λόγο της σύναψης του συμβολαίου και τα υπόλοιπα μέρη ορίζονται μόνο ως βοηθητικού και κυρίως ασήμαντου χαρακτήρα, τότε η εφαρμοζόμενη φορολογική μεταχείριση στο κύριο μέρος θα πρέπει να εφαρμοστεί στο ολικό ποσό του αντιτίμου του συμβολαίου.

Συνεπώς, προκειμένου για τον χαρακτηρισμό του εισοδήματος του αντιτίμου που καταβάλλεται από Ελληνική προς Βουλγάρικη εταιρία για την κατασκευή πλατφόρμας λογισμικού ERP, θα πρέπει να εξετάζεται: αν η πληρωμή αποτελεί αμοιβή για τη μεταβίβαση δικαιωμάτων που αποτελούν ξεχωριστή και συγκεκριμένη περιουσία και συνεπώς η κυριότητα των δικαιωμάτων αποξενώνεται, ή αν το αντίτιμο καταβάλλεται για τη χρήση ή το δικαίωμα χρήσης του λογισμικού βάσει αδείας. Στην πρώτη περίπτωση η πληρωμή αποτελεί αμοιβή η οποία εμπίπτει στο άρθρο 7 περί επιχειρηματικών κερδών, ενώ στη δεύτερη η καταβολή του αντίτιμου αφορά το άρθρο 12 περί δικαιωμάτων. Τέλος, σε περίπτωση μικτού συμβολαίου το ολικό ποσό θα πρέπει να αναλυθεί με βάση τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στη σύμβαση ή μέσω εύλογου καταμερισμού με κατάλληλη φορολογική μεταχείριση που θα εφαρμόζεται σε κάθε καταμερισμένο σκέλος. Αν όμως ένα μέρος αποτελεί με διαφορά τον κυριότερο λόγο της σύναψης της σύμβασης ενώ τα υπόλοιπα μέρη ορίζονται μόνο ως βοηθητικού και κυρίως ασήμαντου χαρακτήρα, η εφαρμοζόμενη φορολογική μεταχείριση στο κύριο μέρος θα πρέπει να εφαρμοστεί στο ολικό ποσό του αντιτίμου του συμβολαίου. Η διαπίστωση των ανωτέρω, ως ζήτημα πραγματικό εναπόκειται στην κρίση της αρμόδιας ελεγκτικής αρχής.

Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ Α.Α.Δ.Ε.
ΠΙΤΣΙΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

Φορολογική μεταχείριση του εισοδήματος από μερίσματα που αποκτά φυσικό πρόσωπο – φορολογικός κάτοικος Ελλάδας από αλλοδαπή εταιρεία και πίστωση του φόρου αλλοδαπής

Ε.2018/2019
Φορολογική μεταχείριση του εισοδήματος από μερίσματα που αποκτά φυσικό πρόσωπο – φορολογικός κάτοικος Ελλάδας από αλλοδαπή εταιρεία και πίστωση του φόρου αλλοδαπής
Αθήνα, 28 Ιανουαρίου 2019
Αρ. Πρωτ: Ε.2018/28-1-2019

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΙΕΘΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ
ΤΜΗΜΑ Α’-ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ

Ταχ. Δ/νση:Καρ.Σερβίας 8
Ταχ. Κώδικας:10184 Αθήνα
Τηλέφωνο:+30 210 3375 864
Fax:+30 210 3375 854
E-Mail:dos@aade.gr
Url:www.aade.gr

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Α’ – ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ

Ταχ. Δ/νση:Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας:10184, Αθήνα
Τηλέφωνο:+30 210 3375 317
Fax:+30 210 3375 001
E-Mail:d12.a@yo.syzefxis.gov.gr
Url:www.aade.gr

Ε 2018/2019

Θέμα: Φορολογική μεταχείριση του εισοδήματος από μερίσματα που αποκτά φυσικό πρόσωπο – φορολογικός κάτοικος Ελλάδας από αλλοδαπή εταιρεία και πίστωση του φόρου αλλοδαπής.

Σε συνέχεια του υπ’ αριθμ. ΔΟΣ Α 1051902 ΕΞ 2016/31.3.2016 εγγράφου μας, αναφορικά με την φορολογική μεταχείριση του εισοδήματος από μερίσματα κατ’ εφαρμογή της Σύμβασης Αποφυγής Διπλής Φορολογίας (ΣΑΔΦ) Ελλάδας-Κύπρου και κατόπιν ερωτημάτων σχετικά με την εφαρμογή λοιπών ΣΑΔΦ που περιέχουν παρόμοιο όρο με τη ΣΑΔΦ Ελλάδας-Κύπρου για τη φορολογία μερισμάτων, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:

Από τον συνδυασμό των διατάξεων των ΣΑΔΦ αναφορικά με τη φορολογική μεταχείριση των μερισμάτων προκύπτει ότι το Κράτος κατοικίας του μετόχου επιτρέπεται να φορολογεί μερίσματα που προκύπτουν στο άλλο Κράτος, αλλά οφείλει να πιστώνει έναντι του δικού του φόρου επί των μερισμάτων αυτών τον φόρο που καταβλήθηκε στο Κράτος στο οποίο προκύπτουν τα μερίσματα βάσει του συντελεστή που καθορίζεται στις σχετικές διατάξεις της οικείας Σύμβασης αναφορικά με τη φορολογία μερισμάτων. Ωστόσο, ορισμένες Συμβάσεις για την Αποφυγή της Διπλής Φορολογίας περιλαμβάνουν στο άρθρο περί εξάλειψης της διπλής φορολογίας διατάξεις σχετικά με την πίστωση και για τον εταιρικό φόρο που αναλογεί στο διανεμόμενο μέρισμα (υποκείμενο φόρο – underlying tax credit). Παρατίθενται ακολούθως οι εν λόγω Συμβάσεις μετά των σχετικών διατάξεων:

Αλβανία (ν. 2755/1999, ΦΕΚ Α’ 252)- άρθρο 23
«2. Στην Ελληνική Δημοκρατία:
α) Εάν κάτοικος της Ελληνικής Δημοκρατίας αποκτά εισόδημα ή του ανήκει κεφάλαιο το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις αυτής της Σύμβασης, μπορεί να φορολογηθεί στην Αλβανία, η Ελληνική Δημοκρατία, υπό τους όρους της υποπαραγράφου 2(β) αυτής της παραγράφου, αναγνωρίζει:
– ως έκπτωση από το φόρο εισοδήματος αυτού του κατοίκου, ποσό ίσο με το φόρο εισοδήματος που καταβλήθηκε στην Αλβανία,
– ως έκπτωση από το φόρο κεφαλαίου αυτού του κατοίκου, ένα ποσό ίσο με το φόρο κεφαλαίου που καταβλήθηκε στην Αλβανία.
Η έκπτωση αυτή σε οποιαδήποτε περίπτωση δεν θα υπερβαίνει το μέρος του φόρου εισοδήματος ή φόρου κεφαλαίου, όπως υπολογίζεται πριν δοθεί η έκπτωση, το οποίο αντιστοιχεί, ανάλογα με την περίπτωση, στο εισόδημα ή στο κεφάλαιο το οποίο μπορεί να φορολογηθεί στην Αλβανία.
γ) Εάν καταβάλλονται μερίσματα από μία εταιρεία που είναι κάτοικος Αλβανίας σε κάτοικο της Ελληνικής Δημοκρατίας, η πίστωση φόρου θα λαμβάνει υπόψη (επιπρόσθετα σε οποιονδήποτε φόρο που πιστώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της υποπαραγράφου (α) αυτής της παραγράφου) το φόρο που είναι καταβλητέος από την εταιρεία σε σχέση με τα κέρδη από τα οποία καταβάλλονται τα μερίσματα.»

Αρμενία (ν. 3014/2002, ΦΕΚ Α’ 103)- άρθρο 24
«1. Αν κάτοικος του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους αποκτά εισόδημα ή κατέχει κεφάλαιο, το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις αυτής της Σύμβασης, μπορεί να φορολογείται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, το πρώτο – μνημονευθέν Κράτος αναγνωρίζει:
α) ως έκπτωση από το φόρο εισοδήματος αυτού του κατοίκου, ποσό ίσο προς το φόρο εισοδήματος που καταβλήθηκε σε αυτό το άλλο Κράτος,
β) ως έκπτωση από το φόρο κεφαλαίου αυτού του κατοίκου, ποσό ίσο προς το φόρο κεφαλαίου που καταβλήθηκε σε αυτό το άλλο Κράτος.
Μία τέτοια έκπτωση όμως και στις δύο περιπτώσεις δεν υπερβαίνει, εκείνο το τμήμα του φόρου εισοδήματος ή του φόρου κεφαλαίου, όπως υπολογίσθηκε πριν να δοθεί η έκπτωση, το οποίο αντιστοιχεί, ανάλογα με την περίπτωση, στο εισόδημα ή στο κεφάλαιο το οποίο μπορεί να φορολογείται σε αυτό το άλλο Κράτος.
3. Αν καταβάλλονται μερίσματα από μία εταιρεία που είναι κάτοικος του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους σε κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, η πίστωση φόρου θα λαμβάνει υπόψη (πλέον του οποιουδήποτε φόρου που πιστώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1) το φόρο τον καταβλητέο από την εταιρεία σε σχέση μετά κέρδη από τα οποία καταβάλλονται τα μερίσματα.»

Γεωργία (ν. 3045/2002, ΦΕΚ Α’ 198)- άρθρο 24
«1. Στην Ελληνική Δημοκρατία:
α) Αν κάτοικος της Ελληνικής Δημοκρατίας αποκτά εισόδημα ή κατέχει κεφάλαιο το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις αυτής της Σύμβασης, μπορεί να φορολογείται στη Γεωργία, η Ελληνική Δημοκρατία, σύμφωνα με τις διατάξεις της υποπαραγράφου (ii) αυτής της παραγράφου, αναγνωρίζει:
i) ως έκπτωση από το φόρο εισοδήματος αυτού του κατοίκου, ποσό ίσο προς το φόρο εισοδήματος που καταβλήθηκε στη Γεωργία,
ii) ως έκπτωση από φόρο κεφαλαίου αυτού του κατοίκου, ποσό ίσο προς το φόρο κεφαλαίου που καταβλήθηκε στη Γεωργία.
Μία τέτοια έκπτωση όμως και στις δύο περιπτώσεις δεν υπερβαίνει, εκείνο το τμήμα του φόρου εισοδήματος ή του φόρου κεφαλαίου, όπως υπολογίσθηκε πριν να δοθεί η έκπτωση, το οποίο αντιστοιχεί, ανάλογα με την περίπτωση, στο εισόδημα ή στο κεφάλαιο το οποίο μπορεί να φορολογείται στη Γεωργία.
β) Στην περίπτωση που καταβάλλεται μέρισμα από μία εταιρεία που είναι κάτοικος της Γεωργίας σε κάτοικο της Ελληνικής Δημοκρατίας, η πίστωση φόρου θα λαμβάνει υπόψη (πλέον του οποιουδήποτε φόρου που πιστώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1(α)) το φόρο τον καταβλητέο από την εταιρεία που κάνει τη διανομή σε σχέση με τα κέρδη από τα οποία καταβάλλονται τα μερίσματα.»

Εσθονία (ν. 3682/2008, ΦΕΚ Α’ 145)- άρθρο 23
«1. Στην περίπτωση κατοίκου της Ελληνικής Δημοκρατίας, η διπλή φορολογία θα αποφεύγεται ως ακολούθως:
α) Όταν ο κάτοικος της Ελληνικής Δημοκρατίας αποκτά εισόδημα ή κατέχει κεφάλαιο το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις αυτής της παρούσας Σύμβασης, μπορεί να φορολογηθεί στην Εσθονία, η Ελληνική Δημοκρατία θα αναγνωρίζει:
– ως έκπτωση από το φόρο εισοδήματος αυτού του κατοίκου, ποσό ίσο προς το φόρο εισοδήματος που καταβλήθηκε στη Εσθονία,
– ως έκπτωση από το φόρο κεφαλαίου του κατοίκου αυτού, ποσό ίσο προς το φόρο κεφαλαίου που καταβλήθηκε στη Εσθονία.
Μια τέτοια έκπτωση, όμως, και στις δύο περιπτώσεις δεν υπερβαίνει εκείνο το τμήμα του φόρου εισοδήματος ή του φόρου κεφαλαίου, όπως υπολογίστηκε πριν να δοθεί η έκπτωση, το οποίο αντιστοιχεί, ανάλογα με την περίπτωση, στο εισόδημα ή στο κεφάλαιο το οποίο μπορεί να φορολογηθεί στην Εσθονία.
β) Όταν καταβάλλονται μερίσματα από μία εταιρεία η οποία είναι κάτοικος της Εσθονίας σε κάτοικο της Ελληνικής Δημοκρατίας, κατά την πίστωση φόρου θα λαμβάνεται υπόψη (πλέον του φόρου που πιστώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της υποπαραγράφου (α) αυτής της παραγράφου) ο φόρος ο καταβλητέος από την εταιρεία σε σχέση με τα κέρδη από τα οποία καταβάλλονται τα εν λόγω μερίσματα.»

Ηνωμένο Βασίλειο (νδ. 2732/1953, ΦΕΚ Α’ 329)- άρθρο XIV
«1) Oι νόμοι των Συμβαλλομένων Mερών θα εξακολουθήσουν διέποντες την φορολογίαν του εισοδήματος του προκύπτοντος εις εκάτερον των εδαφών, εκτός εις ας περιπτώσεις προβλέπεται ρητώς το αντίθετον εν τη παρούση Συμφωνία.
Eις ας περιπτώσεις το εισόδημα υπόκειται εις φόρον εις αμφότερα τα εδάφη θα δίδεται απαλλαγή από την διπλήν φορολογίαν συμφώνως προς τας ακολούθους παραγράφους του παρόντος άρθρου.
3) Yπό την επιφύλαξιν των διατάξεων του Ελληνικού νόμου περί εκπτώσεως εκ του Ελληνικού φόρου του φόρου του καταβλητέου εις έδαφος εκτός της Eλλάδος, ο φόρος του Hνωμένου Bασιλείου, ο καταβλητέος, είτε απ’ ευθείας, είτε δι’ εκπτώσεως, δι’ εισόδημα εκ πηγών ευρισκομένων εντός του Hνωμένου Bασιλείου, θα εκπίπτεται εκ του Ελληνικού φόρου του καταβλητέου δια το εισόδημα τούτο. E^ ας περιπτώσεις το εισόδημα τούτο είναι τακτικόν μέρισμα καταβαλλόμενον υπό Εταιρείας εδρευούσης εν τω HνωμένωBασιλείω η έκπτωσις θα λάβη υπ’ όψιν επί πλέον του φόρου του Hνωμένου Bασιλείου του προσήκοντος εις το μέρισμα τον φόρον του Hνωμένου Bασιλείου τον καταβλητέον υπό της Εταιρείας επί του αναλογούντος μέρους των κερδών της και εις ας περιπτώσεις πρόκειται περί μερίσματος καταβαλλομένου επί συμμετεχουσών μετοχών προτιμήσεως και αντιπροσωπεύοντος τόσον το μέρισμα εις το καθορισθέν ποσοστόν εις το οποίον δικαιούνται αι μετοχαί όσον και μίαν πρόσθετον συμμετοχήν εις τα κέρδη ο ούτω καταβλητέος φόρος του Hνωμένου Bασιλείου θα ληφθή ομοίως υπ’ όψιν εφ’ όσον το μέρισμα υπερβαίνει το καθορισθέν ποσοστόν. Υπότον όρον ότι το ποσόν της εκπτώσεως δεν θα υπερβαίνη το ποσόν του Ελληνικού φόρου του επιβαλλομένου δια το εισόδημα τούτο.»

Κίνα (ν. 3331/2005, ΦΕΚ Α’ 83)- άρθρο 23
«1. Στην Ελληνική Δημοκρατία, η διπλή φορολογία εξαλείφεται ως εξής:
α) Όταν κάτοικος της Ελληνικής Δημοκρατίας αποκτά εισόδημα το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις αυτής της Συμφωνίας, δύναται να φορολογείται στην Κίνα, η Ελληνική Δημοκρατία αναγνωρίζει ως έκπτωση από το φόρο εισοδήματος αυτού του κατοίκου ποσό ίσο προς το φόρο εισοδήματος που καταβλήθηκε στην Κίνα. Όμως, η έκπτωση αυτή δεν θα υπερβαίνει εκείνο το τμήμα του φόρου εισοδήματος, όπως υπολογίσθηκε πριν παρασχεθεί η έκπτωση, το οποίο αντιστοιχεί στο εισόδημα το οποίο δύναται να φορολογείται στην Κίνα.
β) Όταν καταβάλλονται μερίσματα από εταιρεία κάτοικο της Κίνας σε κάτοικο της Ελληνικής Δημοκρατίας, η πίστωση φόρου, θα λαμβάνει υπόψη, πλέον του οποιουδήποτε φόρου που πιστώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 (α)το φόρο τον καταβλητέο από την εταιρεία που κάνει τη διανομή σε σχέση με τα κέρδη από τα οποία καταβάλλονται τα μερίσματα.»

Κύπρος (αν. 573/1968, ΦΕΚ Α’ 223)- άρθρο 21
«1. Οι νόμοι των Συμβαλλομένων Κρατών θα συνεχίσουν να έχουν εφαρμογήν επί της φορολογίας του εισοδήματος του προκύπτοντος εις εκάτερον των Συμβαλλομένων Κρατών εκτός αντιθέτου ρητής προβλέψεως εν τη παρούση Συμβάσει. Oσάκις εισόδημά τι φορολογείται εις αμφότερα τα Συμβαλλόμενα Κράτη, η αποφυγή της διπλής φορολογίας θα επιτυγχάνεται συμφώνως προς τας διατάξεις των κατωτέρω παραγράφων του άρθρου τούτου.
2. Τηρουμένων των διατάξεων της Ελληνικής φορολογικής νομοθεσίας εν σχέσει με την παρεχομένην έκπτωσιν υπό μορφήν πιστώσεως έναντι του Ελληνικού φόρου, του καταβλητέου εις εδάφη εκτός της Eλλάδος φόρου, ο Κυπριακός φόρος ο καταβλητέος συμφώνως προς την φορολογικήν νομοθεσίαν της Μπρου, είτε αμέσως είτε εμμέσως δια παρακρατήσεως, εν σχέσει προς εισόδημα προερχόμενον εκ πηγών εντός της Μπρου, θα παρέχηται ως πίστωσις έναντι του Ελληνικού φόρου του καταβλητέου επί του εισοδήματος τούτου. Eάν το εισόδημα τούτο είναι σύνηθες μέρισμα καταβαλλόμενον υπό Εταιρείας κατοίκου Μπρου, η πίστωσις θα λαμβάνη υπ’ όψιν (πλέον του Κυπριακού φόρου εν σχέσει με το μέρισμα) τον Κυπριακόν φόρον τον καταβλητέον υπό της εταιρείας εν σχέσει με τα κέρδη της, και, εάν τούτο είναι μέρισμα καταβαλλόμενον εις προνομιούχους μετοχάς αντιπροσωπεύοντος αμφότερα, ήτοι μέρισμα εις σταθερόν συντελεστήν, εις τον οποίον δικαιούνται αι μετοχαί και πρόσθετον συμμετοχήν εις τα κέρδη, ο Κυπριακός φόρος, ούτω καταβλητέος υπό της εταιρείας, θα λαμβάνηται ομοίως υπ’ όψιν καθ’ ο μέρος το μέρισμα υπερβαίνει τον σταθερόν τού τον συντελεστήν.»

Λετονία (ν. 3318/2005, ΦΕΚ Α’ 46) – άρθρο 24 (1)
Στην περίπτωση κατοίκου της Ελληνικής Δημοκρατίας, η διπλή φορολογία θα αποφεύγεται ως ακολούθως:
α) Όταν ο κάτοικος της Ελληνικής Δημοκρατίας αποκτά εισόδημα ή κατέχει κεφάλαιο το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης, μπορεί να φορολογηθεί στην Λετονία, η Ελληνική Δημοκρατία θα αναγνωρίζει:
(i) ως έκπτωση από το φόρο εισοδήματος αυτού του κατοίκου, ποσό ίσο προς το φόρο εισοδήματος που καταβλήθηκε στην Λετονία,
(ii) ως έκπτωση από το φόρο κεφαλαίου του κατοίκου αυτού, ποσό ίσο προς το φόρο κεφαλαίου που καταβλήθηκε στην Λετονία.
Μια τέτοια έκπτωση, όμως, και στις δύο περιπτώσεις δεν υπερβαίνει, εκείνο το τμήμα του φόρου εισοδήματος, ή του φόρου κεφαλαίου, όπως υπολογίστηκε πριν να δοθεί η έκπτωση, το οποίο αντιστοιχεί, ανάλογα με την περίπτωση, στο εισόδημα ή στο κεφάλαιο το οποίο μπορεί να φορολογηθεί στην Λετονία.
β) Όταν καταβάλλονται μερίσματα από μία εταιρεία η οποία είναι κάτοικος της Λετονίας σε κάτοικο της Ελληνικής Δημοκρατίας, κατά την πίστωση φόρου θα λαμβάνεται υπόψη (πλέον του φόρου που πιστώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της υποπαραγράφου α) αυτής της παραγράφου) ο φόρος ο καταβλητέος από την εταιρεία σε σχέση με τα κέρδη από τα οποία καταβάλλονται τα εν λόγω μερίσματα.»

Λιθουανία (ν. 3356/2005, ΦΕΚ Α’ 152)- άρθρο 24(1)
«Στην περίπτωση κατοίκου της Ελληνικής Δημοκρατίας, η διπλή φορολογία θα αποφεύγεται ως ακολούθως:
α) Όταν ο κάτοικος της Ελληνικής Δημοκρατίας αποκτά εισόδημα ή κατέχει κεφάλαιο το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης, μπορεί να φορολογηθεί στην Λιθουανία, η Ελληνική Δημοκρατία θα αναγνωρίζει:
(i) ως έκπτωση από το φόρο εισοδήματος αυτού του κατοίκου, ποσό ίσο προς το φόρο εισοδήματος που καταβλήθηκε στη Λιθουανία,
(ii) ως έκπτωση από το φόρο κεφαλαίου του κατοίκου αυτού, ποσό ίσο προς το φόρο κεφαλαίου που καταβλήθηκε στη Λιθουανία.
Μια τέτοια έκπτωση, όμως, και στις δύο περιπτώσεις δεν υπερβαίνει, εκείνο το τμήμα του φόρου εισοδήματος, ή του φόρου κεφαλαίου, όπως υπολογίστηκε πριν να δοθεί η έκπτωση, το οποίο αντιστοιχεί, ανάλογα με την περίπτωση, στο εισόδημα ή στο κεφάλαιο το οποίο μπορεί να φορολογηθεί στην Λιθουανία.
β) Όταν καταβάλλονται μερίσματα από μία εταιρεία η οποία είναι κάτοικος της Λιθουανίας σε κάτοικο της Ελληνικής Δημοκρατίας, κατά την πίστωση φόρου θα λαμβάνεται υπόψη (πλέον του φόρου που πιστώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της υποπαραγράφου α) αυτής της παραγράφου) ο φόρος ο καταβλητέος από την εταιρεία σε σχέση με τα κέρδη από τα οποία καταβάλλονται τα εν λόγω μερίσματα.»

Ουζμπεκιστάν (ν. 2659/1998, ΦΕΚ Α’ 268)- άρθρο 23
«1. Αν κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους αποκτά εισόδημα ή κατέχει περιουσία το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις αυτής της Σύμβασης, δύναται να φορολογείται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, το πρώτο – μνημονευθέν Κράτος αναγνωρίζει:
α) ως έκπτωση από το φόρο εισοδήματος αυτού του κατοίκου, ποσό ίσο προς το φόρο εισοδήματος που καταβλήθηκε σε αυτό το άλλο Κράτος,
β) ως έκπτωση από φόρο περιουσίας αυτού του κατοίκου, ποσό ίσο προς το φόρο κεφαλαίου που καταβλήθηκε σε αυτό το άλλο Κράτος.
Μία τέτοια έκπτωση και στις δύο περιπτώσεις δεν υπερβαίνει, όμως, εκείνο το τμήμα του φόρου εισοδήματος ή του φόρου περιουσίας, όπως υπολογίσθηκε πριν να δοθεί η έκπτωση, το οποίο αντιστοιχεί, ανάλογα με την περίπτωση, στο εισόδημα ή στην περιουσία το οποίο δύναται να φορολογείται σε αυτό το άλλο Κράτος.
3. Όταν μερίσματα καταβάλλονται από μία εταιρεία η οποία είναι κάτοικος του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους σε κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, κατά την πίστωση λαμβάνεται υπόψη (πλέον του φόρου που πιστώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της υποπαραγράφου (α) της παραγράφου 1), ο φόρος ο καταβλητέος από την εταιρεία σε σχέση με τα κέρδη από τα οποία καταβάλλονται τα εν λόγω μερίσματα.»

Σλοβενία (ν. 3084/2002, ΦΕΚ Α’ 318)- άρθρο 23
«1. Αν κάτοικος του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους αποκτά εισόδημα ή κατέχει κεφάλαιο το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις αυτής της Σύμβασης, μπορεί να φορολογείται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, το πρώτο μνημονευόμενο Κράτος, αναγνωρίζει:
α) ως έκπτωση από το φόρο εισοδήματος αυτού του κατοίκου, ποσό ίσο προς το φόρο εισοδήματος που καταβλήθηκε στο άλλο Κράτος,
β) ως έκπτωση από φόρο κεφαλαίου αυτού του κατοίκου, ποσό ίσο προς το φόρο κεφαλαίου που καταβλήθηκε στο άλλο Κράτος.
Μία τέτοια έκπτωση, όμως, και στις δύο περιπτώσεις δεν υπερβαίνει, εκείνο το τμήμα του φόρου εισοδήματος ή του φόρου κεφαλαίου, όπως υπολογίσθηκε πριν να δοθεί η έκπτωση, το οποίο αντιστοιχεί, ανάλογα με την περίπτωση, στο εισόδημα ή στο κεφάλαιο το οποίο μπορεί να φορολογείται στο άλλο Κράτος.
3. Στην Ελληνική Δημοκρατία:
α) Εάν καταβάλλεται μέρισμα από μια εταιρία που είναι κάτοικος της Σλοβενίας σε κάτοικο της Ελληνικής Δημοκρατίας, η πίστωση φόρου, κατά την παράγραφο 1, θα λαμβάνει υπ’ όψιν (πλέον του οποιουδήποτε φόρου που πιστώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1) τον φόρο τον καταβλητέο από την εταιρία επί των κερδών από τα οποία καταβάλλονται τα μερίσματα.»

Σύμφωνα με το άρθρο 28 του Συντάγματος, οι διατάξεις των ΣΑΔΦ που έχουν κυρωθεί με νόμο υπερισχύουν των διατάξεων της εσωτερικής νομοθεσίας που τυχόν ρυθμίζουν το ίδιο θέμα και συνεπώς οι σχετικές διατάξεις της εσωτερικής μας νομοθεσίας εφαρμόζονται για όσα θέματα δεν ρυθμίζονται ρητά από τις διατάξεις των ΣΑΔΦ.

Κατόπιν των ανωτέρω, για την εφαρμογή των διατάξεων των προαναφερθεισών ΣΑΔΦ, από τον φόρο που αναλογεί στα μερίσματα που αποκτά φυσικό πρόσωπο – φορολογικός κάτοικος Ελλάδας, από αλλοδαπή εταιρία, πιστώνεται ο εταιρικός φόρος αλλοδαπής, ενώ για όσα θέματα δεν ρυθμίζονται ρητά από τις διατάξεις της Σύμβασης, εφαρμόζονται οι διατάξεις της εσωτερικής μας νομοθεσίας και συγκεκριμένα ο Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος και ο Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας.

Για την διασφάλιση της ορθής εφαρμογής των όρων των ΣΑΔΦ που προαναφέρθηκαν, και προκειμένου για την αναγραφή στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων (Ε1) του ποσού του εταιρικού αλλοδαπού φόρου που αναλογεί στον μέτοχο και προκειμένου αυτός να πιστωθεί από αυτόν που αναλογεί στην Ελλάδα, απαιτείται υποχρεωτικά βεβαίωση από τη φορολογική αρχή των αντισυμβαλλομένων Κρατών που θα περιλαμβάνει σωρευτικά τα κάτωθι στοιχεία:
• Τα πλήρη στοιχεία του νομικού προσώπου που πραγματοποίησε την διανομή κερδών
• Πιστοποίηση ότι το συγκεκριμένο νομικό πρόσωπο είναι κάτοικος του αντισυμβαλλόμενου Κράτους για τις ανάγκες εφαρμογής της οικείας Σύμβασης Αποφυγής Διπλής Φορολογίας
• Το ποσό του φόρου εισοδήματος που πλήρωσε συνολικά το νομικό πρόσωπο
• Το ποσοστό συμμετοχής του εν λόγω μετόχου (ή εταίρου) – φυσικού προσώπου στο μετοχικό (ή εταιρικό) κεφάλαιο του νομικού προσώπου που έκανε την διανομή
• Το ύψος του μερίσματος που έλαβε το φυσικό πρόσωπο και ο εταιρικός φόρος που του αναλογεί

Εναλλακτικά γίνονται δεκτές και βεβαιώσεις λοιπών δημοσίων αρχών, εφόσον αποδεικνύουν τα παραπάνω, ακόμα και συνδυαστικά. Δεν γίνονται αποδεκτές βεβαιώσεις που εκδίδει το ίδιο το νομικό πρόσωπο, ή άλλοι ιδιώτες (οι ορκωτοί ελεγκτές, οι λογιστές ή οι δικηγόροι).

Για την πληρέστερη κατανόηση της εφαρμογής των πιο πάνω διατάξεων, τίθενται τα παρακάτω παραδείγματα:

Έστω εταιρία με έδρα σε μία από τις προαναφερόμενες χώρες, έχει κέρδη προ φόρων 100.000 ευρώ και καταβάλλει φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων με συντελεστή δώδεκα τοις εκατό (12%), ποσού 12.000 ευρώ.

Στην εταιρία συμμετέχουν 3 μέτοχοι, με ποσοστά:
Α’ :20%
Β’:30%
Γ’:50%

Τα κέρδη προς διανομή είναι 100.000 – 12.000 = 88.000 ευρώ, τα οποία διανέμονται χωρίς να παρακρατηθεί φόρος από αυτά και κατανέμονται στους μετόχους ως εξής:
Α’: 88.000 χ 20% = 17.600 ευρώ, ποσό το οποίο θα αναγραφεί στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων (Ε1).
Β’: 88.000 χ 30% = 26.400 ευρώ, ποσό το οποίο θα αναγραφεί στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων (Ε1).
Γ’: 88.000 χ 50% = 44.000 ευρώ, ποσό το οποίο θα αναγραφεί στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων (Ε1).

Τα ποσά φόρου που θα αναγραφούν στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων (Ε1), είναι η αναλογία του κάθε μετόχου στο φόρο εισοδήματος του νομικού προσώπου, ως εξής:
Α’: 12.000 χ 20% = 2.400 ευρώ,
Β’: 12.000 χ 30% = 3.600 ευρώ,
Γ’: 12.000 χ 50% = 6.000 ευρώ.

Στο παράδειγμα αυτό θα πιστωθούν ολόκληρα τα ποσά των φόρων που θα αναγραφούν, διότι είναι χαμηλότερα από αυτά που αναλογούν για τα εισοδήματα αυτά στην Ελλάδα.

Εντέλει, μετά από την πίστωση του εταιρικού φόρου που αντιστοιχεί σε κάθε μέτοχο, θα υπολογιστεί επιπλέον ποσό για καταβολή κατά την εκκαθάριση των δηλώσεων των φυσικών προσώπων για το φορολογικό έτος 2018, με βάση την εσωτερική μας νομοθεσία, ως εξής:
Α’: 17.600 χ 15% = 2.640 ευρώ – 2.400 ευρώ = 240 ευρώ,
Β’: 26.400 χ 15% = 3.960 ευρώ – 3.600 ευρώ = 360 ευρώ,
Γ’: 44.000 χ 15% = 6.600 ευρώ – 6.000 ευρώ = 600 ευρώ.

Έστω ότι στην πιο πάνω περίπτωση έχει παρακρατηθεί φόρος στο μέρισμα που διανεμήθηκε από την αλλοδαπή εταιρία στα φυσικά πρόσωπα, με συντελεστή 10%. Τα ποσά που θα αναγραφούν ως εισόδημα στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων (Ε1) είναι ακριβώς τα ίδια με αυτά του παραδείγματος 1, ωστόσο θα αναγραφούν, εκτός από τα πιο πάνω ποσά φόρου που είναι η αναλογία του εταιρικού φόρου, επιπλέον και τα ποσά φόρου που παρακρατήθηκαν στα μερίσματα, ως εξής:
Α’: 17.600 χ 10% = 1.760 ευρώ,
Β’: 26.400 χ 10% = 2.640 ευρώ,
Γ’: 44.000 χ 10% = 4.400 ευρώ.

Παρόλο ότι θα αναγραφεί στις δηλώσεις των μετόχων και η αναλογία τους στον εταιρικό φόρο και ο φόρος που παρακρατήθηκε από το μέρισμα που εισέπραξαν, δεν θα πιστωθεί το σύνολο του φόρου, καθόσον δεν μπορεί το ποσό της πίστωσης να ξεπερνά τον φόρο (με συντελεστή 15%) που αναλογεί για τα μερίσματα στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα:
Α’: 2.400 ευρώ (φόρος ν.π) + 1.760 ευρώ (παρακρ. φόρος από το φ.π.) = 4.160 > 2.640 (ημεδ. φόρος φ.π)
Β’: 3.600 ευρώ (φόρος ν.π) + 2.640 ευρώ (παρακρ. φόρος από το φ.π.) = 6.240 > 3.960 (ημεδ. φόρος φ.π)
Γ’: 6.000 ευρώ (φόρος ν.π) + 4.400 ευρώ (παρακρ. φόρος από το φ.π.) = 10.400 > 6.600 (ημεδ. φόρος φ.π)

Στο παράδειγμα αυτό, κατά την εκκαθάριση των δηλώσεων των φυσικών προσώπων για το φορολογικό έτος 2018, με βάση την εσωτερική μας νομοθεσία, δεν θα υπολογιστεί επιπλέον ποσό για καταβολή και οι μέτοχοι δεν θα πληρώσουν φόρο για το εισόδημα αυτό. Το ποσό του φόρου κατά το μέρος που υπερβαίνει τον αναλογούντα για το εισόδημα αυτό φόρο στην Ελλάδα χάνεται.

Για την εκκαθάριση των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων παρελθόντων ετών που έχουν ήδη υποβληθεί, αλλά εκκρεμούν προς εκκαθάριση στις Δ.Ο.Υ. και εμπίπτουν στις περιπτώσεις της παρούσας, οι φορολογούμενοι οφείλουν να προσκομίζουν τα ανωτέρω προβλεπόμενα δικαιολογητικά εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών από τη δημοσίευση της παρούσας. Οι εκκρεμείς δηλώσεις εκκαθαρίζονται από τις αρμόδιες Δ.Ο.Υ. εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών από την πάροδο της προθεσμίας προσκόμισης των δικαιολογητικών. Σε περίπτωση μη προσκόμισης των δικαιολογητικών εντός της δίμηνης προθεσμίας από τη δημοσίευση της παρούσας, οι δηλώσεις εκκαθαρίζονται από τις Δ.Ο.Υ., χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το ποσό που αναγράφηκε προς πίστωση (κωδικοί 683-684).

Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ