ΠΟΛ.1008/2.1.2014 Καθορισμός τιμών κτήσης ακίνητης περιουσίας σε ειδικές περιπτώσεις όπου δεν είναι δυνατό να προσδιοριστούν, σύμφωνα με την παρ. 11 του άρθρου 41 του ν. 4172/2013

ΠΟΛ.1008/2.1.2014
Καθορισμός τιμών κτήσης ακίνητης περιουσίας σε ειδικές περιπτώσεις όπου δεν είναι δυνατό να προσδιοριστούν, σύμφωνα με την παρ. 11 του άρθρου 41 του ν. 4172/2013

ΠΟΛ 1008/2014

(ΦΕΚ Β’ 3/03-01-2014)

Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις του άρθρου 41 του ν. 4172/2013 (ΦΕΚ Α΄167/23−7−2013) και ειδικότερα τις διατάξεις των παραγράφων 2 και 11 του άρθρου 41.

2. Το ΠΔ 87/2012 (ΦΕΚ 142Α΄) «Διορισμός Υφυπουργών».

3. Τις διατάξεις του άρθρου 90 του Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του Π.Δ. 63/2005 (ΦΕΚ 98Α΄).

4. Το Π.Δ. 189/2009 « Καθορισμός και ανακατανομή αρμοδιοτήτων των Υπουργείων» (ΦΕΚ 221 Α΄),όπως τροποποιήθηκε με το Π.Δ. 24/2010 ( ΦΕΚ 56 Α΄/2010).

5. Τις διατάξεις της αριθ. ΥΠΟΙΚ 07927 ΕΞ/19.9.2012 (ΦΕΚ Β΄ 2574) Κοινής Απόφασης του Πρωθυπουργού και Υπουργού Οικονομικών περί «Ανάθεσης Αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Οικονομικών Γεώργιο Μαυραγάνη».

6. Την ανάγκη καθορισμού ειδικών περιπτώσεων κατά τις οποίες δεν μπορεί να καθορισθεί η τιμή κτήσης της ακίνητης περιουσίας, προκειμένου να εξευρεθεί η υπεραξία αυτής κατά την πώλησή της.

7. Ότι με την παρούσα απόφαση δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

1. Σε περίπτωση κτήσης ακίνητης περιουσίας αιτία θανάτου, δωρεάς, γονικής παροχής ή προίκας, εφόσον η επαγωγή αυτής συντελέσθηκε σε έτος για το οποίο έχει παραγραφεί το δικαίωμα του Δημοσίου για επιβολή φόρου και δεν είναι δυνατόν να προσδιορισθεί η τιμή κτήσης σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 41 του Ν.4172/2013, λόγω μη διαφύλαξης των σχετικών φακέλων ή λοιπών επίσημων δικαιολογητικών και με το δεδομένο ότι αυτά δεν έχουν επισυναφθεί στο συμβόλαιο, ως τιμή κτήσης λαμβάνεται:

−Η ισχύουσα αντικειμενική αξία βάσει των άρθρων 41 και 41 Α του ν. 1249/1982 του έτους επαγωγής της περιουσίας, εφόσον το ακίνητο βρίσκεται σε περιοχή η οποία είχε ενταχθεί, κατά το χρόνο επαγωγής, στο σύστημα του αντικειμενικού προσδιορισμού.
Σε αντίθετη περίπτωση, λαμβάνεται υπόψη η αξία που προκύπτει, σύμφωνα με τις διατάξεις του α.ν. 1521/1950, από συγκριτικά στοιχεία που τηρούνται στις Δ.Ο.Υ.

Eφόσον δεν υπάρχουν συγκριτικά στοιχεία για το έτος κτήσης της περιουσίας λαμβάνονται υπόψη τα συγκριτικά στοιχεία που υπάρχουν για το πρώτο από τα επόμενα έτη ή η αντικειμενική αξία του έτους πρώτης εφαρμογής του αντικειμενικού συστήματος στην περιοχή, εφόσον δεν υπάρχουν συγκριτικά στοιχεία για τα προηγούμενα έτη.

2. Τα οριζόμενα στην προηγούμενη παράγραφο εφαρμόζονται ανάλογα και στις λοιπές περιπτώσεις κτήσης ακίνητης περιουσίας, εφόσον δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία ή αυτά δεν δύνανται να ανευρεθούν λόγω παραγραφής του δικαιώματος του δημοσίου για επιβολή φόρου.

3. Τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 εφαρμόζονται ανάλογα και σε περίπτωση ανέγερσης κτίσματος, όταν η αποπεράτωση αυτού έγινε σε έτος κατά το οποίο έχει παραγραφεί το δικαίωμα του δημοσίου για επιβολή φόρου, εκτός εάν υπάρχουν τα παραστατικά της ανέγερσης.

4. Η απόφαση ισχύει για μεταβιβάσεις ακίνητης περιουσίας που πραγματοποιούνται από 1.1.2014.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 2 Ιανουαρίου 2014

Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΑΥΡΑΓΑΝΗΣ

ΠΟΛ.1001/2.1.2014 Κατηγορίες υπόχρεων απεικόνισης συναλλαγών που εξαιρούνται από τη χρησιμοποίηση φορολογικών ταμειακών μηχανών του ν. 1809/1988 (ΦΕΚ 222 Α΄)

ΠΟΛ.1001/2.1.2014
Κατηγορίες υπόχρεων απεικόνισης συναλλαγών που εξαιρούνται από τη χρησιμοποίηση φορολογικών ταμειακών μηχανών του ν. 1809/1988 (ΦΕΚ 222 Α΄)

ΠΟΛ 1001/2014

(ΦΕΚ Β’ 2/02-01-2014)

Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του ν. 1809/1988 «Καθιέρωση Φορολογικών Μηχανισμών και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 222 Α΄), όπως ισχύουν.

2. Την απόφαση του Υπουργού Οικονομικών 1014655/185/0015/ΠΟΛ.1037/12.2.1992 (ΦΕΚ 128 Β΄) «Κατηγορίες επιτηδευματιών που εξαιρούνται από τη χρησιμοποίηση φορολογικών ταμειακών μηχανών του ν. 1809/1988».

3. Την αριθμ. ΥΠΟΙΚ 07927 ΕΞ/19.9.2012 (ΦΕΚ 2574 Β΄) απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Οικονομικών Γεώργιο Μαυραγάνη».

4. Ότι, από 1.1.2014, με την κατάργηση των υποχρεώσεων τήρησης πρόσθετων βιβλίων και της θεώρησης φορολογικών στοιχείων, που προβλέπονται από τον Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών (ν. 4093/2012, υποπαράγραφος Ε1), επέρχονται ορισμένες διαφοροποιήσεις ως προς την έκδοση αποδείξεων λιανικών συναλλαγών, από συγκεκριμένες κατηγορίες υπόχρεων συναλλαγών και κρίνεται απαραίτητο να παρασχεθούν σ’ αυτές τις κατηγορίες επιτηδευματιών, οι αναγκαίες διευκολύνσεις στην άσκηση της επαγγελματικής τους δραστηριότητας.

5. Ότι, από την απόφαση αυτή, δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

Ορίζουμε τους υπόχρεους απεικόνισης συναλλαγών του Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών (ν. 4093/2012,  υποπαράγραφος Ε1) που εξαιρούνται από τη χρησιμοποίηση φορολογικών ταμειακών μηχανών ως εξής:

1. Οι παρακάτω κατηγορίες υπόχρεων απεικόνισης συναλλαγών δύνανται να μη χρησιμοποιούν φορολογική ταμειακή μηχανή του ν. 1809/1988 (ΦΕΚ 222 Α΄), για την έκδοση των αποδείξεων λιανικών συναλλαγών, ανεξάρτητα από την κατηγορία των βιβλίων που τηρούν και την μορφή του φορέα τους (φυσικά ή νομικά πρόσωπα):

α) Ο εκμεταλλευτής χώρου διαμονής ή φιλοξενίας, εκπαιδευτηρίου, παιδικού σταθμού, κλινικής ή θεραπευτηρίου, κέντρων αισθητικής, γυμναστηρίων, χώρου στάθμευσης, καθώς και οι γιατροί και οδοντίατροι.

β) Ο εκμεταλλευτής θεαμάτων, ο πράκτορας κρατικών λαχείων, ΠΡΟΠΟ, ΛΟΤΤΟ και συναφών, η επιχείρηση μεταφοράς προσώπων γενικά, με εξαίρεση τον εκμεταλλευτή ΤΑΞΙ.

γ) Ο κατά παραγγελία αυτοαπασχολούμενος (φυσικό πρόσωπο) ράπτης ή ράπτρια, ο αυτοαπασχολούμενος (φυσικό πρόσωπο) ράπτης ή ράπτρια που επιδιορθώνει ενδύματα και υφασμάτινα είδη, γενικώς, καθώς και ο εκμεταλλευτής ιαματικών πηγών του Ε.Ο.Τ.

δ) Ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών που ασκεί το επάγγελμα του κτηνιάτρου, φυσιοθεραπευτή, βιολόγου, ψυχολόγου, μαίας, δικηγόρου, συμβολαιογράφου,άμισθου υποθηκοφύλακα, δικαστικού επιμελητή, αρχιτέκτονα, μηχανικού, τοπογράφου, χημικού, γεωπόνου, γεωλόγου, δασολόγου, ωκεανογράφου, σχεδιαστή, δημοσιογράφου, συγγραφέα, διερμηνέα, ξεναγού, μεταφραστή, καθηγητή ή δασκάλου, καλλιτέχνη γλύπτη ή ζωγράφου ή σκιτσογράφου ή χαράκτη, ηθοποιού, εκτελεστή μουσικών έργων ή μουσουργού, καλλιτεχνών των κέντρων διασκέδασης, χορευτή, χορογράφου, σκηνοθέτη, σκηνογράφου, ενδυματολόγου, διακοσμητή, οικονομολόγου, αναλυτή, προγραμματιστή, ερευνητή ή συμβούλου επιχειρήσεων, λογιστή ή φοροτέχνη, αναλογιστή, κοινωνιολόγου, κοινωνικού λειτουργού, εμπειρογνώμονα, ομοιοπαθητικού, εναλλακτικής θεραπείας, ψυχοθεραπευτή, λογοθεραπευτή, λογοπαθολόγου και λογοπεδικού, με εξαίρεση τις ανώνυμες εταιρείες, τις εταιρείες περιορισμένης ευθύνης και τις ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρείες.

ε) Ο εκμεταλλευτής γεωργικών μηχανημάτων ή ελαιουργείου ή αλευρομύλου ή εργοστασίου αποφλοίωσης ρυζιού.

στ) Ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών που ασχολείται με την κατασκευή οποιουδήποτε τεχνικού έργου (όπως ξυλουργός, σιδηρουργός, υδραυλικός, ηλεκτρολόγος, κτίστης και γενικά όσοι ασχολούνται με οικοδομικές εργασίες), καθώς και ο κατασκευαστής επιταφίων μνημείων (μαρμαρογλυφείων).

ζ) Ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών που διατηρεί κτηματομεσιτικό γραφείο, γραφείο τελετών, γραφείο συνοικεσίων, γραφείο διεκπεραίωσης εμπιστευτικών εργασιών, γραφείο ευρέσεως εργασίας.

η) Η επιχείρηση ημερήσιου και περιοδικού τύπου για την είσπραξη συνδρομών, ενοικίασης επιβατηγών αυτοκινήτων, έκδοσης κοινοχρήστων λογαριασμών πολυκατοικιών, καθαρισμού και απολύμανσης κατοικιών, επισκευής και συντήρησης ανελκυστήρων και λοιπών εγκαταστάσεων κατοικιών, η επιχείρηση μεταφοράς αγαθών.

Οι υπόχρεοι απεικόνισης συναλλαγών των ανωτέρω περιπτώσεων α΄ και δ΄ έως και η΄, δύνανται να μη χρησιμοποιούν φορολογική ταμειακή μηχανή του ν. 1809/1988 (ΦΕΚ 222 Α΄), για την έκδοση των αποδείξεων λιανικών συναλλαγών με την προϋπόθεση ότι, στις εκδιδόμενες αποδείξεις αναγράφουν και το ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνση του πελάτη, με εξαίρεση τον εκμεταλλευτή χώρου στάθμευσης, που μπορεί να αναγράφει τον αριθμό κυκλοφορίας του οχήματος του πελάτη.

2. Οι αποδείξεις λιανικών συναλλαγών της παραγράφου 5 του άρθρου 7 του Κ.Φ.Α.Σ., καθώς και οι αποδείξεις που εκδίδονται εκτός της επαγγελματικής εγκατάστασης του υπόχρεου απεικόνισης συναλλαγών, εξαιρούνται από τη χρησιμοποίηση φορολογικής ταμειακής
μηχανής, με εξαίρεση τους πωλητές (αγρότες – μεταπωλητές) σε λαϊκές αγορές.

3. Όσοι από τους πιο πάνω υπόχρεους απεικόνισης συναλλαγών, εκτός από τη συγκεκριμένη δραστηριότητα για την οποία τους παρέχεται η δυνατότητα να μη χρησιμοποιούν φορολογική ταμειακή μηχανή διατηρούν μόνιμη επαγγελματική εγκατάσταση (κατάστημα), από την οποία πωλούν λιανικώς αγαθά ή παρέχουν υπηρεσίες στο κοινό (π.χ. ηλεκτρολόγοι, υδραυλικοί, που πωλούν ηλεκτρολογικά ή υδραυλικά είδη) ή από την επαγγελματική τους εγκατάσταση ασκούν παράλληλα και άλλη δραστηριότητα για την οποία υπάρχει υποχρέωση χρησιμοποίησης φορολογικής ταμειακής μηχανής (π.χ. ράπτης ή ράπτρια που πωλεί και έτοιμα ενδύματα ή εσώρουχα κ.λπ.), υποχρεούνται να εκδίδουν τις αποδείξεις λιανικών συναλλαγών, τουλάχιστον για τη δραστηριότητά τους αυτή, με τη χρήση φορολογικής ταμειακής μηχανής.

4. Η απόφαση του Υπουργού Οικονομικών 1014655/185/ 0015/ΠΟΛ.1037/12.2.1992 (ΦΕΚ 128 Β΄) «Κατηγορίες επιτηδευματιών που εξαιρούνται από τη χρησιμοποίηση φορολογικών ταμειακών μηχανών του ν. 1809/1988» καταργείται.

5. Η παρούσα απόφαση ισχύει από 1.1.2014 έως και 31.12.2014.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 31 Δεκεμβρίου 2013

Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΑΥΡΑΓΑΝΗΣ

ΠΟΛ.1004/2.1.2014 Προσδιορισμός της τιμής κτήσης, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 42 του ν. 4172/2013, κατά τη μεταβίβαση με επαχθή αιτία τίτλων από φυσικά πρόσωπα, στις περιπτώσεις που οι τίτλοι αυτοί έχουν αποκτηθεί πριν την 29

ΠΟΛ.1004/2.1.2014
Προσδιορισμός της τιμής κτήσης, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 42 του ν. 4172/2013, κατά τη μεταβίβαση με επαχθή αιτία τίτλων από φυσικά πρόσωπα, στις περιπτώσεις που οι τίτλοι αυτοί έχουν αποκτηθεί πριν την 29η Σεπτεμβρίου 1999

(ΦΕΚ Β’ 1/02-01-2014)

Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

α) Τις διατάξεις των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παραγράφου 1 και των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 42 του ν. 4172/2013 (ΦΕΚ 167 Α΄/23.07.2013), όπως αυτές ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με τις διατάξεις της περιπτ. δ΄ της παραγρ. 18 του άρθρου 22 του ν. 4223/2013.
β) Την αριθ. 07927 ΕΞ2012 (ΦΕΚ 2574 Β΄/24.9.2012) κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών περί ανάθεσης αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Οικονομικών Γεώργιο Μαυραγάνη.

γ) Την ανάγκη καθορισμού του τρόπου υπολογισμού της τιμής κτήσης, με αναγωγή στην ημερομηνία της 29/9/1999, στις περιπτώσεις που οι μεταβιβαζόμενοι τίτλοι, έχουν αποκτηθεί πριν από την ημερομηνία αυτή.

δ) Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

Άρθρο 1
Προσδιορισμός τιμής κτήσης εισηγμένων τίτλων σε χρηματιστηριακή αγορά

Ως τιμή κτήσης των μεταβιβαζόμενων τίτλων εισηγμένων σε χρηματιστηριακή αγορά που αποκτήθηκαν πριν την 29η Σεπτεμβρίου 1999, λαμβάνεται η μέση τιμή κλεισίματος των τριάντα μίας (31) εργάσιμων ημερών που έχουν στο μέσο τους την 29η Σεπτεμβρίου 1999.

Ως τιμή κτήσης των τίτλων που αποκτήθηκαν πριν την 29η Σεπτεμβρίου 1999, αλλά εισήχθησαν προς διαπραγμάτευση σε μεταγενέστερη ημερομηνία, λαμβάνεται η τιμή εισαγωγής τους.

Άρθρο 2
Προσδιορισμός τιμής κτήσης μη εισηγμένων σε χρηματιστηριακή αγορά τίτλων επιχειρήσεων που τηρούν διπλογραφικά βιβλία

Ως τιμή κτήσης των μεταβιβαζόμενων τίτλων μη εισηγμένων σε χρηματιστηριακή αγορά επιχειρήσεων που τηρούν διπλογραφικά βιβλία οι οποίοι αποκτήθηκαν πριν την 29η Σεπτεμβρίου 1999, λαμβάνεται ο μέσος όρος της αξίας των ιδίων κεφαλαίων της επιχείρησης της
οποίας μεταβιβάζονται οι τίτλοι των δύο (2) χρήσεων, αυτής που προηγείται και αυτής που έπεται της 29ης Σεπτεμβρίου 1999.

Άρθρο 3
Προσδιορισμός τιμής κτήσης τίτλων επιχειρήσεων που τηρούν απλογραφικά βιβλία

Για μεταβιβάσεις τίτλων επιχειρήσεων που τηρούν απλογραφικά βιβλία οι οποίοι αποκτήθηκαν πριν την 29η Σεπτεμβρίου 1999, για τον προσδιορισμό της τιμής κτήσης ισχύουν τα ακόλουθα:

α) αν οι μεταβιβαζόμενοι τίτλοι έχουν αποκτηθεί κατά την ίδρυση της μεταβιβαζόμενης επιχείρησης, ως τιμή κτήσης λαμβάνεται το κεφάλαιο της επιχείρησης, όπως αυτό αναφέρεται στο καταστατικό της. Εάν μέχρι το χρόνο μεταβίβασης έχουν λάβει χώρα αυξομειώσεις του κεφαλαίου, ως τιμή κτήσης λαμβάνεται ο μέσος όρος του κεφαλαίου της επιχείρησης των πέντε (5) προηγούμενων φορολογικών ετών ή χρήσεων πριν από τη μεταβίβαση, λαμβανομένης υπόψη και τυχόν αυξομείωσης του κεφαλαίου του έτους ή χρήσης εντός της οποίας λαμβάνει χώρα η μεταβίβαση και, σε περίπτωση κατά την οποία έχουν παρέλθει λιγότερα από πέντε (5)
έτη ή χρήσεις, ως τιμή κτήσης λαμβάνεται ο μέσος όρος του κεφαλαίου αυτών των ετών ή χρήσεων.

β) αν οι μεταβιβαζόμενοι τίτλοι έχουν αποκτηθεί μετά την ίδρυση της μεταβιβαζόμενης επιχείρησης, ως τιμή κτήσης λαμβάνεται αυτή που οριστικοποιήθηκε με οποιονδήποτε τρόπο κατά την εφαρμογή των διατάξεων φορολογίας εισοδήματος ή κληρονομιών, δωρεών,
γονικών παροχών ή, σε περίπτωση μη οριστικοποίησης, η δηλωθείσα αξία.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 31 Δεκεμβρίου 2013

O YΦΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΑΥΡΑΓΑΝΗΣ

Αριθμ. 57088 /ΔΙΟΕ-1033/18.12.2013 Κώδικας Δεοντολογίας Λογιστών

Αριθμ. 57088 /ΔΙΟΕ-1033/18.12.2013
Κώδικας Δεοντολογίας Λογιστών

Αριθμ. 57088 /ΔΙΟΕ-1033

(ΦΕΚ Β’ 3314/24-12-2013)

Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:

α. του άρθρου 90 του Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 (Α’98),

β. του Ν. 4072/2012, άρθρο 246, παρ. 2 «Βελτίωση επιχειρηματικού περιβάλλοντος-Νέα εταιρική μορφή- Σήματα-Μεσίτες Ακινήτων- Ρύθμιση θεμάτων Ναυτιλίας, λιμένων και άλλες διατάξεις» (Α’ 86), όπως τροποποιήθηκε με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 46 του Ν. 4177/2013 (Α’173),

γ. του Ν. 1100/1980 « Περί ιδρύσεως Οικονομικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας» (Α’295) και ιδίως των άρθρων 1 περ. ζ, 10 και 11 αυτού,

δ. του π.δ. 546/1988 « Οργανισμός Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδας» (Α’257),

ε. του άρθρου 1 του Ν. 2515/1997 (Α’154) «Άσκηση επαγγέλματος Λογιστή Φοροτεχνικού, λειτουργία Σώματος Ορκωτών Εκτιμητών (ΣΟΕ) και άλλες διατάξεις»,

στ. του Π.Δ. 340/1998 «Περί του επαγγέλματος του Λογιστή – Φοροτεχνικού και της αδείας ασκήσεώς του» (Α’228),

ζ. του π.δ. 699/1982 «Τρόπος είσπραξης και απόδοσης των εσόδων του Οικονομικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας» (Α’148),

η. του π.δ. 277/1986 «Διαδικασία Πειθαρχικών Οργάνων του Οικονομικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας» (Α’127),

θ. του Ν. 3470/2006 «Εθνικό Συμβούλιο Εξαγωγών, φορολογικές ρυθμίσεις και άλλες διατάξεις» (Α’132),

ι. του Ν. 4093/2012 «Εγκριση Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής στρατηγικής 2013-2016- Επείγοντα μέτρα εφαρμογής του Ν. 4046/2012 και του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016 και ιδίως την παρ. Η του άρθρου 246 παρ. 2 αυτού (Α’222),

ια. του Ν. 3693/2008 «Εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας με την Οδηγία 2006/43/ΕΚ περί υποχρεωτικών ελέγχων των ετήσιων και των ενοποιημένων λογαριασμών, για την τροποποίηση των Οδηγιών 78/660/ΕΟΚ και 83/349/ ΕΟΚ του Συμβουλίου και για την κατάργηση της Οδηγίας 84/253/ΕΟΚ του Συμβουλίου και άλλες διατάξεις» (Α’174),

ιβ. του άρθρου 6 της από 19.11.2012 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου «Ρυθμίσεις κατεπειγόντων θεμάτων του Ν. 4046/2012 και του Ν. 4093/2012» (Α’229), η οποία κυρώθηκε στις 14-01-2013,

2. Την με αριθμ. 27857/ΔΙΟΕ/547/26-6-2013 (Β’1653) απόφαση «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας Παναγιώτη Μηταράκη»,

3. το με αρ. πρωτ. 35428/3571/12.08.2013 έγγραφο του Υφυπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας,

4. τη με αρ. πρωτ. Φ/2/6885/28.08.2013 εισήγηση σχεδίου Κώδικα Δεοντολογίας Λογιστών Φοροτεχνικών, όπως αυτή εγκρίθηκε από την Κεντρική Διοίκηση του Οικονομικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας στην Κ/106/ 27-08-2013 συνεδρίασή της.

5. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται καμία δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού,

αποφασίζει:

Την θέσπιση Κώδικα Δεοντολογίας Λογιστών Φοροτεχνικών ως εξής:

ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΛΟΓΙΣΤΩΝ ΦΟΡΟΤΕΧΝΙΚΩΝ

I. ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1
Σκοπός

Ο παρών Κώδικας έχει ως σκοπό τη διασφάλιση της ποιότητας και της διαφάνειας των παρεχομένων υπηρεσιών από τους Λογιστές και Φοροτεχνικούς για την προστασία τόσο του ηθικού και επαγγελματικού κύρους τους και των νόμιμων δικαιωμάτων κάθε Φυσικού ή Νομικού Προσώπου που χρησιμοποιεί υποχρεωτικά ή προαιρετικά τις υπηρεσίες τους, όσο και του δημοσίου συμφέροντος.

Άρθρο 2
Πεδίο και Έκταση Εφαρμογής

1. Οι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται σε όλους ανεξαιρέτως τους Λογιστές και Φοροτεχνικούς, ελεύθερους επαγγελματίες ή μισθωτούς, μέλη ή μη του Οικονομικού Επιμελητηρίου (ΟΕΕ), οι οποίοι υποχρεούνται να τηρούν τους γενικούς και ειδικούς κανόνες και αρχές που προβλέπονται στον παρόντα κώδικα καθώς επίσης και όλες τις υποχρεώσεις που απορρέουν από διατάξεις άλλων νόμων, προεδρικών διαταγμάτων, υπουργικών αποφάσεων και σχετικών εγκυκλίων.

2. Θέματα που δεν αναφέρονται στον παρόντα Κώδικα συμπληρώνονται με τον ισχύοντα Κώδικα Επαγγελματικής Δεοντολογίας της Διεθνούς Ομοσπονδίας Λογιστών (International Federation of Accountants).

Άρθρο 3
Θεμελιώδεις Αρχές Ασκήσεως Επαγγέλματος

Ο Λογιστής Φοροτεχνικός πρέπει να συμμορφώνεται με τις ακόλουθες θεμελιώδεις αρχές:

1. Ακεραιότητα – να είναι ευθύς και ειλικρινής σε όλες τις επαγγελματικές και επιχειρηματικές σχέσεις.

2. Αντικειμενικότητα – να μην επιτρέπει την προκατάληψη, τη σύγκρουση συμφερόντων ή την καταχρηστική επιρροή άλλων, την σύμπτωση στο ίδιο πρόσωπο των ιδιοτήτων ελέγχοντος και ελεγχομένου, που αναιρεί την επαγγελματική ή εμπορική κρίση.

3. Επαγγελματική επάρκεια και δέουσα προσοχή – να καταβάλει κάθε προσπάθεια για τη διατήρηση των επαγγελματικών γνώσεων και δεξιοτήτων στο επίπεδο που απαιτείται για να διασφαλιστεί ότι ο πελάτης ή ο εργοδότης λαμβάνει τις κατάλληλες επαγγελματικές υπηρεσίες, μέσω συνεχούς επιμόρφωσης με βάση τις τρέχουσες εξελίξεις στην νομοθεσία, την πράξη και τις τεχνικές.

4. Εχεμύθεια – να τηρεί την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών που αποκτήθηκαν ως αποτέλεσμα των επαγγελματικών και επιχειρηματικών σχέσεων και συνεπώς, να μην αποκαλύπτει οποιαδήποτε τέτοια πληροφορία σε τρίτους χωρίς την κατάλληλη και ειδική αρμοδιότητα και αν δεν υπάρχει νομικό ή επαγγελματικό δικαίωμα ή υποχρέωση να γνωστοποιήσει, να μη χρησιμοποιεί τις πληροφορίες για προσωπικό όφελος ή για όφελος τρίτων.

5. Επαγγελματική συμπεριφορά – να συμμορφώνεται με τους σχετικούς νόμους και κανονισμούς και να αποφεύγει κάθε ενέργεια που απαξιώνει το επάγγελμα.

6. Κοινωνική υπευθυνότητα – να ασκεί την επαγγελματική του δραστηριότητα με αξιοπιστία και κοινωνική υπευθυνότητα απέναντι στο επάγγελμα, τον πελάτη και το κοινωνικό σύνολο.

Άρθρο 4
Εννοιολογικοί προσδιορισμοί

Ο Λογιστής Φοροτεχνικός απαιτείται κατά την άσκηση του επαγγέλματός του να εντοπίζει και να αξιολογεί τους κινδύνους με βάση τις θεμελιώδεις αρχές, την ισχύουσα νομοθεσία και τις διατάξεις του παρόντος και να προβαίνει στις κατάλληλες ενέργειες για την εξάλειψη ή μείωσή τους σε νομίμως αποδεκτά επίπεδα.

Κίνδυνοι και ενέργειες

Α. Κίνδυνοι: ενδέχεται να δημιουργηθούν από ένα ευρύ φάσμα σχέσεων και περιστάσεων.

Μια σχέση ή περίσταση δημιουργεί κίνδυνο όταν μπορεί να διακυβεύσει, ή θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι θα διακυβεύσει τη συμμόρφωση του Λογιστή Φοροτεχνικού με τις θεμελιώδεις αρχές.

Μια περίσταση ή μία σχέση μπορεί να δημιουργήσει περισσότερους από έναν κινδύνους που μπορεί να επηρεάσουν τη συμμόρφωση με περισσότερες από μία θεμελιώδεις αρχές.

Οι κίνδυνοι εμπίπτουν σε μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες κατηγορίες:

1. Κίνδυνος προσωπικού συμφέροντος: ο κίνδυνος ότι ένα οικονομικό ή άλλο συμφέρον θα επηρεάσει ανάρμοστα μία απόφαση ή τη συμπεριφορά του Λογιστή Φοροτεχνικού.

2. Κίνδυνος αυτοαξιολόγησης: ο κίνδυνος ότι ο Λογιστής Φοροτεχνικός δε θα αξιολογήσει σωστά τα αποτελέσματα των ενεργειών του ή άλλου ατόμου του γραφείο του.

3. Κίνδυνος υπεράσπισης: ο κίνδυνος να διακυβεύεται η αντικειμενικότητα του Λογιστή Φοροτεχνικού όταν αυτός υπερασπίζεται τον πελάτη ή τον εργοδότη του.

4. Κίνδυνος εξοικείωσης: ο κίνδυνος που οφείλεται στη μακρά και στενή σχέση του Λογιστή Φοροτεχνικού με τον πελάτη ή εργοδότη, η οποία μπορεί να οδηγήσει στον επηρεασμό της αντικειμενικότητάς του στην άσκηση των καθηκόντων του.

5. Κίνδυνος εκφοβισμού: ο κίνδυνος ότι ο Λογιστής Φοροτεχνικός θα αποθαρρύνεται από το να ενεργεί αντικειμενικά, λόγω πιέσεων.

Β. Ενέργειες: είναι τα μέτρα που μπορεί να εξαλείψουν τους κινδύνους ή να τους μειώσουν σε ένα αποδεκτό επίπεδο και εμπίπτουν σε δύο γενικές κατηγορίες:

1. Ενέργειες που δημιουργούνται από τον επαγγελματισμό, τις νομοθετικές διατάξεις ή κανονισμούς, δηλαδή:

• εκπαίδευση, κατάρτιση και εμπειρία για την είσοδο στο επάγγελμα,
• συνεχής επαγγελματική ανάπτυξη,
• κανονισμοί εταιρικής διακυβέρνησης,
• επαγγελματικά πρότυπα επαγγελματική ή κανονιστική παρακολούθηση και πειθαρχικές διαδικασίες,
• εξωτερική αξιολόγηση από ένα νομικά αρμόδιο τρίτο μέρος των εκθέσεων, των αποδόσεων, των επικοινωνιών ή των πληροφοριών που παράγονται από έναν επαγγελματία Λογιστή Φοροτεχνικό.

2. Ενέργειες στο εργασιακό περιβάλλον.

• αποτελεσματικά συστήματα κοινοποίησης που λειτουργούν στον οργανισμό, στο επάγγελμα ή σε μια ρυθμιστική αρχή, τα οποία επιτρέπουν στους συναδέλφους, τους εργοδότες και τους πελάτες να επιστήσουν την προσοχή σε αντιεπαγγελματική ή ανήθικη συμπεριφορά,
• η υποχρεωτική καταγγελία των αντιδεοντολογικών συμπεριφορών.

Γ. Επίλυση ηθικού διλήμματος Ο Λογιστής Φοροτεχνικός μπορεί να κληθεί να επιλύσει μια σύγκρουση με τις θεμελιώδεις αρχές. Για να το πραγματοποιήσει αυτό πρέπει να στηριχθεί στα κάτωθι:

• τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά,
• τα ηθικά ζητήματα που εμπλέκονται,
• τις θεμελιώδεις αρχές που συνδέονται με το εν λόγω θέμα,
• τις βεβαιωμένες εσωτερικές διαδικασίες και
• τους εναλλακτικούς τρόπους δράσης.

Αφού εξετάσει τους σχετικούς παράγοντες και αξιολογώντας το βάρος των συνεπειών κάθε πιθανής πορείας δράσης, ο Λογιστής Φοροτεχνικός καθορίζει την κατάλληλη δράση. Εάν το θέμα παραμένει ανεπίλυτο, ο Λογιστής Φοροτεχνικός μπορεί να διεξάγει διαβουλεύσεις με άλλα αρμόδια πρόσωπα εντός της επιχείρησης ή του οργανισμού για να βοηθήσει στην επίλυση. Τέλος δύναται να επικοινωνήσει με την Κεντρική Υπηρεσία του Οικονομικού Επιμελητήριου που είναι αρμόδιος φορέας εποπτείας της τήρησης του παρόντος Κώδικα Δεοντολογίας.

Άρθρο 5
Ορισμοί

Για την εφαρμογή του παρόντος, οι παρακάτω όροι χρησιμοποιούνται με τις προσδιοριζόμενες έννοιες:

Μέλη του Οικονομικού Επιμελητηρίου είναι αυτά που ορίζονται στο Ν. 1100/1980, όπως ισχύει.

Λογιστές Φοροτεχνικοί είναι όσοι έχουν λάβει επαγγελματική ταυτότητα από το Οικονομικό Επιμελητήριο με βάση τις ισχύουσες διατάξεις.

Πελάτης είναι κάθε Φυσικό ή Νομικό Πρόσωπο που αναθέτει σε Λογιστή Φοροτεχνικό, μισθωτό ή ελεύθερο επαγγελματία να του προσφέρει τις υπηρεσίες του είτε σε σταθερή σχέση (τήρηση ή επίβλεψη βιβλίων) για ορισμένο ή αόριστο χρονικό διάστημα, είτε εκτάκτως (διάφορες φορολογικές, λογιστικές ή οικονομικές γενικά εργασίες), στα πλαίσια των εκτελουμένων από αυτόν εργασιών.

Βοηθός είναι κάθε τρίτος ο οποίος μπορεί να έχει σχέση με τις εκτελούμενες εργασίες από το Λογιστή Φοροτεχνικό, που εγγράφως του έχουν ανατεθεί.

Νόμιμη αμοιβή Λογιστή-φοροτεχνικού είναι κάθε αμοιβή η οποία προκύπτει:
1) ύστερα από νόμιμα ανατεθειμένη εργασία, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, βάσει ιδιαίτερης συμφωνίας των δύο πλευρών,
2) για τους παρέχοντες τις υπηρεσίες τους με υπαλληλική σχέση, βάσει της εργατικής νομοθεσίας σε συνδυασμό με τις συλλογικές ή ατομικές συμβάσεις εργασίας.

ΙΙ. ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ, ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΤΟΥ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΟΣ

Άρθρο 6
Αρχές παροχής επαγγελματικών υπηρεσιών

1. Ο Λογιστής Φοροτεχνικός οφείλει να παρέχει τις επαγγελματικές υπηρεσίες του κατά τρόπο που να διασφαλίζει τη νομιμότητα στην παροχή των υπηρεσιών του αυτών και την εγκυρότητα της εκφραζόμενης απ’ αυτόν επαγγελματικής γνώμης. Προς τούτο είναι υποχρεωμένος να τηρεί παράλληλα με τις διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας και τον παρόντα Κώδικα.

2. Ο Λογιστής Φοροτεχνικός δικαιούται να χρησιμοποιεί βοηθούς για την παροχή των επαγγελματικών υπηρεσιών του, έχει όμως την ευθύνη για την εργασία που εκτέλεσαν οι βοηθοί του, τους οποίους υποχρεούται να επιβλέπει και να αναθέτει σ’ αυτούς μόνο τις εργασίες που είναι σε θέση να εκτελέσουν ικανοποιητικά.

3. Ο Λογιστής Φοροτεχνικός πρέπει να αξιολογεί τυχόν κινδύνους που απειλούν τη συμμόρφωση με τις θεμελιώδεις αρχές, όταν γνωρίζει περιστάσεις ή σχέσεις που μπορεί να εμποδίζουν την τήρηση αυτών των θεμελιωδών αρχών.

4. Ο Λογιστής Φοροτεχνικός λαμβάνει τόσο ποιοτικά όσο και ποσοτικά στοιχεία υπόψη κατά την αξιολόγηση της σημασίας του κινδύνου. Εάν ο κίνδυνος είναι πολύ σημαντικός, ο Λογιστής Φοροτεχνικός θα πρέπει να παραιτηθεί από την οποιαδήποτε δέσμευση έχει αναλάβει ή από την επιχείρηση που τον απασχολεί. Εάν ένας Λογιστής Φοροτεχνικός παραβιάσει χωρίς υπαιτιότητα μια διάταξη του παρόντος Κώδικα, ανάλογα με τη φύση και τη σημασία του θέματος, μια τέτοια ακούσια παραβίαση μπορεί να θεωρηθεί ότι δεν θίγει την τήρηση των θεμελιωδών αρχών που προβλέπονται, εφόσον η παραβίαση εντοπίστηκε, διορθώθηκε αμέσως και εφαρμόστηκαν όλα τα αναγκαία μέτρα διασφάλισης. Όταν ένας Λογιστής Φοροτεχνικός αντιμετωπίζει ιδιαίτερες συνθήκες κατά τις οποίες η εφαρμογή μιας ειδικής διάταξης του Κώδικα θα οδηγούσε σε ανεπιθύμητο αποτέλεσμα ή εναντίον του δημόσιου συμφέροντος, συνιστάται αυτός να συμβουλεύεται τις υπηρεσίες του Οικονομικού Επιμελητήριου που είναι αρμόδιος φορέας εποπτείας της εφαρμογής του παρόντος Κώδικα.

Σε κάθε περίπτωση, ο Λογιστής Φοροτεχνικός οφείλει:

4.1. Να συμπεριφέρεται με αξιοπρέπεια έναντι των αντισυμβαλλομένων μερών, των συναδέλφων και των μελών των θεσμοθετημένων οργάνων.

4.2. Να ασκεί την επαγγελματική του δραστηριότητα χωρίς να θίγει την τιμή και την υπόληψη των συναδέλφων του ή να προκαλεί αμφιβολίες για την επαγγελματική τους ικανότητα ή αξιοπιστία.

4.3. Να παρέχει τις επαγγελματικές υπηρεσίες του με τρόπο αντικειμενικό τηρώντας τη Λογιστική και Φορολογική Νομοθεσία αλλά και κάθε Νόμο που αφορά στο επάγγελμα του Λογιστή Φοροτεχνικού.

4.4. Να μην εγκαταλείπει χωρίς αναίτιο λόγο οποιαδήποτε εργασία του έχει ανατεθεί αφήνοντας εκτεθειμένους συνεργάτες, πελάτες και εργοδότες.

4.5. Να μην παρέχει ανακριβή ή παραπλανητικά στοιχεία και πληροφορίες σε συνεργάτες ή πελάτες του εργοδότη-πελάτη του ή και τρίτους καθώς και στα θεσμικά ή εντεταλμένα Κρατικά Όργανα, Φορείς και Δημόσιες Υπηρεσίες. Εάν η υποχρέωσή του αυτή γίνει αιτία να λυθεί η έμμισθη ή επαγγελματική σχέση του, λόγω άρνησής του έναντι εντολών του εργοδότη ή πελάτη του, είναι υποχρεωμένος να το καταγγείλει άμεσα στο Οικονομικό Επιμελητήριο.

4.6. Να μη δυσφημεί, απειλεί, προσβάλλει συναδέλφους, συνεργάτες, πελάτες ή και τρίτους, να μην ανταγωνίζεται με αθέμιτο τρόπο συναδέλφους και να μην επιδιώκει την προσέλκυση ή διατήρηση εργασιών με μη διαφανή μέσα ή ψευδείς πληροφορίες ως προς τα επαγγελματικά του προσόντα.

4.7. Να τηρεί το επαγγελματικό απόρρητο για τις υποθέσεις που χειρίζεται και αφορούν τον εργοδότη ή πελάτη του ακόμη και αν θεωρεί ότι η παροχή κάποιων πληροφοριών που τους αφορούν δε πρόκειται να τους βλάψει.

4.8. Να μην υπογράφει και να μη διεκπεραιώνει εργασίες οι οποίες δεν καλύπτονται από την επαγγελματική ταυτότητα όπως αυτή χορηγείται από το Οικονομικό Επιμελητήριο, σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις.

4.9. Να εφαρμόζει την εργατική και ασφαλιστική νομοθεσία, όπως ισχύουν κάθε φορά.

4.10. Να προστατεύει και να σέβεται τις οδηγίες και τις κατευθύνσεις της Δημόσιας Διοίκησης και του Οικονομικού Επιμελητηρίου και να μη συγκαλύπτει καμία παράβαση του παρόντος Κώδικα που περιήλθε από οιονδήποτε και με οποιοδήποτε τρόπο σε γνώση του.

4.11. Να μη δέχεται να προσφέρει υπηρεσίες με αμοιβή ή δωρεάν, σε επαγγελματίες, εταιρείες και ιδιώτες, αν δεν υπάρχει μεταξύ τους υπαλληλική σχέση με όλες τις προϋποθέσεις που ορίζει η εργατική και ασφαλιστική νομοθεσία ή σύμβαση ανεξάρτητων υπηρεσιών, με την έκδοση του προβλεπόμενου στοιχείου του Κ.Φ.Α.Σ. και η οποία προϋποθέτει έναρξη εργασιών σε Δ.Ο.Υ. Εξαιρετικώς, επιτρέπεται η παροχή υπηρεσιών, χωρίς τον ως άνω περιορισμό προς σύζυγο ή προς συγγενή εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι του τρίτου βαθμού, καθώς και προς Λογιστή Φοροτεχνικό ή συνταξιούχο Λογιστή Φοροτεχνικό, εφόσον πρόκειται για προσωπική τους υπόθεση.

4.12. Σε περίπτωση αντικειμενικής αδυναμίας λόγω έκτακτου γεγονότος, σοβαρής ασθένειας ή ανωτέρας βίας, για την κάλυψη των αναγκών των πελατών του και σε συνεργασία μαζί τους, να απευθύνεται σε συνάδελφο Λογιστή Φοροτεχνικό ίδιας τάξης.

5. Σε κάθε περίπτωση, ο Λογιστής Φοροτεχνικός παρέχει τις επαγγελματικές υπηρεσίες του ατομικά μόνο αν η επαγγελματική του ταυτότητα είναι σε ισχύ.

6. Κάθε Λογιστής Φοροτεχνικός σε περίπτωση συνταξιοδότησής του είναι υποχρεωμένος, εντός 3 μηνών από την κατάθεση της αίτησης συνταξιοδότησης, να ενημερώσει το Οικονομικό Επιμελητήριο και να καταθέσει την επαγγελματική του ταυτότητα.

Άρθρο 7
Ανεξαρτησία και Αντικειμενικότητα

1. Ο Λογιστής Φοροτεχνικός οφείλει πάντοτε να ασκεί το Λογιστικό Φοροτεχνικό έργο κατά τρόπο αντικειμενικό και ανεξάρτητο από κάθε είδους επιρροή.

2. Ο Λογιστής Φοροτεχνικός που διαπιστώνει σοβαρές παρατυπίες οφείλει να μην αποδεχθεί ή να διακόψει άμεσα τη συγκεκριμένη εργασία, ενώ απαγορεύεται να συμπράττει σε φοροδιαφυγή ανεξαρτήτως ποσού.

3. Ο Λογιστής Φοροτεχνικός, όταν απειλείται η ανεξαρτησία του και αδυνατεί να παράσχει μία έντιμη και αμερόληπτη γνώμη, οφείλει να μην αποδεχθεί την εργασία ή να σταματήσει μια συνεργασία λόγω παράβασης φορολογικών διατάξεων, παρά την αντίθετη προφορική ή έγγραφη ενημέρωση του πελάτη-εργοδότη του, ενημερώνοντας παράλληλα τις αρμόδιες αρχές για την λήψη των απαιτούμενων μέτρων.

4. Ο Λογιστής Φοροτεχνικός οφείλει να τηρεί τους ακόλουθους κανόνες ώστε να εξασφαλίζει την ανεξαρτησία και την αντικειμενικότητά του:

4.1. Να μην εκτελεί οιανδήποτε εργασία χωρίς να εκδίδει τα νόμιμα δικαιολογητικά και αποδείξεις.

4.2. Να μην αποφασίζει ο ίδιος σε θέματα μη αρμοδιότητάς του.

4.3. Να είναι συνεργάσιμος με τις φορολογικές ή άλλες κρατικές αρχές και να συνδράμει στην ομαλή διεξαγωγή κάθε είδους ελέγχου που δέχεται η Επιχείρηση ή ο Πελάτης του ή ο Εργοδότης του, εκτός των περιπτώσεων αντικειμενικής αδυναμίας.

4.4. Να τηρεί αυστηρά τις κείμενες νομοθετικές διατάξεις και αποφάσεις του Οικονομικού Επιμελητηρίου και να φροντίζει για την τήρηση των ασυμβίβαστων σχετικά με το επάγγελμα.

4.5. Να καταγγέλλει στην Επιτροπή Τηρήσεως Δεοντολογίας του Οικονομικού Επιμελητήριου κάθε τρίτο που ενεργεί ενάντια στον παρόντα Κώδικα αλλά και που εξασκεί το επάγγελμα ευκαιριακά χωρίς επαγγελματική ταυτότητα ή παρανόμως.

4.6. Να θέτει τη σφραγίδα και την ηλεκτρονική υπογραφή του σε κάθε έντυπο ή έγγραφο που συντάσσει, βάσει των στοιχείων που τέθηκαν υπόψη του.

4.7. Να μη δέχεται δώρα ή φιλοξενία σημαντικής αξίας καθώς υπάρχει το ενδεχόμενο να επηρεάσουν την αντικειμενικότητά και την ανεξαρτησία του.

4.8. Να μην αποδέχεται πρόταση από επιχειρήσεις στις οποίες είναι υπεύθυνος για την Λογιστική Φοροτεχνική τους κάλυψη, για την συμμετοχή του στο εταιρικό ή μετοχικό κεφάλαιο εταιρειών ή στην διοίκηση επιχειρήσεων καθ’ οιονδήποτε τρόπο, καθώς υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο να απολέσει την ανεξαρτησία του και την αντικειμενικότητά του και να υποπέσει σε παραβάσεις του παρόντος Κώδικα.

4.9. Να μην αποδέχεται πελάτης του να ορισθεί εγγυητής σε δάνειο που χορηγήθηκε στον ίδιο ή πρόσωπο της οικογένειας του.

4.10. Να θέτει τις προϋποθέσεις εκείνες, ώστε οι φιλικές ή οικογενειακές σχέσεις που αναπτύσσονται σε βάθος χρόνου να μην επηρεάζουν την ποιότητα των υπηρεσιών του, την ανεξαρτησία και την αντικειμενικότητά του.

5. Ο Λογιστής Φοροτεχνικός που μετέχει ή πρόκειται να μετάσχει, είτε ως ομόρρυθμος μέλος ή διαχειριστής σε ΟΕ ή ΕΕ ή ΕΠΕ, είτε ως μέλος σε Δ.Σ. Ανωνύμων Εταιρειών, υποχρεούται εντός μηνός να γνωστοποιεί στο Ο.Ε.Ε. οποιαδήποτε μεταβολή αφορά τις ιδιότητές του αυτές, προσκομίζοντας αντίγραφο του τροποποιηθέντος καταστατικού είτε των πρακτικών ΓΣ και ΔΣ των Ανωνύμων Εταιρειών.

6. Ο Λογιστής Φοροτεχνικός έχει υποχρέωση να μεριμνά ούτως ώστε η παροχή των εκ μέρους του υπηρεσιών να έχει ανεξάρτητο χαρακτήρα και ο ίδιος να λειτουργεί με τέτοιο τρόπο, ώστε να αποτρέπονται φαινόμενα μεροληψίας και υποκειμενικότητας κατά την άσκηση των καθηκόντων του.

Άρθρο 8
Εχεμύθεια

1. Ο Λογιστής Φοροτεχνικός και κάθε υπάλληλος ή συνεργάτης του οφείλει να τηρεί το επαγγελματικό απόρρητο και να μην αποκαλύπτει γεγονότα ή πληροφορίες που περιήλθαν στη γνώση του κατά την εκτέλεση του έργου του, εκτός αν έχει τέτοια υποχρέωση από το νόμο.

2. Απαγορεύεται στον Λογιστή Φοροτεχνικό να κάνει χρήση καθ’ οιονδήποτε τρόπο για όφελος δικό του, τρίτων ή ανταγωνιστικών επιχειρήσεων των γεγονότων και των πληροφοριών που περιήλθαν σε γνώση του κατά την εκτέλεση του έργου του, εκτός αν η αποκάλυψη των γεγονότων και των πληροφοριών είναι αναγκαία για την υπεράσπισή του ενώπιον δικαστικής αρχής ή την υποστήριξη των θέσεών του ενώπιον των Πειθαρχικών Οργάνων του Οικονομικού Επιμελητηρίου.

3. Ο Λογιστής Φοροτεχνικός οφείλει να τηρεί το επαγγελματικό απόρρητο και μετά τη λήξη της παροχής των επαγγελματικών του υπηρεσιών προς οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο.

4. Ο Λογιστής Φοροτεχνικός οφείλει να υπενθυμίζει στους βοηθούς και τους συνεργάτες του την υποχρέωση τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου.

Άρθρο 9
Ποιοτική επάρκεια Λογιστικών και Φοροτεχνικών εργασιών

1. Ο Λογιστής Φοροτεχνικός υποχρεούται για κάθε εκτελούμενη απ’ αυτόν εργασία να ακολουθεί πιστά ό,τι προβλέπεται από το Π.Δ. 340/1998, όπως αυτό ισχύει κάθε φορά, ό,τι άλλο μελλοντικά ενταχθεί στις υποχρεώσεις του Λογιστή Φοροτεχνικού, καθώς επίσης και ό,τι η εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία ορίζει σαν υποχρεώσεις των επιτηδευματιών ή των ιδιωτών στους οποίους παρέχει τις υπηρεσίες του. Πλημμελής εκτέλεση των καθηκόντων του Λογιστή Φοροτεχνικού επιφέρει τις συνέπειες που προβλέπονται στον παρόντα Κώδικα.

2. Ο Λογιστής Φοροτεχνικός οφείλει να ενημερώνεται συνεχώς για όλες τις νομοθετικές αλλαγές που αφορούν το επάγγελμα του και γενικότερα να φροντίζει για τη «δια βίου» εκπαίδευσή του και μέσω του Οικονομικού Επιμελητηρίου παρακολουθώντας τα τακτικά αναγκαία σεμινάρια που αυτό διοργανώνει, ώστε να διασφαλίζει τον εργοδότη του ή τους πελάτες του μέσω υψηλού επιπέδου παρεχομένων υπηρεσιών.

3. Σε περίπτωση που ζητήσει τις υπηρεσίες του πελάτης τον οποίο δεν μπορεί να εξυπηρετήσει λόγω φόρτου εργασίας ή λόγω έλλειψης των προϋποθέσεων που ορίζουν οι νόμοι, οφείλει να τον παραπέμψει σε συνάδελφο που έχει τα νόμιμα προσόντα ή να επιλέξει από λίστα συναδέλφων που υπάρχει στο ΟΕΕ και έχουν τα νόμιμα προσόντα.

Άρθρο 10
Ευθύνη και Υποχρεώσεις του παρέχοντος υπηρεσίες Λογιστή Φοροτεχνικού

1. Ο Λογιστής Φοροτεχνικός ευθύνεται για κάθε περιουσιακή ή ηθική ζημία που προκάλεσε με υπαίτια πράξη ή παράλειψή του κατά την παροχή των υπηρεσιών στον πελάτη ή εργοδότη του, κατά τις κείμενες διατάξεις.

2. Ο αποδέκτης των υπηρεσιών φέρει το βάρος της απόδειξης της ύπαρξης υπαιτιότητας.

Για την εκτίμηση της έλλειψης υπαιτιότητας λαμβάνονται υπόψη οι ειδικές συνθήκες, ιδίως:
• το διαθέσιμο χρονικό περιθώριο μέχρι τη λήξη της καταληκτικής ημερομηνίας,
• η πληρότητα των στοιχείων που παρέδωσε ο ζημιωθείς,
• ο εύλογος απαιτούμενος χρόνος για αντίστοιχη υπηρεσία λαμβάνοντας υπόψη τον ιδιαίτερο φόρτο κάποιων χρονικών περιόδων,
• η αξία της παρεχόμενης υπηρεσίας,
• η ελευθερία δράσης που δόθηκε στο Λογιστή Φοροτεχνικό στο πλαίσιο της ανατεθείσας εργασίας και
• το αν ο ζημιωθείς ανήκει σε κατηγορία μειονεκτούντων ή ευπρόσβλητων προσώπων.

3. Η ύπαρξη ή δυνατότητα τελειότερης υπηρεσίας κατά το χρόνο παροχής της υπηρεσίας ή μεταγενέστερα δε θεμελιώνει άνευ ετέρου υπαιτιότητα.

4. Εάν η υπηρεσία δεν παρασχεθεί για λόγους που αφορούν τον παρέχοντα υπηρεσίες, τότε ο πελάτης δικαιούται να λάβει ό,τι κατέβαλε ως αντίτιμο για τη μη παρασχεθείσα υπηρεσία.

5. Σε περίπτωση που δεν επιθυμεί τη συνέχιση της συνεργασίας με πελάτη του πρέπει να τον ειδοποιήσει εγγράφως ή με οποιοδήποτε άλλο πρόσφορο τρόπο( fax ή mail) και να του παρασχεθεί εύλογος χρόνος, ο οποίος δε μπορεί να υπερβαίνει τους δύο μήνες, να βρει άλλο συνεργάτη ανάλογα με την κατηγορία των βιβλίων του Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών (Κ.Φ.Α.Σ.) που τηρεί.

6. Σε περιπτώσεις που ο πελάτης δε συμμορφώνεται με τις έγγραφες ή προφορικές υποδείξεις του ή παραβαίνει ηθελημένα τη φορολογική νομοθεσία η μη συνέχιση της συνεργασίας μπορεί να γίνει χωρίς την τήρηση της προηγούμενης προθεσμίας.

7. Σε περίπτωση λύσης της συνεργασίας με πελάτη, για οποιονδήποτε λόγο, οφείλει να παραδώσει με πρωτόκολλο παράδοσης παραλαβής όλα τα έγγραφα και τα στοιχεία του πελάτη του στο συνάδελφο του που θα συνεχίσει την παροχή υπηρεσιών, μετά από έγγραφη εντολή του πελάτη ή σχετικό έγγραφο αίτημα του συναδέλφου. Ο Λογιστής Φοροτεχνικός υποχρεούται να μην αναλάβει τη συνέχιση της παροχής υπηρεσιών στον πελάτη εάν στο ως άνω πρωτόκολλο δεν αναφέρεται ρητά ότι έχουν εξοφληθεί, με οποιονδήποτε συμφωνημένο τρόπο, οι αμοιβές για τις υπηρεσίες που ήδη παρασχέθηκαν.

Άρθρο 11
Διαφήμιση – Αθέμιτος Ανταγωνισμός

1. Επιτρέπεται η με κάθε μέσο προβολή, δημοσιοποίηση και προώθηση της επαγγελματικής δραστηριότητας των νόμιμα ασκούντων το επάγγελμα Λογιστή Φοροτεχνικού είτε ατομικά είτε με οποιαδήποτε εταιρική μορφή στο μέτρο και το βαθμό που καθορίζεται στο παρόν και με τρόπο που δεν υποβαθμίζει το Λογιστικό Φοροτεχνικό επάγγελμα.

2. Επιτρέπεται ιδίως η δημοσίευση και κυκλοφορία επαγγελματικών καταχωρήσεων, έντυπα ή ηλεκτρονικά, στις εφημερίδες ή τα περιοδικά, με στοιχεία επικοινωνίας και αναφορά είτε σε ιδιαίτερο τομέα δραστηριότητας είτε σε νόμιμα αξιολογημένη κατηγορία.

3. Οποιαδήποτε τέτοια προβολή ή δημοσιοποίηση των υπηρεσιών των Λογιστών Φοροτεχνικών που παρέχονται είτε ατομικά είτε με οποιαδήποτε εταιρική μορφή δεν πρέπει:
α. να είναι αθέμιτη,
β. να είναι ανακριβής, αναληθής ή παραπλανητική,
γ. να περιέχει αναφορές ή συγκρίσεις με άλλους Λογιστές Φοροτεχνικούς σχετικά με την ποιότητα των υπηρεσιών ή την αμοιβή ή τη μέθοδο αμοιβής ή να δημιουργεί αμφιβολίες σχετικά με την επαγγελματική επάρκειά τους και
δ. να περιέχει ονόματα πελατών εκτός εάν υπάρχει ρητή έγγραφη συναίνεσή τους προς τούτο.

Άρθρο 12
Σχέσεις με συναδέλφους, Ελεγκτικούς Φορείς και λοιπούς Φορείς του Δημοσίου

1. Ο Λογιστής Φοροτεχνικός οφείλει να συμπεριφέρεται με ευγένεια, ειλικρίνεια και εκτίμηση έναντι όλων των συναδέλφων του, είτε αυτοί είναι παρόντες είτε είναι απόντες και να προασπίζει τα νόμιμα δικαιώματά τους που απορρέουν από την άσκηση των καθηκόντων τους.

2. Οι ασκούντες το επάγγελμα του Λογιστή Φοροτεχνικού έχουν υποχρέωση να σέβονται τους υπαλλήλους των υπηρεσιών και των υπουργείων με τους οποίους συναλλάσσονται και τους Δημόσιους Λειτουργούς, ανεξαρτήτως βαθμίδος. Την ίδια υποχρέωση έχουν προς τους Λογιστές Φοροτεχνικούς και οι εκπρόσωποι της Δημόσιας Διοίκησης όπως επιβάλλεται από τη νομοθεσία που τους διέπει. Κάθε παράβαση της αρχής αυτής από οποιοδήποτε μέρος, ελέγχεται και από το Οικονομικό Επιμελητήριο. Αν η παράβαση έγινε από Λογιστή Φοροτεχνικό, η Επιτροπή Τηρήσεως Δεοντολογίας του Οικονομικού Επιμελητήριου αποφασίζει την επιβολή διοικητικών κυρώσεων. Αν έγινε από δημόσιο υπάλληλο ή δημόσιο λειτουργό, η Επιτροπή Τηρήσεως Δεοντολογίας αναφέρει το γεγονός τούτο εγγράφως στην Κεντρική Διοίκηση του Ο.Ε.Ε, προκειμένου να επιληφθεί και να προβεί στις δέουσες ενέργειες.

3. Στην περίπτωση που ο Λογιστής Φοροτεχνικός χρησιμοποιεί συνάδελφό του τακτικά ή έκτακτα ή για τη διεκπεραίωση όλων ή ορισμένων εργασιών του γραφείου του πρέπει:

• να συμπεριφέρεται προς αυτόν συναδελφικά και με ισοτιμία,
• να συνεργάζεται μαζί του με συναδελφικότητα, ευγένεια και κατανόηση, να μη θίγει την επαγγελματική και ατομική του αξιοπρέπεια και να μην τον απασχολεί σε μη Λογιστικά ή Φοροτεχνικά καθήκοντα,
• να καταβάλλει έγκαιρα τη συμφωνημένη αμοιβή,
• να προβάλλει την εργασία του συναδέλφου του προς τον πελάτη, τις δημόσιες υπηρεσίες και προς τους τρίτους.

Άρθρο 13
Προστασία του κύρους του ΟΕΕ

1. Δεν επιτρέπεται στον Λογιστή Φοροτεχνικό η δια δηλώσεων προφορικών ή εγγράφων, υποβάθμιση του επιστημονικού και επαγγελματικού κύρους του ΟΕΕ.

Ως υποβάθμιση του επιστημονικού και επαγγελματικού κύρους του ΟΕΕ θεωρείται από μέρους Λογιστή Φοροτεχνικού:

• η τήρηση ή ο ισχυρισμός τήρησης Φορολογικών ή Λογιστικών αρχών και προτύπων διαφορετικών από τις προβλεπόμενες από τη Εθνική Νομοθεσία ρυθμίσεις,
• οι επανειλημμένες παρεκκλίσεις από αποφάσεις και οδηγίες του ΟΕΕ,
• η ανάρμοστη συμπεριφορά κατά οργάνων του ΟΕΕ εκδηλούμενη με τη χρησιμοποίηση απρεπών εκφράσεων ή ειρωνικών σχολίων, σε βάρος αποφάσεων και ενεργειών που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες και τα καθήκοντα των οργάνων αυτών.
• η απρεπής συμπεριφορά κατά δημόσιου ή ιδιωτικού Ελεγκτικού Φορέα.

2. Δεν εμπίπτει στον ανωτέρω περιορισμό η εμπιστευτική αναφορά προς το ΟΕΕ κάθε Λογιστή Φοροτεχνικού, όταν διαπιστώνει αξιόποινες πράξεις ή παραβάσεις του παρόντος Κώδικα από συναδέλφους ή τρίτους.

Άρθρο 14
Τήρηση του παρόντος Κώδικα – Κυρώσεις

Με δεδομένη και αναγνωρισμένη την ανάγκη πιστής εφαρμογής του παρόντα κώδικα από όλους ανεξαιρέτως του Λογιστές Φοροτεχνικούς, είτε αυτοί είναι ελεύθεροι επαγγελματίες, είτε απασχολούνται ως μισθωτοί στον ιδιωτικό ή δημόσιο τομέα, είτε είναι μέλη του ΟΕΕ, είτε όχι, το ΟΕΕ είναι αρμόδιο για την επιβολή διοικητικών κυρώσεων. Για τη διαδικασία, τα όργανα και τον τρόπο επιβολής κυρώσεων εφαρμόζονται οι διατάξεις του π.δ. 277/1986 και του άρθρου 11 του Ν. 1100/1980 για όλους ανεξαιρέτως τους υπαγόμενους στις διατάξεις του παρόντος Λογιστές Φοροτεχνικούς.

Στο πλαίσιο αυτό το Οικονομικό Επιμελητήριο έχει την αρμοδιότητα να επιβάλει διοικητικές κυρώσεις στους υπαγόμενους στις διατάξεις του παρόντος Λογιστές Φοροτεχνικούς.

Άρθρο 15
Διοικητικές Κυρώσεις

1. Η παράβαση των διατάξεων του παρόντος Κώδικα επισύρει πέραν των κυρώσεων και ποινών που προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία και τις παρακάτω κυρώσεις:

• έγγραφη επίπληξη,
• χρηματική ποινή ή πρόστιμο έως 3.000 ευρώ. Το παραπάνω πρόστιμο ή χρηματική ποινή μπορεί να αυξομειώνεται με απόφαση της Κεντρικής Διοίκησης του ΟΕΕ.
Τα ποσά των παραπάνω κυρώσεων θεωρούνται έσοδα του ΟΕΕ και εισπράττονται κατά τη διαδικασία είσπραξης των δημοσίων εσόδων.
• προσωρινή αφαίρεση της επαγγελματικής ταυτότητας για χρονικό διάστημα έως έξι μηνών και
• οριστική αφαίρεση της επαγγελματικής ταυτότητας, εφόσον έχει παραβιάσει καθ’ υποτροπή τον παρόντα Κώδικα και του έχουν επιβληθεί κυρώσεις.

2. Η διαδικασία επιβολής διοικητικών κυρώσεων κινείται είτε αυτεπάγγελτα από την Επιτροπή Τηρήσεως Δεοντολογίας που συνιστάται με το άρθρο 16 της παρούσας, είτε κατόπιν καταγγελίας Λογιστή Φοροτεχνικού ή Ελεγκτικού Φορέα ή τρίτου.

3. Κάθε Λογιστής Φοροτεχνικός ή οποιοσδήποτε Ελεγκτικός Φορέας ή τρίτος υποχρεούται να καταγγείλει γραπτώς προς την Επιτροπή Τηρήσεως Δεοντολογίας του Οικονομικού Επιμελητηρίου κάθε παράβαση του παρόντος Κώδικα που έχει υποπέσει στην αντίληψή του, αναφέροντας ρητά το ονοματεπώνυμο του Λογιστή Φοροτεχνικού ή την επωνυμία του Φορέα που υπέπεσε στην παράβαση, καθώς και τα περιελθόντα σε γνώση του αποδεικτικά στοιχεία. Η αναφορά είναι απόρρητη και γνωστοποιείται από την Επιτροπή Τηρήσεως Δεοντολογίας μόνο στον αναφερόμενο Λογιστή Φοροτεχνικό ή Φορέα, ο οποίος και καλείται για παροχή εξηγήσεων πριν αποφασιστεί η τυχόν πειθαρχική δίωξή του.

4. Η διαδικασία επιβολής κυρώσεων αναστέλλεται αν για την ίδια πράξη εκκρεμεί ποινική δίωξη, μετά το τέλος της οποίας, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμά της, συνεχίζεται.
Σε εξαιρετικές περιπτώσεις η διαδικασία επιβολής κυρώσεων δεν αναστέλλεται και τα αρμόδια πειθαρχικά όργανα με ειδικά προς τούτο αιτιολογημένη απόφασή τους, επιβάλλουν τις κυρώσεις που προβλέπονται στον παρόντα κώδικα, ανεξάρτητα από την άσκηση ή μη ποινικής διαδικασίας ή την πρόοδό της, ιδίως σε περίπτωση διάπραξης παραβάσεων που αφορούν την απόκτηση της επαγγελματικής ταυτότητας ή την αξιολόγησή τους .

5. Οι παραβάσεις του παρόντος Κώδικα παραγράφονται με την πάροδο τριετίας από την τέλεσή τους. Κάθε όμως πράξη διαδικασίας επιβολής διοικητικών κυρώσεων ή η υποβολή εγκλήσεως καθώς και κάθε πράξη ποινικής δίωξης, διακόπτει την παραγραφή.

Άρθρο 16
Όργανα επιβολής Διοικητικών Κυρώσεων

Για την επιβολή των Διοικητικών Κυρώσεων και την εκδίκαση των σχετικών παραβάσεων του παρόντος Κώδικα, με απόφαση της Κεντρικής Διοίκησης του ΟΕΕ, συνιστάται Επιτροπή Τήρησης Δεοντολογίας, αποτελούμενη από πέντε μέλη με τριετή θητεία. Η Επιτροπή συνεδριάζει έγκυρα αν είναι παρόντα τουλάχιστον τρία μέλη της, λαμβάνει τις αποφάσεις της με απλή πλειοψηφία των παρόντων μελών, εκλέγει μεταξύ των μελών της έναν πρόεδρο και επιλαμβάνεται είτε αυτεπάγγελτα είτε κατόπιν καταγγελίας για οποιαδήποτε παράβαση του παρόντος. Η Επιτροπή εισηγείται την άσκηση πειθαρχικής δίωξης στα αρμόδια όργανα, για τις δε παραβάσεις του παρόντος και την διαδικασία επιβολής κυρώσεων, εφαρμόζονται οι διατάξεις του π.δ. 277/1986.

ΙΙΙ. ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 17
Ισχύς προηγούμενων Αποφάσεων και Οδηγιών

Οι μέχρι σήμερα εκδοθέντες Νόμοι και Αποφάσεις σχετικοί με τις προϋποθέσεις ανάληψης και εκτέλεσης πάσης φύσεως Λογιστικών και Φοροτεχνικών εργασιών, ως κανονιστικές διατάξεις, εξακολουθούν να ισχύουν και να εφαρμόζονται υποχρεωτικά από όλους τους Λογιστές Φοροτεχνικούς.

Άρθρο 18
Έναρξη Εφαρμογής – Δημοσιότητα

1 Ο παρών Κώδικας Δεοντολογίας τίθεται σε εφαρμογή από την ημερομηνία δημοσιεύσεώς του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

2. Ο παρών Κώδικας μπορεί να γνωστοποιείται σε κάθε ενδιαφερόμενο και πρέπει να είναι αναρτημένος στο δικτυακό τόπο του Οικονομικού Επιμελητηρίου.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 18 Δεκεμβρίου 2013

Ο Υφυπουργός
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΗΤΑΡΑΚΗΣ

ΠΟΛ.1281/30.12.2013 Απαλλαγή από την υποχρέωση τήρησης βιβλίων και έκδοσης στοιχείων των αγροτών του ειδικού καθεστώτος

ΠΟΛ.1281/30.12.2013
Απαλλαγή από την υποχρέωση τήρησης βιβλίων και έκδοσης στοιχείων των αγροτών του ειδικού καθεστώτος
ΠΟΛ 1281/2013

(ΦΕΚ Β’ 3367/31-12-2013)

Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ TOY ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 3 της περίπτωσης 1 της υποπαραγράφου Ε1 της παραγράφου Ε του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (ΦΕΚ Α΄ 222), όπως ισχύει.

2. Τις διατάξεις του άρθρου 41 του Κώδικα ΦΠΑ (ν. 2859/2000), όπως ισχύουν.

3. Το γεγονός ότι η υποχρέωση τήρησης βιβλίων και έκδοσης στοιχείων θα δημιουργήσει οικονομική και γραφειοκρατική επιβάρυνση στις μικρές αγροτικές επιχειρήσεις.

4. Ότι με την παρούσα δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

1. Απαλλάσσονται, από 1.1.2014, από την υποχρέωση τήρησης βιβλίων και έκδοσης στοιχείων οι αγρότες που υπάγονται στο ειδικό καθεστώς Φ.Π.Α., σύμφωνα με το άρθρο 41 του Κώδικα Φ.Π.Α. (ν. 2859/2000), όπως ισχύει, οι οποίοι πραγματοποίησαν κατά την προηγούμενη διαχειριστική περίοδο, από την πώληση αγροτικών προϊόντων παραγωγής τους και την παροχή αγροτικών υπηρεσιών, ακαθάριστα έσοδα, κατώτερα των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ και έλαβαν δικαιώματα ενιαίας ενίσχυσης κατώτερα των πέντε χιλιάδων (5.000). Σε περίπτωση μη πλήρωσης ενός εκ των ανωτέρω κριτηρίων, εφαρμόζονται πλήρως οι διατάξεις του Κ.Φ.Α.Σ. και οι εν λόγω αγρότες εντάσσονται υποχρεωτικά στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ.

Στην περίπτωση που μέχρι το τέλος της προηγούμενης διαχειριστικής περιόδου δεν προκύπτει το ύψος των δικαιωμάτων ενιαίας ενίσχυσης, λαμβάνεται υπόψη το ποσό της προπροηγούμενης διαχειριστικής περιόδου.

2. Οι αγρότες που πληρούν τα ανωτέρω κριτήρια της απαλλαγής από την τήρηση βιβλίων και έκδοση στοιχείων, μπορούν να επιλέξουν την ένταξη τους σε κατηγορία τήρησης βιβλίων, έχοντας όλες τις υποχρεώσεις της κατηγορίας αυτής.

Στην περίπτωση αυτή, για την εκπλήρωση των φορολογικών τους υποχρεώσεων, θα λαμβάνονται υπόψη τα δεδομένα των βιβλίων αυτών. Ειδικά, όσον αφορά στο ΦΠΑ, η επιλογή τήρησης βιβλίων σημαίνει υπαγωγή για μια πενταετία τουλάχιστον της αγροτικής εκμετάλλευσης στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ (πωλήσεις με ΦΠΑ, υποβολή δηλώσεων, δικαίωμα έκπτωσης κ.λπ.) και απώλεια του δικαιώματος επιστροφής ΦΠΑ με τον κατ’ αποκοπή συντελεστή.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 30 Δεκεμβρίου 2013

Ο Γενικός Γραμματέας
ΘΕΟΧΑΡΗΣ ΘΕΟΧΑΡΗΣ

ΠΟΛ.1284/31.12.213 Διαδικασία για την προέγκριση μεθοδολογίας ενδοομιλικής τιμολόγησης, την αναθεώρηση, ανάκληση και ακύρωσή της. Ειδικότερο περιεχόμενο της αίτησης προέγκρισης, σχετικά παράβολα, διαδικασία συνεννόησης με τις αρμόδιες αρχές άλλων εμπ

ΠΟΛ.1284/31.12.213
Διαδικασία για την προέγκριση μεθοδολογίας ενδοομιλικής τιμολόγησης, την αναθεώρηση, ανάκληση και ακύρωσή της. Ειδικότερο περιεχόμενο της αίτησης προέγκρισης, σχετικά παράβολα, διαδικασία συνεννόησης με τις αρμόδιες αρχές άλλων εμπλεκομένων κρατών, τύπος και περιεχόμενο των αποφάσεων της Φορολογικής Διοίκησης, καθώς και κάθε σχετικό θέμα για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 22 του ν.4174/2013
ΠΟΛ 1284/2013

(ΦΕΚ Β’ 3366/31-12-2013)

Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

α) τις διατάξεις του άρθρου 22 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, (ν.4174/2013−ΦΕΚ 170 Α΄), όπως ισχύουν.

β) Τις διατάξεις των άρθρων 50 και 51 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, (ν.4172/2013−ΦΕΚ 167 Α΄), όπως ισχύουν.

γ) Τις διατάξεις των περιπτώσεων γ’, δ’ και ζ’ του άρθρου 2 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, όπως ισχύουν.

δ) Τις διατάξεις της υποπαραγράφου Ε2 του ν.4093/2012 περί σύστασης θέσης Γενικού Γραμματέα Εσόδων (ΦΕΚ 222 Α΄−12/11/2012).

ε) Την Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου αριθ. 1 της 16−1−2013, «Επιλογή και Διορισμός Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων».

στ) Ότι με την παρούσα απόφαση δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού, αποφασίζουμε:

Άρθρο 1
Προέγκριση Μεθοδολογίας Ενδοομιλικής Τιμολόγησης

Τα συνδεδεμένα πρόσωπα κατά την έννοια της περίπτωσης ζ’ του άρθρου 2 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, οι μόνιμες εγκαταστάσεις αλλοδαπού νομικού προσώπου στην Ελλάδα για τις συναλλαγές τους με το κεντρικό, καθώς και με τα συνδεδεμένα πρόσωπα του κεντρικού τους στην αλλοδαπή, και τα ημεδαπά νομικά πρόσωπα με μόνιμες εγκαταστάσεις στην αλλοδαπή, δύνανται να υποβάλουν στον Γενικό Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων αίτηση προέγκρισης της μεθοδολογίας για την τιμολόγηση συγκεκριμένων μελλοντικών διασυνοριακών συναλλαγών τους με συνδεδεμένα πρόσωπα.

Άρθρο 2
Αντικείμενο Προέγκρισης
Μεθοδολογίας Ενδοομιλικής Τιμολόγησης

Αντικείμενο της προέγκρισης αποτελεί το ενδεδειγμένο σύνολο κριτηρίων που χρησιμοποιούνται για τον καθορισμό των τιμών ενδοομιλικών συναλλαγών κατά τη διάρκεια μιας συγκεκριμένης χρονικής περιόδου. Τα κριτήρια αυτά περιλαμβάνουν κυρίως τη χρησιμοποιούμενη μέθοδο τεκμηρίωσης, τα στοιχεία σύγκρισης ή αναφοράς και τις σχετικές προσαρμογές, καθώς και τις κρίσιμες παραδοχές για τις μελλοντικές συνθήκες. Αντικείμενο της προέγκρισης μπορεί επίσης να αποτελέσει και κάθε άλλο εξειδικευμένο ζήτημα που αφορά την τιμολόγηση των συναλλαγών με συνδεδεμένα πρόσωπα.

Άρθρο 3
Αρμόδια Υπηρεσία χειρισμού

Αρμόδια για την παραλαβή και την εξέταση των αιτήσεων προέγκρισης μεθοδολογίας ενδοομιλικής τιμολόγησης είναι η Διεύθυνση Ελέγχων της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικών Ελέγχων και Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων.

Άρθρο 4
Προκαταρκτικό στάδιο

1. Πριν από την επίσημη υποβολή της αίτησης προέγκρισης, το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δύναται να ζητήσει προκαταρκτική διαβούλευση, προκειμένου να εκτιμηθούν οι πιθανότητες αποδοχής της αίτησης προέγκρισης. Για το σκοπό αυτό κατατίθεται ιδιαίτερη αίτηση προς τη Διεύθυνση Ελέγχων, η οποία ορίζει ημερομηνία προκαταρκτικής συνάντησης.

2. Κατά την προκαταρκτική συνάντηση, το ενδιαφερόμενο πρόσωπο προσκομίζει όλα τα στοιχεία τα οποία κατά την κρίση του παρέχουν τη δυνατότητα στην αρμόδια υπηρεσία να προβεί σε τεκμηριωμένη εκτίμηση ως προς το παραδεκτό της αίτησης. Στα στοιχεία αυτά πρέπει να περιγράφονται τουλάχιστον οι σχετικές δραστηριότητες και συναλλαγές και να αναφέρονται τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα, η προτεινόμενη μεθοδολογία, η επιθυμητή διάρκεια της προέγκρισης καθώς και τα εμπλεκόμενα κράτη.

3. Στη διάρκεια του προκαταρκτικού σταδίου, το ενδιαφερόμενο πρόσωπο και η αρμόδια υπηρεσία διεξάγουν συζητήσεις σχετικά με τα στοιχεία τεκμηρίωσης τα οποία θα πρέπει να περιλαμβάνει η επίσημη αίτηση.

Η αρμόδια υπηρεσία παρέχει ατύπως, στο μέτρο του δυνατού, σαφή ένδειξη για τις πιθανότητες να γίνει αποδεκτή η επακόλουθη επίσημη αίτηση του ενδιαφερόμενου προσώπου, επισημαίνει τα σημεία όπου ενδέχεται να προκύψουν αμφισβητήσεις και διατυπώνει προτάσεις για το περιεχόμενο της αίτησης αυτής.

4. Οι συζητήσεις που διεξάγονται στη διάρκεια του προκαταρκτικού σταδίου δεν έχουν δεσμευτικό χαρακτήρα για κανένα από τα μέρη. Τα στοιχεία που προσκομίζονται κατά την προκαταρκτική συνάντηση καλύπτονται από το φορολογικό απόρρητο.

Άρθρο 5
Υποβολή της Αίτησης Προέγκρισης

1. Η αίτηση προέγκρισης μεθοδολογίας ενδοομιλικής τιμολόγησης κατατίθεται στη Διεύθυνση Ελέγχων της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικών Ελέγχων και Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων με κοινοποίηση στη Διεύθυνση Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων του Υπουργείου Οικονομικών.

2. Σε περίπτωση που έχει λάβει χώρα η διαδικασία του προηγούμενου άρθρου, η αίτηση υποβάλλεται εντός τριάντα (30) ημερών από την προκαταρκτική διαβούλευση.

Άρθρο 6
Περιεχόμενο της Αίτησης Προέγκρισης

1. Η επίσημη αίτηση προέγκρισης μεθοδολογίας ενδοομιλικής τιμολόγησης οφείλει να περιλαμβάνει τουλάχιστον:

α. Τα στοιχεία του αιτούντος προσώπου (επωνυμία, διεύθυνση, ΑΦΜ, στοιχεία επικοινωνίας).

β. Τα στοιχεία όλων των συνδεδεμένων προσώπων, συμπεριλαμβανομένων όλων των μόνιμων εγκαταστάσεων, που εμπλέκονται στην αιτούμενη προέγκριση.

γ. Τη διάρθρωση του ομίλου, στην οποία εμφαίνονται όλα τα πρόσωπα που συμμετέχουν στις δραστηριότητες τις οποίες αφορά η αιτούμενη προέγκριση.

δ. Περιγραφή των ενδοομιλικών συναλλαγών για την τιμολόγηση των οποίων ζητείται η προέγκριση.

ε. Την προτεινόμενη μεθοδολογία για την τιμολόγηση των ως άνω συναλλαγών.

στ. Τις κρίσιμες παραδοχές στις οποίες βασίζεται η αίτηση προέγκρισης.

ζ. Λεπτομερή ανάλυση των λόγων για τους οποίους το αιτόν πρόσωπο θεωρεί ότι η προτεινόμενη μεθοδολογία ενδείκνυται για την εφαρμογή της αρχής των ίσων αποστάσεων κατά την τιμολόγηση των ως άνω συναλλαγών.

η. Το χρονικό διάστημα για το οποίο ζητείται η προ έγκριση.

θ. Εφόσον το επιθυμεί το αιτόν πρόσωπο, αίτημα συνεννόησης της αρμόδιας υπηρεσίας με τις αρμόδιες φορολογικές αρχές άλλων εμπλεκομένων κρατών με τα οποία υφίσταται Σύμβαση περί Αποφυγής Διπλής Φορολογίας Εισοδήματος. Σε τέτοια περίπτωση πρέπει να υποβληθούν παράλληλα αιτήσεις στις φορολογικές αρχές των λοιπών εμπλεκομένων κρατών, περιλαμβάνοντας τα ίδια στοιχεία.

2. Στην επίσημη αίτηση το πρόσωπο οφείλει να συμπεριλάβει όλα τα σχετικά στοιχεία που απαιτούνται, προκειμένου η αρμόδια υπηρεσία να αξιολογήσει την αίτηση και να διαμορφώσει άποψη σχετικά με τη μεθοδολογία που θα χρησιμοποιηθεί για τον υπολογισμό των τιμών με βάση την αρχή των ίσων αποστάσεων (Arm’s Length Principle).

3. Τα υποβαλλόμενα στοιχεία, τα οποία είναι αναμενόμενο να ποικίλλουν ανάλογα με τα δεδομένα της υπόθεσης, διαχωρίζονται σε δύο κατηγορίες:

α. Στοιχεία που αφορούν το παρελθόν (ιστορικά στοιχεία), τα οποία ενδεχομένως είναι ήδη διαθέσιμα υπό διάφορες μορφές.

β. Στοιχεία των οποίων η δημιουργία μπορεί να καταστεί αναγκαία, ειδικά για τη διαδικασία προέγκρισης.

4. Τα υποβαλλόμενα στοιχεία δύναται να περιλαμβάνουν ενδεικτικά τα εξής:

α. Ανάλυση των τάσεων στη βιομηχανία και την αγορά, οι οποίες αναμένεται να επηρεάσουν τις επιχειρηματικές δραστηριότητες, τυχόν μελέτες εμπορικής εκμετάλλευσης ή οικονομικές μελέτες για τις επιχειρηματικές δραστηριότητες, οι οποίες οδηγούν στα εν λόγω αναμενόμενα αποτελέσματα.

β. Συνοπτική περιγραφή της επιχειρηματικής στρατηγικής που προβλέπεται να εφαρμοστεί κατά την περίοδο που θα αφορά η προέγκριση, καθώς και της στρατηγικής σε προηγούμενες περιόδους, εφόσον είναι διαφορετική. Η περιγραφή αυτή δύναται να περιλαμβάνει προβολές που χρησιμοποιήθηκαν στα μελλοντικά επιχειρηματικά σχέδια, τους προϋπολογισμούς διαχείρισης, πληροφορίες σχετικά με τις αναμενόμενες επιχειρηματικές προοπτικές και τον ανταγωνισμό, καθώς και τη μελλοντική στρατηγική όσον αφορά την εμπορική προώθηση, την παραγωγή ή την έρευνα και ανάπτυξη.

γ. Ανάλυση των λειτουργιών των προσώπων που αφορά η αίτηση προέγκρισης. Πρέπει να περιγράφονται όλες οι δραστηριότητες οι σχετικές με τις συναλλαγές που καλύπτονται από την προέγκριση (έρευνα και ανάπτυξη, παραγωγή, διανομή, εμπορία, είδος της παρεχόμενης υπηρεσίας, κλπ.). Πρέπει επίσης να περιγράφονται και να αξιολογούνται οι κίνδυνοι τους οποίους θα αντιμετωπίζει κάθε οντότητα στο πλαίσιο των συναλλαγών που καλύπτονται από την προέγκριση. Συνήθεις κίνδυνοι θα μπορούσαν να είναι οι σχετικοί με τα προϊόντα, οι τεχνολογικοί κίνδυνοι, οι κίνδυνοι τεχνολογικής απαξίωσης, οι κίνδυνοι που αφορούν την αγορά, την πίστωση ή την συναλλαγματική ισοτιμία και οι κίνδυνοι νομικής φύσεως. Αναφορά πρέπει να γίνεται και στο ύψος και το είδος του κεφαλαίου κίνησης και τα υλικά ή άυλα στοιχεία ενεργητικού που θα χρησιμοποιηθούν στις συναλλαγές που αφορά η προέγκριση.

δ. Τους λόγους για τους οποίους το αιτόν πρόσωπο θεωρεί ότι η προέγκριση ενδείκνυται για τις συγκεκριμένες συναλλαγές.

ε. Λεπτομερή στοιχεία της προτεινόμενης μεθοδολογίας και στοιχεία που αποδεικνύουν ότι με τη μεθοδολογία αυτή θα τηρείται η αρχή των ίσων αποστάσεων (Arm’s Length Principle).

στ. Κατάλογο των προεγκρίσεων (Advance Pricing Agreements) που έχουν ήδη συναφθεί από οποιαδήποτε συνδεδεμένα πρόσωπα τα οποία αφορά η αίτηση προέγκρισης, είτε στην Ελλάδα είτε στην αλλοδαπή, και οι οποίες αφορούν τις ίδιες ή συναφείς συναλλαγές.

ζ. Λεπτομερή χρηματοοικονομικά στοιχεία των τριών (3) τελευταίων ετών για όλα τα πρόσωπα τα οποία αφορά η αίτηση προέγκρισης.

η. Κατάλογο συμβάσεων με συνοπτική περιγραφή αυτών οι οποίες έχουν συναφθεί μεταξύ συνδεδεμένων προσώπων και που έχουν επιπτώσεις στις συναλλαγές τις οποίες αφορά η αίτηση προέγκρισης.

Άρθρο 7
Κρίσιμες παραδοχές

1. Η αίτηση προέγκρισης πρέπει να αναφέρει τις παραδοχές στις οποίες βασίζεται η εφαρμογή της προτεινόμενης μεθοδολογίας για την τήρηση της αρχής των ίσων αποστάσεων. Ως κρίσιμες παραδοχές νοούνται τα λειτουργικά, νομικά η οικονομικά γνωρίσματα του αιτούντος, ενός συγκεκριμένου κλάδου ή δραστηριότητας ή γενικά οι οικονομικές συνθήκες, η ύπαρξη και διατήρηση
των οποίων αποτελεί προϋπόθεση για την εφαρμογή της προέγκρισης μεθοδολογίας ενδοομιλικής τιμολόγησης.

2. Οι κρίσιμες παραδοχές πρέπει να στηρίζονται, κατά το δυνατόν, σε επαληθεύσιμα, αξιόπιστα και ανεξάρτητα δεδομένα.

3. Οι κρίσιμες παραδοχές καθορίζονται ανάλογα με τις ιδιαίτερες συνθήκες του αιτούντος προσώπου, το εμπορικό περιβάλλον, το είδος και τις μεθόδους προσδιορισμού τιμών των ενδοομιλικών συναλλαγών του.

4. Οι κρίσιμες παραδοχές δεν πρέπει να είναι υπερβολικά στενά καθορισμένες, αλλά να βασίζονται σε ένα επαρκές εύρος δεδομένων, ώστε να μην καθιστούν δυσχερή τη συμμόρφωση του αιτούντος προσώπου στην προέγκριση μεθοδολογίας ενδοομιλικής τιμολόγησης.

Άρθρο 8
Αξιολόγηση της Αίτησης Προέγκρισης

1. Η Διεύθυνση Ελέγχων της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικών Ελέγχων και Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων με τη συνδρομή, όπου απαιτείται, της Διεύθυνσης Φορολογίας Εισοδήματος αξιολογεί την αίτηση προέγκρισης, ελέγχοντας τα προσκομισθέντα στοιχεία, τις κρίσιμες παραδοχές και τα αιτήματα του αιτούντος και διατυπώνει τις απόψεις της, όσον αφορά τους όρους
προέγκρισης.

2. Η Διεύθυνση Ελέγχων έχει το δικαίωμα να ζητήσει από το αιτόν πρόσωπο συμπληρωματικά στοιχεία καθώς και κάθε αναγκαία διευκρίνιση ή πληροφορία, τάσσοντας εύλογη προθεσμία για την προσκόμισή τους. Ομοίως, το αιτόν πρόσωπο έχει καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας τη δυνατότητα να υποβάλλει αυτοβούλως συμπληρωματικά στοιχεία.

3. Η Διεύθυνση Ελέγχων δύναται επίσης να ζητήσει μέσω της ορισμένης προς τούτο αρμόδιας υπηρεσίας, κάθε αναγκαία πληροφορία από αλλοδαπές αρχές με  Βάση τη διαδικασία ανταλλαγής πληροφοριών που προ βλέπεται από διεθνείς συμβάσεις.

4. Σε περίπτωση που η αίτηση προέγκρισης περιλαμβάνει αίτημα συνεννόησης με τις αρμόδιες φορολογικές αρχές άλλων εμπλεκομένων κρατών, η Διεύθυνση Ελέγχων διενεργεί διαβουλεύσεις με τις αρχές αυτές στο πλαίσιο της αίτησης προέγκρισης με βάση τη διαδικασία αμοιβαίου διακανονισμού της εκάστοτε εφαρμοστέας Σύμβασης για την Αποφυγή της Διπλής Φορολογίας. Η επίσημη ανταλλαγή από ψεων πραγματοποιείται υπό μορφή ανταλλαγής εγ γράφων διατύπωσης θέσεων μεταξύ αρμοδίων αρχών.

5. Στο στάδιο της αξιολόγησης μπορούν να πραγματοποιούνται ατύπως επαφές της Διεύθυνσης Ελέγχων με το αιτόν πρόσωπο, εφόσον τούτο κρίνεται αναγκαίο από αυτή.

Άρθρο 9
Έγγραφο Διατύπωσης Θέσεων

1. Όταν ολοκληρωθεί η αξιολόγηση της αίτησης, η Διεύθυνση Ελέγχων συντάσσει Έγγραφο Διατύπωσης Θέσεων, το οποίο αναφέρει συνοπτικά το πόρισμα και τις προτάσεις της.

2. Το Έγγραφο Διατύπωσης Θέσεων της προηγουμένης παραγράφου κοινοποιείται στο αιτόν πρόσωπο και, σε περίπτωση που πραγματοποιούνται διαβουλεύσεις με αλλοδαπές αρχές σύμφωνα με την παράγραφο 4 του προηγουμένου άρθρου, στις αρμόδιες φορολογικές αρχές των εμπλεκομένων κρατών.

3. Το Έγγραφο Διατύπωσης Θέσεων περιλαμβάνει σε συνοπτική μορφή:

α. Το πόρισμα της αρμόδιας υπηρεσίας συνοδευόμενο από συνοπτική αιτιολογία, η οποία πρέπει να αναφέρει την προτεινόμενη μεθοδολογία και το σκεπτικό της εν λόγω επιλογής.

β. Τους λόγους για τυχόν απόρριψη ή τροποποίηση της μεθόδου που επέλεξε αρχικά ο αιτών.

γ. Τα σημαντικότερα πραγματικά περιστατικά στα οποία βασίζεται το πόρισμα της υπηρεσίας. Εφόσον παρίσταται ανάγκη, ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει σε τυχόν πραγματικά περιστατικά που δεν αναφέρονταν στην αρχική αίτηση αλλά περιήλθαν σε γνώση της υπηρεσίας κατά τη διαδικασία αξιολόγησης.

δ. Στοιχεία σχετικά με τις κρίσιμες παραδοχές στις οποίες θα βασίζεται η ενδεχόμενη προέγκριση.

ε. Εκτίμηση σχετικά με τη διάρκεια της ενδεχόμενης προέγκρισης.

στ. Προτάσεις σχετικά με τον τρόπο παρακολούθησης της εφαρμογής της ενδεχόμενης προέγκρισης.

ζ. Σύντομη αναφορά στις εφαρμοστέες διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας και των διμερών συμβάσεων για την αποφυγή της διπλής φορολογίας.

Άρθρο 10
Ορισμός ημερομηνίας τελικής συνάντησης

1. Εντός δέκα (10) ημερών από την σύνταξη του εγγράφου διατύπωσης θέσεων του προηγουμένου άρθρου ορίζεται ημερομηνία συνάντησης με το αιτόν πρόσωπο.

2. Σε περίπτωση που απαιτείται συνεννόηση με αλλοδαπές φορολογικές αρχές, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 8 της παρούσης, η προθεσμία της προηγούμενης παραγράφου αρχίζει από την ολοκλήρωση της διαδικασίας με όλα τα εμπλεκόμενα κράτη.

3. Το αιτόν πρόσωπο καλείται να παραστεί με ιδιαίτερη πρόσκληση, η οποία κοινοποιείται σε αυτό τουλάχιστον είκοσι (20) ημέρες πριν από την ημέρα της συνάντησης. Η πρόσκληση κοινοποιείται μαζί με το έγγραφο διατύπωσης θέσεων.

Άρθρο 11
Tελική συνάντηση

1. Κατά την παραπάνω συνάντηση συζητούνται οι απόψεις και οι προτάσεις του αιτούντος προσώπου και της αρμόδιας υπηρεσίας με σκοπό την επίτευξη συναίνεσης σχετικά με το περιεχόμενο της προέγκρισης.

2. Ο αιτών παρίσταται στη συνάντηση εκπροσωπούμενος από το νόμιμο εκπρόσωπό του ή από ειδικώς εξουσιοδοτημένο πρόσωπο. Για την απόδειξη της ειδικής εξουσιοδότησης απαιτείται πληρεξούσιο έγγραφο δημόσιο ή ιδιωτικό με θεώρηση του γνήσιου της υπογραφής από την κατά νόμο αρμόδια αρχή, το οποίο κατατίθεται στην Δ/νση Ελέγχων έως και την ημέρα της συνάντησης.

3. Εάν συμπέσουν οι απόψεις της αρμόδιας υπηρεσίας και του αιτούντος προσώπου συντάσσεται και υπογράφεται από τα μέρη που μετέχουν στη διαδικασία Πρακτικό Αποδοχής Προέγκρισης Μεθοδολογίας Ενδοομιλικής Τιμολόγησης.

4. Εάν δεν συμπέσουν οι απόψεις της αρμόδιας υπηρεσίας και του αιτούντος ή εάν δεν παραστεί το αιτόν πρόσωπο κατά τη συνάντηση που έχει ορισθεί για την εξέταση της αίτησής του, συντάσσεται Πρακτικό Απόρριψης της Προέγκρισης Μεθοδολογίας Ενδοομιλικής Τιμολόγησης.

Άρθρο 12
Απόφαση Προέγκρισης

1. Εντός είκοσι (20) ημερών από τη συνεδρίαση του προηγουμένου άρθρου και με βάση το Πρακτικό που συντάχθηκε κατά τη συνεδρίαση αυτή, η αρμόδια υπηρεσία εκδίδει την απόφαση επί της αίτησης προέγκρισης μεθοδολογίας ενδοομιλικής τιμολόγησης, η οποία κοινοποιείται στο αιτόν πρόσωπο μαζί με αντίγραφο του εν λόγω Πρακτικού.

2. Η απόφαση της προηγουμένης παραγράφου περιλαμβάνει τουλάχιστον τα εξής: α. Τα στοιχεία του αιτούντος προσώπου

β. Περιγραφή των ενδοομιλικών συναλλαγών τις οποί ες αφορά η απόφαση.

γ. Τα στοιχεία των συνδεδεμένων προσώπων με τα οποία πρόκειται να διενεργηθούν οι συναλλαγές τις οποίες αφορά η απόφαση.

ε. Την κρίση της αρμόδιας υπηρεσίας για την αποδοχή ή απόρριψη της αίτησης προέγκρισης μεθοδολογίας ενδοομιλικής τιμολόγησης

3. Αν η αίτηση γίνει δεκτή, η απόφαση προέγκρισης, πέραν των οριζομένων στην προηγούμενη παράγραφο, περιλαμβάνει τουλάχιστον και τα εξής:

α. Τη διάρκεια και την ημερομηνία έναρξης της ισχύος της.

β. Λεπτομερή στοιχεία σχετικά με την αποδεκτή μεθοδολογία για την τιμολόγηση των ενδοομιλικών συναλλαγών που αφορά.

γ. Τις κρίσιμες παραδοχές που πρέπει να ληφθούν υπόψη, προκειμένου να εφαρμοστεί καθώς και, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, ένα αποδεκτό περιθώριο απόκλισης σε σχέση με τις κρίσιμες παραδοχές.

δ. Τα στοιχεία τεκμηρίωσης που πρέπει να τηρηθούν καθ’ όλη τη διάρκεια ισχύος της προκειμένου να καταστεί δυνατή η παρακολούθηση της εφαρμογής της.

ε. Εφόσον κρίνεται αναγκαίο, ενδεχόμενα γεγονότα ή περιστάσεις που θα καταστήσουν αναγκαία την αναθεώρησή της.

στ. Εφόσον κρίνεται αναγκαίο, ενδεχόμενα γεγονότα ή περιστάσεις που θα οδηγήσουν σε πρόωρη ή ακόμα και αναδρομική λήξη της ισχύος της.

4. Η διάρκεια του σταδίου της αξιολόγησης και της έκδοσης της σχετικής απόφασης προέγκρισης δεν δύναται να υπερβεί τις εκατόν είκοσι (120) ημέρες από την υποβολή της αίτησης προέγκρισης μεθοδολογίας ενδοομιλικής τιμολόγησης. Σε περίπτωση συνεννόησης με αλλοδαπές αρχές δεν λαμβάνεται υπόψη ο ανωτέρω χρονικός περιορισμός.

5. Η διάρκεια ισχύος της απόφασης προέγκρισης δεν δύναται να υπερβαίνει τα τέσσερα (4) έτη.

6. Η χρονική ισχύς της απόφασης προέγκρισης δεν δύναται να ανατρέχει σε φορολογικό έτος που έχει παρέλθει κατά τη στιγμή της υποβολής της αίτησης προέγκρισης.

Άρθρο 13
Υποχρεώσεις του αιτούντος προσώπου ακολούθως της απόφασης προέγκρισης

Το αιτόν πρόσωπο υποχρεούται να καταρτίζει και να υποβάλλει ετήσια έκθεση συμμόρφωσης με τους όρους και τις προϋποθέσεις της απόφασης προέγκρισης για το οικείο φορολογικό έτος. Στην έκθεση αυτή, πρέπει να περιλαμβάνονται οι απαιτούμενες πληροφορίες ώστε να αποδεικνύεται ότι οι κρίσιμες παραδοχές έχουν ικανοποιηθεί και να αναφέρεται ρητά πιθανή απόκλιση.

Αν, σύμφωνα με την έκθεση οι κρίσιμες παραδοχές δεν έχουν ικανοποιηθεί, τότε ο φορολογούμενος θα πρέπει να υποβάλει προτάσεις για την πραγματοποίηση σχετικών προσαρμογών.

Τυχόν συμπληρωματικές ερωτήσεις που υποβάλλονται από τη Διεύθυνση Ελέγχων, στο πλαίσιο αυτό πρέπει να απαντηθούν από τον φορολογούμενο άμεσα. Η έκθεση πρέπει να υποβάλλεται στην Διεύθυνση Ελέγχων μέχρι το τέλος της νόμιμης προθεσμίας υποβολής φορολογικών δηλώσεων για το εν λόγω φορολογικό έτος.

Σε περίπτωση μη υποβολής της έκθεσης συμμόρφωσης η απόφαση προέγκρισης ακυρώνεται από το φορολογικό έτος το οποίο αφορά η εν λόγω έκθεση συμμόρφωσης.

Άρθρο 14
Αναθεώρηση της απόφασης Προέγκρισης κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερομένου προσώπου ή αυτεπάγγελτα από τον Γενικό Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων

Για την υποβολή, την αξιολόγηση και την έκδοση απόφασης επί της αίτησης αναθεώρησης του ενδιαφερομένου προσώπου ή αυτεπάγγελτα από τον Γενικό Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων στις περιπτώσεις που ορίζονται στην παρ. 5 του άρθρου 22 του ν.4174/2013, εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις των άρθρων 5 έως 12 της παρούσης.

Άρθρο 15
Ανάκληση ή ακύρωση της απόφασης Προέγκρισης

1. Για την ανάκληση ή ακύρωση της απόφασης προέγκρισης συντάσσεται Ειδική Έκθεση Απόψεων από την αρμόδια υπηρεσία η οποία κοινοποιείται στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο.

2. Για τη συζήτηση της ανάκλησης ή ακύρωσης της απόφασης προέγκρισης ορίζεται συνάντηση της αρμόδιας υπηρεσίας με το ενδιαφερόμενο πρόσωπο.

3. Το ενδιαφερόμενο πρόσωπο καλείται να παραστεί στη συνεδρίαση με ιδιαίτερη πρόσκληση, η οποία κοινοποιείται σε αυτό τουλάχιστον δέκα (10) ημέρες πριν από την ημέρα της συνάντησης.

4. Εντός τριάντα (30) ημερών από τη συνάντηση ο Γενικός Γραμματέας εκδίδει την απόφαση επί της ανάκλησης ή ακύρωσης, η οποία κοινοποιείται στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο.

5. Η απόφαση της προηγουμένης παραγράφου περιλαμβάνει σύντομη αιτιολογία και, προκειμένου για την ακύρωση, ορίζει το χρονικό σημείο από το οποίο επέρχονται τα αποτελέσματά της.

6. Σε περίπτωση ανάκλησης η απόφαση προέγκρισης θεωρείται ως μηδέποτε εκδοθείσα.

Άρθρο 16
Παράβολα
Για την κάλυψη των εξόδων λειτουργίας των αρμοδίων υπηρεσιών καταβάλλονται από το αιτόν πρόσωπο τα ακόλουθα παράβολα:

α. Κατά την υποβολή της Αίτησης Προκαταρτικής Διαβούλευσης παράβολο ύψους χιλίων (1.000) ευρώ.

β. Κατά την υποβολή της Αίτησης Προέγκρισης, Αναθεώρησης παράβολο ύψους πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ.

γ. Σε περίπτωση που υποβάλλεται αίτημα συνεννόησης με αλλοδαπές φορολογικές αρχές, παράβολο ύψους δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ για τη διαδικασία επαφών με κάθε ένα από τα εμπλεκόμενα κράτη.

Άρθρο 17
Έναρξη Ισχύος

Η παρούσα ισχύει για διασυνοριακές ενδοομιλικές συναλλαγές που πραγματοποιούνται σε φορολογικά έτη που αρχίζουν από την 1η Ιανουαρίου 2014 και μετά.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 31 Δεκεμβρίου 2013

Ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων
ΘΕΟΧΑΡΗΣ ΘΕΟΧΑΡΗΣ

Αριθμ. πρωτ.: Δ12 1198350 ΕΞ 30.12.2013 Διαδικασία επιστροφής φόρου εισοδήματος για τα νομικά πρόσωπα κερδοσκοπικού χαρακτήρα

Αριθμ. πρωτ.: Δ12 1198350 ΕΞ 30.12.2013
Διαδικασία επιστροφής φόρου εισοδήματος για τα νομικά πρόσωπα κερδοσκοπικού χαρακτήρα

Αθήνα, 30 Δεκεμβρίου 2013
Αρ. Πρωτ:  Δ12 1198350 ΕΞ2013
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
1.ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛ. ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ (Δ12)
ΤΜΗΜΑΤΑ: Α’ – Β’
2.ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΛΕΓΧΩΝ ΚΑΙ ΕΙΣΠΡΑΞΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ
ΤΜΗΜΑ Α’
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΛΕΓΧΩΝ
ΤΜΗΜΑ Α’
Δ/ΝΣΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΙΣΠΡΑΞΕΩΝ ΤΜΗΜΑΤΑ Α’-Δ’
3.Δ/ΝΣΗ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ (e – Εφαρμογές)
ΤΜΗΜΑΤΑ: Α’-Δ’

Ταχ.Δ/νση :Καρ. Σερβίας 10
Ταχ.Κωδ. : 101 84, Αθήνα
Τηλέφωνο :210 3375312, 210 3375792
ΦΑΞ: 210 3375001

ΘΕΜΑ: «Διαδικασία επιστροφής φόρου εισοδήματος για τα νομικά πρόσωπα κερδοσκοπικού χαρακτήρα».

ΑΠΟΦΑΣ

Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις των άρθρων 10 παράγραφοι 3 και 4, 64, 84, 107 και 109 παράγραφοι 4 και 5 του ν.2238/1994 (Α’ 151).

2. Τις διατάξεις των άρθρων 87 και 93 του ν.2362/1995 (Α’ 247).

3. Τις διατάξεις των άρθρων 18, 19, 36, 42 και 53 του ν.4174/2013 (Α’ 170) «Φορολογικές διαδικασίες και άλλες διατάξεις».

4. Τις διατάξεις του άρθρου 68 του ν.4172/2013 (Α’ 167).

5. Τις διατάξεις του άρθρου 80 του ν.3842/2010 (Α’ 58) «Αποκατάσταση φορολογικής δικαιοσύνης, αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και άλλες διατάξεις».

6. Τις διατάξεις του άρθρου 3 του ν.2120/1993 (Α’ 24) «Ρύθμιση σχέσεων κράτους και φορολογουμένων» και του άρθρου 35 του ν.2214/1994 (Α’ 75) «Αντικειμενικό σύστημα φορολογίας εισοδήματος και άλλες διατάξεις».

7. Τις διατάξεις της αριθ. Δ6Α 1151554 ΕΞ2013/3.10.2013 Απόφασης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων σχετικά με τη σύσταση, συγκρότηση και ορισμό μελών Ομάδας Εργασίας για την αξιολόγηση των κριτηρίων – κανόνων επιλογής υποθέσεων για έλεγχο, αναφορικά με την επιστροφή φόρου εισοδήματος, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 42 του ν.4174/2013.

8. Τις διατάξεις του άρθρου 12 του ν.4174/2013, όπως ισχύει.

9. Τις διατάξεις του άρθρου 83 του ν.δ.356/1974 (ΚΕΔΕ), όπως ισχύει.

10. Τις διατάξεις του Π.Δ.16/1989.

11. Την ανάγκη εκσυγχρονισμού της διαδικασίας επιστροφής φόρων από το Δημόσιο, με την καθιέρωση αντικειμενικών κριτηρίων για την έγκαιρη υλοποίησή τους.

12. Τις διατάξεις της αριθ. Δ6Α 1015213 ΕΞ 2013/28.1.2013 (ΦΕΚ Β’ 130 και 372) Απόφασης του Υπουργού και του Υφυπουργού Οικονομικών περί «Μεταβίβασης αρμοδιοτήτων στον Γενικό Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών», όπως αυτή συμπληρώθηκε με τις διατάξεις της αριθ. Δ6Α 1196756 ΕΞ 2013/23.12.2013 (ΦΕΚ Β’ 3317) Απόφασης του Υπουργού και του Υφυπουργού Οικονομικών.

13. Ότι με την παρούσα απόφαση δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού.

ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΜΕ

Τις διαδικασίες για την επιστροφή φόρου εισοδήματος από τη φορολογική αρχή

ΑΡΘΡΟ 1

Η επιστροφή φόρου εισοδήματος που προκύπτει από την αρχική ή τροποποιητική δήλωση φόρου εισοδήματος του νομικού προσώπου, επιστρέφεται από το Δημόσιο, με την κάτωθι διαδικασία:

1. Η υλοποίηση της επιστροφής ενεργείται με κριτήριο το χρόνο υποβολής της δήλωσης φόρου εισοδήματος.

2. Η Δ/νση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης (e-Εφαρμογές), μέχρι το τέλος κάθε διμήνου, αρχής γενομένης από 28/2 εκάστου έτους, πραγματοποιεί ηλεκτρονική επεξεργασία διαθέσιμων στοιχείων, επί των εκκρεμών επιστροφών, σχετικά με τη συμμόρφωση των υποκείμενων στο φόρο και τη συμφωνία των αιτούμενων προς επιστροφή ποσών με τα δεδομένα των υποβαλλόμενων δηλώσεων, χρησιμοποιώντας μέθοδο ανάλυσης κινδύνου.

Η ανάλυση κινδύνου θα γίνεται βάσει κριτηρίων που καθορίστηκαν με το με αρ. πρωτ. 12775/18.12.2013 πόρισμα της ομάδας εργασίας, που συγκροτήθηκε με την με αρ. πρωτ. Δ6Α 1151554 ΕΞ 2013/3.10.2013 Απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων σχετικά με τη «Σύσταση, συγκρότηση και ορισμό μελών Ομάδας Εργασίας για την αξιολόγηση των κριτηρίων – κανόνων επιλογής υποθέσεων για έλεγχο, αναφορικά με την επιστροφή φόρου εισοδήματος, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 42 του ν.4174/2013 (ΦΕΚΑ’ 170)».

3. Από την ανάλυση κινδύνου θα προκύψουν τα αποτελέσματα, σύμφωνα με τα οποία ένα πλήθος επιστροφών φόρου θα δοθεί κατόπιν διενέργειας ελέγχου και ένα πλήθος επιστροφών φόρου θα δοθεί άμεσα χωρίς την διενέργεια ελέγχου.

4. Στη συνέχεια, θα δημιουργηθούν δύο αρχεία τα οποία θα αποσταλούν στις Δ.Ο.Υ. Το πρώτο αρχείο θα περιλαμβάνει τις επιστροφές που διεκπεραιώνονται χωρίς έλεγχο και το δεύτερο αρχείο θα περιλαμβάνει τις επιστροφές για τις οποίες απαιτείται έλεγχος.

5. Το πρώτο αρχείο θα αποστέλλεται στην Δ.Ο.Υ. που είναι αρμόδια για την παραλαβή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος.
Το δεύτερο αρχείο θα αποστέλλεται στη Δ.Ο.Υ. που είναι αρμόδια για τον έλεγχο της δήλωσης φορολογίας.

6. Επισημαίνεται ότι πριν από οποιαδήποτε ενέργεια επιβάλλεται, ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. (αρμόδιος για την παραλαβή της δήλωσης ή για τον έλεγχο αυτής), να προβεί σε έρευνα για να διαπιστώσει μήπως έχει ήδη εκδοθεί Α.Φ.Ε.Κ. μέσω του υποσυστήματος των Εσόδων ή έχει εκδοθεί χειρόγραφο Α.Φ.Ε.Κ. με αποτέλεσμα να εμφανίζονται οι επιστροφές ως εκκρεμείς. Οα πρέπει π.χ να ερευνάται στην τυχόν επιστροφή των ποσών εάν συμπεριλαμβάνεται και προκαταβολή προηγούμενου έτους (κωδικός εντύπου δήλωσης 008) και το νομικό πρόσωπο είχε πραγματοποιήσει αλλαγή έδρας και αρμόδιας Δ.Ο.Υ ή εάν κατόπιν μερικού ή πλήρους ελέγχου έχει εκδοθεί φύλλο ελέγχου.

Η σημαντικότητα αυτής της έρευνας συνίσταται στην αποφυγή της διπλής έκδοσης Α.Φ.Ε.Κ, με συνέπεια την διπλή εκταμίευση του επιστρεφόμενου ποσού.

7. Αφού ο Προϊστάμενος διενεργήσει την έρευνα σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 6 της παρούσας, στην περίπτωση επιστροφών που περιλαμβάνονται στο πρώτο αρχείο, εφόσον κρίνει ότι πρέπει να πραγματοποιηθεί έλεγχος πριν την επιστροφή, λόγω παραβατικής συμπεριφοράς, αιτείται την διενέργεια ελέγχου (ανάλογα με τη βαρύτητα της παραβατικής συμπεριφοράς), με πλήρη, σαφή και τεκμηριωμένη αιτιολογία.

Ειδικά μόλις λάβει το πρώτο αρχείο (επιστροφές χωρίς έλεγχο) θα διενεργεί έρευνα για όλους τους συμπεριλαμβανομένους Α.Φ.Μ. για τυχόν ύπαρξη πληροφοριών, θα τις αξιολογεί και θα στέλνει στην κεντρική υπηρεσία εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών με e-mail ένα αρχείο . xls στη Διεύθυνση Επιχειρησιακού Σχεδιασμού (στην ηλεκτρονική διεύθυνση des. a1@mofadm.gr) με κοινοποίηση στη Γενική Δ/νση Φορολογικών Ελέγχων και Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (στην ηλεκτρονική διεύθυνση gdfeleghon@mofadm.gr) με όλους τους Α.Φ.Μ. που ζητάει έγκριση ελέγχου.

Η αίτηση θα υποβάλλεται από τη Δ.Ο.Υ. παραλαβής της δήλωσης και σε περίπτωση που το αίτημα εγκριθεί, ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. με ευθύνη του θα ενημερώσει τον Προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. Ελέγχου.

Σε κάθε περίπτωση αξιολογούνται οι διαθέσιμες πληροφορίες που έχουν φτάσει στη Δ.Ο.Υ. και δεν αναζητούνται π.χ. δελτία πληροφοριών ή εκθέσεις που δεν είναι σε γνώση της Υπηρεσίας κατά το χρόνο αξιολόγησης των αιτήσεων.

Το αρχείο αυτό θα έχει την παρακάτω μορφή:
 
Α/Α     ΑΦΜ     ΕΠΩΝΥΜΙΑ     ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΑ Η ΔΗΛΩΣΗ     ΕΙΔΟΣ  ΕΛΕΓΧΟΥ     ΤΕΚΜΗΡΙΩΤΙΚΟ  ΕΓΓΡΑΦΟ     ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ
1     0     ΧΧΧΧΧΧΧΧ     dd/mm/yyyy  dd/mm/yyyy     Μερικός ή πλήρης     Αρ. Πρωτ. & Υπηρεσία     Περιγραφή της αιτίας του ελέγχου*
2     111111111      ……….       ……….       ……….       ……….       ……….

* Από την περιγραφή θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να προκύπτει η σοβαρότητα της υπόθεσης και η ανάγκη διενέργειας ελέγχου.

Το εν λόγω αρχείο θα επιστρέφεται από την αρμόδια υπηρεσία της Γ.Γ.Δ.Ε. στις Δ.Ο.Υ. με ένδειξη έγκρισης ή απόρριψης της κάθε υπόθεσης εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών.

Περαιτέρω, θα εκδίδονται εντολές ελέγχου για τις εγκεκριμένες υποθέσεις και θα διενεργείται ο έλεγχος. Οι εντολές θα εκδίδονται μέσω του Ο.Π.Σ.-ELENXIS.

8. Οι Προϊστάμενοι των Δ.Ο.Υ. υποχρεούνται:

α) Να πραγματοποιήσουν την επιστροφή συμπεριλαμβανομένης και της εκταμίευσης/ συμψηφισμού για όσες υποθέσεις δεν απαιτείται έλεγχος, εντός τριάντα (30) ημερών από την παραλαβή του αρχείου και στη συνέχεια να ενημερώσουν τη Δ/νση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, απολογιστικά.

β) Να διενεργήσουν μερικό έλεγχο (εφόσον απαιτείται) και να πραγματοποιήσουν την διαδικασία επιστροφής ή συμψηφισμού ως εξής:

β1) Για δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος που έχουν υποβληθεί μέχρι 31/12/2013, η διαδικασία ολοκληρώνεται εντός εξήντα (60) ημερών συμπεριλαμβανομένης και της εκταμίευσης/ συμψηφισμού από την ημερομηνία έκδοσης της εντολής ελέγχου.

β2) Για δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος που θα υποβληθούν από 01/01/2014, εντός εξήντα (60) ημερών συμπεριλαμβανομένης και της εκταμίευσης/ συμψηφισμού από την ημερομηνία υποβολής της δήλωσης.

γ) Στην περίπτωση που από τον ανωτέρω έλεγχο κριθεί απαραίτητο να διενεργηθεί πλήρης έλεγχος, αυτός ολοκληρώνεται, εκταμιεύεται/συμψηφίζεται εντός τεσσάρων (4) μηνών από την ημερομηνία έκδοσης της εντολής ελέγχου (αφορά και τις υποπεριπτώσεις β1 και β2).

9. Σε κάθε περίπτωση, μετά τη λήξη του φορολογικού έτους, από τους δικαιούχους που έτυχαν επιστροφής χωρίς έλεγχο, επιλέγεται δείγμα, για τη διενέργεια ελέγχου.

ΑΡΘΡΟ 2
Διαδικασία καταβολής του επιστρεφόμενου ποσού

1. Οι αρμόδιες Δ.Ο.Υ. μετά την παραλαβή ή έκδοση του Ατομικού Φύλλου Έκπτωσης προβαίνουν άμεσα, στις ενέργειες που προβλέπονται στο Π.Δ. 16/1989. Το επιστρεφόμενο ποσό που προκύπτει από την εκκαθάριση, συμψηφίζεται οίκοθεν με χρέη του δικαιούχου προς το δημόσιο, διαφορετικά αποστέλλεται σχετική ειδοποίηση σ’ αυτόν εντός δέκα (10) ημερών από την εκκαθάριση του Α.Φ.ΕΚ. προκειμένου να προσέλθει στη Δ.Ο.Υ. για την είσπραξη του ποσού προσκομίζοντας τα οριζόμενα στην Α.Υ.Ο. ΠΟΛ.1140/8.12.2006, όπως ισχύει, δικαιολογητικά πληρωμής. Η αποπληρωμή στους δικαιούχους των προς επιστροφή ποσών πραγματοποιείται άμεσα από τη Δ.Ο.Υ. μετά την προσκόμιση των προαναφερόμενων δικαιολογητικών. Εναλλακτικά σε περίπτωση που ο δικαιούχος έχει γνωστοποιήσει στη Δ.Ο.Υ. τον αριθμό τραπεζικού λογαριασμού στον οποίο επιθυμεί να μεταφερθεί το προς επιστροφή ποσό, τότε αυτό πιστώνεται στο λογαριασμό του, εντός πέντε (5) ημερών από την ημερομηνία προσκόμισης των εν λόγω δικαιολογητικών.

2. Προκειμένου για ΑΦΕΚ επιστροφής άνω των 300.000 ευρώ, για την πληρωμή των οποίων απαιτείται έγκριση από τον Υπουργό Οικονομικών (ή το εκάστοτε εξουσιοδοτούμενο από αυτόν όργανο), σύμφωνα με το άρθρο 32 του ν. 3220/2004, η αποπληρωμή στους δικαιούχους των προς επιστροφή ποσών πραγματοποιείται εντός το πολύ δύο (2) μηνών από την ημερομηνία εκκαθάρισης του ΑΦΕΚ. Αναλυτικότερα η Δ.Ο.Υ. εντός πέντε (5) ημερών από την ημερομηνία εκκαθάρισης του ΑΦΕΚ διαβιβάζει το σχετικό φάκελο για έγκριση στην Διεύθυνση Πολιτικής Εισπράξεων η οποία τον αξιολογεί και τον προωθεί στον Υπουργό Οικονομικών για έγκριση. Μετά την επιστροφή του υπογεγραμμένου σχετικού φακέλου η Διεύθυνση Πολιτικής Εισπράξεων τον αποστέλλει στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. εντός πέντε (5) ημερών για να πραγματοποιηθεί η πληρωμή στον δικαιούχο. Η αρμόδια Δ.Ο.Υ. οφείλει εντός πέντε (5) ημερών από τη λήψη του φακέλου να αποστείλει σχετική ειδοποίηση στον δικαιούχο προκειμένου να προσέλθει στη Δ.Ο.Υ. για την είσπραξη του ποσού, προσκομίζοντας τα οριζόμενα στην Α.Υ.Ο. ΠΟΛ.1140/8.12.2006 δικαιολογητικά πληρωμής και τον αριθμό τραπεζικού λογαριασμού στον οποίο επιθυμεί να μεταφερθεί το προς επιστροφή ποσό. Το ποσό πιστώνεται στο λογαριασμό του εντός πέντε (5) ημερών από την ημερομηνία προσκόμισης των εν λόγω δικαιολογητικών.

3. Η εξόφληση των εκκρεμών επιστροφών, εν γένει, γίνεται κατά σειρά απόλυτης χρονικής προτεραιότητας με βάση την ημερομηνία εκκαθάρισης του ΑΦΕΚ, με όσα έχουν εκκαθαριστεί παλαιότερα να προηγούνται.

4. Με την άπρακτη παρέλευση του παραπάνω οριζόμενου μέγιστου χρόνου εκταμίευσης, ο τίτλος επιστροφής (ΑΦΕΚ) χαρακτηρίζεται ληξιπρόθεσμος. Τυχόν ανείσπρακτες επιστροφές με υπαιτιότητα του δικαιούχου δεν χαρακτηρίζονται ληξιπρόθεσμες, ούτε οι επιστροφές που έχουν τεθεί σε αναστολή με βάση το άρθρο 35 του ν. 2214/1994.

ΑΡΘΡΟ 3
Διεκπεραίωση εκκρεμών επιστροφών

Τα ποσά των ήδη διαμορφωμένων εκκρεμών επιστροφών, που θα έχουν σωρευτεί μέχρι την πλήρη εφαρμογή της παρούσας διαδικασίας, θα εκταμιευτούν, με βάση τους δημοσιονομικούς περιορισμούς, με χρονοδιάγραμμα που θα καθοριστεί στα πλαίσια του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος Δημοσιονομικής Στρατηγικής για τα έτη 2012-2016.

Ακριβές Αντίγραφο
Η Προϊσταμένη της Γραμματείας

Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΘΕΟΧΑΡΗΣ ΘΕΟΧΑΡΗΣ