Αριθμ. 57088 /ΔΙΟΕ-1033/18.12.2013
Κώδικας Δεοντολογίας Λογιστών
Αριθμ. 57088 /ΔΙΟΕ-1033
(ΦΕΚ Β’ 3314/24-12-2013)
Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις:
α. του άρθρου 90 του Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 (Α’98),
β. του Ν. 4072/2012, άρθρο 246, παρ. 2 «Βελτίωση επιχειρηματικού περιβάλλοντος-Νέα εταιρική μορφή- Σήματα-Μεσίτες Ακινήτων- Ρύθμιση θεμάτων Ναυτιλίας, λιμένων και άλλες διατάξεις» (Α’ 86), όπως τροποποιήθηκε με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 46 του Ν. 4177/2013 (Α’173),
γ. του Ν. 1100/1980 « Περί ιδρύσεως Οικονομικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας» (Α’295) και ιδίως των άρθρων 1 περ. ζ, 10 και 11 αυτού,
δ. του π.δ. 546/1988 « Οργανισμός Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδας» (Α’257),
ε. του άρθρου 1 του Ν. 2515/1997 (Α’154) «Άσκηση επαγγέλματος Λογιστή Φοροτεχνικού, λειτουργία Σώματος Ορκωτών Εκτιμητών (ΣΟΕ) και άλλες διατάξεις»,
στ. του Π.Δ. 340/1998 «Περί του επαγγέλματος του Λογιστή – Φοροτεχνικού και της αδείας ασκήσεώς του» (Α’228),
ζ. του π.δ. 699/1982 «Τρόπος είσπραξης και απόδοσης των εσόδων του Οικονομικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας» (Α’148),
η. του π.δ. 277/1986 «Διαδικασία Πειθαρχικών Οργάνων του Οικονομικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας» (Α’127),
θ. του Ν. 3470/2006 «Εθνικό Συμβούλιο Εξαγωγών, φορολογικές ρυθμίσεις και άλλες διατάξεις» (Α’132),
ι. του Ν. 4093/2012 «Εγκριση Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής στρατηγικής 2013-2016- Επείγοντα μέτρα εφαρμογής του Ν. 4046/2012 και του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016 και ιδίως την παρ. Η του άρθρου 246 παρ. 2 αυτού (Α’222),
ια. του Ν. 3693/2008 «Εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας με την Οδηγία 2006/43/ΕΚ περί υποχρεωτικών ελέγχων των ετήσιων και των ενοποιημένων λογαριασμών, για την τροποποίηση των Οδηγιών 78/660/ΕΟΚ και 83/349/ ΕΟΚ του Συμβουλίου και για την κατάργηση της Οδηγίας 84/253/ΕΟΚ του Συμβουλίου και άλλες διατάξεις» (Α’174),
ιβ. του άρθρου 6 της από 19.11.2012 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου «Ρυθμίσεις κατεπειγόντων θεμάτων του Ν. 4046/2012 και του Ν. 4093/2012» (Α’229), η οποία κυρώθηκε στις 14-01-2013,
2. Την με αριθμ. 27857/ΔΙΟΕ/547/26-6-2013 (Β’1653) απόφαση «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας Παναγιώτη Μηταράκη»,
3. το με αρ. πρωτ. 35428/3571/12.08.2013 έγγραφο του Υφυπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας,
4. τη με αρ. πρωτ. Φ/2/6885/28.08.2013 εισήγηση σχεδίου Κώδικα Δεοντολογίας Λογιστών Φοροτεχνικών, όπως αυτή εγκρίθηκε από την Κεντρική Διοίκηση του Οικονομικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας στην Κ/106/ 27-08-2013 συνεδρίασή της.
5. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται καμία δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού,
αποφασίζει:
Την θέσπιση Κώδικα Δεοντολογίας Λογιστών Φοροτεχνικών ως εξής:
ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΛΟΓΙΣΤΩΝ ΦΟΡΟΤΕΧΝΙΚΩΝ
I. ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 1
Σκοπός
Ο παρών Κώδικας έχει ως σκοπό τη διασφάλιση της ποιότητας και της διαφάνειας των παρεχομένων υπηρεσιών από τους Λογιστές και Φοροτεχνικούς για την προστασία τόσο του ηθικού και επαγγελματικού κύρους τους και των νόμιμων δικαιωμάτων κάθε Φυσικού ή Νομικού Προσώπου που χρησιμοποιεί υποχρεωτικά ή προαιρετικά τις υπηρεσίες τους, όσο και του δημοσίου συμφέροντος.
Άρθρο 2
Πεδίο και Έκταση Εφαρμογής
1. Οι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται σε όλους ανεξαιρέτως τους Λογιστές και Φοροτεχνικούς, ελεύθερους επαγγελματίες ή μισθωτούς, μέλη ή μη του Οικονομικού Επιμελητηρίου (ΟΕΕ), οι οποίοι υποχρεούνται να τηρούν τους γενικούς και ειδικούς κανόνες και αρχές που προβλέπονται στον παρόντα κώδικα καθώς επίσης και όλες τις υποχρεώσεις που απορρέουν από διατάξεις άλλων νόμων, προεδρικών διαταγμάτων, υπουργικών αποφάσεων και σχετικών εγκυκλίων.
2. Θέματα που δεν αναφέρονται στον παρόντα Κώδικα συμπληρώνονται με τον ισχύοντα Κώδικα Επαγγελματικής Δεοντολογίας της Διεθνούς Ομοσπονδίας Λογιστών (International Federation of Accountants).
Άρθρο 3
Θεμελιώδεις Αρχές Ασκήσεως Επαγγέλματος
Ο Λογιστής Φοροτεχνικός πρέπει να συμμορφώνεται με τις ακόλουθες θεμελιώδεις αρχές:
1. Ακεραιότητα – να είναι ευθύς και ειλικρινής σε όλες τις επαγγελματικές και επιχειρηματικές σχέσεις.
2. Αντικειμενικότητα – να μην επιτρέπει την προκατάληψη, τη σύγκρουση συμφερόντων ή την καταχρηστική επιρροή άλλων, την σύμπτωση στο ίδιο πρόσωπο των ιδιοτήτων ελέγχοντος και ελεγχομένου, που αναιρεί την επαγγελματική ή εμπορική κρίση.
3. Επαγγελματική επάρκεια και δέουσα προσοχή – να καταβάλει κάθε προσπάθεια για τη διατήρηση των επαγγελματικών γνώσεων και δεξιοτήτων στο επίπεδο που απαιτείται για να διασφαλιστεί ότι ο πελάτης ή ο εργοδότης λαμβάνει τις κατάλληλες επαγγελματικές υπηρεσίες, μέσω συνεχούς επιμόρφωσης με βάση τις τρέχουσες εξελίξεις στην νομοθεσία, την πράξη και τις τεχνικές.
4. Εχεμύθεια – να τηρεί την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών που αποκτήθηκαν ως αποτέλεσμα των επαγγελματικών και επιχειρηματικών σχέσεων και συνεπώς, να μην αποκαλύπτει οποιαδήποτε τέτοια πληροφορία σε τρίτους χωρίς την κατάλληλη και ειδική αρμοδιότητα και αν δεν υπάρχει νομικό ή επαγγελματικό δικαίωμα ή υποχρέωση να γνωστοποιήσει, να μη χρησιμοποιεί τις πληροφορίες για προσωπικό όφελος ή για όφελος τρίτων.
5. Επαγγελματική συμπεριφορά – να συμμορφώνεται με τους σχετικούς νόμους και κανονισμούς και να αποφεύγει κάθε ενέργεια που απαξιώνει το επάγγελμα.
6. Κοινωνική υπευθυνότητα – να ασκεί την επαγγελματική του δραστηριότητα με αξιοπιστία και κοινωνική υπευθυνότητα απέναντι στο επάγγελμα, τον πελάτη και το κοινωνικό σύνολο.
Άρθρο 4
Εννοιολογικοί προσδιορισμοί
Ο Λογιστής Φοροτεχνικός απαιτείται κατά την άσκηση του επαγγέλματός του να εντοπίζει και να αξιολογεί τους κινδύνους με βάση τις θεμελιώδεις αρχές, την ισχύουσα νομοθεσία και τις διατάξεις του παρόντος και να προβαίνει στις κατάλληλες ενέργειες για την εξάλειψη ή μείωσή τους σε νομίμως αποδεκτά επίπεδα.
Κίνδυνοι και ενέργειες
Α. Κίνδυνοι: ενδέχεται να δημιουργηθούν από ένα ευρύ φάσμα σχέσεων και περιστάσεων.
Μια σχέση ή περίσταση δημιουργεί κίνδυνο όταν μπορεί να διακυβεύσει, ή θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι θα διακυβεύσει τη συμμόρφωση του Λογιστή Φοροτεχνικού με τις θεμελιώδεις αρχές.
Μια περίσταση ή μία σχέση μπορεί να δημιουργήσει περισσότερους από έναν κινδύνους που μπορεί να επηρεάσουν τη συμμόρφωση με περισσότερες από μία θεμελιώδεις αρχές.
Οι κίνδυνοι εμπίπτουν σε μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες κατηγορίες:
1. Κίνδυνος προσωπικού συμφέροντος: ο κίνδυνος ότι ένα οικονομικό ή άλλο συμφέρον θα επηρεάσει ανάρμοστα μία απόφαση ή τη συμπεριφορά του Λογιστή Φοροτεχνικού.
2. Κίνδυνος αυτοαξιολόγησης: ο κίνδυνος ότι ο Λογιστής Φοροτεχνικός δε θα αξιολογήσει σωστά τα αποτελέσματα των ενεργειών του ή άλλου ατόμου του γραφείο του.
3. Κίνδυνος υπεράσπισης: ο κίνδυνος να διακυβεύεται η αντικειμενικότητα του Λογιστή Φοροτεχνικού όταν αυτός υπερασπίζεται τον πελάτη ή τον εργοδότη του.
4. Κίνδυνος εξοικείωσης: ο κίνδυνος που οφείλεται στη μακρά και στενή σχέση του Λογιστή Φοροτεχνικού με τον πελάτη ή εργοδότη, η οποία μπορεί να οδηγήσει στον επηρεασμό της αντικειμενικότητάς του στην άσκηση των καθηκόντων του.
5. Κίνδυνος εκφοβισμού: ο κίνδυνος ότι ο Λογιστής Φοροτεχνικός θα αποθαρρύνεται από το να ενεργεί αντικειμενικά, λόγω πιέσεων.
Β. Ενέργειες: είναι τα μέτρα που μπορεί να εξαλείψουν τους κινδύνους ή να τους μειώσουν σε ένα αποδεκτό επίπεδο και εμπίπτουν σε δύο γενικές κατηγορίες:
1. Ενέργειες που δημιουργούνται από τον επαγγελματισμό, τις νομοθετικές διατάξεις ή κανονισμούς, δηλαδή:
• εκπαίδευση, κατάρτιση και εμπειρία για την είσοδο στο επάγγελμα,
• συνεχής επαγγελματική ανάπτυξη,
• κανονισμοί εταιρικής διακυβέρνησης,
• επαγγελματικά πρότυπα επαγγελματική ή κανονιστική παρακολούθηση και πειθαρχικές διαδικασίες,
• εξωτερική αξιολόγηση από ένα νομικά αρμόδιο τρίτο μέρος των εκθέσεων, των αποδόσεων, των επικοινωνιών ή των πληροφοριών που παράγονται από έναν επαγγελματία Λογιστή Φοροτεχνικό.
2. Ενέργειες στο εργασιακό περιβάλλον.
• αποτελεσματικά συστήματα κοινοποίησης που λειτουργούν στον οργανισμό, στο επάγγελμα ή σε μια ρυθμιστική αρχή, τα οποία επιτρέπουν στους συναδέλφους, τους εργοδότες και τους πελάτες να επιστήσουν την προσοχή σε αντιεπαγγελματική ή ανήθικη συμπεριφορά,
• η υποχρεωτική καταγγελία των αντιδεοντολογικών συμπεριφορών.
Γ. Επίλυση ηθικού διλήμματος Ο Λογιστής Φοροτεχνικός μπορεί να κληθεί να επιλύσει μια σύγκρουση με τις θεμελιώδεις αρχές. Για να το πραγματοποιήσει αυτό πρέπει να στηριχθεί στα κάτωθι:
• τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά,
• τα ηθικά ζητήματα που εμπλέκονται,
• τις θεμελιώδεις αρχές που συνδέονται με το εν λόγω θέμα,
• τις βεβαιωμένες εσωτερικές διαδικασίες και
• τους εναλλακτικούς τρόπους δράσης.
Αφού εξετάσει τους σχετικούς παράγοντες και αξιολογώντας το βάρος των συνεπειών κάθε πιθανής πορείας δράσης, ο Λογιστής Φοροτεχνικός καθορίζει την κατάλληλη δράση. Εάν το θέμα παραμένει ανεπίλυτο, ο Λογιστής Φοροτεχνικός μπορεί να διεξάγει διαβουλεύσεις με άλλα αρμόδια πρόσωπα εντός της επιχείρησης ή του οργανισμού για να βοηθήσει στην επίλυση. Τέλος δύναται να επικοινωνήσει με την Κεντρική Υπηρεσία του Οικονομικού Επιμελητήριου που είναι αρμόδιος φορέας εποπτείας της τήρησης του παρόντος Κώδικα Δεοντολογίας.
Άρθρο 5
Ορισμοί
Για την εφαρμογή του παρόντος, οι παρακάτω όροι χρησιμοποιούνται με τις προσδιοριζόμενες έννοιες:
Μέλη του Οικονομικού Επιμελητηρίου είναι αυτά που ορίζονται στο Ν. 1100/1980, όπως ισχύει.
Λογιστές Φοροτεχνικοί είναι όσοι έχουν λάβει επαγγελματική ταυτότητα από το Οικονομικό Επιμελητήριο με βάση τις ισχύουσες διατάξεις.
Πελάτης είναι κάθε Φυσικό ή Νομικό Πρόσωπο που αναθέτει σε Λογιστή Φοροτεχνικό, μισθωτό ή ελεύθερο επαγγελματία να του προσφέρει τις υπηρεσίες του είτε σε σταθερή σχέση (τήρηση ή επίβλεψη βιβλίων) για ορισμένο ή αόριστο χρονικό διάστημα, είτε εκτάκτως (διάφορες φορολογικές, λογιστικές ή οικονομικές γενικά εργασίες), στα πλαίσια των εκτελουμένων από αυτόν εργασιών.
Βοηθός είναι κάθε τρίτος ο οποίος μπορεί να έχει σχέση με τις εκτελούμενες εργασίες από το Λογιστή Φοροτεχνικό, που εγγράφως του έχουν ανατεθεί.
Νόμιμη αμοιβή Λογιστή-φοροτεχνικού είναι κάθε αμοιβή η οποία προκύπτει:
1) ύστερα από νόμιμα ανατεθειμένη εργασία, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, βάσει ιδιαίτερης συμφωνίας των δύο πλευρών,
2) για τους παρέχοντες τις υπηρεσίες τους με υπαλληλική σχέση, βάσει της εργατικής νομοθεσίας σε συνδυασμό με τις συλλογικές ή ατομικές συμβάσεις εργασίας.
ΙΙ. ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ, ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΤΟΥ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΟΣ
Άρθρο 6
Αρχές παροχής επαγγελματικών υπηρεσιών
1. Ο Λογιστής Φοροτεχνικός οφείλει να παρέχει τις επαγγελματικές υπηρεσίες του κατά τρόπο που να διασφαλίζει τη νομιμότητα στην παροχή των υπηρεσιών του αυτών και την εγκυρότητα της εκφραζόμενης απ’ αυτόν επαγγελματικής γνώμης. Προς τούτο είναι υποχρεωμένος να τηρεί παράλληλα με τις διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας και τον παρόντα Κώδικα.
2. Ο Λογιστής Φοροτεχνικός δικαιούται να χρησιμοποιεί βοηθούς για την παροχή των επαγγελματικών υπηρεσιών του, έχει όμως την ευθύνη για την εργασία που εκτέλεσαν οι βοηθοί του, τους οποίους υποχρεούται να επιβλέπει και να αναθέτει σ’ αυτούς μόνο τις εργασίες που είναι σε θέση να εκτελέσουν ικανοποιητικά.
3. Ο Λογιστής Φοροτεχνικός πρέπει να αξιολογεί τυχόν κινδύνους που απειλούν τη συμμόρφωση με τις θεμελιώδεις αρχές, όταν γνωρίζει περιστάσεις ή σχέσεις που μπορεί να εμποδίζουν την τήρηση αυτών των θεμελιωδών αρχών.
4. Ο Λογιστής Φοροτεχνικός λαμβάνει τόσο ποιοτικά όσο και ποσοτικά στοιχεία υπόψη κατά την αξιολόγηση της σημασίας του κινδύνου. Εάν ο κίνδυνος είναι πολύ σημαντικός, ο Λογιστής Φοροτεχνικός θα πρέπει να παραιτηθεί από την οποιαδήποτε δέσμευση έχει αναλάβει ή από την επιχείρηση που τον απασχολεί. Εάν ένας Λογιστής Φοροτεχνικός παραβιάσει χωρίς υπαιτιότητα μια διάταξη του παρόντος Κώδικα, ανάλογα με τη φύση και τη σημασία του θέματος, μια τέτοια ακούσια παραβίαση μπορεί να θεωρηθεί ότι δεν θίγει την τήρηση των θεμελιωδών αρχών που προβλέπονται, εφόσον η παραβίαση εντοπίστηκε, διορθώθηκε αμέσως και εφαρμόστηκαν όλα τα αναγκαία μέτρα διασφάλισης. Όταν ένας Λογιστής Φοροτεχνικός αντιμετωπίζει ιδιαίτερες συνθήκες κατά τις οποίες η εφαρμογή μιας ειδικής διάταξης του Κώδικα θα οδηγούσε σε ανεπιθύμητο αποτέλεσμα ή εναντίον του δημόσιου συμφέροντος, συνιστάται αυτός να συμβουλεύεται τις υπηρεσίες του Οικονομικού Επιμελητήριου που είναι αρμόδιος φορέας εποπτείας της εφαρμογής του παρόντος Κώδικα.
Σε κάθε περίπτωση, ο Λογιστής Φοροτεχνικός οφείλει:
4.1. Να συμπεριφέρεται με αξιοπρέπεια έναντι των αντισυμβαλλομένων μερών, των συναδέλφων και των μελών των θεσμοθετημένων οργάνων.
4.2. Να ασκεί την επαγγελματική του δραστηριότητα χωρίς να θίγει την τιμή και την υπόληψη των συναδέλφων του ή να προκαλεί αμφιβολίες για την επαγγελματική τους ικανότητα ή αξιοπιστία.
4.3. Να παρέχει τις επαγγελματικές υπηρεσίες του με τρόπο αντικειμενικό τηρώντας τη Λογιστική και Φορολογική Νομοθεσία αλλά και κάθε Νόμο που αφορά στο επάγγελμα του Λογιστή Φοροτεχνικού.
4.4. Να μην εγκαταλείπει χωρίς αναίτιο λόγο οποιαδήποτε εργασία του έχει ανατεθεί αφήνοντας εκτεθειμένους συνεργάτες, πελάτες και εργοδότες.
4.5. Να μην παρέχει ανακριβή ή παραπλανητικά στοιχεία και πληροφορίες σε συνεργάτες ή πελάτες του εργοδότη-πελάτη του ή και τρίτους καθώς και στα θεσμικά ή εντεταλμένα Κρατικά Όργανα, Φορείς και Δημόσιες Υπηρεσίες. Εάν η υποχρέωσή του αυτή γίνει αιτία να λυθεί η έμμισθη ή επαγγελματική σχέση του, λόγω άρνησής του έναντι εντολών του εργοδότη ή πελάτη του, είναι υποχρεωμένος να το καταγγείλει άμεσα στο Οικονομικό Επιμελητήριο.
4.6. Να μη δυσφημεί, απειλεί, προσβάλλει συναδέλφους, συνεργάτες, πελάτες ή και τρίτους, να μην ανταγωνίζεται με αθέμιτο τρόπο συναδέλφους και να μην επιδιώκει την προσέλκυση ή διατήρηση εργασιών με μη διαφανή μέσα ή ψευδείς πληροφορίες ως προς τα επαγγελματικά του προσόντα.
4.7. Να τηρεί το επαγγελματικό απόρρητο για τις υποθέσεις που χειρίζεται και αφορούν τον εργοδότη ή πελάτη του ακόμη και αν θεωρεί ότι η παροχή κάποιων πληροφοριών που τους αφορούν δε πρόκειται να τους βλάψει.
4.8. Να μην υπογράφει και να μη διεκπεραιώνει εργασίες οι οποίες δεν καλύπτονται από την επαγγελματική ταυτότητα όπως αυτή χορηγείται από το Οικονομικό Επιμελητήριο, σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις.
4.9. Να εφαρμόζει την εργατική και ασφαλιστική νομοθεσία, όπως ισχύουν κάθε φορά.
4.10. Να προστατεύει και να σέβεται τις οδηγίες και τις κατευθύνσεις της Δημόσιας Διοίκησης και του Οικονομικού Επιμελητηρίου και να μη συγκαλύπτει καμία παράβαση του παρόντος Κώδικα που περιήλθε από οιονδήποτε και με οποιοδήποτε τρόπο σε γνώση του.
4.11. Να μη δέχεται να προσφέρει υπηρεσίες με αμοιβή ή δωρεάν, σε επαγγελματίες, εταιρείες και ιδιώτες, αν δεν υπάρχει μεταξύ τους υπαλληλική σχέση με όλες τις προϋποθέσεις που ορίζει η εργατική και ασφαλιστική νομοθεσία ή σύμβαση ανεξάρτητων υπηρεσιών, με την έκδοση του προβλεπόμενου στοιχείου του Κ.Φ.Α.Σ. και η οποία προϋποθέτει έναρξη εργασιών σε Δ.Ο.Υ. Εξαιρετικώς, επιτρέπεται η παροχή υπηρεσιών, χωρίς τον ως άνω περιορισμό προς σύζυγο ή προς συγγενή εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι του τρίτου βαθμού, καθώς και προς Λογιστή Φοροτεχνικό ή συνταξιούχο Λογιστή Φοροτεχνικό, εφόσον πρόκειται για προσωπική τους υπόθεση.
4.12. Σε περίπτωση αντικειμενικής αδυναμίας λόγω έκτακτου γεγονότος, σοβαρής ασθένειας ή ανωτέρας βίας, για την κάλυψη των αναγκών των πελατών του και σε συνεργασία μαζί τους, να απευθύνεται σε συνάδελφο Λογιστή Φοροτεχνικό ίδιας τάξης.
5. Σε κάθε περίπτωση, ο Λογιστής Φοροτεχνικός παρέχει τις επαγγελματικές υπηρεσίες του ατομικά μόνο αν η επαγγελματική του ταυτότητα είναι σε ισχύ.
6. Κάθε Λογιστής Φοροτεχνικός σε περίπτωση συνταξιοδότησής του είναι υποχρεωμένος, εντός 3 μηνών από την κατάθεση της αίτησης συνταξιοδότησης, να ενημερώσει το Οικονομικό Επιμελητήριο και να καταθέσει την επαγγελματική του ταυτότητα.
Άρθρο 7
Ανεξαρτησία και Αντικειμενικότητα
1. Ο Λογιστής Φοροτεχνικός οφείλει πάντοτε να ασκεί το Λογιστικό Φοροτεχνικό έργο κατά τρόπο αντικειμενικό και ανεξάρτητο από κάθε είδους επιρροή.
2. Ο Λογιστής Φοροτεχνικός που διαπιστώνει σοβαρές παρατυπίες οφείλει να μην αποδεχθεί ή να διακόψει άμεσα τη συγκεκριμένη εργασία, ενώ απαγορεύεται να συμπράττει σε φοροδιαφυγή ανεξαρτήτως ποσού.
3. Ο Λογιστής Φοροτεχνικός, όταν απειλείται η ανεξαρτησία του και αδυνατεί να παράσχει μία έντιμη και αμερόληπτη γνώμη, οφείλει να μην αποδεχθεί την εργασία ή να σταματήσει μια συνεργασία λόγω παράβασης φορολογικών διατάξεων, παρά την αντίθετη προφορική ή έγγραφη ενημέρωση του πελάτη-εργοδότη του, ενημερώνοντας παράλληλα τις αρμόδιες αρχές για την λήψη των απαιτούμενων μέτρων.
4. Ο Λογιστής Φοροτεχνικός οφείλει να τηρεί τους ακόλουθους κανόνες ώστε να εξασφαλίζει την ανεξαρτησία και την αντικειμενικότητά του:
4.1. Να μην εκτελεί οιανδήποτε εργασία χωρίς να εκδίδει τα νόμιμα δικαιολογητικά και αποδείξεις.
4.2. Να μην αποφασίζει ο ίδιος σε θέματα μη αρμοδιότητάς του.
4.3. Να είναι συνεργάσιμος με τις φορολογικές ή άλλες κρατικές αρχές και να συνδράμει στην ομαλή διεξαγωγή κάθε είδους ελέγχου που δέχεται η Επιχείρηση ή ο Πελάτης του ή ο Εργοδότης του, εκτός των περιπτώσεων αντικειμενικής αδυναμίας.
4.4. Να τηρεί αυστηρά τις κείμενες νομοθετικές διατάξεις και αποφάσεις του Οικονομικού Επιμελητηρίου και να φροντίζει για την τήρηση των ασυμβίβαστων σχετικά με το επάγγελμα.
4.5. Να καταγγέλλει στην Επιτροπή Τηρήσεως Δεοντολογίας του Οικονομικού Επιμελητήριου κάθε τρίτο που ενεργεί ενάντια στον παρόντα Κώδικα αλλά και που εξασκεί το επάγγελμα ευκαιριακά χωρίς επαγγελματική ταυτότητα ή παρανόμως.
4.6. Να θέτει τη σφραγίδα και την ηλεκτρονική υπογραφή του σε κάθε έντυπο ή έγγραφο που συντάσσει, βάσει των στοιχείων που τέθηκαν υπόψη του.
4.7. Να μη δέχεται δώρα ή φιλοξενία σημαντικής αξίας καθώς υπάρχει το ενδεχόμενο να επηρεάσουν την αντικειμενικότητά και την ανεξαρτησία του.
4.8. Να μην αποδέχεται πρόταση από επιχειρήσεις στις οποίες είναι υπεύθυνος για την Λογιστική Φοροτεχνική τους κάλυψη, για την συμμετοχή του στο εταιρικό ή μετοχικό κεφάλαιο εταιρειών ή στην διοίκηση επιχειρήσεων καθ’ οιονδήποτε τρόπο, καθώς υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο να απολέσει την ανεξαρτησία του και την αντικειμενικότητά του και να υποπέσει σε παραβάσεις του παρόντος Κώδικα.
4.9. Να μην αποδέχεται πελάτης του να ορισθεί εγγυητής σε δάνειο που χορηγήθηκε στον ίδιο ή πρόσωπο της οικογένειας του.
4.10. Να θέτει τις προϋποθέσεις εκείνες, ώστε οι φιλικές ή οικογενειακές σχέσεις που αναπτύσσονται σε βάθος χρόνου να μην επηρεάζουν την ποιότητα των υπηρεσιών του, την ανεξαρτησία και την αντικειμενικότητά του.
5. Ο Λογιστής Φοροτεχνικός που μετέχει ή πρόκειται να μετάσχει, είτε ως ομόρρυθμος μέλος ή διαχειριστής σε ΟΕ ή ΕΕ ή ΕΠΕ, είτε ως μέλος σε Δ.Σ. Ανωνύμων Εταιρειών, υποχρεούται εντός μηνός να γνωστοποιεί στο Ο.Ε.Ε. οποιαδήποτε μεταβολή αφορά τις ιδιότητές του αυτές, προσκομίζοντας αντίγραφο του τροποποιηθέντος καταστατικού είτε των πρακτικών ΓΣ και ΔΣ των Ανωνύμων Εταιρειών.
6. Ο Λογιστής Φοροτεχνικός έχει υποχρέωση να μεριμνά ούτως ώστε η παροχή των εκ μέρους του υπηρεσιών να έχει ανεξάρτητο χαρακτήρα και ο ίδιος να λειτουργεί με τέτοιο τρόπο, ώστε να αποτρέπονται φαινόμενα μεροληψίας και υποκειμενικότητας κατά την άσκηση των καθηκόντων του.
Άρθρο 8
Εχεμύθεια
1. Ο Λογιστής Φοροτεχνικός και κάθε υπάλληλος ή συνεργάτης του οφείλει να τηρεί το επαγγελματικό απόρρητο και να μην αποκαλύπτει γεγονότα ή πληροφορίες που περιήλθαν στη γνώση του κατά την εκτέλεση του έργου του, εκτός αν έχει τέτοια υποχρέωση από το νόμο.
2. Απαγορεύεται στον Λογιστή Φοροτεχνικό να κάνει χρήση καθ’ οιονδήποτε τρόπο για όφελος δικό του, τρίτων ή ανταγωνιστικών επιχειρήσεων των γεγονότων και των πληροφοριών που περιήλθαν σε γνώση του κατά την εκτέλεση του έργου του, εκτός αν η αποκάλυψη των γεγονότων και των πληροφοριών είναι αναγκαία για την υπεράσπισή του ενώπιον δικαστικής αρχής ή την υποστήριξη των θέσεών του ενώπιον των Πειθαρχικών Οργάνων του Οικονομικού Επιμελητηρίου.
3. Ο Λογιστής Φοροτεχνικός οφείλει να τηρεί το επαγγελματικό απόρρητο και μετά τη λήξη της παροχής των επαγγελματικών του υπηρεσιών προς οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο.
4. Ο Λογιστής Φοροτεχνικός οφείλει να υπενθυμίζει στους βοηθούς και τους συνεργάτες του την υποχρέωση τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου.
Άρθρο 9
Ποιοτική επάρκεια Λογιστικών και Φοροτεχνικών εργασιών
1. Ο Λογιστής Φοροτεχνικός υποχρεούται για κάθε εκτελούμενη απ’ αυτόν εργασία να ακολουθεί πιστά ό,τι προβλέπεται από το Π.Δ. 340/1998, όπως αυτό ισχύει κάθε φορά, ό,τι άλλο μελλοντικά ενταχθεί στις υποχρεώσεις του Λογιστή Φοροτεχνικού, καθώς επίσης και ό,τι η εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία ορίζει σαν υποχρεώσεις των επιτηδευματιών ή των ιδιωτών στους οποίους παρέχει τις υπηρεσίες του. Πλημμελής εκτέλεση των καθηκόντων του Λογιστή Φοροτεχνικού επιφέρει τις συνέπειες που προβλέπονται στον παρόντα Κώδικα.
2. Ο Λογιστής Φοροτεχνικός οφείλει να ενημερώνεται συνεχώς για όλες τις νομοθετικές αλλαγές που αφορούν το επάγγελμα του και γενικότερα να φροντίζει για τη «δια βίου» εκπαίδευσή του και μέσω του Οικονομικού Επιμελητηρίου παρακολουθώντας τα τακτικά αναγκαία σεμινάρια που αυτό διοργανώνει, ώστε να διασφαλίζει τον εργοδότη του ή τους πελάτες του μέσω υψηλού επιπέδου παρεχομένων υπηρεσιών.
3. Σε περίπτωση που ζητήσει τις υπηρεσίες του πελάτης τον οποίο δεν μπορεί να εξυπηρετήσει λόγω φόρτου εργασίας ή λόγω έλλειψης των προϋποθέσεων που ορίζουν οι νόμοι, οφείλει να τον παραπέμψει σε συνάδελφο που έχει τα νόμιμα προσόντα ή να επιλέξει από λίστα συναδέλφων που υπάρχει στο ΟΕΕ και έχουν τα νόμιμα προσόντα.
Άρθρο 10
Ευθύνη και Υποχρεώσεις του παρέχοντος υπηρεσίες Λογιστή Φοροτεχνικού
1. Ο Λογιστής Φοροτεχνικός ευθύνεται για κάθε περιουσιακή ή ηθική ζημία που προκάλεσε με υπαίτια πράξη ή παράλειψή του κατά την παροχή των υπηρεσιών στον πελάτη ή εργοδότη του, κατά τις κείμενες διατάξεις.
2. Ο αποδέκτης των υπηρεσιών φέρει το βάρος της απόδειξης της ύπαρξης υπαιτιότητας.
Για την εκτίμηση της έλλειψης υπαιτιότητας λαμβάνονται υπόψη οι ειδικές συνθήκες, ιδίως:
• το διαθέσιμο χρονικό περιθώριο μέχρι τη λήξη της καταληκτικής ημερομηνίας,
• η πληρότητα των στοιχείων που παρέδωσε ο ζημιωθείς,
• ο εύλογος απαιτούμενος χρόνος για αντίστοιχη υπηρεσία λαμβάνοντας υπόψη τον ιδιαίτερο φόρτο κάποιων χρονικών περιόδων,
• η αξία της παρεχόμενης υπηρεσίας,
• η ελευθερία δράσης που δόθηκε στο Λογιστή Φοροτεχνικό στο πλαίσιο της ανατεθείσας εργασίας και
• το αν ο ζημιωθείς ανήκει σε κατηγορία μειονεκτούντων ή ευπρόσβλητων προσώπων.
3. Η ύπαρξη ή δυνατότητα τελειότερης υπηρεσίας κατά το χρόνο παροχής της υπηρεσίας ή μεταγενέστερα δε θεμελιώνει άνευ ετέρου υπαιτιότητα.
4. Εάν η υπηρεσία δεν παρασχεθεί για λόγους που αφορούν τον παρέχοντα υπηρεσίες, τότε ο πελάτης δικαιούται να λάβει ό,τι κατέβαλε ως αντίτιμο για τη μη παρασχεθείσα υπηρεσία.
5. Σε περίπτωση που δεν επιθυμεί τη συνέχιση της συνεργασίας με πελάτη του πρέπει να τον ειδοποιήσει εγγράφως ή με οποιοδήποτε άλλο πρόσφορο τρόπο( fax ή mail) και να του παρασχεθεί εύλογος χρόνος, ο οποίος δε μπορεί να υπερβαίνει τους δύο μήνες, να βρει άλλο συνεργάτη ανάλογα με την κατηγορία των βιβλίων του Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών (Κ.Φ.Α.Σ.) που τηρεί.
6. Σε περιπτώσεις που ο πελάτης δε συμμορφώνεται με τις έγγραφες ή προφορικές υποδείξεις του ή παραβαίνει ηθελημένα τη φορολογική νομοθεσία η μη συνέχιση της συνεργασίας μπορεί να γίνει χωρίς την τήρηση της προηγούμενης προθεσμίας.
7. Σε περίπτωση λύσης της συνεργασίας με πελάτη, για οποιονδήποτε λόγο, οφείλει να παραδώσει με πρωτόκολλο παράδοσης παραλαβής όλα τα έγγραφα και τα στοιχεία του πελάτη του στο συνάδελφο του που θα συνεχίσει την παροχή υπηρεσιών, μετά από έγγραφη εντολή του πελάτη ή σχετικό έγγραφο αίτημα του συναδέλφου. Ο Λογιστής Φοροτεχνικός υποχρεούται να μην αναλάβει τη συνέχιση της παροχής υπηρεσιών στον πελάτη εάν στο ως άνω πρωτόκολλο δεν αναφέρεται ρητά ότι έχουν εξοφληθεί, με οποιονδήποτε συμφωνημένο τρόπο, οι αμοιβές για τις υπηρεσίες που ήδη παρασχέθηκαν.
Άρθρο 11
Διαφήμιση – Αθέμιτος Ανταγωνισμός
1. Επιτρέπεται η με κάθε μέσο προβολή, δημοσιοποίηση και προώθηση της επαγγελματικής δραστηριότητας των νόμιμα ασκούντων το επάγγελμα Λογιστή Φοροτεχνικού είτε ατομικά είτε με οποιαδήποτε εταιρική μορφή στο μέτρο και το βαθμό που καθορίζεται στο παρόν και με τρόπο που δεν υποβαθμίζει το Λογιστικό Φοροτεχνικό επάγγελμα.
2. Επιτρέπεται ιδίως η δημοσίευση και κυκλοφορία επαγγελματικών καταχωρήσεων, έντυπα ή ηλεκτρονικά, στις εφημερίδες ή τα περιοδικά, με στοιχεία επικοινωνίας και αναφορά είτε σε ιδιαίτερο τομέα δραστηριότητας είτε σε νόμιμα αξιολογημένη κατηγορία.
3. Οποιαδήποτε τέτοια προβολή ή δημοσιοποίηση των υπηρεσιών των Λογιστών Φοροτεχνικών που παρέχονται είτε ατομικά είτε με οποιαδήποτε εταιρική μορφή δεν πρέπει:
α. να είναι αθέμιτη,
β. να είναι ανακριβής, αναληθής ή παραπλανητική,
γ. να περιέχει αναφορές ή συγκρίσεις με άλλους Λογιστές Φοροτεχνικούς σχετικά με την ποιότητα των υπηρεσιών ή την αμοιβή ή τη μέθοδο αμοιβής ή να δημιουργεί αμφιβολίες σχετικά με την επαγγελματική επάρκειά τους και
δ. να περιέχει ονόματα πελατών εκτός εάν υπάρχει ρητή έγγραφη συναίνεσή τους προς τούτο.
Άρθρο 12
Σχέσεις με συναδέλφους, Ελεγκτικούς Φορείς και λοιπούς Φορείς του Δημοσίου
1. Ο Λογιστής Φοροτεχνικός οφείλει να συμπεριφέρεται με ευγένεια, ειλικρίνεια και εκτίμηση έναντι όλων των συναδέλφων του, είτε αυτοί είναι παρόντες είτε είναι απόντες και να προασπίζει τα νόμιμα δικαιώματά τους που απορρέουν από την άσκηση των καθηκόντων τους.
2. Οι ασκούντες το επάγγελμα του Λογιστή Φοροτεχνικού έχουν υποχρέωση να σέβονται τους υπαλλήλους των υπηρεσιών και των υπουργείων με τους οποίους συναλλάσσονται και τους Δημόσιους Λειτουργούς, ανεξαρτήτως βαθμίδος. Την ίδια υποχρέωση έχουν προς τους Λογιστές Φοροτεχνικούς και οι εκπρόσωποι της Δημόσιας Διοίκησης όπως επιβάλλεται από τη νομοθεσία που τους διέπει. Κάθε παράβαση της αρχής αυτής από οποιοδήποτε μέρος, ελέγχεται και από το Οικονομικό Επιμελητήριο. Αν η παράβαση έγινε από Λογιστή Φοροτεχνικό, η Επιτροπή Τηρήσεως Δεοντολογίας του Οικονομικού Επιμελητήριου αποφασίζει την επιβολή διοικητικών κυρώσεων. Αν έγινε από δημόσιο υπάλληλο ή δημόσιο λειτουργό, η Επιτροπή Τηρήσεως Δεοντολογίας αναφέρει το γεγονός τούτο εγγράφως στην Κεντρική Διοίκηση του Ο.Ε.Ε, προκειμένου να επιληφθεί και να προβεί στις δέουσες ενέργειες.
3. Στην περίπτωση που ο Λογιστής Φοροτεχνικός χρησιμοποιεί συνάδελφό του τακτικά ή έκτακτα ή για τη διεκπεραίωση όλων ή ορισμένων εργασιών του γραφείου του πρέπει:
• να συμπεριφέρεται προς αυτόν συναδελφικά και με ισοτιμία,
• να συνεργάζεται μαζί του με συναδελφικότητα, ευγένεια και κατανόηση, να μη θίγει την επαγγελματική και ατομική του αξιοπρέπεια και να μην τον απασχολεί σε μη Λογιστικά ή Φοροτεχνικά καθήκοντα,
• να καταβάλλει έγκαιρα τη συμφωνημένη αμοιβή,
• να προβάλλει την εργασία του συναδέλφου του προς τον πελάτη, τις δημόσιες υπηρεσίες και προς τους τρίτους.
Άρθρο 13
Προστασία του κύρους του ΟΕΕ
1. Δεν επιτρέπεται στον Λογιστή Φοροτεχνικό η δια δηλώσεων προφορικών ή εγγράφων, υποβάθμιση του επιστημονικού και επαγγελματικού κύρους του ΟΕΕ.
Ως υποβάθμιση του επιστημονικού και επαγγελματικού κύρους του ΟΕΕ θεωρείται από μέρους Λογιστή Φοροτεχνικού:
• η τήρηση ή ο ισχυρισμός τήρησης Φορολογικών ή Λογιστικών αρχών και προτύπων διαφορετικών από τις προβλεπόμενες από τη Εθνική Νομοθεσία ρυθμίσεις,
• οι επανειλημμένες παρεκκλίσεις από αποφάσεις και οδηγίες του ΟΕΕ,
• η ανάρμοστη συμπεριφορά κατά οργάνων του ΟΕΕ εκδηλούμενη με τη χρησιμοποίηση απρεπών εκφράσεων ή ειρωνικών σχολίων, σε βάρος αποφάσεων και ενεργειών που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες και τα καθήκοντα των οργάνων αυτών.
• η απρεπής συμπεριφορά κατά δημόσιου ή ιδιωτικού Ελεγκτικού Φορέα.
2. Δεν εμπίπτει στον ανωτέρω περιορισμό η εμπιστευτική αναφορά προς το ΟΕΕ κάθε Λογιστή Φοροτεχνικού, όταν διαπιστώνει αξιόποινες πράξεις ή παραβάσεις του παρόντος Κώδικα από συναδέλφους ή τρίτους.
Άρθρο 14
Τήρηση του παρόντος Κώδικα – Κυρώσεις
Με δεδομένη και αναγνωρισμένη την ανάγκη πιστής εφαρμογής του παρόντα κώδικα από όλους ανεξαιρέτως του Λογιστές Φοροτεχνικούς, είτε αυτοί είναι ελεύθεροι επαγγελματίες, είτε απασχολούνται ως μισθωτοί στον ιδιωτικό ή δημόσιο τομέα, είτε είναι μέλη του ΟΕΕ, είτε όχι, το ΟΕΕ είναι αρμόδιο για την επιβολή διοικητικών κυρώσεων. Για τη διαδικασία, τα όργανα και τον τρόπο επιβολής κυρώσεων εφαρμόζονται οι διατάξεις του π.δ. 277/1986 και του άρθρου 11 του Ν. 1100/1980 για όλους ανεξαιρέτως τους υπαγόμενους στις διατάξεις του παρόντος Λογιστές Φοροτεχνικούς.
Στο πλαίσιο αυτό το Οικονομικό Επιμελητήριο έχει την αρμοδιότητα να επιβάλει διοικητικές κυρώσεις στους υπαγόμενους στις διατάξεις του παρόντος Λογιστές Φοροτεχνικούς.
Άρθρο 15
Διοικητικές Κυρώσεις
1. Η παράβαση των διατάξεων του παρόντος Κώδικα επισύρει πέραν των κυρώσεων και ποινών που προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία και τις παρακάτω κυρώσεις:
• έγγραφη επίπληξη,
• χρηματική ποινή ή πρόστιμο έως 3.000 ευρώ. Το παραπάνω πρόστιμο ή χρηματική ποινή μπορεί να αυξομειώνεται με απόφαση της Κεντρικής Διοίκησης του ΟΕΕ.
Τα ποσά των παραπάνω κυρώσεων θεωρούνται έσοδα του ΟΕΕ και εισπράττονται κατά τη διαδικασία είσπραξης των δημοσίων εσόδων.
• προσωρινή αφαίρεση της επαγγελματικής ταυτότητας για χρονικό διάστημα έως έξι μηνών και
• οριστική αφαίρεση της επαγγελματικής ταυτότητας, εφόσον έχει παραβιάσει καθ’ υποτροπή τον παρόντα Κώδικα και του έχουν επιβληθεί κυρώσεις.
2. Η διαδικασία επιβολής διοικητικών κυρώσεων κινείται είτε αυτεπάγγελτα από την Επιτροπή Τηρήσεως Δεοντολογίας που συνιστάται με το άρθρο 16 της παρούσας, είτε κατόπιν καταγγελίας Λογιστή Φοροτεχνικού ή Ελεγκτικού Φορέα ή τρίτου.
3. Κάθε Λογιστής Φοροτεχνικός ή οποιοσδήποτε Ελεγκτικός Φορέας ή τρίτος υποχρεούται να καταγγείλει γραπτώς προς την Επιτροπή Τηρήσεως Δεοντολογίας του Οικονομικού Επιμελητηρίου κάθε παράβαση του παρόντος Κώδικα που έχει υποπέσει στην αντίληψή του, αναφέροντας ρητά το ονοματεπώνυμο του Λογιστή Φοροτεχνικού ή την επωνυμία του Φορέα που υπέπεσε στην παράβαση, καθώς και τα περιελθόντα σε γνώση του αποδεικτικά στοιχεία. Η αναφορά είναι απόρρητη και γνωστοποιείται από την Επιτροπή Τηρήσεως Δεοντολογίας μόνο στον αναφερόμενο Λογιστή Φοροτεχνικό ή Φορέα, ο οποίος και καλείται για παροχή εξηγήσεων πριν αποφασιστεί η τυχόν πειθαρχική δίωξή του.
4. Η διαδικασία επιβολής κυρώσεων αναστέλλεται αν για την ίδια πράξη εκκρεμεί ποινική δίωξη, μετά το τέλος της οποίας, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμά της, συνεχίζεται.
Σε εξαιρετικές περιπτώσεις η διαδικασία επιβολής κυρώσεων δεν αναστέλλεται και τα αρμόδια πειθαρχικά όργανα με ειδικά προς τούτο αιτιολογημένη απόφασή τους, επιβάλλουν τις κυρώσεις που προβλέπονται στον παρόντα κώδικα, ανεξάρτητα από την άσκηση ή μη ποινικής διαδικασίας ή την πρόοδό της, ιδίως σε περίπτωση διάπραξης παραβάσεων που αφορούν την απόκτηση της επαγγελματικής ταυτότητας ή την αξιολόγησή τους .
5. Οι παραβάσεις του παρόντος Κώδικα παραγράφονται με την πάροδο τριετίας από την τέλεσή τους. Κάθε όμως πράξη διαδικασίας επιβολής διοικητικών κυρώσεων ή η υποβολή εγκλήσεως καθώς και κάθε πράξη ποινικής δίωξης, διακόπτει την παραγραφή.
Άρθρο 16
Όργανα επιβολής Διοικητικών Κυρώσεων
Για την επιβολή των Διοικητικών Κυρώσεων και την εκδίκαση των σχετικών παραβάσεων του παρόντος Κώδικα, με απόφαση της Κεντρικής Διοίκησης του ΟΕΕ, συνιστάται Επιτροπή Τήρησης Δεοντολογίας, αποτελούμενη από πέντε μέλη με τριετή θητεία. Η Επιτροπή συνεδριάζει έγκυρα αν είναι παρόντα τουλάχιστον τρία μέλη της, λαμβάνει τις αποφάσεις της με απλή πλειοψηφία των παρόντων μελών, εκλέγει μεταξύ των μελών της έναν πρόεδρο και επιλαμβάνεται είτε αυτεπάγγελτα είτε κατόπιν καταγγελίας για οποιαδήποτε παράβαση του παρόντος. Η Επιτροπή εισηγείται την άσκηση πειθαρχικής δίωξης στα αρμόδια όργανα, για τις δε παραβάσεις του παρόντος και την διαδικασία επιβολής κυρώσεων, εφαρμόζονται οι διατάξεις του π.δ. 277/1986.
ΙΙΙ. ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 17
Ισχύς προηγούμενων Αποφάσεων και Οδηγιών
Οι μέχρι σήμερα εκδοθέντες Νόμοι και Αποφάσεις σχετικοί με τις προϋποθέσεις ανάληψης και εκτέλεσης πάσης φύσεως Λογιστικών και Φοροτεχνικών εργασιών, ως κανονιστικές διατάξεις, εξακολουθούν να ισχύουν και να εφαρμόζονται υποχρεωτικά από όλους τους Λογιστές Φοροτεχνικούς.
Άρθρο 18
Έναρξη Εφαρμογής – Δημοσιότητα
1 Ο παρών Κώδικας Δεοντολογίας τίθεται σε εφαρμογή από την ημερομηνία δημοσιεύσεώς του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
2. Ο παρών Κώδικας μπορεί να γνωστοποιείται σε κάθε ενδιαφερόμενο και πρέπει να είναι αναρτημένος στο δικτυακό τόπο του Οικονομικού Επιμελητηρίου.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 18 Δεκεμβρίου 2013
Ο Υφυπουργός
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΗΤΑΡΑΚΗΣ