Η νέα εγκύκλιος για τα ανασφάλιστα οχήματα

ΠΟΛ.1090/2017
Τροποποίηση της ΠΟΛ.1033/28.1.2016 (ΦΕΚ Β΄ 720) απόφασης του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών σχετικά με τον εντοπισμό ανασφάλιστων αυτοκινήτων οχημάτων και την επιδίωξη συμμόρφωσης των ιδιοκτητών αυτών μέσω της επίσπευσης της διαδικασίας επιβολής διοικητικών και ποινικών κυρώσεων, όπως ισχύει.
Αριθμ. ΠΟΛ. 1090

(ΦΕΚ Β’ 2199/28-6-2017)

Η ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1) Τις διατάξεις του Π.Δ. 237/1986 (Α΄110), όπως ισχύει, και ειδικότερα όπως αυτό συμπληρώθηκε με το άρθρο εικοστό έκτο του ν. 4141/2013 (ΦΕΚ 81 Α΄/5.4.2013),

2) Την ΠΟΛ.1163/3.7.2013 (ΦΕΚ Β΄ 1675) «Όροι και διαδικασία είσπραξης επιστροφής για την εφαρμογή του ηλεκτρονικού παραβόλου», όπως ισχύει,

3) Την υπ’ αριθμ. ΥΠΟΙΚ 0010218 ΕΞ 2016/14.11.2016 (ΦΕΚ Β΄ 3696) απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στην Υφυπουργό Οικονομικών Αικατερίνη Παπανάτσιου»,

4) Την ανάγκη τροποποίησης της ΠΟΛ.1033/28.1.2016 (ΦΕΚ Β’ 720) απόφασης του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών «Εντοπισμός ανασφάλιστων αυτοκινήτων οχημάτων και επιδίωξη συμμόρφωσης των ιδιοκτητών αυτών μέσω της επίσπευσης της διαδικασίας επιβολής διοικητικών και ποινικών κυρώσεων», όπως αυτή τροποποιήθηκε με την ΠΟΛ.1078/3.6.2017 (ΦΕΚ Β’ 1922/1.6.2017), προκειμένου να αντιμετωπισθούν θέματα που ανέκυψαν κατά την υλοποίηση της προβλεπόμενης διαδικασίας,

5) Το γεγονός ότι με την παρούσα απόφαση δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

Άρθρο 1

Η παράγραφος 2 του άρθρου 2 αντικαθίσταται ως εξής:

Η Δ.ΗΛΕ.Δ. με βάση τα διαθέσιμα και τηρούμενα στη Α.Α.Δ.Ε. ηλεκτρονικά αρχεία και το αρχείο του Κέντρου Πληροφοριών, εντοπίζει με διασταύρωση τα οχήματα που ήταν σε κυκλοφορία την εν λόγω ημερομηνία, παράγει αρχείο τυχόν ανασφάλιστων οχημάτων και δημιουργεί ηλεκτρονικό παράβολο υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου κατά τα οριζόμενα στο π.δ. 237/1986 (ΦΕΚ Α’ 331/1976), όπως ισχύει, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 2 της Α.Υ.Ο. με αριθμό ΠΟΛ.1163/3.7.2013, όπως ισχύει.

Άρθρο 2

Η παράγραφος 3 του άρθρου 6 αντικαθίσταται ως εξής:

«Σε περίπτωση επιβολής του χρηματικού προστίμου που προβλέπεται στο εδάφιο β της παρ. 4 του άρθρου 5 του π.δ. 237/1986, όπως ισχύει, μετά από διαπιστωθείσα παράβαση Αστυνομικής Αρχής κατά την κυκλοφορία ανασφάλιστου οχήματος, δεν απαιτείται κατά την ασφάλιση του οχήματος αυτού και η πληρωμή του προβλεπόμενου παραβόλου.».

Άρθρο 3

Η περίπτωση α’ της παραγράφου 4 του άρθρου 3 αντικαθίσταται ως εξής:

«α) στην περίπτωση που έχουν επιβληθεί οι κυρώσεις που προβλέπονται στις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 5 του π.δ. 237/1986 και οι ποινές που προβλέπονται στις διατάξεις του άρθρου 12 του ίδιου π.δ.».

Άρθρο 4

Στην παράγραφο 4 του άρθρου 3 προστίθενται δύο περιπτώσεις με στοιχεία γ’ και δ’ αντιστοίχως ως εξής:

«γ) από τον αγοραστή, αν απέκτησε όχημα έως την ημερομηνία της εκάστοτε διασταύρωσης και από τη μεταβίβαση του σε αυτόν έως τη σύναψη ασφαλιστηρίου συμβολαίου δεν παρήλθε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών εργασίμων ημερών,
δ) από τον κληρονόμο ή τους κληρονόμους, αν ο θανών ιδιοκτήτης του οχήματος απεβίωσε μέσα σε χρονικό διάστημα έξι (6) μηνών που προηγείται της εκάστοτε διασταύρωσης και είχε την πλήρη και αποκλειστική κυριότητα επ’ αυτού».

Άρθρο 5

Στο άρθρο 7 προστίθεται τρίτη παράγραφος ως εξής:

«Οι διατάξεις της παρούσας ισχύουν για διασταυρώσεις που πραγματοποιούνται από την 14.7.2017 και εφεξής. Τυχόν εκδοθέντα παράβολα ακυρώνονται.».

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 23 Ιουνίου 2017

Η Υφυπουργός
ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΠΑΠΑΝΑΤΣΙΟΥ

Διευκρινίσεις σχετικά με την υποχρέωση ασφάλισης και την τήρηση λογιστικών βιβλίων για τον χαρακτηρισμό του επαγγελματία αγρότη

Αρ. πρωτ.: 1289/70109/2017
Διευκρινίσεις σχετικά με την υποχρέωση ασφάλισης και την τήρηση λογιστικών βιβλίων για τον χαρακτηρισμό του επαγγελματία αγρότη, σύμφωνα με το άρθρο 65 του ν. 4389/2016
Αθήνα, 28-06-2017
Αρ. Πρωτ.: 1289/70109

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ
ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
Δ/ΝΣΗ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
ΤΜΗΜΑ ΙΙΙ

Ταχ. Δ/νση : Αχαρνών 381 και Δεστούνη 2
Ταχ. Κώδ. : 111 43 Αθήνα
Πληροφορίες : Α. Πετροπούλου
Τηλέφωνο : 210-2125956
Fax : 210-5232356
E-mail : ve46u009@minagric.gr

ΘΕΜΑ: Διευκρινίσεις σχετικά με την υποχρέωση ασφάλισης και την τήρηση λογιστικών βιβλίων για τον χαρακτηρισμό του επαγγελματία αγρότη, σύμφωνα με το άρθρο 65 του ν. 4389/2016.

Με το άρθρο 65 του ν. 4389/2016 (ΦΕΚ Α΄ 94), το οποίο τροποποιεί την παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 3874/2010 (ΦΕΚ Α΄ 151), ορίζονται οι προϋποθέσεις για τον χαρακτηρισμό του επαγγελματία αγρότη.

Συγκεκριμένα και όσον αφορά τις ακόλουθες υποπεριπτώσεις της περίπτωσης α΄ της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 3874/2010 διευκρινίζονται τα εξής:

1. «αδ) Είναι ασφαλισμένος ο ίδιος και η αγροτική του εκμετάλλευση, όπου απαιτείται, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.»

Σύμφωνα με το άρθρο 55 παρ. 2 του ν. 4387/2016 (ΦΕΚ Α΄ 85) «οι ασφαλισμένοι των εντασσόμενων φορέων, κλάδων, τομέων και λογαριασμών, καθώς και του Δημοσίου, εξακολουθούν να διέπονται από τις διατάξεις της νομοθεσίας αυτών, όπως ισχύουν, εκτός όσων ειδικά ορίζει με τις διατάξεις του ο παρόν νόμος». Επομένως ο ενδιαφερόμενος θα πρέπει να είναι εγγεγραμμένος στον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ) με τις προϋποθέσεις ασφάλισης του πρώην ΟΓΑ ως αγρότης, κτηνοτρόφος-πτηνοτρόφος, μελισσοκόμος, αγρεργάτης ή αλιέας. Στην περίπτωση αυτή προσκομίζει σχετική βεβαίωση ΕΦΚΑ, στην οποία αναγράφεται και ο κωδικός επαγγέλματος 1,2,3,5 ή 7 (ασφαλιστικής ενημερότητας ή ασφάλισης) από τις υπηρεσίες ΕΦΚΑ (πρώην ΟΓΑ) – τοπικοί ανταποκριτές πρώην ΟΓΑ.

Ο δασεργάτης, εγγεγραμμένος στον ΕΦΚΑ για την εν λόγω δραστηριότητα του, πληρεί το κριτήριο της ασφάλισης και προσκομίζει βεβαίωση από δασικό συνεταιρισμό ότι είναι μέλος του και ασκεί δασεργατική δραστηριότητα, συνοδευόμενη από εκτύπωση ενιαίου ατομικού λογαριασμού ασφάλισης.

Η αγροτική εκμετάλλευση, όπου απαιτείται σύμφωνα με το ν. 3877/2010 (ΦΕΚ Α΄ 160) όπως ισχύει, πρέπει να είναι ασφαλισμένη στον ΕΛΓΑ.

Επίσης:
– στο πρώτο εδάφιο της υποπερίπτωσης βγ΄ της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν. 3874/2010
«Είναι ασφαλισμένος, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.» και
– στην παράγραφο 3 του άρθρου 65 του ν. 4389/2016
«Όπου στις διατάξεις των νόμων 3874/2010 και 2520/1997 αναφέρεται η ασφάλιση αγροτών σε οποιονδήποτε ασφαλιστικό φορέα, νοείται η ασφάλισή τους σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.»
ο ενδιαφερόμενος πληρεί το κριτήριο της ασφάλισης εφόσον είναι εγγεγραμμένος στον ΕΦΚΑ με τις προϋποθέσεις ασφάλισης του πρώην ΟΓΑ ως άνω Εάν πρόκειται για αλιέα θα πρέπει να είναι εγγεγραμμένος στον ΕΦΚΑ με τις προϋποθέσεις ασφάλισης του πρώην ΟΓΑ ως αλιέας, είτε στο πρώην ΝΑΤ ως αλιέας, είτε στο πρώην ΙΚΑ ως αλιέας.

2. «αε) Τηρεί λογιστικά βιβλία, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.»
Σύμφωνα με:
– το άρθρο 1 παρ. 2 περίπτωση γ΄ του ν. 4308/2014 (ΦΕΚ Α΄ 251), οι αγρότες ανήκουν στο πεδίο εφαρμογής των Ελληνικών Λογιστικών Προτύπων
– το άρθρο 39 παρ. 1 περ. α΄ του ιδίου νόμου, δίνεται η δυνατότητα στους αγρότες ειδικού καθεστώτος, υπό προϋποθέσεις να μην υπόκεινται στις ρυθμίσεις του εν λόγω νόμου,
– την αριθμ. ΠΟΛ.1007/9.1.2015 «Απαλλαγή από την υποχρέωση τήρησης λογιστικών αρχείων (βιβλίων) των αγροτών και λοιπών περιπτώσεων», αγρότες ενταγμένοι στο κανονικό καθεστώς έχουν τη δυνατότητα υπό προϋποθέσεις να μην ενημερώνουν λογιστικά βιβλία, η πλήρωση της προϋπόθεσης τήρησης λογιστικών βιβλίων ικανοποιείται με την ένταξη του ενδιαφερόμενου στο κανονικό ή στο ειδικό καθεστώς ΦΠΑ. Αυτό αποδεικνύεται είτε με τη βεβαίωση έναρξης / μεταβολής εργασιών φυσικού προσώπου από τη ΔΟΥ, είτε με την συμπλήρωση της κατάστασης οικονομικών στοιχείων από επιχειρηματική δραστηριότητα (έντυπο Ε3) των κωδικών 595 «Κανονικό καθεστώς ΦΠΑ» ή 596 «Ειδικό καθεστώς ΦΠΑ».

Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Ν. ΑΝΤΩΝΟΓΛΟΥ

Μεταφορά φορολογικής κατοικίας – Μερική αποδοχή ενδικοφανούς προσφυγής

ΔΕΔ Αθήνας αποφ. 2972/2017
Μεταφορά φορολογικής κατοικίας – Μερική αποδοχή ενδικοφανούς προσφυγής
Καλλιθέα, 17-5-2017
Αριθμός απόφασης: 2972

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΤΜΗΜΑ Α6

Ταχ. Δ/νση :Αριστογείτονος 19
Ταχ. Κώδικας :176 71 – Καλλιθέα
Τηλέφωνο :213-1604504
ΦΑΞ:213-1604567

ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Έχοντας υπ’ όψη:

1. Τις διατάξεις :
α. Του άρθρου 63 του ν.4174/2013 (ΦΕΚ Α’ 170), όπως ισχύει.
β. Του άρθρου 11 της Δ.ΟΡΓ.Α 1036960/10.3.2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ 968 Β’/22-03-2017) με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)».
γ. Της ΠΟΛ.1064/2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ Β’ 1440/27-4-2017).

2. Την ΠΟΛ.1069/4.3.2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.

3. Την υπ’ αριθμόν Δ.Ε.Δ. 1126366 ΕΞ 2016/30.8.2016 (ΦΕΚ 2759/τ.Β’/01-09-2016) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών.

4. Την από 23-1-2017 και με αριθμό πρωτοκόλλου ……….. ενδικοφανή προσφυγή του ………. του …. , ΑΦΜ ……. , κατοίκου ……. κατά της με αριθμό………. απορριπτικής απόφασης για τη μεταφορά φορολογικής κατοικίας για το φορολογικό έτος 2015 και της με αριθμό ……………………. απορριπτικής απόφασης για τη μεταβολή φορολογικής κατοικίας για το φορολογικό έτος 2014 του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Α’ ΠΑΤΡΩΝ και τα προσκομιζόμενα με αυτήν σχετικά έγγραφα.

5. Την με αριθμό……… απορριπτική απόφαση για τη μεταφορά φορολογικής κατοικίας για το φορολογικό έτος 2015 και την με αριθμό……… απορριπτική απόφαση για τη μεταβολή φορολογικής κατοικίας για το φορολογικό έτος 2014 του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Α’ ΠΑΤΡΩΝ, των οποίων ζητείται η ακύρωση.

6. Τις απόψεις της ανωτέρω φορολογικής αρχής.

7. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του Τμήματος Α6 όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης.

Επί της από 23-1-2017 και με αριθμό πρωτοκόλλου……….. ενδικοφανούς προσφυγής του………. , η οποία κατατέθηκε εμπρόθεσμα και μετά την μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:

Με με αριθμό ……… απορριπτική απόφαση για τη μεταφορά φορολογικής κατοικίας για το φορολογικό έτος 2015 δεν έγινε δεκτό το αίτημά του, διότι:

• Διατηρούσε ενεργή επαγγελματική δραστηριότητα στην Ελλάδα έως 3-12-2015, οπότε είχε τη δυνατότητα να παρέχει επ’ αμοιβή υπηρεσίες κατά τη διάρκεια των ετών 2014 και 2015, χωρίς απαραίτητη φυσική παρουσία – στις 3-12-2015 προέβη σε διακοπή εργασιών

• Στην δήλωση φορολογίας εισοδήματος Ε1 για το φορολογικό έτος 2015 δήλωσε εισοδήματα από άσκηση επαγγέλματος, όπερ σημαίνει ότι διατηρεί οικονομικούς δεσμούς με την Ελλάδα και ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα.

Ο προσφεύγων είχε υποβάλει την με αριθμό………… αίτηση για αλλαγή φορολογικής κατοικίας για το φορολογικό έτος 2014, η οποία απορρίφθηκε με τη με αριθμό………… απαντητική επιστολή της Δ.Ο.Υ. Α’ ΠΑΤΡΩΝ, διότι δεν είχε προσκομίσει ο προσφεύγων πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας και είχε ενεργή επαγγελματική δραστηριότητα μέχρι την έκδοση της απορριπτικής απόφασης της Δ.Ο.Υ.. Ο προσφεύγων υπέβαλε τη με αριθμό………… αίτηση θεραπείας – ιεραρχική προσφυγή στην ίδια ως άνω Δ.Ο.Υ., η οποία απερρίφθη με τη με αριθμό ……………… αρνητική απάντηση της Δ.Ο.Υ..

Κατόπιν των ανωτέρω, ο προσφεύγων κατέθεσε τη με αριθμό………… ενδικοφανή προσφυγή, η οποία απερίφθη δυνάμει της με αριθμό…….. απόφασης της Υπηρεσίας μας.

Ο προσφεύγων με την υπό κρίση ενδικοφανή προσφυγή αιτείται την ακύρωση των προσβαλλόμενων πράξεων για τους εξής λόγους:

• Η Υπηρεσία μας δεν έχει τοποθετηθεί επί της ουσίας επί της με αριθμό ……………… ενδικοφανούς προσφυγής που είχε καταθέσει ο προσφεύγων και πρέπει να τοποθετηθεί στα πλαίσια της υπό εξέταση ενδικοφανούς προσφυγής

• Έχει συνεχή φυσική παρουσία και επαγγελματική δραστηριότητα στο Ηνωμένο Βασίλειο και έχει προσκομίσει πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας – έχει καταθέσει στη φορολογική αρχή του Ηνωμένου Βασιλείου συμπληρωματικές φορολογικές δηλώσεις παγκόσμιου εισοδήματος, στις οποίες έχει αναγράψει το εισόδημα που απέκτησε στην Ελλάδα και έχει παρακρατηθεί φόρος 20%

• Η επαγγελματική δραστηριότητα που αναφέρει η Δ.Ο.Υ. ήταν μια σύμβαση έργου σε έναν συγκεκριμένο εργοδότη, την οποία είχε διατηρήσει ενεργή για να εξοφλήσει ο εργοδότης του το υπόλοιπο οφειλόμενο ποσό ύψους 4.065€ – δεν απαγορεύεται από κάποια διάταξη να είναι φορολογικός κάτοικος άλλης χώρας και να ασκεί δραστηριότητα σε οποιαδήποτε άλλη χώρα επιθυμεί

• Έχει ισχυρούς επαγγελματικούς και κοινωνικούς δεσμούς με το Ηνωμένο Βασίλειο, όπου εργάζεται με σχέση μισθωτής εργασίας και έχει τον σταθερό κοινωνικό του κύκλο, την πολιτική και συνδικαλιστική του δραστηριότητα

• Έχει ισχυρούς οικονομικούς δεσμούς με το Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς από εκεί προέρχεται σχεδόν αποκλειστικά το εισόδημά του, δυνάμει σύμβασης μισθωτής εργασίας – δεν έχει καμία δραστηριότητα ως ελεύθερος επαγγελματίας στην Ελλάδα

• Έχει ισχυρούς ασφαλιστικούς δεσμούς με το Ηνωμένο Βασίλειο (και κανένα με την Ελλάδα), καθώς από το Δεκέμβριο του 2013 εξαιρείται πλήρως από το ελληνικό ασφαλιστικό σύστημα και είναι αποκλειστικά ασφαλισμένος στο Ηνωμένο Βασίλειο (ο ασφαλιστικός φορέας στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι ενήμερος και αναγνωρίζει και καλύπτει την όποια παράλληλη εργασία του στην Ελλάδα)

Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 3 «Υποκείμενα του φόρου» του ν.4172/2013: «1. Ο φορολογούμενος που έχει τη φορολογική κατοικία του στην Ελλάδα υπόκειται σε φόρο για το φορολογητέο εισόδημά του που προκύπτει στην ημεδαπή και την αλλοδαπή, ήτοι το παγκόσμιο εισόδημά του που αποκτάται μέσα σε ορισμένο φορολογικό έτος. Κατ’ εξαίρεση ο φορολογούμενος που είναι αλλοδαπό προσωπικό των εγκατεστημένων στην Ελλάδα γραφείων, σύμφωνα με τις διατάξεις του α. ν. 89/1967 (Α’ 132), όπως ισχύει, υπόκειται σε φόρο στην Ελλάδα μόνο για το εισόδημα που προκύπτει στην Ελλάδα. 2. Ο φορολογούμενος που δεν έχει τη φορολογική κατοικία του στην Ελλάδα υπόκειται σε φόρο για το φορολογητέο εισόδημά του που προκύπτει στην Ελλάδα και αποκτάται μέσα σε ορισμένο φορολογικό έτος.»

Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 4 «Φορολογική κατοικία» του ν.4172/2013: «1. Ένα φυσικό πρόσωπο είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδας, εφόσον: α) έχει στην Ελλάδα τη μόνιμη ή κύρια κατοικία του ή τη συνήθη διαμονή του ή το κέντρο των ζωτικών του συμφερόντων ήτοι τους προσωπικούς ή οικονομικούς ή κοινωνικούς δεσμούς του ή β) είναι προξενικός, διπλωματικός ή δημόσιος λειτουργός παρόμοιου καθεστώτος ή δημόσιος υπάλληλος που έχει την ελληνική ιθαγένεια και υπηρετεί στην αλλοδαπή.»

Επειδή, σύμφωνα με το νομοθετικό διάταγμα 2732/1953 «Περί κυρώσεως της μεταξύ Ελλάδος και Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρεττανίας και Βορείου Ιρλανδίας συμβάσεως περί αποφυγής της διπλής φορολογίας και αποτροπής της φορολογικής διαφυγής εν σχέσει προς τους φόρους επί του εισοδήματος (Φ.Ε.Κ. 329/12.11.1953/, τ. A’).»:

«Άρθρον I
(1) Οι φόροι οι οποίοι αποτελούν το αντικείμενον της παρούσης συμβάσεως είναι: (α) εν Ελλάδι: O φόρος επί του εισοδήματος (περιλαμβανομένου και του αναλυτικού φόρου και του συνθετικού τοιούτου) εφεξής αναφερομένων εν τη συμβάσει ως «Ελληνικού φόρου», (β) Εν τω Ηνωμένω Βασιλείω της Μεγάλης Βρεττανίας και Βορείου Ιρλανδίας: O φόρος επί του εισοδήματος (περιλαμβανομένου και του προσθέτου φόρου) ο φόρος επί των κερδών και ο φόρος επί των υπερβαλλόντων κερδών εφεξής αναφερομένων εν τη παρούση Συμβάσει ως «φόρου του Ηνωμένου Βασιλείου».
(2) H παρούσα Σύμβασις θα έχη επίσης εφαρμογήν επί οιωνδήποτε άλλων φόρων χαρακτήρος ουσιαστικώς παρομοίου προς τους ανωτέρω, επιβαλλομένων υπό της Eλλάδος ή του Ηνωμένου Βασιλείου μετά την ημερομηνίαν της υπογραφής της Συμβάσεως. …
Άρθρον II
(1) Εν τη παρούση συμβάσει, εκτός αν άλλως απαιτεί η έννοια του κειμένου:…
(η) Οι όροι «κάτοικος του Ηνωμένου Βασιλείου» και «κάτοικος της Ελλάδος», υποδηλούν οιονδήποτε πρόσωπον το οποίον είναι κάτοικος του Ηνωμένου Βασιλείου δια τους σκοπούς του φόρου του Ηνωμένου Βασιλείου και ουχί πρόσωπον κατοικούν ή διαμένον εν Ελλάδι δια τους σκοπούς του Ελληνικού φόρου και οιονδήποτε πρόσωπον το οποίον είναι κάτοικος ή διαμένει εν Ελλάδι δια τους σκοπούς του Ελληνικού φόρου και ουχί κάτοικος του Ηνωμένου Βασιλείου δια τους σκοπούς του φόρου του Ηνωμένου Βασιλείου. .
(2) Εις ας περιπτώσεις η παρούσα Σύμβασις προβλέπει ότι εισόδημα εκ πηγής ευρισκομένης εις εν των εδαφών θ’ απαλλάσσηται από φόρους εν τω εδάφει αυτώ εάν (μετά ή άνευ άλλων όρων) το εισόδημα τούτο υπόκειται εις φόρον εις το έτερον έδαφος και δυνάμει του εν τω ετέρω τούτω εδάφει ισχύοντος νόμου το εν λόγω εισόδημα υπόκειται εις φόρον αναλόγως του εκ τούτου ποσού το οποίον εμβάζεται ή λαμβάνεται εν τω ετέρω τούτω εδάφει και ουχί αναλόγως του ολικού ποσού τούτου, τότε η δυνάμει της παρούσης Συμβάσεως παρασχεθησομένη απαλλαγή εν τω πρώτω εδάφει, θα έχη μόνον εφαρμογήν επί του μέρους του εισοδήματος το οποίον εμβάζεται ή λαμβάνεται εις το έτερον τούτο έδαφος. .
Άρθρον IX
(1) Άτομον το οποίον είναι κάτοικος του Ηνωμένου Βασιλείου θ’απαλλάσσηται του Ελληνικού φόρου επί κερδών ή αμοιβής δια προσωπικάς υπηρεσίας (περιλαμβανομένων και των επαγγελματικών) παρασχεθείσας εντός της Ελλάδος καθ’ οιονδήποτε έτος βεβαιώσεως: (α) αν ευρίσκεται εντός της Ελλάδος δια χρονικόν διάστημα ή διαστήματα μη υπερβαίνοντα συνολικώς τας 183 ημέρας κατά το έτος αυτό, (β) αν αι υπηρεσίαι παρέχονται δια κάτοικον του Ηνωμένου Βασιλείου ή δια λογαριασμόν του, και (γ) αν τα κέρδη ή η αμοιβή υπόκεινται εις τον φόρον του Ηνωμένου Βασιλείου.
(2) Άτομον το οποίον είναι κάτοικος της Ελλάδος θ ‘απαλλάσσηται του φόρου του Ηνωμένου Βασιλείου επί κερδών ή αμοιβής δια προσωπικάς υπηρεσίας (περιλαμβανομένων και των επαγγελματικών) παρασχεθείσας εντός του Ηνωμένου Βασιλείου καθ’ οιονδήποτε έτος βεβαιώσεως: (α) αν ευρίσκεται εντός του Ηνωμένου Βασιλείου δια χρονικόν διάστημα ή διαστήματα μη υπερβαίνοντα συνολικώς τας 183 ημέρας κατά το έτος αυτό, (β) αν αι υπηρεσίαι παρέχωνται δια κάτοικον της Ελλάδος ή δια λογαριασμόν του, και (γ) αν τα κέρδη ή η αμοιβή υπόκεινται εις τον Ελληνικόν φόρον. …
Άρθρον XI Καθηγητής ή διδάσκαλος εξ ενός των εδαφών, όστις λαμβάνει αμοιβήν δια διδασκαλίαν, κατά την διάρκειαν προσωρινής παραμονής μη υπερβαινούσης τα δύο συνεχή έτη, εις Πανεπιστήμιον, Κολλέγιον, Σχολείον ή άλλο Εκπαιδευτικόν Ίδρυμα λειτουργούν εις το άλλο έδαφος, θ’ απαλλάσσηται του φόρου εις το έτερον τούτο έδαφος δια την αμοιβήν ταύτην. …
Άρθρον XIV
(1) Οι νόμοι των Συμβαλλομένων Μερών θα εξακολουθήσουν διέποντες την φορολογίαν του εισοδήματος του προκύπτοντος εις εκάτερον των εδαφών, εκτός εις ας περιπτώσεις προβλέπεται ρητώς το αντίθετον εν τη παρούση Συμφωνία. Εις ας περιπτώσεις το εισόδημα υπόκειται εις φόρον εις αμφότερα τα εδάφη θα δίδεται απαλλαγή από την διπλήν φορολογίαν συμφώνως προς τας ακολούθους παραγράφους του παρόντος άρθρου.
(2) Υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων του νόμου του Ηνωμένου Βασιλείου περί εκπτώσεως εκ του φόρου του Ηνωμένου Βασιλείου του φόρου του καταβλητέου εις έδαφος εκτός του Ηνωμένου Βασιλείου, ο Ελληνικός φόρος ο καταβλητέος, είτε απ’ ευθείας είτε δι ‘εκπτώσεως δι’ εισόδημα εκ πηγών ευρισκομένων εντός της Ελλάδος, θα εκπίπτεται εκ του φόρου του Ηνωμένου Βασιλείου του καταβλητέου δια το εισόδημα τούτο.
(3) Υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων του Ελληνικού νόμου περί εκπτώσεως εκ του Ελληνικού φόρου του φόρου του καταβλητέου εις έδαφος εκτός της Ελλάδος, ο φόρος του Ηνωμένου Βασιλείου, ο καταβλητέος, είτε απ ‘ευθείας, είτε δι ‘εκπτώσεως, δι ‘εισόδημα εκ πηγών ευρισκομένων εντός του Ηνωμένου Βασιλείου, θα εκπίπτεται εκ του Ελληνικού φόρου του καταβλητέου δια το εισόδημα τούτο.»

Επειδή, σύμφωνα με την απόφαση ΣτΕ 1445/2016 του ΣτΕ: «Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 4 καθορίζονται τα κριτήρια βάσει των οποίων ένα φυσικό πρόσωπο θεωρείται κάτοικος Ελλάδας. Τα κριτήρια αυτά είναι η μόνιμη ή κύρια κατοικία, η συνήθης διανομή και το κέντρο των προσωπικών, οικονομικών και κοινωνικών συμφερόντων […]. Κατά την έννοια, λοιπόν, σύμφωνα με όλα τα προεκτιθέμενα, των διατάξεων των άρθρων 3 και 4 παρ. 1 του ν. 4172/2013, σε φόρο εισοδήματος στην Ελλάδα για το παγκόσμιο εισόδημά του, ήτοι για εκείνο που προκύπτει τόσο στην ημεδαπή όσο και στην αλλοδαπή, υπόκειται, μεταξύ άλλων, το φυσικό πρόσωπο το οποίο έχει την κατοικία του στην Ελλάδα, έχει δηλαδή σ’ αυτήν μόνιμη και κύρια πραγματική εγκατάσταση, την οποία έχει καταστήσει, σύμφωνα με τη βούληση του, το κέντρο των εν γένει βιοτικών του σχέσεων και ζωτικών συμφερόντων (πρβλ. καθ’ ερμηνεία του άρθρου 51ΑΚ, ΣτΕ 259, ΣτΕ 3254/2011, ΣτΕ 1113/2008 κ.ά, ΑΠ 660/2015, ΑΠ 1730/2009 κ. ά.), το οποίο αποτελεί στοιχείο προσδιοριστικό της έννοιας της κατοικίας. Ως τέτοιο δε (δηλαδή ως στοιχείο προσδιοριστικό της έννοιας της κατοικίας) νοούμενο στην παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 4172/2013 και όχι ως αυτοτελές κριτήριο προσδιορισμού της φορολογικής κατοικίας, το κέντρο των βιοτικών σχέσεων και ζωτικών συμφερόντων ενός φυσικού προσώπου υφίσταται εκεί όπου το πρόσωπο αυτό αναπτύσσει τους προσωπικούς, οικονομικούς και κοινωνικούς δεσμούς του (βλ. άλλωστε τα διαλαμβανόμενα στην αιτιολογική έκθεση για το «κέντρο των προσωπικών, οικονομικών και κοινωνικών συμφερόντων» -δίχως τη διάζευξη που έχει τεθεί στο κείμενο του νόμου- καθώς και για την κατά τα διεθνή πρότυπα και κατευθυντήριες οδηγίες του ΟΟΣΑ, συμπεριλαμβανομένων των οδηγιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έννοια αυτού). Εξάλλου, προκειμένου να κριθεί εάν ένα φυσικό πρόσωπο έχει (ή πολλώ μάλλον μεταβάλλει την επί μακρόν διατηρούμενη από αυτό) κατοικία, πρέπει να συνεκτιμώνται όλα τα πρόσφορα στοιχεία (πρβλ. ΣτΕ 1948/1956, ΣτΕ 3870/2002, ΣτΕ 3973/2005, ΣτΕ 1113/2008, ΣτΕ 259/2011 κ. ά.), όπως ιδίως η ύπαρξη στέγης, η φυσική παρουσία του ίδιου, των μελών της οικογένειάς του (στην οποία δεν περιλαμβάνονται μόνον ο ή η σύζυγος και τα τέκνα αυτού), ο τόπος άσκησης των επαγγελματικών δραστηριοτήτων, ο τόπος των περιουσιακών συμφερόντων, ο τόπος των διοικητικών δεσμών με τις δημόσιες αρχές και φορείς (ασφαλιστικούς, επαγγελματικούς, κοινωνικούς), ο τόπος ανάπτυξης πολιτικών, πολιτισμικών ή άλλων δραστηριοτήτων. Συνεπώς, για τη θεμελίωση της προαναφερόμενης φορολογικής υποχρέωσης ενός φυσικού προσώπου, η φορολογική αρχή πρέπει να προβαίνει σε ειδικώς αιτιολογημένη κρίση αναφορικά με το εάν το πρόσωπο αυτό έχει κατοικία στην Ελλάδα, φέρουσα κατ’ αρχήν και το βάρος απόδειξης των πραγματικών περιστατικών που τεκμηριώνουν, επαρκώς, ενόψει των συνθηκών, την ύπαρξή της. Συναφώς, το δικαστήριο της ουσίας, όταν εκδικάζει προσφυγή κατά πράξης περί της εν λόγω φορολογικής υποχρέωσης φυσικού προσώπου, οφείλει να ερευνήσει το ίδιο, κατ’ ενάσκηση πλήρους δικαιοδοσίας, αν συντρέχει η αμφισβητούμενη πραγματική βάση της, δηλαδή η ύπαρξη ή μη κατοικίας αυτού στην Ελλάδα, και να κρίνει το ζήτημα, στο πλαίσιο δε αυτό, έχει την εξουσία, κατ’ άρθρο 152 επ. του Κ.Δ.Δ., να διατάξει συμπλήρωση των αποδείξεων και, τελικώς, αν δεν βεβαιώνεται στον αναγκαίο βαθμό για τα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά, να αποφανθεί, αφού κατανείμει το βάρος αποδείξεως μεταξύ των διαδίκων. …
οι αξιώσεις κάθε κυρίαρχου κράτους, εφ’ όσον δεν είναι εστερημένες ευλόγου ερείσματος δεν υποχωρούν μονομερώς, παρά μόνο μέσω αμοιβαία συμφωνημένης εναρμόνισης. Μέσα στα πλαίσια δε αυτά έχουν εκπονηθεί από διάφορους διεθνείς οργανισμούς κατευθυντήριες οδηγίες και «πρότυπες» συμβάσεις προς διευκόλυνση των διμερών διαπραγματεύσεων μεταξύ κυριάρχων κρατών που έχουν ως αντικείμενο την σύναψη μεταξύ τους συμφωνίας μέσω της οποίας αυτοπεριορίζουν και εναρμονίζουν την άσκηση της φορολογικής τους κυριαρχίας, προς αποτροπή συγκρούσεων (τέτοιες «πρότυπες» συμβάσεις είναι αυτή του ΟΟΣΑ για την αποφυγή της διπλής φορολογίας στο εισόδημα και στο κεφάλαιο καθώς και η αντίστοιχη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών). Πριν από την σύναψη τέτοιας διμερούς συμφωνίας δεν υπάρχει ούτε εναρμόνιση, ούτε υποχρέωση εναρμόνισης και κάθε κυρίαρχο κράτος ασκεί την κυριαρχία του αδέσμευτα και χωρίς να εξετάζει αν οι εθνικοί του κανόνες είναι σύμφωνοι με κάποια διεθνή (πλην μη νομικώς δεσμευτικά) πρότυπα, ή αν απολήγουν σε διπλή φορολόγηση. Μετά τη σύναψη τέτοιας σύμβασης, η φορολογική εξουσία του κάθε ενός από τα συμβαλλόμενα κράτη οριοθετείται σε σχέση με την εξουσία του άλλου συμβαλλομένου κράτους αποκλειστικά με βάση όσα συμφωνήθηκαν μεταξύ τους και όχι με βάση το εθνικό δίκαιο.»

Επειδή, σύμφωνα με την ΠΟΛ.1260/19.12.2014 «Σχετικά με τη φορολογική κατοικία»:
«2. Οι ελεγχόμενοι φορολογούμενοι, οι οποίοι έχουν ήδη υποβάλει μέρος των δικαιολογητικών ή δεν τα έχουν υποβάλει καθόλου, υποχρεούνται σε κάθε περίπτωση, να προσκομίσουν τα ακόλουθα δικαιολογητικά, από τα οποία θα προκύπτει ότι όντως είχαν μεταφέρει το κέντρο του οικογενειακού τους βίου (οικογενειακή εστία) ή το κέντρο του επαγγελματικού τους βίου, της ύπαρξής τους και των βιοτικών τους σχέσεων (κέντρο ζωτικών συμφερόντων), στην αλλοδαπή:
(α) Στοιχεία που αποδεικνύουν ότι οι φορολογούμενοι και τα μέλη της οικογένειάς τους (σύζυγος/τέκνα), εάν αυτά υφίστανται, διαμένουν σε μόνιμη και σταθερή βάση στην αλλοδαπή (π.χ. βεβαίωση από δημοτική/δημόσια/άλλη αναγνωρισμένη αρχή, αποδεικτικά εκπαίδευσης/φοίτησης τέκνων ή μισθωτήριο συμφωνητικό κατοικίας ή αποδεικτικό ιδιόκτητης κατοικίας στην αλλοδαπή, εφόσον αυτή υφίσταται).
(β.1.) Πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας που εκδίδεται από την αλλοδαπή φορολογική αρχή, από το οποίο θα προκύπτει ότι είναι φορολογικοί κάτοικοι αυτού του άλλου κράτους. Εάν οι φορολογούμενοι έχουν εγκατασταθεί σε κράτος με το οποίο υφίσταται Σύμβαση Αποφυγής Διπλής Φορολογίας Εισοδήματος (ΣΑΔΦΕ) και εφόσον αποκτούσαν εισόδημα στη χώρα μας, μπορούν να προσκομίσουν, αντί του πιστοποιητικού, την προβλεπόμενη Αίτηση για την Εφαρμογή της Σύμβασης Αποφυγής Διπλής Φορολογίας Εισοδήματος όπου είναι ενσωματωμένο το πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας (δίγλωσσα έντυπα) και για την οποία δεν απαιτείται η επισημείωση της Χάγης. Επίσης, δεν απαιτείται η επισημείωση της Χάγης για τα πιστοποιητικά φορολογικής κατοικίας που εκδίδουν οι φορολογικές αρχές των ΗΠΑ και της Τουρκίας, στο πλαίσιο της ΣΑΔΦΕ που έχει συναφθεί με τη χώρα μας.
(β.2.) Σε περίπτωση που οι φορολογούμενοι έχουν εγκατασταθεί σε κράτος με το οποίο δεν υφίσταται Σύμβαση Αποφυγής Διπλής Φορολογίας Εισοδήματος,…
(γ) Στοιχεία σχετικά με τον επαγγελματικό βίο [π.χ. σύμβαση εξηρτημένης εργασίας με αλλοδαπό εργοδότη ή βεβαίωση εργασίας από τον εν λόγω εργοδότη. Σε περίπτωση μη εξηρτημένης απασχόλησης, αποδεικτικό της επαγγελματικής δραστηριότητας στην αλλοδαπή (π.χ. έναρξη επιχειρηματικής δραστηριότητας, συμμετοχή σε αλλοδαπές εταιρείες)].

Τονίζεται ότι, η προσκόμιση των ως άνω δικαιολογητικών τελεί υπό την προϋπόθεση ότι η έκδοσή τους προβλέπεται από τις εσωτερικές διατάξεις του άλλου κράτους (π.χ. σε ορισμένα κράτη μπορεί να μην υφίστανται δήμοι ή να μην υπάρχει υποχρέωση υποβολής δήλωσης κλπ.). Σε κάθε, πάντως, περίπτωση, εάν ο φορολογούμενος προσκομίσει τα δικαιολογητικά που αναφέρονται στις παραγράφους (α) και β(1)/β(2), τότε δεν απαιτείται η προσκόμιση των δικαιολογητικών της παραγράφου (γ), ούτε κρίνεται αναγκαία η προσκόμιση άλλων στοιχείων ή δικαιολογητικών για την τεκμηρίωση της φορολογικής του κατοικίας στην αλλοδαπή. Αν συντρέχουν τα υπό στοιχεία (α) και β(1)/β(2), τότε γεγονότα όπως η κατοχή ακινήτου στην Ελλάδα, η διατήρηση στην Ελλάδα τραπεζικών λογαριασμών, η συμμετοχή στο κεφάλαιο ή στη διοίκηση ημεδαπών εταιρειών στην Ελλάδα, από μόνα τους δεν μπορούν να αποτελέσουν στοιχεία ώστε να χαρακτηρισθεί το φυσικό πρόσωπο ως φορολογικός κάτοικος Ελλάδος (εκτός αν ελλείψει οικογένειας, διαπιστώνεται ότι το εν λόγω πρόσωπο έχει τη συνήθη διαμονή του στην Ελλάδα). Σε περίπτωση μη υποβολής κάποιων εκ των παραπάνω δικαιολογητικών και αν λόγω της μη υποβολής τους οι ελεγκτικές υπηρεσίες αδυνατούν να αποφανθούν για τη φορολογική κατοικία βάσει των προσκομισθέντων δικαιολογητικών, τότε οι φορολογούμενοι οφείλουν να προσκομίσουν πρόσθετα δικαιολογητικά (π.χ. βεβαίωση ασφαλιστικού φορέα, βεβαίωση από επαγγελματικές ενώσεις-επιμελητήρια- συλλόγους, δικαιολογητικά για την ύπαρξη περιουσιακών στοιχείων), με τα οποία θα αποδεικνύουν τον ισχυρό δεσμό τους με το άλλο κράτος, δεσμός που τους δημιουργεί μόνιμη φορολογική κατοικία στο άλλο κράτος.»

Επειδή, σύμφωνα με την ΠΟΛ.1058/18.3.2015 «Διαδικασία μεταβολής της φορολογικής κατοικίας κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του Ν.4172/2013 και του Ν.4174/2013»: «1. Τα φυσικά πρόσωπα που επιθυμούν να μεταφέρουν τη φορολογική τους κατοικία στο εξωτερικό οφείλουν να υποβάλουν, το αργότερο έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα του πρώτου δεκαήμερου του μηνός Μαρτίου του φορολογικού έτους που ακολουθεί το φορολογικό έτος αναχώρησης, στο Τμήμα ή Γραφείο Συμμόρφωσης και Σχέσεων με τους Φορολογουμένους της Δ.Ο. Υ. όπου είναι υπόχρεοι υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος ως φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας: αίτηση (έντυπο Μ0) με συνημμένα τα έντυπα Μ1 και Μ7 συμπληρωμένα, όπως ορίζουν οι κείμενες διατάξεις, καθώς και έγγραφη δήλωση με βεβαιωμένο το γνήσιο της υπογραφής τους, για τον ορισμό φορολογικού εκπροσώπου τους στην Ελλάδα. Παράλληλα, εφόσον διαθέτουν, συνυποβάλλουν και τα σχετικά δικαιολογητικά όπως περιγράφονται κατωτέρω. …
2. Τα προαναφερθέντα φυσικά πρόσωπα οφείλουν να προσκομίσουν, το αργότερο έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα του πρώτου δεκαήμερου του μηνός Σεπτεμβρίου του φορολογικού έτους που ακολουθεί το φορολογικό έτος αναχώρησης, στο ως άνω Τμήμα ή Γραφείο της Δ.Ο.Υ.:
(α) Βεβαίωση φορολογικής κατοικίας από την αρμόδια φορολογική αρχή του κράτους όπου δηλώνουν φορολογικοί κάτοικοι, από την οποία να προκύπτει ότι είναι φορολογικοί κάτοικοι αυτού του κράτους. Εάν οι φορολογούμενοι έχουν εγκατασταθεί σε κράτος με το οποίο υφίσταται Σύμβαση Αποφυγής Διπλής Φορολογίας Εισοδήματος (στο εξής ΣΑΔΦΕ) και εφόσον αποκτούν εισόδημα στη χώρα μας, μπορούν να προσκομίσουν, αντί της βεβαίωσης, την προβλεπόμενη Αίτηση για την Εφαρμογή της ΣΑΔΦΕ όπου είναι ενσωματωμένο το πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας (δίγλωσσα έντυπα) ή
(β) αντίγραφο της εκκαθάρισης της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος που υπέβαλαν στο άλλο κράτος ή
(γ) ελλείψει εκκαθάρισης, αντίγραφο της σχετικής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος τους.
Σε περίπτωση που δεν είναι δυνατή η προσκόμιση κάποιων από τα ανωτέρω δικαιολογητικά από την αρμόδια φορολογική αρχή, τότε απαιτείται βεβαίωση από οποιαδήποτε άλλη δημόσια ή δημοτική ή άλλη αναγνωρισμένη αρχή με την οποία θα αποδεικνύεται ο ισχυρός δεσμός (κέντρο ζωτικών συμφερόντων) του φυσικού προσώπου με το άλλο κράτος.
3. Για τη γνησιότητα των αλλοδαπών δημοσίων εγγράφων, τα οποία έχουν συνταχθεί στο έδαφος του αλλοδαπού κράτους και περιγράφονται στην παρ. 2 της παρούσης, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από τη Σύμβαση της Χάγης (Apostille) ή κατά τα διεθνή νόμιμα (προξενική διαδικασία), εφαρμόζονται οι οδηγίες της Δνσης Οργάνωσης (σχετ. το με αριθ. Δ6Δ 1095210 ΕΞ 25.6.2014 έγγραφό της). Επίσης, για τα προβλεπόμενα έγγραφα απαιτείται επίσημη μετάφραση στην Ελληνική γλώσσα.
Από τη διαδικασία αυτή εξαιρούνται οι προαναφερθείσες Αιτήσεις για την Εφαρμογή των ΣΑΔΦΕ, καθώς και τα πιστοποιητικά φορολογικής κατοικίας που εκδίδουν οι φορολογικές αρχές των ΗΠΑ και της Τουρκίας, στο πλαίσιο των ΣΑΔΦΕ που έχουν συναφθεί με τη χώρα μας.
4. Σε περίπτωση που φορολογούμενος υποβάλλει τα έντυπα (Μ0-Μ1-Μ7) και προσκομίσει, εμπροθέσμως, τα προβλεπόμενα δικαιολογητικά, αλλά παρόλα αυτά θεωρείται φορολογικός κάτοικος Ελλάδας κατά τις διατάξεις της εσωτερικής μας νομοθεσίας (άρθρο 4 Ν.4172/2013), ενημερώνεται από το Τμήμα ή Γραφείο Συμμόρφωσης και Σχέσεων με τους Φορολογουμένους ότι το αίτημά του για μεταφορά της φορολογικής κατοικίας του απορρίπτεται και η αίτηση με τα συνημμένα έντυπα και δικαιολογητικά τίθενται στο φάκελό του. Ο φορολογούμενος, στην περίπτωση αυτή, υποχρεούται να υποβάλει δήλωση φορολογίας εισοδήματος ως φορολογικός κάτοικος Ελλάδας (παγκόσμιο εισόδημα) το αργότερο μέχρι τη λήξη του επόμενου φορολογικού έτους από αυτό που αφορούσε το αίτημα μεταφοράς (π.χ. όσοι φορολογούμενοι υπέβαλαν σχετικά έντυπα και δικαιολογητικά που αφορούσαν το φορολογικό έτος 2014 και το αίτημά τους απορρίφθηκε, υποχρεούνται να υποβάλουν δήλωση φορολογίας εισοδήματος το αργότερο έως τις 31.12.2015), χωρίς την επιβολή προστίμου εκπρόθεσμης δήλωσης.
Σε περίπτωση που φορολογούμενος, ο οποίος έχει υποβάλει τα έντυπα (Μ0-Μ1-Μ7) και προσκομίσει, εμπροθέσμως, τα προβλεπόμενα δικαιολογητικά, θεωρηθεί φορολογικός κάτοικος εξωτερικού, τα εν λόγω έντυπα (Μ0-Μ1-Μ7) προωθούνται, μαζί με την έγγραφη δήλωση για τον ορισμό φορολογικού εκπροσώπου και τη σχετική έγκριση, στο Τμήμα ή Γραφείο Διοικητικής και Μηχανογραφικής Υποστήριξης της Δ.Ο.Υ., προκειμένου να καταχωρισθούν στο υποσύστημα Μητρώου οι σχετικές μεταβολές. Η βεβαίωση μεταβολής θα αποστέλλεται από το Τμήμα ή Γραφείο Διοικητικής και Μηχανογραφικής Υποστήριξης της Δ.Ο.Υ., ταχυδρομικώς, στο φορολογικό εκπρόσωπο. Ο φορολογούμενος, εφόσον είναι υπόχρεος σε υποβολή δήλωσης φορολογίας εισοδήματος στην Ελλάδα, δύναται να την υποβάλει ως φορολογικός κάτοικος εξωτερικού το αργότερο μέχρι τη λήξη του φορολογικού έτους που ακολουθεί το έτος αναχώρησης (π.χ. όσοι μετέβαλαν τη φορολογική τους κατοικία για το φορολογικό έτος 2014 μπορούν να υποβάλουν δήλωση φορολογίας εισοδήματος στην Ελλάδα το αργότερο έως τις 31.12.2015).

Όσοι φορολογούμενοι υποβάλλουν τα έντυπα (Μ0-Μ1-Μ7) και προσκομίσουν, εκπροθέσμως, τα προβλεπόμενα δικαιολογητικά, υποχρεούνται να υποβάλουν δήλωση φορολογίας εισοδήματος ως φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας ή εφόσον είναι υπόχρεοι ως φορολογικοί κάτοικοι εξωτερικού, η οποία θεωρείται εκπρόθεσμη από την, κατά περίπτωση, καταληκτική ημερομηνία υποβολής των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος και επισύρει την επιβολή προστίμου.

Όσοι φορολογούμενοι υποβάλλουν τα έντυπα (Μ0-Μ1-Μ7) και δεν προσκομίσουν τα δικαιολογητικά, υποχρεούνται να υποβάλουν δήλωση φορολογίας εισοδήματος ως φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας (παγκόσμιο εισόδημα), η οποία θεωρείται εκπρόθεσμη από την καταληκτική ημερομηνία υποβολής των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος και επισύρει την επιβολή προστίμου.»

Επειδή με το φάκελο της υπόθεσης ο προσφεύγων προσκόμισε:

• Βεβαίωση του ……. ότι ο προσφεύγων έχει προσληφθεί από την 1-12-2013 έως τις 31-12¬2016

• Αίτηση για την εφαρμογή της σύμβασης αποφυγής διπλής φορολογίας μεταξύ Ελλάδος και Ηνωμένου Βασιλείου, στην οποία αναγράφεται ότι δεν είχε εισόδημα στην Ελλάδα το έτος 2014

• Αίτηση για την εφαρμογή της σύμβασης αποφυγής διπλής φορολογίας μεταξύ Ελλάδος και Ηνωμένου Βασιλείου, στην οποία αναγράφεται ότι είχε αμοιβή από……………………….. στην Ελλάδα το έτος 2015

• Οι φορολογικές δηλώσεις που έχει υποβάλει ο προσφεύγων στο Ηνωμένο Βασίλειο για τις περιόδους 6/4/2014 – 5/4/2015 και 6/4/2015 – 5/4/2016, στις οποίες έχει δηλώσει το ποσό που έλαβε στην Ελλάδα και τους φόρους που πλήρωσε, δηλώνοντας ότι θέλει να αιτηθεί την απαλλαγή από το φόρο που πλήρωσε στην Ελλάδα (επέλεξε την αντίστοιχη επιλογή στη φορολογική δήλωση)

• Την με αριθμό ……… βεβαίωση του Ε.Τ.Α.Α. – Τομείς Μηχανικών & Ε.Δ.Ε. που εκδόθηκε κατόπιν της με αριθμό ……….. αίτησης του προσφεύγοντα, με την οποία ο προσφεύγων εξαιρέθηκε από την ασφάλιση του εν λόγω Ταμείου για την περίοδο 3/12/2013 – 31/12/2014, λόγω μισθωτής εργασίας του στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η εξαίρεση του προσφεύγοντα παρατάθηκε και για την περίοδο 1/1/2015 – 31/12/2015, δυνάμει της με αριθμό ……. βεβαίωσης του ιδίου Ταμείου, κατόπιν της με αριθμό …………………… αίτησης του προσφεύγοντα, για τον ίδιο ως άνω λόγο.

Επειδή μεταξύ της Ελλάδας και του Ηνωμένου Βασιλείου υφίσταται η κυρωθείσα με το ν.2732/1953 Σύμβαση Αποφυγής Διπλής Φορολογίας, όπερ συνεπάγεται ότι η εθνική νομοθεσία εφαρμόζεται στο βαθμό που δεν αντίκειται στην αντίστοιχη σύμβαση αποφυγής διπλής φορολογίας, σύμφωνα με το σκεπτικό της προαναφερθείσας απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας.

Επειδή, στη συγκεκριμένη περίπτωση, ο προσφεύγων έχει προσληφθεί από ……………………. ως ερευνητικός συνεργάτης για το χρονικό διάστημα 1-12-2013 έως 31-12-2016, ήτοι για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 2 ετών, που ορίζει το νομοθετικό διάταγμα 2732/1953 «Περί κυρώσεως της μεταξύ Ελλάδος και Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρεττανίας και Βορείου Ιρλανδίας συμβάσεως περί αποφυγής της διπλής φορολογίας και αποτροπής της φορολογικής διαφυγής εν σχέσει προς τους φόρους επί του εισοδήματος (Φ.Ε.Κ. 329/12.11.1953/, τ. A’).».

Επειδή, σύμφωνα με το προσκομιζόμενο διεθνές εγχειρίδιο με τίτλο: «UK residents with foreign income or gains: certificates of residence: letter of confirmation», το οποίο έχει ενημερωθεί στις 28-7-2016, εάν ο πελάτης αιτείται βεβαίωση ότι η HMRC τον θεωρεί ως κάτοικο του ΗΒ για οποιοδήποτε σκοπό εκτός από την αξίωση ωφελειών υπό DTA (Double Taxation Agreement – Σύμβαση Αποφυγής Διπλής Φορολογίας), μια letter of confirmation (βεβαιωτική επιστολή) θα πρέπει να εκδοθεί αντί για Certificate of Residence (Πιστοποιητικό Φορολογικής Κατοικίας). Επίσης αναφέρει η διαφορά μεταξύ CoR (Certificate of Residence – Πιστοποιητικό Φορολογικής Κατοικίας) και letter of confirmation (βεβαιωτικής επιστολής) είναι ότι το CoR εκδίδεται αποκλειστικά για το σκοπό της αξίωσης ωφελειών υπό συγκεκριμένης DTA. Εάν ο πελάτης ζητά letter of confirmation, ο Υπάλληλος δε χρειάζεται να ελέγξει εάν ο πελάτης πληροί τις προϋποθέσεις οποιασδήποτε DTA. Σύμφωνα με τις συγκεκριμένες οδηγίες που ο ίδιος ο προσφεύγων προσκομίζει, για το συγκεκριμένο σκοπό της μεταβολής φορολογικής κατοικίας, που αιτείται με την παρούσα ενδικοφανή προσφυγή, απαιτείται πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας από την φορολογική αρχή του Ηνωμένου Βασιλείου και όχι «letter of confirmation».

Επειδή προσκομίζονται οι αιτήσεις για την εφαρμογή της σύμβασης αποφυγής της διπλής φορολογίας μεταξύ Ελλάδος και Ηνωμένου Βασιλείου για τα φορολογικά έτη 2014 και 2015, όπως ορίζει η ΠΟΛ.1058/18.3.2015 «Διαδικασία μεταβολής της φορολογικής κατοικίας κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του Ν.4172/2013 και του Ν.4174/2013», θεωρημένες από την Βασιλική Υπηρεσία Δημοσίων Εσόδων και Τελωνείων, με ενσωματωμένο το πιστοποιητικό της φορολογικής αρχής. Οι αιτήσεις αυτές αντικαθιστούν, σύμφωνα με την προαναφερθείσα ΠΟΛ.1058/18.3.2015 το πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας.

Επειδή προσκομίζεται πιστοποιητικό η προβλεπόμενη βεβαίωση για το φόρο εισοδήματος που παρακράτησε ο εργοδότης του για τις περιόδους 6/4/2014 – 5/4/2015 και 6/4/2015 – 5/4/2016.

Επειδή, στη συγκεκριμένη περίπτωση, ο προσφεύγων διαμένει …………… , τουλάχιστον από τα τέλη του 2013 και ένθεν, όπου και εργάζεται και υποβάλλει φορολογικές δηλώσεις.

Επειδή, σύμφωνα με τις προσκομισθείσες βεβαιώσεις του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων – Τομείς Μηχανικών & Εργοληπτών Δημόσιων Έργων, ο προσφεύγων έχει εξαιρεθεί από την ασφάλιση στο συγκεκριμένο Ταμείο από 3-12-2013 έως και 31-12-2015.

Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι οι δεσμοί του προσφεύγοντα για το φορολογικό έτος 2015 είναι στο Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς διαμένει, εργάζεται και ασφαλίζεται εκεί για συνεχές διάστημα. Το γεγονός ότι είχε ενεργή επαγγελματική δραστηριότητα δεν αποδεικνύει ότι υπάγεται στις διατάξεις του άρθρου 4 παρ.1 του ν.4172/2013, καθώς η Ελλάδα δεν ήταν ούτε η μόνιμη ή συνήθης κατοικία του, ούτε το κέντρο ζωτικών του συμφερόντων, αλλά ούτε και αποδεικνύεται ότι είχε τη βούληση να καταστήσει την Ελλάδα ως κέντρο των ζωτικών του συμφερόντων.

Επειδή, ο προσφεύγων απαραδέκτως έχει υποβάλλει αίτημα επανεξέτασης για το φορολογικό έτος 2014 με την παρούσα ενδικοφανή προσφυγή, διότι, όπως προαναφέρθηκε, για το εν λόγω αίτημα είχε υποβάλει την με αριθμό………. ενδικοφανή προσφυγή, η οποία απερίφθη δυνάμει της με αριθμό……. απόφασης της Υπηρεσίας μας. Η συγκεκριμένη απόφαση της Υπηρεσίας μας έχει ήδη προσβληθεί από τον προσφεύγοντα με τη με αριθμό κατάθεσης………….. προσφυγή του ενώπιον του Διοικητικού……..

Αποφασίζουμε

Την μερική αποδοχή της με αριθμό………… / 23-1-2017 ενδικοφανούς προσφυγής του ………. με ΑΦΜ ….. και συγκεκριμένα:

• Την αποδοχή αυτής όσον αφορά στη μεταφορά φορολογικής κατοικίας για το φορολογικό έτος 2015

• Την απόρριψη αυτής όσον αφορά στη μεταφορά φορολογικής κατοικίας για το φορολογικό έτος 2014, ως απαράδεκτης.

Η παρούσα απόφαση να κοινοποιηθεί από αρμόδιο όργανο με τη νόμιμη διαδικασία, στον υπόχρεο.

 

Ακριβές Αντίγραφο
Υπάλληλος του Τμήματος Διοικητικής Υποστήριξης

ΜΕ ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΑΚΟΣ

 

Σ η μ ε ί ω σ η : Κατά της απόφασης αυτής επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής ενώπιον των αρμόδιων Διοικητικών Δικαστηρίων εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή της.

Αποδοχή ενδικοφανούς προσφυγής προσφεύγοντος για αλλαγή φορολογικής κατοικίας για το έτος 2015

ΔΕΔ Θεσσαλονίκης αποφ. 1170/2017
Αποδοχή ενδικοφανούς προσφυγής προσφεύγοντος για αλλαγή φορολογικής κατοικίας για το έτος 2015
Θεσσαλονίκη, 22-05-2017
Αριθμός απόφασης: 1170

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ
ΤΜΗΜΑ Α7 – ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ

Ταχ. Δ/νση: Εγνατία 45
Ταχ. Κώδικας: 54630 – Θεσσαλονίκη
Τηλέφωνο: 2313-333245
ΦΑΞ: 2313-333258
E-Mail: ded.thess@n3.syzefxis.gov.gr

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΟΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Έχοντας υπ’ όψη:

1. Τις διατάξεις:

α. Του άρθρου 63 του Ν.4174/2013 (Κ.Φ.Δ.) (ΦΕΚ170Α/26-07-2013).

β. Του άρθρου 11 της με αριθμό και ημερομηνία πρωτοκ. Δ.ΟΡΓ.Α 1036960/10.3.2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ Ε. (ΦΕΚ968Β/22-03-2017) με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)».

γ. Της Απόφασης ΠΟΛ.1064/2017 του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ Β’ 1440/27-04-2017)

2. Την Εγκύκλιο ΠΟΛ.1069/4.3.2014 της Γ.Γ.Δ.Ε. του Υπουργείου Οικονομικών.

3. Την με αριθμό και ημερομηνία πρωτοκόλλου Δ.Ε.Δ. 1126366 ΕΞ 2016/30.8.2016 Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών (ΦΕΚ2759Β/01-09-2016) με θέμα «Παροχή εξουσιοδότησης υπογραφής».

4. Τη με ημερομηνία κατάθεσης 23/01/2017 και αριθμό πρωτοκόλλου 1078 ενδικοφανή προσφυγή του ………………………………ΑΦΜ……………… κατά της υπ.αρ.πρωτ. 25762/23-12-2016 αρνητικής απάντησης του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Ιωνίας επί της υπ.αρ πρωτ. 25762/23-12-2016 αίτησης μεταβολής φορολογικής κατοικίας για το φορολογικό έτος 2015 και τα προσκομιζόμενα με αυτήν σχετικά έγγραφα

5. Την ως άνω προσβαλλόμενη αρνητική απάντηση.

6. Τις από 31-01-2017 απόψεις της ανωτέρω φορολογικής αρχής.

7. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του Τμήματος Α7 – Επανεξέτασης όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης

Επί της υπ.αρ.πρωτ. 25762/23-12-2016 αίτησης του προσφεύγοντος για μεταβολή φορολογικής κατοικίας στη Δ.Ο.Υ. Ιωνίας, εκδόθηκε η υπ.αρ.πρωτ. 25762/23-12-2016 αρνητική απάντηση του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Ιωνίας, με την οποία απορρίφθηκε το εν λόγω αίτημά του διότι ο προσφεύγων είχε έναρξη εργασιών για το φορολογικό έτος 2015 ως Αγρότης Ειδικού Καθεστώτος.

Με την ως άνω αίτησή ο προσφεύγων ζητά τη μεταβολή της φορολογικής του κατοικίας από την Ελλάδα στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, καταθέτοντας προς τούτο τα σχετικά δικαιολογητικά, προβάλλοντας τους παρακάτω λόγους:

– Μεταφορά φορολογικής κατοικίας διότι πληρούνται όλες οι νόμιμες προϋποθέσεις και έχουν προσκομιστεί όλα τα απαραίτητα δικαιολογητικά.

– Πλάνη περί τα πράγματα, καθόσον κατά το επίμαχο χρονικό διάστημα δεν δραστηριοποιούνταν ως αγρότης και σε κάθε περίπτωση η ιδιότητα του «Αγρότη Ειδικού Καθεστώτος» δεν θεμελιώνει από μόνη της την ύπαρξη οικονομικών δεσμών στην Ελλάδα.

Επί της υπό κρίση ενδικοφανούς προσφυγής, η οποία κατατέθηκε εμπρόθεσμα και μετά την μελέτη των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, τις απόψεις της αρμόδιας φορολογικής αρχής και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων, εισηγούμαστε τα ακόλουθα:

Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 4 του ν 4172/2013 (ΚΦΕ), ορίζεται η έννοια της φορολογικής κατοικίας, και συγκεκριμένα «1. Ένα φυσικό πρόσωπο είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδας, εφόσον έχει στην Ελλάδα τη μόνιμη ή κύρια κατοικία του ή τη συνήθη διαμονή του ή το κέντρο των ζωτικών του συμφερόντων ήτοι τους προσωπικούς ή οικονομικούς ή κοινωνικούς δεσμούς του…», ενώ στην παράγραφο 2 αυτού, όπως αντικαταστάθηκε με τη παρ.2 άρθρου 21 Ν.4223/2013, ορίζεται ότι «2. Ένα φυσικό πρόσωπο που βρίσκεται στην Ελλάδα συνεχώς για χρονικό διάστημα που υπερβαίνει τις εκατόν ογδόντα τρεις (183) ημέρες, συμπεριλαμβανομένων και σύντομων διαστημάτων παραμονής στο εξωτερικό, είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδος από την πρώτη ημέρα παρουσίας του στην Ελλάδα. Το προηγούμενο εδάφιο δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση φυσικών προσώπων που βρίσκονται στην Ελλάδα αποκλειστικά για τουριστικούς, ιατρικούς, θεραπευτικούς ή παρόμοιους ιδιωτικούς σκοπούς και η παραμονή τους δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες εξήντα πέντε (365) ημέρες, συμπεριλαμβανομένων και σύντομων διαστημάτων παραμονής στο εξωτερικό. Η παρούσα παράγραφος δεν αποκλείει την εφαρμογή της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.»
Επειδή, για τον ορισμό της έννοιας της κατοικίας, η οποία δεν ορίζεται στο ανωτέρω άρθρο, εφαρμόζεται το άρθρο 51 του Αστικού Κώδικα, σύμφωνα με το οποίο «Το πρόσωπο έχει κατοικία τον τόπο της κύριας και μόνιμης εγκατάστασής του. Κανένας δεν μπορεί να έχει συγχρόνως περισσότερες από μία κατοικίες. …»

Επειδή, σύμφωνα με την ΠΟΛ.1260/19.12.2014, σχετικά με τον τρόπο απόδειξης της φορολογικής κατοικίας, αναφέρει τα ακόλουθα:

«1 Στην περίπτωση που η διαβίβαση ή προσκόμιση των δικαιολογητικών αφορά υποθέσεις φορολογούμενων που ήταν αποδεδειγμένα φορολογικοί κάτοικοι εξωτερικού και δεν ήταν φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας κατά τις διατάξεις της εσωτερικής μας νομοθεσίας [π.χ. δεν είχαν μεταφέρει τη φορολογική τους κατοικία σε μη-συνεργάσιμο κράτος (αμάχητο τεκμήριο) ή σε κράτος με προνομιακό φορολογικό καθεστώς (μαχητό τεκμήριο) από τις 31.03.2011 έως τις 31 12.2013], αλλά υπέβαλαν δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος σαν φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας, αυτές θα πρέπει να εξετάζονται επί της ουσίας, βάσει των πραγματικών περιστατικών και να αντιμετωπίζονται αναλόγως.

2. Οι ελεγχόμενοι φορολογούμενοι, οι οποίοι έχουν ήδη υποβάλει μέρος των δικαιολογητικών ή δεν τα έχουν υποβάλει καθόλου, υποχρεούνται σε κάθε περίπτωση, να προσκομίσουν τα ακόλουθα δικαιολογητικά, από τα οποία θα προκύπτει ότι όντως είχαν μεταφέρει το κέντρο του οικογενειακού τους βίου (οικογενειακή εστία) ή το κέντρο του επαγγελματικού τους βίου, της ύπαρξης τους και των βιοτικών τους σχέσεων (κέντρο ζωτικών συμφερόντων), στην αλλοδαπή:

(α) Στοιχεία που αποδεικνύουν ότι οι φορολογούμενοι και τα μέλη της οικογένειάς τους (σύζυγος/τέκνα), εάν αυτά υφίστανται, διαμένουν σε μόνιμη και σταθερή βάση στην αλλοδαπή (π.χ. βεβαίωση από δημοτική/δημόσια/άλλη αναγνωρισμένη αρχή, αποδεικτικά εκπαίδευσης /φοίτησης τέκνων ή μισθωτήριο συμφωνητικό κατοικίας ή αποδεικτικό ιδιόκτητης κατοικίας στην αλλοδαπή, εφόσον αυτή υφίσταται).

(β.1.) Πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας που εκδίδεται από την αλλοδαπή φορολογική αργή, από το οποίο θα προκύπτει ότι είναι φορολογικοί κάτοικοι αυτού του άλλου κράτους.

Εάν οι φορολογούμενοι έχουν εγκατασταθεί σε κράτος με το οποίο υφίσταται Σύμβαση Αποφυγής Διπλής Φορολογίας Εισοδήματος (ΣΑΔΦΕ) και εφόσον αποκτούσαν εισόδημα στη χώρα μας, μπορούν να προσκομίσουν, αντί του πιστοποιητικού, την προβλεπόμενη Αίτηση για την Εφαρμογή της Σύμβασης Αποφυγής Διπλής Φορολογίας Εισοδήματος όπου είναι ενσωματωμένο το πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας (δίγλωσσα έντυπα) και για την οποία δεν απαιτείται η επισημείωση της Χάγης. Επίσης, δεν απαιτείται η επισημείωση της Χάγης για τα πιστοποιητικά φορολογικής κατοικίας που εκδίδουν οι φορολογικές αρχές των ΗΠΑ και της Τουρκίας, στο πλαίσιο της ΣΑΔΦΕ που έχει συναφθεί με τη χώρα μας.

(β. 2.) Σε περίπτωση που οι φορολογούμενοι έχουν εγκατασταθεί σε κράτος με το οποίο δεν υφίσταται Σύμβαση Αποφυγής Διπλής Φορολογίας Εισοδήματος, οφείλουν να προσκομίσουν πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας, εφόσον προβλέπεται η έκδοσή του από την αλλοδαπή φορολογική αρχή, ή σε περίπτωση που δεν προβλέπεται η έκδοσή του, αντίγραφο της εκκαθάρισης της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος τους, που υπέβαλαν στο άλλο κράτος ή ελλείψει εκκαθάρισης, αντίγραφο της σχετικής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος

(γ) Στοιχεία σχετικά με τον επαγγελματικό βίο [π.χ. σύμβαση εξηρτημένης εργασίας με αλλοδαπό εργοδότη ή βεβαίωση εργασίας από τον εν λόγω εργοδότη.

Σε περίπτωση μη εξηρτημένης απασχόλησης, αποδεικτικό της επαγγελματικής δραστηριότητας στην αλλοδαπή (π.χ. έναρξη επιχειρηματικής δραστηριότητας, συμμετοχή σε αλλοδαπές εταιρείες)]. Τονίζεται ότι, η προσκόμιση των ως άνω δικαιολογητικών τελεί υπό την προϋπόθεση ότι η έκδοσή τους προβλέπεται από τις εσωτερικές διατάξεις του άλλου κράτους (π.χ. σε ορισμένα κράτη μπορεί να μην υφίστανται δήμοι ή να μην υπάρχει υποχρέωση υποβολής δήλωσης κ.λπ.). Σε κάθε, πάντως, περίπτωση, εάν ο φορολογούμενος προσκομίσει τα δικαιολογητικά που αναφέρονται στις παραγράφους (α) και β(1)/β(2), τότε δεν απαιτείται η προσκόμιση των δικαιολογητικών της παραγράφου (γ), ούτε κρίνεται αναγκαία η προσκόμιση άλλων στοιχείων ή δικαιολογητικών για την τεκμηρίωση της φορολογικής του κατοικίας στην αλλοδαπή.

Αν συντρέχουν τα υπό στοιχεία (α) και β(1)/β(2), τότε γεγονότα όπως η κατοχή ακινήτου στην Ελλάδα, η διατήρηση στην Ελλάδα τραπεζικών λογαριασμών, η συμμετοχή στο κεφάλαιο ή στη διοίκηση ημεδαπών εταιρειών στην Ελλάδα, από μόνα τους δεν μπορούν να αποτελέσουν στοιχεία ώστε να χαρακτηρισθεί το φυσικό πρόσωπο ως φορολογικός κάτοικος Ελλάδος (εκτός αν ελλείψει οικογένειας, διαπιστώνεται ότι το εν λόγω πρόσωπο έχει τη συνήθη διαμονή του στην Ελλάδα). Σε περίπτωση μη υποβολής κάποιων εκ των παραπάνω δικαιολογητικών και αν λόγω της μη υποβολής τους οι ελεγκτικές υπηρεσίες αδυνατούν να αποφανθούν για τη φορολογική κατοικία βάσει των προσκομισθέντων δικαιολογητικών, τότε οι φορολογούμενοι οφείλουν να προσκομίσουν πρόσθετα δικαιολογητικά (π.χ. βεβαίωση ασφαλιστικού φορέα, βεβαίωση από επαγγελματικές ενώσεις-επιμελητήρια-συλλόγους, δικαιολογητικά για την ύπαρξη περιουσιακών στοιχείων), με τα οποία θα αποδεικνύουν τον ισχυρό δεσμό τους με το άλλο κράτος, δεσμός που τους δημιουργεί μόνιμη φορολογική κατοικία στο άλλο κράτος. …

4. … Εάν ο φορολογούμενος είναι πραγματικά φορολογικός κάτοικος κράτους με το οποίο υφίσταται ΣΑΔΦΕ, τότε θα έχουν εφαρμογή, ως προς τη φορολόγηση του εισοδήματος που αποκτά από πηγές Ελλάδας, οι διατάξεις της εσωτερικής νομοθεσίας, υπό την επιφύλαξη, όμως, των διατάξεων των ΣΑΔΦΕ (π.χ. η προσαύξηση περιουσίας φορολογείται στην Ελλάδα στην πρώτη περίπτωση (μη ύπαρξη ΣΑΔΦΕ) ενώ στην δεύτερη φορολογείται εφόσον αυτό επιτρέπεται από τις διατάξεις της οικείας ΣΑΔΦΕ). Σημειώνεται ότι, και στις δύο προηγούμενες περιπτώσεις ο φορολογούμενος δεν θα υπόκειται σε φορολογία εισοδήματος στη χώρα μας για το εισόδημα που αποκτά στην αλλοδαπή.»

Επειδή, η Εγκύκλιος ΔΕΑΦ 1186557 ΕΞ 2016/21.12.2016 με την οποία δόθηκαν διευκρινίσεις σχετικά με το πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας που χορηγούν τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα αναφέρει ότι το πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας που χορηγείται από τις αρμόδιες αρχές του κράτους αυτού σε φυσικά πρόσωπα «γίνεται δεκτό για σκοπούς εφαρμογής της εσωτερικής νομοθεσίας, στο πλαίσιο εξέτασης αιτημάτων φυσικών προσώπων που επιθυμούν να μεταφέρουν τη φορολογική τους κατοικία στα Η. Α. Ε. σύμφωνα με τις ΠΟΛ.1177/14.7.2014 και ΠΟΛ.1058/18.3.2015 κατά περίπτωση».

Επειδή, σύμφωνα με την ΠΟΛ.1177/14.7.2014 «Μεταβολή κατοικίας ή διαμονής. Εφαρμογή των διατάξεων του ν.2238/1994 και του Ν.4174/2013.», στην παράγραφο 1 αυτού ορίζεται «1. Από το συνδυασμό των όσων αναφέρονται στο Κεφάλαιο Α’ της παρούσης προκύπτει ότι ο φορολογούμενος που εγκαταστάθηκε μόνιμα ή οριστικά στην αλλοδαπή, αλλά δεν είχε προβεί στη διαδικασία μεταβολής της κατοικίας ή της διαμονής του κατά το έτος αναχώρησης από την Ελλάδα και δεν έχει υποβάλλει δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος ως κάτοικος Ελλάδας, ενώ είναι εγγεγραμμένος σε Δ.Ο.Υ. όπου υποβάλλουν δήλωση φορολογίας εισοδήματος οι φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας, οφείλει να προσκομίσει στη Δ.Ο.Υ. που είναι αρμόδια πριν από τη μεταβολή : ϊ) βεβαίωση από την αρμόδια φορολογική αρχή του κράτους όπου δηλώνει κάτοικος, από την οποία να προκύπτει ότι είναι φορολογικός κάτοικος αυτού του κράτους, ή ϋ) αντίγραφο της εκκαθάρισης της δήλωσης φορολογίας του εισοδήματος του. ή iii) ελλείψει εκκαθάρισης, αντίγραφο της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος που υπέβαλε στο άλλο κράτος. Σε περίπτωση που δεν είναι δυνατή η προσκόμιση από το φορολογούμενο κανενός εκ των ανωτέρω δικαιολογητικών, τότε η φορολογική διοίκηση υποχρεούται να δεχθεί βεβαίωση από οποιαδήποτε άλλη δημόσια ή δημοτική ή άλλη αναγνωρισμένη αρχή, από την οποία να προκύπτει η κατοικία του εν λόγω φυσικού προσώπου στην αλλοδαπή. Εφόσον αποδειχθεί ότι ο φορολογούμενος είναι κάτοικος εξωτερικού και υπό την προϋπόθεση ότι δεν θεωρείται κάτοικος Ελλάδας κατά τις διατάξεις της εσωτερικής μας νομοθεσίας (π.χ. δεν έχει μεταφέρει την κατοικία του σε μη-συνεργάσιμο κράτος από τις 31.03.2011 έως τις 31.12.2013), είναι δυνατή η αλλαγή της φορολογικής του κατοικίας από την τρέχουσα ημερομηνία, χωρίς την υποχρέωση να υποβληθούν, στη Δ.Ο V. όπου ο φορολογούμενος εμφανίζεται ως κάτοικος Ελλάδας, δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος με το εισόδημα αλλοδαπής προέλευσης για τα έτη που απέδειξε ότι ήταν κάτοικος εξωτερικού. Εάν δεν αποδειχθεί από το φορολογούμενο ότι διαθέτει κατοικία ή διαμονή στην αλλοδαπή ή προκύψει ότι έχει την κατοικία ή τη διαμονή του στην Ελλάδα, τότε θα πρέπει να υποβληθούν αρχικές δηλώσεις, όπου θα περιλαμβάνεται το παγκόσμιο εισόδημά του».

Επειδή, σύμφωνα με την υπ.αριθμ ΠΟΛ.1058/18.3.2015 (ΦΕΚ Β 459 26.3.2015)

«Διαδικασία μεταβολής της φορολογικής κατοικίας κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του Ν.4172/2013 και του Ν 4174/2013» ορίζεται στην παράγραφο 1 «1. Τα φυσικά πρόσωπα που επιθυμούν να μεταφέρουν τη φορολογική τους κατοικία στο εξωτερικό οφείλουν να υποβάλουν, το αργότερο έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα του πρώτου δεκαήμερου του μηνός Μαρτίου του φορολογικού έτους που ακολουθεί το φορολογικό έτος αναχώρησης….», ενώ στην παράγραφο 2 του άρθρου αυτού ορίζεται ότι «2. Τα προαναφερθέντα φυσικά πρόσωπα οφείλουν να προσκομίσουν, το αργότερο έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα του πρώτου δεκαήμερου του μηνός Σεπτεμβρίου του φορολογικού έτους που ακολουθεί το φορολογικό έτος αναχώρησης, στο ως άνω Τμήμα ή Γραφείο της Δ.Ο.Υ.: (α) Βεβαίωση φορολογικής κατοικίας από την αρμόδια φορολογική αρχή του κράτους όπου δηλώνουν φορολογικοί κάτοικοι, από την οποία να προκύπτει ότι είναι φορολογικοί κάτοικοι αυτού του κράτους Σε περίπτωση που δεν είναι δυνατή η προσκόμιση κάποιων από τα ανωτέρω δικαιολογητικά από την αρμόδια φορολογική αρχή, τότε απαιτείται βεβαίωση από οποιαδήποτε άλλη δημόσια ή δημοτική ή άλλη αναγνωρισμένη αρχή με την οποία θα αποδεικνύεται ο ισχυρός δεσμός (κέντρο ζωτικών συμφερόντων) του φυσικού προσώπου με το άλλο κράτος».

Επειδή, η χώρα μας μετέχει ήδη από το έτος 1961 στο Μοντέλο ΣΑΔΦ του ΟΟΣΑ, στο οποίο βασίζονται οι περισσότερες ΣΑΔΦ που έχει υπογράψει η χώρα μας με τρίτα κράτη, και στο οποίο κρίσιμο για τον καθορισμό της φορολογικής κατοικίας είναι να προσδιορισθούν οι δεσμοί που έχουν μεγαλύτερη βαρύτητα και υπερισχύουν για τον καθορισμό του κράτους με την κυριαρχική εξουσία να επιβάλλει φόρο εισοδήματος στο φυσικό πρόσωπο (Ασπ.Μάλλιου ο.π.).

Επειδή, με τον Ν 4234/2014 (ΦΕΚ 28Α’) κυρώθηκε η διμερής διεθνής σύμβαση που υπεγράφη μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων για την αποφυγή της διπλής φορολογίας και την αποτροπή της φοροδιαφυγής αναφορικά με τους φόρους επί του εισοδήματος και επί του κεφαλαίου, η οποία υπογράφηκε στο Άμπου Ντάμπι στις 18 Ιανουαρίου 2010, καθώς και του Πρωτοκόλλου που τροποποιεί τη Συμφωνία αυτή, το οποίο υπογράφηκε στην Αθήνα στις 27 Ιουνίου 2013, και ειδικότερα στο άρθρο 4 αυτού ορίζεται ότι

«3. Αν σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1, ένα φυσικό πρόσωπο είναι κάτοικος και των δύο Συμβαλλομένων Κρατών, τότε η κατάσταση του καθορίζεται ως ακολούθως:

α) θεωρείται ότι είναι κάτοικος μόνον του Κράτους στο οποίο διαθέτει μόνιμη οικογενειακή εστία, αν αυτός διαθέτει μόνιμη οικογενειακή εστία και στα δύο Κράτη, θεωρείται κάτοικος μόνον του Κράτους με το οποίο διατηρεί στενότερους προσωπικούς και οικονομικούς δεσμούς (κέντρο ζωτικών συμφερόντων),

β) αν το κράτος στο οποίο έχει το κέντρο των ζωτικών συμφερόντων του δεν μπορεί να καθοριστεί ή αν δε διαθέτει μόνιμη οικογενειακή εστία σε κανένα από τα δύο Κράτη, θεωρείται κάτοικος μόνον του Κράτους όπου έχει τη συνήθη διαμονή του,

γ) αν έχει συνήθη διαμονή και στα δύο Συμβαλλόμενα Κράτη ή σε κανένα από αυτά, θεωρείται κάτοικος μόνον του Κράτους του οποίου είναι υπήκοος,

δ) αν είναι υπήκοος και των δύο Κρατών ή κανενός από αυτά, οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Κρατών διευθετούν το ζήτημα με αμοιβαία συμφωνία.» .»

Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 2 της ανωτέρω σύμβασης ορίζεται ότι. «2. Όσον αφορά την εφαρμογή της Συμφωνίας από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος, ανά πάσα στιγμή, κάθε όρος που δεν καθορίζεται σε αυτή, θα έχει, εκτός αν το κείμενο ορίζει διαφορετικά, την έννοια που έχει κατά τη στιγμή της εφαρμογής, σύμφωνα με την νομοθεσία αυτού του Κράτους, σχετικά με τους φόρους στους οποίους εφαρμόζεται η Συμφωνία, οποιαδήποτε έννοια που δίδεται από την εφαρμοζόμενη φορολογική νομοθεσία αυτού του Κράτους υπερισχύει εκείνης που δίδεται σε αυτόν τον όρο από οποιαδήποτε άλλη νομοθεσία του Κράτους αυτού.·»

Επειδή, ο Ν 4234/2014 (ΦΕΚ 28Α’) με τον οποίο κυρώθηκε η διμερής διεθνής σύμβαση που υπεγράφη μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων για την αποφυγή της διπλής φορολογίας και την αποτροπή της φοροδιαφυγής αναφορικά με τους φόρους επί του εισοδήματος και επί του κεφαλαίου, η οποία υπογράφηκε στο Αμπου Ντάμπι στις 18 Ιανουαρίου 2010, καθώς και του Πρωτοκόλλου που τροποποιεί τη Συμφωνία αυτή, το οποίο υπογράφηκε στην Αθήνα στις 27 Ιουνίου 2013, τέθηκε σε ισχύ από 4-2-2014, ημέρα δημοσίευσης του νόμου αυτού στο ΦΕΚ. ενώ πριν το νόμο αυτό δεν είχε υπογραφεί άλλη σύμβαση μεταξύ των δύο χωρών.

Επειδή, αποδείχθηκε ότι ο προσφεύγων καθώς και η σύζυγος του έχουν την μόνιμη κατοικία ή συνήθη διαμονή τους στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα για το φορολογικό έτος 2015 και είναι φορολογικοί κάτοικοι της χώρας αυτής, όπως αυτό βεβαιώνεται στα από 04-04-2016 και 24/05/2016 πιστοποιητικά φορολογικής κατοικίας που εκδόθηκαν από το Υπουργείου Οικονομικών των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων.

Επειδή, τα τέκνα του προσφεύγοντος σύμφωνα με το από 04.02.2015 πιστοποιητικό του σχολείου GEMS Metropole της πόλης Μότορ, από τον Ιανουάριο του 2015 και κατά το ακαδημαϊκό έτος 2015-2016 φοιτούν στο ως άνω σχολείο στις τάξεις Υ04 και Υ01

Επειδή, από τον έλεγχο που διενεργήθηκε στο πληροφοριακό σύστημα taxis προέκυψε ότι ο προσφεύγων για το υπό κρίση έτος δεν άσκησε την δραστηριότητα του Αγρότη Ειδικού Καθεστώτος

Επειδή, ο προσφεύγων δεν έχει το κέντρο των ζωτικών συμφερόντων του ούτε οικογενειακούς δεσμούς στην Ελλάδα, αντίθετα το κέντρο των ζωτικών συμφερόντων του είναι για το 2015 στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα

Επειδή, ο προσφεύγων με την αρ.πρωτ 25762/23-12-2016 αίτησή του προσκόμισε στη Δ.Ο.Υ. Ιωνίας τα από 04/04/2016 και 24-05-2016 πιστοποιητικά φορολογικής κατοικίας του ιδίου και της συζύγου του, από το Υπουργείο Οικονομικών των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων νομίμως επικυρωμένα, με τα οποία βεβαιώνεται ως φορολογικός κάτοικος της χώρας αυτής, και το οποίο διαβιβάστηκε στην Υπηρεσία με το υπ.αρ. πρωτ. 1078/01-02-2017 έγγραφο.

Επειδή, ο προσφεύγων πληροί τις προϋποθέσεις της εσωτερικής νομοθεσίας και των σχετικών ΠΟΛ, ώστε να μην θεωρείται φορολογικός κάτοικος Ελλάδας για το 2015, αντίθετα να θεωρηθεί φορολογικός κάτοικος Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων για το έτος αυτό.

Αποφασίζουμε

Την αποδοχή της από 23-01-2017 και με αρ.πρωτ. 1078 ενδικοφανούς προσφυγής του προσφεύγοντος για αλλαγή φορολογικής κατοικίας για το έτος 2015.

Εντελλόμεθα όπως αρμόδιο όργανο κοινοποιήσει με τη νόμιμη διαδικασία την παρούσα απόφαση στον υπόχρεο.

 

ΜΕ ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ ΤΗΣ Δ/ΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΤΣΙΟΥΡΗΣ

Τι πρέπει να κάνουν οι φορολογούμενοι για το ανασφάλιστο όχημα τους

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Αθήνα, 16 Ιουνίου 2017

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Κατ’ εφαρμογή των διατάξεων και της ΠΟΛ.1033/28.1.2016, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, η ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΑΡΧΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ προέβη σε διασταύρωση του συνόλου των κυκλοφορούντων οχημάτων και του αρχείου των κυκλοφορούντων με ασφαλιστική κάλυψη στις 6/6/2017, προκειμένου να εντοπισθούν οχήματα, που τυχόν κυκλοφορούσαν ανασφάλιστα την συγκεκριμένη ημερομηνία.
Από τη διασταύρωση, εντοπίστηκαν 1,151 εκ. ως πιθανά ανασφάλιστα οχήματα, οι κάτοχοι των οποίων ενημερώθηκαν με μήνυμα στη θυρίδα TAXISnet, ενώ είναι σε εξέλιξη η αποστολή μηνυμάτων στο λογαριασμό του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου των κατόχων.
Ακολουθεί το κείμενο του μηνύματος:
«Σας γνωρίζουμε ότι κατά τη διασταύρωση που διενεργήθηκε στις 06/06/2017, του αρχείου του συνόλου των κυκλοφορούντων οχημάτων και του αρχείου των κυκλοφορούντων με ασφαλιστική κάλυψη κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 5α του Π.Δ. 237/1986, όπως ισχύει, προέκυψε ότι το ανωτέρω όχημά σας ήταν ανασφάλιστο. Το γεγονός αυτό αποτελεί παράβαση της ισχύουσας νομοθεσίας και επισύρει τις κυρώσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις της παρ.4 του άρθρου 5 και του άρθρου 12 του Π.Δ. 237/1986, όπως ισχύει.
Κατόπιν των ανωτέρω θα πρέπει να προβείτε άμεσα στην ασφάλιση του οχήματος, έχοντας προηγουμένως καταβάλει την αξία του προβλεπόμενου από τις ίδιες διατάξεις παραβόλου, ύψους διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.
Σας ενημερώνουμε ότι για την πληρωμή του οφειλόμενου παραβόλου έχει δημιουργηθεί παράβολο από την Α.Α.Δ.Ε. για κάθε Α.Φ.Μ. ιδιοκτήτη, το οποίο φέρει τον ίδιο αριθμό με τον αριθμό πρωτοκόλλου της παρούσας. Ανάκτηση και πληρωμή του μπορεί να γίνει μέσα από την εφαρμογή e-Παράβολο, στον ιστότοπο www.aade.gr
Το παράβολο οφείλεται σε κάθε περίπτωση σύναψης ασφαλιστηρίου συμβολαίου μετά την ημερομηνία διασταύρωσης, ακόμα και αν το συμβόλαιο έχει συναφθεί πριν την ενημέρωση με την παρούσα επιστολή του ιδιοκτήτη του οχήματος.
Σε περίπτωση συνιδιοκτησίας, απαιτείται η πληρωμή μόνο ενός παραβόλου.
Στις περιπτώσεις που μη ορθώς το όχημά σας περιλαμβάνεται στον κατάλογο των μη ασφαλισμένων, θα πρέπει, κατά περίπτωση, να ακολουθείται η κατωτέρω διαδικασία:
• Αν ήταν ασφαλισμένο κατά την ημερομηνία διασταύρωσης, θα πρέπει να απευθυνθείτε στην ασφαλιστική επιχείρηση στην οποία το έχετε ασφαλίσει, προκειμένου να γίνουν οι εκ μέρους της αναγκαίες ενέργειες
• Αν δεν σας ανήκε ποτέ ή έχει αλλάξει αριθμό κυκλοφορίας ή έχει διαγραφεί ή ήταν σε ακινησία κατά την ημερομηνία διασταύρωσης θα πρέπει να απευθυνθείτε στην αρμόδια για τη φορολογία σας Δ.Ο.Υ. προσκομίζοντας τα απαραίτητα δικαιολογητικά (βεβαίωση ακινησίας ή ιστορικό μεταβολών του συγκεκριμένου οχήματος από την αρμόδια Περιφερειακή Υπηρεσία Μεταφορών, στην οποία έχει εκδοθεί η άδεια κυκλοφορίας του κ.λπ.)
• Αν υπάρχει λάθος στα στοιχεία της άδειας κυκλοφορίας ή το όχημα δεν σας ανήκει πλέον, θα πρέπει να απευθυνθείτε στην αρμόδια, κατά τα προαναφερθέντα, Περιφερειακή Υπηρεσία Μεταφορών.
• Αν υποβλήθηκε αίτηση μεταβίβασης του οχήματος σε Κ.Ε.Π. και δεν έχει εκδοθεί ακόμα η νέα άδεια κυκλοφορίας, θα πρέπει να απευθυνθείτε σε οποιαδήποτε Δ.Ο.Υ. προσκομίζοντας σχετική βεβαίωση του Κ.Ε.Π. για την υποβολή του αιτήματος μεταβίβασης
• Αν υπάρχει εξαίρεση της υποχρεωτικής ασφάλισης κατ’ εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 3 του π.δ. 237/1986 (ΦΕΚ Α΄ 331), όπως ισχύει, θα πρέπει να απευθυνθείτε σε οποιαδήποτε Δ.Ο.Υ., προσκομίζοντας τα σχετικά δικαιολογητικά.
Στην περίπτωση που το όχημά σας εντοπίσθηκε και από την Αστυνομική Αρχή και επιβλήθηκαν οι ποινές και τα πρόστιμα της παρ.4 του άρθρου 5 και του άρθρου 12 του π.δ.237/1986, όπως ισχύουν, δεν απαιτείται η πληρωμή του παραβόλου των 250,00 ευρώ για την έκδοση ασφαλιστηρίου συμβολαίου. Θα πρέπει όμως, πριν την έκδοση ασφαλιστηρίου συμβολαίου, να απευθυνθείτε σε οποιαδήποτε Δ.Ο.Υ. προσκομίζοντας τη σχετική πράξη της Αστυνομικής Αρχής για τη γνωστοποίηση της εξαίρεσής σας από την υποχρέωση πληρωμής του παραβόλου.
Τα παράβολα που δεν θα χρησιμοποιηθούν, καθώς και αυτά που δημιουργήθηκαν για οχήματα που εξαιρέθηκαν κατά τα προαναφερθέντα από τον κατάλογο των μη ασφαλισμένων, ακυρώνονται αυτόματα.
Σε περίπτωση μη συμμόρφωσής σας με τα προαναφερθέντα, μετά την παρέλευση διμήνου από την έκδοση της παρούσας, τα στοιχεία σας και τα στοιχεία του οχήματός σας θα αποσταλούν στην αρμόδια Αστυνομική Αρχή προκειμένου να επιβληθούν οι προβλεπόμενες κυρώσεις (αφαίρεση στοιχείων κυκλοφορίας κ.λ.π.)».

 

Ε.Φ.Κ.Α. Παράλληλη ασφάλιση

Εγκύκλιος Ε.Φ.Κ.Α. αρ. 27/2017
Παράλληλη ασφάλιση κατ’ εφαρμογή των άρθρ. 17 παρ.1 και 36 παρ.1,2,6 και 7 του Ν. 4387/16
Αθήνα 15 / 6 /2017
Αριθμ. Πρωτ. Δ.ΕΙΣΦ.Μ./144

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΕΙΣΦΟΡΩΝ και ΕΛΕΓΧΩΝ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΙΣΦΟΡΩΝ ΜΗ ΜΙΣΘΩΤΩΝ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΙΣΦΟΡΩΝ ΜΙΣΘΩΤΩΝ
Ταχ. Δ/νση: Σατωβριάνδου 18
Τ.Κ. 104 32 ΑΘΗΝΑ
Αριθ. Τηλεφώνου : 210 5285641
: 210 5285684 : 210 5285598 : 210 5285690
e-mail: d.asfalisis@efka.gov.gr
d.eisf.mmisth@efka.gov.gr
d.eisf.misth@efka.gov.gr

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΑΡ.: 27

ΘΕΜΑ: «Παράλληλη ασφάλιση κατ’ εφαρμογή των άρθρ. 17 παρ.1 και 36 παρ.1,2,6 και 7 του Ν. 4387/16»

Σχετικά : 1. Οι αριθμ. 1/2017, 3/2017, 11/2017 και 4/2017, 5/2017,6/2017, 18/2017, 19/2017 Εγκύκλιες οδηγίες των Δ/νσεων Εισφορών Μη Μισθωτών και Μισθωτών αντίστοιχα.

2. Οι αριθμ. οικ. 61501/3398/30.12.2016 και 61502/3399/30.12.2016 ΥΑ (ΦΕΚ ΤΒ’4330/30.12.2016)

3. Η αριθμ. Φ.10043/οικ.14226/431/24.3.2017 Ερμηνευτική Εγκύκλιος του Υπουργείου Εργασίας , Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.

Σας κοινοποιούμε τις διατάξεις των άρθρων 5 παρ.1 και 2, 17 παρ.1 και 36 παρ. 1,2 ,6 και 7 του Ν. 4387/2016 (ΦΕΚ 85 / 12-5-2016 τ. Α’) «Ενιαίο Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλειας – Μεταρρύθμιση ασφαλιστικού -συνταξιοδοτικού συστήματος – Ρυθμίσεις φορολογίας εισοδήματος και τυχερών παιγνίων και άλλες διατάξεις » σχετικά με την παράλληλη ασφάλιση σε δύο η περισσότερους φορείς ή τομείς ασφάλισης που εντάσσονται στον ΕΦΚΑ ή το Δημόσιο και καταβολή των αντιστοίχων ασφαλιστικών εισφορών για κάθε αναληφθείσα επαγγελματική δραστηριότητα και σας παρέχουμε τις ακόλουθες οδηγίες για την εφαρμογή τους:

ΚΟΙΝΟΠΟΙΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 17 παρ.1 (Δημόσιο)

« 1.Ασφαλισμένοι, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην ασφάλιση, για τους οποίους προκύπτει βάσει γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων, όπως ίσχυαν έως την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, υποχρεωτική ασφάλιση σε δύο ή περισσότερους φορείς ή τομείς ασφάλισης που εντάσσονται στον Ε.Φ.Κ.Α., καταβάλλουν για κάθε αναληφθείσα επαγγελματική δραστηριότητα τις προβλεπόμενες ασφαλιστικές εισφορές, όπως αυτές καθορίζονται από τον παρόντα νόμο. Στην περίπτωση αυτή για τη δεύτερη αναληφθείσα επαγγελματική δραστηριότητα δεν εφαρμόζεται η υποχρέωση καταβολής ελάχιστης μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς του άρθρου 39 παράγραφος 3».

Άρθρο 5 παρ.1 και 2 (Δημόσιο)

«1. Από 1.1.2017 το συνολικό ποσοστό εισφοράς κλάδου σύνταξης στον Ε. Φ.Κ.Α. ασφαλισμένου και εργοδότη ορίζεται σε 20% επί των συντάξιμων μηνιαίων αποδοχών των προσώπων της περίπτωσης α’ της παραγράφου 1 του άρθρου 4, όπως αυτές ισχύουν κάθε φορά και κατανέμεται κατά 6,67% σε βάρος του ασφαλισμένου και κατά 13,33% σε βάρος του Δημοσίου και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, με την επιφύλαξη της περίπτωσης γ’ της παραγράφου 2 περίπτωση γ’ του παρόντος άρθρου.

2.α. Το ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών για τον υπολογισμό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς ασφαλισμένου και εργοδότη συνίσταται στο δεκαπλάσιο του ποσού που αντιστοιχεί στον εκάστοτε προβλεπόμενο κατώτατο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών.

β. Το ανώτατο όριο της προηγούμενης περίπτωσης εφαρμόζεται και επί πολλαπλής μισθωτής απασχόλησης ή έμμισθης εντολής όσον αφορά στην εισφορά ασφαλισμένου ».

Άρθρο 36 παρ. 1,2 ,6 και 7. (Μισθωτοί – Μη Μισθωτοί Ιδιωτικού Τομέα)

«1. Ασφαλισμένοι, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην ασφάλιση, για τους οποίους προκύπτει βάσει γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων, όπως ίσχυαν έως την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, υποχρεωτική ασφάλιση σε δύο ή περισσότερους φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς ασφάλισης που εντάσσονται στον Ε. Φ.Κ.Α., καταβάλλουν για κάθε αναληφθείσα επαγγελματική δραστηριότητα τις προβλεπόμενες ασφαλιστικές εισφορές, όπως αυτές καθορίζονται από τον παρόντα νόμο. Στην περίπτωση αυτή για τις πλέον της πρώτης αναληφθείσες επαγγελματικές δραστηριότητες δεν εφαρμόζεται η υποχρέωση καταβολής ελάχιστης μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς».

«2. Ασφαλισμένοι, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην κοινωνική ασφάλιση, που παρέχουν εξαρτημένη εργασία και ταυτόχρονα αυταπασχολούνται σε δραστηριότητες για τις οποίες υπάγονταν ή θα υπάγονται βάσει γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων, όπως ίσχυαν έως την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, στην ασφάλιση ενός φορέα, τομέα, κλάδου και λογαριασμού ασφάλισης που εντάσσονται στον Ε. Φ.Κ.Α., καταβάλλουν υπέρ του Ε.Φ.Κ.Α.: α) μηνιαία ασφαλιστική εισφορά, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 38, για το εισόδημα που προέρχεται από τη διαρκή σχέση παροχής υπηρεσιών και β) ασφαλιστική εισφορά, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 39, για το εισόδημα, εφόσον υπάρχει, από άσκηση ελεύθερου επαγγέλματος, για το οποίο εκδίδονται δελτία παροχής υπηρεσιών, τιμολόγια ή αποδείξεις επαγγελματικής δαπάνης. Στην περίπτωση αυτή δεν εφαρμόζεται η παρ. 3 του άρθρου 39».

«6. Οι διατάξεις του παρόντος, πλην της παρ. 5, έχουν εφαρμογή από 1.1.2017».

«7. Καταργείται το άρθρο 39 του Ν. 2084/1992, καθώς και κάθε άλλη διάταξη που ρυθμίζει διαφορετικά τα θέματα του παρόντος».

ΓΕΝΙΚΑ

Ι. Στις παρ. 1 των άρθρων 17 και 36 του κοινοποιούμενου νόμου ρυθμίζονται θέματα καταβολής ασφαλιστικών εισφορών σε περίπτωση παράλληλης επαγγελματικής δραστηριότητας για την οποία βάσει γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων των ενταχθέντων στον ΕΦΚΑ φορέων κύριας ασφάλισης ή του Δημοσίου, όπως αυτές ίσχυαν μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης του ν.4387/2016, προέκυπτε υποχρέωση υπαγωγής στην ασφάλιση σε περισσότερους του ενός φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς ασφάλισης, για παράδειγμα:

– Μισθωτός που ασκεί συγχρόνως ελεύθερο επάγγελμα είχε, μέχρι 31/12/2016, υποχρέωση ασφάλισης στο τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και στον τ.ΟΑΕΕ

– Δημόσιος υπάλληλος και συγχρόνως απασχολούμενος ως μισθωτός που είχε, μέχρι 31/12/2016, υποχρέωση ασφάλισης στο Δημόσιο και στο τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ .

ΙΙ. Στην παρ. 2 του άρθρου 36 ρυθμίζονται τα θέματα καταβολής ασφαλιστικών εισφορών σε περίπτωση πολλαπλής επαγγελματικής δραστηριότητας για την οποία βάσει γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων των ενταχθέντων στον ΕΦΚΑ φορέων κύριας ασφάλισης, όπως αυτές ίσχυαν μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης του ν.4387/2016, προέκυπτε υποχρέωση υπαγωγής σε έναν φορέα, τομέα, κλάδο και λογαριασμό ασφάλισης ( π.χ υγειονομικός που απασχολείται ως μισθωτός σε ιδιωτική κλινική και συγχρόνως διατηρεί ιδιωτικό ιατρείο με υποχρέωση ασφάλισης μέχρι 31/12/2016 στο τ. ΕΤΑΑ- ΤΣΑΥ και για τις δύο δραστηριότητες.).

ΙΙΙ. Οι κοινοποιούμενες διατάξεις ισχύουν και για τα πρόσωπα που υπάγονται στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ ως ελεύθεροι επαγγελματίες βάσει των σχετικών διατάξεων του τ. Τομέα Ασφάλισης Ναυτικών και Τουριστικών Πρακτόρων του ΟΑΕΕ, καθώς και για τα αναφερόμενα στην αριθ. Φ11321/59554/2170/22.12.2016 Υπουργική Απόφαση (ΦΕΚ 4569, Β’, 30-12-2016), ασφαλισμένους του τ. ΕΤΑΠ – ΜΜΕ και του τ. ΙΚΑ
– ΕΤΑΜ (Πωλητές λαϊκών αγορών, εφημεριδοπώλες).

IV. Με την παρ. 7 του άρθρου 36 επέρχεται βασική αλλαγή που αφορά στην κατάργηση των διατάξεων του άρθρου 39 του ν.2084/1992, όπως ίσχυε, περί υποχρεωτικής ασφάλισης και καταβολής μίας ασφαλιστικής εισφοράς σε έναν φορέα κύριας ασφάλισης ή το Δημόσιο, των «νέων» ασφαλισμένων, που είχαν υποχρέωση ασφάλισης σε περισσότερους του ενός φορείς κύριας ασφάλισης λόγω απασχόλησης ή ιδιότητας.

V. Με την διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 17, από 1/1/2017 προκύπτει για τους δημόσιους υπαλλήλους , «παλαιούς» και «νέους», που παράλληλα απασχολούνται σε εργασία υπακτέα στο τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ ως μισθωτοί, υποχρέωση ασφάλισης σε όλους τους Κλάδους . (Η διάταξη του άρθρου 18 παρ. 1 και 2 εδ.β,’ του Ν.3863/2010 καθίσταται ανενεργή).

VI. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 36 του Ν.4387/2016 ορίζεται ρητά ότι, η ημερομηνία έναρξης εφαρμογής των ανωτέρω σχετικών διατάξεων για την παράλληλη ασφάλιση είναι η 1/1/2017.

Με τις ανωτέρω σχετικές (1) Εγκύκλιες του Φορέα δόθηκαν οδηγίες για την μεθοδολογία που πρέπει να ακολουθείται για την δημιουργία της βάσης υπολογισμού εισφορών και τον υπολογισμό τους στις περιπτώσεις μοναδικής ασφάλισης.

Με την παρούσα παρέχονται οδηγίες για τον προσδιορισμό της βάσης υπολογισμού εισφορών και την εισφοροδότηση στις περιπτώσεις άσκησης πολλαπλών/παράλληλων ασφαλιστέων δραστηριοτήτων/ιδιοτήτων Μη Μισθωτών ή Μισθωτών – Μη Μισθωτών.

Για την καλύτερη κατανόηση και ενιαία εφαρμογή των οδηγιών παρατίθενται οι πιο κάτω οδηγίες – διευκρινήσεις:

ΠΑΡΑΛΛΗΛΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ – ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΣΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΥΣ ΤΟΥ ΕΝΟΣ ΦΟΡΕΙΣ (παρ. 1 των άρθρων 17 και 36 Ν. 4387/2016).

Από 01/01/2017, πρόσωπα που ασκούν παράλληλη επαγγελματική δραστηριότητα υπάγονται σε ένα φορέα ασφάλισης, τον ΕΦΚΑ, και για κάθε αναληφθείσα επαγγελματική δραστηριότητα, καταβάλλουν ασφαλιστική εισφορά σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από τα άρθρα 5, 38, 39 και 40 του ν.4387/2016.

Α. ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΜΗΝΙΑΙΑΣ ΒΑΣΗΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΙΣΦΟΡΩΝ

Κατά τη διαδικασία δημιουργίας της βάσης υπολογισμού εισφορών διακρίνονται οι εξής κατηγορίες :

Α.1 ΜΙΣΘΩΤΗ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ – ΑΣΚΗΣΗ ΕΛ.ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΟΣ ΗΑΥΤΟΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ

Σε περίπτωση μισθωτής απασχόλησης και άσκησης ελεύθερου επαγγέλματος ή αυτοαπασχόλησης για τις οποίες προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης στον ΕΦΚΑ βάσει των σχετικών διατάξεων του τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ ή του Δημοσίου και τ. ΟΑΕΕ ή του τ. ΕΤΑΑ αντίστοιχα, μηνιαία βάση υπολογισμού των πάσης φύσεως ασφαλιστικών εισφορών αποτελεί το άθροισμα του εισοδήματος από την παροχή των μισθωτών υπηρεσιών και του καθαρού φορολογητέου αποτελέσματος από την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας.

Για την εξεύρεση της βάσης υπολογισμού στις περιπτώσεις αυτές λαμβάνεται καταρχάς υπόψη το μηνιαίο εισόδημα από την μισθωτή εργασία και σε αυτό προστίθεται το εισόδημα από την άσκηση του ελεύθερου επαγγέλματος ή της αυτοαπασχόλησης.

Ως ανώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος σε κάθε περίπτωση λαμβάνεται το ποσό των €5.860,80 .

Ως κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος λαμβάνεται το ποσό των €586,08.

Το κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος, €586,08, ισχύει ακόμη και αν πρόκειται για μισθωτό κάτω των 25 ετών ή για ελεύθερο επάγγελμα ή αυτοαπασχόληση κάτω της 5ετίας.

Α.2 ΜΙΣΘΩΤΗ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ – ΑΣΚΗΣΗ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ

Σε περίπτωση μισθωτής απασχόλησης ή απασχόλησης στο Δημόσιο και άσκησης αγροτικής δραστηριότητας για την οποία προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης στον ΕΦΚΑ βάσει των σχετικών διατάξεων του τ.ΟΓΑ, ως βάση υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών αποτελεί το άθροισμα του εισοδήματος από την παροχή των μισθωτών υπηρεσιών και του καθαρού φορολογητέου αποτελέσματος από την αγροτική δραστηριότητα.

Για την εξεύρεση της βάσης υπολογισμού στις περιπτώσεις μισθωτής απασχόλησης και αγροτικής δραστηριότητας, λαμβάνεται καταρχάς υπόψη το μηνιαίο εισόδημα από την μισθωτή εργασία και σε αυτό προστίθεται το εισόδημα από την αγροτική δραστηριότητα.

Ως ανώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος λαμβάνεται το ποσό των €5.860,80 ενώ το κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος διαμορφώνεται σε €410,26 (κατώτατο όριο εισοδήματος βάσει του άρθρου 40 του ν.4387/2016).

Α.3 ΠΟΛΛΑΠΛΗ ΑΣΚΗΣΗ ΜΗ ΜΙΣΘΩΤΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΩΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ

Σε περίπτωση άσκησης περισσοτέρων της μίας μη μισθωτών επαγγελματικών δραστηριοτήτων/ιδιοτήτων για τις οποίες θα προέκυπτε υποχρέωση ασφάλισης σε τουλάχιστον δύο εκ των προυφιστάμενων φορέων ΟΑΕΕ, ΟΓΑ, ΕΤΑΑ μηνιαία βάση υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών αποτελεί το άθροισμα του καθαρού φορολογητέου αποτελέσματος από έκαστη δραστηριότητα.

Για την εξεύρεση της βάσης υπολογισμού στις περιπτώσεις αυτές λαμβάνεται καταρχάς υπόψη το μηνιαίο εισόδημα από την βασική πηγή βιοπορισμού, δηλαδή το υψηλότερο εισόδημα, και σε αυτό προστίθεται το εισόδημα των λοιπών δραστηριοτήτων κατά φθίνουσα τάξη μεγέθους.

Ως ανώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος λαμβάνεται το ποσό των €5.860,80 ενώ το κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος διαμορφώνεται σε €586,08, (ακόμη και αν πρόκειται για ασφαλισμένο που για τις δύο εκ των πολλαπλών δραστηριοτήτων θεωρείται ότι είναι ασφαλισμένος κάτω της 5ετίας).

Επισημαίνουμε ότι, σύμφωνα με την παρ.11 του άρθρ. 40 του ν.4387/2016 καταργούνται οι διατάξεις του άρθρου 34 του Ν.1140/1981 (περί μη υπαγωγής στην ασφάλιση του ΟΓΑ ασφαλισμένων ή Συνταξιούχων άλλων ΦΚΑ), και πλέον από 01/01/2017 ασφαλισμένοι με εισόδημα από αγροτική δραστηριότητα, καταβάλλουν εισφορά στον ΕΦΚΑ σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του ιδίου άρθρου.

Εισοδήματα από Αγροτική δραστηριότητα, μη ασφαλιστέα κατά τα ανωτέρω, στον Κλ. Κύριας Ασφάλισης Αγροτών έως 31/12/2016, έπονται κάθε άλλου στο κριτήριο βιοπορισμού.

Α.4 ΜΙΣΘΩΤΗ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΚΑΙ ΠΟΛΛΑΠΛΗ ΜΗ ΜΙΣΘΩΤΗ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ

Σε περίπτωση παράλληλης άσκησης μισθωτής εργασίας και πολλαπλών μη μισθωτών δραστηριοτήτων (ως η ανωτέρω περίπτωση Α.3), ως βάση υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών αποτελεί το άθροισμα του εισοδήματος από την παροχή των μισθωτών υπηρεσιών και του καθαρού φορολογητέου αποτελέσματος από έκαστη δραστηριότητα.

Για την εξεύρεση της βάσης υπολογισμού στις ανωτέρω περιπτώσεις, λαμβάνεται καταρχάς υπόψη το μηνιαίο εισόδημα από την μισθωτή εργασία και σε αυτό προστίθεται το εισόδημα των λοιπών δραστηριοτήτων κατά φθίνουσα τάξη μεγέθους.

Ως ανώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος λαμβάνεται το ποσό των €5.860,80 ενώ το κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος διαμορφώνεται σε €586,08.

ΓΕΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ

– Σε κάθε περίπτωση η μηνιαία ασφαλιστική εισφορά υπολογίζεται επί των αποδοχών από την μισθωτή απασχόληση και επί του εισοδήματος από κάθε ιδιότητα/δραστηριότητα, όπως καθορίζεται από τις διατάξεις των άρθρων 5, 38, 39 και 40 του ν.4387/2016 όπως ισχύουν.

– Συνεισπραττόμενες εισφορές (μη μισθωτών) που υπολογίζονται ως ποσοστό επί του εισοδήματος καθώς και οι λοιποί κλάδοι (π.χ Επικουρικής Ασφάλισης , Πρόνοιας ) υπολογίζονται, κατ’ ελάχιστο, επί της κατώτερης βάσης μηνιαίου εισοδήματος.

– Οι διατάξεις του άρθρου 98 του ανωτέρω νόμου που αφορούν στην μείωση των ασφαλιστικών εισφορών των αυτοαπασχολουμένων (ασφαλισμένων του τ. ΕΤΑΑ) εφαρμόζονται επί της ασφαλιστικής εισφοράς που προκύπτει από το εισόδημα αυτοαπασχόλησης.

– Για την διαπίστωση ενεργής Ιδιότητας Μισθωτού κατά την 01/01/2017, λαμβάνεται υπόψη η πιο πρόσφατη ενημέρωση που διαθέτει το Μητρώο Ασφ/νων ΕΦΚΑ και μετά την ολοκλήρωση διασύνδεσης των συστημάτων , ο Αναλυτικός Λογαριασμός Ασφάλισης με οριστικοποιημένες εγγραφές της αντίστοιχης περιόδου.

– Για τη διαμόρφωση της βάσης υπολογισμού εισφορών μη μισθωτών στις περιπτώσεις μερικής μισθωτής απασχόλησης, από την κατώτερη βάση αφαιρούνται οι αποδοχές μερικής – μειωμένης απασχόλησης.

Στο παράρτημα της παρούσης παρατίθενται τα κατώτατα όρια και το ποσοστό ασφαλίστρου κλάδου σύνταξης, ανά αναληφθείσα επαγγελματική δραστηριότητα, καθώς και το τελικό κατώτατο όριο και το ποσοστό ασφαλίστρου που εφαρμόζεται στις περιπτώσεις παράλληλης ασφάλισης επί αυτού .

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ – ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ

Όπως προκύπτει από τα ανωτέρω, βάση υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών από 1/1/2017 αποτελούν οι μηνιαίες αποδοχές σε περίπτωση μισθωτής απασχόλησης και το μηνιαίο εισόδημα από την άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας/ιδιότητας.

Συνεπώς για τον καθορισμό της βάσης υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών θα πρέπει να ληφθεί υπόψη το ύψος του εισοδήματος που προέρχεται από κάθε αναληφθείσα επαγγελματική δραστηριότητα.

Η μεθοδολογία διαμόρφωσης της βάσης παρατίθεται κατά αντιστοιχία της κατηγοριοποίησης που προηγήθηκε.

ΜΙΣΘΩΤΗ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ – ΑΣΚΗΣΗ ΕΛ. ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΟΣ ΗΑΥΤΟΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΗΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ (Α.1, Α.2)

Ελέγχεται το εισόδημα ως προς το ανώτατο και κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος ως εξής:

α. Αν οι αποδοχές από μισθωτές υπηρεσίες υπερβαίνουν το ανώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος 5.860,80 €), οι ασφαλιστικές εισφορές υπολογίζονται επί του ανώτατου ορίου σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 5 ή 38 του Ν.4387/2016 και ως εκ τούτου δεν υπάρχει υποχρέωση καταβολής εισφορών για την επιχειρηματική ή αγροτική δραστηριότητα.

β. Αν οι αποδοχές από μισθωτές υπηρεσίες δεν υπερβαίνουν το ανώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος, προστίθεται το εισόδημα της επιχειρηματικής ή αγροτικής δραστηριότητας. Αν το άθροισμα υπερβαίνει το ανώτατο όριο περικόπτεται το εισόδημα Μη Μισθωτής δραστηριότητας.

Η εισφορά υπολογίζεται στο εισόδημα της Μισθωτής απασχόλησης σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 5 ή 38 του Ν.4387/2016 και της Μη Μισθωτής δραστηριότητας, κατά περίπτωση, με τις διατάξεις των άρθρων 39,40, και 98.

γ. Αν τα δύο εισοδήματα αθροιστικά είναι μεταξύ κατώτατου και ανώτατου ορίου, τότε το σύνολο του εισοδήματος από μισθωτές υπηρεσίες υπόκειται σε ασφαλιστική εισφορά σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 5 ή 38 και το σύνολο του εισοδήματος από επιχειρηματική ή αγροτική δραστηριότητα υπόκειται σε ασφαλιστική εισφορά σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 39, 40 και 98 του Ν.4387/2016.

δ. Αν το άθροισμα του εισοδήματος από μισθωτές υπηρεσίες και από την άσκηση επιχειρηματικής ή αγροτικής δραστηριότητας υπολείπεται του κατώτατου ορίου μηνιαίου εισοδήματος, τότε:

• το εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες υπόκειται σε ασφαλιστική εισφορά σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 5 ή 38 του Ν.4387/2016

• το εισόδημα από ελεύθερη ή αγροτική δραστηριότητα υπόκειται σε ασφαλιστική εισφορά σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 39, 40 και 98 του Ν.4387/2016. Η εισφορά, στο ποσό που υπολείπεται μέχρι τη συμπλήρωση του κατώτατου ορίου (586,08€ ή 410,26€) υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 39 ή 40 του ν. 4387/2016 κατά περίπτωση.

Παραδείγματα δημιουργίας βάσης και υπολογισμού εισφορών περιλαμβάνονται στα παραρτήματα 2 και 3 της παρούσης.

ΠΟΛΛΑΠΛΗ ΑΣΚΗΣΗ ΜΗ ΜΙΣΘΩΤΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΩΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ (Α.3 )

Ελέγχεται το εισόδημα ως προς το ανώτατο και κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος ως εξής:

α. Αν το μεγαλύτερο εισόδημα (βιοποριστικό κριτήριο) υπερβαίνει την ανώτατη βάση περικόπτεται στο ύψος της ανώτατης βάσης.

Η εισφορά υπολογίζεται σύμφωνα με την διάταξη που διέπει την Ιδιότητα από την οποία προέρχεται το εισόδημα (άρθρ. 39,40,98).

β. Αν το μεγαλύτερο εισόδημα υπολείπεται της ανώτατης βάσης συμπληρώνεται από το δεύτερο εισόδημα. Αν το άθροισμα υπερβαίνει την ανώτερη βάση, περικόπτεται το δεύτερο κατά σειρά βιοπορισμού εισόδημα.

Οι εισφορές υπολογίζονται για κάθε εισόδημα με την αντίστοιχη διάταξη (ως ανωτέρω).

γ. Αν το άθροισμα πρώτου και δεύτερου εισοδήματος είναι μεταξύ κατώτατης και ανώτατης βάσης, τα εισοδήματα παραμένουν ως έχουν και εισφοροδοτούνται ανάλογα.

δ. Αν το άθροισμα των εισοδημάτων είναι κάτω της κατώτατης βάσης, σε κάθε περίπτωση ως βάση υπολογισμού λαμβάνεται η κατώτατη βάση (586,08 €).

ε. Αν τα εισοδήματα εμφανίζονται σε μία πηγή, το εισόδημα κατανέμεται ισόποσα σε κάθε Ιδιότητα ασφάλισης. Στην περίπτωση αυτή:

• Αν το συνολικό εισόδημα υπερβαίνει την ανώτατη βάση, θα περικόπτεται στο σύνολό του πριν την κατανομή.

• Αν το συνολικό εισόδημα είναι κάτω από την κατώτατη βάση, ως βάση υπολογισμού λαμβάνεται, το κατά περίπτωση, κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος, όπως αυτό περιγράφεται στην παρούσα (Παράρτημα 1).

Τα αναφερόμενα της περ. ε εφαρμόζονται και στην περίπτωση ισόποσου εισοδήματος προερχόμενων από δύο πηγές εισοδημάτων.

Ο υπολογισμός των εισφορών γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις που καθορίζουν την εισφοροδότηση κάθε δραστηριότητας/ιδιότητας.

Παραδείγματα υπολογισμού εισφορών περιλαμβάνονται στο Παράρτημα 3.

ΜΙΣΘΩΤΗ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΚΑΙ ΠΟΛΛΑΠΛΗ ΜΗ ΜΙΣΘΩΤΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ (Α.4)

Εφαρμόζονται συνδυαστικά τα περιλαμβανόμενα στις ανωτέρω περιπτώσεις (Α.1, Α.2 και Α.3).

Για την δημιουργία της βάσης υπολογισμού εισφορών λαμβάνεται αρχικά το εισόδημα από την μισθωτή απασχόληση και στη συνέχεια προστίθεται το εισόδημα από κάθε μία μη μισθωτή δραστηριότητα κατά φθίνουσα τάξη μεγέθους (βιοποριστικό κριτήριο).

Β. ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΠΟΥ ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ ΑΠΑΣΧΟΛΟΥΝΤΑΙ ΚΑΙ ΩΣ ΜΙΣΘΩΤΟΙ

ΠΡΟΪΣΧΥΟΝ ΚΑΘΕΣΤΩΣ

Με τις διατάξεις των άρθρων 18 παρ. 1 και 2 εδ.β,’ και 75 παρ. 1 του Ν.3863/2010 (ΦΕΚ 115/15-7-2010 τ.Α’) οι δημόσιοι όσο και οι δημοτικοί και κοινοτικοί υπάλληλοι οι οποίοι ήταν «παλαιοί» ασφαλισμένοι, εφόσον κατά το ίδιο χρονικό διάστημα που λογίζονταν συντάξιμη η υπηρεσία τους σύμφωνα με τη νομοθεσία του Δημοσίου , παρείχαν και άλλη εργασία υπακτέα στο τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ σε διαφορετικό εργοδότη, υπάγονταν υποχρεωτικά για τη δεύτερη αυτή εργασία τους στην ασφάλιση μόνο του Κλάδου Κύριας σύνταξης του τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ.

Οι «νέοι» ασφαλισμένοι οι οποίοι παράλληλα με την εργασία τους ως δημόσιοι υπάλληλοι, παρείχαν και άλλη εργασία προς άλλο εργοδότη υπακτέα στην ασφάλιση του τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, δεν εξαιρούνταν για την απασχόλησή τους αυτή από την ασφάλιση του τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ , αλλά είχαν τη δυνατότητα να επιλέξουν φορέα ασφάλισης σύμφωνα με το άρθρο 39 του Ν.2084/92, κατά τα γνωστά.

ΙΣΧΥΟΝ ΚΑΘΕΣΤΩΣ

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 17 παρ.1 του Ν.4387/2016 από 1/1/2017 ασφαλισμένοι, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην ασφάλιση, για τους οποίους προκύπτει βάσει γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων, όπως ίσχυαν έως την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, υποχρεωτική ασφάλιση σε δύο ή περισσότερους φορείς ή τομείς ασφάλισης που εντάσσονται στον Ε.Φ.Κ.Α., καταβάλλουν για κάθε αναληφθείσα επαγγελματική δραστηριότητα τις προβλεπόμενες ασφαλιστικές εισφορές, όπως αυτές καθορίζονται από τον παρόντα νόμο.

Κατά συνέπεια , από την 1/1/2017 και εφεξής οι δημόσιοι υπάλληλοι «παλαιοί» και «νέοι» ασφαλισμένοι, οι οποίοι παράλληλα απασχολούνται σε εργασία ως μισθωτοί (τ.ΙΚΑ-ΕΤΑΜ) υπάγονται, εκτός από την απασχόλησή τους ως δημόσιοι υπάλληλοι (άρθρο 4 και 5 του Ν.4387/2016) , και για την απασχόλησή τους αυτή ( ως μισθωτοί άρθρο 38 του Ν.4387/2016) στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ για όλους τους κλάδους.

Για την πληρέστερη κατανόηση του θέματος παραθέτουμε το παρακάτω παράδειγμα:

Δημόσιος υπάλληλος, ο οποίος εργάζεται π.χ. από 1/6/2009 μέχρι σήμερα παράλληλα σε ασφαλιστέα στο τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ εργασία:

• Εάν είναι «παλαιός» ασφαλισμένος, για την εργασία του αυτή, για το χρονικό διάστημα από 1/6/2009 μέχρι 14/7/2010 εξαιρείτο από την ασφάλιση του τ. ΙΚΑ- ΕΤΑΜ ενώ για το χρονικό διάστημα από 15/7/2010 μέχρι 31/12/2016 είχε υποχρέωση ασφάλισης μόνο στον κλάδο κύριας σύνταξης του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ.

• Εάν είναι «νέος» ασφαλισμένος, για το χρονικό διάστημα από 1/6/2009 μέχρι την 14/7/2010 εξαιρείτο από την ασφάλιση του Ιδρύματος, ενώ για το χρονικό διάστημα από την 15/7/2010 μέχρι 31/12/2016 είχε δικαίωμα επιλογής φορέα ασφάλισης σύμφωνα με το άρθρο 39 του Ν.2084/1992 (εξαιρουμένων των περιπτώσεων που υπάγονταν στην ασφάλιση του τ. ΕΤΑΑ-ΤΣΜΕΔΕ και ΕΤΑΑ-ΤΣΑΥ).

Από 1/1/2017 και για τις δύο ανωτέρω αναφερόμενες περιπτώσεις έχει υποχρέωση ασφάλισης σε έναν φορέα, εν προκειμένω στον ΕΦΚΑ, και καταβάλει ασφαλιστικές εισφορές σύμφωνα με το άρθρο 5 του Ν.4387/2016 ως δημόσιος υπάλληλος και σύμφωνα με το άρθρο 38 του ίδιου νόμου ως μισθωτός υπαγόμενος στην ασφάλιση του τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ για όλους τους κλάδους (σύνταξη , ασθένεια, επικουρικό, συνεισπραττόμενους κλάδους) , με την επιφύλαξη των αναφερομένων στο άρθρο 5 παρ.2 α και 38 παρ. 2 α σχετικά με το ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών.

ΠΟΛΛΑΠΛΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ (Μισθωτή – Μη Μισθωτή) – ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΣΕ ΕΝΑ ΦΟΡΕΑ (παρ.2 του άρθρου 36 Ν.4387/2016).

Με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 36 του ν.4387/2016 ρυθμίζεται η εισφοροδότηση προσώπων που ασκούν πολλαπλή επαγγελματική δραστηριότητα (μισθωτή εργασία και αυτοαπασχόληση), για τις οποίες μέχρι 31/12/2016 προέκυπτε υποχρέωση υπαγωγής σε έναν μόνο φορέα κύριας ασφάλισης.

Στην περίπτωση αυτή, ο ασφαλισμένος καταβάλλει :

α) εισφορά βάσει του άρθρου 38 του ν.4387/2016 για το εισόδημα που προέρχεται από την παροχή εξαρτημένης εργασίας και

β) εισφορά βάσει του άρθρου 39 του ν.4387/2016 για τυχόν υπάρχον εισόδημα που προέρχεται από την άσκηση ελευθέρου επαγγέλματος, για το οποίο εκδίδονται δελτία παροχής υπηρεσιών, τιμολόγια ή αποδείξεις επαγγελματικής δαπάνης. Στην περίπτωση αυτή δεν εφαρμόζεται η παρ. 3 του άρθρου 39 του ν.4387/2016 περί κατωτάτου ορίου μηνιαίου εισοδήματος.

Το άθροισμα του εισοδήματος από την εξαρτημένη εργασία και το ελεύθερο επάγγελμα δεν μπορεί να υπολείπεται του κατωτάτου ορίου εισοδήματος, δηλαδή του ποσού των €586,08 ή (€410,26 για τους ασφαλισμένους κάτω 5ετίας), και να μην υπερβαίνει το ανώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος, δηλαδή το ποσό των €5.860,80.

Παράδειγμα:

Ιατρός (ασφαλισμένος άνω της 5ετίας), παρέχει μισθωτή εργασία σε ιδιωτική κλινική και συγχρόνως διατηρεί ιδιωτικό ιατρείο. Και για τις δύο αυτές δραστηριότητες μέχρι 31/12/2016 υπαγόταν υποχρεωτικά στην ασφάλιση του ΕΤΑΑ – ΤΣΑΥ.

Από 01/01/2017 ο ασφαλισμένος θα καταβάλλει:

α) εισφορά βάσει του άρθρου 38 του ν.4387/2016 για το εισόδημα που προέρχεται από την παροχή μισθωτής εργασίας και

β) εισφορά βάσει του άρθρου 39 του ν.4387/2016 εισόδημα που προέρχεται από την άσκηση ελευθέρου επαγγέλματος.

Παρακαλούμε με ευθύνη των Προϊστάμενων Δ/νσεων και Υποκαταστημάτων να λάβει γνώση ενυπόγραφα το προσωπικό των υπηρεσιών αρμοδιότητάς σας.

 

Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΕΦΚΑ
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΜΠΑΚΑΛΕΞΗΣ

ΑΚΡΙΒΕΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
Η ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΤΟΥ ΑΥΤΟΤΕΛΟΥΣ
ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ
ΜΑΡΙΑ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

α/α Αναληφθείσα δραστηριότητα (1) Αναληφθείσα δραστηριότητα (2) Κατώτατο Όριο και Ποσοστά ασφαλίστρου επί παράλληλης ασφάλισης
1 Μισθωτός, άνω των 25 ετών, με πλήρη απασχόληση

Κατώτατο Όριο : €586,08
Ασφάλιστρο : 20% Ελεύθερος Επαγγελματίας ή υτοαπασχολούμενος, άνω 5ετίας
Κατώτατο Όριο : €586,08
Ασφάλιστρο : 20% Εφαρμοζόμενο Κατώτατο Όριο : €586,08
Εφαρμοζόμενο Ασφάλιστρο : 20%
Ελεύθερος Επαγγελματίας ή υτοαπασχολούμενος, κάτω 5ετίας
Κατώτατο Όριο : €410,26
Ασφάλιστρο : 14% ή 17% Εφαρμοζόμενο Κατώτατο Όριο : €586,08
Εφαρμοζόμενο Ασφάλιστρο : 14% ή 17%
Άσκηση Αγροτικής Δραστηριότητας Κατώτατο Όριο : €410,26
Ασφάλιστρο : Μεταβατικό ανά έτος Εφαρμοζόμενο Κατώτατο Όριο : €410,26
Εφαρμοζόμενο Ασφάλιστρο : Μεταβατικό ανά έτος
2 Μισθωτός, κάτω των 25 ετών, με πλήρη απασχόληση

Κατώτατο Όριο : €510,95
Ασφάλιστρο : 20% Ελεύθερος Επαγγελματίας ή Αυτοαπασχολούμενος, άνω 5ετίας
Κατώτατο Όριο : €586,08
Ασφάλιστρο : 20% Εφαρμοζόμενο Κατώτατο Όριο :€586,08
ΕφαρμοζόμενοΑσφάλιστρο: 20%
Ελεύθερος Επαγγελματίας ή Αυτοαπασχολούμενος, κάτω 5ετίας
Κατώτατο Όριο : €410,26
Ασφάλιστρο : 14% ή 17% Εφαρμοζόμενο Κατώτατο Όριο : €586,08
Εφαρμοζόμενο Ασφάλιστρο : 14% ή 17%
Άσκηση Αγροτικής Δραστηριότητας
Κατώτατο Όριο : €410,26
Ασφάλιστρο : Μεταβατικό ανά έτος Εφαρμοζόμενο Κατώτατο Όριο : €410,26
Εφαρμοζόμενο Ασφάλιστρο : Μεταβατικό ανά έτος
3 Ελεύθερος Επαγγελματίας, άνω 5ετίας
Κατώτατο Όριο : €586,08
Ασφάλιστρο : 20% Αυτοαπασχολούμενος, άνω 5ετίας
Κατώτατο Όριο : €586,08
Ασφάλιστρο : 20% Εφαρμοζόμενο Κατώτατο Όριο : €586,08
Εφαρμοζόμενο Ασφάλιστρο : 20%
4 Ελεύθερος Επαγγελματίας, κάτω 5ετίας
Κατώτατο Όριο : €410,26
Ασφάλιστρο : 14% ή 17% Αυτοαπασχολούμενος, άνω 5ετίας
Κατώτατο Όριο : €586,08
Ασφάλιστρο : 20%
Εφαρμοζόμενο Κατώτατο Όριο : €586,08
Εφαρμοζόμενο Ασφάλιστρο : Η διαφορά που προκύπτει μέχρι τη συμπλήρωση του εφαρμοζόμενου κατωτάτου ορίου (€586,08) θεωρείται ως εισόδημα από την απασχόληση με το υψηλότερο εισόδημα και εφαρμόζεται το αντίστοιχο ασφάλιστρο (π.χ. εάν το εισόδημα από το ελεύθερο επάγγελμα είναι €300,00 και από την αυτοαπασχόληση
€100,00, τότε καταβάλλεται Εισφορά €300,00 + €186,08 = €486,08 x 14% ή 17% για το ελεύθερο επάγγελμα και €100,00 x 20% για την αυτοαπασχόληση)1

5 Ελεύθερος Επαγγελματίας, άνω 5ετίας
Κατώτατο Όριο : €586,08
Ασφάλιστρο : 20% Αυτοαπασχολούμενος, κάτω 5ετίας
Κατώτατο Όριο : €410,26
Ασφάλιστρο : 14% ή 17% Εφαρμοζόμενο Κατώτατο Όριο : €586,08
Εφαρμοζόμενο Ασφάλιστρο : Αντίστοιχα με την περίπτωση 4 του Πίνακα
6 Ελεύθερος Επαγγελματίας, κάτω 5ετίας
Κατώτατο Όριο : €410,26
Ασφάλιστρο : 14% ή 17% Αυτοαπασχολούμενος, κάτω 5ετίας
Κατώτατο Όριο : €410,26
Ασφάλιστρο : 14% ή 17%
Άσκηση Αγροτικής Δραστηριότητας Εφαρμοζόμενο Κατώτατο Όριο : €586,08
Εφαρμοζόμενο Ασφάλιστρο : 14% ή 17% (ανάλογα με το ποιο εισόδημα είναι υψηλότερο)
7 Ελεύθερος Επαγγελματίας,
ή Αυτοαπασχολούμενος, άνω 5ετίας
Κατώτατο Όριο : €586,08
Ασφάλιστρο : 20% Κατώτατο Όριο : €410,26
Ασφάλιστρο : Μεταβατικό ανά έτος
Άσκηση Αγροτικής Δραστηριότητας Εφαρμοζόμενο Κατώτατο Όριο : €586,08
Εφαρμοζόμενο Ασφάλιστρο : Αντίστοιχα με την περίπτωση 4 του Πίνακα
8 Ελεύθερος Επαγγελματίας, ή Αυτοαπασχολούμενος, κάτω 5ετίας
Κατώτατο Όριο : €410,26
Ασφάλιστρο : 14% ή 17% Κατώτατο Όριο : €410,26
Ασφάλιστρο : Μεταβατικό ανά έτος Εφαρμοζόμενο Κατώτατο Όριο : €586,08
Εφαρμοζόμενο Ασφάλιστρο : Αντίστοιχα με την περίπτωση 4 του Πίνακα

 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2.

ΜΙΣΘΩΤΗ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ – ΑΣΚΗΣΗ ΕΛ. ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΟΣ Η΄ΑΥΤΟΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ Η΄ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ (Α.1, Α.2)
Παράδειγμα 1
(Μισθωτός – Ελεύθερος Επαγγελματίας «Παλαιός ασφαλισμένος»)

Ασφαλισμένος, παρέχει εξαρτημένη εργασία και συγχρόνως ασκεί ελεύθερο επάγγελμα. Από 01/01/2017 έχει υποχρέωση καταβολής στον ΕΦΚΑ ασφαλιστικής εισφοράς ως εξής:
α) βάσει του άρθρου 38 του ν.4387/2016 ως μισθωτός (υποχρέωση ασφάλισης βάσει των διατάξεων του πρώην ΙΚΑ – ΕΤΑΜ) και
β) βάσει του άρθρου 39 του ν.4387/2016 ως ελεύθερος επαγγελματίας (υποχρέωση ασφάλισης βάσει των διατάξεων του πρώην ΟΑΕΕ).
– Εάν οι μηνιαίες αποδοχές από την μισθωτή απασχόληση ανέρχονται σε €5.900,00 και το μηνιαίο εισόδημα από το ελεύθερο επάγγελμα ανέρχεται σε €1.000,00, ο ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά επί του ανωτάτου ορίου μηνιαίων αποδοχών (€5.860,80) βάσει του άρθρου 38 του ν.4387/2016, ενώ δεν προκύπτει υποχρέωση καταβολής ασφαλιστικής εισφοράς για το μηνιαίο εισόδημα από την άσκηση του ελεύθερου επαγγέλματος, πλην της εισφοράς Ειδικού Λογαριασμού Ανεργίας Αυτοτελώς και Ανεξάρτητα Απασχολουμένων (10,00€), που εισπράττεται σε κάθε περίπτωση.
– Εάν οι μηνιαίες αποδοχές από την μισθωτή απασχόληση ανέρχονται σε €3.000,00 και το μηνιαίο εισόδημα από το ελεύθερο επάγγελμα ανέρχεται σε €3.000,00, ο ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά βάσει του άρθρου 38 του ν.4387/2016 για το ποσό των €3.000,00, ενώ για το ελεύθερο επάγγελμα καταβάλλει μηνιαία εισφορά βάσει του άρθρου
39 επί του ποσού των €2.860,80 (€5.860,80 – €3.000,00).
– Εάν οι μηνιαίες αποδοχές από την μισθωτή απασχόληση ανέρχονται σε €1.000,00 και το μηνιαίο εισόδημα από το ελεύθερο επάγγελμα ανέρχεται σε €1.000,00, ο ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά βάσει του άρθρου 38 του ν.4387/2016 για το ποσό των €1.000,00, και για το ελεύθερο επάγγελμα καταβάλλει μηνιαία εισφορά βάσει του άρθρου 39 επί του ποσού των €1.000,00.
– Εάν οι μηνιαίες αποδοχές από την μισθωτή απασχόληση (πλήρης απασχόληση από ασφαλισμένο κάτω των 25 ετών) ανέρχονται σε €510,95 και το μηνιαίο εισόδημα από το ελεύθερο επάγγελμα ανέρχεται σε €400,00, ο ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά

βάσει του άρθρου 38 του ν.4387/2016 για το ποσό των €510,95, και για το ελεύθερο επάγγελμα καταβάλλει μηνιαία εισφορά βάσει του άρθρου 39 επί του ποσού των €400,00. Υ Εάν οι μηνιαίες αποδοχές από την μισθωτή απασχόληση ανέρχονται σε €510,95 (πλήρης απασχόληση από ασφαλισμένο κάτω των 25 ετών)και προκύπτει ζημία από το ελεύθερο επάγγελμα, ο ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά βάσει του άρθρου 38 του ν.4387/2016 για το ποσό των €510,95. Για το ελεύθερο επάγγελμα καταβάλλει μηνιαία εισφορά βάσει του άρθρου 39 επί του ποσού των €75,13 (€586,08 – €510,95).
– Εάν οι μηνιαίες αποδοχές από την μισθωτή απασχόληση (καθεστώς μερικής απασχόλησης) ανέρχονται σε €200,00 και το μηνιαίο εισόδημα από το ελεύθερο επάγγελμα ανέρχεται σε €100,00, ο ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά βάσει του άρθρου 38 του ν.4387/2016 για το ποσό των €200,00 και για το ελεύθερο επάγγελμα καταβάλλει μηνιαία εισφορά βάσει του άρθρου 39 Ν.4387/2016 επί του ποσού των
€386,08 (€586,08 – €200,00).

 

Παράδειγμα 2
(Μισθωτός – Ελεύθερος Επαγγελματίας «Νέος ασφαλισμένος»)

Νέος ασφαλισμένος, παρέχει εξαρτημένη εργασία και συγχρόνως ασκεί ελεύθερο επάγγελμα. Βάσει του προϊσχύσαντος νομοθετικού πλαισίου (άρθρο 39 του ν.2084/1992, όπως ίσχυε), ο εν λόγω ασφαλισμένος υπαγόταν στην ασφάλιση ενός φορέα κύριας ασφάλισης, εν προκειμένω του πρώην ΙΚΑ – ΕΤΑΜ ή του πρώην ΟΑΕΕ, και κατέβαλε μία ασφαλιστική εισφορά. Από 1/1/2017, ο εν λόγω ασφαλισμένος έχει υποχρέωση καταβολής στον ΕΦΚΑ ασφαλιστικής εισφοράς :
α) βάσει του άρθρου 38 του ν.4387/2016 επί των μηνιαίων αποδοχών ως μισθωτός
(υποχρέωση ασφάλισης βάσει των διατάξεων του πρώην ΙΚΑ – ΕΤΑΜ) και
β) βάσει του άρθρου 39 του ν.4387/2016 επί του μηνιαίου εισοδήματος ως ελεύθερος επαγγελματίας (υποχρέωση ασφάλισης βάσει των διατάξεων του πρώην ΟΑΕΕ).

Παράδειγμα 3 (Μισθωτός – Αγρότης )
Ασφαλισμένος, παρέχει εξαρτημένη εργασία και συγχρόνως ασκεί αγροτική δραστηριότητα. Από 01/01/2017 έχει υποχρέωση καταβολής στον ΕΦΚΑ ασφαλιστικής εισφοράς :
α) βάσει του άρθρου 38 του ν.4387/2016 ως μισθωτός (υποχρέωση ασφάλισης βάσει των διατάξεων του πρώην ΙΚΑ – ΕΤΑΜ) και
β) βάσει του άρθρου 40 του ν.4387/2016 λόγω άσκησης αγροτικής δραστηριότητας
(υποχρέωση ασφάλισης βάσει των διατάξεων του πρώην ΟΓΑ).
– Εάν οι μηνιαίες αποδοχές από την μισθωτή απασχόληση ανέρχονται σε €5.900,00 και το μηνιαίο εισόδημα από την αγροτική δραστηριότητα ανέρχεται σε €1.000,00, ο ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά επί του ανωτάτου ορίου μηνιαίων αποδοχών (€5.860,80) βάσει του άρθρου 38 του ν.4387/2016, ενώ δεν προκύπτει υποχρέωση καταβολής ασφαλιστικής εισφοράς για το μηνιαίο εισόδημα από την αγροτική δραστηριότητα, πλην της εισφοράς Ειδικού Λογαριασμού Αγροτικής Εστίας (ΛΑΕ) (επί της κατώτατης βάσης €410,26) που εισπράττεται σε κάθε περίπτωση.
– Εάν οι μηνιαίες αποδοχές από την μισθωτή απασχόληση ανέρχονται σε €2.000,00 και το μηνιαίο εισόδημα από την αγροτική δραστηριότητα ανέρχεται σε €6.000,00, ο ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά βάσει του άρθρου 38 του ν.4387/2016 για το ποσό των €2.000,00, ενώ για την αγροτική δραστηριότητα καταβάλλει μηνιαία εισφορά βάσει του άρθρου 40 επί του ποσού των €3.860,80 (€5.860,80 € – €2.000,00).
– Εάν για την μισθωτή απασχόληση (καθεστώς μερικής απασχόλησης) οι μηνιαίες αποδοχές ανέρχονται σε €200,00 και το μηνιαίο εισόδημα από την αγροτική δραστηριότητα ανέρχεται σε €100,00, ο ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά βάσει του άρθρου 38 του ν.4387/2016 για το ποσό των €200,00 και μηνιαία εισφορά βάσει του άρθρου 40 του ίδιου νόμου , επί του ποσού των €210,26 (€410,26 – €200,00).

Παράδειγμα 4
(Μισθωτός Δημοσίου – Αυτοαπασχολούμενος)
– «Παλαιός» ασφαλισμένος, που έχει διοριστεί ως διοικητικός υπάλληλος στο Δημόσιο και είναι συγχρόνως δικηγόρος σε αναστολή, εφόσον αυτό προβλέπεται από ειδική διάταξη νόμου, μέχρι 31/12/2016 υπαγόταν υποχρεωτικά στην ασφάλιση του Δημοσίου και στην ασφάλιση του τ. ΕΤΑΑ – Τομέας Ασφάλισης Νομικών. Ο εν λόγω ασφαλισμένος από 1/1/2017 έχει υποχρέωση καταβολής ασφαλιστικής εισφοράς ως μισθωτός, βάσει του άρθρου 5 του ν.4387/2016, και ως αυτοαπασχολούμενος βάσει του άρθρου 39 του ίδιου νόμου , εφόσον το ποσό της εισφοράς που καταβάλλεται λόγω της έμμισθης σχέσης δεν καλύπτει την ελάχιστη από το άρθρο 39 παρ. 5 του ν.4387/2016 προβλεπόμενη εισφορά για τους δικηγόρους σε αναστολή.

– «Νέος» ασφαλισμένος, που έχει διοριστεί ως διοικητικός υπάλληλος στο Δημόσιο και είναι συγχρόνως δικηγόρος σε αναστολή, εφόσον αυτό προβλέπεται από ειδική διάταξη νόμου, μέχρι 31/12/2016 υπαγόταν, κατόπιν επιλογής (βάσει του άρθρου 39 του ν.2084/1992) σε έναν φορέα κύριας ασφάλισης, πχ. στην ασφάλιση του τ. ΕΤΑΑ – Τομέας Ασφάλισης Νομικών. Ο εν λόγω ασφαλισμένος από 1/1/2017 έχει υποχρέωση καταβολής ασφαλιστικής εισφοράς ως μισθωτός βάσει του άρθρου 5 του ν.4387/2016 και ως αυτοαπασχολούμενος βάσει του άρθρου 39 του ν.4387/2016, εφόσον το ποσό της εισφοράς που καταβάλλεται λόγω της έμμισθης σχέσης δεν καλύπτει την ελάχιστη από το άρθρο 39 παρ. 5 του ν.4387/2016 προβλεπόμενη εισφορά για τους δικηγόρους σε αναστολή.

Παράδειγμα 5

Μέλος Διοικητικού Συμβουλίου Ανωνύμου Εταιρείας με αντικείμενο επιχειρήσεως επαγγελματική, βιοτεχνική ή εμπορική δραστηριότητα, και ταυτόχρονα μέτοχος στην ίδια εταιρεία με ποσοστό 3% και άνω. Από 01/01/2017 εφόσον λαμβάνει αμοιβή ως μέλος Δ.Σ έχει υποχρέωση καταβολής στον ΕΦΚΑ, ασφαλιστικής εισφοράς ως εξής:

α) βάσει του άρθρου 38 του ν.4387/2016 για την αμοιβή που λαμβάνει ως μέλος Δ.Σ και
β) βάσει του άρθρου 39 του ίδιου νόμου λόγω άσκησης επιχειρηματικής δραστηριότητας
(υποχρέωση ασφάλισης βάσει των διατάξεων του τ. ΟΑΕΕ).

 

ΠΟΛΛΑΠΛΗ ΑΣΚΗΣΗ ΜΗ ΜΙΣΘΩΤΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΩΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ (Α.3)
Παράδειγμα 1
(Ελ. Επαγγελματίας – Αυτοαπασχολούμενος «Παλαιός ασφαλισμένος»)
Ασφαλισμένος (άνω 5ετίας), ασκεί ελεύθερο επάγγελμα (υποχρέωση ασφάλισης στον ΕΦΚΑ βάσει των διατάξεων του πρώην ΟΑΕΕ) και αυτοαπασχόληση (υποχρέωση ασφάλισης στον ΕΦΚΑ βάσει των διατάξεων του πρώην ΕΤΑΑ).
– Εάν από το ελεύθερο επάγγελμα έχει μηνιαίο εισόδημα ύψους €4.000,00 και από την αυτοαπασχόληση ύψους €3.000,00, ο ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά βάσει του άρθρου 39 του ν.4387/2016 για το ποσό των €4.000,00 (εισόδημα από ελεύθερο επάγγελμα) και επί του ποσού των €1.860,80 (€5.860,80 – €4.000,00) για το εισόδημα από την αυτοαπασχόληση. Η προκύπτουσα μηνιαία ασφαλιστική εισφορά για την αυτοαπασχόληση μειώνεται περαιτέρω βάσει του άρθρου 98 του ν.4387/2016.
– Εάν από το ελεύθερο επάγγελμα έχει μηνιαίο εισόδημα ύψους €200,00 και από την αυτοαπασχόληση ύψους €150,00, ο ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά επί του ποσού των €436,08 (€586,08 – €150,00) βάσει του άρθρου 39 του ν.4387/2016 (εισόδημα από ελ. Επάγγελμα) και επί του ποσού €150,00 βάσει του άρθρου 39 του ν.4387/2016 (εισόδημα από αυτοαπασχόληση).
Επισημαίνουμε ότι κατά την πρώτη εφαρμογή της ρύθμισης επειδή δεν είναι δυνατός ο διαχωρισμός των εισοδημάτων που προκύπτουν από κάθε δραστηριότητα, και δεδομένου ότι το ύψος του ασφαλίστρου μπορεί να διαφοροποιείται μεταξύ των ιδιοτήτων (ασφαλισμένοι κάτω 5ετίας για την αυτοαπασχόληση) ή να έχει εφαρμογή η ρύθμιση του άρθρου 98 του ν.4387/2016, το εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα θεωρείται ότι κατά 50% προέρχεται από την άσκηση ελευθέρου επαγγέλματος και 50% από την αυτοαπασχόληση.
– Εάν το συνολικό μηνιαίο εισόδημα από το ελεύθερο επάγγελμα και την αυτοαπασχόληση είναι €7.000,00 και εφόσον υπερβαίνει την ανώτερη βάση, περικόπτεται μέχρι το ύψος αυτής ( € 5.860,80) και κατανέμεται ισόποσα στις ιδιότητες ασφάλισης.
Για το ελεύθερο επάγγελμα αντιστοιχεί μηνιαίο εισόδημα €2.930,40 και από την αυτοαπασχόληση € 2.930,40. Ο ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά βάσει του άρθρου 39 του ν.4387/2016 για το ποσό των €2.930,40 (εισόδημα από ελεύθερο επάγγελμα) και επί του ποσού των €2.930,40 για το εισόδημα από την αυτοαπασχόληση. Η προκύπτουσα μηνιαία ασφαλιστική εισφορά για την αυτοαπασχόληση μειώνεται περαιτέρω βάσει του άρθρου 98 του ν.4387/2016.
– Εάν το συνολικό μηνιαίο εισόδημα από το ελεύθερο επάγγελμα και την αυτοαπασχόληση είναι 4.000,00 και κατανέμεται ισόποσα στις ιδιότητες ασφάλισης.
Για το ελεύθερο επάγγελμα αντιστοιχεί μηνιαίο εισόδημα €2.000,00 και από την αυτοαπασχόληση € 2.000,00. Ο ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά βάσει του άρθρου 39 του ν.4387/2016 για το ποσό των €2.000,00 (εισόδημα από ελεύθερο επάγγελμα) και επί του ποσού των €2.000,00 για το εισόδημα από την αυτοαπασχόληση. Η προκύπτουσα μηνιαία ασφαλιστική εισφορά για την αυτοαπασχόληση μειώνεται περαιτέρω βάσει του άρθρου 98 του ν.4387/2016.

– Εάν το συνολικό μηνιαίο εισόδημα από το ελεύθερο επάγγελμα και την αυτοαπασχόληση είναι 800,00 και κατανέμεται ισόποσα στις ιδιότητες ασφάλισης.
Για το ελεύθερο επάγγελμα αντιστοιχεί μηνιαίο εισόδημα €400,00 και από την αυτοαπασχόληση € 400,00. Ο ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά βάσει του άρθρου 39 του ν.4387/2016 για το ποσό των €400,00 (εισόδημα από ελεύθερο επάγγελμα) και επί του ποσού των €400,00 για το εισόδημα από την αυτοαπασχόληση.
Δεν προκύπτει περαιτέρω μείωση βάσει του άρθρου 98 του ν.4387/2016 για την προκύπτουσα μηνιαία ασφαλιστική εισφορά για την αυτοαπασχόληση.

– Εάν το συνολικό μηνιαίο εισόδημα από το ελεύθερο επάγγελμα και την αυτοαπασχόληση είναι €400,00 κατανέμεται ισόποσα στις ιδιότητες ασφάλισης.
Για το ελεύθερο επάγγελμα αντιστοιχεί μηνιαίο εισόδημα €200,00 και από την αυτοαπασχόληση €200,00. Ο ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά επί του κατώτατου ορίου μηνιαίων αποδοχών βάσει του άρθρου 39 του ν.4387/2016. Για το ποσό των €293,04 (586,08/2) (εισόδημα από ελεύθερο επάγγελμα) και επί του ποσού των €293,04 για το εισόδημα από την αυτοαπασχόληση.
Δεν προκύπτει περαιτέρω μείωση βάσει του άρθρου 98 του ν.4387/2016 για την προκύπτουσα μηνιαία ασφαλιστική εισφορά για την αυτοαπασχόληση.

Παράδειγμα 2
(Ελ. Επαγγελματίας – Αυτοαπασχολούμενος «Παλαιός ασφαλισμένος»)
Ασφαλισμένος (κάτω 5ετίας για το πρώην ΕΤΑΑ με 3 έτη ασφάλισης), ασκεί ελεύθερο επάγγελμα (υποχρέωση ασφάλισης στον ΕΦΚΑ βάσει των διατάξεων του πρώην ΟΑΕΕ) και αυτοαπασχόληση (υποχρέωση ασφάλισης στον ΕΦΚΑ βάσει των διατάξεων του πρώην ΕΤΑΑ).
– Εάν από το ελεύθερο επάγγελμα έχει μηνιαίο εισόδημα ύψους €4.000,00 και από την αυτοαπασχόληση ύψους €3.000,00, ο ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά επί του ποσού των €4.000,00 με ασφάλιστρο 20% για το ελεύθερο επάγγελμα, και επί του ποσού των €1.860,80 (€5.860,80 – €4.000,00) με ασφάλιστρο 17% για την αυτοαπασχόληση. Η προκύπτουσα μηνιαία ασφαλιστική εισφορά για την αυτοαπασχόληση μειώνεται περαιτέρω βάσει του άρθρου 98 του ν.4387/2016.
– Εάν από το ελεύθερο επάγγελμα έχει μηνιαίο εισόδημα ύψους €200,00 και από την αυτοαπασχόληση ύψους €150,00, ο ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά επί του ποσού €436,08 (€586,08 – €150,00) βάσει του άρθρου 39 του ν.4387/2016 (εισόδημα από ελ. Επάγγελμα), με ασφάλιστρο ύψους 20% και επί του ποσού € 150,00 με ασφάλιστρο 17% βάσει του άρθρου 39 του ν.4387/2016 (εισόδημα από αυτοαπασχόληση). Στην περίπτωση αυτή δεν δικαιούται την μείωση του άρθρου 98 του ν.4387/2016. Κατά την πρώτη εφαρμογή της ρύθμισης εφαρμόζονται τα αναφερόμενα στο παράδειγμα 1.

Παράδειγμα 3 «Παλαιός ασφαλισμένος»
Ασφαλισμένος, ασκεί ελεύθερο επάγγελμα (υποχρέωση ασφάλισης στον ΕΦΚΑ βάσει των διατάξεων του πρώην ΟΑΕΕ) και αγροτική δραστηριότητα (υποχρέωση ασφάλισης στον ΕΦΚΑ βάσει των διατάξεων του πρώην ΟΓΑ). Βάσει του προϊσχύσαντος νομοθετικού πλαισίου, ο εν λόγω ασφαλισμένος εξαιρούνταν από την ασφάλιση του ΟΓΑ και υπαγόταν υποχρεωτικά στην ασφάλιση του ΟΑΕΕ. Από 1/1/2017, ο εν λόγω ασφαλισμένος έχει υποχρέωση καταβολής στον ΕΦΚΑ ασφαλιστικής εισφοράς :
α) βάσει του άρθρου 39 του ν.4387/2016 ως ελεύθερος επαγγελματίας (υποχρέωση ασφάλισης βάσει των διατάξεων του πρώην ΟΑΕΕ) και
β) βάσει του άρθρου 40 του ν.4387/2016 λόγω άσκησης αγροτικής δραστηριότητας (υποχρέωση ασφάλισης βάσει των διατάξεων του πρώην ΟΓΑ).
– Εάν από το ελεύθερο επάγγελμα έχει μηνιαίο εισόδημα ύψους €4.000,00 και από την αγροτική δραστηριότητα ύψους €3.000,00, ο ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά βάσει του άρθρου 39 του ν.4387/2016 επί του ποσού των €4.000,00, ενώ για το εισόδημα από την αγροτική δραστηριότητα και μέχρι του ανωτάτου ορίου εισοδήματος, δηλαδή για το ποσό των 1.860,80 (€5.860,80 – €4.000,00) βάσει του άρθρου 40 του ν.4387/2016.
– Εάν από το ελεύθερο επάγγελμα έχει μηνιαίο εισόδημα ύψους €150,00 και από την αγροτική δραστηριότητα ύψους €100,00, το κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος διαμορφώνεται σε €586,08 και ο ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά επί του ποσού €486,08 (€586,08 – €100,00) βάσει του άρθρου 39 του ν.4387/2016 (εισόδημα από ελ. επάγγελμα) και επί του ποσού € 100,00 βάσει του άρθρου 40 του ν.4387/2016 (εισόδημα από αγροτική δραστηριότητα).

 

Δικαιούχοι επιστροφής φόρου εισοδήματος

Δικαιούχοι επιστροφής φόρου εισοδήματος – Εκδόθηκε η πρώτη ανακεφαλαιωτική κατάσταση πληρωμής μέσω τραπεζών

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Αθήνα, 14 Ιουνίου 2017

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων ανακοινώνει ότι εκδόθηκε από τη Διεύθυνση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης η πρώτη ανακεφαλαιωτική κατάσταση πληρωμής μέσω τραπεζών, για δικαιούχους επιστροφής φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων φορολογικού έτους 2016.

Η εντολή πληρωμής αφορά σε φορολογούμενους, οι οποίοι υπέβαλλαν οριστικά τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2016 μέχρι τις 21/05/2017, με αποτέλεσμα εκκαθάρισης πιστωτικό και κατά τον έλεγχο βρέθηκαν φορολογικά και ασφαλιστικά ενήμεροι.

Η πληρωμή μέσω των τραπεζών αφορά σε 99.905 δικαιούχους επιστροφής, με συνολικό ποσό πληρωμής 27.840.557,25 ευρώ.

Στους φορολογούμενους, που δήλωσαν τραπεζικό λογαριασμό (IBAN) στο έντυπο Ε1, το ποσό επιστροφής θα πιστωθεί στις 16/06/2017, ενώ για τους φορολογούμενους, που δεν διαθέτουν λογαριασμό ή βρέθηκε σφάλμα κατά τον έλεγχο του IBAN, που δήλωσαν, το ποσό επιστροφής θα είναι διαθέσιμο από τις 23/06/2017, με την προσκόμιση στην αναγραφόμενη τράπεζα της ειδοποίησης επιστροφής φόρου εισοδήματος, η οποία είναι ενσωματωμένη στην Πράξη Διοικητικού Προσδιορισμού Φόρου, που έχει εκδοθεί για το φορολογικό έτος 2016.

 

Περιστασιακή εργασία των εγγεγραμμένων ανέργων

Ο.Α.Ε.Δ. αρ. πρωτ.: 38857/2017
Εφαρμογή των διατάξεων του άρθρ. 92 του ν. 4461/2017 σχετικά με την περιστασιακή εργασία των εγγεγραμμένων ανέργων
Αθήνα
Α.Π.: 38857/26.05.17

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ,ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ
ΔΙΟΙΚΗΣΗ Α’ ΓΕΝ. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ -Α6
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΔΙΚΤΥΟΥ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ

Ταχ. Δ/νση: Εθνικής Αντιστάσεως 8, Άλιμος, Τ.Κ.: 17456
Πληρ. Δ/νσης Ασφάλισης: Γ. Τερζή, N. Κακανή
Τηλ.: 210 9989138, 210 9989153
Πληρ. Δ/νσης Συντονισμού: Χ. Δεμερλιώτου,
Α. Κανάβη
Τηλ.: 210 9989059, 210 9989188

ΘΕΜΑ: «Εφαρμογή των διατάξεων του άρθρ.92 του ν. 4461/2017 σχετικά με την περιστασιακή εργασία των εγγεγραμμένων ανέργων»

Με το άρθρ. 92 του ν. 4461/2017 (Α’/38/28.03.2017): «Περιστασιακή εργασία εγγεγραμμένων ανέργων» ρυθμίζεται το θέμα της περιστασιακής απασχόλησης των εγγεγραμμένων ανέργων ως εξής:
«Άνεργοι εγγεγραμμένοι στα μητρώα του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.), που πραγματοποίησαν ως και εβδομήντα (70) ημερομίσθια ανά δωδεκάμηνο, μπορούν με αίτησή τους προς τον ΟΑΕΔ να βεβαιώνουν συνεχή χρόνο ανεργίας, αφαιρουμένου του ως άνω χρόνου εργασίας τους και κάθε χρονικού διαστήματος κατά το οποίο δεν ήταν εγγεγραμμένοι άνεργοι». Η ως άνω διάταξη τυγχάνει εφαρμογής από της δημοσιεύσεως του νόμου, δηλαδή από την 28.03.2017, αφορά σε όλους τους εγγεγραμμένους ανέργους, επιδοτούμενους ή μη, και εισάγει υπό προϋποθέσεις τη δυνατότητα αναγνώρισης συνεχόμενου χρόνου ανεργίας, παρά την παρεμβολή εντός αυτού «περιστασιακής» απασχόλησης.

Ως περιστασιακή απασχόληση ορίζεται η πραγματοποίηση κατά μέγιστο όριο 70 ημερομισθίων ανά δωδεκάμηνο.

Ως ημερομίσθιο νοείται κάθε βεβαιωμένη από τον αρμόδιο ασφαλιστικό φορέα ημέρα εργασίας οποιουδήποτε τύπου, πλήρους, μερικής ή εκ περιτροπής απασχόλησης, καθώς και κάθε βεβαιωμένη με εργόσημο ημέρα εργασίας. Συνεπώς, τα αναφερόμενα στη διάταξη ημερομίσθια είναι ημέρες ασφάλισης, για τον υπολογισμό των οποίων ακολουθείται η συνήθης διαδικασία [λαμβάνονται υπ’ όψιν τυχόν προσαυξήσεις (π.χ. περιπτώσεις οικοδόμων) και ημέρες αδείας (π.χ. περιπτώσεις οικοδόμων, ξενοδοχοϋπαλλήλων κ.ο.κ.), οι δε δεκαδικοί αριθμοί στρογγυλοποιούνται προς όφελος των ασφαλισμένων (π.χ. οι 70,6 ημέρες θα στρογγυλοποιηθούν σε 70)].

Οι ως άνω 70 ημέρες εργασίας πρέπει να έχουν πραγματοποιηθεί είτε συνεχόμενα είτε σποραδικά κατά τη διάρκεια ενός 12μηνου. Η διαδικασία αναγνώρισης συνεχόμενου χρόνου ανεργίας, άρα και υπολογισμού του 12μηνου, ξεκινά από τον ασφαλισμένο με την υποβολή σχετικής αιτήσεώς του στην Υπηρεσία του ΟΑΕΔ. Καταληκτική ημερομηνία του εξατομικευμένου 12μήνου αποτελεί η ημερομηνία υποβολής της εκάστοτε νέας αίτησης του συγκεκριμένου ανέργου, η δε ημερομηνία έναρξης αυτού είναι η ίδια ημέρα του ίδιου μήνα του προηγούμενου έτους, ενώ και κατά τις δύο ημερομηνίες ο ασφαλισμένος πρέπει να είναι εγγεγραμμένος άνεργος, για να μπορεί να εφαρμοσθεί η εν λόγω διάταξη. Αν, για παράδειγμα, άνεργος εγγραφεί στο Μητρώο Ανέργων την 01.04.2017 υποβάλλοντας σχετική αίτηση, το 12μηνο αναφοράς αρχίζει την 01.04.2016, κατά την οποία ο ασφαλισμένος πρέπει, επίσης, να είναι εγγεγραμμένος άνεργος, και λήγει την 01.04.2017.

Ο ακριβής αριθμός των ημερών εργασίας που πραγματοποιήθηκαν εντός του 12μηνου και το συγκεκριμένο διάστημα απασχόλησης στο οποίο αυτές αντιστοιχούν αποδεικνύονται είτε με αυτεπάγγελτη αναζήτηση (μέσω των υφιστάμενων εφαρμογών διαλειτουργικότητας) είτε/και από τα σχετικά δικαιολογητικά που οι Υπηρεσίες ζητούν από τους αιτούντες να προσκομίσουν, όταν η αναζήτηση με ηλεκτρονικό τρόπο δεν είναι εφικτή (δικαιολογητικά που ζητούνται και για την τακτική επιδότηση λόγω ανεργίας). Επισημαίνεται ότι στις περιπτώσεις ασφαλισμένων που έχουν πραγματοποιήσει ημέρες εργασίας κατά τον τελευταίο μήνα του εξατομικευμένου 12μηνου, οι οποίες και δεν απεικονίζονται στον ατομικό λογαριασμό τους, είναι δυνατή η εξέταση της αίτησης και η αναγνώριση συνεχόμενου χρόνου ανεργίας με την προσκόμιση του εντύπου «βεβαίωση εργοδότη» για τις εγγραφές της ΑΠΔ του μήνα αυτού.

Οι Υπηρεσίες, ωστόσο, οφείλουν να παρακολουθούν τις περιπτώσεις αυτές και, αν τυχόν διαπιστωθεί εκ των υστέρων ότι δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις που θέτει η εν λόγω διάταξη (π.χ. υπέρβαση των 70 ημερών εργασίας), οφείλουν να προβαίνουν σε ανάκληση της εκδοθείσας βεβαίωσης και γνωστοποίηση αυτής τόσο στον ασφαλισμένο όσο και στον αναφερόμενο στην αίτηση φορέα, στον οποίο αυτή επρόκειτο να χρησιμοποιηθεί.

Κατά την εγγραφή του στο Μητρώο ο ασφαλισμένος ενημερώνεται για τη δυνατότητα που του προσφέρει η νέα διάταξη και δηλώνει ενυπόγραφα ότι έλαβε γνώση αυτής.

Με την υποβολή της αιτήσεως εκ μέρους του ασφαλισμένου:

• Υπολογίζεται το 12μηνο, ως ορίζεται ανωτέρω, στο ΟΠΣ του Οργανισμού.

• Επιβεβαιώνεται ότι τόσο κατά την ημερομηνία έναρξης όσο και κατά την ημερομηνία λήξης του 12μηνου ο αιτών ήταν εγγεγραμμένος άνεργος (το δελτίο ανεργίας που ήταν σε ισχύ κατά την ημερομηνία έναρξης του 12μηνου θα ονομάζεται εφεξής «δελτίο έναρξης εξατομικευμένου 12μήνου» για την κατανόηση της εγκυκλίου).

• Ελέγχονται τα διαστήματα απασχόλησης από τα προσκομισθέντα δικαιολογητικά ή/και από ηλεκτρονική αναζήτηση.

• Καταχωρίζονται αθροιστικά οι ημέρες ασφάλισης εντός του διαστήματος αυτού, που δεν είναι δυνατόν να υπερβαίνουν τις 70.

• Αναγνωρίζεται άμεσα συνεχόμενος χρόνος ανεργίας για το διάστημα από της εκδόσεως του δελτίου έναρξης εξατομικευμένου 12μηνου έως της ημερομηνίας εκδόσεως της σχετικής απόφασης ή, εφόσον το δελτίο έχει διαγραφεί πριν από αυτήν (και οπωσδήποτε μετά την υποβολή της αίτησης), έως την προηγουμένη της διαγραφής του δελτίου.

• Εκδίδεται κατά τη συνήθη διαδικασία βεβαίωση συνεχόμενου χρόνου ανεργίας, όμως, από τον αναγνωριζόμενο χρόνο ανεργίας αφαιρείται όλο το χρονικό διάστημα που καλύπτουν οι εκάστοτε προσλήψεις στο πλαίσιο των οποίων πραγματοποιήθηκαν οι ημέρες εργασίας καθώς και ο τυχόν χρόνος μη εγγεγραμμένης ανεργίας. Εξυπακούεται ότι οποιαδήποτε μεταβολή προκύπτει στα δελτία ανεργίας (π.χ. ανάκληση δελτίου για οποιονδήποτε λόγο κ.ο.κ.) επιφέρει αναλόγως και ανάκληση των σχετικών βεβαιώσεων.

Στην περίπτωση που προηγούνται του 12μηνου αναφοράς της εκάστοτε αίτησης διαδοχικά 12μηνα κατά τα οποία πληρούνται οι προϋποθέσεις της εν λόγω διάταξης, η εκδιδόμενη βεβαίωση θα συμπεριλαμβάνει όλο το χρονικό διάστημα από της εκδόσεως του παλαιότερου σε χρονική σειρά δελτίου έναρξης εξατομικευμένου 12μήνου έως της ημερομηνίας έκδοσης της αποφάσεως επί του αιτήματος – ή έως την προηγουμένη της διαγραφής του δελτίου, εφόσον το δελτίο έχει διαγραφεί πριν από αυτήν (Παράδειγμα 4).

Διευκρινίζεται, επιπλέον, ότι:

• Από τη διάταξη δεν αίρεται το υφιστάμενο πλαίσιο διαγραφής του δελτίου ανεργίας με την ανάληψη εργασίας: τα δελτία ανεργίας διαγράφονται με την ανάληψη έστω και μίας ημέρας εργασίας και επανεκδίδονται με τη λύση της εργασιακής σχέσης.

• Η διάταξη αυτή τυγχάνει εφαρμογής, αποκλειστικά και μόνο όταν η κατάσταση ανεργίας διακόπτεται λόγω ανάληψης εργασίας.

• Η παράλειψη ανανέωσης του δελτίου ανεργίας δεν εντάσσεται στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας διάταξης. Σε αυτήν την περίπτωση τα αιτήματα που υποβάλλονται για αναγνώριση συνεχόμενου χρόνου ανεργίας απορρίπτονται (Παραδείγματα 5 και 6).

• Η μη άμεση εγγραφή στα Μητρώα Ανέργων μετά τη λήξη της περιστασιακής απασχόλησης δεν αποτελεί λόγο μη εφαρμογής της διάταξης. Εξυπακούεται ότι το δικαίωμα εγγραφής υφίσταται καθ’ όλη τη διάρκεια του εξατομικευμένου 12μήνου (Παράδειγμα 3).

• Η ανάληψη εργασίας επιφέρει σε κάθε περίπτωση την αναστολή της επιδότησης λόγω ανεργίας. Κάθε άλλη οδηγία ή εγκύκλιος που έρχεται σε αντίθεση με τα ανωτέρω (π.χ. σχετικά με τη μερική ή σποραδική – εκ περιτροπής απασχόληση) καταργείται.

• Με βάση τις αρχές της ασφάλειας και βεβαιότητας δικαίου και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικούμενου προς τη Διοίκηση, από την παρούσα δεν επέρχεται καμία μεταβολή στις υφιστάμενες κατά την έκδοση αυτής τακτικές επιδοτήσεις λόγω ανεργίας στις οποίες εφαρμόζονται ήδη οι οδηγίες της υπ’ αριθμ. 103160/28.02.91 εγκυκλίου.

Περιπτώσεις έκφρασης αντιρρήσεων εκ μέρους των αιτούντων ως προς την εκδοθείσα απόφαση επί των αιτημάτων τους θα εξετάζονται ως διοικητικές προσφυγές από τις αρμόδιες επιτροπές εκδίκασης προσφυγών.

Σχετικά με τη μηχανογραφική υλοποίηση της παρούσας θα ακολουθήσουν οδηγίες από τις αρμόδιες Δ/νσεις Μηχανογράφησης και Συντονισμού και Ανάπτυξης Δικτύων Υπηρεσιών Απασχόλησης.

Παραδείγματα:

1. Άνεργος εγγράφεται στο Μητρώο την 01.04.2013 και διατηρεί ενεργό δελτίο έως την 31.05.2017. Την 01.06.2017 διαγράφεται το δελτίο του, επειδή αναλαμβάνει εργασία όπου και απασχολείται για 5 μήνες, δηλαδή έως την 31.10.2017, πραγματοποιώντας συνολικά 50 ημέρες εργασίας. Την 07.11.2017 εγγράφεται στο Μητρώο και την 30.11.2017 αιτείται αναγνώρισης συνεχόμενου χρόνου ανεργίας. Το 12μηνό του εκτείνεται κατά το διάστημα από 30.11.2016 έως 30.11.2017. Το αίτημά του γίνεται δεκτό καθώς:
• ήταν εγγεγραμμένος άνεργος τόσο κατά την ημερομηνία έναρξης όσο και κατά την ημερομηνία λήξης του 12μηνου,
• κατά τη διάρκεια του 12μηνου έχει πραγματοποιήσει λιγότερες από 70 ημέρες ασφάλισης.
Στον ασφαλισμένο αναγνωρίζεται, π.χ. τη 02.12.2017 κατά την οποία εξακολουθεί να είναι εγγεγραμμένος άνεργος, συνεχόμενος χρόνος ανεργίας για το διάστημα από 01.04.2013 έως 02.12.2017, αφαιρουμένου του διαστήματος από 01.06.2017 έως 31.10.2017, κατά το οποίο απασχολούνταν.

2.α. Εγγεγραμμένος άνεργος στο Μητρώο από την 01.04.2014 αναλαμβάνει εργασία την 01.04.2016 και διαγράφεται το δελτίο ανεργίας του. Εργάζεται έως την 30.06.2016, οπότε λήγει η σύμβασή του, και την 01.07.2016 επανεγγράφεται στο Μητρώο. Κατά το διάστημα απασχόλησής του από 01.04.2016 έως 30.06.2016 έχουν βεβαιωθεί στον ατομικό λογαριασμό του 50 ημέρες ασφάλισης. Την 01.11.2016 συνάπτει σύμβαση μίας ημέρας, διαγράφεται το δελτίο του, και τη 02.11.2016 εγγράφεται εκ νέου στο Μητρώο. Την 01.04.2017, κατά την οποία παραμένει εγγεγραμμένος άνεργος, αιτείται αναγνώρισης συνεχόμενου χρόνου ανεργίας. Το 12μηνο αναφοράς ανατρέχει στο χρονικό διάστημα από 01.04.2016 έως 01.04.2017. Κατά την 01.04.2016, όμως, ο ασφαλισμένος δεν ήταν άνεργος, οπότε το αίτημά του δεν ικανοποιείται.
β. Ο ίδιος ασφαλισμένος υποβάλλει αίτηση την 31.03.2017. Το 12μηνο αναφοράς εκτείνεται από 31.03.2016 έως 31.03.2017. Στην περίπτωση αυτή καθώς και κατά την ημερομηνία έναρξης και κατά την ημερομηνία λήξης του 12μήνου πληρούται η προϋπόθεση της εγγεγραμμένης ανεργίας, η Υπηρεσία μπορεί να προβεί στην καταμέτρηση των ημερών ασφάλισης. Επειδή αυτές δεν υπερβαίνουν τις 70, το αίτημα ικανοποιείται και αναγνωρίζεται, π.χ. την 01.04.2017, συνεχόμενος χρόνος εγγεγραμμένης ανεργίας για το διάστημα από 01.04.2014 (ημερομηνία έκδοσης δελτίου έναρξης εξατομικευμένου 12μήνου) έως 01.04.2017 (ημερομηνία έκδοσης της απόφασης), αφαιρουμένου του διαστήματος από 01.04.2016 έως 30.06.2016 και της 01.11.2016.
γ. Αν ο ίδιος ασφαλισμένος υπέβαλε την αίτησή του την 31.03.2017, αλλά κατά το διάστημα της απασχόλησής του από 01.04.2016 έως 30.06.2016 είχε πραγματοποιήσει 75 ημέρες ασφάλισης, δεν θα ενέπιπτε στη διάταξη του νόμου λόγω υπέρβασης των 70 ημερών και δεν θα αναγνωριζόταν συνεχόμενος χρόνος ανεργίας.

3. Εγγεγραμμένος άνεργος στο Μητρώο από την 01.04.2015 αναλαμβάνει εργασία την 01.04.2016 και διαγράφεται το δελτίο ανεργίας του. Εργάζεται έως την 30.06.2016, οπότε λήγει η σύμβασή του. Κατά το διάστημα απασχόλησής του από 01.04.2016 έως 30.06.2016 έχουν βεβαιωθεί στον ατομικό λογαριασμό του 50 ημέρες ασφάλισης. Μολονότι μετά τη λήξη της σύμβασής του δεν εργάζεται εκ νέου, στο Μητρώο Ανέργων επανεγγράφεται αρκετά μεταγενέστερα από τη λήξη αυτής, π.χ. την 01.11.2016, και παραμένει εγγεγραμμένος άνεργος έως την 31.03.2017, οπότε και αιτείται αναγνώρισης συνεχόμενου χρόνου ανεργίας. Την 01.04.2017 το δελτίο του διαγράφεται λόγω ανάληψης εργασίας. Το 12μηνο του ασφαλισμένου εκτείνεται κατά την περίοδο από 31.03.2016 έως 31.03.2017. Το αίτημά του γίνεται δεκτό, καθώς:
• ήταν εγγεγραμμένος άνεργος τόσο κατά την ημερομηνία έναρξης όσο και κατά την ημερομηνία λήξης του 12μήνου,
• η εγγεγραμμένη ανεργία του διεκόπη λόγω ανάληψης εργασίας,
• κατά τη διάρκεια του 12μηνου έχει πραγματοποιήσει λιγότερες από 70 ημέρες ασφάλισης.
Στον ασφαλισμένο αναγνωρίζεται την 01.04.2017 συνεχόμενος χρόνος ανεργίας για το διάστημα από 01.04.2015 έως 31.03.2017 (προηγουμένη της διαγραφής του δελτίου), αφαιρουμένου του διαστήματος από 01.04.2016 έως 31.10.2016 (από 01.04.2016 έως 30.06.2016 λόγω της απασχόλησης και από 01.07.2016 έως 31.10.2016 λόγω μη εγγεγραμμένης ανεργίας).

4. Εγγεγραμμένος άνεργος στο Μητρώο από την 01.04.2016 αναλαμβάνει εργασία από 01.06.2016 και διαγράφεται το δελτίο ανεργίας του. Απασχολείται έως την 31.08.2016. Κατά το διάστημα απασχόλησής του πραγματοποιεί 60 ημέρες εργασίας. Την 01.09.2016 εγγράφεται εκ νέου στο Μητρώο και ανανεώνει το δελτίο του στα προβλεπόμενα χρονικά διαστήματα. Την 01.05.2017, κατά την οποία έχει δελτίο ανεργίας σε ισχύ, αιτείται αναγνώρισης συνεχόμενου χρόνου ανεργίας. Το 12μηνό του εκτείνεται κατά το διάστημα από 01.05.2016 έως 01.05.2017. Καθώς ήταν εγγεγραμμένος άνεργος και κατά την ημερομηνία έναρξης και κατά την ημερομηνία λήξης του 12μηνου, κατά δε τη διάρκεια αυτού είχε πραγματοποιήσει μόνο 60 ημέρες εργασίας, η Υπηρεσία αναγνωρίζει, π.χ. αυθημερόν, συνεχόμενο χρόνο ανεργίας για το διάστημα από 01.04.2016 (ημερομηνία έκδοσης δελτίου έναρξης εξατομικευμένου 12μηνου) έως 01.05.2017, αφαιρουμένου του διαστήματος από 01.06.2016 έως 31.08.2016.
Την 01.06.2017 διαγράφεται εκ νέου το δελτίο ανεργίας του ασφαλισμένου λόγω ανάληψης εργασίας, από την οποία και απολύεται την 31.08.2017 με βεβαιωμένες και πάλι 60 ημέρες εργασίας στον ατομικό λογαριασμό του. Την 01.09.2017 επανεγγράφεται στο Μητρώο και ανανεώνει συνεχώς το δελτίο ανεργίας του. Την 01.05.2018, κατά την οποία το δελτίο ανεργίας του είναι σε ισχύ, αιτείται και πάλι αναγνώρισης συνεχόμενου χρόνου ανεργίας. Το αίτημά του ικανοποιείται, εφόσον και κατά την έναρξη του 12μηνου (01.05.2017) και κατά τη λήξη αυτού (01.05.2018) ήταν εγγεγραμμένος άνεργος, κατά δε τη διάρκεια αυτού είχε πραγματοποιήσει λιγότερα από 70 ημερομίσθια. Επειδή, όμως, και κατά το αμέσως προηγούμενο 12μηνο πληρούνταν οι προϋποθέσεις του νόμου, η συνεχόμενη ανεργία του ασφαλισμένου θα αναγνωρίζεται για το διάστημα από της εκδόσεως του παλαιότερου σε χρονική σειρά δελτίου έναρξης εξατομικευμένου 12μηνου, δηλαδή από 01.04.2016, έως της έκδοσης απόφασης επί του νέου αιτήματος (ή σε περίπτωση διαγραφής του δελτίου, έως της προηγουμένης αυτής), αφαιρουμένων των διαστημάτων από 01.06.2016 έως 31.08.2016 και από 01.06.2017 έως 31.08.2017.

5.α. Εγγεγραμμένος άνεργος στο Μητρώο από τη 10.04.2011 διατηρεί το δελτίο ανεργίας του έως την 09.04.2016, οπότε παραλείπει να το ανανεώσει. Επανεγγράφεται την 01.07.2016. Την 01.10.2016 αναλαμβάνει εργασία και διαγράφεται το δελτίο ανεργίας του. Εργάζεται έως την 30.11.2016, οπότε λήγει η σύμβασή του. Κατά το διάστημα απασχόλησής του από 01.10.2016 έως 30.11.2016 έχουν βεβαιωθεί στον λογαριασμό ασφάλισής του 50 ημέρες εργασίας. Μετά τη λήξη της σύμβασής του εγγράφεται στο Μητρώο τη 02.12.2016 και παραμένει εγγεγραμμένος άνεργος έως την 31.03.2017, οπότε και αιτείται αναγνώρισης συνεχόμενου χρόνου ανεργίας. Μολονότι ήταν εγγεγραμμένος άνεργος τόσο κατά την έναρξη (31.03.2016) όσο και κατά τη λήξη του 12μηνου (31.03.2017) και παρότι αριθμεί μόνο 50 ημέρες εργασίας κατά τη διάρκεια αυτού, η Υπηρεσία δεν θα ικανοποιήσει το αίτημά του, γιατί η συνεχόμενη εγγεγραμμένη ανεργία του διεκόπη εντός του 12μήνου λόγω παράλειψης ανανέωσης του δελτίου.
β. Ο ίδιος ασφαλισμένος μετά την εγγραφή του στο Μητρώο τη 02.12.2016 παραμένει εγγεγραμμένος έως τη 02.07.2017, οπότε και αιτείται αναγνώρισης συνεχόμενου χρόνου ανεργίας. Το αίτημα στην περίπτωση αυτή θα ικανοποιηθεί από την Υπηρεσία καθώς ο ασφαλισμένος:
• ήταν εγγεγραμμένος άνεργος και κατά την ημερομηνία έναρξης (02.07.2016) και κατά την ημερομηνία λήξης του 12μήνου (02.07.2017),
• κατά τη διάρκεια του 12μήνου έχει πραγματοποιήσει λιγότερες από 70 ημέρες εργασίας,
ο συνεχόμενος, όμως, χρόνος ανεργίας θα αναγνωρίζεται/ βεβαιώνεται για το διάστημα από την 01.07.2016 (ημερομηνία πρώτης επανεγγραφής μετά την παράλειψη ανανέωσης του προηγούμενου δελτίου) έως την ημερομηνία έκδοσης απόφασης επί του αιτήματος (ή σε περίπτωση διαγραφής του δελτίου, έως την προηγουμένη αυτής).

6. Εγγεγραμμένος άνεργος στο Μητρώο από την 01.04.2015 αναλαμβάνει εργασία την 01.04.2016 και διαγράφεται το δελτίο ανεργίας του. Εργάζεται έως την 30.06.2016, οπότε λήγει η σύμβασή του. Κατά το διάστημα απασχόλησής του από 01.04.2016 έως 30.06.2016 έχουν βεβαιωθεί στον λογαριασμό ασφάλισής του 50 ημέρες εργασίας. Εγγράφεται στο Μητρώο την 01.08.2016 και παραμένει εγγεγραμμένος άνεργος έως την 31.10.2016. Δεν ανανεώνει, όμως, εγκαίρως το δελτίο του με αποτέλεσμα να διαγραφεί από τα Μητρώα. Επανεγγράφεται την 01.12.2016. Την 31.03.2017 αιτείται αναγνώρισης συνεχόμενου χρόνου ανεργίας. Η Υπηρεσία δεν θα προβεί σε αναγνώριση, γιατί η συνεχόμενη εγγεγραμμένη ανεργία του δεν διεκόπη μόνο λόγω απασχόλησης (01.04.2016), αλλά και λόγω παράλειψης ανανέωσης του δελτίου.

7. Σε ασφαλισμένο με ημερομηνία εγγραφής στο Μητρώο τη 02.09.2016 έχει εγκριθεί τακτική επιδότηση λόγω ανεργίας διάρκειας 12 μηνών, για το διάστημα από 02.09.2016 έως 01.09.2017. Στον 9ο μήνα επιδότησης, την 01.05.2017, αναλαμβάνει εργασία, διαγράφεται το δελτίο ανεργίας του και αναστέλλεται η επιδότησή του. Απασχολείται έως 31.10.2017, οπότε και λήγει η σύμβασή του. Κατά τη διάρκεια της απασχόλησής του πραγματοποίησε 70 ημέρες εργασίας. Προσέρχεται στην Υπηρεσία του ΟΑΕΔ την 07.11.2017, εγγράφεται στο Μητρώο Ανέργων και αιτείται:
α) τη συνέχιση της επιδότησής του και
β) αναγνώριση συνεχόμενου χρόνου ανεργίας.
Η Υπηρεσία:
α) εγκρίνει τη συνέχιση, εφόσον η αίτηση έχει υποβληθεί εντός διετίας από την αρχική αναγνώριση της αξίωσης προς επιδότηση σύμφωνα με την παρ. 1 του αρθρ. 20 του ν.δ. 2961/1954 και
β) αναγνωρίζει, π.χ. αυθημερόν, συνεχόμενο χρόνο ανεργίας για το διάστημα από 02.09.2016 έως 07.11.2017, καθώς ο ασφαλισμένος:
• ήταν εγγεγραμμένος άνεργος και κατά την έναρξη (07.11.2016) και κατά τη λήξη (07.11.2017) του 12μήνου,
• κατά τη διάρκεια του δωδεκαμήνου δεν έχει πραγματοποιήσει περισσότερες από 70 ημέρες εργασίας.

Με ευθύνη των Προϊσταμένων να λάβουν γνώση οι αρμόδιοι υπάλληλοι.

 

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ Δ/ΝΣΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ
Δ. ΜΠΟΥΓΙΑΚΛΗΣ

 

Αναλογικά τέλη κυκλοφορίας

ΠΟΛ.1084/2017
Κοινοποίηση των διατάξεων της παρ. 4 του άρθρου 16 του ν. 4467/13-4-2017 (56 Α’) και παροχή οδηγιών για την είσπραξη αναλογικών τελών κυκλοφορίας, εξαιρετικά για το 2017, στην περίπτωση άρσης ακινησίας ΙΧ οχήματος, αυτοκινήτου ή μοτοσυκλέτας, για έναν ή τρεις μήνες ή για το υπόλοιπο του έτους 2017
Αθήνα, 12/6/2017

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΕΜΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Β

Ταχ. Δ/νση:Σίνα 2-4
Ταχ. Κώδικας:10672 Αθήνα
Πληροφορίες:Β. Ζαρκαδούλα
Τηλέφωνο:2103644781

ΠΟΛ 1084/2017

ΘΕΜΑ : «Κοινοποίηση των διατάξεων της παρ. 4 του άρθρου 16 του ν. 4467/13-4-2017 (56 Α’) και παροχή οδηγιών για την είσπραξη αναλογικών τελών κυκλοφορίας, εξαιρετικά για το 2017, στην περίπτωση άρσης ακινησίας ΙΧ οχήματος, αυτοκινήτου ή μοτοσυκλέτας, για έναν ή τρεις μήνες ή για το υπόλοιπο του έτους 2017».

Με την παρ. 4 του άρθρου 16 του ν. 4467/2017, δίνεται η δυνατότητα σε ενδιαφερόμενους κατόχους ΙΧ οχημάτων, αυτοκινήτων ή μοτοσυκλετών, οι οποίοι τα έχουν θέσει σε ακινησία και εξαιρετικά για το έτος 2017, να άρουν την ακινησία για τα εν λόγω οχήματα, καταβάλλοντας για το σκοπό αυτό τέλη κυκλοφορίας ανάλογα με την διάρκεια κυκλοφορίας, σύμφωνα με τις επιλογές που δίδονται με τα οριζόμενα στις περιπτώσεις α) έως γ) της προαναφερθείσας.

Συγκεκριμένα:

α) για άρση ακινησίας χρονικής διάρκειας 1 μηνός, καταβάλλονται τα 2/12 των αναλογούντων στο όχημα ετήσιων τελών κυκλοφορίας

β) για άρση ακινησίας χρονικής διάρκειας 3 μηνών, καταβάλλονται τα 4/12 του ποσού των αναλογούντων στο όχημα ετήσιων τελών κυκλοφορίας

γ) για άρση ακινησίας για το υπόλοιπο διάστημα του έτους και μέχρι το τέλος αυτού (31.12.2017), καταβάλλονται τα δωδέκατα του ποσού των αναλογούντων στο όχημα ετήσιων τελών κυκλοφορίας που απομένουν από την ημερομηνία της άρσης μέχρι και το τέλος του έτους συν 2/12 των αναλογούντων ετήσιων τελών.

Για την αποφυγή λαθών και την ορθή εφαρμογή επισημαίνονται τα εξής:

i. η άρση της ακινησίας γίνεται κατόπιν εγγράφου αιτήματος του κατόχου του οχήματος, το οποίο τηρείται στο αρχείο της Δ.Ο.Υ.

ii. προκειμένου για τον υπολογισμό του ποσού των τελών κυκλοφορίας, ο μήνας που γίνεται η άρση της ακινησίας λογίζεται ως ολόκληρος μήνας, ανεξάρτητα από την ημερομηνία της άρσης εάν δηλαδή αυτή γίνεται στην αρχή ή στο τέλος του μήνα.

Παράδειγμα 1:

Για επιβατικό ΙΧ 1000 κ.εκ., τα ετήσια τέλη κυκλοφορίας είναι 120€. Έστω ότι φορολογούμενος αιτείται εγγράφως άρσης ακινησίας στις 20 Ιουνίου 2017:
– εάν επιλέξει την άρση για 1 μήνα τα αναλογούντα τέλη κυκλοφορίας υπολογίζονται ως εξής: 120€ x (2/12) = 20€. Τα στοιχεία κυκλοφορίας στην περίπτωση αυτή επιστρέφονται, εμπρόθεσμα, στη Δ.Ο.Υ. έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα του Ιουνίου, αφού ο μήνας αυτός λογίζεται ολόκληρος για τις ανάγκες υπολογισμού των τελών.
– εάν επιλέξει την άρση για 3μήνες τα αναλογούντα τέλη κυκλοφορίας θα είναι 120€ x (4/12) = 40€. Τα στοιχεία κυκλοφορίας στην περίπτωση αυτή επιστρέφονται, εμπρόθεσμα, στη Δ.Ο.Υ. έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα του Αυγούστου.
– εάν επιλέξει την άρση για το υπόλοιπο του έτους δηλαδή μέχρι 31-12-2017, θα καταβληθούν τέλη κυκλοφορίας για 7 μήνες συν 2/12 ως εξής: 120€ x (7/12) + 120€ x (2/12) = 70€ + 20€ = 90€.

Παράδειγμα 2:

Για επιβατικό ΙΧ με εκπομπές 100γρ 0ϋ2/χλμ , τα ετήσια τέλη κυκλοφορίας είναι : 100 x 0,90 = 90€. Έστω ότι φορολογούμενος αιτείται (εγγράφως) άρσης ακινησίας στις 20 Ιουνίου 2017:
– εάν επιλέξει την άρση για 1 μήνα τα αναλογούντα τέλη κυκλοφορίας υπολογίζονται ως εξής: 90€ x (2/12 ) = 15€. Τα στοιχεία κυκλοφορίας στην περίπτωση αυτή επιστρέφονται, εμπρόθεσμα, στη Δ.Ο.Υ. έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα του Ιουνίου, αφού ο μήνας αυτός λογίζεται ολόκληρος για τις ανάγκες υπολογισμού των τελών.
– εάν επιλέξει την άρση για 3μήνες τα αναλογούντα τέλη κυκλοφορίας θα είναι 90€ x (4/12) = 30€. Τα στοιχεία κυκλοφορίας στην περίπτωση αυτή επιστρέφονται, εμπρόθεσμα, στη Δ.Ο.Υ. έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα του Αυγούστου.
– εάν επιλέξει την άρση για το υπόλοιπο του έτους μέχρι 31-12-2017, θα καταβληθούν τέλη κυκλοφορίας για 7 μήνες συν 2/12, δηλαδή 90€ x [(7/12) + (2/12)] = 90€ x (9/12) = 67,5€.

Πρόστιμο εκπρόθεσμης επιστροφής

Σύμφωνα με τις προαναφερθείσες διατάξεις, στην περίπτωση εκπρόθεσμης επιστροφής των στοιχείων ή μη επιστροφής αυτών στη Δ.Ο.Υ., επιβάλλεται αυτοτελές πρόστιμο ίσο με το διπλάσιο των αναλογούντων ετησίων τελών κυκλοφορίας, δηλ. εάν ο ιδιοκτήτης ή κάτοχος του οχήματος του παραδείγματος 1 έχει καταβάλλει τέλη κυκλοφορίας για διάρκεια άρσης τριών μηνών (40€) και δεν επιστρέψει τα στοιχεία (άδεια και πινακίδες ) του οχήματος εμπρόθεσμα, επιβάλλεται πρόστιμο ύψους 120€ x 2=240€.

Αυτονόητο είναι ότι δεν απαιτείται η επιστροφή των στοιχείων κυκλοφορίας στη Δ.Ο.Υ. όταν η άρση γίνεται νια το υπόλοιπο του έτους που περιλαμβάνει και τον τελευταίο μήνα του έτους 2017 (Δεκέμβριο), εφόσον καταβληθούν εμπρόθεσμα τα τέλη κυκλοφορίας του 2018.

Έναρξη ισχύος

Με τις διατάξεις του άρθρου 17, του ίδιου νόμου, η έναρξη ισχύος των ρυθμίσεων αρχίζει από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ήτοι από 13/4/2017.

Μεταβίβαση ή διαγραφή οχήματος λόγω εξαγωγής κατά το χρονικό διάστημα της μερικής άρσης της ακινησίας.

Α. Εάν εντός της χρονικής περιόδου άρσης της ακινησίας οχήματος κατά τα ανωτέρω, το όχημα μεταβιβαστεί, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της υποπαρ. Ε7 του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (222 Α’), σύμφωνα με τις οποίες δεν επέρχεται μεταβίβαση της κυριότητας αυτοκινήτου οχήματος, εάν δεν καταβληθούν προηγουμένως τα τέλη κυκλοφορίας του έτους εντός του οποίου λαμβάνει χώρα η μεταβίβαση.
Στην περίπτωση αυτή θα πρέπει κατά τον υπολογισμό των οφειλόμενων τελών έτους 2017, να αφαιρείται το ποσό των τελών κυκλοφορίας που έχουν ήδη καταβληθεί για τις ανάγκες της μερικής(προσωρινής) άρσης.
Για την μεταβίβαση απαιτείται να καταβληθούν και τα τέλη κυκλοφορίας προηγουμένων ετών, τα οποία τυχόν οφείλονται, για το χρόνο που το όχημα βρισκόταν στην κατοχή του μεταβιβάζοντος, μετά των προβλεπομένων προστίμων.

Β. Τα παραπάνω ισχύουν και στην περίπτωση που έχει προηγηθεί μερική (προσωρινή) άρση της ακινησίας, σύμφωνα με τη σχετική διάταξη του εδ. γ’ της παρ. 3 του άρθρου 22 του ν. 2367/1953, όπως προστέθηκε με το άρθρο τρίτο υποπαρ. Δ.4 περ. 1 του ν. 4254/2014 (ΦΕΚ Α’185/7-4-2014), και ζητείται η διαγραφή του οχήματος λόγω εξαγωγής του, δηλαδή απαιτείται ο έλεγχος καταβολής των ετήσιων τελών κυκλοφορίας τρέχοντος και παρελθόντων ετών.

Σε περίπτωση που πραγματοποιηθεί μεταβίβαση οχήματος ή διαγραφή του λόγω εξαγωγής, ενόσω έγινε χρήση της ευνοϊκής διάταξης της παρ. 4 του αρ. 16 του εν λόγω νομοθετήματος, χωρίς να έχουν καταβληθεί τα ετήσια τέλη κυκλοφορίας, τότε επιβάλλεται το προβλεπόμενο αυτοτελές πρόστιμο (διπλάσιο των ετήσιων τελών κυκλοφορίας), το οποίο καταχωρείται πάντοτε εις ολόκληρο στον ΚΑΕ 1717.

Άπαξ χρήση του δικαιώματος μερικής άρσης εντός του 2017

Η ανωτέρω επιλογή χρονικού διαστήματος ενός ή τριών μηνών άρσης, εφόσον γίνει, είναι δεσμευτική και δεν παρέχεται η δυνατότητα εκ νέου εντός του έτους 2017, άρσης της ακινησίας και κυκλοφορίας του οχήματος.

Εντούτοις, σε περίπτωση που έχει ήδη γίνει άπαξ χρήση του δικαιώματος άρσης είτε για τον έναν είτε για τους τρεις μήνες, και ο κάτοχος επιθυμεί παρόλα αυτά να άρει την ακινησία και πάλι, θα πρέπει, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 22 του ν. 2367/1953, να καταβάλει τα ετήσια τέλη κυκλοφορίας, αφαιρουμένου του ποσού των τελών κυκλοφορίας που έχει καταβληθεί για τον ένα ή τους τρεις μήνες. Εφόσον, επιλεγεί χρήση του δικαιώματος άρσης για το υπόλοιπο του έτους και καταβληθούν τα αντίστοιχα τέλη κυκλοφορίας, προφανώς δεν τίθεται θέμα εφαρμογής των διατάξεων του αρ. 22 του ν. 2367/1953

Τέλος, επισημαίνεται, ότι εφόσον το υπόλοιπο του έτους συμπίπτει με το μήνα ή τους τρείς μήνες τότε καταβάλλονται τέλη κυκλοφορίας ίσα με τα 2/12 και 4/12 των αναλογούντων στο όχημα ετησίων τελών, αντίστοιχα.

Παραδείγματα

Έστω ότι ο κάτοχος του οχήματος του παραδείγματος 2 (ετήσια τέλη κυκλοφορίας ύψους 90€), αιτηθεί για τρείς μήνες άρση της ακινησίας και καταβάλει τα αναλογούντα τέλη κυκλοφορίας ύψους 30€. Στη συνέχεια, μετά την παρέλευση των τριών μηνών ζητάει εκ νέου άρση της ακινησίας για το όχημά του, τότε ο εν λόγω κάτοχος πρέπει να καταβάλλει τα ετήσια τέλη κυκλοφορίας έτους 2017 αφαιρουμένου το ποσού των 30€ που έχει ήδη καταβάλλει, ήτοι καταβάλλει 60€.

Εάν, ο ως άνω κάτοχος του οχήματος του παραδείγματος 2 (ετήσια τέλη κυκλοφορίας ύψους 90€), αιτηθεί για τρείς μήνες άρση της ακινησίας και καταβάλει τα αναλογούντα τέλη κυκλοφορίας ύψους 30€ και ενδιάμεσα αποφασίζει να το μεταβιβάσει/διαγράψει λόγω εξαγωγής, τότε επίσης πρέπει να καταβάλλει τα ετήσια τέλη κυκλοφορίας έτους 2017 αφαιρουμένου του ποσού των 30€ που έχει ήδη καταβάλλει, ήτοι καταβάλλει 60€.

 

 

Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ

Προσδιορισμός φορολογητέου εισοδήματος κατοίκου εξωτερικού και με στοιχεία που δηλώνονται μέσω των εντύπων που συνυποβάλλονται

ΣτΕ 160/2017
Προσδιορισμός φορολογητέου εισοδήματος κατοίκου εξωτερικού και με στοιχεία που δηλώνονται μέσω των εντύπων που συνυποβάλλονται

Περίληψη
Επειδή, ο προσδιορισμός του φορολογητέου εισοδήματος των φυσικών προσώπων κατά το θεσπισθέν με τα άρθρα 15 επομ. του Κ.Φ.Ε. σύστημα τεκμαρτού προσδιορισμού γίνεται από την φορολογική αρχή επί τη βάσει της υποβαλλομένης δηλώσεως με την προσαύξηση του δηλωθέντος εισοδήματος κατά το ποσό που προκύπτει κατ’ εφαρμογήν των τεκμηρίων των άρθρων 16 και 17 του Κώδικα, η προσαύξηση δε αυτή του δηλωθέντος εισοδήματος και το συναφώς εκδιδόμενο εκκαθαριστικό σημείωμα δύναται να στηριχθεί όχι μόνο στο περιεχόμενο αυτής ταύτης της δηλώσεως, αλλά και στα πραγματικά περιστατικά και στοιχεία που δηλώνονται μέσω των εντύπων που συνυποβάλλονται κατά νόμο μετ’ αυτής (όπως το Ε9), τα οποία, αποτελούν αδιαίρετη ενότητα με αυτήν (πρβλ. ΣτΕ 111/1992).

ΣτΕ 160/2017
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Β’
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 30 Νοεμβρίου 2016, με την εξής σύνθεση: Ε. Σάρπ, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Β’ Τμήματος, Ε. Νίκα, Μ. Πικραμένος, Σύμβουλοι, Κ. Λαζαράκη, Ειρ. Σταυρουλάκη, Πάρεδροι. Γραμματέας η Α. Ζυγουρίτσα.

Για να δικάσει την από 15 Φεβρουαρίου 2012 αίτηση:
του Προϊσταμένου Δ.Ο.Υ. Κατοίκων Εξωτερικού, ο οποίος παρέστη με τον Χρήστο Κοραντζάνη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, κατά της …………………κατοίκου Μόντε Κάρλο του Πριγκιπάτου του Μονακό …………………., η οποία παρέστη με τον δικηγόρο ……………………….., που τον διόρισε με πληρεξούσιο.

Με την αίτηση αυτή ο αναιρεσείων Προϊστάμενος επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ’ αριθμ; 1451/2011 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της εισηγήτριας, Συμβούλου Ε. Νίκα.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον αντιπρόσωπο του αναιρεσείοντος Προϊσταμένου, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους αναιρέσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τον πληρεξούσιο της αναιρεσίβλητης, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα
Σκέφθηκε κατά τον Νόμο
1. Επειδή, για την άσκηση της υπό κρίση αιτήσεως δεν απαιτείται καταβολή παραβόλου.

2. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η αναίρεση της υπ’ αριθμ. 1451/2011 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία απορρίφθηκε έφεση του ήδη αναιρεσείοντος Προϊσταμένου της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ.) Κατοίκων Εξωτερικού κατά της υπ’ αριθμ. 380/2009 αποφάσεως του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. Με την τελευταία αυτή απόφαση ακυρώθηκε, κατ’ αποδοχήν προσφυγής της αναιρεσίβλητης, το από 25.11.2004 εκκαθαριστικό σημείωμα φόρου εισοδήματος της, οικονομικού έτους 2004, του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Κατοίκων Εξωτερικού.
3. Επειδή, με το άρθρο 12 παρ. 1 του ν. 3900/2010 (ΦΕΚ Α’ 213) αντικαταστάθηκαν οι παράγραφοι 3 και 4 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989 (ΦΕΚ Α’ 8) ως εξής: «3. Η αίτηση αναιρέσεως επιτρέπεται μόνον όταν προβάλλεται από τον διάδικο με συγκεκριμένους ισχυρισμούς που περιέχονται στο εισαγωγικό δικόγραφο ότι δεν υπάρχει νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή ότι υπάρχει αντίθεση της προσβαλλομένης αποφάσεως προς τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή άλλου ανωτάτου δικαστηρίου είτε προς ανέκκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου. 4. Δεν επιτρέπεται, η άσκηση αίτησης αναιρέσεως όταν το ποσό της διαφοράς που άγεται ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας είναι κατώτερο από σαράντα χιλιάδες ευρώ …».
4. Επειδή, με την υπό κρίση αίτηση, η οποία, ασκηθείσα στις 9.3.2012, διέπεται από τις προπαρατεθείσες διατάξεις του άρθρου 12 παρ.1 του ν. 3900/2010, άγεται κατ’ αναίρεση διαφορά, της οποίας το χρηματικό αντικείμενο, όπως προκύπτει από το συνημμένο στο δικόγραφο της εν λόγω αιτήσεως σημείωμα της οικείας φορολογικής αρχής, ανέρχεται σε 612.706,56 ευρώ, ήτοι υπερβαίνει τα 40.000 ευρώ. Περαιτέρω, προς θεμελίωση του παραδεκτού της αιτήσεως και δή του πρώτου λόγου αναιρέσεως προβάλλεται ότι δ’ αυτού τίθεται το ζήτημα κατά πόσον, εφ’ όσον κατά τον έλεγχο υποβληθείσης (φορολογικής) δηλώσεως προέκυψαν πλήρως τα στοιχεία από τα οποία προκύπτει σαφώς το ποσό της δαπάνης που καταβλήθηκε για την αγορά ακινήτου, νόμιμα συμπληρώνεται το ποσό της αγοράς στον οικείο κωδικό της δηλώσεως (κωδικός 735 του πίνακα 5 “προσδιορισμός ετήσιας τεκμαρτής δαπάνης”) από τον Προϊστάμενο της αρμοδίας Δ.Ο.Υ. βάσει και της αρμοδιότητας που του παρέχεται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 66 του ν. 2238/1994. Για το εν λόγω ζήτημα, όπως τίθεται εν προκειμένω, δεν υφίσταται νομολογία, όπως βασίμως προβάλλει το αναιρεσείον, και, ως εκ τούτου, ο σχετικός λόγος αναιρέσεως προβάλλεται παραδεκτώς κατ’ άρθρο 12 παρ.1 του ν. 3900/2010 και είναι περαιτέρω εξεταστέος.
5. Επειδή, ο Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 2238/1994, ΦΕΚ Α 151), όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο, όριζε στο άρθρο 1 αυτού ότι
«1. Επιβάλλεται φόρος στο συνολικό καθαρό εισόδημα που προκύπτει είτε στην ημεδαπή είτε στην αλλοδαπή και αποκτάται από κάθε φυσικό πρόσωπο για το οποίο συντρέχουν οι προϋποθέσεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 2» και στο άρθρο 2 ότι: «1. Σε φόρο υπόκειται κάθε φυσικό πρόσωπο, το οποίο ,αποκτά εισόδημα που προκύπτει στην Ελλάδα ανεξάρτητα από την ιθαγένεια και τον τόπο κατοικίας ή διαμονής του. Επίσης, ανεξάρτητα από την ιθαγένειά του,”σε φόρο υπόκειται κάθε φυσικό πρόσωπο για τα εισοδήματά του που προκύπτουν στην αλλοδαπή, εφόσον έχει την κατοικία του στην Ελλάδα. 2. … 3. …»,
σύμφωνα δε με το άρθρο 4 του ιδίου Κώδικα «1. Εισόδημα στο οποίο επιβάλλεται ο φόρος είναι το εισόδημα που προέρχεται από κάθε πηγή ύστερα από την αφαίρεση των δαπανών για την απόκτησή του …»
ενώ, κατά το άρθρο 15, που εντάσσεται στο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ, τιτλοφορούμενο «Προσδιορισμός φορολογητέας ύλης με βάση τις δαπάνες», το συνολικό εισόδημα [των φυσικών προσώπων] προσδιορίζεται κατ’ εξαίρεση τεκμαρτώς με βάση τις δαπάνες διαβίωσης του φορολογουμένου και των προσώπων που συνοικούν με αυτόν και τον βαρύνουν, όταν το συνολικό ποσό των δαπανών, που προσδιορίζεται κατά τα άρθρα 16-17, είναι ανώτερο από το συνολικό καθαρό εισόδημα των κατηγοριών Α έως Ζ. Το εισόδημα που υπόκειται σε φόρο στην περίπτωση αυτή προσδιορίζεται κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 19 του αυτού νόμου.
Ειδικότερα, στο άρθρο 17 του ν. 2238/1994 ορίζετο ότι: «Ως ετήσια τεκμαρτή δαπάνη του φορολογουμένου… λογίζονται και τα χρηματικά ποσά που πραγματικά καταβάλλονται για: α)… γ) Αγορά… ακινήτων…»,
στο δε άρθρο 19 αυτού ότι «1. Η διαφορά μεταξύ του εισοδήματος που δηλώθηκε από το φορολογούμενο… ή προσδιορί¬σθηκε από τον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας και της συνολικής ετήσιας τεκμαρτής δαπάνης του, των άρθρων 16 και 17, προσαυξάνει τα εισοδήματα που δηλώνονται ή προσδιορίζονται από τον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας κατά το ίδιο οικονομικό έτος του φορολογουμένου… από εμπορικές επιχειρήσεις ή από την άσκηση ελευθερίων επαγγελμάτων και αν δε δηλώνεται εισόδημα από τις κατηγορίες αυτές η διαφορά αυτή λογίζεται εισόδημα της παρ. 3 του άρθρου 48. 2. Ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας κατά τον προσδιορισμό της διαφοράς της προηγουμένης παραγράφου υποχρεούται να λάβει υπ’ όψιν του τα αναγραφόμενα στη δήλωση χρηματικά ποσά, τα οποία αποδεικνύονται από νόμιμα παραστατικά στοιχεία και με τα οποία καλύπτεται ή περιορίζεται η διαφορά που προκύπτει 4. Οι υπόχρεοι που δεν αναγράφουν ή ανακριβώς αναφέρουν στη δήλωση τα στοιχεία, τα σχετικά με τις δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων και τον προσδιορισμό της ετήσιας συνολικής δαπάνης διαβίωσης, υπόκεινται σε πρόστιμο που ορίζεται στο άρθρο 87. Επίσης, όσοι δεν αναγράφουν στη δήλωση τη δαπάνη αγοράς ή ανέγερσης ακινήτων υπόκεινται στις κυρώσεις που προβλέπονται από το άρθρο 88. 5. …».
Εξ άλλου, στο άρθρο 61 του αυτού Κώδικα, όπως ίσχυε κατά την κρινομένη χρήση, μετά την αντικατάσταση της περ. α της παρ. 1 αυτού με την παρ. 3 του άρθρου 6 του ν. 3091/2002 (ΦΕΚ Α’ 330/24.12.2002), ορίζετο ότι
«1. Κάθε φυσικό πρόσωπο, για το οποίο συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 2, έχει υποχρέωση να υποβάλλει δήλωση, εφόσον το ετήσιο φορολογούμενο εισόδημά του υπερβαίνει το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ. … Υπόχρεοι σε υποβολή δήλωσης για τα εισοδήματά τους, ανεξάρτητα από το αν υπόκεινται ή όχι σε φόρο κατά τις διατάξεις του παρόντος είναι και: α) . . . στ) Όσοι αγοράζουν ακίνητα ή ανεγείρουν οικοδομή, ζ) … 2. …».
Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 74 παρ. 1 του ως άνω Κώδικα, «Ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας βεβαιώνει το φόρο … που προκύπτει: α) Βάσει των δηλώσεων που υποβάλλονται, β) Βάσει των φύλλων ελέγχου που αναφέρονται στο άρθρο 68, εφόσον αυτά έχουν οριστικοποιηθεί … γ) Βάσει οριστικών αποφάσεων των διοικητικών δικαστηρίων ή πρακτικών συμβιβασμού».
Στο άρθρο 62, τιτλοφορούμενο προθεσμία υποβολής και περιεχόμενο δηλώσεως, ορίζονται μεταξύ άλλων, τα εξής: «1… 4. Η δήλωση συντάσσεται σε δύο αντίτυπα σε έντυπα που παρέχονται δωρεάν από το Δημόσιο … Μαζί με την ετήσια δήλωσή του ο υπόχρεος υποβάλλει δήλωση με τα στοιχεία των ακινήτων που του ανήκουν κατά πλήρες δικαίωμα ιδιοκτησίας ή κατ’ επικαρπία ή , – ψιλή κυριότητα ή έχει δικαίωμα χρήσης ή οίκησης σε αυτά. 5. Ο υπόχρεος για την επίδοση της δήλωσης βεβαιώνει υπεύθυνα … την ειλικρίνεια και το περιεχόμενο της δήλωσης και των λοιπών συνυποβαλλόμενων με αυτήν εντύπων. 6. …»,
στην δε εκδοθείσα κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. 6 του εν λόγω άρθρου υπ’ αριθμ. 1019176/438/Α0012 ΠΟΛ.1021/2.3.2004 αποφάσεως του Υφυπουργού Οικονομίας και Οικονομικών «Τύπος και περιεχόμενο της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων, οικονομικού έτους 2004, καθώς και των λοιπών εντύπων και των δικαιολογητικών εγγράφων που υποβάλλονται με αυτήν» (ΦΕΚ Β’510) ορίζεται, στο άρθρο 2 παρ.1 αυτής, ότι «Τα έντυπα της αναλυτικής κατάστασης για τα μισθώματα ακινήτων (Ε2), … , της δήλωσης στοιχείων ακινήτων (Ε9), … συνοδεύουν τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων, ανάλογα με την κατηγορία των δηλούμενων εισοδημάτων και, εφόσον υποβάλλονται ταυτόχρονα, αποτελούν αδιαίρετη ενότητα με αυτήν και πρέπει να συμπληρώνονται σε όλες τις ενδείξεις τους».
Τέλος, στο άρθρο 66 προβλέπεται ότι «1. Ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας ελέγχει την ακρίβεια των επιδιδόμενων δηλώσεων και προβαίνει σε έρευνα για την εξακρίβωση των υποχρέων που δεν έχουν υποβάλει δήλωση. Για το σκοπό αυτό δικαιούται : α) Να ζητά από τον υπόχρεο … να δώσει … διευκρινίσεις και να προσκομίσει … κάθε στοιχείο … χρήσιμο για τον καθορισμό του εισοδήματος … 2. Ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας κατά τον υπολογισμό και την εκκαθάριση του φόρου δεν λαμβάνει υπόψη λέξεις, ποσά και αριθμούς που έχουν αναγραφεί στις ενδείξεις της ετήσιας δήλωσης του υπόχρεου και συνεπάγονται τη διενέργεια μειώσεων ή εκπτώσεων του εισοδήματος ή του φόρου … εφ’ όσον δεν συνυποβάλλονται από τον υπόχρεο τα νόμιμα στοιχεία που αποδεικνύουν άμεσα τη συνδρομή των προϋποθέσεων. Αριθμητικά λάθη στις αθροίσεις και στις μεταφορές, καθώς και αναριθμητισμοί, που αφορούν στην ορθή συμπλήρωση της ετήσιας δήλωσης του υποχρέου, διορθώνονται οίκοθεν από τον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, με βάση τα στοιχεία που έχει στη διάθεση του,.. ».
6. Επειδή, κατά την κρινομένη χρονική περίοδο, φυσικά πρόσωπα που δεν είχαν κατοικία στην Ελλάδα, αλλά στην αλλοδαπή, υπέκειντο κατ’ άρθρο 2 παρ. 1 του ως άνω Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος σε φόρο στην Ελλάδα για τα εισοδήματά τους που είχαν προκύψει στην Ελλάδα. Εξ άλλου, από τις προαναφερθείσες διατάξεις του Κεφαλαίου Γ’ του αυτού Κώδικα -και υπό την προϋπόθεση ότι δεν εγείρεται ζήτημα εφαρμογής διεθνούς συμβάσεως αποφυγής διπλής φορολογίας του εισοδήματος- συνάγεται ότι το τεκμήριο εκ της αποκτήσεως περιουσιακών στοιχείων (άρθρο 17 του Κ.Φ.Ε.) εφαρμόζεται και στην περίπτωση κατοίκου αλλοδαπής εφ’ όσον αυτός αποκτά εισόδημα από πηγή ή πηγές στην Ελλάδα και, συνεπώς, είναι φορολογικό υποκείμενο στην Ελλάδα κατ’ άρθρο 2 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, (πρβλ. ΣτΕ 1973/2015, ΣτΕ 1841/2015 7μ., ΣτΕ 1747/1991 7μ.).
7. Επειδή, ο προσδιορισμός του φορολογητέου εισοδήματος των φυσικών προσώπων κατά το θεσπισθέν με τα άρθρα 15 επομ. του Κ.Φ.Ε. σύστημα τεκμαρτού προσδιορισμού γίνεται από την φορολογική αρχή επί τη βάσει της υποβαλλομένης δηλώσεως με την προσαύξηση του δηλωθέντος εισοδήματος κατά το ποσό που προκύπτει κατ’ εφαρμογήν των τεκμηρίων των άρθρων 16 και 17 του Κώδικα, η προσαύξηση δε αυτή του δηλωθέντος εισοδήματος και το συναφώς εκδιδόμενο εκκαθαριστικό σημείωμα δύναται να στηριχθεί όχι μόνο στο περιεχόμενο αυτής ταύτης της δηλώσεως, αλλά και στα πραγματικά περιστατικά και στοιχεία που δηλώνονται μέσω των εντύπων που συνυποβάλλονται κατά νόμο μετ’ αυτής (όπως το Ε9), τα οποία, αποτελούν αδιαίρετη ενότητα με αυτήν (πρβλ. ΣτΕ 111/1992).
8. Επειδή, με την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση έγιναν δεκτά τα εξής: Η αναιρεσίβλητη, κάτοικος εξωτερικού (Μόντε Κάρλο του Πριγκιπάτου του Μονακό), υπέβαλε ταχυδρομικώς στην Δ.Ο.Υ. Κατοίκων Εξωτερικού την από 4.5.2004 δήλωση φορολογίας εισοδήματος, οικονομικού έτους 2004, στην οποία περιέλαβε ως μοναδικό ατομικό ακαθάριστο εισόδημα από εκμίσθωση ακινήτων το ποσό των 3.016,57 ευρώ. Με την δήλωση αυτή συνυπέβαλε: α) αναλυτική κατάσταση για τα μισθώματα των ακινήτων της (έντυπο Ε2), β) δήλωση στοιχείων ακινήτων που υπήρχαν την 1.1.2004 (έντυπο Ε9), στο οποίο δήλωσε ότι, βάσει του 3268/15.12.2003 συμβολαίου της συμβολαιογράφου Αθηνών……………………, απέκτησε ποσοστό 16,80/152 εξ αδιαιρέτου διατηρητέου ακινήτου, κειμένου στην περιφέρεια του Δήμου Αθηνών …………………………), από την εταιρία με την επωνυμία «………………» που εδρεύει στη Μονροβία της Λιβερίας και γ) το προαναφερόμενο 3268/2003 συμβόλαιο αγοραπωλησίας του ως άνω ποσοστού εξ αδιαιρέτου του εν λόγω ακινήτου (έναντι τιμήματος 3.551.554,53 ευρώ).
Όπως προκύπτει από το υπ’ αριθμ. 216169/6.9.2008 έγγραφο του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Κατοίκων Εξωτερικού, που εκδόθηκε κατόπιν της υποβολής της από 11.9.2008 σχετικής αιτήσεως της αναιρεσίβλητης, η φορολογική αρχή, κατά τον έλεγχο της ως άνω δηλώσεως, συμπλήρωσε οίκοθεν αυτήν με την αιτιολογία ότι δεν ανεγράφησαν από τον φορολογούμενο τα εξής ποσά: α) 3.016,57 ευρώ στον πίνακα 4 (φορολογούμενα εισοδήματα), περίπτωση Εβ (εισόδημα από ακίνητα – καταστημάτων, γραφείων, αποθηκών κ.λπ.) και β) 1.530.696,24 ευρώ στον πίνακα 5 (προσδιορισμός ετήσιας τεκμαρτής δαπάνης), περίπτωση 2δ (δαπάνη για αγορά ακινήτου), καθώς και το ίδιο ποσό στον πίνακα 6 (πρόσθετα πληροφορικά στοιχεία – ποσά που μειώνουν την ετήσια δαπάνη) περίπτωση 2 (ποσό ετήσιας δαπάνης που δεν υπήρχε την 1.1.2004), κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 15 και 17 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος και εφ’ όσον η αναιρεσίβλητη δεν είχε συνυποβάλει νόμιμα στοιχεία προς κάλυψη της δαπάνης που πραγματοποίησε, σύμφωνα με το άρθρο 19 του ως άνω Κώδικα και το άρθρο 18 παρ. 2 εδ. β’ του ν. 3091/2002.
Ως εκ τούτου, με το από 25.11.2004 (Α.Χ.Κ 21) εκκαθαριστικό σημείωμα φόρου εισοδήματος οικονομικού έτους 2004, με το_ οποίο τροποποιήθηκε το από 29.10.2004 (Α.Χ.Κ. 22) αρχικό εκκαθαριστικό, επιβλήθηκε εις βάρος της αναιρεσίβλητης κύριος φόρος ύψους 610.670,82 ευρώ, προκαταβολή φόρου ύψους 1.929,14 ευρώ και λοιπά συμβεβαιούμενα ποσά ύψους 108,60 ευρώ και, συνολικώς, ποσό 612.708,56 ευρώ, κατόπιν συνυπολογισμού, για την εξεύρεση του φορολογητέου εισοδήματος, ποσού 1.536,673,18 ευρώ, ως διαφορά μεταξύ του δηλωθέντος εισοδήματος και της τεκμαρτής δαπάνης από την αγορά ακινήτου, κατά τα προεκτεθέντα. Το ανωτέρω εκκαθαριστικό σημείωμα ακυρώθηκε με την πρωτόδικη απόφαση, κατ’ αποδοχή προσφυγής της αναιρεσίβλητης, με την οποία αυτή ζήτησε να τροποποιηθεί το σημείωμα αυτό, με σκοπό να διαγραφεί το τεκμαρτό εισόδημα ποσού 1.536.673,18 ευρώ και να προσδιορισθεί η φορολογική οφειλή της, οικονομικού έτους 2004, με βάση το κατά τους ισχυρισμούς της πραγματικό της εισόδημα. Έφεση που άσκησε το Δημόσιο κατά της αποφάσεως του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου απορρίφθηκε με την ήδη αναιρεσιβαλλομένη απόφαση.
Ειδικότερα, το δικάσαν διοικητικό εφετείο, αφού έλαβε υπ’ όψη ότι α) η αναιρεσίβλητη στην επίδικη δήλωση φορολογίας εισοδήματος, δήλωσε ως μοναδικό ατομικό της εισόδημα από την εκμίσθωση ακινήτων το ποσό των 3.016,57 ευρώ και β) ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. προέβη οίκοθεν στη συμπλήρωση της δηλώσεώς της με το ποσό των 1.530.696,24 ευρώ, ως δαπάνη που αυτή κατέβαλε για την αγορά του ανωτέρω ακινήτου, έκρινε ότι μη νομίμως ο τελευταίος αυτός τροποποίησε την επίδικη δήλωση, αφού δεν επρόκειτο για διόρθωση αριθμητικού λάθους ή αναριθμητισμού, και, συνεπώς, νομίμως ακυρώθηκε από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο το επίδικο εκκαθαριστικό σημείωμα. Όμως, η κρίση αυτή του δικάσαντος δικαστηρίου δεν είναι νόμιμη. Τούτο δε διότι, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση, η προσαύξηση του δηλωθέντος εισοδήματος της αναιρεσίβλητης κατ’ εφαρμογήν των τεκμηρίων των άρθρων 16 και 17 του Κ.Φ.Ε. και η εκκαθάριση του οφειλομένου από αυτήν φόρου δεν εχώρησε κατά τροποποίηση των δηλωθέντων πραγματικών περιστατικών και στοιχείων, αλλά επί τη βάσει των όσων η ιδία γνωστοποίησε στην φορολογική αρχή μέσω του συνυποβληθέντος εντύπου Ε9, που αποτελεί, κατά τα προεκτεθέντα, αναπόσπαστο μέρος της φορολογικής της δηλώσεώς της: μόνη δε η συμπλήρωση από τον Προϊστάμενο της αρμοδίας Δ.Ο.Υ. των οικείων κωδικών στο έντυπο της φορολογικής δηλώσεως (Ε1) με το προκύπτον από το έντυπο Ε9 ποσό της δαπάνης αγοράς ακινήτου, εξυπηρετούσα την φοροτεχνική διαδικασία και στερουμένη αυτοτελούς νομικής σημασίας, δεν καθιστά νομικώς πλημμελές το εκδοθέν εκκαθαριστικό σημείωμα.
Για τον λόγο αυτόν, βασίμως προβαλλόμενο με την υπό κρίση αίτηση, αυτή πρέπει να γίνει δεκτή και η προσβαλλομένη απόφαση πρεπε: να αναιρεθεί, οπότε παρέλκει ως αλυσιτελής η έρευνα [του παραδεκτού και του βάσιμου] του ετέρου λόγου αναιρέσεως, η δε υπόθεση, η οποία χρειάζεται διευκρίνιση ως προς το πραγματικό, πρέπει να παραπεμφθεί στο ίδιο δικαστήριο για νέα κρίση.
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Δέχεται την αίτηση.
Αναιρεί την υπ’ αριθμ. 1451/2011 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, στο οποίο παραπέμπει την υπόθεση για νέα κρίση, κατά τα εκτιθέμενα στο αιτιολογικό.
Επιβάλλει στην αναιρεσίβλητη την δικαστική δαπάνη του Δημοσίου, που ανέρχεται στο ποσο των εννιακοσίων είκοσι (920) ευρώ.

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 12 Δεκεμβρίου 2016 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 18ης Ιανουαρίου 2017