Καταβολή ασφαλιστικών εισφορών στον ΕΦΚΑ τίτλος κτήσης

Δ.15/Γ’/67695/1825/2018
Καταβολή ασφαλιστικών εισφορών στον ΕΦΚΑ προσώπων που αμείβονται με Παραστατικά Παρεχόμενων Υπηρεσιών (τίτλος κτήσης – πρώην απόδειξη επαγγελματικής δαπάνης)
Αριθμ. Πρωτ.Δ.15/Γ’/ 67695/1825/28-12-2018

(ΦΕΚ Β’ 6182/31-12-2018)

Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις του άρθρου 55 του ν. 4509/2017 (ΦΕΚ Α’ 201), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 21 του ν. 4578/2018 (ΦΕΚ Α’ 200).

2. Τις διατάξεις του άρθρου 90 του Κώδικα νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα, ο οποίος κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα» (ΦΕΚ Α’ 98).

3. Τις διατάξεις του π.δ 134/2017 (ΦΕΚ Α’ 168) «Οργανισμός Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλειας και Πρόνοιας».

4. Τις διατάξεις του άρθρου 27 του ν. 4320/2015 (ΦΕΚ Α’ 29) «Μετονομασία του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων».

5. Τις διατάξεις του π.δ. 73/2015 «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (ΦΕΚ Α’ 116).

6. Την αριθμ. οικ. 44549/Δ9.12193/9.10.2015 (ΦΕΚ Β’ 2169) υπουργική απόφαση «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Αναστάσιο Πετρόπουλο», όπως έχει τροποποιηθεί με τις αριθμ. οικ.54051/Δ9.14200/22.11.2016 (ΦΕΚ Β’ 3801) και οικ. 59285/18416/12.12.2017 (ΦΕΚ Β’ 4503) υπουργικές αποφάσεις.

7. Το αριθ. οικ. 66661/5487/17-12-2018 εισηγητικό σημείωμα της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, βάσει του άρθρου 24 παρ. 5 περίπτωση ε του ν. 4270/2014 (ΦΕΚ Α’ 143) όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 10 παρ. 6 του ν. 4337/2015 (ΦΕΚ Α’129).

8. Το γεγονός ότι από την απόφαση αυτή δεν προκαλείται επιπρόσθετη δαπάνη σε βάρος του προϋπολογισμού του ΕΦΚΑ ή του κρατικού τακτικού προϋπολογισμού, αλλά εκτιμάται ότι θα προκληθεί αύξηση των εσόδων του ΕΦΚΑ, η οποία δεν δύναται να προσδιοριστεί,

αποφασίζουμε:

Άρθρο 1
Ασφαλιστικές Εισφορές

1. Τα πρόσωπα που αμείβονται με Παραστατικά Παρεχόμενων Υπηρεσιών (τίτλος κτήσης – πρώην απόδειξη επαγγελματικής δαπάνης) καταβάλλουν ασφαλιστικές εισφορές υπέρ ΕΦΚΑ για κύρια σύνταξη και υγειονομική περίθαλψη (παροχές σε είδος και σε χρήμα), σύμφωνα με το ποσοστό εισφοράς του άρθρου 39 παρ. 1 του ν. 4387/2016, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4578/2018 (ΦΕΚ Α’ 200), και του άρθρου 41 παρ. 2 του ν. 4387/2016, όπως ισχύει.

2. Οι ως άνω ασφαλιστικές εισφορές υπολογίζονται επί της καθαρής αξίας του παραστατικού όπως αυτή προκύπτει μετά την αφαίρεση του αναλογούντος φόρου και άλλων επιβαρύνσεων.
Στην περίπτωση αυτή δεν έχουν εφαρμογή οι ρυθμίσεις του άρθρου 39 του ν. 4387/2016, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4578/2018 (ΦΕΚ Α’ 200), περί κατώτατου ορίου μηνιαίου ασφαλιστέου εισοδήματος.

3. Εάν τα ανωτέρω πρόσωπα ασκούν συγχρόνως και άλλη επαγγελματική δραστηριότητα, μισθωτή ή μη μισθωτή, για την οποία υπάγονται στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 17 παρ. 1 και 36 παρ. 1 και 8 του ν. 4387/2016. Ειδικά για τις περιπτώσεις που παράλληλα προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης στον πρώην ΟΑΕΕ, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 39 και 41 παρ. 2 του ν. 4387/2016, όπως ισχύουν, και οι ασφαλιστικές εισφορές που έχουν καταβληθεί βάσει της παρούσας εντός του έτους λαμβάνονται υπόψη κατά την ετήσια εκκαθάριση των ασφαλιστικών εισφορών.

Άρθρο 2
Χρόνος Ασφάλισης

1. Ο χρόνος ασφάλισης στον ΕΦΚΑ των προσώπων του άρθρου 1 υπολογίζεται ως εξής:
α) Στην περίπτωση που από τη σύμβαση, διάρκειας μέχρι ένα μήνα, προκύπτει καθορισμένος αριθμός ημέρας ή ημερών απασχόλησης και μέχρι έναν (1) πλήρη μήνα ή 25 ημέρες ασφάλισης, ως χρόνος ασφάλισης λαμβάνεται η ημέρα ή ημέρες, που ορίζονται στη σύμβαση, ανεξαρτήτως της διάρκειας της ημερήσιας απασχόλησης.
Σε κάθε περίπτωση το ημερήσιο εισόδημα όπως προκύπτει από το πηλίκο της καθαρής αξίας του παραστατικού προς τον αριθμό ημερών απασχόλησης της σύμβασης δεν πρέπει να υπολείπεται του 1/25 του κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών.
Εάν υπολείπεται, ο χρόνος ασφάλισης υπολογίζεται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην περίπτωση β του παρόντος άρθρου.
β) Στις λοιπές περιπτώσεις ως χρόνος ασφάλισης λαμβάνεται το πηλίκο της καθαρής αξίας του παραστατικού, δια του ποσού που αντιστοιχεί στον κατώτατο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, όπως αυτός κάθε φορά ισχύει.
Για τον καθορισμό των ημερών ασφάλισης ως πλήρης μήνας λογίζονται 25 ημέρες ασφάλισης.
Εάν από την εφαρμογή των ανωτέρω προκύπτει αριθμός ημερών με δεκαδικό μέρος στρογγυλοποιείται στην αμέσως επόμενη ακέραιη μονάδα.
Σε κάθε περίπτωση ο χρόνος ασφάλισης που προκύπτει σύμφωνα με τα ανωτέρω δεν μπορεί να υπερβαίνει το χρόνο ασφάλισης που αντιστοιχεί στη διάρκεια της σύμβασης. Σε περίπτωση που υπερβαίνει τη διάρκεια αυτή, ο χρόνος ασφάλισης περιορίζεται αντίστοιχα και οι ασφαλιστικές εισφορές που έχουν καταβληθεί για το πλεονάζοντα χρόνο επιμερίζονται ισομερώς στους μήνες ασφάλισης που προκύπτουν σύμφωνα με τα ανωτέρω. Εάν μετά τον ως άνω επιμερισμό προκύπτει υπέρβαση της ανώτατης ασφαλιστικής εισφοράς που αντιστοιχεί στο προβλεπόμενο από το άρθρο 39 του ν. 4387/2016, όπως ισχύει, ανώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος, αυτές επιστρέφονται ως αχρεωστήτως καταβληθείσες σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.

2. Ο χρόνος ασφάλισης που προκύπτει σύμφωνα με την παρ. 1 λογίζεται ως χρόνος ασφάλισης στον ΕΚΦΑ (πρώην ΟΑΕΕ).
Ως ημερομηνία έναρξης της ασφάλισης λαμβάνεται η ημερομηνία έναρξης της απασχόλησης, όπως αυτή προκύπτει από την καταρτισθείσα σύμβαση. Σε περίπτωση που δεν υπάρχει σύμβαση ως ημερομηνία έναρξης της ασφάλισης λαμβάνεται η ημερομηνία έκδοσης του παραστατικού.
Ως ημερομηνία λήξης της ασφάλισης λαμβάνεται η ημερομηνία που αντιστοιχεί στις ημέρες ασφάλισης που προκύπτουν βάσει της παρ. 1, με την επιφύλαξη της παρ. 1 σε περίπτωση που προκύπτει χρόνος ασφάλισης πέραν του προβλεπόμενου από τη σύμβαση.

3. Σε περίπτωση έκδοσης περισσότερων του ενός παραστατικού, ο χρόνος ασφάλισης καθορίζεται σύμφωνα με τα ανωτέρω για κάθε ένα παραστατικό που εκδίδεται.

Άρθρο 3
Διαδικασία παρακράτησης και απόδοσης ασφαλιστικών εισφορών – Κυρώσεις

1. Τα πρόσωπα που εμπίπτουν στο άρθρο 1, πριν από την έκδοση του παραστατικού παρεχόμενων υπηρεσιών – πωλήσεων (τίτλος κτήσης – πρώην απόδειξη επαγγελματικής δαπάνης) απογράφονται υποχρεωτικά για αυτή την ιδιότητα στον ΕΦΚΑ. Οι αρμόδιες υπηρεσίες του ΕΦΚΑ εκδίδουν σχετική βεβαίωση απογραφής. Ο αντισυμβαλλόμενος – αποδέκτης των υπηρεσιών των προσώπων του άρθρου 1, εφόσον δεν έχει απογραφεί ως εργοδότης του πρώην ΙΚΑ -ΕΤΑΜ, απογράφεται στις αρμόδιες υπηρεσίες του ΕΦΚΑ.

2. Ο αμειβόμενος με το ανωτέρω παραστατικό παραδίδει αντίγραφο της σχετικής βεβαίωσης στον αντισυμβαλλόμενο προκειμένου να λάβει γνώση για την απογραφή του στον ΕΦΚΑ, ώστε να προχωρήσει στην έκδοση του παραστατικού.

3. Ο αντισυμβαλλόμενος καταχωρεί σε σχετική εφαρμογή στις ηλεκτρονικές υπηρεσίες του ΕΦΚΑ τα απαραίτητα στοιχεία που απαιτούνται για τον καθορισμό του χρόνου ασφάλισης και του ύψους των ασφαλιστικών εισφορών, μέχρι το τέλος του μήνα που εκδίδεται το παραστατικό.
Σε περίπτωση που ο αντισυμβαλλόμενος δεν προβεί στην ανωτέρω καταχώρηση ή προβεί σε αυτήν εκπρόθεσμα επιβάλλονται τα προβλεπόμενα από το άρθρο 9 παρ. 4 του ν. 3232/2004 (ΦΕΚ Α’ 48) πρόστιμα, τα οποία βαρύνουν στο σύνολό τους τον αντισυμβαλλόμενο – εκδότη του παραστατικού.

4. Οι προβλεπόμενες από την παρούσα ασφαλιστικές εισφορές βαρύνουν στο σύνολό τους τον αμειβόμενο με παραστατικό παρεχόμενων υπηρεσιών, παρακρατούνται και αποδίδονται στον ΕΦΚΑ από τον αντισυμβαλλόμενο – εκδότη μέχρι το τέλος της τελευταίας εργάσιμης ημέρας του επόμενου μήνα της έκδοσης του παραστατικού.

5. Σε περίπτωση που οι ασφαλιστικές εισφορές δεν αποδοθούν από τον αντισυμβαλλόμενο – εκδότη του παραστατικού εμπρόθεσμα επιβαρύνονται με τις προβλεπόμενες για τις καθυστερούμενες ασφαλιστικές εισφορές προσαυξήσεις και βεβαιώνονται προς είσπραξη σύμφωνα με τα προβλεπόμενα για τις ασφαλιστικές εισφορές. Τα σχετικά ποσά βαρύνουν τον εκδότη του παραστατικού.

Άρθρο 4
Μεταβατικές Διατάξεις

Οι ρυθμίσεις της παρούσας εφαρμόζονται για παραστατικά που εκδίδονται και αφορούν σε συμβάσεις που καταρτίζονται μετά την ισχύ της παρούσας.

Άρθρο 5
Έναρξη ισχύος

Η ισχύς της απόφασης αυτής αρχίζει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 28 Δεκεμβρίου 2018

Ο Υφυπουργός
ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Φορολογική μεταχείριση του εισοδήματος από μερίσματα που αποκτά φυσικό πρόσωπο – φορολογικός κάτοικος Ελλάδας από αλλοδαπή εταιρεία και πίστωση του φόρου αλλοδαπής

Ε.2018/2019
Φορολογική μεταχείριση του εισοδήματος από μερίσματα που αποκτά φυσικό πρόσωπο – φορολογικός κάτοικος Ελλάδας από αλλοδαπή εταιρεία και πίστωση του φόρου αλλοδαπής
Αθήνα, 28 Ιανουαρίου 2019
Αρ. Πρωτ: Ε.2018/28-1-2019

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΙΕΘΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ
ΤΜΗΜΑ Α’-ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ

Ταχ. Δ/νση:Καρ.Σερβίας 8
Ταχ. Κώδικας:10184 Αθήνα
Τηλέφωνο:+30 210 3375 864
Fax:+30 210 3375 854
E-Mail:dos@aade.gr
Url:www.aade.gr

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Α’ – ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ

Ταχ. Δ/νση:Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας:10184, Αθήνα
Τηλέφωνο:+30 210 3375 317
Fax:+30 210 3375 001
E-Mail:d12.a@yo.syzefxis.gov.gr
Url:www.aade.gr

Ε 2018/2019

Θέμα: Φορολογική μεταχείριση του εισοδήματος από μερίσματα που αποκτά φυσικό πρόσωπο – φορολογικός κάτοικος Ελλάδας από αλλοδαπή εταιρεία και πίστωση του φόρου αλλοδαπής.

Σε συνέχεια του υπ’ αριθμ. ΔΟΣ Α 1051902 ΕΞ 2016/31.3.2016 εγγράφου μας, αναφορικά με την φορολογική μεταχείριση του εισοδήματος από μερίσματα κατ’ εφαρμογή της Σύμβασης Αποφυγής Διπλής Φορολογίας (ΣΑΔΦ) Ελλάδας-Κύπρου και κατόπιν ερωτημάτων σχετικά με την εφαρμογή λοιπών ΣΑΔΦ που περιέχουν παρόμοιο όρο με τη ΣΑΔΦ Ελλάδας-Κύπρου για τη φορολογία μερισμάτων, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:

Από τον συνδυασμό των διατάξεων των ΣΑΔΦ αναφορικά με τη φορολογική μεταχείριση των μερισμάτων προκύπτει ότι το Κράτος κατοικίας του μετόχου επιτρέπεται να φορολογεί μερίσματα που προκύπτουν στο άλλο Κράτος, αλλά οφείλει να πιστώνει έναντι του δικού του φόρου επί των μερισμάτων αυτών τον φόρο που καταβλήθηκε στο Κράτος στο οποίο προκύπτουν τα μερίσματα βάσει του συντελεστή που καθορίζεται στις σχετικές διατάξεις της οικείας Σύμβασης αναφορικά με τη φορολογία μερισμάτων. Ωστόσο, ορισμένες Συμβάσεις για την Αποφυγή της Διπλής Φορολογίας περιλαμβάνουν στο άρθρο περί εξάλειψης της διπλής φορολογίας διατάξεις σχετικά με την πίστωση και για τον εταιρικό φόρο που αναλογεί στο διανεμόμενο μέρισμα (υποκείμενο φόρο – underlying tax credit). Παρατίθενται ακολούθως οι εν λόγω Συμβάσεις μετά των σχετικών διατάξεων:

Αλβανία (ν. 2755/1999, ΦΕΚ Α’ 252)- άρθρο 23
«2. Στην Ελληνική Δημοκρατία:
α) Εάν κάτοικος της Ελληνικής Δημοκρατίας αποκτά εισόδημα ή του ανήκει κεφάλαιο το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις αυτής της Σύμβασης, μπορεί να φορολογηθεί στην Αλβανία, η Ελληνική Δημοκρατία, υπό τους όρους της υποπαραγράφου 2(β) αυτής της παραγράφου, αναγνωρίζει:
– ως έκπτωση από το φόρο εισοδήματος αυτού του κατοίκου, ποσό ίσο με το φόρο εισοδήματος που καταβλήθηκε στην Αλβανία,
– ως έκπτωση από το φόρο κεφαλαίου αυτού του κατοίκου, ένα ποσό ίσο με το φόρο κεφαλαίου που καταβλήθηκε στην Αλβανία.
Η έκπτωση αυτή σε οποιαδήποτε περίπτωση δεν θα υπερβαίνει το μέρος του φόρου εισοδήματος ή φόρου κεφαλαίου, όπως υπολογίζεται πριν δοθεί η έκπτωση, το οποίο αντιστοιχεί, ανάλογα με την περίπτωση, στο εισόδημα ή στο κεφάλαιο το οποίο μπορεί να φορολογηθεί στην Αλβανία.
γ) Εάν καταβάλλονται μερίσματα από μία εταιρεία που είναι κάτοικος Αλβανίας σε κάτοικο της Ελληνικής Δημοκρατίας, η πίστωση φόρου θα λαμβάνει υπόψη (επιπρόσθετα σε οποιονδήποτε φόρο που πιστώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της υποπαραγράφου (α) αυτής της παραγράφου) το φόρο που είναι καταβλητέος από την εταιρεία σε σχέση με τα κέρδη από τα οποία καταβάλλονται τα μερίσματα.»

Αρμενία (ν. 3014/2002, ΦΕΚ Α’ 103)- άρθρο 24
«1. Αν κάτοικος του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους αποκτά εισόδημα ή κατέχει κεφάλαιο, το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις αυτής της Σύμβασης, μπορεί να φορολογείται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, το πρώτο – μνημονευθέν Κράτος αναγνωρίζει:
α) ως έκπτωση από το φόρο εισοδήματος αυτού του κατοίκου, ποσό ίσο προς το φόρο εισοδήματος που καταβλήθηκε σε αυτό το άλλο Κράτος,
β) ως έκπτωση από το φόρο κεφαλαίου αυτού του κατοίκου, ποσό ίσο προς το φόρο κεφαλαίου που καταβλήθηκε σε αυτό το άλλο Κράτος.
Μία τέτοια έκπτωση όμως και στις δύο περιπτώσεις δεν υπερβαίνει, εκείνο το τμήμα του φόρου εισοδήματος ή του φόρου κεφαλαίου, όπως υπολογίσθηκε πριν να δοθεί η έκπτωση, το οποίο αντιστοιχεί, ανάλογα με την περίπτωση, στο εισόδημα ή στο κεφάλαιο το οποίο μπορεί να φορολογείται σε αυτό το άλλο Κράτος.
3. Αν καταβάλλονται μερίσματα από μία εταιρεία που είναι κάτοικος του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους σε κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, η πίστωση φόρου θα λαμβάνει υπόψη (πλέον του οποιουδήποτε φόρου που πιστώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1) το φόρο τον καταβλητέο από την εταιρεία σε σχέση μετά κέρδη από τα οποία καταβάλλονται τα μερίσματα.»

Γεωργία (ν. 3045/2002, ΦΕΚ Α’ 198)- άρθρο 24
«1. Στην Ελληνική Δημοκρατία:
α) Αν κάτοικος της Ελληνικής Δημοκρατίας αποκτά εισόδημα ή κατέχει κεφάλαιο το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις αυτής της Σύμβασης, μπορεί να φορολογείται στη Γεωργία, η Ελληνική Δημοκρατία, σύμφωνα με τις διατάξεις της υποπαραγράφου (ii) αυτής της παραγράφου, αναγνωρίζει:
i) ως έκπτωση από το φόρο εισοδήματος αυτού του κατοίκου, ποσό ίσο προς το φόρο εισοδήματος που καταβλήθηκε στη Γεωργία,
ii) ως έκπτωση από φόρο κεφαλαίου αυτού του κατοίκου, ποσό ίσο προς το φόρο κεφαλαίου που καταβλήθηκε στη Γεωργία.
Μία τέτοια έκπτωση όμως και στις δύο περιπτώσεις δεν υπερβαίνει, εκείνο το τμήμα του φόρου εισοδήματος ή του φόρου κεφαλαίου, όπως υπολογίσθηκε πριν να δοθεί η έκπτωση, το οποίο αντιστοιχεί, ανάλογα με την περίπτωση, στο εισόδημα ή στο κεφάλαιο το οποίο μπορεί να φορολογείται στη Γεωργία.
β) Στην περίπτωση που καταβάλλεται μέρισμα από μία εταιρεία που είναι κάτοικος της Γεωργίας σε κάτοικο της Ελληνικής Δημοκρατίας, η πίστωση φόρου θα λαμβάνει υπόψη (πλέον του οποιουδήποτε φόρου που πιστώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1(α)) το φόρο τον καταβλητέο από την εταιρεία που κάνει τη διανομή σε σχέση με τα κέρδη από τα οποία καταβάλλονται τα μερίσματα.»

Εσθονία (ν. 3682/2008, ΦΕΚ Α’ 145)- άρθρο 23
«1. Στην περίπτωση κατοίκου της Ελληνικής Δημοκρατίας, η διπλή φορολογία θα αποφεύγεται ως ακολούθως:
α) Όταν ο κάτοικος της Ελληνικής Δημοκρατίας αποκτά εισόδημα ή κατέχει κεφάλαιο το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις αυτής της παρούσας Σύμβασης, μπορεί να φορολογηθεί στην Εσθονία, η Ελληνική Δημοκρατία θα αναγνωρίζει:
– ως έκπτωση από το φόρο εισοδήματος αυτού του κατοίκου, ποσό ίσο προς το φόρο εισοδήματος που καταβλήθηκε στη Εσθονία,
– ως έκπτωση από το φόρο κεφαλαίου του κατοίκου αυτού, ποσό ίσο προς το φόρο κεφαλαίου που καταβλήθηκε στη Εσθονία.
Μια τέτοια έκπτωση, όμως, και στις δύο περιπτώσεις δεν υπερβαίνει εκείνο το τμήμα του φόρου εισοδήματος ή του φόρου κεφαλαίου, όπως υπολογίστηκε πριν να δοθεί η έκπτωση, το οποίο αντιστοιχεί, ανάλογα με την περίπτωση, στο εισόδημα ή στο κεφάλαιο το οποίο μπορεί να φορολογηθεί στην Εσθονία.
β) Όταν καταβάλλονται μερίσματα από μία εταιρεία η οποία είναι κάτοικος της Εσθονίας σε κάτοικο της Ελληνικής Δημοκρατίας, κατά την πίστωση φόρου θα λαμβάνεται υπόψη (πλέον του φόρου που πιστώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της υποπαραγράφου (α) αυτής της παραγράφου) ο φόρος ο καταβλητέος από την εταιρεία σε σχέση με τα κέρδη από τα οποία καταβάλλονται τα εν λόγω μερίσματα.»

Ηνωμένο Βασίλειο (νδ. 2732/1953, ΦΕΚ Α’ 329)- άρθρο XIV
«1) Oι νόμοι των Συμβαλλομένων Mερών θα εξακολουθήσουν διέποντες την φορολογίαν του εισοδήματος του προκύπτοντος εις εκάτερον των εδαφών, εκτός εις ας περιπτώσεις προβλέπεται ρητώς το αντίθετον εν τη παρούση Συμφωνία.
Eις ας περιπτώσεις το εισόδημα υπόκειται εις φόρον εις αμφότερα τα εδάφη θα δίδεται απαλλαγή από την διπλήν φορολογίαν συμφώνως προς τας ακολούθους παραγράφους του παρόντος άρθρου.
3) Yπό την επιφύλαξιν των διατάξεων του Ελληνικού νόμου περί εκπτώσεως εκ του Ελληνικού φόρου του φόρου του καταβλητέου εις έδαφος εκτός της Eλλάδος, ο φόρος του Hνωμένου Bασιλείου, ο καταβλητέος, είτε απ’ ευθείας, είτε δι’ εκπτώσεως, δι’ εισόδημα εκ πηγών ευρισκομένων εντός του Hνωμένου Bασιλείου, θα εκπίπτεται εκ του Ελληνικού φόρου του καταβλητέου δια το εισόδημα τούτο. E^ ας περιπτώσεις το εισόδημα τούτο είναι τακτικόν μέρισμα καταβαλλόμενον υπό Εταιρείας εδρευούσης εν τω HνωμένωBασιλείω η έκπτωσις θα λάβη υπ’ όψιν επί πλέον του φόρου του Hνωμένου Bασιλείου του προσήκοντος εις το μέρισμα τον φόρον του Hνωμένου Bασιλείου τον καταβλητέον υπό της Εταιρείας επί του αναλογούντος μέρους των κερδών της και εις ας περιπτώσεις πρόκειται περί μερίσματος καταβαλλομένου επί συμμετεχουσών μετοχών προτιμήσεως και αντιπροσωπεύοντος τόσον το μέρισμα εις το καθορισθέν ποσοστόν εις το οποίον δικαιούνται αι μετοχαί όσον και μίαν πρόσθετον συμμετοχήν εις τα κέρδη ο ούτω καταβλητέος φόρος του Hνωμένου Bασιλείου θα ληφθή ομοίως υπ’ όψιν εφ’ όσον το μέρισμα υπερβαίνει το καθορισθέν ποσοστόν. Υπότον όρον ότι το ποσόν της εκπτώσεως δεν θα υπερβαίνη το ποσόν του Ελληνικού φόρου του επιβαλλομένου δια το εισόδημα τούτο.»

Κίνα (ν. 3331/2005, ΦΕΚ Α’ 83)- άρθρο 23
«1. Στην Ελληνική Δημοκρατία, η διπλή φορολογία εξαλείφεται ως εξής:
α) Όταν κάτοικος της Ελληνικής Δημοκρατίας αποκτά εισόδημα το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις αυτής της Συμφωνίας, δύναται να φορολογείται στην Κίνα, η Ελληνική Δημοκρατία αναγνωρίζει ως έκπτωση από το φόρο εισοδήματος αυτού του κατοίκου ποσό ίσο προς το φόρο εισοδήματος που καταβλήθηκε στην Κίνα. Όμως, η έκπτωση αυτή δεν θα υπερβαίνει εκείνο το τμήμα του φόρου εισοδήματος, όπως υπολογίσθηκε πριν παρασχεθεί η έκπτωση, το οποίο αντιστοιχεί στο εισόδημα το οποίο δύναται να φορολογείται στην Κίνα.
β) Όταν καταβάλλονται μερίσματα από εταιρεία κάτοικο της Κίνας σε κάτοικο της Ελληνικής Δημοκρατίας, η πίστωση φόρου, θα λαμβάνει υπόψη, πλέον του οποιουδήποτε φόρου που πιστώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 (α)το φόρο τον καταβλητέο από την εταιρεία που κάνει τη διανομή σε σχέση με τα κέρδη από τα οποία καταβάλλονται τα μερίσματα.»

Κύπρος (αν. 573/1968, ΦΕΚ Α’ 223)- άρθρο 21
«1. Οι νόμοι των Συμβαλλομένων Κρατών θα συνεχίσουν να έχουν εφαρμογήν επί της φορολογίας του εισοδήματος του προκύπτοντος εις εκάτερον των Συμβαλλομένων Κρατών εκτός αντιθέτου ρητής προβλέψεως εν τη παρούση Συμβάσει. Oσάκις εισόδημά τι φορολογείται εις αμφότερα τα Συμβαλλόμενα Κράτη, η αποφυγή της διπλής φορολογίας θα επιτυγχάνεται συμφώνως προς τας διατάξεις των κατωτέρω παραγράφων του άρθρου τούτου.
2. Τηρουμένων των διατάξεων της Ελληνικής φορολογικής νομοθεσίας εν σχέσει με την παρεχομένην έκπτωσιν υπό μορφήν πιστώσεως έναντι του Ελληνικού φόρου, του καταβλητέου εις εδάφη εκτός της Eλλάδος φόρου, ο Κυπριακός φόρος ο καταβλητέος συμφώνως προς την φορολογικήν νομοθεσίαν της Μπρου, είτε αμέσως είτε εμμέσως δια παρακρατήσεως, εν σχέσει προς εισόδημα προερχόμενον εκ πηγών εντός της Μπρου, θα παρέχηται ως πίστωσις έναντι του Ελληνικού φόρου του καταβλητέου επί του εισοδήματος τούτου. Eάν το εισόδημα τούτο είναι σύνηθες μέρισμα καταβαλλόμενον υπό Εταιρείας κατοίκου Μπρου, η πίστωσις θα λαμβάνη υπ’ όψιν (πλέον του Κυπριακού φόρου εν σχέσει με το μέρισμα) τον Κυπριακόν φόρον τον καταβλητέον υπό της εταιρείας εν σχέσει με τα κέρδη της, και, εάν τούτο είναι μέρισμα καταβαλλόμενον εις προνομιούχους μετοχάς αντιπροσωπεύοντος αμφότερα, ήτοι μέρισμα εις σταθερόν συντελεστήν, εις τον οποίον δικαιούνται αι μετοχαί και πρόσθετον συμμετοχήν εις τα κέρδη, ο Κυπριακός φόρος, ούτω καταβλητέος υπό της εταιρείας, θα λαμβάνηται ομοίως υπ’ όψιν καθ’ ο μέρος το μέρισμα υπερβαίνει τον σταθερόν τού τον συντελεστήν.»

Λετονία (ν. 3318/2005, ΦΕΚ Α’ 46) – άρθρο 24 (1)
Στην περίπτωση κατοίκου της Ελληνικής Δημοκρατίας, η διπλή φορολογία θα αποφεύγεται ως ακολούθως:
α) Όταν ο κάτοικος της Ελληνικής Δημοκρατίας αποκτά εισόδημα ή κατέχει κεφάλαιο το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης, μπορεί να φορολογηθεί στην Λετονία, η Ελληνική Δημοκρατία θα αναγνωρίζει:
(i) ως έκπτωση από το φόρο εισοδήματος αυτού του κατοίκου, ποσό ίσο προς το φόρο εισοδήματος που καταβλήθηκε στην Λετονία,
(ii) ως έκπτωση από το φόρο κεφαλαίου του κατοίκου αυτού, ποσό ίσο προς το φόρο κεφαλαίου που καταβλήθηκε στην Λετονία.
Μια τέτοια έκπτωση, όμως, και στις δύο περιπτώσεις δεν υπερβαίνει, εκείνο το τμήμα του φόρου εισοδήματος, ή του φόρου κεφαλαίου, όπως υπολογίστηκε πριν να δοθεί η έκπτωση, το οποίο αντιστοιχεί, ανάλογα με την περίπτωση, στο εισόδημα ή στο κεφάλαιο το οποίο μπορεί να φορολογηθεί στην Λετονία.
β) Όταν καταβάλλονται μερίσματα από μία εταιρεία η οποία είναι κάτοικος της Λετονίας σε κάτοικο της Ελληνικής Δημοκρατίας, κατά την πίστωση φόρου θα λαμβάνεται υπόψη (πλέον του φόρου που πιστώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της υποπαραγράφου α) αυτής της παραγράφου) ο φόρος ο καταβλητέος από την εταιρεία σε σχέση με τα κέρδη από τα οποία καταβάλλονται τα εν λόγω μερίσματα.»

Λιθουανία (ν. 3356/2005, ΦΕΚ Α’ 152)- άρθρο 24(1)
«Στην περίπτωση κατοίκου της Ελληνικής Δημοκρατίας, η διπλή φορολογία θα αποφεύγεται ως ακολούθως:
α) Όταν ο κάτοικος της Ελληνικής Δημοκρατίας αποκτά εισόδημα ή κατέχει κεφάλαιο το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης, μπορεί να φορολογηθεί στην Λιθουανία, η Ελληνική Δημοκρατία θα αναγνωρίζει:
(i) ως έκπτωση από το φόρο εισοδήματος αυτού του κατοίκου, ποσό ίσο προς το φόρο εισοδήματος που καταβλήθηκε στη Λιθουανία,
(ii) ως έκπτωση από το φόρο κεφαλαίου του κατοίκου αυτού, ποσό ίσο προς το φόρο κεφαλαίου που καταβλήθηκε στη Λιθουανία.
Μια τέτοια έκπτωση, όμως, και στις δύο περιπτώσεις δεν υπερβαίνει, εκείνο το τμήμα του φόρου εισοδήματος, ή του φόρου κεφαλαίου, όπως υπολογίστηκε πριν να δοθεί η έκπτωση, το οποίο αντιστοιχεί, ανάλογα με την περίπτωση, στο εισόδημα ή στο κεφάλαιο το οποίο μπορεί να φορολογηθεί στην Λιθουανία.
β) Όταν καταβάλλονται μερίσματα από μία εταιρεία η οποία είναι κάτοικος της Λιθουανίας σε κάτοικο της Ελληνικής Δημοκρατίας, κατά την πίστωση φόρου θα λαμβάνεται υπόψη (πλέον του φόρου που πιστώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της υποπαραγράφου α) αυτής της παραγράφου) ο φόρος ο καταβλητέος από την εταιρεία σε σχέση με τα κέρδη από τα οποία καταβάλλονται τα εν λόγω μερίσματα.»

Ουζμπεκιστάν (ν. 2659/1998, ΦΕΚ Α’ 268)- άρθρο 23
«1. Αν κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους αποκτά εισόδημα ή κατέχει περιουσία το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις αυτής της Σύμβασης, δύναται να φορολογείται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, το πρώτο – μνημονευθέν Κράτος αναγνωρίζει:
α) ως έκπτωση από το φόρο εισοδήματος αυτού του κατοίκου, ποσό ίσο προς το φόρο εισοδήματος που καταβλήθηκε σε αυτό το άλλο Κράτος,
β) ως έκπτωση από φόρο περιουσίας αυτού του κατοίκου, ποσό ίσο προς το φόρο κεφαλαίου που καταβλήθηκε σε αυτό το άλλο Κράτος.
Μία τέτοια έκπτωση και στις δύο περιπτώσεις δεν υπερβαίνει, όμως, εκείνο το τμήμα του φόρου εισοδήματος ή του φόρου περιουσίας, όπως υπολογίσθηκε πριν να δοθεί η έκπτωση, το οποίο αντιστοιχεί, ανάλογα με την περίπτωση, στο εισόδημα ή στην περιουσία το οποίο δύναται να φορολογείται σε αυτό το άλλο Κράτος.
3. Όταν μερίσματα καταβάλλονται από μία εταιρεία η οποία είναι κάτοικος του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους σε κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, κατά την πίστωση λαμβάνεται υπόψη (πλέον του φόρου που πιστώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της υποπαραγράφου (α) της παραγράφου 1), ο φόρος ο καταβλητέος από την εταιρεία σε σχέση με τα κέρδη από τα οποία καταβάλλονται τα εν λόγω μερίσματα.»

Σλοβενία (ν. 3084/2002, ΦΕΚ Α’ 318)- άρθρο 23
«1. Αν κάτοικος του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους αποκτά εισόδημα ή κατέχει κεφάλαιο το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις αυτής της Σύμβασης, μπορεί να φορολογείται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, το πρώτο μνημονευόμενο Κράτος, αναγνωρίζει:
α) ως έκπτωση από το φόρο εισοδήματος αυτού του κατοίκου, ποσό ίσο προς το φόρο εισοδήματος που καταβλήθηκε στο άλλο Κράτος,
β) ως έκπτωση από φόρο κεφαλαίου αυτού του κατοίκου, ποσό ίσο προς το φόρο κεφαλαίου που καταβλήθηκε στο άλλο Κράτος.
Μία τέτοια έκπτωση, όμως, και στις δύο περιπτώσεις δεν υπερβαίνει, εκείνο το τμήμα του φόρου εισοδήματος ή του φόρου κεφαλαίου, όπως υπολογίσθηκε πριν να δοθεί η έκπτωση, το οποίο αντιστοιχεί, ανάλογα με την περίπτωση, στο εισόδημα ή στο κεφάλαιο το οποίο μπορεί να φορολογείται στο άλλο Κράτος.
3. Στην Ελληνική Δημοκρατία:
α) Εάν καταβάλλεται μέρισμα από μια εταιρία που είναι κάτοικος της Σλοβενίας σε κάτοικο της Ελληνικής Δημοκρατίας, η πίστωση φόρου, κατά την παράγραφο 1, θα λαμβάνει υπ’ όψιν (πλέον του οποιουδήποτε φόρου που πιστώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1) τον φόρο τον καταβλητέο από την εταιρία επί των κερδών από τα οποία καταβάλλονται τα μερίσματα.»

Σύμφωνα με το άρθρο 28 του Συντάγματος, οι διατάξεις των ΣΑΔΦ που έχουν κυρωθεί με νόμο υπερισχύουν των διατάξεων της εσωτερικής νομοθεσίας που τυχόν ρυθμίζουν το ίδιο θέμα και συνεπώς οι σχετικές διατάξεις της εσωτερικής μας νομοθεσίας εφαρμόζονται για όσα θέματα δεν ρυθμίζονται ρητά από τις διατάξεις των ΣΑΔΦ.

Κατόπιν των ανωτέρω, για την εφαρμογή των διατάξεων των προαναφερθεισών ΣΑΔΦ, από τον φόρο που αναλογεί στα μερίσματα που αποκτά φυσικό πρόσωπο – φορολογικός κάτοικος Ελλάδας, από αλλοδαπή εταιρία, πιστώνεται ο εταιρικός φόρος αλλοδαπής, ενώ για όσα θέματα δεν ρυθμίζονται ρητά από τις διατάξεις της Σύμβασης, εφαρμόζονται οι διατάξεις της εσωτερικής μας νομοθεσίας και συγκεκριμένα ο Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος και ο Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας.

Για την διασφάλιση της ορθής εφαρμογής των όρων των ΣΑΔΦ που προαναφέρθηκαν, και προκειμένου για την αναγραφή στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων (Ε1) του ποσού του εταιρικού αλλοδαπού φόρου που αναλογεί στον μέτοχο και προκειμένου αυτός να πιστωθεί από αυτόν που αναλογεί στην Ελλάδα, απαιτείται υποχρεωτικά βεβαίωση από τη φορολογική αρχή των αντισυμβαλλομένων Κρατών που θα περιλαμβάνει σωρευτικά τα κάτωθι στοιχεία:
• Τα πλήρη στοιχεία του νομικού προσώπου που πραγματοποίησε την διανομή κερδών
• Πιστοποίηση ότι το συγκεκριμένο νομικό πρόσωπο είναι κάτοικος του αντισυμβαλλόμενου Κράτους για τις ανάγκες εφαρμογής της οικείας Σύμβασης Αποφυγής Διπλής Φορολογίας
• Το ποσό του φόρου εισοδήματος που πλήρωσε συνολικά το νομικό πρόσωπο
• Το ποσοστό συμμετοχής του εν λόγω μετόχου (ή εταίρου) – φυσικού προσώπου στο μετοχικό (ή εταιρικό) κεφάλαιο του νομικού προσώπου που έκανε την διανομή
• Το ύψος του μερίσματος που έλαβε το φυσικό πρόσωπο και ο εταιρικός φόρος που του αναλογεί

Εναλλακτικά γίνονται δεκτές και βεβαιώσεις λοιπών δημοσίων αρχών, εφόσον αποδεικνύουν τα παραπάνω, ακόμα και συνδυαστικά. Δεν γίνονται αποδεκτές βεβαιώσεις που εκδίδει το ίδιο το νομικό πρόσωπο, ή άλλοι ιδιώτες (οι ορκωτοί ελεγκτές, οι λογιστές ή οι δικηγόροι).

Για την πληρέστερη κατανόηση της εφαρμογής των πιο πάνω διατάξεων, τίθενται τα παρακάτω παραδείγματα:

Έστω εταιρία με έδρα σε μία από τις προαναφερόμενες χώρες, έχει κέρδη προ φόρων 100.000 ευρώ και καταβάλλει φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων με συντελεστή δώδεκα τοις εκατό (12%), ποσού 12.000 ευρώ.

Στην εταιρία συμμετέχουν 3 μέτοχοι, με ποσοστά:
Α’ :20%
Β’:30%
Γ’:50%

Τα κέρδη προς διανομή είναι 100.000 – 12.000 = 88.000 ευρώ, τα οποία διανέμονται χωρίς να παρακρατηθεί φόρος από αυτά και κατανέμονται στους μετόχους ως εξής:
Α’: 88.000 χ 20% = 17.600 ευρώ, ποσό το οποίο θα αναγραφεί στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων (Ε1).
Β’: 88.000 χ 30% = 26.400 ευρώ, ποσό το οποίο θα αναγραφεί στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων (Ε1).
Γ’: 88.000 χ 50% = 44.000 ευρώ, ποσό το οποίο θα αναγραφεί στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων (Ε1).

Τα ποσά φόρου που θα αναγραφούν στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων (Ε1), είναι η αναλογία του κάθε μετόχου στο φόρο εισοδήματος του νομικού προσώπου, ως εξής:
Α’: 12.000 χ 20% = 2.400 ευρώ,
Β’: 12.000 χ 30% = 3.600 ευρώ,
Γ’: 12.000 χ 50% = 6.000 ευρώ.

Στο παράδειγμα αυτό θα πιστωθούν ολόκληρα τα ποσά των φόρων που θα αναγραφούν, διότι είναι χαμηλότερα από αυτά που αναλογούν για τα εισοδήματα αυτά στην Ελλάδα.

Εντέλει, μετά από την πίστωση του εταιρικού φόρου που αντιστοιχεί σε κάθε μέτοχο, θα υπολογιστεί επιπλέον ποσό για καταβολή κατά την εκκαθάριση των δηλώσεων των φυσικών προσώπων για το φορολογικό έτος 2018, με βάση την εσωτερική μας νομοθεσία, ως εξής:
Α’: 17.600 χ 15% = 2.640 ευρώ – 2.400 ευρώ = 240 ευρώ,
Β’: 26.400 χ 15% = 3.960 ευρώ – 3.600 ευρώ = 360 ευρώ,
Γ’: 44.000 χ 15% = 6.600 ευρώ – 6.000 ευρώ = 600 ευρώ.

Έστω ότι στην πιο πάνω περίπτωση έχει παρακρατηθεί φόρος στο μέρισμα που διανεμήθηκε από την αλλοδαπή εταιρία στα φυσικά πρόσωπα, με συντελεστή 10%. Τα ποσά που θα αναγραφούν ως εισόδημα στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων (Ε1) είναι ακριβώς τα ίδια με αυτά του παραδείγματος 1, ωστόσο θα αναγραφούν, εκτός από τα πιο πάνω ποσά φόρου που είναι η αναλογία του εταιρικού φόρου, επιπλέον και τα ποσά φόρου που παρακρατήθηκαν στα μερίσματα, ως εξής:
Α’: 17.600 χ 10% = 1.760 ευρώ,
Β’: 26.400 χ 10% = 2.640 ευρώ,
Γ’: 44.000 χ 10% = 4.400 ευρώ.

Παρόλο ότι θα αναγραφεί στις δηλώσεις των μετόχων και η αναλογία τους στον εταιρικό φόρο και ο φόρος που παρακρατήθηκε από το μέρισμα που εισέπραξαν, δεν θα πιστωθεί το σύνολο του φόρου, καθόσον δεν μπορεί το ποσό της πίστωσης να ξεπερνά τον φόρο (με συντελεστή 15%) που αναλογεί για τα μερίσματα στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα:
Α’: 2.400 ευρώ (φόρος ν.π) + 1.760 ευρώ (παρακρ. φόρος από το φ.π.) = 4.160 > 2.640 (ημεδ. φόρος φ.π)
Β’: 3.600 ευρώ (φόρος ν.π) + 2.640 ευρώ (παρακρ. φόρος από το φ.π.) = 6.240 > 3.960 (ημεδ. φόρος φ.π)
Γ’: 6.000 ευρώ (φόρος ν.π) + 4.400 ευρώ (παρακρ. φόρος από το φ.π.) = 10.400 > 6.600 (ημεδ. φόρος φ.π)

Στο παράδειγμα αυτό, κατά την εκκαθάριση των δηλώσεων των φυσικών προσώπων για το φορολογικό έτος 2018, με βάση την εσωτερική μας νομοθεσία, δεν θα υπολογιστεί επιπλέον ποσό για καταβολή και οι μέτοχοι δεν θα πληρώσουν φόρο για το εισόδημα αυτό. Το ποσό του φόρου κατά το μέρος που υπερβαίνει τον αναλογούντα για το εισόδημα αυτό φόρο στην Ελλάδα χάνεται.

Για την εκκαθάριση των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων παρελθόντων ετών που έχουν ήδη υποβληθεί, αλλά εκκρεμούν προς εκκαθάριση στις Δ.Ο.Υ. και εμπίπτουν στις περιπτώσεις της παρούσας, οι φορολογούμενοι οφείλουν να προσκομίζουν τα ανωτέρω προβλεπόμενα δικαιολογητικά εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών από τη δημοσίευση της παρούσας. Οι εκκρεμείς δηλώσεις εκκαθαρίζονται από τις αρμόδιες Δ.Ο.Υ. εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών από την πάροδο της προθεσμίας προσκόμισης των δικαιολογητικών. Σε περίπτωση μη προσκόμισης των δικαιολογητικών εντός της δίμηνης προθεσμίας από τη δημοσίευση της παρούσας, οι δηλώσεις εκκαθαρίζονται από τις Δ.Ο.Υ., χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το ποσό που αναγράφηκε προς πίστωση (κωδικοί 683-684).

Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ

Διευκρινίσεις σχετικά με τη διαδικασία μεταβολής φορολογικής κατοικίας στο Κουβέιτ

Ε.2017/2019
Διευκρινίσεις σχετικά με τη διαδικασία μεταβολής φορολογικής κατοικίας στο Κουβέιτ
Αθήνα, 25 Ιανουαρίου 2019
Αρ. Πρωτ: Ε.2017/25-1-2019

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Α΄

Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κωδ.: 101 84 ΑΘΗΝΑ
Τηλέφωνο: 210-3375317
ΦΑΞ: 210-3375001

ΕΞ. ΕΠΕΙΓΟΝ

Ε 2017/2019

ΘΕΜΑ: Διευκρινίσεις σχετικά με τη διαδικασία μεταβολής φορολογικής κατοικίας στο Κουβέιτ.

Με αφορμή προφορικά και γραπτά ερωτήματα που έχουν υποβληθεί στις υπηρεσίες μας, αναφορικά με το πιο πάνω θέμα, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:
1. Με το αριθμ. πρωτ. ΔΟΣ Α 1157035 ΕΞ 2018/23-10-2018 έγγραφό της, η Δ/νση Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων κοινοποίησε έγγραφο του Υπουργείου Εξωτερικών, σχετικά με τη μη χορήγηση Πιστοποιητικών Φορολογικής Κατοικίας, βάσει του Άρθρου 4 της ΣΑΔΦ μεταξύ Ελλάδος και του Κράτους του Κουβέιτ. Ειδικότερα, το Υπουργείο Εξωτερικών με το ΑΠ.Φ.1420/ΑΣ 58582/16.10.2018 έγγραφό του, απέστειλε αντίγραφο ρηματικής διακοίνωσης η οποία περιήλθε από την Πρεσβεία του Κουβέιτ ως απάντηση σε ερώτημα αφορών τα πιστοποιητικά φορολογικής κατοικίας (Tax Residence Certificates) τα οποία χορηγούσε, παλαιότερα, το Κουβέιτ σε Έλληνες μονίμως διαμένοντες στην εν λόγω χώρα. Στη ρηματική διακοίνωση αναφέρεται ότι τα πιστοποιητικά αυτά δεν χορηγούνται πλέον, βάσει του άρθρου 4 της Διμερούς Συμφωνίας περί Αποφυγής Διπλής Φορολογίας.

2. Κατόπιν των ανωτέρω, και για σκοπούς χρηστής διοίκησης, στο πλαίσιο εξέτασης αιτημάτων φυσικών προσώπων που επιθυμούν να μεταφέρουν τη φορολογική τους κατοικία στο Κουβέιτ, αντί για το πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας της περ.α΄ της παρ.2 της ΠΟΛ.1201/2017 Απόφασης Διοικητή ΑΑΔΕ, θα γίνονται δεκτά τα δικαιολογητικά της περ.β΄ ή της περ.γ΄ της παρ.2 αυτής. Τα ανωτέρω έχουν εφαρμογή για αιτήσεις μεταβολής φορολογικής κατοικίας που υποβλήθηκαν εντός του έτους 2018 ή υποβάλλονται στα έτη 2019 και επόμενα και αφορούν μεταβολή φορολογικής κατοικίας φυσικών προσώπων για τα έτη 2017 και επόμενα, αντίστοιχα.

3. Ειδικά για τις αιτήσεις μεταβολής φορολογικής κατοικίας που υποβλήθηκαν εντός του έτους 2018 κατ’ εφαρμογή της ΠΟΛ.1201/2017 Απόφασης ΑΑΔΕ: α) όσες απορρίφθηκαν εκ του ανωτέρω λόγου, αυτές δύνανται να υποβληθούν εκ νέου και να εξετασθούν με τη διαδικασία της ΠΟΛ.1177/2014 εγκυκλίου, τα δικαιολογητικά της ΠΟΛ.1201/2017 Απόφασης αλλά με τα ως άνω ειδικότερα αναφερόμενα. β) όσες εκκρεμούν εκ του ανωτέρω λόγου, ενώ οι φορολογούμενοι έχουν προσκομίσει, εμπροθέσμως, τα προβλεπόμενα δικαιολογητικά, αυτές θα εξετασθούν με βάση τα ως άνω αναφερόμενα. Οι εκπρόθεσμες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος των ανωτέρω φορολογουμένων (τροποποιητικές ή αρχικές) θα υποβληθούν χωρίς την επιβολή κυρώσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, δεδομένου ότι η εκπρόθεσμη υποβολή δεν οφείλεται σε υπαιτιότητά τους (σχετ. η ΠΟΛ.1083/2018 εγκύκλιος μας), εφόσον υποβληθούν εντός διμήνου από την ολοκλήρωση της εξέτασης του σχετικού φακέλου από την αρμόδια Δ.Ο.Υ.

Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΑΑΔΕ
Γ. ΠΙΤΣΙΛΗΣ

Μετάβαση από απλογραφικά σε διπλογραφικά λογιστικά βιβλία και απογραφή έναρξης

ΣΛΟΤ 17/2019
Μετάβαση από απλογραφικά σε διπλογραφικά λογιστικά βιβλία και απογραφή έναρξης
Αθήνα, 15.01.2019
Αριθμ. Πρωτ.: 17 ΕΞ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΩΝ Ν.Π.Δ.Δ.
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ (ΣΛΟΤ)

ΣΛΟΤ 17/2019

ΘΕΜΑ: Μετάβαση από Απλογραφικά σε Διπλογραφικά Λογιστικά Βιβλία και Απογραφή Έναρξης
ΕΡΩΤΗΜΑ

1. ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΦΑΡΜΑΚΕΙΟ ΑΠΑΛΛΑΣΣΟΜΕΝΗ ΑΠΟΓΡΑΦΗΣ (52 ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ)ΤΗΝ 1/1/2019 ΥΠΕΡΕΒΗ ΤΟ ΟΡΙΟ € 1.500.000. ΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΕΙΝΑΙ ΕΑΝ Η ΑΠΟΓΡΑΦΗ ΕΝΑΡΞΗΣ ΠΟΥ ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΥΝΤΑΞΗ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΕΝΑΡΞΗΣ ΘΑ ΔΕΣΜΕΥΕΙ ΚΑΙ ΤΗΝ ΧΡΗΣΗ ΜΕ ΑΠΛΟΓΡΑΦΙΚΑ, ΩΣ ΑΠΟΓΡΑΦΗ ΛΗΞΗΣ 2018, ΕΝΩ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΤΗΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΑΠΟΓΡΑΦΗΣ.

2. ΜΟΥ ΔΙΝΕΤΑΙ Η ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΕΝΑΡΞΗΣ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΜΕ ΜΗΔΕΝΙΚΗ ΑΠΟΓΡΑΦΗ, ΛΟΓΩ ΑΠΑΛΛΑΓΗΣ ΤΗΣ ΧΡΗΣΗΣ ΜΟΥ ΣΤΑ ΑΠΛΟΓΡΑΦΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Ως γνωστό, βασική αρχή του διπλογραφικού λογιστικού συστήματος, κατά την έναρξη των εργασιών μίας οντότητας [η οποία είτε επιλέγει να ενταχθεί, είτε εντάσσεται, βάσει νομοθεσίας, σε διπλογραφικό λογιστικό σύστημα] είναι, να στηρίζεται στην λογιστική ισότητα:

Ενεργητικό = Παθητικό (Υποχρεώσεις προς τρίτους + Καθαρή Θέση)

Υπό την έννοια αυτή, εκ των πραγμάτων, κατά την έναρξη εφαρμογής του διπλογραφικού συστήματος, θα διενεργηθεί απογραφή (31/12/2018 ή 1/1/2019) των περιουσιακών στοιχείων της οντότητας. Στην απογραφή αυτή, συμμετέχει και η αποτίμηση των υφιστάμενων εμπορευμάτων της οντότητας. Όπως είναι γνωστό, ένα μέρος της αξίας των περιουσιακών αυτών στοιχείων αντικρίζεται στην Καθαρή θέση και ένα άλλο μέρος, στις υποχρεώσεις προς τρίτους.

Η οντότητα ανεξαρτήτως του λογιστικού συστήματος που τηρεί (απλογραφικό η διπλογραφικό) έχει διαχρονική συνέχεια. Κατά συνέπεια παρόλο που κατά την τήρηση των απλογραφικών βιβλίων το Φαρμακείο λόγω της απαλλαγής του από την διενέργεια απογραφής, δεν έχει υποχρέωση να υπολογίσει αξία τελικής απογραφής αποθεμάτων 31/12/2018 θα πρέπει τελικά να το πράξει ώστε να επιτευχθεί ταύτιση της φορολογικής και της λογιστικής αξίας των αποθεμάτων κατά την έναρξη του διπλογραφικού συστήματος. Σε διαφορετική περίπτωση, αν το Φαρμακείο παρουσιάσει το σύνολο των αγορών του 2018 ως κόστος (χωρίς την μείωσή τους, με την αφαίρεση του τελικού αποθέματος), θα μειώσει τα φορολογητέα αποτελέσματα της χρήσεως 2018 και η μείωση αυτή, ισόποσα, θα υπολογιστεί και δεύτερη φορά κατά το επόμενο έτος 2019, αφού σε αυτό αναγκαστικά, θα ληφθεί υπόψη το αρχικό απόθεμα των αποθεμάτων ως προσδιοριστικό μέγεθος του κόστους πωληθέντων.

Κατόπιν των ανωτέρω, φρονούμε ότι θα πρέπει η αξία των αποθεμάτων 31/12/2018 να ληφθεί υπόψη, τόσο ως τελικό απόθεμα κατά την χρήση 2018 (απλογραφικά), όσο και κατά την επερχόμενη χρήση 2019, ως αρχικό απόθεμα (διπλογραφικά).

ΤΑ ΜΕΛΗ
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΣΛΟΤ

Ανάρτηση ειδοποιητηρίων πληρωμής εισφορών Δεκεμβρίου 2018 Μη Μισθωτών ασφαλισμένων

Αθήνα, 18 Ιανουαρίου 2019

Η Διοίκηση του ΕΦΚΑ ανακοινώνει ότι, οι εισφορές Δεκεμβρίου 2018 των Αγροτών, Αυτοαπασχολούμενων και Ελεύθερων Επαγγελματιών, έχουν αναρτηθεί στις Ηλεκτρονικές Υπηρεσίες του Οργανισμού.

Οι ασφαλισμένοι μπορούν να επισκεφτούν τον ιστότοπο ΕΦΚΑ, www.efka.gov.gr, προκειμένου να πληροφορηθούν αναλυτικά για την εισφορά τους, να αντλήσουν την ταυτότητα πληρωμής ή να εκτυπώσουν το ειδοποιητήριο πληρωμής δεδομένου ότι δε θα πραγματοποιηθεί ταχυδρομική αποστολή.

Καταληκτική ημερομηνία καταβολής είναι η Πέμπτη 31.1.2019.

Την ίδια ημερομηνία θα πραγματοποιηθεί η καταβολή της εισφοράς μέσω άμεσης χρέωσης τραπεζικού λογαριασμού (πάγια εντολή).

Από τη Διοίκηση του ΕΦΚΑ

Απαλλαγή των μικρών επιχειρήσεων του άρθρου 39

Ε.2012/2019
Κοινοποίηση των διατάξεων του άρθρου 111 παρ. 2 του ν. 4549/2018 σχετικά με την απαλλαγή των μικρών επιχειρήσεων του άρθρου 39 του Κώδικα ΦΠΑ, και παροχή σχετικών διευκρινίσεων
Αθήνα, 17/1/2019
Αριθ. Πρωτ.: Ε. 2012/17-01-2019

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΕΜΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Α’ ΦΠΑ

Ταχ. Δ/νση:Σίνα 2-4
Ταχ. Κώδικας:10672 Αθήνα
Τηλέφωνο:2132122420
Fax:2103645413
E-Mail:dfpa.a1@1992.syzefxis.gov.gr
Url: www.aade.gr

Ε.2012/2019

Θέμα: Κοινοποίηση των διατάξεων του άρθρου 111 παρ. 2 του ν.4549 /2018 σχετικά με την απαλλαγή των μικρών επιχειρήσεων του άρθρου 39 του Κώδικα ΦΠΑ, και παροχή σχετικών διευκρινίσεων.

Κοινοποιούνται οι διατάξεις του άρθρου 111 παρ.2 του ν.4549/2018, οι οποίες ισχύουν από 1.1.2019, με τις οποίες αντικαθίσταται το άρθρο 39 του Κώδικα ΦΠΑ (ν. 2859/2000), με σκοπό τη βελτίωση και απλοποίηση του ειδικού καθεστώτος των μικρών επιχειρήσεων και την πλήρη εναρμόνισή του με το κοινοτικό δίκαιο και παρέχονται οι ακόλουθες οδηγίες για την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή τους:

Με τις νέες διατάξεις του άρθρου 39 το ειδικό καθεστώς μικρών επιχειρήσεων, το οποίο είναι προαιρετικό καθεστώς, καθίσταται πιο αποτελεσματικό και δίκαιο, δεδομένου ότι σε αυτό εντάσσονται οι πραγματικά μικρές επιχειρήσεις οι οποίες δυσκολεύονται να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις του κανονικού καθεστώτος ΦΠΑ.

Με τις νέες διατάξεις του άρθρου 39 προβλέπεται απαλλαγή από την υποχρέωση υποβολής δήλωσης ΦΠΑ και καταβολής του φόρου αυτού, ανεξάρτητα από την κατηγορία λογιστικών αρχείων (βιβλίων) που τηρούν, όχι μόνο για τους υποκειμένους οι οποίοι κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος πραγματοποίησαν παραδόσεις αγαθών και παροχές υπηρεσιών, κατά την έννοια του άρθρου 2 του Κώδικα ΦΠΑ, μέχρι δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ, χωρίς στο ποσό αυτό να περιλαμβάνεται φόρος προστιθέμενης αξίας, αλλά και για τους νέους υποκειμένους οι οποίοι με την υποβολή της δήλωσης έναρξης των εργασιών τους επιθυμούν την ένταξη στο καθεστώς αυτό.

Επισημαίνεται ότι οι υποκείμενοι που εντάσσονται στο ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων δεν ασκούν δικαίωμα έκπτωσης του ΦΠΑ των εισροών τους, δεν υποβάλλουν δηλώσεις ΦΠΑ και στα λογιστικά αρχεία (στοιχεία) που εκδίδουν υποχρεούνται να αναγράφουν σε αυτά την ένδειξη «χωρίς φόρο προστιθέμενης αξίας – απαλλαγή μικρών επιχειρήσεων άρθρο 39 ν. 2859/2000».

Οι βασικές αλλαγές που επέρχονται στο ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων είναι οι ακόλουθες:
> Ως προς τον προσδιορισμό των ορίου των 10.000€ που αποτελεί το κριτήριο για την υπαγωγή στο ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων, με σαφήνεια ορίζεται ότι για το προσδιορισμό της αξίας των 10.000€ δεν λαμβάνονται υπόψη οι μεταβιβάσεις ενσώματων ή άυλων αγαθών επένδυσης, καθώς και οι απαλλασσόμενες πράξεις χωρίς δικαίωμα έκπτωσης
> Προβλέπεται η δυνατότητα υπαγωγής των υποκειμένων στο ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων από την έναρξη των εργασιών τους
> Η υπέρβαση του ορίου των 10.000€ εντός του φορολογικού έτους καθιστά υποχρεωτική τη μετάταξη των υποκειμένων στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ εντός του φορολογικού έτους
> Σε περίπτωση προαιρετικής ένταξης στο ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων, δεν υφίσταται υποχρέωση παραμονής για δύο έτη στο εν λόγω καθεστώς

Αναλυτικότερα διευκρινίζονται τα εξής:

1. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 39 του Κώδικα ΦΠΑ προβλέπονται τα κριτήρια για την ένταξη των υποκειμένων (φυσικά ή νομικά πρόσωπα ) στο ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων. Συγκεκριμένα, στο καθεστώς αυτό εντάσσονται ανεξάρτητα από την κατηγορία λογιστικών αρχείων (βιβλίων) που τηρούν:

α) οι υποκείμενοι που κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος πραγματοποίησαν παραδόσεις αγαθών και παροχές υπηρεσιών, κατά την έννοια του άρθρου 2 του Κώδικα ΦΠΑ, μέχρι δέκα χιλιάδες (10.000€) ευρώ

β) οι υποκείμενοι που, για πρώτη φορά πραγματοποιούν έναρξη από 1.1.2019, εφόσον το επιθυμούν, με την έναρξή τους.

Με τις νέες διατάξεις στον προσδιορισμό του ορίου των 10.000€ που αποτελεί το κριτήριο για την ένταξη στο ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων δεν περιλαμβάνονται οι μεταβιβάσεις ενσώματων ή άυλων αγαθών επένδυσης, καθώς και οι απαλλασσόμενες πράξεις χωρίς δικαίωμα έκπτωσης του ΦΠΑ εισροών τους (π.χ. πράξεις του άρθρου 22 Κώδικα ΦΠΑ).

2. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 39 αναφέρονται οι περιπτώσεις που δεν εμπίπτουν στις διατάξεις του άρθρου αυτού. Συγκεκριμένα, πρόκειται:

α) για τους αγρότες του ειδικού καθεστώτος ΦΠΑ,
Οι αγρότες του ειδικού καθεστώτος ΦΠΑ υπάγονται στις διατάξεις του άρθρου 41 Κώδικα ΦΠΑ και όχι στις διατάξεις του άρθρου 39.

β) για τους μη εγκατεστημένους στο εσωτερικό της χώρας υποκειμένους στο φόρο.
Μια επιχείρηση μπορεί να είναι απαλλασσόμενη κατά την έννοια του άρθρου 39 μόνο αν είναι εγκατεστημένη στο εσωτερικό της χώρας, ενώ οι μη εγκατεστημένοι στο εσωτερικό της χώρας υποκείμενοι στο φόρο, οι οποίοι καθίστανται υπόχρεοι στο ΦΠΑ στην Ελλάδα για παραδόσεις αγαθών ή παροχές υπηρεσιών που πραγματοποιούν, δεν δύνανται να απαλλάσσονται από το φόρο κατ’ εφαρμογή του άρθρου 39, αλλά υποχρεούνται να εκπληρώνουν τις φορολογικές υποχρεώσεις τους στο εσωτερικό της χώρας με τη λήψη ΑΦΜ/ΦΠΑ ή τον ορισμό φορολογικού αντιπροσώπου κατά περίπτωση.

γ) για τις παραδόσεις καινούργιων μεταφορικών μέσων σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης β’ της παραγράφου 1 του άρθρου 28.

Εφόσον επιχείρηση εντάσσεται στις μικρές επιχειρήσεις του άρθρου 39 και πραγματοποιεί παράδοση καινούργιου μεταφορικού μέσου προς πρόσωπο εγκατεστημένο σε άλλο κράτος μέλος της Κοινότητας, για την πράξη αυτή δεν εφαρμόζεται απαλλαγή σύμφωνα με το άρθρο 39 αλλά η εν λόγω παράδοση απαλλάσσεται σύμφωνα με το άρθρο 28.1.β. Η επιχείρηση για την συγκεκριμένη πράξη έχει δικαίωμα έκπτωσης και επιστροφής του φόρου των εισροών, ο οποίος δεν μπορεί να υπερβεί το φόρο που αναλογεί στην αξία της παράδοσης.

3. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 39 ρυθμίζεται ο τρόπος και ο χρόνος μετάταξης στο ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων, με την προϋπόθεση πλήρωσης των κριτηρίων του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 39.

Συγκεκριμένα ορίζεται ότι όσοι υποκείμενοι στο κανονικό καθεστώς δεν υπερβαίνουν, κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος το όριο των 10.000€ και επιθυμούν να ενταχθούν στο ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων, θα πρέπει για την υλοποίηση της βούλησης αυτής να υποβάλουν δήλωση μεταβολών στην ΔΟΥ, εντός τριάντα (30) ημερών από την έναρξη του φορολογικού έτους, δηλαδή μέχρι 30/1, με ημερομηνία μεταβολής την έναρξη του φορολογικού έτους.

Επισημαίνεται ότι η προθεσμία των τριάντα (30) ημερών είναι ανατρεπτική.

Στην περίπτωση που ο υποκείμενος επιθυμεί με την έναρξή του να ενταχθεί στο καθεστώς του άρθρου 39, η δήλωση έναρξης απαιτείται να έχει υποβληθεί εμπρόθεσμα. Όταν η εν λόγω δήλωση υποβάλλεται με αναδρομική έναρξη ισχύος σε σχέση με τον χρόνο υποβολής της, ο υποκείμενος, έστω και αν τηρεί όλες τις ουσιαστικές προϋποθέσεις του ειδικού καθεστώτος των μικρών επιχειρήσεων, εντάσσεται στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ (σχετ. απόφαση ΔΕΕ C-566/16).

Παραδείγματα

α. Γιατρός το 2018 έχει έσοδα από ιατρικές υπηρεσίες 4.000€, από μελέτες 3.000€ και από παράδοση αγροτικών προϊόντων 5.000€. Από 1.1.2019, με δήλωση μεταβολών έως και 30.1.2019, μπορεί να ενταχθεί στο ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων, δεδομένου ότι για τον προσδιορισμό του ορίου των 10.000€ θα ληφθούν υπόψη μόνο τα έσοδα από αγροτικά 5.000€ και τα έσοδα από μελέτες 3.000€ τα οποία στο σύνολο (5.000 +3.000= 8.000) είναι μικρότερα από 10.000€. Σημειώνεται ότι τα έσοδα από ιατρικές υπηρεσίες ύψους 4.000€ δεν λαμβάνονται υπόψη για το όριο των 10.000€, διότι πρόκειται για πράξεις απαλλασσόμενες χωρίς δικαίωμα έκπτωσης του ΦΠΑ των εισροών τους (άρθρο 22 παρ.1 περ. ε’).

β. Εταιρεία το 2018 έχει έσοδα από παροχή λογιστικών υπηρεσιών 9.000€ και από μίσθωση ακινήτων 3.000€. Το 2019, με δήλωση μεταβολών έως και 30.1.2019, μπορεί να ενταχθεί στο ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων, διότι στον υπολογισμό του ορίου των 10.000€ λαμβάνονται υπόψη μόνο τα έσοδα από παροχή λογιστικών υπηρεσιών 9.000€ και όχι τα έσοδα από μίσθωση ακινήτων 3.000€, αφού αυτά αποτελούν πράξη απαλλασσόμενη χωρίς δικαίωμα έκπτωσης του ΦΠΑ των εισροών της (άρθρο 22 παρ. 1 περ. κστ’)

γ. Οικονομολόγος το 2018 έχει έσοδα από την παροχή των υπηρεσιών του 8.000€ και παράλληλα έχει και από παράδοση αγροτικών προϊόντων 1.800€ και έχει εισπράξει και μια επιδότηση αγροτική (βασική ενίσχυση) 200€. Το 2019, με δήλωση μεταβολών έως και 30.1.2019, μπορεί να ενταχθεί στο ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων, διότι στον υπολογισμό του ορίου των 10.000€ λαμβάνονται υπόψη μόνο τα έσοδα από την παροχή υπηρεσιών 8.000€ και τα έσοδα από παράδοση αγροτικών προϊόντων 1.800€. Η επιδότηση των 200€ δεν λαμβάνεται υπόψη, δεδομένου ότι είναι πράξη εκτός πεδίου εφαρμογής του ΦΠΑ.

δ. Δικηγόρος κάνει έναρξη εργασιών στην ΔΟΥ την 1.2.2019. Από την ημερομηνία αυτή μπορεί να ενταχθεί στο ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων.

ε. Νέος αγρότης κάνει έναρξη εργασιών, την 1.4.2019. Από την ημερομηνία αυτή μπορεί να ενταχθεί στο ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων (άρθρο 39).

4. Στην παράγραφο 4, ορίζεται ότι ο υποκείμενος στο φόρο που ασκεί τη δραστηριότητά του για χρονικό διάστημα μικρότερο του έτους, προκειμένου να κριθεί αν μπορεί να απαλλαγεί κατά το επόμενο φορολογικό έτος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 (δηλαδή αν πληρείται το κριτήριο των 10.000€), γίνεται αναγωγή της αξίας των παραδόσεων αγαθών του ή των παροχών υπηρεσιών του που πραγματοποίησε κατά το χρονικό διάστημα που άσκησε την δραστηριότητά του, σε ετήσια βάση. Σημειώνεται ότι η αναγωγή σε ετήσια βάση για σκοπούς υπαγωγής των υποκειμένων στο ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων, πρέπει να γίνεται ακόμη και αν ο υποκείμενος λειτούργησε για περίοδο μικρότερη των (4) μηνών και δεν θα πρέπει να γίνεται σύγχυση σύμφωνα με τα όσα ορίζονται στην ΠΟΛ 1003/2015, για την εφαρμογή των διατάξεων των ΕΛΠ, στην οποία έγινε δεκτό «ότι οντότητα που λειτούργησε στην πρώτη ετήσια περίοδο για χρονικό διάστημα μικρότερο των (4) μηνών δεν γίνεται αναγωγή σε ετήσια βάση για το διάστημα αυτό».

5. Στις παραγράφους 5 και 6 του άρθρου 39 ρυθμίζεται ο χρόνος και ο τρόπος της υποχρεωτικής και προαιρετικής μετάταξης των υποκειμένων αντιστοίχως στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ. Συγκεκριμένα στην παράγραφο 5 προβλέπεται για πρώτη φορά ότι η υπέρβαση του ορίου των 10.000€ εντός του φορολογικού έτους καθιστά υποχρεωτική τη μετάταξη των υποκειμένων στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ, εντός του έτους αυτού η οποία ισχύει από την στιγμή της πραγματοποίησης της πράξης παράδοσης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών, με την οποία συντελείται η υπέρβαση του ορίου αυτού, και για το σύνολο της αξίας της πράξης αυτής, ανεξάρτητα από το χρόνο υποβολής της δήλωσης μεταβολών.

Ουσιαστικά ο χρόνος υποβολής της δήλωσης μεταβολών για την υπαγωγή στο κανονικό καθεστώς ή η μη υποβολή της δεν επηρεάζει την υποχρεωτική υπαγωγή στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ, η οποία συντελείται από την στιγμή πραγματοποίησης της πράξης, με την οποία συντελείται η υπέρβαση του ορίου των 10.000€.

Παράδειγμα:

Οικονομολόγος το 2019 είναι στο ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων και στις 14 Μαρτίου του 2019 εκδίδει Τιμολόγιο Παροχής Υπηρεσιών αξίας 10.200€. Το ποσό αυτό των 10.200€ πρέπει να επιβαρυνθεί με Φ.Π.Α. και παράλληλα ο οικονομολόγος υποχρεούται να υποβάλει στη Δ.Ο.Υ δήλωση μεταβολών για υπαγωγή στο κανονικό καθεστώς. Η υπαγωγή στο κανονικό καθεστώς ισχύει από τις 14 Μαρτίου του 2019 ανεξάρτητα από το πότε θα πραγματοποιηθεί η υποβολή της δήλωσης μεταβολών για υπαγωγή στο κανονικό καθεστώς.

6. Με την παράγραφο 6 του άρθρου 39 ορίζεται ότι για την προαιρετική μετάταξη του υποκειμένου από το ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων στο κανονικό καθεστώς υποβάλλεται δήλωση μεταβολών εντός ανατρεπτικής προθεσμίας 30 ημερών από την έναρξη του φορολογικού έτους, δηλαδή μέχρι και 30/1.

Περαιτέρω διευκρινίζεται ότι σε περίπτωση μετάταξης προαιρετικά από το ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων στο κανονικό καθεστώς δεν υφίσταται κάποιος χρονικός περιορισμός για υποχρεωτική παραμονή στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ, πέραν του τρέχοντος φορολογικού έτους και από την έναρξη του επόμενου φορολογικού έτους ο υποκείμενος στο φόρο μπορεί να επιλέξει τη μετάταξη του στο ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων, εφόσον δεν έχει υπερβεί το όριο των 10.000€. Ομοίως ισχύει και στην περίπτωση που από τον υποκείμενο επιλεγεί προαιρετική ένταξη στο ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων. Δεν προβλέπεται από 1.1.2019 η υποχρεωτική παραμονή για δύο έτη στην περίπτωση προαιρετικής ένταξης στο ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων.

Τέλος θα πρέπει να διευκρινισθεί ότι από 1.1.2019 και εφεξής οι υποκείμενοι στο φόρο που από την έναρξη του φορολογικού έτους εντάχθηκαν στο ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων εκ παραδρομής, λόγω λανθασμένου υπολογισμού του ορίου, των 10.000€, (όπως αυτό προσδιορίζεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 39) υπάγονται υποχρεωτικά στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ. Προς το σκοπό αυτό οφείλουν να υποβάλουν δήλωση μεταβολών με δηλούμενη ημερομηνία μεταβολής την έναρξη του φορολογικού έτους. Εν συνεχεία από την έναρξη του φορολογικού έτους ο εν λόγω υποκείμενος έχει όλες τις υποχρεώσεις του κανονικού καθεστώτος ΦΠΑ (υποβολή δηλώσεων ΦΠΑ, έκδοση λογιστικών αρχείων ( στοιχεία) με ΦΠΑ κλπ.).

7. Με τις διατάξεις των παραγράφων 7-9 του άρθρου 39 ρυθμίζονται τα θέματα απογραφής των αποθεμάτων (εμπορεύσιμων και παγίων), της υποβολής δήλωσης αποθεμάτων και απόδοσης του ΦΠΑ καθώς και άσκησης ή μη του δικαιώματος έκπτωσης για τις περιπτώσεις μετάταξης από το κανονικό καθεστώς στο ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων και αντίστροφα.

Συγκεκριμένα σε κάθε περίπτωση μετάταξης οι υποκείμενοι υποχρεούνται να απογράφουν, ανά ισχύοντα συντελεστή φόρου, τα αποθέματα των εμπορεύσιμων αγαθών τους τα οποία υπάρχουν κατά την τελευταία μέρα πριν την μετάταξη και να τα αποτιμούν σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.

Επίσης, απογράφονται υποχρεωτικά τα αγαθά επένδυσης για τα οποία δεν έχει παρέλθει ο χρόνος διακανονισμού, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 33 του Κώδικα ΦΠΑ. Για τα απογραφόμενα, κατά τα ανωτέρω, αγαθά υποβάλλεται, μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του δεύτερου μήνα από τη μετάταξη, δήλωση αποθεμάτων μετάταξης (έντυπο 012-ΦΠΑ) που περιλαμβάνει την αξία τους κατά συντελεστή ΦΠΑ και το φόρο που αναλογεί.

Σημειώνεται ότι για δηλώσεις αποθεμάτων μετάταξης που υποβάλλονται από το φορολογικό έτος 2017 και εφεξής, ακόμα και αν αφορούν σε πράξεις προηγούμενων φορολογικών ετών ισχύει το νέο έντυπο «Δήλωσης Αποθεμάτων Μετάταξης» (012 – Φ.Π.Α.) όπως ορίστηκε με την ΑΓΓΔΕ ΠΟΛ.1199/23.12.2016.

Ειδικότερα για την μετάταξη από το κανονικό στο ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων, υπάρχει υποχρέωση απόδοσης του ΦΠΑ που έχει εκπεστεί για τα αποθέματα και υποχρέωση διακανονισμού και απόδοσης του φόρου που οφείλεται για τα αγαθά επένδυσης. Για την απόδοση του φόρου αυτού υποβάλλεται έκτακτη δήλωση εντός ενός μηνός από την υποβολή της δήλωσης αποθεμάτων μετάταξης.

Για την μετάταξη από το ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων στο κανονικό καθεστώς, υπάρχει δικαίωμα έκπτωσης του φόρου που αναλογεί στα απογραφόμενα, κατά τα ανωτέρω, αγαθά. Ο φόρος αυτός εκπίπτεται με την προβλεπόμενη από το άρθρο 38 δήλωση ΦΠΑ που αντιστοιχεί στη φορολογική περίοδο κατά την οποία πραγματοποιήθηκε η μετάταξη.

Διευκρινίζεται ότι σε περίπτωση που δεν υπάρχουν στοιχεία προς καταχώρηση στη δήλωση αποθεμάτων μετάταξης ή ο υποκείμενος δεν επιθυμεί να εκπέσει το φόρο των εισροών που δικαιούται, δεν υποβάλλεται δήλωση αποθεμάτων μετάταξης, δηλαδή δεν υποβάλλεται μηδενική δήλωση αποθεμάτων.

Επίσης, επισημαίνεται ότι στην περίπτωση υποκειμένου που εντάσσεται από το κανονικό καθεστώς στο ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων δεν υπάρχει υποχρέωση υποβολής μηδενικής έκτακτης δήλωσης, ενώ τυχόν χρεωστικό ποσό της έκτακτης δήλωσης δεν δύναται να συμψηφιστεί με πιστωτικό υπόλοιπο της τελευταίας φορολογικής περιόδου του κανονικού καθεστώτος και δύναται να ζητηθεί η επιστροφή του εν λόγω πιστωτικού υπολοίπου.

8. Στην παράγραφο 10 του άρθρου 39, ορίζεται ότι οι υποκείμενοι της παραγράφου 1, στις περιπτώσεις που σύμφωνα με τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας έχουν υποχρέωση έκδοσης φορολογικών στοιχείων, κατά την έκδοση υποχρεούνται να αναγράφουν σε αυτά την ένδειξη «χωρίς φόρο προστιθέμενης αξίας – απαλλαγή μικρών επιχειρήσεων άρθρο 39 ν. 2859/2000».

Ο Διοικητής της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων
Γ. Πιτσιλής

Tήρηση βιβλίων και έκδοση λογιστικών στοιχείων σε διαφορετικό νόμισμα από το επίσημο νόμισμα της χώρας

1190552 ΕΞ 2018
Παροχή διευκρινίσεων αναφορικά με την τήρηση βιβλίων και έκδοση λογιστικών στοιχείων σε διαφορετικό νόμισμα από το επίσημο νόμισμα της χώρας
Αθήνα, 21 Δεκεμβρίου 2018
Αριθ. Πρωτ.: ΔΕΑΦ Δ 1190552 ΕΞ2018
ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ – ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΛΑΒΕΙ Α.Δ.Α

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Δ’- ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ

Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10 10184 Αθήνα
Τηλέφωνο: 210-3610030
Fax: 210-3615052
E-Mail: d.eleg7@mofadm.gr
Url: www.aade.gr

ΘΕΜΑ: Παροχή διευκρινίσεων αναφορικά με την τήρηση βιβλίων και έκδοση λογιστικών στοιχείων σε διαφορετικό νόμισμα από το επίσημο νόμισμα της χώρας.

Με αφορμή προφορικά και γραπτά ερωτήματα που έχουν υποβληθεί στην υπηρεσία μας, αναφορικά με το πιο πάνω θέμα, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:

1. Με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 3 του ν.4308/2014 (Ε.Λ.Π.), τα λογιστικά στοιχεία (παραστατικά), συμπεριλαμβανομένων των τιμολογίων πώλησης, επιτρέπεται να συντάσσονται σε γλώσσα άλλη από την Ελληνική. Τα λογιστικά βιβλία (αρχεία) τηρούνται στην Ελληνική γλώσσα.

Επίσης, με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του ιδίου νόμου ορίζεται ότι τα ποσά του τιμολογίου μπορεί να εκφράζονται σε οποιοδήποτε νόμισμα. Το πόσο Φ.Π.Α. του τιμολογίου εκφράζεται και στο εθνικό νόμισμα.

2. Περαιτέρω, με τις διατάξεις του άρθρου 6 του ν.4308/2014 ορίζεται ο χρόνος ενημέρωσης λογιστικών αρχείων. Συγκεκριμένα, με την παράγραφο 1α’ του άρθρου αυτού ορίζεται ότι όταν η οντότητα συντάσσει ισολογισμό, η ενημέρωση για τα εκδιδόμενα ή λαμβανόμενα παραστατικά του κάθε μήνα γίνεται το αργότερο μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα, στην παράγραφο 1β’ ορίζεται ότι όταν η οντότητα δεν συντάσσει ισολογισμό, η ενημέρωση για τα εκδιδόμενα ή λαμβανόμενα παραστατικά του κάθε ημερολογιακού τριμήνου γίνεται το αργότερο μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα από τη λήξη του τριμήνου, ενώ με την παράγραφο 1γ’ του ιδίου ως άνω άρθρου ορίζεται ότι σε κάθε περίπτωση, η ενημέρωση γίνεται εντός του απαιτούμενου χρόνου για την έγκαιρη σύνταξη των χρηματοοικονομικών καταστάσεων.

3. Επιπλέον, η μετατροπή ποσών στο εθνικό νόμισμα γίνεται σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του άρθρου 27 του νόμου αυτού. Ως εθνικό νόμισμα της χώρας νοείται το ευρώ.

4. Βάσει των ανωτέρω και δεδομένου ότι σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 5 του άρθρου 3 των Ε.Λ.Π. από τα λογιστικά αρχεία (βιβλία) προκύπτουν οι φορολογικές υποχρεώσεις της οντότητας, αυτά πρέπει να τηρούνται στο εθνικό νόμισμα (ευρώ) ενώ τα ποσά που αναγράφονται στα παραστατικά πωλήσεων (τιμολογίων) μπορούν να εκφράζονται σε οποιοδήποτε νόμισμα με την προϋπόθεση ότι το ποσό του οφειλόμενου Φ.Π.Α. εκφράζεται και στο εθνικό νόμισμα (ευρώ).

Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ Α.Α.Δ.Ε.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ