Ειδικό καθεστώς ΦΠΑ αγροτών

ΠΟΛ.1201/2016
Κοινοποίηση των διατάξεων του άρθρου 47 του ν.4410 /2016 σχετικά με το ειδικό καθεστώς ΦΠΑ αγροτών του άρθρου 41 του Κώδικα ΦΠΑ, και παροχή σχετικών διευκρινίσεων
Αθήνα, 28/12/2016

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Δ/ΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΕΜΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Α’ – Φ.Π.Α.

Ταχ. Δ/νση :Σίνα 2 – 4
Ταχ. Κώδικας :106 72 ΑΘΗΝΑ
Πληροφορίες:Φ. Αθανασάκη,
Τ. Σφελινιώτη
Τηλέφωνο:210 – 3645832, 3627717
Fax:210 – 3645413
e-mail:dfpa.b1@1992.syzefxis.gov.gr

ΠΟΛ 1201/2016

Θέμα: Κοινοποίηση των διατάξεων του άρθρου 47 του ν.4410 /2016 σχετικά με το ειδικό καθεστώς ΦΠΑ αγροτών του άρθρου 41 του Κώδικα ΦΠΑ, και παροχή σχετικών διευκρινίσεων.

Κοινοποιούνται οι διατάξεις του άρθρου 47 του ν.4410/2016 (ΦΕΚ Α’ 141/03.08.2016), οι οποίες ισχύουν από 1.1.2017 με τις οποίες, αντικαθίσταται το άρθρο 41 του Κώδικα ΦΠΑ (ν. 2859/2000), με σκοπό τη βελτίωση και απλοποίηση του ειδικού καθεστώτος ΦΠΑ αγροτών και την πλήρη εναρμόνισή του με το κοινοτικό δίκαιο και παρέχονται οι ακόλουθες οδηγίες για την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή του:

Με τις νέες διατάξεις το ειδικό καθεστώς αγροτών καθίσταται πιο αποτελεσματικό και δίκαιο, δεδομένου ότι σε αυτό εντάσσονται οι σχετικά μικροί αγρότες οι οποίοι ασκούν αποκλειστικά αγροτική εκμετάλλευση και δυσκολεύονται να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις του κανονικού καθεστώτος ΦΠΑ.

Εν συντομία, οι βασικές αλλαγές που επέρχονται στο ειδικό καθεστώς των αγροτών είναι οι ακόλουθες:
· Ως προς τον προσδιορισμό των ορίων που αποτελούν τα κριτήρια για την παραμονή στο ειδικό καθεστώς ή τη μετάταξη στο κανονικό καθεστώς, με σαφήνεια ορίζεται ότι στις 15.000 ευρώ περιλαμβάνεται η αξία όλων των παραδόσεων αγροτικών προϊόντων ιδίας παραγωγής και των παροχών αγροτικών υπηρεσιών προς κάθε πρόσωπο, που πραγματοποιήθηκαν στο προηγούμενο φορολογικό έτος, και στις 5.000 ευρώ περιλαμβάνεται κάθε είδους επιδότηση που έλαβαν οι αγρότες.
· Προβλέπεται η υποχρέωση έκδοσης ειδικού στοιχείου από τους αγρότες του ειδικού καθεστώτος για παραδόσεις των προϊόντων τους ή παροχές αγροτικών υπηρεσιών προς άλλους αγρότες του ειδικού καθεστώτος ή προς πρόσωπα μη υποκείμενα στο φόρο και η υποχρεωτική εγγραφή των εν λόγω αγροτών στο ειδικό καθεστώς, ακόμη και στην περίπτωση που αποκλειστικά πραγματοποιούν αυτές τις πράξεις.
· Ορίζεται η υποχρεωτική υπαγωγή της αγροτικής εκμετάλλευσης στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ στις περιπτώσεις που οι αγρότες παράλληλα ασκούν και άλλη δραστηριότητα για την οποία υποχρεούνται σε τήρηση βιβλίων και έκδοση στοιχείων, περιλαμβανομένων των περιπτώσεων που πωλούν τα προϊόντα τους στις λαϊκές αγορές ή από δικό τους κατάστημα ή τα εξάγουν ή τα παραδίδουν ενδοκοινοτικά ή διαχειρίζονται ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ή λειτουργούν αγροτοτουριστικές μονάδες.
· Επακόλουθα, καταργείται η επιστροφή ΦΠΑ με τον κατ’ αποκοπή συντελεστή 3% στους αγρότες του ειδικού καθεστώτος που δικαιούνταν της επιστροφής αυτής.
· Σε περίπτωση προαιρετικής μετάταξης από το ειδικό καθεστώς αγροτών στο κανονικό καθεστώς, η υποχρεωτική παραμονή σε αυτό είναι πλέον τριετής αντί πενταετής.
Αναλυτικότερα, σε σχέση με τις κυριότερες τροποποιήσεις, διευκρινίζονται τα εξής:
1. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 41 του Κώδικα ΦΠΑ προβλέπονται τα κριτήρια για την ένταξη των αγροτών στο ειδικό καθεστώς ΦΠΑ. Συγκεκριμένα, στο ειδικό καθεστώς εντάσσονται οι αγρότες οι οποίοι κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος πραγματοποίησαν προς οποιοδήποτε πρόσωπο παραδόσεις αγροτικών προϊόντων παραγωγής τους και παροχές αγροτικών υπηρεσιών αξίας κατώτερης των δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ και έλαβαν επιδοτήσεις συνολικής αξίας κατώτερης των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ
Τα προαναφερόμενα κριτήρια λαμβάνονται σωρευτικά, δηλαδή θα πρέπει να συντρέχουν και τα δύο προκειμένου τα εν λόγω πρόσωπα να εντάσσονται στο ειδικό καθεστώς. Σε περίπτωση που δεν πληρούται είτε το ένα είτε το άλλο κριτήριο, οι αγρότες εντάσσονται στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ και παράλληλα έχουν όλες τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τα ΕΛΠ ως προς την τήρηση λογιστικών βιβλίων και την έκδοση στοιχείων.
Με τις νέες διατάξεις στον προσδιορισμό του ορίου των 15.000 ευρώ περιλαμβάνεται το συνολικό ποσό, που προέρχεται από την παράδοση αγροτικών προϊόντων των αγροτών από δική τους αγροτική εκμετάλλευση ή παροχή αγροτικών υπηρεσιών στο πλαίσιο της αγροτικής τους εκμετάλλευσης, όχι μόνο προς άλλους υποκείμενους στο φόρο και προς απαλλασσόμενα πρόσωπα (νοσοκομεία, κλινικές κλπ) αλλά και σε άλλους αγρότες του ειδικού καθεστώτος και σε πρόσωπα μη υποκείμενα στο φόρο (ιδιώτες, ΝΠΔΔ, δημόσιο, δήμοι κλπ), όπως το ποσό αυτό προκύπτει από τα τιμολόγια αγοράς που εκδίδουν στον πωλητή αγρότη οι υποκείμενοι στο φόρο αγοραστές των αγροτικών προϊόντων, καθώς και από τα ειδικά στοιχεία που εκδίδει ο αγρότης του ειδικού καθεστώτος.
Ειδικότερα, όμως, για το έτος 2016, δεδομένου ότι δεν υπήρχε υποχρέωση, για τον αγρότη του ειδικού καθεστώτος, έκδοσης «ειδικού στοιχείου» για τις παραδόσεις των προϊόντων του και τις παροχές των υπηρεσιών του, για τον προσδιορισμό του ορίου των 15.000 ευρώ λαμβάνεται υπόψη οποιοδήποτε πρόσφορο μέσο (π.χ. απόδειξη είσπραξης, δεδομένα Ε3 της δήλωσης φόρου εισοδήματος) που αποδεικνύει την αξία των ανωτέρω πράξεων.
Στον προσδιορισμό του ορίου των 5.000 ευρώ από επιδοτήσεις, από 01.01.2017 και εφεξής, λαμβάνεται υπόψη το συνολικό ποσό επιδοτήσεων ή ενισχύσεων κάθε μορφής που πράγματι καταβλήθηκε στον αγρότη εντός του προηγούμενου φορολογικού έτους, έστω και αν στο ποσό αυτό περιέχονται και ποσά επιδοτήσεων ή ενισχύσεων που αφορούν άλλα φορολογικά έτη (χρήσεις).
Διευκρινίζεται ότι στο ποσό των επιδοτήσεων, περιλαμβάνεται οποιοδήποτε ποσό επιδότησης ή ενίσχυσης καταβλήθηκε στον αγρότη, όπως πράσινη ενίσχυση, βασική ενίσχυση, ενίσχυση για γεωργούς νεαρής ηλικίας, συνδεδεμένες ενισχύσεις, εξισωτική, ειδική ενίσχυση για το βαμβάκι κ.λ.π. Δεν θεωρούνται επιδοτήσεις ή ενισχύσεις και δεν λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό του ορίου των 5.000 ευρώ, οι κάθε είδους ενισχύσεις από το κράτος για την πραγματοποίηση επενδύσεων, καθώς και οι αποζημιώσεις που καταβάλλονται από τον ΕΛΓΑ.
Συνεπώς, για να κριθεί το καθεστώς ενός αγρότη την 1.1.2017, λαμβάνεται υπόψη το ποσό των επιδοτήσεων που πράγματι έλαβε ο αγρότης εντός του 2016, ακόμη κι αν πρόκειται για ποσά που ανάγονται σε παλαιότερα έτη (π.χ. 2014, 2015 κλπ).
Επισημαίνεται ότι για προηγούμενα του 2016 φορολογικά έτη, δεδομένου ότι οι αγρότες πράγματι δεν γνώριζαν το ακριβές ποσό που δικαιούνταν να λάβουν για κάθε έτος, γίνεται δεκτό, για λόγους χρηστής διοίκησης, τα ποσά των επιδοτήσεων που καταβλήθηκαν αναδρομικά στους αγρότες να λαμβάνονται υπόψη, για τον προσδιορισμό του ύψους του ετήσιου ποσού επιδοτήσεων, είτε στο φορολογικό έτος στο οποίο αφορούν οι επιδοτήσεις αυτές, είτε στο φορολογικό έτος που πράγματι εισπράχθηκαν από τον αγρότη κατά ανάλογη εφαρμογή των ανωτέρω.
Παραδείγματα
1. Αγρότης του ειδικού καθεστώτος στη Μυρτέα Λακωνίας, πραγματοποίησε το φορολογικό έτος 2017 χονδρικές πωλήσεις αξίας 14.500 ευρώ και παράλληλα πραγματοποίησε λιανικές πωλήσεις(π.χ. από τις παραδόσεις 20 τενεκέδων λαδιού που τους πούλησε πόρτα -πόρτα με έκδοση ειδικού στοιχείου ) αξίας 600 ευρώ και έλαβε επιδοτήσεις 3.000 ευρώ. Από την 1.1.2018 θα ενταχθεί στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ, δεδομένου ότι οι πωλήσεις των αγροτικών προϊόντων του υπερβαίνουν τις 15.000 ευρώ.
2. Αγρότης του ειδικού καθεστώτος πραγματοποίησε το φορολογικό έτος 2016 χονδρικές πωλήσεις αξίας 7.000 ευρώ και παράλληλα πραγματοποίησε λιανικές πωλήσεις από την πώληση οπωροκηπευτικών σε ιδιώτες (με απόδειξη είσπραξης) αξίας 3.000 ευρώ και έλαβε αναδρομικά το έτος 2016 δικαιώματα ενιαίας ενίσχυσης 3.000 ευρώ που αφορούσαν το έτος 2015 και παράλληλα έλαβε δικαιώματα βασικής ενίσχυσης 4.000 ευρώ για το έτος 2016. Ο εν λόγω αγρότης από την 1.1.2017 θα ενταχθεί στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ.
3. Αγρότης του ειδικού καθεστώτος πραγματοποίησε το φορολογικό έτος 2016 χονδρικές πωλήσεις αξίας 7.000 ευρώ και παροχές αγροτικών του υπηρεσιών (με λήψη εργόσημου) αξίας 3.000 ευρώ και έλαβε επιδοτήσεις 4.000 ευρώ. Ο εν λόγω αγρότης παραμένει στο ειδικό καθεστώς αγροτών από 1.1.2017.
2. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 41 του Κώδικα ΦΠΑ, προβλέπεται για πρώτη φορά η υποχρέωση έκδοσης ειδικού στοιχείου για τις παραδόσεις αγροτικών προϊόντων παραγωγής τους και για παροχές αγροτικών υπηρεσιών που πραγματοποιούν οι αγρότες του ειδικού καθεστώτος σε άλλους αγρότες του ειδικού καθεστώτος και σε πρόσωπα μη υποκείμενα στο φόρο, προκειμένου η αξία των εν λόγω πωλήσεων και παροχών να συμπεριλαμβάνεται στο όριο των 15.000 ευρώ. Το ποσό αυτό αποτελεί κριτήριο για την παραμονή στο ειδικό καθεστώς ή την υποχρεωτική ένταξη στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ.
Διευκρινίζεται ότι το ειδικό αυτό στοιχείο εκδίδεται αθεώρητο και δεν επιβάλλεται ΦΠΑ επί της αναγραφόμενης αξίας αυτού. Ο αγρότης δεν δικαιούται επιστροφής με την εφαρμογή του κατ’ αποκοπή συντελεστή 6% επί της αξίας αυτής.
Επισημαίνεται ότι οι αγρότες που διενεργούν τις ανωτέρω πράξεις (πωλήσεις σε μη υποκειμένους και αγρότες του ειδικού καθεστώτος) και υποχρεούνται στην έκδοση του ειδικού αυτού στοιχείου, εγγράφονται υποχρεωτικά στο ειδικό καθεστώς αγροτών (άρθρο 41, παραγρ. 12, τελευταίο εδάφιο) .
Συνεπώς το ειδικό καθεστώς αγροτών διευρύνεται και περιλαμβάνει, πέραν των χονδρικών πωλήσεων, οποιαδήποτε παράδοση αγροτικών προϊόντων παραγωγής τους και παροχή αγροτικών υπηρεσιών που πραγματοποίησαν οι αγρότες κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος προς οποιοδήποτε πρόσωπο.
Παράδειγμα:
Αγρότης του ειδικού καθεστώτος ο οποίος το φορολογικό έτος 2017 παραδίδει το λάδι του σε τενεκέδες λιανικώς και παράλληλα στην άκρη του χωραφιού του παραδίδει προϊόντα παραγωγής του λιανικώς έχει υποχρέωση να εγγραφεί στο ειδικό καθεστώς αγροτών και να εκδίδει το ειδικό στοιχείο για τις πωλήσεις αυτές.
3. Στην παράγραφο 5 του άρθρου 41 του Κώδικα ΦΠΑ προβλέπονται οι περιορισμοί υπαγωγής στο ειδικό καθεστώς αγροτών και η υποχρεωτική ένταξη των αγροτών στο κανονικό καθεστώς, πλέον όχι μόνο λόγω του ότι η αγροτική δραστηριότητά τους δεν εμπίπτει στην έννοια της αγροτικής εκμετάλλευσης κατά το άρθρο 42 του Κώδικα ΦΠΑ, οπότε και εφαρμόζονται οι γενικοί κανόνες του ΦΠΑ, όπως εξάλλου ανέκαθεν ίσχυε (παρ. 5, περ. α’ και β’ ), αλλά για πρώτη φορά και λόγω άσκησης από μέρους των αγροτών άλλης δραστηριότητας για την οποία τηρούνται λογιστικά βιβλία, μεταξύ των οποίων και η διαχείριση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και αγροτοτουριστικών μονάδων (παρ. 5, περ. γ’), καθώς και λόγω πραγματοποίησης παραδόσεων των αγροτικών τους προϊόντων στις λαϊκές αγορές ή από δικό τους κατάστημα ή εξαγωγών ή ενδοκοινοτικών παραδόσεων (παρ. 5, περ δ’).
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την περίπτωση γ’ της ανωτέρω παραγράφου, οι αγρότες οι οποίοι, παράλληλα με την αγροτική εκμετάλλευση, ασκούν και άλλη δραστηριότητα για την οποία υποχρεούνται στην τήρηση λογιστικών βιβλίων (απλογραφικά ή διπλογραφικά), μεταξύ των οποίων και η διαχείριση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και η λειτουργία αγροτοτουριστικών μονάδων, υπάγονται υποχρεωτικά στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ για την αγροτική τους εκμετάλλευση, έχοντας όλες τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα που απορρέουν από το καθεστώς αυτό.
Επισημαίνεται ότι η ανωτέρω υποχρέωση αφορά όχι μόνο επαγγελματίες που για την άσκηση της δραστηριότητάς τους υπάγονται σε ΦΠΑ (π.χ. λογιστές) αλλά και επαγγελματίες που απαλλάσσονται από το ΦΠΑ (π.χ. γιατροί, ασφαλιστικοί πράκτορες κ.λ.π)
Επίσης, σημειώνεται ότι ως άλλη, κι όχι αγροτική, δραστηριότητα, για την οποία υφίσταται υποχρέωση τήρησης βιβλίων και έκδοσης στοιχειών, θεωρείται και η εκμετάλλευση αγροτικών μηχανημάτων, όπως είναι οι θεριζοαλωνιστικές μηχανές, τα σπαρτικά μηχανήματα που προσαρτώνται σε τρακτέρ, κλπ, επομένως αγρότες οι οποίοι παρέχουν τις εν λόγω υπηρεσίες υποχρεούνται να ενταχθούν στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ και για την αγροτική τους εκμετάλλευση.
Παραδείγματα :
1. Γιατρός, ο οποίος ταυτόχρονα με την άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος, κατά το φορολογικό έτος 2016 ασκεί και αγροτική εκμετάλλευση, ανεξαρτήτως ορίου για την εν λόγω αγροτική εκμετάλλευση θα υποχρεωθεί από 1.1.2017 να ενταχθεί στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ για την αγροτική του δραστηριότητα, εφόσον εξακολουθήσει να την ασκεί.
2. Αγρότης που καλλιεργεί και πουλά ακτινίδια λιανικώς και παράλληλα παρέχει υπηρεσίες με τη θεριζοαλωνιστική μηχανή του, ανεξαρτήτως της αξίας των παραδόσεων των ακτινιδίων παραγωγής του, θα υποχρεωθεί από 1.1.2017 να εντάξει στο κανονικό καθεστώς και την αγροτική του εκμετάλλευση (καλλιέργεια ακτινιδίων).
3. Συνταξιούχος δημόσιος υπάλληλος το φορολογικό έτος 2016 έχει αγροτική εκμετάλλευση (καλλιέργεια και παραγωγή λαδιού) από την οποία εισέπραξε, από χονδρικές πωλήσεις, 12.000 ευρώ και έλαβε επιδότηση αξίας 3.000 ευρώ . Ο εν λόγω συνταξιούχος θα μπορεί να είναι αγρότης του ειδικού καθεστώτος και από 01.01.2017.
4. Αγρότης, ο οποίος παράλληλα με την αγροτική του εκμετάλλευση ασχολείται και με τη διαχείριση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έως 100 KW, για την οποία τηρεί απλογραφικά βιβλία, ανεξάρτητα του ύψους των πωλήσεων του κατά το φορολογικό έτος 2016 από την αγροτική του εκμετάλλευση καθώς και των επιδοτήσεων που έλαβε, από την 1.1.2017 θα υπάγεται στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ και θα τηρεί βιβλία όχι μόνο για τη δραστηριότητα της διαχείρισης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, αλλά και για την αγροτική του εκμετάλλευση.
Επίσης, σύμφωνα με την περίπτωση δ’ της εν λόγω παραγράφου, από 1.1.2017 υπάγονται υποχρεωτικά στο κανονικό καθεστώς για το σύνολο της αγροτικής τους δραστηριότητας οι αγρότες οι οποίοι παραδίδουν προϊόντα παραγωγής τους από λαϊκές αγορές ή από δικό τους κατάστημα ή πραγματοποιούν εξαγωγές ή παραδόσεις των προϊόντων τους προς άλλα κράτη μέλη της Ε.Ε. Πρόκειται για τις περιπτώσεις των αγροτών που έως και 31.12.2016 είχαν δικαίωμα επιστροφής ΦΠΑ με το συντελεστή 6% για τις πωλήσεις τους προς άλλους υποκειμένους στο φόρο και με το συντελεστή 3% για τις λοιπές, ως άνω, πωλήσεις των προϊόντων τους.
Από 1.1.2017 με τις νέες διατάξεις οι αγρότες εφαρμόζουν τους γενικούς κανόνες του ΦΠΑ για κάθε είδους παραδόσεις των αγροτικών τους προϊόντων, όπως και για ενδεχόμενες παροχές αγροτικών υπηρεσιών.
Παραδείγματα
1. Αγρότης, κατά το φορολογικό έτος 2016, πραγματοποίησε πωλήσεις στη λαϊκή αγορά αξίας 8.000 ευρώ και χονδρικές πωλήσεις εκτός λαϊκής αγοράς αξίας 4.000 ευρώ και, επίσης, έλαβε επιδοτήσεις 2.000 ευρώ. Από την 1.1.2017 θα εντάξει στο κανονικό καθεστώς όχι μόνο τις πωλήσεις των προϊόντων του στη λαϊκή αγορά αλλά και τις πωλήσεις των προϊόντων του εκτός λαϊκής αγοράς.
2. Αγρότης του ειδικού καθεστώτος, παράλληλα με την αγροτική του εκμετάλλευση διατηρεί και ένα πάγκο εκτός οργανωμένων λαϊκών αγορών και πωλεί αγροτικά προϊόντα παραγωγής του. Κατά το φορολογικό έτος 2016 πραγματοποίησε πωλήσεις από τον πάγκο αξίας 6.000 ευρώ και χονδρικές πωλήσεις αξίας 10.000 ευρώ και έλαβε επιδοτήσεις 6.000 ευρώ. Από την 1.1.2017 θα ενταχθεί στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ δεδομένου ότι δεν πληρούνται τα κριτήρια της παραγράφου 1 του άρθρου 41.
Όσον αφορά στις περιπτώσεις α’ και β’ της παραγράφου 5 του άρθρου 41, παρόλο που δεν περιλαμβάνουν νέους περιορισμούς ως προς την ένταξη στο ειδικό καθεστώς των αγροτών, εντούτοις για λόγους ορθής εφαρμογής τους κρίνεται αναγκαίο να επισημανθούν, κατά περίπτωση, τα ακόλουθα:
Περίπτωση α’ : ορίζεται ότι δεν εντάσσονται στο ειδικό καθεστώς, αλλά υπάγονται στο κανονικό καθεστώς, οι αγρότες οι οποίοι ασκούν τις αγροτικές εκμεταλλεύσεις και παρέχουν τις αγροτικές υπηρεσίες που προβλέπουν οι διατάξεις του άρθρου 42 του Κώδικα ΦΠΑ (ν2859/2000), με τη μορφή εταιρείας οποιουδήποτε τύπου ή αγροτικών συνεταιρισμών.
Παράδειγμα:
Αγρότης του ειδικού καθεστώτος συστήνει εταιρεία με άλλους αγρότες με σκοπό την καλλιέργεια μανιταριών. Η εταιρεία για τη δραστηριότητα αυτή δεν θα υπάγεται στο ειδικό καθεστώς. Στην περίπτωση που ο εν λόγω αγρότης διατηρεί και ατομική αγροτική εκμετάλλευση μανιταριών, υπάγεται στο ειδικό καθεστώς αγροτών και δικαιούται επιστροφής με τον κατ’ αποκοπή συντελεστή για τις πωλήσεις που πραγματοποιεί από την ατομική του αυτή αγροτική δραστηριότητα, καθόσον η εταιρεία αποτελεί διαφορετικό πρόσωπο. Επισημαίνεται ότι σε μια τέτοια περίπτωση η διάκριση των περιουσιακών στοιχείων και των συναλλαγών της ατομικής αγροτικής εκμετάλλευσης και της εταιρείας πρέπει να είναι σαφής και αποτελεί αντικείμενο ελέγχου.
Περίπτωση β’: σύμφωνα με τη συγκεκριμένη περίπτωση, ο αγρότης που προβαίνει σε επεξεργασία των προϊόντων του και η εν λόγω επεξεργασία προσδίδει σε αυτά το χαρακτήρα βιομηχανικών ή βιοτεχνικών προϊόντων δεν εμπίπτει στο ειδικό καθεστώς αγροτών για τα προϊόντα που επεξεργάζεται και διαθέτει ως βιομηχανικό ή βιοτεχνικό προϊόν και οι πωλήσεις του κατ’ αρχήν υπάγονται στο ΦΠΑ.
Διευκρινίζεται ότι ο αγρότης εξακολουθεί να υπάγεται στο ειδικό καθεστώς, έστω και αν πωλεί τα προϊόντα του ύστερα από κάποια στοιχειώδη επεξεργασία που γίνεται με συνηθισμένα μέσα, στα πλαίσια της αγροτικής του παραγωγής, και εφόσον μετά την επεξεργασία αυτή, τα προϊόντα του δεν χαρακτηρίζονται ως βιομηχανικά ή βιοτεχνικά .
Στο πλαίσιο αυτό π.χ. ο ελαιοπαραγωγός που πωλεί το λάδι σε τενεκέδες ή ο αγρότης που πωλεί εμφιαλωμένο κρασί ή τσίπουρο, το οποίο δεν έχει υποστεί ιδιαίτερη επεξεργασία, αλλά είναι προϊόν φυσικής ζύμωσης, ή ο κτηνοτρόφος που παρασκευάζει τυρί με συνήθη μέσα, καθώς και ο αγρότης που μαζεύει διάφορα βότανα και τα συσκευάζει σε μικρά σακουλάκια, δεν μπορεί να αποκλειστεί από το ειδικό καθεστώς ΦΠΑ αγροτών.
Σχετική, με το εν λόγω θέμα, είναι η εγκύκλιος ΠΟΛ.1132/10.4.1996, η οποία κοινοποίησε τη γνωμοδότηση του ΝΣΚ 783/95, σύμφωνα με την οποία, εφόσον οι μεταποιητικές δραστηριότητες του αγρότη δεν φέρουν τα χαρακτηριστικά της βιομηχανικής ή βιοτεχνικής δραστηριότητας, έτσι ώστε να δημιουργείται νέο προϊόν και, εφόσον δεν έχουμε μαζική παραγωγή, τότε οι μεταποιητικές δραστηριότητες του αγρότη, βάσει του άρθρου 42, παρ. 3,    περ. ε’, του Κώδικα ΦΠΑ, εντάσσονται στο πλαίσιο των αγροτικών δραστηριοτήτων και ο εν λόγω αγρότης παραμένει στο ειδικό καθεστώς αγροτών.
Παράδειγμα
Αγρότης, ιδιοκτήτης 100 στρεμμάτων στην περιοχή της Βέροιας, καλλιεργεί 80 στρέμματα με βερύκοκα, τα οποία στη συνέχεια τα επεξεργάζεται περαιτέρω για την παραγωγή κομπόστας σε κονσέρβες. Στα υπόλοιπα 20 στρέμματα καλλιεργεί καλαμπόκι το οποίο διαθέτει στην αγορά αυτούσιο
Ο αγρότης αυτός, δεδομένου ότι για την παραγωγή και επεξεργασία του βερύκοκου σε κονσέρβες δεν μπορεί να ανήκει στο ειδικό καθεστώς ΦΠΑ αγροτών, δεν εμπίπτει στο ειδικό καθεστώς ούτε για την παραγωγή του καλαμποκιού του, οπότε από 1.1.2017 θα ανήκει στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ για το σύνολο της εκμετάλλευσης του (παραγωγή και επεξεργασία βερύκοκων και παραγωγή καλαμποκιού).
4. Με την παράγραφο 6 ρυθμίζεται η προαιρετική μετάταξη από το ειδικό καθεστώς αγροτών στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ, η υποχρεωτική ένταξη στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ λόγω μη πλήρωσης των κριτηρίων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 41, καθώς και η προαιρετική μετάταξη από το κανονικό καθεστώς στο ειδικό καθεστώς αγροτών.
Ειδικότερα, όσον αφορά τις μετατάξεις αυτές αναφέρουμε τις εξής περιπτώσεις:
α) Προαιρετική μετάταξη υφίσταται :
· από το κανονικό στο ειδικό καθεστώς και
· από το ειδικό στο κανονικό καθεστώς.
Η προαιρετική μετάταξη από το κανονικό στο ειδικό καθεστώς πραγματοποιείται μόνο από την έναρξη του φορολογικού έτους με την υποβολή δήλωσης μεταβολών εντός ανατρεπτικής προθεσμίας τριάντα (30) ημερών, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν.4174/2013, άρθρο 10), όπως ισχύουν.
Η προαιρετική μετάταξη από το ειδικό στο κανονικό καθεστώς πραγματοποιείται είτε από την έναρξη του φορολογικού έτους με την υποβολή δήλωσης μεταβολών εντός ανατρεπτικής προθεσμίας τριάντα (30) ημερών, κατά τα ανωτέρω, ή κατά τη διάρκεια του φορολογικού έτους με την υποβολή δήλωσης μεταβολών και ισχύει από την ημερομηνία υποβολής της εν λόγω δήλωσης. Σημειώνεται ότι στην περίπτωση της προαιρετικής μετάταξης από το ειδικό στο κανονικό καθεστώς, οι αγρότες υποχρεούνται να παραμείνουν σε αυτό για μια τριετία. Η τριετία υπολογίζεται από την αρχή του φορολογικού έτους στην περίπτωση που η δήλωση μεταβολών για τη μετάταξη στο κανονικό καθεστώς υποβάλλεται στην αρχή του φορολογικού έτους, ενώ, εάν η μετάταξη πραγματοποιείται κατά τη διάρκεια του φορολογικού έτους, η τριετία υπολογίζεται από την αρχή του επόμενου από τη μετάταξη φορολογικού έτους. Μετά την πάροδο της τριετίας ο αγρότης εξακολουθεί να παραμένει στο κανονικό καθεστώς, εκτός αν με δήλωση μεταβολών εκφράσει αντίθετη βούληση.
Παράδειγμα:
Αγρότης του ειδικού καθεστώτος μετατάσσεται προαιρετικά στο κανονικό καθεστώς υποβάλλοντας δήλωση μεταβολών στις 19.7.2017. Σε αυτή την περίπτωση η μετάταξη στο κανονικό καθεστώς ισχύει από 19.7.2017 και η τριετία για την παραμονή στο κανονικό καθεστώς υπολογίζεται από 1.1.2018.
β) Υποχρεωτική μετάταξη υφίσταται από το ειδικό στο κανονικό καθεστώς, λόγω μη πλήρωσης των κριτηρίων της παραγράφου 1.
H μετάταξη αυτή, για την οποία επίσης υποβάλλεται δήλωση μεταβολών εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την έναρξη του φορολογικού έτους, πραγματοποιείται από την έναρξη του φορολογικού έτους. Σε περίπτωση που η δήλωση μεταβολών υποβληθεί μετά το πέρας της προαναφερόμενης προθεσμίας, θεωρείται εκπρόθεσμη και επιβάλλεται το πρόστιμο του άρθρου 54, παρ. 2 του ΚΦΔ. Η μη υποβολή της δήλωσης μεταβολών δεν επηρεάζει την υποχρεωτική μετάταξη στο κανονικό καθεστώς από την αρχή του φορολογικού έτους.
Στην περίπτωση της ανωτέρω υποχρεωτικής μετάταξης, δεν υφίσταται κάποιος χρονικός περιορισμός για υποχρεωτική παραμονή στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ, πέραν του τρέχοντος φορολογικού έτους, και από την έναρξη του επόμενου φορολογικού έτους ο υποκείμενος στο φόρο μπορεί να επιλέξει τη μετάταξή του στο ειδικό καθεστώς, με την προϋπόθεση ότι πληρούνται τα κριτήρια της παραγράφου 1 και δεν υφίστανται οι περιορισμοί των περιπτώσεων α’ έως και δ’ της παραγράφου 5.
5. Γενικά για τις περιπτώσεις των προσώπων που εντάσσονται στο κανονικό ή στο ειδικό καθεστώς ΦΠΑ, σύμφωνα με τις νέες τροποποιήσεις, επισημαίνονται τα εξής:
(i) Αγρότης ο οποίος το φορολογικό έτος 2016 πραγματοποιεί αποκλειστικά και μόνο λιανικές πωλήσεις (π.χ. πωλεί τα προϊόντα σε ένα πάγκο που έχει στην άκρη του χωραφιού του), χωρίς να έχει δικαίωμα επιστροφής με τον κατ’ αποκοπή συντελεστή 6% για τις πωλήσεις αυτές, εντάσσεται υποχρεωτικά στο ειδικό καθεστώς πριν την πρώτη πώληση που θα πραγματοποιήσει εντός του φορολογικού έτους 2017. Αν η πρώτη πώληση προηγηθεί της ένταξης, η ένταξη θεωρείται εκπρόθεσμη.
Τα ανωτέρω ισχύουν και στην περίπτωση που ο αγρότης επιλέξει την υπαγωγή του στο κανονικό καθεστώς.
(ii) Οι αγρότες οι οποίοι, παράλληλα με την αγροτική εκμετάλλευση, ασκούν και άλλη δραστηριότητα για την οποία υποχρεούνται στην τήρηση λογιστικών βιβλίων, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που διαχειρίζονται ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ή λειτουργούν αγροτοτουριστικές μονάδες, υποχρεούνται στην ένταξη της αγροτικής τους εκμετάλλευσης στο κανονικό καθεστώς. Προς το σκοπό αυτό θα πρέπει να υποβάλουν δήλωση μεταβολών εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την έναρξη του φορολογικού έτους. Η υποχρέωση υποβολής δήλωσης μεταβολών δεν καταλαμβάνει τους αγρότες που εντάσσονται στο ειδικό καθεστώς και παράλληλα διαχειρίζονται ανανεώσιμες πηγές ενέργειας έως 100 KW ή λειτουργούν αγροτοτουριστικές μονάδες έως 10 δωματίων, καθώς η ένταξη της αγροτικής τους εκμετάλλευσης στο κανονικό καθεστώς από 1.1.2017 θα πραγματοποιηθεί κεντρικά από τις αρμόδιες για τα πληροφοριακά συστήματα υπηρεσίες της Φορολογικής Διοίκησης.
(iii) Για τις περιπτώσεις των αγροτών που παραδίδουν προϊόντα παραγωγής τους από λαϊκές αγορές ή από δικό τους κατάστημα ή πραγματοποιούν εξαγωγές ή παραδόσεις των προϊόντων τους προς άλλο κράτος μέλος της Ε.Ε, από 1.1.2017 υπάγονται υποχρεωτικά στο κανονικό καθεστώς για το σύνολο της αγροτικής τους εκμετάλλευσης. Προς το σκοπό αυτό δεν απαιτείται η υποβολή δήλωσης μεταβολών από μέρους των αγροτών αυτών, καθώς η ένταξη του συνόλου της δραστηριότητάς τους στο κανονικό καθεστώς θα πραγματοποιηθεί κεντρικά από τις αρμόδιες για τα πληροφοριακά συστήματα υπηρεσίες της Φορολογικής Διοίκησης. Ωστόσο, οι εν λόγω αγρότες έχουν δυνατότητα προαιρετικής μετάταξης στο ειδικό καθεστώς, εφόσον από 1.1.2017 επιλέξουν την παύση των πωλήσεων στη λαϊκή ή από δικό τους κατάστημα ή των εξαγωγών ή των ενδοκοινοτικών παραδόσεων και πληρούνται και τα κριτήρια της παραγράφου 1. Για τη μετάταξή τους στο ειδικό καθεστώς αγροτών οφείλουν να υποβάλουν δήλωση μεταβολών εντός ανατρεπτικής προθεσμίας 30 ημερών από την έναρξη του φορολογικού έτους 2017.
Παράδειγμα
Αγρότης που παρέδιδε ορισμένα από τα προϊόντα παραγωγής του σε λαϊκές αγορές, μέχρι 31.12.2016 ταυτόχρονα υπαγόταν στο κανονικό καθεστώς για τις πωλήσεις των προϊόντων του στη λαϊκή και στο ειδικό για τις πωλήσεις των προϊόντων του προς άλλους υποκειμένους στο φόρο. Από 1.1.2017 υπάγεται υποχρεωτικά στο κανονικό καθεστώς για το σύνολο της δραστηριότητάς του. Αν αυτός ο αγρότης αποφασίσει από 1.1.2017 να διακόψει τις πωλήσεις του στην λαϊκή αγορά και με βάση τα κριτήρια της παραγρ. 1 του άρθρου 41 μπορεί να υπαχθεί στο ειδικό καθεστώς αγροτών, τότε θα πρέπει εντός ανατρεπτικής προθεσμίας από 1.1.2017 έως και 30.1.2017 να υποβάλει δήλωση μεταβολών προκειμένου να μεταταχθεί στο ειδικό καθεστώς αγροτών.
(iv) Για τους νέους αγρότες, δηλαδή για τους αγρότες που για πρώτη φορά ξεκινούν την άσκηση αγροτικής εκμετάλλευσης, δεν εφαρμόζεται η προϋπόθεση της παρ. 1 του άρθρου 41 για την ένταξη στο ειδικό καθεστώς. Σε κάθε περίπτωση μπορούν να επιλέξουν την ένταξή τους στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ. Στην περίπτωση, δε, που επιλέξουν το κανονικό καθεστώς, υποχρεούνται να υποβάλουν δήλωση έναρξης και να παραμείνουν σε αυτό τουλάχιστον για μια τριετία.
(v) Οι αγρότες που εντάσσονται στο ειδικό καθεστώς του παρόντος άρθρου και πραγματοποιούν αποκλειστικά παραδόσεις ή και παροχές προς άλλους υποκειμένους στο φόρο, πριν την υποβολή της δήλωσης- αίτησης επιστροφής του φόρου εγγράφονται στο καθεστώς αυτό με δηλούμενη ημερομηνία τουλάχιστον την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου φορολογικού έτους, προκειμένου να έχουν δικαίωμα επιστροφής για το φορολογικό αυτό έτος, όπως ορίζεται στην παράγραφο 12 του άρθρου 41.
6. Διευκρινίζεται ότι για την επιστροφή του φόρου στους αγρότες του ειδικού καθεστώτος, με την εφαρμογή κατ’ αποκοπή συντελεστή έξι τοις εκατό (6%) στην αξία των παραδιδόμενων αγροτικών προϊόντων και των παρεχόμενων αγροτικών υπηρεσιών προς άλλους υποκείμενους στο φόρο, ισχύει η διαδικασία που έχει ορισθεί με την ΠΟΛ.1066/2.4.2013, όπως έχει τροποποιηθεί με τις ΠΟΛ.1089/20.4.2015 και ΠΟΛ.1021/5.2.2016.

Ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων
Γ. Πιτσιλής

Οι ασφαλιστικές εισφορές των μελών Δ.Σ.

Αριθ. πρωτ.: Φ. 80000/οικ. 61689/ 2215/ 2016
Οδηγίες για την εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 3 του άρθρου 38 και της παρ. 5 του άρθρου 40 του ν.4387/2016 (Α, 85)
Αθήνα, 30/12/2016
Αριθ. Πρωτ.:Φ.80000/οικ. 61689/2215

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ και ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
Δ/ΝΣΗ ΚΥΡΙΑΣ ΑΣΦ/ΣΗΣ ΜΙΣΘΩΤΩΝ και ΑΣΘΕΝΕΙΑΣ (Δ13)
ΤΜΗΜΑ A’

ΤΑΧ. Δ/ΝΣΗ : Σταδίου 29
ΤΑΧ. ΚΩΔΙΚΑΣ : 101 10
Πληροφορίες: Καραμπλιάνη Ανδριάνα
Τηλ.: 2131516799

ΘΕΜΑ: Οδηγίες για την εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 3 του άρθρου 38 και της παρ. 5 του άρθρου 40 του ν.4387/2016 (Α, 85)

Σας γνωρίζουμε ότι στο ΦΕΚ 85, τεύχος Α712.5.2016 δημοσιεύτηκε ο νόμος 4387/2016 «Ενιαίο Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλειας-Μεταρρύθμιση ασφαλιστικού- συνταξιοδοτικού συστήματος-Ρυθμίσεις φορολογίας εισοδήματος και τυχερών παιγνίων και άλλες διατάξεις». Ειδικότερα:
1. ΚΛΑΔΟΣ ΚΥΡΙΑΣ ΣΥΝΤΑΞΗΣ
Με το άρθρο 38 του ν.4387/2016 θεσπίζονται ενιαίοι κανόνες εισφορών για τους μισθωτούς ασφαλισμένους στον ΕΦΚΑ και τους εργοδότες τους. Με τα οριζόμενα στην παρ. 3 του ανωτέρω άρθρου ορίζονται τα ακόλουθα :
α. Για τους ασφαλισμένους που υπάγονταν στην ασφάλιση του Τομέα Ασφάλισης Ναυτικών Πρακτόρων και Υπαλλήλων (ΤΑΝΠΥ) του ΟΑΕΕ ως έμμισθοι ασφαλισμένοι, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην κοινωνική ασφάλιση, από 1/1/2017 καταβάλλεται για τον κλάδο σύνταξης, ασφαλιστική εισφορά ποσοστού 20% που επιμερίζεται ως εξής:

για το έτος 2017 σε 17,00 % για τον ασφαλισμένο και 3 % για τον εργοδότη,
για το έτος 2018 σε 10,00 % για τον ασφαλισμένο και 10 % για τον εργοδότη,
από 1/1/2019 και εφεξής σε 6,67 % για τον ασφαλισμένο και 13,33 % για τον εργοδότη.
β. Για τους ασφαλισμένους που έως την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016 υπάγονταν στην ασφάλιση του ΕΤΑΑ (ΤΣΜΕΔΕ, ΤΣΑΥ) και παρέχουν εξαρτημένη εργασία, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην κοινωνική ασφάλιση καταβάλλεται από 1/1/2017 ασφαλιστική εισφορά για τον κλάδο σύνταξης σύμφωνα με το άρθρο 38 του ν.4387/2016.
Παραδείγματα:
i) Παλαιός ασφαλισμένος – μηχανικός που παρείχε εξαρτημένη εργασία σε κατασκευαστική εταιρεία στον ιδιωτικό τομέα υπαγόταν στην ασφάλιση του ΕΤΑΑ – ΤΣΜΕΔΕ, και κατέβαλλε συνολική εισφορά ύψους 20%, επιμεριζόμενη κατά 6,67% στον ασφαλισμένο και κατά 13,33% στον εργοδότη. Από 1/1/2017, για τον εν λόγω ασφαλισμένο καταβάλλεται εισφορά σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 38 του ν.4387/2016, δηλαδή συνολική εισφορά ύψους 20%, επιμεριζόμενη κατά 6,67% στον ασφαλισμένο και κατά 13,33% στον εργοδότη.
ii) Παλαιός ασφαλισμένος – ιατρός που παρείχε εξαρτημένη εργασία σε ιδιωτική κλινική, υπαγόταν στην ασφάλιση του ΕΤΑΑ – ΤΣΑΥ, και κατέβαλε ο ασφαλισμένος ως μηνιαία εισφορά το σταθερό ποσό των €188,30 και ο εργοδότης εισφορά ύψους 13,33% επί των αποδοχών του ασφαλισμένου. Από 1/1/2017, για τον εν λόγω ασφαλισμένο καταβάλλεται εισφορά σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 38 του ν.4387/2016, δηλαδή συνολική εισφορά ύψους 20%, επιμεριζόμενη κατά 6,67% στον ασφαλισμένο και κατά 13,33% στον εργοδότη.
γ. Οι διευθυντές, γενικοί διευθυντές, εντεταλμένοι, διευθύνοντες ή συμπράττοντες σύμβουλοι, διοικητές εταιριών ή συνεταιρισμών εφόσον συνδέονται με σχέση εξαρτημένης εργασίας για τις εισπραττόμενες αμοιβές, καταβάλλουν από 1/1/2017 ασφαλιστική εισφορά για τον κλάδο σύνταξης ποσοστού 20% επιμεριζόμενη κατά ποσοστό 6,67 % για τον ασφαλισμένο και 13,33% για τον εργοδότη, που υπολογίζεται επί του συνολικού ποσού των αμοιβών.
δ. Τα πρόσωπα που διορίζονται ως μέλη Διοικητικού Συμβουλίου Α.Ε. και λαμβάνουν αμοιβή ή αποζημίωση όποιας μορφής για την ιδιότητά τους αυτή (δηλαδή ως μέλη Δ.Σ.), καταβάλλουν από 1/1/2017 ασφαλιστική εισφορά για τον κλάδο σύνταξης ποσοστού 20% επιμεριζόμενη κατά ποσοστό 6,67 % για τον ασφαλισμένο και 13,33% για τον εργοδότη που υπολογίζεται επί της αμοιβής κατ’ αποκοπή.
Σημειωτέον ότι εφόσον η ανωτέρω αμοιβή καταβάλλεται άπαξ κατ’ έτος , αυτή διαιρείται δια 12 και κατανέμεται σε έκαστο των μηνών, και επί των μηνιαίων ποσών καταβάλλονται οι αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές . Εννοείται ότι αν για τη συμμετοχή τους ως μέλη Δ.Σ. Α.Ε. δεν λαμβάνουν αμοιβή ή αποζημίωση όποιας μορφής δεν υπάρχει υποχρέωση καταβολής ασφαλιστικών εισφορών.
ε. Τα μέλη Δ.Σ. αγροτικών συνεταιρισμών, εφόσον λαμβάνουν αμοιβή λόγω της ιδιότητάς τους ως μέλη Δ.Σ. , καταβάλλουν από 1/1/2017 ασφαλιστική εισφορά για τον κλάδο σύνταξης ποσοστού 20% επιμεριζόμενη κατά ποσοστό 6,67 % για τον ασφαλισμένο και 13,33 % για τον εργοδότη που υπολογίζεται επί της αμοιβής.
στ. Για τους δικηγόρους με έμμισθη εντολή ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην κοινωνική ασφάλιση, για το εισόδημα που προέρχεται από τη διαρκή σχέση παροχής υπηρεσιών, δηλαδή τη μισθωτή απασχόληση, καταβάλλεται από 1/1/2017 ασφαλιστική εισφορά για τον κλάδο σύνταξης σύμφωνα με το άρθρο 38 του ν.4387/2016.
Επισημαίνεται ότι οι διατάξεις του άρθρου 13 του ν. 1512/1985 που προβλέπουν την καταβολή εργοδοτικής εισφοράς σε δικηγόρους με έμμισθη εντολή καταργούνται από 1.1.2017
Παράδειγμα:
Παλαιός ασφαλισμένος δικηγόρος που απασχολείται με έμμισθη εντολή σε δικηγορικό γραφείο, υπαγόταν στην ασφάλιση του ΕΤΑΑ – Τομέας Ασφάλισης Νομικών, και κατέβαλε μηνιαία εισφορά ίση με την εισφορά του ελεύθερου επαγγελματία, επιμεριζόμενη κατά 1/3 (6,67%) στον ασφαλισμένο και κατά 2/3 (13,33%) στον εργοδότη. Επιπλέον, ο εργοδότης κατέβαλλε μηνιαία εισφορά ύψους 3% επί των αποδοχών για ποσό μέχρι το βασικό μισθό του 13 ου μισθολογικού κλιμακίου δημοσίου πολιτικού υπαλλήλου και 5% για το επιπλέον ποσό των αποδοχών.
Από 1/1/2017 για τον εν λόγω ασφαλισμένο καταβάλλεται εισφορά σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 38 του ν.4387/2016, δηλαδή συνολική εισφορά ύψους 20%, επιμεριζόμενη κατά 6,67% στον ασφαλισμένο και κατά 13,33% στον εργοδότη, υπολογιζόμενη επί των αποδοχών του ασφαλισμένου σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ανωτέρω διάταξη.
ζ. Σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 40 του ν.4387/2016, οι ασφαλισμένοι, οι οποίοι υπάγονταν στην ασφάλιση του ΟΓΑ ως μισθωτοί – ανειδίκευτοι εργάτες, μετακλητοί πολίτες τρίτων χωρών, από 1.1.2017 καταβάλλουν μηνιαία ασφαλιστική εισφορά για τον κλάδο σύνταξης ως μισθωτοί, εφαρμοζομένων αναλόγως των σχετικών διατάξεων για τους ασφαλισμένους που προέρχονται από το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ.
Συγκεκριμένα, πρόκειται για απασχολούμενους με αμοιβή ανειδίκευτους εργάτες σε αγροτικές εργασίες της πρωτογενούς αγροτικής δραστηριότητας, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 52 του ν.3518/2006, σε αγροτικές εκμεταλλεύσεις ή σε αγροτικούς συνεταιρισμούς, ανεξάρτητα από τη νομική μορφή και το μέγεθος αυτών, όπως εργάτες ζωικής παραγωγής (βουστάσιο, χοιροτροφική μονάδα, πτηνοτροφείο, εκτροφείο γουνοφόρων ζώων) εργάτες φυτικής παραγωγής (μανιτάρια, φύκια κ.λ.π.), αλιεργάτες, εργάτες ιχθυοκαλλιέργειας, δύτες στον πρωτογενή αγροτικό τομέα, καθώς επίσης και πολίτες τρίτων χωρών που σύμφωνα με το ν.4251/2014 προσκαλούνται από εργοδότες με σκοπό την απασχόληση σε αγροτικές εργασίες για ορισμένο χρονικό διάστημα.
Το συνολικό ποσοστό ασφαλιστικών εισφορών Κλάδου Σύνταξης για τα πρόσωπα αυτά ορίζεται στην Υ.Α. Φ11321/οικ.45947/1757/19-12-2016 , η οποία έχει αποσταλεί στο Εθνικό Τυπογραφείο προς δημοσίευση . Ειδικότερα , η ασφαλιστική εισφορά Κλάδου Κύριας Σύνταξης , για τους ανωτέρω ορίζεται ως εξής:
για το έτος 2017 σε 15,5% (1,67% ασφαλισμένου και 13,83% εργοδότη),
για το έτος 2018 σε 17,01% (3,34 % ασφαλισμένου και 13,67 % εργοδότη),
για το έτος 2019 σε 18,5 % (5 % ασφαλισμένου και 13,5 % εργοδότη) ,
για το έτος 2020 και εφεξής σε 20% (6,67 % ασφαλισμένου και 13,33 % εργοδότη).
2. ΣΥΝΕΙΣΠΡΑΤΤΟΜΕΝΑ
Ως γνωστόν οι παρέχοντες με αμοιβή κατά κύριο επάγγελμα εξαρτημένη εργασία , υπάγονται υποχρεωτικά στην ασφάλιση των συνεισπραττόμενων από το τέως Ι.Κ.Α.- Ε.Τ.Α.Μ. κλάδων ΑΝΕΡΓΙΑΣ (Ο.Α.Ε.Δ. – Λ.Α.Ε.Κ., Ο.Α.Ε.Δ. – Λ.ΠΕ.ΑΕ) Ο.Ε.Κ. (ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΚΑΤΟΙΚΙΑ) και Ο.Ε.Ε. (ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΕΣΤΙΑ).
Συνεπώς, από 1/1/2017 ως προς τα ανωτέρω συνεισπραττόμενα συνεχίζουν να έχουν εφαρμογή τα ισχύοντα , για τα πρόσωπα των ανωτέρω περιπτώσεων α,β, γ,στ,ζ , για τα οποία υπάρχει υποχρέωση ασφάλισης στους ανωτέρω Κλάδους (ΟΑΕΔ,ΟΕΕ,ΟΕΚ). Όμως, για τα πρόσωπα των ανωτέρω περιπτώσεων δ’και ε’ δεν καταβάλλονται εισφορές υπέρ συνεισπραττόμενων κλάδων, επειδή οι αμοιβές/αποζημιώσεις από τη συμμετοχή τους ως μέλη Δ.Σ. δεν απορρέουν από σύναψη σχέσης εξαρτημένης εργασίας.
3. ΕΙΣΦΟΡΑ ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΕΡΙΘΑΛΨΗΣ
Για όλες τις ανωτέρω κατηγορίες καταβάλλεται εισφορά υπέρ υγειονομικής περίθαλψης σε χρήμα και σε είδος , σύμφωνα με το άρθρο 41 παρ. 1 του ν.4387/2016. Ειδικότερες λεπτομερείς οδηγίες για την εφαρμογή του άρθρου 41 θα δοθούν πολύ σύντομα.
4. ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ
“Όσον αφορά την επικουρική ασφάλιση για όλες τις ανωτέρω κατηγορίες ασφαλισμένων, πλην των προσώπων της ανωτέρω περίπτωσης 1 ζ , καταβάλλονται οι προβλεπόμενες ασφαλιστικές εισφορές, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 97 του ν.4387/2016 (σχετική εγκύκλιος η υπ’αριθμ. Φ80020/οικ22104/Δ15.405/30.6.2016/ ΑΔΑ: ΩΒΔ4465Θ1Ω-ΒΥ0).

Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Καθορισμός ασφαλιστικών εισφορών των ελευθέρων επαγγελματιών, αυτοαπασχολούμενων και αγροτών

Αριθ. πρωτ.: Φ. 80000/οικ. 61327/1484/ 2016
Εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 39, 40 και 98 του ν.4387/2016 – Καθορισμός ασφαλιστικών εισφορών των ελευθέρων επαγγελματιών, αυτοαπασχολούμενων και αγροτών από 1/1/2017

Αθήνα, 30 / 12 / 2016
Αριθ. Πρωτ. : Φ.80000 / οικ. 61327 / 1484

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
Δ/ΝΣΗ ΚΥΡΙΑΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΑΥΤΟΑΠΑΣΧΟΛΟΥΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΑΓΡΟΤΩΝ (Δ14)

Ταχ. Δ/νση : Σταδίου 29
Ταχ. Κώδικας : 10110 – Αθήνα
Πληροφορίες : Ι. Παπαδόπουλος 210 – 3368110 (για θέματα ΟΑΕΕ)
Ε. Ράπτη 210 – 3368109 (για θέματα ΕΤΑΑ)
Γ. Βανικιώτης 210 – 3368312 (για θέματα ΟΓΑ)
FAX : 210 – 3368116

ΘΕΜΑ : «Εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 39, 40 και 98 του ν.4387/2016 – Καθορισμός ασφαλιστικών εισφορών των ελευθέρων επαγγελματιών, αυτοαπασχολούμενων και αγροτών από 1/1/2017»

Με τις διατάξεις των άρθρων 39 και 40 του ν.4387/2017 επέρχονται μεταβολές από 1.1.2017 στο καθεστώς υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών των ελευθέρων επαγγελματιών, των αυτοαπασχολούμενων και των αγροτών που υπάγονται στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ βάσει των γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων του ΟΑΕΕ, του ΕΤΑΑ και του ΟΓΑ, όπως αυτές ίσχυαν έως την έναρξη ισχύος του ν.4387/2016, ανεξάρτητα από το χρόνο υπαγωγής τους στην κοινωνική ασφάλιση (ασφαλισμένοι πριν και μετά την 1/1/1992).

Βασικό γνώρισμα του νέου καθεστώτος είναι η μετάβαση για τον υπολογισμό των ασφαλιστικών εισφορών από το τεκμαρτό εισόδημα (ασφαλιστικές κατηγορίες για ΟΑΕΕ και ΟΓΑ και νέους ασφαλισμένους του ΕΤΑΑ), και τις σταθερές μηνιαίες ασφαλιστικές εισφορές (για τους παλαιούς ασφαλισμένους του ΕΤΑΑ), στο πραγματικό εισόδημα που προκύπτει από την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας.

Ειδικότερα, ανά κατηγορία ασφαλισμένων, σας γνωρίζουμε τα εξής:

Α. Εισφορές ελευθέρων επαγγελματιών προερχόμενων από τον ΟΑΕΕ

Από 1/1/2017 καταργούνται οι ασφαλιστικές κατηγορίες του ΟΑΕΕ και πλέον βάση υπολογισμού των εισφορών αποτελεί το μηνιαίο εισόδημα, όπως αυτό καθορίζεται με βάση το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα, από την άσκηση της δραστηριότητάς τους κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος. Επιπλέον ορίζεται ανώτατο και κατώτατο μηνιαίο εισόδημα που αποτελεί κατά μήνα τη βάση υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών κλάδου σύνταξης.

1. Ποιοι θεωρούνται ελεύθεροι επαγγελματίες υπόχρεοι καταβολής ασφαλιστικών εισφορών σύμφωνα με το άρθρο 39 του ν.4387/2016

Ι. Όλοι οι ελεύθεροι επαγγελματίες ασφαλισμένοι του ΟΑΕΕ (και επομένως και των ενταχθέντων σε αυτόν Ταμείων) ανεξάρτητα του χρόνου υπαγωγής τους στην ασφάλιση.

Στους ελεύθερους επαγγελματίες περιλαμβάνονται – όπως άλλωστε ρητά αναφέρεται και στις Καταστατικές διατάξεις του τέως ΟΑΕΕ – σύμφωνα με την παρ.7 του άρθρου 39 και

α) τα μέλη ή μέτοχοι οργανισμών, κοινοπραξιών ή κάθε μορφής εταιρειών, πλην ανωνύμων και ΙΚΕ, των οποίων ο σκοπός συνιστά δραστηριότητα για την οποία τα ασκούντα αυτήν πρόσωπα υπάγονται στην ασφάλιση του ΟΑΕΕ,

β) τα μέλη του ΔΣ των ΑΕ με αντικείμενο επιχειρήσεως επαγγελματική ή εμπορική ή βιοτεχνική δραστηριότητα σε όλη την επικράτεια, εφόσον είναι μέτοχοι με ποσοστό 3% τουλάχιστον

γ) οι μέτοχοι των ΑΕ, των οποίων ο σκοπός είναι η μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων με κόμιστρο, με ΔΧ αυτοκίνητα, εφόσον είναι κάτοχοι ονομαστικών μετοχών και
δ) οι διαχειριστές των ΙΚΕ, καθώς και ο μοναδικός εταίρος μονοπρόσωπης ΙΚΕ.

ΙΙ. Οι ασφαλισμένοι του τέως ΤΑΝΠΥ που ασκούν ελεύθερο επάγγελμα

ΙΙΙ. Οι ασφαλισμένοι του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και του ΕΤΑΠ-ΜΜΕ οι οποίοι, σύμφωνα με την παρ. 18 του άρθρου 39 (όπως αναριθμήθηκε με το άρθρο δεύτερο παρ. 6β του ν.4393/2016), κρίνονται ως μη μισθωτοί.

IV. Οι αμειβόμενοι με δελτίο παροχής υπηρεσιών για τους οποίους προκύπτει ότι το εισόδημα προέρχεται από απασχόληση σε περισσότερους από 2 εργοδότες (παρ. 9 του ίδιου άρθρου 39).

2. Ποσοστό μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς κλάδου κύριας σύνταξης

Το ποσοστό ασφαλιστικής εισφοράς κλάδου κύριας σύνταξης ανέρχεται σε 20% από 1/1/2017.

Τυχόν υψηλότερα ή χαμηλότερα ποσοστά στον κλάδο σύνταξης που προβλέπονται κατά την έναρξη ισχύος του νόμου, αναπροσαρμόζονται σταδιακά και ισόποσα από 1/1/2017 ώστε από 1/1/2020 το ποσοστό του ασφαλίστρου να διαμορφώνεται σε 20%.

3. Εισόδημα υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών κλάδου κύριας σύνταξης

Βάση υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών των ανωτέρω προσώπων από 1/1/2017 είναι το μηνιαίο εισόδημα, όπως αυτό καθορίζεται με βάση το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος από την άσκηση της δραστηριότητας που δημιουργεί την υποχρέωση υπαγωγής στην ασφάλιση.

Συνεπώς, για τον καθορισμό του μηνιαίου εισοδήματος επί του οποίου θα υπολογιστούν οι ασφαλιστικές εισφορές λαμβάνεται το εισόδημα από την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας για την οποία προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης στον ΕΦΚΑ, κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος, όπως το εισόδημα αυτό καθορίζεται με τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, αναγόμενο σε 12μηνη βάση.

Ειδικά για τα μέλη των προσωπικών εταιρειών ως ετήσιο εισόδημα που αποτελεί τη βάση υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών είναι εκείνο που προκύπτει από το γινόμενο του πολλαπλασιασμού των συνολικών κερδών της εταιρείας επί του ποσοστού συμμετοχής εκάστου μέλους σε αυτήν. Σε περίπτωση ζημιών ή μηδενικών κερδών, τα μέλη των προσωπικών εταιρειών καταβάλλουν ασφαλιστικές εισφορές επί του προβλεπόμενου κατωτάτου ορίου μηνιαίου εισοδήματος.

Σε περίπτωση που το ίδιο πρόσωπο ασκεί πολλαπλή επαγγελματική δραστηριότητα για την οποία όμως υπαγόταν βάσει γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων, όπως αυτές ίσχυαν μέχρι την ισχύ του ν.4387/2016, σε έναν εκ των εντασσόμενων στον ΕΦΚΑ φορέων κύριας ασφάλισης, για το υπολογισμό του μηνιαίου εισοδήματος αθροίζεται το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα των επιμέρους επαγγελματικών δραστηριοτήτων. Για παράδειγμα ασφαλισμένος που υπάγεται στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ ως έμπορος και ως μέλος Δ.Σ. σε Α.Ε. με ποσοστό 3% τουλάχιστον, δραστηριότητες για τις οποίες είχε υποχρέωση ασφάλισης στον ΟΑΕΕ, για τον καθορισμό του μηνιαίου εισοδήματος θα ληφθεί υπόψη το άθροισμα του φορολογητέου αποτελέσματος και από τις δύο αυτές δραστηριότητες.

4. Μηνιαία ελάχιστη και ανώτατη βάση εισοδήματος υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών

Με τις διατάξεις της παρ.3 του άρθρου 39 θεσπίζεται ανώτατο και κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος επί του οποίου υπολογίζονται οι ασφαλιστικές εισφορές.

I. Κατώτατη μηνιαία βάση υπολογισμού των εισφορών

Ως ελάχιστη μηνιαία βάση υπολογισμού των εισφορών καθορίζεται το ποσό που αντιστοιχεί στον κατώτατο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών το οποίο ανέρχεται σήμερα στα 586,08 ευρώ.

Όπως προαναφέρθηκε, επί του ανωτέρω ποσού (€586,08) καταβάλλονται ασφαλιστικές εισφορές και στην περίπτωση μελών προσωπικών εταιρειών που εμφανίζουν ζημίες ή μηδενικά κέρδη από την άσκηση της δραστηριότητας.

Σημειώνουμε ότι το κατώτατο όριο εισφορών έχει εφαρμογή και για τα πρόσωπα που για πρώτη φορά από την έναρξη ισχύος του ν.4387/2016 και εφεξής αποκτούν ιδιότητα ή προβαίνουν σε έναρξη εργασιών ή δραστηριοτήτων. Συγκεκριμένα καταβάλλουν μηνιαία εισφορά που αντιστοιχεί στο κατώτατο όριο εισφορών από τον πρώτο μήνα έναρξης εργασιών έως τον τελευταίο μήνα του έτους.

II. Ανώτατη μηνιαία βάση υπολογισμού των εισφορών

Ως ανώτατο όριο ασφαλιστέου μηνιαίου εισοδήματος για τον υπολογισμό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς έχουν εφαρμογή οι ρυθμίσεις της παρ. 2 του άρθρου 38 του ν.4387/2016 για τους μισθωτούς. Συνεπώς, η ανώτατη μηνιαία βάση υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών αντιστοιχεί στο δεκαπλάσιο του κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών όπως ισχύει κάθε φορά. Το ποσό αυτό σήμερα ανέρχεται σε 5.860,80 ευρώ (€586,08 x 10).

Παράδειγμα 1

Ελεύθερος επαγγελματίας ο οποίος υπάγεται στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ σύμφωνα με τις καταστατικές διατάξεις του ΟΑΕΕ, όπως αυτές ίσχυαν κατά την έναρξη ισχύος του ν.4387/2016, έχει μηνιαίο εισόδημα με βάση το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα του προηγούμενου φορολογικού έτους μικρότερο του ποσού των €7.032,96 (€586,08 x 12).

Συνεπώς ο εν λόγω ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά κλάδου σύνταξης, ύψους €117,22 (€586,08 x 20%).

Εφόσον το εισόδημά του υπερβεί το ποσό των 7.032,96 ευρώ θα καταβάλλει εισφορά επί του πραγματικού εισοδήματος, όπως καθορίζεται ανωτέρω.

5. Ειδικές ρυθμίσεις για ασφαλισμένους κάτω 5ετίας

Σύμφωνα με την παρ. 1β του άρθρου 39, το μηνιαίο ασφάλιστρο ύψους 20% καταβάλλεται μειωμένο από τους αυτοαπασχολούμενους αποφοίτους σχολών ανώτατης εκπαίδευσης που είναι εγγεγραμμένοι σε επιστημονικούς συλλόγους ή επιμελητήρια που έχουν τη μορφή Ν.Π.Δ.Δ για τα πρώτα 5 έτη από την υπαγωγή τους για πρώτη φορά στην ασφάλιση. Συγκεκριμένα για τα δύο πρώτα έτη από την υπαγωγή τους στην ασφάλιση το ύψος του μηνιαίου ασφαλίστρου ανέρχεται σε 14%, σε ποσοστό 17% για τα τρία επόμενα έτη και διαμορφώνεται στο 20% από το 6ο έτος υπαγωγής τους και εφεξής.

Επιπλέον, για τα ανωτέρω πρόσωπα για τα πρώτα 5 έτη από την υπαγωγή τους για πρώτη φορά στην ασφάλιση οι ως άνω μειωμένες εισφορές υπολογίζονται επί του ποσού των €586,08 μειωμένου κατά 30% δηλαδή επί του ποσού των €410,26.

Σημειώνουμε ότι και στις δύο αυτές περιπτώσεις (καταβολή χαμηλότερου ασφαλίστρου, μειωμένο κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος σύμφωνα με το άρθρο 234 παρ. 2 του ν.4389/2016) η διαφορά που προκύπτει αποτελεί ασφαλιστική οφειλή και εξοφλείται, αφού προηγουμένως αναπροσαρμοστεί κατά την ετήσια μεταβολή μισθών, όπως αυτή θα καθοριστεί από την Ελληνική Στατιστική Αρχή, από τον ασφαλισμένο κατά 1/5 κατ’ έτος, για τα έτη κατά τα οποία το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα από την άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος υπερβαίνει το ποσό των €18.000 και σε κάθε περίπτωση μέχρι και τη συμπλήρωση 15 ετών ασφάλισης.

Καταργούμενες διατάξεις:

Οι διατάξεις του ΟΑΕΕ (άρθρο 14 του Π.Δ.258/2005) που προβλέπουν εφάπαξ εισφορά απογραφής των υπό ασφάλιση προσώπων καταργείται. Επίσης καταργείται και η εισφορά εγγραφής των νεοασφαλιζόμενων και η εισφορά αναγνώρισης γάμου στον Τομέα Ασφάλισης Ναυτικών και Τουριστικών Πρακτόρων του ΟΑΕΕ (περιπτώσεις αα και ββ της παρ.δ του άρθρου 7 του Καταστατικού του). Επισημαίνεται δε ότι η καταβολή των εισφορών θα γίνεται σε 12μηνη βάση και όχι σε 14μηνη όπως προβλέπεται στο άρθρο 7 του Καταστατικού του.

B. Εισφορές αυτοαπασχολούμενων προερχόμενων από το ΕΤΑΑ

1. Γενικές Ρυθμίσεις

Το ύψος της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς για την κύρια ασφάλιση των ασφαλισμένων που υπάγονται υποχρεωτικά στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ βάσει των γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων των Τομέων του κλάδου κύριας ασφάλισης του ΕΤΑΑ, όπως ίσχυαν μέχρι τη δημοσίευση του ν.4387/2016, ανέρχεται από 1/1/2017 σε 20%.

Επισημαίνουμε ότι στην περίπτωση των ασφαλισμένων του ΕΤΑΑ, σύμφωνα με το ισχύον μέχρι 31/12/2016 καθεστώς υπολογισμού των εισφορών των αυτοαπασχολούμενων για την κύρια ασφάλιση, οι ασφαλιστικές τους εισφορές είναι σταθερά ποσά (παλαιοί ασφαλισμένοι του ΤΣΑΥ και του Τομέα Ασφάλισης Νομικών) ή ίσες με το 20% επί του ποσού της 1ης ασφαλιστικής κατηγορίας (παλαιοί ασφαλισμένοι του ΤΣΜΕΔΕ) ή 20% επί του ποσού της ασφαλιστικής κατηγορίας στην οποία υπάγονται οι ασφαλισμένοι (νέοι ασφαλισμένοι ΕΤΑΑ). Ως εκ τούτου στην περίπτωση των ασφαλισμένων του ΕΦΚΑ που προέρχονται από το ΕΤΑΑ δεν έχει εφαρμογή η πρόβλεψη της παρ. 8 του άρθρου 39 για σταδιακή και ισόποση προσαρμογή του ασφαλίστρου στο 20% μέχρι την 1/1/2020. Συνεπώς, σε όλες τις περιπτώσεις το μηνιαίο ασφάλιστρο για τον κλάδο κύριας σύνταξης των αυτοαπασχολούμενων που προέρχονται από το ΕΤΑΑ διαμορφώνεται από 1/1/2017 σε 20%.

Ως προς τη βάση υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών έχουν εφαρμογή τα ως άνω αναφερόμενα για τους ασφαλισμένους που προέρχονται από τον ΟΑΕΕ.

Για το σύνολο των ασφαλισμένων του ΕΦΚΑ που υπάγονται στην ασφάλιση βάσει των σχετικών διατάξεων του κλάδου κύριας ασφάλισης του ΕΤΑΑ, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής τους στην κοινωνική ασφάλιση (παλαιοί και νέοι ασφαλισμένοι), προβλέπεται κατά τα πρώτα πέντε χρόνια από την υπαγωγή στην ασφάλιση, καταβολή μειωμένου ασφαλίστρου (14% για τα πρώτα δύο έτη ασφάλισης και 17% για τα επόμενα τρία έτη ασφάλισης) και χαμηλότερη κατώτερη βάση υπολογισμού (ίση με €410,26). Και στις δύο αυτές περιπτώσεις καταβολής μειωμένης ασφαλιστικής εισφοράς (μειωμένη βάση και χαμηλότερο ποσοστό εισφορών) εφαρμόζεται η διαδικασία καταβολής της σχετικής ασφαλιστικής οφειλής σύμφωνα με τα αναφερόμενα για τους ασφαλισμένους του ΕΦΚΑ που προέρχονται από τον ΟΑΕΕ.

Σημειώνουμε ότι στην παρ. 3 του άρθρου 39 προβλέπεται ρητά η κατάργηση των γενικών και καταστατικών διατάξεων των Τομέων του κλάδου κύριας ασφάλισης του ΕΤΑΑ που προβλέπουν την καταβολή μειωμένων ασφαλιστικών εισφορών κατά 50% για τους ασφαλισμένους του ΤΣΜΕΔΕ και του Τομέα Ασφάλισης Νομικών και κατά 40% για τους ασφαλισμένους του ΤΣΑΥ (άρθρο 4 του ν.3518/2006 (ΤΣΜΕΔΕ), άρθρο 4 παρ. 1 του ν.982/1979 σε συνδυασμό με το άρθρο 19 παρ. 4 του ν.2150/1993 (ΤΣΑΥ), άρθρο 10 παρ. 1 εδάφιο γ περίπτωση 3 του ΝΔ 4114/1960, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του ν.1090/1980, σε συνδυασμό με το άρθρο 19 παρ. 4 του ν.2150/1993 (Τομέας Ασφάλισης Νομικών).

Παράδειγμα 2

Ασφαλισμένος του ΕΦΚΑ από 1/1/2022 βάσει των καταστατικών διατάξεων του ΕΤΑΑ – ΤΣΜΕΔΕ, καταβάλλει ανά έτος ασφαλιστική εισφορά για την κύρια ασφάλιση ως εξής:

Εισφορές για το 2022 (1ο έτος ασφάλισης): Δεδομένου ότι δεν υπάρχει εισόδημα από την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος (δηλαδή το 2021), ως μηνιαίο εισόδημα λαμβάνεται το κατώτατο όριο για τους κάτω 5ετίας ασφαλισμένους, δηλαδή το ποσό των €410,26. Συνεπώς, ο ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά ύψους €57,44 (€410,26 x 14%).

Εισφορές για το 2023 (2ο έτος ασφάλισης) : Κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος (δηλαδή το 2022), το ετήσιο καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα ανέρχεται σε €3.600,00 και συνεπώς το μηνιαίο εισόδημα που υπόκειται σε ασφαλιστικές εισφορές ανέρχεται σε €300,00 (€3.600,00 / 12). Δεδομένου ότι το μηνιαίο εισόδημα υπολείπεται του κατωτάτου ορίου (€410,26), ο ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά υπολογιζόμενη επί του κατωτάτου ορίου, δηλαδή καταβάλλει μηνιαία εισφορά ύψους €57,44 (€410,26 x 14%).

Εισφορές για το 2024 (3ο έτος ασφάλισης) : Κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος (δηλαδή το 2023), το ετήσιο καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα ανέρχεται σε €4.800,00 και συνεπώς το μηνιαίο εισόδημα που υπόκειται σε ασφαλιστικές εισφορές ανέρχεται σε €400,00 (€4.800,00 / 12). Δεδομένου ότι το μηνιαίο εισόδημα υπολείπεται του κατωτάτου ορίου (€410,26), ο ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά υπολογιζόμενη επί του κατωτάτου ορίου, δηλαδή καταβάλλει μηνιαία εισφορά ύψους €69,74 (€410,26 x 17%).

Εισφορές για το 2025 (4ο έτος ασφάλισης) : Κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος (δηλαδή το 2024), το ετήσιο καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα ανέρχεται σε €6.000,00 και συνεπώς το μηνιαίο εισόδημα που υπόκειται σε ασφαλιστικές εισφορές ανέρχεται σε €500,00 (€6.000,00 / 12). Δεδομένου ότι το μηνιαίο εισόδημα υπερβαίνει το κατώτατο όριο (€410,26), ο ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά υπολογιζόμενη επί του πραγματικού εισοδήματος, δηλαδή καταβάλλει μηνιαία εισφορά ύψους €85,00 (€500,00 x 17%).

Εισφορές για το 2026 (5ο έτος ασφάλισης) : Κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος (δηλαδή το 2025), το ετήσιο καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα ανέρχεται σε €7.200,00 και συνεπώς το μηνιαίο εισόδημα που υπόκειται σε ασφαλιστικές εισφορές ανέρχεται σε €600,00 (€7.200,00 / 12). Δεδομένου ότι το μηνιαίο εισόδημα υπερβαίνει το κατώτατο όριο (€410,26), ο ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά υπολογιζόμενη επί του πραγματικού εισοδήματος, δηλαδή καταβάλλει μηνιαία εισφορά ύψους €102,00 (€600,00 x 17%).

Εισφορές για το 2027 (6ο έτος ασφάλισης) : Κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος (δηλαδή το 2026), το ετήσιο καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα ανέρχεται σε €8.400,00 και συνεπώς το μηνιαίο εισόδημα που υπόκειται σε ασφαλιστικές εισφορές ανέρχεται σε €700,00 (€7.200,00 / 12). Δεδομένου ότι το μηνιαίο εισόδημα υπερβαίνει το κατώτατο όριο (€586,08), ο ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά υπολογιζόμενη επί του πραγματικού εισοδήματος, δηλαδή καταβάλλει μηνιαία εισφορά ύψους €140,00 (€700,00 x 20%).

Το ύψος της οφειλής που προκύπτει για τον ασφαλισμένο λόγω καταβολής χαμηλότερου ασφαλίστρου και χαμηλότερου κατωτάτου ορίου κατά την πρώτη 5ετία ασφάλισης, ανέρχεται σε:
Έτος Ασφάλισης    Πραγματική Καταβληθείσα Μηνιαία Εισφορά    Προβλεπόμενη Μηνιαία Εισφορά    Μηνιαία Διαφορά
1ο έτος    €410,26 x 14% = €57,44    €586,08 x 20% = €117,22    €117,22 – €57,44 = €59,78
2οέτος    €410,26 x 14% = €57,44    €586,08 x 20% = €117,22    €117,22 – €57,44 = €59,78
3οέτος    €410,26 x 17% = €69,74    €586,08 x 20% = €117,22    €117,22 – €69,74 = €47,48
4οέτος    €500,00 x 17% = €85,00    €586,08 x 20% = €117,22    €117,22 – €85,00 = €32,22
5ο έτος    €600,00 x 17% = €102,00    €600,00 x 20% = €120,00    €120,00 – €102,00 = €18,00

Συνολικά ο ασφαλισμένος οφείλει να καταβάλλει μέχρι τη συμπλήρωση 15 ετών ασφάλισης το ποσό των €2.607,12 (αφού αναπροσαρμοστεί επιμέρους κατά την ετήσια μεταβολή μισθών), επιμεριζόμενο σε πέντε δόσεις.

2. Μεταβατικές Ρυθμίσεις από 1/1/2017 έως 31/12/2020

Με τις ρυθμίσεις του άρθρου 98 του ν.4387/2016, για το χρονικό διάστημα από 1/1/2017 έως 31/12/2020, οι ασφαλισμένοι του ΕΦΚΑ προερχόμενοι από το ΕΤΑΑ που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 39 του ν.4387/2016 (ελεύθεροι επαγγελματίες), ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην ασφάλιση (παλαιοί και νέοι ασφαλισμένοι), ασφαλισμένοι άνω 5ετίας, δικαιούνται μείωση της καταβαλλόμενης ασφαλιστικής τους εισφοράς, σύμφωνα με τον Πίνακα που ακολουθεί:
Εισόδημα από    έως    %
προσαρμογής    Εισόδημα από    έως    %
προσαρμογής
0,00    7.033,00    0,00%    35.000,01    36.000,00    27,00%
7.033,01    13.000,00    50,00%    36.000,01    37.000,00    26,00%
13.000,01    14.000,00    49,00%    37.000,01    38.000,00    25,00%
14.000,01    15.000,00    48,00%    38.000,01    39.000,00    24,00%
15.000,01    16.000,00    47,00%    39.000,01    40.000,00    23,00%
16.000,01    17.000,00    46,00%    40.000,01    41.000,00    22,00%
17.000,01    18.000,00    45,00%    41.000,01    42.000,00    21,00%
18.000,01    19.000,00    44,00%    42.000,01    43.000,00    20,00%
19.000,01    20.000,00    43,00%    43.000,01    44.000,00    19,00%
20.000,01    21.000,00    42,00%    44.000,01    45.000,00    18,00%
21.000,01    22.000,00    41,00%    45.000,01    46.000,00    17,00%
22.000,01    23.000,00    40,00%    46.000,01    47.000,00    16,00%
23.000,01    24.000,00    39,00%    47.000,01    48.000,00    15,00%
24.000,01    25.000,00    38,00%    48.000,01    49.000,00    14,00%
25.000,01    26.000,00    37,00%    49.000,01    50.000,00    13,00%
26.000,01    27.000,00    36,00%    50.000,01    51.000,00    12,00%
27.000,01    28.000,00    35,00%    51.000,01    52.000,00    11,00%
28.000,01    29.000,00    34,00%    52.000,01    53.000,00    10,00%
29.000,01    30.000,00    33,00%    53.000,01    54.000,00    9,00%
30.000,01    31.000,00    32,00%    54.000,01    55.000,00    8,00%
31.000,01    32.000,00    31,00%    55.000,01    56.000,00    7,00%
32.000,01    33.000,00    30,00%    56.000,01    57.000,00    6,00%
33.000,01    34.000,00    29,00%    57.000,01    58.000,00    5,00%
34.000,01    35.000,00    28,00%    58.000,01        0,00%

Σε κάθε περίπτωση το ποσό της ασφαλιστικής εισφοράς που προκύπτει μετά την εφαρμογή της δικαιούμενης σύμφωνα με τα ανωτέρω μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών δεν μπορεί να υπολείπεται της εισφοράς που προκύπτει σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παρ. 3 του άρθρου 39 του ν.4387/2016 (κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος ίσο με τον βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών).

Οι ως άνω ασφαλισμένοι που δεν έχουν συμπληρώσει την πρώτη 5ετία ασφάλισης δικαιούνται μείωση της ασφαλιστικής τους εισφοράς εφόσον το ετήσιο καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος υπερβαίνει το ποσό των €4.922,01. Ειδικότερα, για μηνιαίο εισόδημα που υπόκειται σε ασφαλιστικές εισφορές από €0,00 έως €4.922,00 δεν προβλέπεται μείωση της ασφαλιστικής εισφοράς, ενώ για εισόδημα από €4.922,01 έως €13.000,00 προβλέπεται μείωση της ασφαλιστικής εισφοράς κατά 50%. Για εισοδήματα άνω των €13.000,00 εφαρμόζονται τα ποσοστά μείωσης που αναφέρονται στον ανωτέρω Πίνακα.

Και για την εν λόγω κατηγορία ασφαλισμένων το ποσό της ασφαλιστικής εισφοράς που προκύπτει μετά την εφαρμογή της δικαιούμενης σύμφωνα με τα ανωτέρω μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών δεν μπορεί να υπολείπεται της εισφοράς που προκύπτει σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παρ. 3 του άρθρου 39 του ν.4387/2016 (κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος ίσο με το 70% του βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών και ασφάλιστρο 14% ή 17%).

Επισημαίνεται ότι η μείωση στο ύψος της ασφαλιστικής εισφοράς που προκύπτει για τους ασφαλισμένους κάτω 5ετίας, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 98 του ν.4387/2016, δεν αποτελεί ασφαλιστική οφειλή του ασφαλισμένου και ως εκ τούτου δεν καταβάλλεται μεταγενέστερα η διαφορά από τον ασφαλισμένο.

Τα ανωτέρω εφαρμόζονται για τους λοιπούς κλάδους ασφάλισης (επικουρική ασφάλιση, πρόνοια, ασθένεια).

Παράδειγμα 3

Ασφαλισμένος του ΕΦΚΑ, προερχόμενος από το ΕΤΑΑ, άνω 5ετίας, που απασχολείται ως ελεύθερος επαγγελματίας, και συνεπώς εμπίπτει στις ρυθμίσεις του άρθρου 39 του ν.4387/2016, με ετήσιο εισόδημα με βάση το προηγούμενο φορολογικό έτος ύψους €18.000,00 καταβάλλει, την εξής μηνιαία εισφορά:

Ετήσιο Εισόδημα : €18.000,00
Μηνιαίο Εισόδημα : €1.500,00 (€18.000,00 / 12)
Μηνιαία Εισφορά : €300,00 (€1.500,00 x 20%)
Ποσό
Κλίμακες Εισοδήματος    Ποσό εισοδήματος που υπόκειται σε μείωση    μηνιαίας εισφοράς ανά εισοδηματική κλίμακα    Δικαιούμενη μείωση    Μηνιαία εισφορά μετά την μείωση
0,00 – 7.033,00        €117,22    0% (€0,00)    €117,22
7.033,01 – 13.000,00    5.966,99    €99,45    50% (€49,73)    €49,72
13.000,01 – 14.000,00    999,99    €16,67    49% (€8,17)    €8,50
14.000,01 – 15.000,01    999,99    €16,67    48% (€8,00)    €8,67
15.000,01 – 16.000,00    999,99    €16,67    47% (€7,83)    €8,84

16.000,01 – 17.000,00    999,99    €16,67    46% (€7,67)    €9,00
17.000,01 – 18.000,00    999,99    €16,67    45% (€7,50)    €9,17

Συνεπώς, μετά την εφαρμογή των μειώσεων του άρθρου 98 του ν.4387/2016 ο σφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά ύψους €211,12.

3. Εφαρμογή των ρυθμίσεων του άρθρου 39 του ν.4387/2016 σε υγειονομικούς που αμείβονται κατά πράξη και περίπτωση και σε δικηγόρους σε αναστολή

Με το προγενέστερο καθεστώς οι ασφαλισμένοι του ΤΣΑΥ που ασκούν το επάγγελμα αμειβόμενοι κατά πράξη και περίπτωση κατέβαλαν την προβλεπόμενη για τους ελεύθερους επαγγελματίες εισφορά ασφαλισμένου, όμως οι εργοδότες που τους απασχολούσαν υποχρεούνταν να καταβάλλουν στον ασφαλιστικό φορέα την προβλεπόμενη εργοδοτική εισφορά (άρθρο 12 παρ. 2 του ν.2556/1997). Από 1/1/2017 η εν λόγω κατηγορία υγειονομικών καταβάλλει ασφαλιστικές εισφορές σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 39 του ν.4387/2016, συνεπώς η ασφαλιστική εισφορά του ασφαλισμένου υπολογίζεται με βάση το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα του προηγούμενου φορολογικού έτους, ενώ δεν καταβάλλεται εργοδοτική εισφορά.

Αντίστοιχα, για τους δικηγόρους που βρίσκονται σε αναστολή άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 παρ. 1β του Ν.Δ.4114/1960 σε συνδυασμό με το π.δ. 125/1993, προβλεπόταν η καταβολή μηνιαίας εισφοράς ύψους 4% επί του καταβαλλόμενου κατά μήνα βασικού μισθού, ενώ η ως άνω μηνιαία εισφορά δεν μπορεί να είναι μικρότερη της μηνιαίας εισφοράς του ελεύθερου επαγγελματία ή ανώτερη του διπλάσιου αυτής (για τους παλαιούς ασφαλισμένους). Από 1/1/2017 η εν λόγω κατηγορία ασφαλισμένων του ΕΦΚΑ καταβάλλει εισφορές σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 39 του ν.4387/2016 για τους αυτοαπασχολούμενους. Συνεπώς, τα εν λόγω πρόσωπα καταβάλλουν μηνιαία εισφορά υπολογιζόμενη επί του κατωτάτου μηνιαίου εισοδήματος, δηλαδή επί του ποσού των €586,08, δεδομένου ότι δεν προκύπτει εισόδημα από την άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας (ελεύθερου επαγγελματία). Σημειώνουμε ότι για την εν λόγω κατηγορία ασφαλισμένων δεν προβλέπεται μικρότερο κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος για τους ασφαλισμένους κάτω 5ετίας.

4. Κατάργηση λοιπών ασφαλιστικών εισφορών του Τομέα Ασφάλισης Νομικών και του ΤΣΑΥ

Σύμφωνα με την παρ. 10 του άρθρου 39, από 1/7/2016 καταργούνται οι διατάξεις του άρθρου 10 του Ν.Δ. 4114/1960, όπως ισχύουν, που προβλέπουν την καταβολή ασφαλιστικών εισφορών υπέρ του Τομέα Ασφάλισης Νομικών του ΕΤΑΑ μέσω της επικόλλησης ενσήμων από δικηγόρους, συμβολαιογράφους, δικαστικούς επιμελητές και υποθηκοφύλακες, καθώς και οι ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλονται από συμβολαιογράφους επί των δικαιωμάτων τους από τη σύνταξη συμβολαίων και πράξεων.

Όσον αφορά στις προβλεπόμενες από το άρθρο 10 του Ν.Δ. 4114/1960 ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλονται από τους ασφαλισμένους του Τομέα Ασφάλισης Νομικών του ΕΤΑΑ για το διορισμό τους σε έμμισθη υπηρεσία ή σε θέση άμισθου ασφαλισμένου ή για την προαγωγή δικηγόρου στο Εφετείο ή τον Άρειο Πάγο (παρ. 1 εδάφιο δ, ζ και θ αντίστοιχα), οι εν λόγω εισφορές καταργούνται από 1/1/2017 και την εισαγωγή του νέου τρόπου καθορισμού των ασφαλιστικών εισφορών των εν λόγω ασφαλισμένων βάσει των άρθρων 38 και 39 του ν.4387/2016.

Αντίστοιχα καταργούνται από 1/1/2017 και οι ρυθμίσεις της παρ. 8 του άρθρου 10 του Ν.Δ. 4114/1960, όπως προστέθηκε με το άρθρο 13 του ν.1512/1985, που προβλέπουν την καταβολή εισφοράς επί της συνολικής αμοιβής του δικηγόρου.

Επίσης, από 1/1/2017 καταργείται η προβλεπόμενη από το άρθρο 6 παρ. 1 του Ν.Δ. 3348/1955 εισφορά υπέρ ΤΣΑΥ (δικαίωμα εγγραφής).

5. Εισφορά δικηγόρων επί του γραμματίου προείσπραξης

Σύμφωνα με την παρ. 11 του άρθρου 39, από 1/1/2017 οι δικηγόροι καταβάλλουν υπέρ του ΕΦΚΑ εισφορά ύψους 20% επί της ελάχιστης αμοιβής ανά δικηγορική πράξη ή παράσταση για την οποία προβλέπεται η έκδοση γραμματίου προείσπραξης. Τα ποσά που έχουν καταβληθεί σύμφωνα με τα ανωτέρω αφαιρούνται από την εισφορά που οφείλει να καταβάλλει ο δικηγόρος, και για το λόγο αυτό ο οικείος δικηγορικός σύλλογος αποστέλλει στον ΕΦΚΑ σχετική συγκεντρωτική κατάσταση ανά δικηγόρο.

6. Κατάργηση κοινωνικών πόρων

Με τις διατάξεις της παρ. 14 του άρθρου 39, όπως αυτή προστέθηκε με το άρθρο δεύτερο παρ. 6α του ν.4393/2016, προβλέπεται η κατάργηση των υφιστάμενων κατά την έναρξη ισχύος του ν.4387/2016 κοινωνικών πόρων του ΤΣΜΕΔΕ και του Τομέα Ασφάλισης Νομικών του ΕΤΑΑ, από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του ν.4387/2016.

Ειδικότερα, προβλέπεται η κατάργηση των κοινωνικών πόρων του ΤΣΜΕΔΕ που προβλέπονται :

α) από το άρθρο 7 παρ. 1 περίπτωση β1 του α.ν.2326/1940, όπως προστέθηκε με το άρθρο 27 παρ 34 του ν.2166/1993 (εισφορά 6%ο επί παντός λογαριασμού για έργα εκτελούμενα από το Δημόσιο κ.λπ.)

β) από το άρθρο 7 παρ. 1 περίπτωση ε’ του α.ν. 2326/1940, όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 10 του ν.915/1979 (2% επί της αμοιβής μελέτης – επίβλεψης για έκδοση οικοδομικών αδειών, τοπογραφικών και μελετών ή επιβλέψεων του Δημοσίου κ.λπ.)

γ) από το άρθρο 7 παρ. 1 περίπτωση ιγ του α.ν.2326/1940, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 11 του ν.915/1979 (2% επί της αμοιβής μελέτης – επίβλεψης μηχανολόγων – μηχανικών, για άδεια λειτουργίας εργοστασίων, υποσταθμών κ.λπ.)

δ) από το άρθρο 7 παρ. 1 περίπτωση ιη του α.ν.2326/1940, όπως προστέθηκε με το άρθρο 12 του ν.915/1979 (2% επί των καθαρών τεκμαρτών κερδών που προέρχονται από την είσπραξη λογαριασμών για την εκτέλεση έργων).

Όσον αφορά στον Τομέα Ασφάλισης Νομικών, καταργούνται οι κοινωνικοί πόροι που περιλαμβάνονται στο άρθρο 150 παρ. 1 του ν.3655/2008, και συγκεκριμένα:

α) δικαιώματα από δημοσιεύεις καταστατικών εταιρειών ή τροποποιήσεις αυτών : 0,5% στο ποσό του κεφαλαίου κάθε εμπορικής εταιρείας που συνίσταται εκτός ΑΕ και ΕΠΕ (άρθρο 10 παρ. 1 εδάφιο ιστ υπεδάφιο ββ του Ν.Δ. 4114/1960, όπως ισχύει)

β) δικαιώματα από μεταγραφές : 0,25% στην αξία του αντικειμένου για την μεταγραφή κάθε πράξης μεταβίβασης ακινήτου ή εμπράγματου δικαιώματος επί ακινήτου (άρθρο 10 παρ.1 εδάφιο ιη του Ν.Δ. 4114/1960, άρθρο 7 παρ.1 του Ν.Δ. 3842/1958)

γ) δικαιώματα στις εισπραττόμενες από το Δημόσιο χρηματικές ποινές και μετατροπής ποινών εκ ποσοστού 4,5% (άρθρο 10 παρ.1 εδάφιο κγ του Ν.Δ. 4114/1960, άρθρο 24 παρ.2 του ν.2145/1993)

δ) ποσοστό 20% στο δικαστικό ένσημο (άρθρο 10 παρ.1 εδάφιο ιε του Ν.Δ. 4114/1960, άρθρο πρώτο παρ. ΙΓ.1 περίπτωση 6 του ν.4093/2012 και άρθρο 40 παρ.6 του ν.4111/2013)

ε) 10% επί μεταβίβασης ακινήτων (άρθρο 10 παρ.1 εδάφιο ιστ περίπτωση εε του Ν.Δ. 4114/1960, άρθρο 14 παρ.2 του ν.1515/85)

στ) δικαιώματα σε συμβολαιογραφικές πράξεις (πλην εκείνων που αφορούν μεταβιβάσεις ακινήτων από επαχθή αιτία) σε ποσοστά 1,3%, 0,325% και 0,65% κατά περίπτωση, στην αξία του αντικειμένου κάθε σύμβασης (άρθρο 10 παρ.1 εδάφιο ιστ υπεδάφιο αα του Ν.Δ. 4114/1960, άρθρο 14 παρ.1 του ν.1512/1985) ζ) δικαιώματα στις μεταβιβάσεις ακινήτων που υπόκεινται σε ΦΠΑ σε ποσοστό 4% (άρθρο 39 του ν.3942/2006)

Όσον αφορά στο ΤΣΑΥ, καταργείται η αναφερόμενη στο άρθρο 18 παρ. 2 του ν.3232/2004 προμήθεια ύψους 3% επί της εισφοράς υπέρ του Π.Φ.Σ., η οποία είχε εξαιρεθεί από τους αναφερόμενους στο άρθρο 59 του ν.2084/1992 κοινωνικούς πόρους.

Σημειώνουμε ότι ο προβλεπόμενος από το άρθρο 7 παρ. 1 περίπτωση β του α.ν. 2326/1940 κοινωνικός πόρος του ΤΣΜΕΔΕ (1% επί παντός ανεξαιρέτως λογαριασμού πληρωμής εργολάβου), έχει ήδη καταργηθεί με τις ρυθμίσεις του άρθρου πρώτου, παράγραφος ΙΑ, υποπαράγραφος ΙΑ.3, περίπτωση 2Α, υποπερίπτωση ιθ του ν.4254/2014.

Γ. Εισφορές αυτοαπασχολούμενων προερχόμενων από τον ΟΓΑ

1) Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού επέρχονται από 1/1/2017 ουσιαστικές αλλαγές στο ύψος και τον τρόπο υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών των προσώπων που με βάση τις γενικές, ειδικές ή καταστατικές διατάξεις του ΟΓΑ υπάγονταν μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου 4387/2016 ως αυτοαπασχολούμενοι στην ασφάλιση του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών του ΟΓΑ ή θα υπάγονται σε αυτόν μετά και την αυτοδίκαια ένταξή του στον ΕΦΚΑ, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 51 και 53 του ν.4387/2016.

Στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 40 υπάγονται:

Οι αυτοτελώς απασχολούμενοι στην αγροτική οικονομία, για τους οποίους βάσει των γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων του ΟΓΑ, όπως ίσχυαν μέχρι την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016 προκύπτει υποχρέωση υπαγωγής στην ασφάλιση. Ειδικότερα υπάγονται:

– οι αγρότες, κτηνοτρόφοι, πτηνοτρόφοι, μελισσοκόμοι, αλιείς κ.λ.π.
– όσοι σύμφωνα με τις γενικές ή ειδικές καταστατικές διατάξεις του ΟΓΑ όπως ίσχυαν μέχρι την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016 υπάγονταν ή θα υπάγονται στην ασφάλιση του ΟΓΑ με εισοδηματικά ή πληθυσμιακά κριτήρια.
– οι κατά κύριο επάγγελμα τουλάχιστον για μια 5ετία αγρότες, όπως ορίζονται από το Μητρώο Αγροτών, καθώς και τα φυσικά πρόσωπα που εντάσσονται σε επιδοτούμενα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης νέων γεωργών, που εγκαθιστούν φωτοβολταϊκά συστήματα συνολικής ισχύος μέχρι 100kw.
– οι απασχολούμενοι στην αγροτική οικονομία, πρώην ασφαλισμένοι του ΟΓΑ που έχουν ενταχθεί στα επενδυτικά προγράμματα για την αγροτική ανάπτυξη, όπως αυτά του αγροτουρισμού και της αγροβιοτεχνίας, στο πλαίσιο κανονισμών της ΕΕ και χρηματοδοτούνται για τον σκοπό αυτό.
– οι κατά κύριο επάγγελμα αγρότες και αγρότισσες που είναι παράλληλα και μέλη Αγροτικών Συνεταιρισμών καθώς και οι αγρεργάτες που απασχολούνται σε παραγωγούς αγροτικών προϊόντων και ως λιανοπωλητές σε λαϊκές αγορές.
– ο/η σύζυγος και τα ενήλικα τέκνα οικογένειας, σε περίπτωση οικογενειακής αγροτικής εκμετάλλευσης. Επίσης, τα μέλη οικογενειών αλιέων, κατόχων αλιευτικού σκάφους.
– οι μοναχοί/ες που απασχολούνται σε αγροτικές εργασίες, οποίοι έχουν υπαχθεί ή θα υπαχθούν προαιρετικά στην ασφάλιση.
– οι ασφαλισμένοι οι οποίοι, σύμφωνα με τις γενικές, ειδικές ή καταστατικές διατάξεις, όπως ίσχυαν μέχρι την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016 υπάγονταν ή θα υπάγονται στον Κλάδο Κύριας Ασφάλισης Αγροτών του ΟΓΑ και οι οποίοι απασχολούνται εποχικά για χρονικό διάστημα μέχρι 150 ημέρες ετησίως σε επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις, οι οποίες μεταποιούν, τυποποιούν και διακινούν προϊόντα εδάφους, κτηνοτροφίας, αλιείας, δασοπονίας, θηραματοπονίας, και κάθε είδους εκτροφών, οι οποίοι συνεχίζουν να ασφαλίζονται ως αυτοτελώς απασχολούμενοι αγρότες για τη συγκεκριμένη απασχόλησή τους εξαιρούμενοι της ασφάλισής τους ως μισθωτοί.
– όσοι έχουν παύσει την γεωργική τους δραστηριότητας κατ’ εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1096/88 του Συμβουλίου της 25ης Απριλίου 1988 σχετικά με την καθιέρωση κοινοτικού καθεστώτος για την ενθάρρυνση της παύσης γεωργικής δραστηριότητας, όπου οι εντασσόμενοι στο μέτρο αυτό αγρότες και οι σύζυγοί τους, συνεχίζουν και μετά τη λήξη του μέτρου και μέχρι τη συμπλήρωση και του 67ου έτους της ηλικίας τους, να λογίζονται ως ενεργοί αγρότες σε ότι αφορά τα ασφαλιστικά τους δικαιώματα και την ιατροφαρμακευτική τους περίθαλψη. Επισημαίνεται ότι τα ανωτέρω ισχύουν ακόμα και σε περίπτωση που το μέτρο λήξει πριν τη συμπλήρωση του 67ου έτους ηλικίας των εντασσόμενων σε αυτό.

Στο άρθρο 40 δεν εντάσσονται:

– Οι ιδιοκτήτες τουριστικών καταλυμάτων των παρ. 1 και 2 του άρθρου 2 του ν.2160/1993 και του πδ.33/1979 όπως ισχύουν, και γενικά όλων των κύριων και μη κύριων καταλυμάτων με σήμα λειτουργίας του ΕΟΤ, δυναμικότητας έως και 5 δωματίων, σε ολόκληρη την Επικράτεια, καθώς και τουριστικών καταλυμάτων από 6 έως 10 δωματίων, που είναι παράλληλα εγγεγραμμένοι στο Μητρώο Αγροτών και Αγροτικών Εκμεταλλεύσεων με βάση τα οριζόμενα στο άρθρο 58 του ν.4144/2013. Τα πρόσωπα αυτά, λόγω της εξαίρεσής τους από την ασφάλιση στον ΟΓΑ, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 1 του ν.4425/2016, υπάγονται από 1-1-2017 στα προβλεπόμενα στο άρθρο 39 του ν.4387/2016.
– Οι μισθωτοί – ανειδίκευτοι εργάτες, μετακλητοί πολίτες τρίτων χωρών οι οποίοι υπήχθησαν στην ασφάλιση του ΟΓΑ από 1-1-2004, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρ.7 του ν.3232/2004, όπως αντικαταστάθηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 52 του ν.3518/2006. Τα πρόσωπα αυτά, από 1-1-2017 καταβάλλουν μηνιαία ασφαλιστική εισφορά για τον κλάδο σύνταξης ως μισθωτοί, εφαρμοζομένων αναλόγως των σχετικών διατάξεων για τους ασφαλισμένους μισθωτούς που προέρχονται από το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ. Το ποσοστό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς εργοδότη-ασφαλισμένου, διαμορφώνεται ισόποσα και σταδιακά από 1 -1-2017 και έως 31-12-2019 ώστε από 1-1-2020 να έχει διαμορφωθεί στο ύψος του άρθρου 38 του νόμου 4387/2016 που αφορά τις εισφορές των μισθωτών. Κατηγορίες που εντάσσονται στην προαναφερόμενη περίπτωση:

Α) Μισθωτοί ανειδίκευτοι εργάτες : Εργάτες ζωϊκής παραγωγής (βουστάσια, χοιροτροφικές μονάδες, πτηνοτροφεία, εκτροφεία γουνοφόρων ζώων, εκμετάλλευση αιγοπροβάτων κ.λ.π).
Εργάτες φυτικής παραγωγής: (Μανιτάρια, φύκια κ.λ.π), Αλιεργάτες, Εργάτες ιχθυοκαλλιέργειας. Δύτες στον πρωτογενή αγροτικό τομέα, όπως ορίζεται με τις διατάξεις του άρθρου 52 του ν.3518/2006.

Β) Μετακλητοί πολίτες τρίτων χωρών: Πολίτες τρίτων χωρών που σύμφωνα με το ν.4251/2014 προσκαλούνται από εργοδότες με σκοπό την απασχόληση σε αγροτικές εργασίες για ορισμένο χρονικό διάστημα.

2. α) Βάση υπολογισμού εισφοράς υπαγόμενων στην ασφάλιση του άρθρου 40

Η εισφορά καταβάλλεται επί του εισοδήματός, όπως αυτό καθορίζεται με βάση το καθαρό φορολογητέο εισόδημα από την ασκούμενη αγροτική δραστηριότητα καθώς και κάθε άλλη δραστηριότητα που υπάγεται στην ασφάλιση του ΟΓΑ, κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος.

Κατώτατο μηνιαίο ασφαλιστέο εισόδημα (εδάφιο δεύτερο περίπτωσης β της παραγράφου 2 του άρθρου 40)

Ως κατώτατο μηνιαίο ασφαλιστέο εισόδημα για τον υπολογισμό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς ορίζεται το ποσό που αναλογεί στο 70 % του εκάστοτε προβλεπομένου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών. (586,08 Χ70% = 410, 26 Ευρώ.)

Ανώτατο μηνιαίο ασφαλιστέο εισόδημα (εδάφιο τρίτο περίπτωσης β της παραγράφου 2 του άρθρου 40)

Ως ανώτατο όριο μηνιαίου ασφαλιστέου εισοδήματος για τον υπολογισμό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς αποτελεί το 10πλάσιο του ποσού που αντιστοιχεί στο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών. (σήμερα 586,08 x 10 = 5860,80 Ευρώ)

Οικογενειακή αγροτική εκμετάλλευση

Στην περίπτωση οικογενειακής αγροτικής εκμετάλλευσης στην οποία απασχολείται ο/η σύζυγος και τα ενήλικα τέκνα, ως φορολογητέο εισόδημα του καθενός από αυτούς λαμβάνεται υπόψη το κατώτατο ασφαλιστέο εισόδημα όπως ορίζεται στην παράγραφο 2 περίπτωση β του άρθρου 40 του κοινοποιούμενου άρθρου (δηλ. 70 % του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, ήτοι σήμερα 410,26 Ευρώ).

Σε περίπτωση όμως που το ετήσιο φορολογητέο εισόδημα (δηλ. το συνολικό εισόδημα όλων των μελών της εκμετάλλευσης) είναι μεγαλύτερο από το γινόμενο του αριθμού των μελών της εκμετάλλευσης επί την ελάχιστη βάση υπολογισμού, αναγόμενη σε ετήσια βάση (δηλ. αριθμός μελών Χ το 70 % του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών Χ 12 ) τότε η εισφορά ισούται για όλα τα μέλη της εκμετάλλευσης με το πηλίκο της διαίρεσης του συνολικού φορολογητέου εισοδήματος δια του αριθμού των μελών.

β) Ποσοστό εισφοράς

Ορίζεται μηνιαία ασφαλιστική εισφορά ύψους 20 % επί της ανωτέρω βάσης υπολογισμού από 1-1-2022. Μέχρι την ημερομηνία αυτή υφίσταται μεταβατικό στάδιο ως εξής :

– Από 1-7-2015 έως και 31-12-2016 το ύψος της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς του κλάδου κύριας σύνταξης αυξάνεται κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες και διαμορφώνεται στο 10 % επί των υφιστάμενων κατά την δημοσίευση του νόμου ασφαλιστικών κατηγοριών. (περίπτωση α της παρ. 2)
– Από 1-1-2017 και εφεξής οι υφιστάμενες ασφαλιστικές κατηγορίες καταργούνται και το ποσοστό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς υπολογίζεται πλέον ως ποσοστό επί του φορολογητέου εισοδήματος, αναγόμενο σε μηνιαία βάση δηλ. επί του καθαρού φορολογητέου εισοδήματος από την ασκούμενη αγροτική δραστηριότητα καθώς και κάθε άλλη δραστηριότητα που υπάγεται στην ασφάλιση του ΟΓΑ κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος δια του 12. (πρώτο εδάφιο της περίπτ. β της παρ. 2).
– Από 1-1-2017 έως και 31-12-2017 το ποσοστό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς διαμορφώνεται σε 14 % επί του φορολογητέου εισοδήματος.
– Από 1-1-2018 έως και 31-12-2018 το ανωτέρω ποσοστό διαμορφώνεται σε 16 % .
– Από 1-1-2019 έως και 31-12-2019 το ανωτέρω ποσοστό διαμορφώνεται σε 18 %.
– Από 1-1-2020 έως και 31-12-2020 το ανωτέρω ποσοστό διαμορφώνεται σε 19 % .
– Από 1-1-2021 έως και 31-12-2021 το ανωτέρω ποσοστό διαμορφώνεται σε 19,5 % .
– Από 1-1-2022 και εντεύθεν το ανωτέρω ποσοστό διαμορφώνεται στο τελικό 20 % .

3) Ασφαλιστικές εισφορές Λογαριασμού Αγροτικής Εστίας (παρ. 10)

Όπως προβλέπεται στην παρ.10 του άρθρου 40 του ν. 4387/2016, οι ασφαλισμένοι του ιδίου άρθρου στο Λογαριασμό Αγροτικής Εστίας του ΟΓΑ, θα καταβάλλουν από 1-1-2017 εισφορά υπέρ του Λογαριασμού, καταργούμενης της Κρατικής Επιχορήγησης. Η εισφορά βαρύνει τον ασφαλισμένο και συνεισπράττεται με τις εισφορές για τον Κλάδο Κύριας Σύνταξης και Λοιπών Παροχών του ΕΦΚΑ. Το ποσοστό της εισφοράς ορίζεται σε ποσοστό 0,25 % επί του ασφαλιστέου εισοδήματος όπως ορίζεται στην παρ. 2 του άρθρου 40 του ανωτέρω νόμου.

Α. Εισφορά υπέρ του Ειδικού Λογαριασμού Ανεργίας του ΟΑΕΑ

Με τις ρυθμίσεις του άρθρου 44 παρ. 2 του ν.3986/2011, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 50 του ν.4144/2013, συστάθηκε στον ΟΑΕΔ ο Ειδικός Λογαριασμός Ανεργίας υπέρ των Αυτοτελώς και Ανεξάρτητα Απασχολούμενων, για την χρηματοδότηση του οποίου οι ασφαλισμένοι του ΟΑΕΕ και του ΕΤΑΑ (ελεύθεροι επαγγελματίες) καταβάλλουν μηνιαία εισφορά ύψους €10,00.

Σύμφωνα με την παρ. 12 του άρθρου 39, η ανωτέρω εισφορά εξακολουθεί να συνεισπράττεται και μετά την 1/1/2017 από τον ΕΦΚΑ με τις ασφαλιστικές εισφορές και να αποδίδεται στον ΟΑΕΔ.

Ε. Καταβολή Μειωμένων Ασφαλιστικών Εισφορών

Πέραν των προβλεπόμενων μειώσεων στις ασφαλιστικές εισφορές για τους ασφαλισμένους κάτω 5ετίας (προερχόμενους από τον ΟΑΕΕ και το ΕΤΑΑ), δικαίωμα καταβολής μειωμένων ασφαλιστικών εισφορών προβλέπεται και στις εξής περιπτώσεις:

α) σύμφωνα με την παρ. 13 του άρθρου 39, όσοι ασφαλισμένοι συμπληρώνουν 40 χρόνια ασφάλισης, μπορούν, με αίτησή τους, να καταβάλλουν μειωμένη κατά 50% ασφαλιστική εισφορά, παραιτούμενοι όμως από την προσαύξηση της σύνταξής τους για τα επόμενα έτη ασφάλισης (αφορά ασφαλισμένους προερχόμενους από τον ΟΑΕΕ και το ΕΤΑΑ).

β) καταβολή μειωμένων κατά 50% ασφαλιστικών εισφορών για γυναίκες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 141 παρ. 2 του ν.3655/2008 κατά το πρώτο δωδεκάμηνο απασχόλησης που ακολουθεί τον μήνα του τοκετού.

Επισημαίνεται ότι η ανωτέρω μείωση αφορά και γυναίκες προερχόμενες από τον ΟΓΑ, και ως εκ τούτου καταργούνται οι ειδικές ρυθμίσεις του άρθρου 2 παρ. 7 του ν.3227/2004.

ΣΤ. Εφαρμογή των ρυθμίσεων του άρθρου 39 του ν.4387/2016 από 1/1/2017

Όπως προαναφέρθηκε, βάση υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών από 1/1/2017 αποτελεί το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος. Συνεπώς, για τις ασφαλιστικές εισφορές του 2017 λαμβάνεται το εισόδημα που αποκτήθηκε από τον ασφαλισμένο κατά το έτος 2016.

Έως ότου καταστεί ευχερής η έγκαιρη χρήση των εισοδημάτων του προηγούμενου φορολογικού έτους, η βάση υπολογισμού των πάσης φύσεως ασφαλιστικών εισφορών προκύπτει από το πιο πρόσφατο εκκαθαρισμένο φορολογικό έτος.

Σημειώνουμε ότι με τις διατάξεις του άρθρου 59 του ν.4445/2016, δίνεται η δυνατότητα στους ελεύθερους επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενους και αγρότες να προχωρήσουν από 1/1/2017 σε μερική καταβολή του ποσού των ασφαλιστικών τους εισφορών. Το ποσό των ασφαλιστικών εισφορών των ανωτέρω προσώπων που δεν καταβάλλεται βάσει των άρθρων 39 και 40 του ν.4387/2016, κατά το χρόνο λήξης της προθεσμίας πληρωμής των μηνιαίων ασφαλιστικών εισφορών επιβαρύνεται με τις νόμιμες προσαυξήσεις και τόκους. Σε περίπτωση που κατά το χρόνο λήξης της προθεσμίας πληρωμής των μηνιαίων ασφαλιστικών εισφορών καταβληθεί ποσό μεγαλύτερο από το ποσό που απαιτείται, το επιπλέον ποσό μεταφέρεται ως πιστωμένο και συμψηφίζεται με τις ασφαλιστικές εισφορές του επόμενου χρονικού διαστήματος.

Ζ. Καθορισμός λεπτομερειών με Υπουργική Απόφαση

Σημειώνουμε ότι για ειδικότερα θέματα που αφορούν στους κανόνες προσδιορισμού της βάσης υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών ανά επαγγελματική δραστηριότητα, καθώς και στον τρόπο είσπραξης των ασφαλιστικών εισφορών, προβλέπεται η έκδοση σχετικών Υπουργικών Αποφάσεων.

Τέλος επισημαίνεται ότι τα ανωτέρω αφορούν περιπτώσεις άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας ή δραστηριοτήτων, για τις οποίες προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης σε έναν από τους εντασσόμενους στον ΕΦΚΑ φορείς. Για τις περιπτώσεις υποχρεωτικής ασφάλισης σε περισσότερους του ενός εντασσόμενους φορείς θα επακολουθήσουν νεότερες οδηγίες.

Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΚΑΙ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΑΝΕΡΓΩΝ 29-64 ΕΤΩΝ ΣΕ ΚΛΑΔΟΥΣ ΑΙΧΜΗΣ

Προσοχή η προθεσμία υποβολής της ηλεκτρονικής αίτησης συμμετοχής των ωφελουμένων  είναι η 30 Δεκεμβρίου 2016

Εδώ μπορείτε να κάνετε την αίτηση σας , σαν ωφελούμενοι

Οι επιχειρήσεις θα κάνουν τις αιτήσεις στους στα αντίστοιχα ΚΕΚ

Ειδικότερα, στο πλαίσιο της δράσης θα υλοποιηθεί μία δέσμη παρεμβάσεων η οποία θα περιλαμβάνει:

  • Πρόγραμμα θεωρητικής κατάρτισης εκατόν είκοσι (120) ωρών σε ειδικότητα ενός από τους κλάδους αιχμής που παρουσιάζονται στον πίνακα 3. της παρούσας.
  • Συμβουλευτική υποστήριξη με στόχους: α) την επιλογή του προγράμματος κατάρτισης που θα παρακολουθήσουν οι ωφελούμενοι με βάση το εκπαιδευτικό και επαγγελματικό τους προφίλ, τις δεξιότητες και τα ενδιαφέροντά τους β) την κατάλληλη σύζευξη του προφίλ των ωφελουμένων με διαθέσιμες θέσεις πρακτικής στις συνεργαζόμενες επιχειρήσεις γ) την προετοιμασία των ανέργων για την μετάβασή τους στο εργασιακό περιβάλλον της επιχείρησης πρακτικής άσκησης αλλά και ευρύτερα στην αγορά εργασίας και της ένταξης / επανένταξής τους σε αυτήν δ) την παρακολούθηση και υποστήριξη των ωφελουμένων κατά την υλοποίηση της πρακτικής τους άσκησης και ε) τη μετατροπή της πρακτικής άσκησης των ωφελουμένων σε σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, όπου είναι δυνατό.
  • Πιστοποίηση των γνώσεων και δεξιοτήτων που θα αποκτηθούν στο πλαίσιο του προγράμματος κατάρτισης.
  • Πρακτική άσκηση σε επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας συνολικής διάρκειας πεντακοσίων (500) ωρών, η οποία δεν θα υπερβαίνει τους 5 μήνες. Αποκλειστικά για τα προγράμματα κατάρτισης σε ειδικότητες του Αγροτικού Τομέα η πρακτική άσκηση δύναται να πραγματοποιηθεί σε επιχειρήσεις του ευρύτερου δημόσιου τομέα.

Στο πλαίσιο μελλοντικής/διακριτής δράσης, επιχειρήσεις που θα προβούν στην πρόσληψη ωφελούμενου/ων μετά τη λήξη της συμμετοχής τους στη δράση δύναται να επιχορηγηθούν.

Η δράση διαρθρώνεται σε δύο επίπεδα με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των ανέργων του προαναφερόμενου ηλικιακού φάσματος και της αγοράς εργασίας ως προς:

  • Το επίπεδο εκπαίδευσης των ανέργων: α) άνεργοι που έχουν ολοκληρώσει βαθμίδες εκπαίδευσης από την υποχρεωτική έως τη δευτεροβάθμια β) άνεργοι που έχουν ολοκληρώσει είτε προγράμματα μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (απόφοιτοι ΙΕΚ) είτε προγράμματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (ΑΕΙ, ΤΕΙ).
  • Τους κλάδους εκείνους που παρουσιάζουν προοπτικές ανάπτυξης, οι οποίοι είναι: Εμπόριο, Logistics, Έργα υποδομής και Τεχνικά επαγγέλματα, Τουρισμός, Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών, Περιβάλλον-Διαχείριση Στερεών και Υγρών Αποβλήτων, Τρόφιμα-Ποτά, Ενέργεια, Βιομηχανία και Αγροτικός Τομέας.

Μπορείτε να δείτε ολόκληρη την πρόσκληση εδώ

Απαλλαγή ΦΠΑ ετήσιων εκδηλώσεων συλλόγων

Αριθ. πρωτ.: ΔΕΕΦ Α 1148188 ΕΞ 2016/11.10.2016
Απαλλαγή ΦΠΑ σε νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα για ευκαιριακές εκδηλώσεις.
ΔΕΕΦ Α 1148188 ΕΞ 2016/11 .10.2016
Εφαρμογή διατάξεων ΦΠΑ σε νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα

Σχετ: Το με αριθ. πρωτ. … έγγραφο σας

Σε απάντηση του ανωτέρω σχετικού, στα πλαίσια αρμοδιότητάς μας, σας γνωρίζουμε τα εξής:

Με τη διάταξη της περίπτωσης ιη’ της παραγράφου 1 του άρθρου 22 του Κώδικα ΦΠΑ (ν. 2859/2000), απαλλάσσονται από το ΦΠΑ η παροχή υπηρεσιών και η παράδοση αγαθών από τα πρόσωπα που αναφέρονται στις περιπτώσεις δ’, θ’, ιβ’, ιδ’, ιε’ και ιστ’ της ίδιας παραγράφου, με την ευκαιρία εκδηλώσεων που οργανώνονται από αυτά για την οικονομική τους ενίσχυση.

Με την απόφαση ΑΥΟ Π.6786/640/7.10.1986 με την οποία ρυθμίζεται η διαδικασία της ανωτέρω αναφερομένης απαλλαγής, καθώς επίσης και από τις διευκρινίσεις που δόθηκαν με την εγκύκλιο 10301141/1341/393/Α0014/ΠΟΛ.1071/8.3.1995 προκύπτουν τα ακόλουθα συμπεράσματα:

– η εν λόγω απαλλαγή των ευκαιριακών εκδηλώσεων εφαρμόζεται για δύο, κατ’ ανώτατο όριο, εκδηλώσεις ετησίως και παρέχεται στα πρόσωπα που τη δικαιούνται ύστερα από αίτησή τους που υποβάλλεται μόνο στον Προϊστάμενο Δ.Ο.Υ. της έδρας του αιτούμενου την απαλλαγή προσώπου. Συνεπώς η μη υποβολή της αίτησης συνεπάγεται και τη μη χορήγηση της απαλλαγής.

– η απαλλαγή δεν αφορά μόνο την παροχή των υπηρεσιών αλλά και την παράδοση των αγαθών (παράδοση φαγητού, ποτών κ.λπ.) που πραγματοποιούνται στην εν λόγω εκδήλωση υπό την προϋπόθεση ότι στην αίτηση αναγράφονται το είδος των υπηρεσιών καθώς και το είδος και η ποσότητα των αγαθών των οποίων ζητείται η απαλλαγή από το ΦΠΑ.

– ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. εγκρίνει την απαλλαγή μετά από έλεγχο των απαραίτητων δικαιολογητικών (νομότυπη σύσταση, επιδιωκόμενος σκοπός κ.λπ.). Σε κάθε περίπτωση έχει τη διακριτική ευχέρεια να μην χορηγήσει την απαλλαγή εφόσον κρίνει από τα πραγματικά περιστατικά ότι προκύπτει καταστρατήγηση των διατάξεων του Κώδικα Φ.Π.Α.

Συνεπώς, η χορήγηση της απαλλαγής από το ΦΠΑ δίνεται μόνο στην περίπτωση που υποβληθεί η αίτηση προς τον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. από το νομικό πρόσωπο των περιπτώσεων δ’, θ’, ιβ’, ιδ’, ιε’ και ιστ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 22 του Κώδικα ΦΠΑ και δοθεί η έγκριση για το σκοπό αυτό. Σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση, οι πράξεις που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης υπάγονται σε ΦΠΑ.

Τέλος, αναφορικά με το είδος των παραβάσεων και το ύψος των επιβαλλόμενων προστίμων εφαρμόζονται, κατά περίπτωση, οι διατάξεις του άρθρου 58Α του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013, ΦΕΚ 170, τ. Α’) όπως αυτές τροποποιήθηκαν με το άρθρο 51 του Κεφαλαίου Α’ του Μέρους Γ’ του νόμου 4410/2016 (ΦΕΚ 141, τ. Α’, 03.08.2016) και έχουν διευκρινιστεί αρχικά με την εγκύκλιο της ΓΓΔΕ  ΠΟΛ.1252/20.11.2015 και εν συνεχεία με την εγκύκλιο ΠΟΛ.1112/25.7.2016.

Το παρόν κοινοποιείται στο Τμήμα Ζ’ – ΚΦΑΣ της Δ/νσης Ελέγχων, προκειμένου να απαντήσει σε θέματα που άπτονται των αρμοδιοτήτων του.

Αναζήτηση νέων πελατών μέσω ΔΩΡΕΑΝ εργαλείων από τα επιμελητήρια

Αναζήτηση νέων πελατών / συνεργασιών μέσω ΔΩΡΕΑΝ εργαλείων από τα επιμελητήρια

Πολλές φορές σε συζητήσεις με πελάτες μας, μας έγινε γνωστό, ότι τους είναι αρκετά δύσκολο να βρουν στοιχεία επικοινωνίας  από δυνητικούς  πελάτες. Για παράδειγμα ένα καινούργιο κατάστημα με είδη διατροφής που πουλάει χονδρικά αναζητά πελάτες που να έχουν καφέ- μπαρ και να μπορέσει να διαθέσει τα προϊόντα του.

Ο ποιο απλός τρόπος αναζήτησης θα ήταν να γράψει στην μηχανή αναζήτησης της google την φράση «μπαρ Θεσσαλονίκη» και θα του έβγαζε Περίπου 266.000 αποτελέσματα (0,80 δευτερόλεπτα).

Πέρα όμως από αυτόν τον απλοϊκό τρόπο αναζήτησης, τα επιμελητήρια όλης της Ελλάδος διαθέτουν δωρεάν μια υπηρεσία αναζήτησης μέσω του κωδικού αριθμού δραστηριότητας (ΚΑΔ).

Τι είναι ο ΚΑΔ?

Όλες οι επιχειρήσεις , όταν κάνουν έναρξη εργασιών στην Δ.Ο.Υ. είναι υποχρεωμένες να δηλώσουν αναλυτικά τις υπηρεσίες με τις οποίες θα δραστηριοποιηθούν. Για κάθε ένα επάγγελμα σχεδόν, υπάρχει και ο αντίστοιχος ΚΑΔ.

Τον ΚΑΔ μπορούμε να τον αναζητήσουμε είτε εδώ http://www.gsis.gr/gsis/info/gsis_site/Services/Epixeiriseis/FreeDownloads/kad.html

Είτε ποιο εύκολα, εδώ και εδώ με λέξεις κλειδιά.

Η λέξη λοιπόν μπαρ μας οδηγεί στον καδ 56.30.10.04  Υπηρεσίες που παρέχονται από καφέ μπαρ.

Εμείς επιλέγουμε τα 2 πρώτα ψηφία , δηλαδή 56 και έτσι έχουμε τους ΚΑΔ , όχι μόνον για τα καφέ μπαρ, αλλά για όλες τις υπηρεσίες εστίασης

Πηγαίνουμε λοιπόν στην σελίδα αναζήτησης μελών του επιμελητηρίου που μας ενδιαφέρει πχ Εμπορικό επιμελητήριο Θεσσαλονίκης https://echamber.eeth.gr/eChamber/login.php

Για τα υπόλοιπα επιμελητήρια κάνουμε αντίστοιχες αναζητήσεις σε μια μηχανή αναζήτησης. Υπάρχουν αντίστοιχες σελίδες για όλα τα επιμελητήρια.

Στην αρχική σελίδα επιλέγουμε αναζήτηση μελών με ΚΑΔ 2008

Αναζήτηση νέων πελατών μέσω ΔΩΡΕΑΝ εργαλείων από τα επιμελητήρια

Μετά κατεβαίνουμε στον κωδικό 56, και τον επιλέγουμε

Μετά πατάμε δημιουργία κατάστασης pdf

Και τέλος επιλέγουμε το pdf αρχείο

Με αυτόν τον απλό τρόπο, μπορούμε να έχουμε στην διάθεση μας ΔΩΡΕΑΝ, τα στοιχειά επικοινωνίας που έχουν δηλωθεί κατά την έναρξη επιτηδεύματος των επιχειρήσεων στο επιμελητήριο, από όλους τους ενδιαφερόμενους για εμάς κλάδους.

Δυστυχώς, πολλές φορές τα στοιχεία επικοινωνίας αντιστοιχούν σε λογιστικά γραφεία που έκαναν την έναρξη επιτηδεύματος. Παρόλαυτα είναι μια αξιόλογη προσπάθεια και το βασικότερο ΔΩΡΕΑΝ.

Υπάρχει βέβαια περιορισμός ως προς τα πρώτα 250 αποτελέσματα, αλλά σε περίπτωση που θέλουμε ολόκληρη την λίστα θα πρέπει να επικοινωνήσουμε με το αντίστοιχο επιμελητήριο.

Σε περίπτωση που δεν τα καταφέρατε μόνοι σας, και θα θέλατε να σας βοηθήσουμε στην αναζήτηση σας, θα ήταν χαρά μας να συνεργαστούμε.

 

Γιατί Είναι Σημαντικό το Ανταγωνιστικό Πλεονέκτημα

Πηγή

Ποια είναι η έννοια του ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος;

Η επιτυχία μιας επιχείρησης καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από την ελκυστικότητα του κλάδου στον οποίο δραστηριοποιείται, με σημαντική τη θέση του εντός του εν λόγω κλάδου. Παρά το γεγονός ότι ένας κλάδος μπορεί να έχει ανεπαρκή αποτελεσματικότητα, η βέλτιστη δυνατή θέση μίας επιχείρησης μπορεί να δημιουργήσει σημαντικά κέρδη.

Μια επιχείρηση θεωρείται ότι έχει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι των ανταγωνιστών της, όταν η διατήρηση των αποδόσεων ξεπερνά το μέσο όρο του κλάδου της. Το πλεονέκτημα αυτό προκύπτει από τα χαρακτηριστικά ενός προϊόντος, που το καθιστούν ανώτερο των ανταγωνιστικών.

Σε ορισμένες περιπτώσεις, το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα αποκτάται μέσω τεχνολογικών εξελίξεων, αλλά συχνά είναι δύσκολο να διατηρηθεί, καθώς οι ανταγωνιστές αντιγράφουν σε σύντομο χρόνο νέο ή τεχνολογικά βελτιωμένο. Για να είναι ένα τέτοιο πλεονέκτημα βιώσιμο, θα πρέπει συχνά να προέρχεται από κάποιον άλλο παράγοντα και όχι από την τεχνολογία ή τις τροποποιήσεις των προϊόντων, όπως ο συμβολισμός του προϊόντος – την έννοια του προϊόντος στους καταναλωτές (εικόνες εμπορικού σήματος) και την εμπειρία των καταναλωτών από την απόκτηση και τη χρήση του. Οι ερευνητές μάρκετινγκ αναγνωρίζουν ότι τα προϊόντα διαθέτουν συμβολικά χαρακτηριστικά και ότι η κατανάλωση ορισμένων αγαθών μπορεί να εξαρτάται περισσότερο από την κοινωνική τους σημασία παρά από τη λειτουργική τους χρησιμότητα.

Υπάρχει πράγματι μια τάση στους καταναλωτές να ζητούν «προσωπική έννοια” σε προϊόντα και υπηρεσίες. Η καινοτομία είναι απαραίτητη προκειμένου να ανταποκριθείτε στα συναισθήματα που οδηγούν στις αποφάσεις των καταναλωτών. Οι καταναλωτές εντυπωσιάζονται όλο και λιγότερο από τη νέα τεχνολογία και επιλέγουν τα προϊόντα που «δουλεύουν για αυτούς”. Ως εκ τούτου λέξεις όπως “συγκίνηση” και “προσωπική σημασία» βρίσκουν το δρόμο τους στις επιχειρησιακές στρατηγικές και είναι σημαντικό να κατανοηθούν οι άυλοι παράγοντες που συνδέονται με την αντιληπτή αξία του προϊόντος, και να ξεπεραστούν οι θετικές ή αρνητικές αντιλήψεις. Νέες περιγραφές όπως – “εύκολο”, “πρόσβαση”, “προσιτό”, “ενδυνάμωση” και “προσωπικά” – απευθύνονται στο πρόσωπο και όχι στο αντικείμενο. Η αποκάλυψη των συναισθημάτων και της στάσης προς τα προϊόντα και η συγκέντρωση πληροφοριών σχετικά με το γιατί οι άνθρωποι προτιμούν ένα προϊόν έχουν γίνει πλέον βασικά στρατηγικά στοιχεία.

Γιατί είναι σημαντικό το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα;

Η επίτευξη βιώσιμου ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος αποτελεί σε μεγάλο βαθμό φιλοδοξία της επιχειρησιακής στρατηγικής.

Το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα εξετάζει τις οικονομικές πτυχές της δραστηριότητας μίας επιχείρησης με επίκεντρο κυρίως την ικανότητά της να δημιουργεί επιπλέον απόδοση του κεφαλαίου και να συνδέσει τη στρατηγική της με τα θεμελιώδη οικονομικά και την κεφαλαιαγορά, για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
Στο τέλος, το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα μιας επιχείρησης είναι αυτό που της επιτρέπει να επιτύχει καλές αποδόσεις για τους μετόχους της. Χωρίς αυτό, μια επιχείρηση έχει περιορισμένο οικονομικό λόγο ύπαρξης – το ανταγωνιστικό πλεονέκτημά της είναι η αιτία ύπαρξής της. Χωρίς αυτό, η επιχείρηση δεν θα ευημερήσει.
Η δημιουργία ενός αειφόρου ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος μπορεί να είναι ο πιο σημαντικός στόχος της κάθε επιχείρησης και μπορεί να είναι το σημαντικότερο χαρακτηριστικό στο οποίο κάθε επιχείρηση οφείλει να επικεντρώνεται.

Πώς εφαρμόζεται το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα;

Τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα δεν έχουν μόνο μία μορφή, και είναι δυνατόν μια επιχείρηση να διαθέτει πολλά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα και σε διάφορους τομείς. Εμείς απεικονίζουμε ορισμένους τομείς με τους οποίους οι επιχειρήσεις μπορούν να ξεχωρίζουν και να εξασφαλίζουν τη μακροπρόθεσμη επιτυχία τους: το μερίδιο αγοράς, τη διαχείριση του εμπορικού σήματος, τη δικτύωση, τα εμπορικά σήματα και τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας, την αποτελεσματικότητα του κόστους, καθώς και το υψηλό κόστος αλλαγής.

Μερίδιο Αγοράς: Οι επιχειρήσεις με σημαντικό μερίδιο αγοράς δημιουργούν πρόβλημα στους ανταγωνιστές, και επωφελούνται καθώς τα προϊόντα τους είναι γνωστά και αποδεκτά στην αγορά. Ωστόσο, ακόμη και όταν το μερίδιο αγοράς είναι σημαντικό, εάν ο κλάδος έχει σημαντικές δυνατότητες κέρδους, οι νεοεισερχόμενοι μπορούν να εμφανιστούν με επακόλουθη μείωση του μεριδίου αγοράς.

Ισχυρό Εμπορικό Σήμα: Το ισχυρό εμπορικό σήμα μπορεί να εξασφαλίσει τη μακροπρόθεσμη επιτυχία της εταιρείας και επιτρέπει επίσης στις επιχειρήσεις να αποκομίσουν κέρδη, διότι τους επιτρέπει να χρεώνουν ακριβότερα. Τα ισχυρά εμπορικά σήματα έχουν την τάση να δημιουργούν ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα με μεγαλύτερη διάρκεια ζωής.

Επίδραση δικτύου: Η επίδραση του δικτύου συμβαίνει όταν ένα προϊόν δημιουργεί ζήτηση από τους καταναλωτές, που ενισχύουν το προϊόν. Μια επιχείρηση μπορεί να επωφεληθεί από την επίδραση του δικτύου με την προσέλκυση περισσοτέρων πωλητών. Αυτό με τη σειρά του προσελκύει περισσότερους αγοραστές, και δημιουργείται σημαντικό μερίδιο αγοράς (π.χ. EBay). Η επίδραση του δικτύου δεν είναι πολύ συνηθισμένη, αλλά μπορεί να είναι εξαιρετικά επικερδής.

Εμπορικά Σήματα και Διπλώματα Ευρεσιτεχνίας: Μπορούν να αποτελέσουν πηγές ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος για κάποιες επιχειρήσεις.

Δομή αποτελεσματικότητας κόστους: Εάν έχετε παραγωγή χαμηλού κόστους έχετε ορισμένα πλεονεκτήματα, μολονότι είναι συχνά βραχύβια. Μια επιχείρηση μπορεί να «αποδυναμώσει» τους ανταγωνιστές της προσφέροντας αναγκαστικές τιμές στα προϊόντα της, γεγονός που προσελκύει πολλούς πελάτες.

Υψηλό κόστος αλλαγής: Ένας άλλος τρόπος για να επιτύχει μία επιχείρηση καλές αποδόσεις και να παρατείνει τη διάρκεια ζωής της, είναι η εφαρμογή κόστους αλλαγής στο επιχειρηματικό μοντέλο. Για παράδειγμα, οι ασύρματες τηλεφωνικές εταιρείες χρειάζονται  πελάτες που συνάπτουν συμβάσεις οι οποίες περιορίζουν την ικανότητά τους να αλλάζουν πάροχο υπηρεσιών.

Πώς δημιουργείται η αξία και το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα;

Μία επιχείρηση μπορεί να βρει τη θέση της, με τη μόχλευση των πλεονεκτημάτων της. Ο Michael Porter υποστήριξε ότι οι δυνάμεις της επιχείρησης εμπίπτουν σε δύο βασικούς τύπους ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος: πλεονέκτημα κόστους ή διαφοροποίηση, τα οποία ονομάζονται πλεονεκτήματα θέσης, δεδομένου ότι εκφράζουν τη θέση της επιχείρησης στον κλάδο, ως ηγέτη κόστους ή διαφοροποίησης.

Μια επιχείρηση χρησιμοποιεί τους πόρους και τις δυνατότητές της για να δημιουργήσει ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που έχει ως αποτέλεσμα την ανώτερη δημιουργία αξίας, όπως φαίνεται στο σχήμα 1.


Εικόνα 1: Μοντέλο Ανταγωνιστικού Πλεονεκτήματος.

Οι ξεχωριστές ικανότητες (βασικές δεξιότητες), που προκύπτουν από τους πόρους και τις ειδικές δυνατότητες της επιχείρησης, διευκολύνουν την καινοτομία, την αποτελεσματικότητα, την ποιότητα και την αποδοχή των πελατών, τα οποία μπορούν να αξιοποιηθούν για να επιτευχθεί είτε χαμηλότερη διάρθρωση του κόστους ή διαφοροποίηση των προϊόντων.
Μια επιχείρηση τοποθετείται μόνη της στον κλάδο μέσω της επιλογής του χαμηλού κόστους ή της διαφοροποίησης.
Η απόφαση αποτελεί κεντρικό κομμάτι της ανταγωνιστικής στρατηγικής της επιχείρησης.

Το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα υφίσταται όταν η επιχείρηση είναι σε θέση να προσφέρει τα ίδια οφέλη με τους ανταγωνιστές, αλλά με χαμηλότερο κόστος (πλεονέκτημα κόστους) ή να προσφέρει οφέλη που υπερβαίνουν εκείνα των ανταγωνιστικών προϊόντων (πλεονέκτημα διαφοροποίησης). Ως εκ τούτου, ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα επιτρέπει στην επιχείρηση να δημιουργήσει εξαιρετική αξία για τους πελάτες και κέρδη για την ίδια.

 

Χορήγηση επιδόματος πετρελαίου θέρμανσης 2016

ΠΟΛ.1189/2016
Χορήγηση επιδόματος πετρελαίου θέρμανσης και καθορισμός του ύψους, των δικαιούχων, των προϋποθέσεων και της διαδικασίας χορήγησης αυτού

Αθήνα, 14/12/2016
Αρ. Πρωτ.: ΠΟΛ. 1189

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
Α. ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ και ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ
Δ/ΝΣΗ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
Γ.Γ.Δ.Ε.
– ΤΜΗΜΑΤΑ Α’, Γ’, Ε’
Β. ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ και ΕΙΔΙΚΩΝ ΦΟΡΩΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ (Ε.Φ.Κ.) ΕΛΕΓΧΩΝ και Δ/ΝΣΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΠΑΡΑΒΑΣΕΩΝ
Γ. ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Δ/ΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
– ΤΜΗΜΑ Α’
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ
– ΤΜΗΜΑΑ’
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
– ΤΜΗΜΑΑ ‘
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ και ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ
Α. ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
Δ/ΝΣΗ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ και ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΩΝ ΑΝΑΦΟΡΩΝ
Δ/ΝΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ
Α. ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΘΗΣΑΥΡΟΦΥΛΑΚΙΟΥ και ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΛΟΓΙΣΤΙΚΟΥ
– Δ/ΝΣΗ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΔΗΜΟΣΙΟΥ
– Δ/ΝΣΗ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ και ΕΛΕΓΧΟΥ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΔΗΜΟΣΙΟΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ
Β. ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΛΕΓΧΩΝ
Γ. ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ και ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ
Δ/ΝΣΗ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΓΕΝΙΚΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ

ΠΟΛ 1189/2016

Θέμα: «Χορήγηση επιδόματος πετρελαίου θέρμανσης και καθορισμός του ύψους, των δικαιούχων, των προϋποθέσεων και της διαδικασίας χορήγησης αυτού»

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ Ο ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις του άρθρου 90 του «Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα», που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του Π.Δ. 63/2005 (Α’ 98).

2. Τις διατάξεις του Π.Δ. 111/2014 «Οργανισμός Υπουργείου Οικονομικών» (Α’ 178).

3. Τις διατάξεις του Π.Δ. 73/2015 «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (Α’116).

4. Τις διατάξεις του Π.Δ. 125/2016 «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (Α’ 210).

5. Τις διατάξεις του Π.Δ. 113/2010 «Ανάληψη υποχρεώσεων από τους Διατάκτες» (Α’ 194).

6. Την αριθ. Υ172/2016 απόφαση του Πρωθυπουργού «Καθορισμός σειράς τάξης των Υπουργείων» (Β’ 3610).

7. Την αριθ. Υ5/2015 απόφαση του Πρωθυπουργού «Σύσταση θέσεων Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (Β’204).

8. Την αριθμ. ΥΠΟΙΚ 0010218 ΕΞ 2016/14.11.2016 απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών περί ανάθεσης αρμοδιοτήτων στην Υφυπουργό Οικονομικών, Αικατερίνη Παπανάτσιου (Β’3696).

9. Την αριθ. Υ29/2015 απόφαση του Πρωθυπουργού περί ανάθεσης αρμοδιοτήτων στον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομικών Γεώργιο Χουλιαράκη (Β’ 2168).

10. Την αριθ. Δ6Α 1015213 ΕΞ 2013/28.1.2013 κοινή απόφαση του Υπουργού και του Υφυπουργού Οικονομικών «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στο Γενικό Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών (Β’ 130 και Β’372), όπως τροποποιήθηκε με τις αριθ. Δ6Α 1125239 ΕΞ 2013/8.8.2013 (Β’2003) και Δ6Α 1196756 ΕΞ 2013/23.12.2013 (Β’3317).

11. Τις διατάξεις του ν.δ.356/1974 (ΦΕΚ 90 Α).

12. Τις διατάξεις του άρθρου 26 του ν.1882/1990 (ΦΕΚ 43 Α).

13. Τις διατάξεις του ν.4270/2014 «Αρχές δημοσιονομικής διαχείρισης και εποπτείας (ενσωμάτωση της οδηγίας 2011/85/ΕΕ) -δημόσιο λογιστικό και άλλες διατάξεις».

14. Την περιπτ. α της παρ.2 του άρθρου 73 και της παρ.9 του άρθρου 147 του ν.2960/2001 (ΦΕΚ 265 Α), όπως ισχύει.

15. Το άρθρο 23 του ν. 3427/2005 (ΦΕΚ 312 Α’), όπως ισχύει.

16. Τις διατάξεις του άρθρου Μόνου του Ν.4263/2014 (117Α’) «Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2015 – 2018».

17. Το άρθρο 1 του ν. 3852/2010 (ΦΕΚ 87 Α’), όπως ισχύει.

18. Τις διατάξεις του ν. 4172/2013 (ΦΕΚ 167 Α’).

19. Τις διατάξεις του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ 170 Α’).

20. Τις διατάξεις του ν. 4223/2013 (ΦΕΚ 287 Α’), όπως ισχύουν.

21. Την υποπαράγραφο Α.1 της παραγράφου Α του άρθρου πρώτου του ν. 4254/2014 «Μέτρα στήριξης και ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας στο πλαίσιο εφαρμογής του ν. 4046/2012 και άλλες διατάξεις (Α’ 85)».

22. Τις διατάξεις του μέρους Β, άρθρου 3, παρ. Γ, υποπαρ.2.1, υποπερ. ια, του ν.4336/2015 (ΦΕΚ 94 Β) «Συνταξιοδοτικές διατάξεις – Κύρωση του Σχεδίου Σύμβασης Οικονομικής Ενίσχυσης από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και ρυθμίσεις για την υλοποίηση της συμφωνίας».

23. Την αριθ. 1019446/113/0015/ΠΟΛ.1034/14.2.2008 ΑΥΟ (ΦΕΚ 307 Β) όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.

24. Την αριθμ. ΠΟΛ.1262/10.12.2015 (ΦΕΚ 2677 Β’) Α.Υ.Ο.

25. Το γεγονός, ότι από τις διατάξεις της απόφασης αυτής προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού, η οποία εκτιμάται στο ποσό των 105 εκατ. Ευρώ που θα εγγραφεί για τον σκοπό αυτό στον τακτικό προϋπολογισμό έτους 2017 του ειδικού φορέα των Γενικών Κρατικών Δαπανών (Ε.Φ. 23-200/ ΚΑΕ 2732). Δεδομένου ότι το ύψος της συνολικής δαπάνης εξαρτάται από πραγματικά γεγονότα (δικαιούχους και καταναλώσεις πετρελαίου) τυχόν επιπλέον δαπάνη δύναται να καλυφθεί με μεταφορά πιστώσεων στον ανωτέρω ΚΑΕ του τακτικού προϋπολογισμού των Γενικών Κρατικών Δαπανών.

26. Την ανάγκη χορήγησης επιδόματος σε συγκεκριμένες κατηγορίες καταναλωτών πετρελαίου θέρμανσης εσωτερικής καύσης (DIESEL).

27. Την αριθμ. Δ5Α 1167754 ΕΞ 5.12.2012 Α.Υ.Ο. με θέμα «Ανάθεση πληρωμής του επιδόματος θέρμανσης προς τους δικαιούχους-καταναλωτές πετρελαίου θέρμανσης εσωτερικής καύσης (DIESEL)» ΦΕΚ 3249 Β 2012,

Α Π Ο Φ Α Σ Ι Ζ Ο Υ Μ Ε

Άρθρο 1 – Δικαιούχοι του επιδόματος θέρμανσης

1. Χορηγείται επίδομα θέρμανσης σε φυσικά πρόσωπα άγαμα ή έγγαμα ή σε πρόσωπα που έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης ή εν διαστάσει, τα οποία για τη θέρμανσή τους καταναλώνουν πετρέλαιο εσωτερικής καύσης θέρμανσης και πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 2 της παρούσας.
Ειδικά, για τους έγγαμους ή τα πρόσωπα που έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης, δικαιούχος είναι ο υπόχρεος σε υποβολή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος κατά το άρθρο 67 του ν. 4172/2013.

2. Το επίδομα χορηγείται στα ως άνω φυσικά πρόσωπα, για την κατανάλωση πετρελαίου εσωτερικής καύσης θέρμανσης, για τα ακίνητα που χρησιμοποιούν ως κύρια κατοικία κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης, είτε αυτά μισθώνονται είτε είναι δωρεάν παραχωρούμενα ή ιδιοκατοικούνται.

3. Εξαιρούνται από τη χορήγηση του επιδόματος:
α) Τα φυσικά πρόσωπα, τα οποία δηλώνονται στη Δήλωση Φορολογίας Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων ως εξαρτώμενα μέλη του υπόχρεου κατά το άρθρο 11 του Ν. 4172/2013.
β) Τα φυσικά πρόσωπα, τα οποία δηλώνουν στη Δήλωση Φορολογίας Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων ότι φιλοξενούνται.
γ) Τα φυσικά πρόσωπα που εμπίπτουν στο φόρο πολυτελούς διαβίωσης καθώς και τα φυσικά πρόσωπα που διαθέτουν Ε.Ι.Χ. αυτοκίνητα περισσότερα των δύο (2) ή ποσοστά
συνιδιοκτησίας, επί Ε.Ι.Χ. αυτοκινήτων, τα οποία (ποσοστά) αθροιζόμενα αντιστοιχούν σε περισσότερα των δύο (2) αυτοκίνητα, ανεξάρτητα εάν αυτά είναι σε ακινησία.
δ) Η επαγγελματική στέγη.
ε) Τα ιδρύματα, οι οργανισμοί και κάθε είδους νομικά πρόσωπα κερδοσκοπικού ή μη χαρακτήρα ή νομικές οντότητες.
στ) Οι φορολογικοί κάτοικοι αλλοδαπής.
Ειδικά, για τον προσδιορισμό των εξαιρέσεων της ανωτέρω (β) περίπτωσης, χρησιμοποιούνται τα δεδομένα της δήλωσης Φορολογίας Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων του φορολογικού έτους 2016, ενώ για τον προσδιορισμό των εξαιρέσεων των λοιπών περιπτώσεων του φορολογικού έτους 2015 και άλλες πηγές.

Άρθρο 2 – Κριτήρια χορήγησης του επιδόματος θέρμανσης

Τα φυσικά πρόσωπα του άρθρου 1 της παρούσας δικαιούνται επιδόματος θέρμανσης, εφόσον πληρούν τα ακόλουθα κριτήρια:
α. Εισοδηματικά:
Το ετήσιο συνολικό οικογενειακό εισόδημά τους που λαμβάνεται υπόψη για την επιβολή της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης του άρθρου 29 του ν.3986/2011, ανεξάρτητα από την πηγή προέλευσής του, ανέρχεται έως 12.000 ευρώ για άγαμο υπόχρεο και 20.000 ευρώ για έγγαμο υπόχρεο ή τους έγγαμους που υποβάλλουν ξεχωριστή φορολογική δήλωση βάσει της περ. β’ της παρ. 4 του άρθρου 67 του ν.4172/2013 (δικαστική συμπαράσταση ή πτώχευση), ή τα φυσικά πρόσωπα που έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης και έχουν υποβάλει κοινή φορολογική δήλωση χωρίς τέκνα, το οποίο προσαυξάνεται κατά 2.000 ευρώ για κάθε τέκνο. Ομοίως, για τη μονογονεϊκή οικογένεια το ως άνω εισόδημα ανέρχεται σε 22.000 ευρώ, το οποίο προσαυξάνεται κατά 2.000 ευρώ για κάθε τέκνο μετά το πρώτο τέκνο.
Για τον προσδιορισμό της οικογενειακής κατάστασης, του αριθμού των τέκνων καθώς και των εισοδηματικών κριτηρίων, χρησιμοποιούνται τα δεδομένα της Δήλωσης Φορολογίας Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων, του φορολογικού έτους 2015.
Τα δεδομένα της ίδιας ως άνω δήλωσης χρησιμοποιούνται και στις περιπτώσεις των εν διαστάσει ή διαζευγμένων συζύγων ή των φυσικών προσώπων που έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης καθώς και των έγγαμων που υποβάλλουν ξεχωριστή φορολογική δήλωση βάσει της περ. β’ της παρ. 4 του άρθρου 67 του ν.4172/2013.
β. Ακίνητης Περιουσίας:
Η συνολική αξία της ακίνητης περιουσίας, όπως αυτή προσδιορίζεται για τον υπολογισμό του συμπληρωματικού ΕΝ.Φ.Ι.Α., η οποία προκύπτει από την πράξη διοικητικού προσδιορισμού ΕΝ.Φ.Ι.Α. του έτους 2016, υπόχρεου, συζύγου ή μέρους συμφώνου συμβίωσης και εξαρτώμενων, κατά τον Κ.Φ.Ε, τέκνων, που αναγράφονται στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος του φορολογικού έτους 2015, να μην υπερβαίνει το ποσό των 100.000 ευρώ για τους άγαμους και το ποσό των 200.000 ευρώ για τους έγγαμους ή μέρη συμφώνου συμβίωσης και τις μονογονεϊκές οικογένειες.

Άρθρο 3 – Καθορισμός του ύψους του επιδόματος

1. Για τη χορήγηση του επιδόματος θέρμανσης, η Ελληνική Επικράτεια κατανέμεται σε τέσσερις κλιματικές ζώνες, ως ακολούθως:
ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΖΩΝΗ    ΝΟΜΟΙ
ΖΩΝΗ Α    Γρεβενών, Δράμας, Έβρου, Ευρυτανίας, Ιωαννίνων, Καστοριάς, Κοζάνης, Σερρών, Φλώρινας
ΖΩΝΗ Β    Αρκαδίας, Ημαθίας, Θεσσαλονίκης, Καβάλας, Καρδίτσας, Κιλκίς, Λάρισας, Μαγνησίας, Ξάνθης, Πέλλας, Πιερίας, Ροδόπης, Τρικάλων, Χαλκιδικής
ΖΩΝΗ Γ    Αιτωλοακαρνανίας, Άρτας, Αττικής (εκτός Κυθήρων και νησιών Σαρωνικού), Αχαΐας, Βοιωτίας, Ευβοίας, Ηλείας, Θεσπρωτίας, Κέρκυρας, Κορινθίας, Λέσβου, Λευκάδας, Πρέβεζας, Φθιώτιδας, Φωκίδας, Χίου
ΖΩΝΗ Δ    Αργολίδας, Δωδεκανήσου, Ζακύνθου, Ηρακλείου, Κυκλάδων, Λασιθίου, Μεσσηνίας, Λακωνίας, Κεφαλληνίας και Ιθάκης, Κύθηρα και νησιά Σαρωνικού, Ρεθύμνου, Σάμου, Χανίων

Οι Δήμοι που κατά τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν.3852/2010 ορίζονται ως «ορεινοί», εντάσσονται στην αμέσως ανώτερη ζώνη από αυτήν στην οποία εντάσσεται ο Νομός στον οποίο ανήκουν.
Η πληροφορία αυτή, δύναται να αντληθεί και από τρίτους φορείς ή υπηρεσίες.

2. Για κάθε κατοικία, ανεξαρτήτως ζώνης, χορηγείται επίδομα σε άγαμους για τα πρώτα 80 τετραγωνικά μέτρα και έγγαμους ή μέρη συμφώνου συμβίωσης και μονογονεϊκές οικογένειες για τα πρώτα 100 τετραγωνικά μέτρα, με ανώτατη κατανάλωση λίτρων πετρελαίου εσωτερικής καύσης θέρμανσης, ανά κλιματική ζώνη και ανά τετραγωνικό μέτρο της κατοικίας, ως ακολούθως:
ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΖΩΝΗ    Ανώτατη κατανάλωση λίτρων πετρελαίου θέρμανσης ανά τετραγωνικό.    Ανώτατη συνολική κατανάλωση λίτρων πετρελαίου θέρμανσης ανά κύρια κατοικία που ανήκει σε
Άγαμο    Έγγαμο / Μ.Σ.Σ. ή Μονογονεϊκή Οικογένεια
Α’ ΖΩΝΗ    25    2000    2500
Β’ ΖΩΝΗ    15    1200    1500
Γ’ ΖΩΝΗ    8    640    800
Δ’ ΖΩΝΗ    5    400    500

Σε οριακές περιπτώσεις προσδιορισμού κλιματικής ζώνης μιας κατοικίας επιλέγεται η ευνοϊκότερη ζώνη για τον αιτούντα.

3. Για κάθε λίτρο κατανάλωσης πετρελαίου εσωτερικής καύσης θέρμανσης, χορηγείται ποσό επιδόματος 0,25 ευρώ.

4. Στις περιπτώσεις αλλαγής κύριας κατοικίας ή / και διόρθωσης των τ.μ. κατά την διάρκεια της περιόδου θέρμανσης, στην νέα κύρια κατοικία μεταφέρεται το εναπομείναν ποσοστό της προηγούμενης κύριας κατοικίας.

Άρθρο 4 – Διαδικασία χορήγησης του επιδόματος στους δικαιούχους

1. Επίδομα χορηγείται στα φυσικά πρόσωπα των παρ. 1 και 2 του άρθρου 1 της παρούσας, για τις αγορές πετρελαίου εσωτερικής καύσης θέρμανσης που πραγματοποιούν από 15 Οκτωβρίου 2016 μέχρι και την 30 Απριλίου 2017 μετά από σχετική αίτηση που αρμοδίως υποβάλλεται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παρ. 2 του παρόντος άρθρου, μέχρι 31 Μαΐου 2017.

2. α) Οι ενδιαφερόμενοι υποβάλλουν αίτηση μέσω εφαρμογής στο TAXISnet, για να ενταχθούν στο Μητρώο Δικαιούχων του επιδόματος θέρμανσης. Στην αίτηση αναγράφονται κατά περίπτωση τα ακόλουθα στοιχεία:
• ο αριθμός Φορολογικού Μητρώου του αιτούντος – υπόχρεου φορολογικής δήλωσης,
• το ονοματεπώνυμό του,
• ο αριθμός των εξαρτώμενων τέκνων του,
• ο αριθμός τραπεζικού λογαριασμού (IBAN) στον οποίο επιθυμεί να πιστωθεί το ποσό και το ονοματεπώνυμο του πρώτου δικαιούχου,
• ο αριθμός παροχής ηλεκτρικού ρεύματος του ακινήτου κύριας κατοικίας,
• η ταχυδρομική διεύθυνση που αντιστοιχεί στη συγκεκριμένη παροχή ηλεκτρικού ρεύματος,
• αν η κατοικία είναι ιδιόκτητη, ενοικιαζόμενη ή δωρεάν παραχωρούμενη καθώς και ο Α.Φ.Μ. του εκμισθωτή ή του δωρεάν παραχωρούντος,
• τα τετραγωνικά μέτρα κύριων χώρων της κύριας κατοικίας κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης,
• η ένδειξη αν πρόκειται για πολυκατοικία,
• τα στοιχεία επικοινωνίας του (διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, αριθμός κινητού ή και σταθερού τηλεφώνου).
β) Παράλληλα οι διαχειριστές ή οι εκπρόσωποι των πολυκατοικιών ή οι εταιρίες διαχείρισης πολυκατοικιών, δηλώνουν στην εφαρμογή τα ακόλουθα στοιχεία:
• τον αριθμό φορολογικού μητρώου του διαχειριστή ή του προσώπου που εκπροσωπεί την πολυκατοικία ή της εταιρίας διαχείρισης της πολυκατοικίας,
• τον Α.Φ.Μ. της πολυκατοικίας, εφόσον υπάρχει,
• τον αριθμό της κοινόχρηστης παροχής ηλεκτρικού ρεύματος ή μιας παροχής ηλεκτρικού ρεύματος που εκπροσωπεί την πολυκατοικία,
• τα χιλιοστά συμμετοχής των διαμερισμάτων στις δαπάνες θέρμανσης,
• το ονοματεπώνυμο των φυσικών προσώπων που διαμένουν στα διαμερίσματα τα οποία δεν χρησιμοποιούνται ως επαγγελματική στέγη.
Μετά τη συμπλήρωση των παραπάνω στοιχείων προβαίνουν σε ενεργοποίηση της διαδικασίας πληρωμής.
Η ενεργοποίηση αυτή δεν μπορεί να γίνει μετά τις 31 Μαΐου 2017.
γ) Τα πρόσωπα που δεν είναι πιστοποιημένοι χρήστες στο TAXISnet, για την είσοδό τους στην ηλεκτρονική αίτηση, δηλώνουν τον Α.Φ.Μ. και έναν αριθμό ειδοποίησης εκκαθαριστικού σημειώματος μιας εκ των δηλώσεων Φορολογίας Εισοδήματος της τελευταίας πενταετίας.
δ) Στις περιπτώσεις που έχει αλλάξει κύρια κατοικία ο αιτών, υποβάλλει νέα αίτηση.
ε) Αρχικές ή τροποποιητικές αιτήσεις προσώπων που δεν πληρούν τα κριτήρια των άρθρων 1 και 2 της παρούσας, απορρίπτονται αυτόματα από τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων με σχετική αιτιολογία.
στ) Δεν είναι αποδεκτή η χρήση του ίδιου αριθμού λογαριασμού τραπέζης (IBAN) από δύο διαφορετικούς δικαιούχους επιδόματος.
Επίσης δεν είναι αποδεκτή η χρήση του ίδιου αριθμού παροχής ηλεκτρικού ρεύματος για περισσότερους από δύο δικαιούχους κατά την ίδια χρονική στιγμή.
ζ) Τα μέλη του μητρώου διακίνησης πετρελαίου θέρμανσης (ΔΙ.ΠΕ.ΘΕ.), υποχρεούνται στην υποβολή των φορολογικών στοιχείων στο ηλεκτρονικό σύστημα παρακολούθησης πετρελαίου θέρμανσης σύμφωνα με τα όσα προβλέπονται στην παρ. 2 άρθρ. 73 του ν.2960/2001 και στις διατάξεις της αριθ. 1019446/113/0015/ΠΟΛ.1034/14.2.2008 ΑΥΟ (ΦΕΚ 307/Β), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.
η) Όλα τα συνδεόμενα με την υποβαλλόμενη αίτηση δικαιολογητικά φυλάσσονται υποχρεωτικά από τους ενδιαφερόμενους για διάστημα πέντε (5) ετών.

Άρθρο 5 – Αρμόδιες υπηρεσίες, διαδικασία, χρόνος και τρόπος χορήγησης του επιδόματος

1. Η Διεύθυνση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Γ.Γ.Δ.Ε. της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων (εφεξής Δ.ΗΛΕ.Δ.) ορίζεται ως αρμόδια υπηρεσία για τη διενέργεια των μηχανογραφικών διαδικασιών χορήγησης του επιδόματος θέρμανσης στους δικαιούχους φυσικά πρόσωπα και δεν θεωρείται δημόσιος υπόλογος, ενώ ευθύνεται μόνο για τυχόν λάθη κατά την επεξεργασία από δική της υπαιτιότητα.
Τα εισαγόμενα στοιχεία του προηγούμενου άρθρου, αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας και ηλεκτρονικού ελέγχου από τη Δ.ΗΛΕ.Δ. σε συνεργασία με τις συναρμόδιες Διευθύνσεις, με σκοπό να χορηγηθεί ως επίδομα θέρμανσης το κατά περίπτωση νόμιμο ποσό, στους νόμιμους δικαιούχους, με βάση τα κριτήρια των άρθρων 2 και 3 της παρούσας.

2. Η πληρωμή του επιδόματος θέρμανσης διενεργείται μέσω τραπεζικών ή λοιπών πιστωτικών ιδρυμάτων, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του ν.2362/1995 (Α’ 247) περί δημόσιου λογιστικού. Ειδικότερα:
α) Για αιτήσεις που υποβάλλονται έως 31 Δεκεμβρίου 2016 και σε περίπτωση πολυκατοικίας εφόσον έχει γίνει η ενεργοποίηση πληρωμής, το ποσό επιδόματος θέρμανσης που δικαιούνται οι αιτούντες βάσει των πραγματοποιηθεισών αγορών πετρελαίου θέρμανσης καταβάλλεται έως 31 Ιανουαρίου 2017, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 6 της παρούσας και με την υποβολή των αντίστοιχων φορολογικών στοιχείων στο ηλεκτρονικό σύστημα παρακολούθησης πετρελαίου θέρμανσης από τα μέλη ΔΙ.ΠΕ.ΘΕ..
β) Για αιτήσεις που υποβάλλονται κατά το χρονικό διάστημα από 1η Ιανουαρίου έως 31 Μαΐου 2017 το ποσό επιδόματος θέρμανσης που δικαιούνται οι αιτούντες βάσει των πραγματοποιηθεισών αγορών πετρελαίου θέρμανσης, αφού αφαιρεθεί ποσό προϋπολογισθέν για την ικανοποίηση των αιτήσεων που εμπίπτουν στα άρθρα 6 και 7 της παρούσας, καταβάλλεται έως 30 Ιουνίου 2017, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 6 της παρούσας και με την υποβολή των αντίστοιχων φορολογικών στοιχείων στο ηλεκτρονικό σύστημα παρακολούθησης πετρελαίου θέρμανσης από τα μέλη ΔΙ.ΠΕ.ΘΕ..
γ) Για αιτήσεις που εμπίπτουν στα άρθρα 6 και 7 της παρούσας και εφόσον διαπιστωθεί ότι ο αιτών είναι δικαιούχος, το ποσό του επιδόματος θέρμανσης δύναται να καταβάλλεται έως 13 Οκτωβρίου 2017.
δ) Για μεμονωμένες περιπτώσεις δικαιούχων με εμπρόθεσμη ένσταση κατά την προηγούμενη περίοδο χορήγησης του επιδόματος, των οποίων η δήλωση Φ.Ε. δεν είχε εκκαθαρισθεί λόγω υπαιτιότητας υπηρεσίας, με αποτέλεσμα τη μη υποβολή αίτησης, δύναται η Δ.ΗΛΕ.Δ., μετά τον απαιτούμενο έλεγχο και την προσκόμιση σε αυτήν των απαιτούμενων στοιχείων, να συμπεριλάβει την χορήγηση του επιδόματος στις ως άνω πληρωμές.
Εφόσον το υπόλοιπο του προϋπολογισθέντος ποσού επιδόματος θέρμανσης, δεν επαρκεί για την κάλυψη τυχόν ποσού επιδόματος που αφορά σε εκκρεμούσες αιτήσεις, τότε αυτό το ως άνω υπόλοιπο, θα καταβάλλεται στους δικαιούχους αναλογικά. Η Δ.ΗΛΕ.Δ. επεξεργάζεται περιοδικά τα στοιχεία του προηγούμενου άρθρου, τα διασταυρώνει με άλλα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της και στη συνέχεια πριν από κάθε πληρωμή δημιουργεί:
α) Αναλυτική κατάσταση δικαιούχων σε ηλεκτρονική μορφή, με βάση τα στοιχεία του Μητρώου Δικαιούχων Επιδόματος Θέρμανσης, η οποία περιλαμβάνει τα πλήρη στοιχεία των δικαιούχων (ονοματεπώνυμο, πατρώνυμο, ταχυδρομική διεύθυνση, Α.Φ.Μ.) τον αριθμό τραπεζικού λογαριασμού σε μορφή IBAN, το αντίστοιχο πιστωτικό ίδρυμα στο οποίο τηρείται ο λογαριασμός και το δικαιούμενο ποσό επιδόματος. Η ηλεκτρονική μορφή της κατάστασης αυτής είναι επεξεργάσιμη από την εταιρία «Διατραπεζικά συστήματα Α.Ε.» (ΔΙΑΣ Α.Ε.) προς την οποία και διαβιβάζεται.
β) Συγκεντρωτική κατάσταση σε έντυπη και ηλεκτρονική μορφή που περιλαμβάνει το συνολικό ποσό επιδόματος θέρμανσης, ολογράφως και αριθμητικώς, ανά τράπεζα ή πιστωτικό ίδρυμα.

3. Η ανωτέρω συγκεντρωτική κατάσταση αποστέλλεται στη Διεύθυνση Λογαριασμών Δημοσίου, η οποία εκδίδει, βάσει αυτής, ειδική εντολή προς την Τράπεζα της Ελλάδος για χρέωση του λογαριασμού του Δημοσίου 200 «Ελληνικό Δημόσιο – Συγκέντρωση Εισπράξεων – Πληρωμών» με πίστωση των τραπεζικών λογαριασμών των οικείων τραπεζών ή πιστωτικών ιδρυμάτων, μέσω των οποίων διενεργούνται οι πληρωμές των δικαιούχων. Η ανωτέρω εντολή κοινοποιείται στη Δ.ΗΛΕ.Δ., στη Δ/νση Προϋπολογισμού και Δημοσιονομικών Αναφορών και στη ΔΙΑΣ Α.Ε.

4. α. Οι σχετικές για την πληρωμή του επιδόματος θέρμανσης πιστώσεις εγγράφονται στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Οικονομικών, υπό ειδικό φορέα 23-200 «Γενικές Κρατικές Δαπάνες» και ΚΑΕ 2732 – «Επίδομα θέρμανσης».
β. Για την πληρωμή του επιδόματος θέρμανσης η ειδική εντολή πληρωμής της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου επέχει θέση απόφασης ανάληψης υποχρέωσης.

5. α. Η εμφάνιση των σχετικών πληρωμών στη δημόσια ληψοδοσία πραγματοποιείται με την έκδοση συμψηφιστικών χρηματικών ενταλμάτων από την Υπηρεσία Δημοσιονομικού Ελέγχου στο Υπουργείο Οικονομικών, επί Γραφείου Συμψηφισμών του Γ.Λ. Κράτους.
β. Δικαιολογητικά για την έκδοση των σχετικών χρηματικών ενταλμάτων ορίζονται τα ακόλουθα:
i) Απόφαση του Υπουργού Οικονομικών για την έκδοση του συμψηφιστικού χρηματικού εντάλματος, που εκδίδεται με μέριμνα της Διεύθυνσης Λογαριασμών του Δημοσίου.
ii) Συγκεντρωτική κατάσταση της παρ. 2 του παρόντος άρθρου.
iii) Αντίγραφα της ειδικής εντολής προς την Τράπεζα της Ελλάδος και της αναγγελίας της Τράπεζας για τη χρέωση του λογαριασμού 200.

6. Η Δ/νση Λογαριασμών Δημοσίου, οι συμβαλλόμενες τράπεζες και τα λοιπά πιστωτικά ιδρύματα δε θεωρούνται δημόσιοι υπόλογοι και ευθύνονται μόνο για τυχόν λάθη από δική τους υπαιτιότητα.

7. Σε περίπτωση που το καταβαλλόμενο ποσό επιδόματος θέρμανσης υπολείπεται του δικαιούμενου λόγω περιορισμένης αγοράς ποσότητας πετρελαίου, το υπόλοιπο καταβάλλεται τμηματικά και κατ’ αναλογία με την πραγματοποίηση των εντός της ιδίας περιόδου επόμενων αγορών πετρελαίου θέρμανσης από τον δικαιούχο.

8. Η δαπάνη για την καταβολή του επιδόματος θέρμανσης δεν υπόκειται στον προληπτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

9. Το επίδομα θέρμανσης δεν μπορεί να κατασχεθεί, δεν υπόκειται σε κανενός είδους παρακράτηση και δεν συμψηφίζεται με τυχόν οφειλές του δικαιούχου προς το Ελληνικό Δημόσιο.

10. Το επίδομα είναι αφορολόγητο, δεν αποτελεί εισόδημα και δεν υπόκειται σε καμιά κράτηση υπέρ του Δημοσίου ή τρίτου.

Άρθρο 6 – Έλεγχος δικαιούχων

1. Η Δ.ΗΛΕ.Δ. μετά την, κατά τις παρ. 1 και 2 του άρθρου 5 της παρούσας, επεξεργασία και έλεγχο των υποβαλλόμενων αιτήσεων και των στοιχείων που επεξεργάζεται από το πληροφοριακό σύστημα πετρελαίου θέρμανσης (ΔΙ.ΠΕ.ΘΕ.), δημιουργεί καταστάσεις σε ηλεκτρονική μορφή ανά αρμόδια Δ.Ο.Υ., που περιλαμβάνουν τους αιτούντες για τους οποίους προκύπτουν αμφιβολίες ως προς τη νομιμοποίησή τους, τη νομιμότητα των συναλλαγών ή τα δικαιούμενα ποσά.

2. Οι κατά τα ανωτέρω δημιουργούμενες καταστάσεις διαβιβάζονται ηλεκτρονικά στις αρμόδιες Δ.Ο.Υ., προκειμένου οι Υπηρεσίες αυτές να πραγματοποιήσουν τους απαιτούμενους ελέγχους για την εξακρίβωση των πραγματικών περιστατικών.

3. Οι Δ.Ο.Υ. μετά τη διενέργεια του ελέγχου, προβαίνουν σε συμπλήρωση των καταστάσεων με τις διαπιστώσεις τους και τις αποστέλλουν, έστω και τμηματικά στη Δ.ΗΛΕ.Δ. για την περαιτέρω προώθηση της διαδικασίας πληρωμής των δικαιούχων.

4. Κατά τα λοιπά, ως προς τον έλεγχο των δικαιούχων επιδόματος θέρμανσης εφαρμόζονται οι διατάξεις του Ν. 3492/2006 (Α’ 210).

Άρθρο 7 – Επανεξέταση αιτήσεων χορήγησης επιδόματος και αποτελεσμάτων επεξεργασίας.

1. Σε περίπτωση απόρριψης της αίτησης του ενδιαφερόμενου ή χορήγησης επιδόματος μικρότερου του αιτούμενου ή αμφισβήτησης των αποτελεσμάτων της επεξεργασίας, δύναται ο ενδιαφερόμενος να υποβάλει αίτηση επανεξέτασης στη Δ.ΗΛΕ.Δ. της Γ.Γ.Δ.Ε. μέχρι 31 Ιουλίου 2017, στην οποία θα τεκμηριώνει τους λόγους ένστασης.

2. Η Δ.ΗΛΕ.Δ. επιλαμβάνεται των αιτημάτων επανεξέτασης εφόσον άπτονται των αρμοδιοτήτων της προβαίνοντας σε κατάλληλες ενέργειες επεξεργασίας δεδομένων, άλλως διαβιβάζει τα αιτήματα επανεξέτασης των ενδιαφερόμενων στην αρμόδια για τη φορολογία τους Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία.

3. Οι αρμόδιες Δ.Ο.Υ. μετά τον έλεγχο και σε περίπτωση αποδοχής μέρους ή του συνόλου του αιτήματος προβαίνουν αυτοδίκαια ή υποδεικνύουν στον ενδιαφερόμενο τις αναγκαίες διορθωτικές ενέργειες και η Δ.ΗΛΕ.Δ. επανεκκαθαρίζει την αίτηση.

Άρθρο 8 – Καταλογισμός ανοικείως λαβόντων και επιβολή προστίμων.

1. Με την επιφύλαξη τυχόν προστίμων που προβλέπονται από άλλες διατάξεις, στα φυσικά πρόσωπα, που αναγράφουν ψευδή στοιχεία στην αίτησή τους, επιβάλλονται οι κυρώσεις που προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία σε περίπτωση υποβολής ψευδούς δηλώσεως και αποκλείονται από τη χορήγηση επιδόματος πετρελαίου θέρμανσης μελλοντικά.

2. Με την επιφύλαξη του άρθρου 7, στις περιπτώσεις μη νόμιμης είσπραξης επιδόματος θέρμανσης ή είσπραξης ποσού επιδόματος μεγαλύτερου του δικαιούμενου, το αχρεωστήτως καταβληθέν ποσό καταλογίζεται σε βάρος του ανοικείως λαβόντος, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ή του νομίμως εξουσιοδοτημένου απ’ αυτόν οργάνου και εισπράττεται κατά τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε.

3. Όσον αφορά τα μέλη ΔΙ.ΠΕ.ΘΕ. εφαρμογή έχουν τα πρόστιμα της παρ. 9 άρθρ. 147 του ν.2960/2001.

Άρθρο 9 – Καταργούμενες διατάξεις – Έναρξη ισχύος

1. Η αριθμ. ΠΟΛ.1262/10.12.2015 (ΦΕΚ Β’ 2677/11.12.2015) καταργείται.

2. Οι διατάξεις της παρούσας ισχύουν από τη δημοσίευση της.

3. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως

Η ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΠΑΠΑΝΑΤΣΙΟΥ

Ο ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΟΥΛΙΑΡΑΚΗΣ

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΕΥΚΛΕΙΔΗΣ ΤΣΑΚΑΛΩΤΟΣ

ΑΚΡΙΒΕΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ

Σε ισχύ ο νόμος 4442 για την απλοποίηση της αδειοδότησης επιχειρήσεων

Υπουργείο οικονομίας και ανάπτυξης.

21 ερωτήσεις και απαντήσεις

Πηγή 
15 Δεκεμβρίου 2016
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Σε ισχύ ο νόμος 4442 για την απλοποίηση της αδειοδότησης
21 ερωτήσεις και απαντήσεις
Δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης (ΦΕΚ 230/Α/7-12-2016) ο Νόμος 4442/2016, «Νέο πλαίσιο για την άσκηση οικονομικής δραστηριότητας και άλλες διατάξεις», που αφορά στην απλοποίηση των διαδικασιών αδειοδότησης και ήδη ισχύει.
Σχετικά με το θέμα, ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης Αλέξης Χαρίτσης δήλωσε:
«Ο νέος Νόμος 4442 για την απλοποίηση της αδειοδότησης των επιχειρήσεων επιχειρεί μια ολοκληρωμένη παρέμβαση. Απλοποιείται και επιταχύνεται σημαντικά η έναρξη οικονομικής δραστηριότητας με την εισαγωγή σύγχρονων εργαλείων σε συμφωνία με τις καλύτερες διεθνείς πρακτικές. Παράλληλα, διασφαλίζεται το δημόσιο συμφέρον, προστατεύεται δηλαδή ουσιαστικά το κοινωνικό σύνολο έναντι ενδεχόμενων κινδύνων για το περιβάλλον και την υγεία. Καταργείται η βαριά και γραφειοκρατική διαδικασία αδειοδότησης εκ των προτέρων (ex ante). Προχωρούμε, αντίθετα, στην καθιέρωση της απλής διαδικασίας γνωστοποίησης για την έναρξη μιας οικονομικής δραστηριότητας, όπου αυτό είναι χρήσιμο, χωρίς περιττές διατυπώσεις και επικαλύψεις, και, από εκεί και πέρα, σε ένα σύστημα ουσιαστικών ελέγχων εκ των υστέρων (ex post) στην πραγματική λειτουργία της επιχείρησης. Μαζί με το Νόμο για την απλοποίηση της σύστασης επιχειρήσεων και το νομοσχέδιο που θα κατατεθεί σύντομα για την εξειδίκευση των ελέγχων, δημιουργείται ένα νέο, σύγχρονο και αξιόπιστο θεσμικό πλαίσιο, απολύτως απαραίτητο τόσο για τη διευκόλυνση της δημιουργίας ελληνικών μικρομεσαίων επιχειρήσεων όσο και για την προσέλκυση υγιών και μακροπρόθεσμων επενδύσεων».
από το Γραφείο Τύπου

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ: 21 Ερωτήσεις και Απαντήσεις για το νέο νόμο απλοποίησης της αδειοδότησης 4442/2016 «νέο πλαίσιο για την άσκηση οικονομικής δραστηριότητας και άλλες διατάξεις»

Μήπως ο νέος νόμος για την απλοποίηση της αδειοδότησης είναι μια αποσπασματική κίνηση;
Βασικό μέλημα της Κυβέρνησης και ειδικά του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης είναι να διαμορφωθεί στη χώρα ένα οικονομικό περιβάλλον που να ευνοεί τη σύσταση και την ανάπτυξη δυναμικών επιχειρήσεων, ιδιαίτερα μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, να ενισχυθεί η απασχόληση που καταβαραθρώθηκε στα χρόνια της κρίσης και να στραφεί η παραγωγική δραστηριότητα προς ένα μοντέλο δίκαιης και βιώσιμης ανάπτυξης. Γι’ αυτό το σκοπό, το Υπουργείο παρεμβαίνει σε δύο άξονες. Από τη μια, διασφαλίζονται σύγχρονα χρηματοοικονομικά εργαλεία για να καλυφθεί το χρηματοδοτικό κενό των ελληνικών επιχειρήσεων. Από την άλλη, η Κυβέρνηση παρεμβαίνει στο θεσμικό πεδίο, προκειμένου να απλοποιηθούν οι διαδικασίες και να μειωθεί η γραφειοκρατία. Οι δύο νέοι νόμοι του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης – ο πρώτος (Ν.4442/2016): για τη μεταρρύθμιση του συστήματος αδειοδότησης των επιχειρήσεων, ο δεύτερος (Ν.4441/2016): για την απλοποίηση της σύστασης επιχειρήσεων με τις υπηρεσίες μιας στάσης – έχουν εξέχουσα και κρίσιμη σημασία για τη χώρα. Σύντομα κατατίθεται επιπλέον νομοσχέδιο, στην ίδια κατεύθυνση, για την εξειδίκευση των διαδικασιών ελέγχου και την εποπτεία της αγοράς. Αυτές οι παρεμβάσεις εντάσσονται στον ίδιο ενιαίο σχεδιασμό και υπηρετούν τις ίδιες στοχεύσεις: τον εξορθολογισμό του θεσμικού πλαισίου για τη σύσταση και την αδειοδότηση επιχειρήσεων, με παράλληλη διασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος επί της ουσίας και όχι στους τύπους.

Χρειάζεται ένας νέος νόμος για την απλοποίηση της αδειοδότησης; Τι στόχους θα πετύχει;
Το πνεύμα του νέου νόμου είναι η μετάβαση από μια βαριά και γραφειοκρατική διαδικασία αδειοδότησης εκ των προτέρων (ex ante) σε μια απλή διαδικασία γνωστοποίησης για την έναρξη μιας οικονομικής δραστηριότητας – χωρίς περιττές διατυπώσεις και επικαλύψεις – και σε ένα σύστημα, από εκεί και πέρα, ουσιαστικών ελέγχων εκ των υστέρων (ex post), στην πραγματική λειτουργία της επιχείρησης. Απλοποιείται και επιταχύνεται σημαντικά η έναρξη οικονομικής δραστηριότητας. Σήμερα απαιτούνται κατά μέσο όρο 30 μέρες για την έκδοση της άδειας (για τυπικούς, κατ’ ουσίαν, λόγους). Με τον νέο νόμο, η λειτουργία της επιχείρησης θα μπορεί να αρχίζει άμεσα μετά τη γνωστοποίηση των όρων. Παράλληλα, διασφαλίζεται το δημόσιο συμφέρον, προστατεύεται δηλαδή ουσιαστικά το κοινωνικό σύνολο έναντι ενδεχόμενων κινδύνων (για τη δημόσια υγεία και το περιβάλλον). Αντί για τυπικούς ελέγχους για το αν είναι πλήρη τα δικαιολογητικά και τις επιτόπιες αυτοψίες πριν την έναρξη της λειτουργίας, θα ελέγχεται πλέον το ουσιώδες: αν οι επιχειρήσεις, όπως λειτουργούν πραγματικά, συμμορφώνονται ή όχι στους σχετικούς όρους.

Υπάρχει ο Ν.4262/2014. Πέρασαν δύο χρόνια και χωρίς να εφαρμοστεί πλήρως, τώρα τον καταργείτε;
Ο παλαιός νόμος 4262/2014, ο επονομαζόμενος νόμος Χατζηδάκη, αποδείχτηκε ένας μη λειτουργικός νόμος. Ενώ τον Μάιο του 2014 που ψηφίστηκε, προέβλεπε συνολική εφαρμογή εντός έξι μηνών, μέχρι τον Ιανουάριο του 2015 είχαν εκδοθεί μόνο δύο ΚΥΑ. Ο νόμος αυτός έδειξε πολύ γρήγορα τα ελαττώματα του. Πολλές κανονιστικές αποφάσεις, ασαφείς όροι, γραφειοκρατικές διαδικασίες για την υλοποίησή του. Επίσης, οι όποιες προσπάθειες να λυθούν τα προβλήματα έγιναν με απλουστευτικούς τρόπους, αγνοώντας τα πραγματικά δεδομένα. Για παράδειγμα: Οι δυσκολίες με τις αγκυλώσεις της δημόσιας διοίκησης αντιμετωπίστηκαν με την παράκαμψή της. Στην παραγωγή και στην επεξεργασία νομοθετημάτων χρησιμοποιήθηκαν μόνο σύμβουλοι και εξωτερικοί συνεργάτες, με αποτέλεσμα να παράγονται ελλιπή νομοθετήματα με υπαρκτές αδυναμίες που ακυρώνουν την εφαρμογή τους.
Με τη συνεργασία της Διοίκησης και της Παγκόσμιας Τράπεζας, αναδείχτηκε η ανάγκη της βαθιάς τροποποίησης του νόμου 4262/2014, που θα ήταν φαιδρό να προχωρήσει, αφού θα καταργούνταν τα 20 από τα 34 άρθρα, ενώ θα τροποποιούνταν τα υπόλοιπα. Για το λόγο αυτό, επιλέχτηκε ένα νέο, απλό και σαφές νομοθέτημα με γενικές διατάξεις στο πρώτο μέρος του και συγκέντρωση στο ειδικό μέρος των διατάξεων για κάθε κλάδο οικονομικής δραστηριότητας που απλοποιείται. Ο σχεδιασμός της νέας διαδικασίας για την υλοποίηση της μεταρρύθμισης έγινε σε άλλη βάση. Δόθηκε μεγάλη πολιτική βαρύτητα στο θέμα. Αναγνωρίστηκε ότι μια μεταρρύθμιση αυτού του είδους απαιτεί αρκετό χρόνο. Ο σχεδιασμός έγινε σε βάθος τριετίας, σε τρεις διαδοχικές φάσεις. Με το δεύτερο μέρος του νέου νόμου που ήδη ψηφίστηκε, ολοκληρώνεται η πρώτη φάση με αυστηρό χρονοδιάγραμμα το οποίο τηρείται. Έχει ήδη ξεκινήσει και υλοποιείται η δεύτερη φάση με νέους τομείς οικονομικών δραστηριοτήτων. Η μεταρρύθμιση γίνεται στην «καρδιά» της δημόσιας διοίκησης. Συστάθηκαν τρεις ομάδες εργασίας, μία ανά εξεταζόμενο κλάδο, με τη συμμετοχή εκπροσώπων όλων των συναρμόδιων Υπουργείων. Η κεντρική ομάδα που καταγράφει, αναλύει, επεξεργάζεται και συντονίζει τις διυπουργικές ομάδες αποτελείται από στελέχη της ΓΓΒ, τα οποία συνεπικουρούνται από την Παγκόσμια Τράπεζα, που μεταφέρει τις καλές παγκόσμιες πρακτικές. Σε κάθε ολοκλήρωση φάσης θα ακολουθεί εκπαίδευση σε όλες τις δομές της δημόσιας διοίκησης που εμπλέκεται στην αδειοδότηση, προκειμένου να κατανοήσει τη φιλοσοφία του εγχειρήματος και να λυθούν απορίες. Επίσης, υπήρξε στενή συνεργασία με τους άμεσα ενδιαφερόμενους, δηλαδή τους επιχειρηματίες των κλάδων. Οι τελικές προτάσεις διαμορφώθηκαν ύστερα από συσκέψεις στις οποίες συμμετείχαν οι θεσμικοί εκπρόσωποί τους.

Ποια κατηγοριοποίηση των επιχειρήσεων προβλέπει ο νέος νόμος;
Για πρώτη φορά κατατάσσονται όλες οι οικονομικές δραστηριότητες σε τρεις κατηγορίες σε σχέση με τις προϋποθέσεις έναρξης της λειτουργίας τους:
(α) ελεύθερη άσκηση,
(β) γνωστοποίηση, που στον Ν. 4262/2014 ήταν οι ασαφείς γενικοί όροι λειτουργίας,
(γ) εκ των προτέρων έγκριση
Η κατηγοριοποίηση των δραστηριοτήτων στα τρία επίπεδα κινδύνου (χαμηλού ρίσκου = ελεύθερη άσκηση, μεσαίο ρίσκου = γνωστοποίηση, υψηλού ρίσκου = έγκριση ex ante) γίνεται πλέον με σαφή, επιστημονικά κριτήρια, σε τρεις άξονες:
(1) κίνδυνος για την υγεία των καταναλωτών,
(2) κίνδυνος για την υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων και περιοίκων,
(3) κίνδυνος για το φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον στο βαθμό που δεν καλύπτεται από άλλη νομοθεσία.

Και τι είναι αυτή η περίφημη «γνωστοποίηση» που εισάγεται ως καινοτομία;
Εισάγεται για πρώτη φορά το σύγχρονο εργαλείο της γνωστοποίησης, σύμφωνα και με τα καλύτερα παραδείγματα της διεθνούς πρακτικής. Η γνωστοποίηση είναι ένα έγγραφο με το οποίο ο επιχειρηματίας ενημερώνει τη διοίκηση για την έναρξη λειτουργίας της επιχείρησης.  Πλέον, τα δικαιολογητικά δεν προσκομίζονται. Τα κρατά η επιχείρηση στο αρχείο της και είναι διαθέσιμα στις ελεγκτικές αρχές. Αντίθετα, η δήλωση σε συνδυασμό με τους γενικούς όρους λειτουργίας του Ν. 4262/2014 ήταν ουσιαστικά εκ των προτέρων άδεια, με προσκόμιση δικαιολογητικών και έκδοση διοικητικής πράξης.

Τι αλλάζει ουσιαστικά από το νόμο του Χατζηδάκη; Οι Γενικοί Όροι Λειτουργίας γίνονται απλά Γνωστοποίηση; Υπάρχει κάποια ουσιαστική αλλαγή;
Το νέο νομοθετικό πλαίσιο βασίζεται σε δύο πυλώνες:
α) την αξιολόγηση του κινδύνου που δύναται να επέλθει από την άσκηση των δραστηριοτήτων σε πτυχές του δημοσίου συμφέροντος, όπως η δημόσια υγεία και το περιβάλλον και
β) την εισαγωγή ενός συγχρόνου εργαλείου δημόσιας διοίκησης, του εργαλείου της γνωστοποίησης, για τις δραστηριότητες εκείνες που αξιολογείται εμπεριστατωμένα με βάση επιστημονικά δεδομένα και διδάγματα της κοινής πείρας ότι ενέχουν χαμηλό κίνδυνο προσβολής του δημοσίου συμφέροντος. Η γνωστοποίηση εμπεριέχει αποκλειστικά την απαραίτητη πληροφορία που προορίζεται για τις αρχές ελέγχου, και είναι αυτό το σημείο ακριβώς που το διαφοροποιεί από το μοντέλο της αναγγελίας, που είχε εισαγάγει πλήρως αποτυχημένα ο ν. 4262/2014, καθώς είχε στοιχεία που προσιδίαζαν σε εκ των προτέρων άδεια, όπως η εκ των προτέρων προσκόμιση δικαιολογητικών και η έκδοση διοικητικής πράξης βεβαιωτικής της υποβολής δήλωσης συμμόρφωσης προς τους (μη προσδιορισμένους εννοιολογικά) γενικούς όρους λειτουργίας.
Το μεταρρυθμιστικό εγχείρημα ξεκίνησε με τρεις τομείς προτεραιότητας αυξημένων αναπτυξιακών δυνατοτήτων, ήτοι τον κλάδο της Βιομηχανίας Τροφίμων και Ποτών, τα Καταστήματα Υγειονομικού Ενδιαφέροντος και τέλος τον κλάδο του Τουρισμού (τα τουριστικά καταλύματα), τομείς που αποτελούν κάτι λιγότερο από το 30% της οικονομικής δραστηριότητας. Έως το τέλος του έτους 2018 θα εξεταστεί και θα υπαχθεί στο νόμο το σύνολο των οικονομικών κλάδων, καθώς ο νόμος φιλοδοξεί να αποτελέσει μελλοντικά οδηγό για την αδειοδότηση όλων των οικονομικών δραστηριοτήτων της χώρας.

Γιατί αλλάζετε το Παράρτημα με τις δραστηριότητες;
Η καταγραφή δραστηριοτήτων, ως είχε στον προηγούμενο νόμο που αφορούσε τις αδειοδοτήσεις (Ν. 4262/2014), βασιζόταν στην περιβαλλοντική κατηγοριοποίηση, με αποτέλεσμα να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του και υποδομές ή έργα, που δεν αποτελούσαν «οικονομικές δραστηριότητες».
Στο νέο νόμο προσδιορίζονται ρητά και με σαφήνεια οι οικονομικές δραστηριότητες, αποτυπωμένες με τη χρήση Κωδικών Αριθμών Δραστηριότητας (ΚΑΔ). Η νέα κατηγοριοποίηση  αποτελεί μία από τις καινοτομίες που εισάγει το νέο θεσμικό πλαίσιο διότι, κατά τον τρόπο αυτό, η Διοίκηση αποκτά ενιαίο τρόπο απόδοσης των δραστηριοτήτων, αποκλείονται περιπτώσεις διαφωνίας μεταξύ των διάφορων υπηρεσιών (φορολογικές αρχές και ελεγκτικοί της λειτουργίας μηχανισμοί) ως προς τον ορισμό μιας δραστηριότητας, εξασφαλίζονται πρόσθετοι μηχανισμοί εντοπισμού της μη συμμόρφωσης και, επιπλέον, ο διοικούμενος γνωρίζει ότι η δραστηριότητά του αντιμετωπίζεται με ενιαίο τρόπο από τη Διοίκηση. Επιπλέον, με την αντιστοίχιση των υπαγόμενων δραστηριοτήτων κατά ΚΑΔ, η Διοίκηση θα έχει τη δυνατότητα παρακολούθησης όλων των δεικτών παραγωγικότητας και αποτελεσματικότητας, ώστε να προσδιορίζει και την αναπτυξιακή στρατηγική της μέσω της αξιολόγησης των σχετικών στατιστικών στοιχείων.

Εξαλείφετε τελείως τις διαδικασίες διαβούλευσης και τη συνδρομή της Επιτροπής Ανταγωνισμού;
Τόσο οι διαδικασίες της διαβούλευσης, όσο και η γνωμοδότηση της Επιτροπής Ανταγωνισμού προβλέπονται ως εργαλεία για τον επισπεύδοντα Υπουργό, ήδη από άλλες διατάξεις. Ως εκ τούτου, οι γραφειοκρατικές και φλύαρες διατυπώσεις που είχε σχετικά ο Ν. 4262/2014 δεν είχαν καμία προστιθέμενη αξία.

Γιατί χρειάζεστε τόσες κανονιστικές πράξεις για την υλοποίηση του νόμου;
Αντίθετα με τις 22 κανονιστικές αποφάσεις που προέβλεπε ο Ν. 4262/2014, οι οποίες αντιστοιχούσαν μόνο σε αυτό που σήμερα ονομάζουμε γενικό μέρος, ο νέος νόμος προβλέπει μία μόνο οριζόντια κανονιστική απόφαση, σχετικά με τη λειτουργία του πληροφοριακού συστήματος. Επιπλέον, ανά κλάδο δραστηριότητας, εκδίδεται μία ΚΥΑ που αφορά το περιεχόμενο και τη διαδικασία της γνωστοποίησης (ή αντίστοιχα της έγκρισης), καθώς και το εύρος επιβολής κυρώσεων.

Πώς είναι δυνατό, ένας νόμος που επικαλείται ως σκοπό του την απλοποίηση να οδηγεί σε αποτελέσματα το 2018. Μέχρι τότε πώς θα βοηθηθούν οι επιχειρηματίες απέναντι στη γραφειοκρατία;
Για πρώτη φορά, μια μεταρρύθμιση γίνεται σε πραγματικό και όχι ουτοπικό χρόνο. Ο στόχος της τριετίας τέθηκε ρεαλιστικά, για την υπαγωγή του συνόλου των δραστηριοτήτων στις διατάξεις του νέου νόμου. Ήδη απλοποιούνται οι πρώτοι τρεις τομείς, με άμεσα αποτελέσματα για τους επιχειρηματίες και τους επενδυτές.
Στην επόμενη φάση μέχρι τον Μάρτιο του 2017 έχουν επιλεχθεί και εξετάζονται τα Κέντρα Αποθήκευσης και Διανομής (logistics) και οι εξορυκτικές δραστηριότητες. Παράλληλα, έχει συσταθεί ομάδα εργασίας για την απλοποίηση και της άδειας εγκατάστασης, που ως διαδικασία διατρέχει το σύνολο της Μεταποίησης.
Οι τομείς αυτοί, μαζί με τη Μεταποίηση, αντιστοιχούν στο 23% του ΑΕΠ της χώρας. Στόχος μας είναι μέχρι το τέλος του 2018 να έχουν εξεταστεί και απλοποιηθεί όλοι οι τομείς δραστηριότητας και σε αυτό το πλάνο εργαζόμαστε συντονισμένα.

Πως θα συνδυάσετε τις γρήγορες μεταρρυθμίσεις με τόσα ΠΔ που χρειάζονται για την υπαγωγή των δραστηριοτήτων στο νέο νόμο;
Ο νόμος προβλέπει έκδοση ΠΔ για την υπαγωγή ορισμένης δραστηριότητας σε γνωστοποίηση ή έγκριση. Στόχος μας είναι, είτε μέσω των ΠΔ, είτε μέσω προσθήκης ειδικών τμημάτων στο νόμο, να συγκεντρωθούν κάτω από το ίδιο νομικό πλαίσιο όλες οι διατυπώσεις άσκησης δραστηριότητας.

Γιατί είναι εκτός πεδίου εφαρμογής η περιβαλλοντική και πολεοδομική νομοθεσία, η οποία συνδέεται με τις μεγάλες καθυστερήσεις στην αδειοδότηση;
Πρόκειται για πολύπλοκες ειδικές νομοθεσίες, που διατρέχουν οριζόντια την άσκηση των δραστηριοτήτων και οι οποίες εξετάζονται παράλληλα, με τον ίδιο σκοπό απλοποίησης του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, από τα αρμόδια Υπουργεία.

Μήπως υποβαθμίζεται η προστασία των αρχαιοτήτων και ο ρόλος της αρχαιολογικής υπηρεσίας;
Στην τελική μορφή του νόμου ενσωματώθηκαν οι παρατηρήσεις των φορέων, όπως του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων, οπότε, όπως αναγνώρισαν οι ίδιοι αυτοί φορείς, άρθηκαν οι επιφυλάξεις ως προς το αν διασφαλίζονται ο σεβασμός στην πολιτιστική κληρονομιά και η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος.
Θα συνεχίσει η Επιτροπή Ποιότητας Ζωής των Δήμων να δίνει προέγκριση για τα καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος;
Βασικός στόχος του νέου νόμου είναι η απλοποίηση των διαδικασιών αδειοδότησης. Με τον νέο νόμο καταργείται πλέον η χορήγηση της προέγκρισης και η συνακόλουθη διαδικασία έκδοσης της άδειας λειτουργίας των ΚΥΕ από την Επιτροπή Ποιότητας Ζωής, ένα αιρετό όργανο, το οποίο έκρινε ad hoc κάθε φορά τη χορήγηση ή μη της έκδοσης της άδειας λειτουργίας. Οι αιρετοί εκπρόσωποι της αυτοδιοίκησης παραμένουν υπεύθυνοι για το σχεδιασμό στην περιοχή τους, σύμφωνα με τις αρμοδιότητές τους και απαλλάσσονται από ένα διοικητικό βάρος. Εισάγεται μια καθαρά τεχνική και διάφανη διαδικασία, κατά την οποία ο ενδιαφερόμενος πρέπει να εξασφαλίσει ότι το κατάστημα μπορεί να ιδρυθεί στη συγκεκριμένη θέση.
Για το σκοπό αυτό απαιτείται βεβαίωση από τον Προϊστάμενο της αρμόδιας υπηρεσίας του Δήμου, στην περιφέρεια του οποίου πρόκειται να λειτουργήσει το κατάστημα, ότι η συγκεκριμένη δραστηριότητα μπορεί να ιδρυθεί στη συγκεκριμένη θέση. Η αρμόδια για τη χορήγηση της βεβαίωσης υπηρεσία διερευνά τις υφιστάμενες χρήσεις γης και άλλους περιορισμούς που τίθενται στην κείμενη νομοθεσία ή σε κανονιστικές αποφάσεις του Δήμου οι οποίες έχουν εκδοθεί πριν την ημερομηνία κατάθεσης αίτησης για την έκδοση της βεβαίωσης, και χορηγεί τη βεβαίωση εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την υποβολή της σχετικής αίτησης. Μετά τη λήψη της σχετικής βεβαίωσης μπορεί να προβεί στη γνωστοποίηση της λειτουργίας της δραστηριότητάς του.

Δεν περιορίζονται με τις αλλαγές στα ΚΥΕ η χρηματοδότηση και οι αρμοδιότητες της τοπικής αυτοδιοίκησης;
Ο νέος νόμος δεν αφαιρεί καμία αρμοδιότητα από τους Δήμους. Οι Δήμοι είναι, στο νέο θεσμικό πλαίσιο, ο μόνος αρμόδιος φορέας τόσο για την έκδοση της βεβαίωσης από την αρμόδια υπηρεσία όσο και για τη διαχείριση της γνωστοποίησης έναρξης οικονομικής δραστηριότητας, καθώς και για τη διενέργεια των σχετικών ελέγχων των Καταστημάτων Υγειονομικού Ενδιαφέροντος (ΚΥΕ).
Με τον νέο νόμο, χάρη στις τελικές αλλαγές που επήλθαν, τα έσοδα της τοπικής αυτοδιοίκησης αυξάνονται σε σχέση με το προηγούμενο καθεστώς, καθώς το 50% των επιβαλλόμενων προστίμων και το 80% των εισπραττόμενων παραβόλων αποδίδεται στους ίδιους τους ΟΤΑ. Τις ρυθμίσεις αυτές σε όφελος των Δήμων της χώρας, τις οποίες υιοθέτησε το Υπουργείο Οικονομίας, καταψήφισε δυστυχώς η αντιπολίτευση.

Σε τι διαφέρει η απλοποίηση από αυτήν που έχει ήδη επέλθει για τις δραστηριότητες τροφίμων και ποτών με την ΚΥΑ 12984/2014 (ΚΥΑ για 103 δραστηριότητες);
Όπως εύκολα μπορεί κάποιος να αντιληφθεί, διατρέχοντας αυτές τις 103 δραστηριότητες, δεν υπήρχε κανένα κριτήριο σύνδεσης τους ή στάθμισης κινδύνου. Αντιμετωπίζονταν με τον ίδιο τρόπο η μονάδα παραγωγής πατάτας, η μονάδα παραγωγής κλωστικών ινών και η μονάδα κατασκευής αεροσκαφών.
Η πραγματικότητα, μάλιστα, είναι, ότι καμία απλοποίηση δεν επιτεύχθηκε με αυτήν την υπουργική απόφαση, αφού μόνο η κατάργηση της άδειας λειτουργίας χωρίς καμία παρέμβαση ή μείωση στα δικαιολογητικά καθιστούσε τη μεταρρύθμιση αυτή άνευ ουσίας.  Για το λόγο αυτό, με τον νέο νόμο υλοποιείται η μεταρρύθμιση σε φάσεις, επιλέγοντας κλάδους, οι οποίοι εξετάζονται στο σύνολο της διαδικασίας αδειοδότησής τους. Για παράδειγμα, στη μεταποίηση τροφίμων και ποτών, δεν μένουμε μόνο στην υπαγωγή της σε γνωστοποίηση, προχωρούμε και στην κατάργηση τριών επιμέρους δικαιολογητικών. Αυτό, φυσικά, δεν σημαίνει ότι οι δραστηριότητες, ακόμα και εντός του ίδιου κλάδου, αντιμετωπίζονται όλες με τον ίδιο τρόπο. Ενώ οι μονάδες τροφίμων φυτικής παραγωγής υπάγονται ελεύθερα στη γνωστοποίηση, οι μονάδες τροφίμων ζωικής παραγωγής, όπως τα σφαγεία, εξακολουθούν να απαιτούν εκ των προτέρων έγκριση από την αρμόδια κτηνιατρική υπηρεσία, όπως άλλωστε επιβάλλει και η ευρωπαϊκή νομοθεσία. Αντίστοιχα, κρίθηκε, κατά την εκτίμηση κινδύνου, ότι η παραγωγή ζάχαρης, λόγω ιδιαίτερων χημικών διεργασιών, δεν είναι δυνατό να υπαχθεί στο καθεστώς της γνωστοποίησης.

Τι γίνεται με την κατάργηση του Ειδικού Σήματος Λειτουργίας στα τουριστικά καταλύματα; Πώς θα αντιμετωπιστεί η τόσο μεγάλη παρανομία στον κλάδο και πώς θα προστατευτούν οι τουρίστες;
Μέσα από το πληροφοριακό σύστημα, θα είναι δυνατή η διασύνδεση όλων των ελεγκτικών υπηρεσιών, οι οποίες άμεσα με τη γνωστοποίηση θα μπορούν να οργανώσουν στοχευμένους ελέγχους κατά την πραγματική λειτουργία της επιχείρησης.

Άλλο ένα πληροφοριακό σύστημα. Έχει γίνει κάποια προετοιμασία;
Προετοιμασία έχει γίνει και το σύστημα υλοποιείται σε δύο φάσεις. Άμεση θα είναι, με την πλήρη ενεργοποίηση του νόμου, η υλοποίηση του συστήματος που θα υποστηρίξει τις διαδικασίες γνωστοποίησης στους τρεις κλάδους που απλοποιούνται.

Και τι θα προσφέρει ένα πληροφοριακό σύστημα από μόνο του; Πως θα σταματήσουν τα «γρηγορόσημα»;
Με το νέο νόμο, εισάγεται για πρώτη φορά μια ολοκληρωμένη στρατηγική για ολόκληρη την αλυσίδα αδειοδότησης (γνωστοποίηση ή έγκριση, διαχείριση εγκρίσεων και ελέγχων). Σε αυτή τη βάση, αυτοματοποιούνται οι διαδικασίες, προσδιορίζεται ο αντικειμενικός και τεχνικός χαρακτήρας τους, ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος εξωγενών παρεμβάσεων (διαφθοράς και διαπλοκής) και μέσω της εισαγωγής του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος. Βασική πρόβλεψη του νέου νόμου είναι το «Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα Άσκησης Δραστηριοτήτων και Ελέγχων» (ΟΠΣ-ΑΔΕ), που θα υπάγεται στη Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης. Το σύστημα θα είναι διαλειτουργικό, διασυνδεδεμένο με το Γενικό Εμπορικό Μητρώο (ΓΕΜΗ) και το σύστημα TAXIS. Η σύσταση του Υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής υπογραμμίζει  την προτεραιότητα που αποδίδει η Κυβέρνηση σε μια ενιαία ψηφιακή στρατηγική. Η εισαγωγή του πληροφοριακού συστήματος μειώνει αποφασιστικά το διοικητικό βάρος. Θα καταστήσει πολύ αποτελεσματικότερο τον έλεγχο, καθώς μάλιστα το σύστημα θα δημιουργήσει ένα ολοκληρωμένο μητρώο με τις πληροφορίες για κάθε επιχείρηση, αλλά και θα ανταλλάσσει δεδομένα με άλλες υπηρεσίες και βάσεις δεδομένων. Θα αποτρέψει όλες τις εξωγενείς παρεμβάσεις στις διαδικασίες.

Μετάβαση από τους εκ των προτέρων στους εκ των υστέρων ελέγχους. Υπάρχει κάποιος σχεδιασμός;
Οι εκ των υστέρων έλεγχοι θα λάβουν χώρα άμεσα, καθώς ανθρώπινοι πόροι που σήμερα απασχολούνται σε μεγάλο βαθμό σε εκ των προτέρων διαδικασίες (στις περισσότερες των περιπτώσεων κατά 100%) θα μπορέσουν να μετατοπιστούν και να αποτελέσουν το δυναμικό εκείνο που απαιτείται για την πραγματοποίηση των πραγματικών και ουσιαστικών ελέγχων κατά τη διάρκεια λειτουργίας των επιχειρήσεων.
Επιπλέον, οι έλεγχοι των οικονομικών δραστηριοτήτων θα συνδυαστούν και θα «κουμπώσουν» με το έργο της συνολικής εποπτείας της αγοράς, η οποία αποτελεί ήδη αντικείμενο μεγάλης νομοθετικής παρέμβασης του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης και η οποία αναμένεται να ολοκληρωθεί άμεσα.
Με τον τρόπο αυτό, το σύνολο της αγοράς θα ελέγχεται και θα εποπτεύεται αποτελεσματικά και μεθοδευμένα, και όχι αποσπασματικά και σχεδόν ανοργάνωτα, όπως συνέβαινε μέχρι σήμερα.
Για πρώτη φορά, οι έλεγχοι θα οργανώνονται με ενιαία μεθοδολογία, με βάση την ανάλυση κινδύνου και άλλα παραμετροποιημένα στοιχεία, με αποτέλεσμα να διασφαλίζεται η ποιότητα και η απόδοσή τους. Δεν θα διεξάγονται πλέον μόνο κατόπιν καταγγελίας ή κατά τυχαίο τρόπο, αλλά μεθοδικά και στοχευμένα.
Ο όρος εποπτεία εξειδικεύεται σε τρεις επιμέρους ενέργειες και δεν εξαντλείται στην έννοια του επιτόπιου ελέγχου, όπως ήταν το σύνηθες μέχρι σήμερα. Οι πυλώνες της έννοιας της «εποπτείας» που αποσκοπεί στην προστασία του δημοσίου συμφέροντος συνίσταται σε:
α) έλεγχο μέσω αυτοψίας και δικαιολογητικών,
β) συστάσεων προς τον εποπτευόμενο και
γ) παροχή κατευθυντήριων γραμμών με γνώμονα την ενίσχυση της συμμόρφωσης.
Το νέο μοντέλο εποπτείας, που σήμερα πλέον θα καταστεί ακόμη πιο ισχυρό λόγω της μετατόπισής του σε ex post διαδικασία για πολλές οικονομικές δραστηριότητες, θα διέπεται από βασικές αρχές, και συγκεκριμένα τις εξής: (α) τη νομιμότητα, (β) την ανεξαρτησία του εποπτεύοντος οργάνου από το εποπτευόμενο μέρος και κάθε άλλον έχοντα σχετικό έννομο συμφέρον, (γ) τη διαφάνεια, σαφήνεια, αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα, (δ) το σεβασμό των νομίμων δικαιωμάτων του εποπτευόμενου, (ε) την αναλογικότητα των εφαρμοστικών μέτρων σε σχέση με τη βαρύτητα του κινδύνου, την πιθανότητα επέλευσής του και το ιστορικό συμμόρφωσης του φορέα και τέλος (στ) την επιείκεια προς τον εποπτευόμενο σε περίπτωση αμφιβολίας και την κλιμάκωση των κυρώσεων ανάλογα με το μέγεθος της μη συμμόρφωσης και τις συνέπειες αυτής. Οι αρχές και οι πυλώνες τις εποπτείας απαντώνται στα σύγχρονα συστήματα άσκησης εποπτείας και ήταν απαραίτητο να πλαισιώσουν την προτεινόμενη μεταρρύθμιση. Με τον τρόπο αυτό δημιουργείται το πλαίσιο της αποτελεσματικής άσκησης εποπτείας αλλά ταυτόχρονα δημιουργείται και η βάση για την ενίσχυση της ασφάλειας δικαίου προς τους εποπτευόμενους.

Ποιος κερδίζει τελικά από τον νέο νόμο για την αδειοδότηση;
Οι συνεπείς επιχειρηματίες επωφελούνται από τις απλές και αντικειμενικές/αυτόματες διαδικασίες. Οι παραβάτες εντοπίζονται και έχουν να αντιμετωπίσουν αυστηρές κυρώσεις.
Οι εργαζόμενοι της δημόσιας διοίκησης που είναι σήμερα δεσμευμένοι για τις τυπικές και γραφειοκρατικές διαδικασίες αδειοδότησης (με αποτέλεσμα η εποπτεία της λειτουργίας των επιχειρήσεων να είναι εντελώς ανεπαρκής) θα απελευθερωθούν πλέον για τους ουσιαστικούς ελέγχους. Οι έλεγχοι πλέον συστηματοποιούνται, με ενιαία κριτήρια, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες κάθε δραστηριότητας.
Παράλληλα, διασφαλίζεται στην πράξη και όχι στους τύπους, στα χαρτιά, το δημόσιο συμφέρον. Μια μέχρι σήμερα γραφειοκρατική διαδικασία τυπικής αδειοδότησης εκ των προτέρων αντικαθίσταται (για δραστηριότητες χαμηλού σχετικά κινδύνου) από ένα σύστημα ουσιαστικών ελέγχων στην πραγματική λειτουργία των επιχειρήσεων. Προστατεύεται δηλαδή ουσιαστικά και πρακτικά το κοινωνικό σύνολο έναντι ενδεχόμενων κινδύνων (για τη δημόσια υγεία και το περιβάλλον).

ΑΝΑΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΚΑΙ ΕΞΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΠΑΡΑΒΟΛΩΝ, ΤΕΛΩΝ ΚΑΙ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΕΞΟΔΩΝ

Σύμφωνα με το πολυνομοσχέδιο που κατατέθηκε στην βουλή στις 12/12/2016:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’
ΑΝΑΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΚΑΙ ΕΞΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΠΑΡΑΒΟΛΩΝ, ΤΕΛΩΝ ΚΑΙ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΕΞΟΔΩΝ
Α. ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ

Άρθρο 33
Κατάργηση δικαστικού ενσήμου στις αναγνωριστικές αγωγές

1. Η παράγραφος 3 του άρθρου 7 του ν.δ. 1544/1942 (Α’ 189), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 70 του ν. 3994/2011 (Α’ 165) και το άρθρο 21 του ν. 4055/2012 (Α’51) αντικαθίσταται ως εξής:
«Στο τέλος, που επιβάλλεται κατά το άρθρο 2 του ν. ΓΠΟΗ/1912, δεν υπόκεινται οι αναγνωριστικές αγωγές, καθώς και οι αγωγές για την εξάλειψη υποθήκης και προσημείωσης και εκείνες που αφορούν την ακύρωση πλειστηριασμού.»
2. Η διάταξη της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζεται στις εκκρεμείς αναγνωριστικές αγωγές, καθώς και στις αγωγές που ασκήθηκαν ως καταψηφιστικές πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, εφόσον μετατραπούν σε αναγνωριστικές μετά την έναρξη ισχύος του.

Αιτιολογική έκθεση
Άρθρο 33
Κατάργηση δικαστικού ενσήμου στις αναγνωριστικές αγωγές

Με την παράγραφο 1 επανέρχεται στην αρχική της διατύπωση η διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 7 του ν.δ. 1544/1942 (Α’ 189), πριν τις διαδοχικές τροποποιήσεις της από το άρθρο 70 του ν. 3994/2011 (Α’ 165) και το άρθρο 21 του ν. 4055/2012 (Α’51), ούτως ώστε να εξαιρείται πλέον το σύνολο των αναγνωριστικών αγωγών από την υποχρέωση καταβολής δικαστικού ενσήμου. Η ρύθμιση αυτή έρχεται να αποκαταστήσει την έννοια της διαφοροποίησης μεταξύ καταψηφιστικών και αναγνωριστικών αγωγών καθώς η καταβολή δικαστικού ενσήμου συνδέεται με την εκτελεστότητα, και υπό την έννοια αυτή παρίσταται εύλογο να μην επιβαρύνεται με αυτό η αναγνωριστική αγωγή, στο μέτρο που δεν άγει σε εκτελεστό τίτλο.
Με την παράγραφο 2 ορίζεται ότι η ρύθμιση της παραγράφου 1 καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς αναγνωριστικές αγωγές, καθώς και όσες αγωγές μετατραπούν σε αναγνωριστικές μετά την έναρξη ισχύος του νόμου, ακόμα και αν αυτές είχαν αρχικά ασκηθεί ως καταψηφιστικές. Η ρύθμιση αυτή τίθεται για λόγους ίσης μεταχείρισης, καθώς η καταψηφιστική αγωγή που τρέπεται σε αναγνωριστική παράγει τις ίδιες έννομες συνέπειες σαν να είχε ασκηθεί ως αναγνωριστική εξαρχής.

Άρθρο 34
Μεταρρύθμιση δικαστικού ενσήμου στις καταψηφιστικές αγωγές των εργατικών διαφορών

Στο άρθρο 71 του Εισαγωγικού Νόμου του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας προστίθεται δεύτερο εδάφιο, ως εξής:
«Στις περιπτώσεις εργατικών διαφορών για τις οποίες καταβάλλεται δικαστικό ένσημο αυτό καθορίζεται σε ποσοστό τέσσερα τοις χιλίοις (4%ο) επί της αξίας του αντικειμένου της αγωγής ή άλλου δικογράφου που υποβάλλεται σε οποιοδήποτε δικαστήριο του Κράτους και υπόκειται σε δικαστικό ένσημο κατά τις οικείες διατάξεις.»

Αιτιολογική έκθεση
Άρθρο 34
Μεταρρύθμιση δικαστικού ενσήμου στις καταψηφιστικές αγωγές των εργατικών διαφορών

Με την παράγραφο 1 προστίθεται δεύτερο εδάφιο στο άρθρο 71 του Εισαγωγικού Νόμου του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, το οποίο ορίζει ότι στις περιπτώσεις εργατικών διαφορών για τις οποίες προβλέπεται υποχρέωση καταβολής δικαστικού ενσήμου, αυτό καθορίζεται σε ποσοστό τέσσερα τοις χιλίοις (4%ο) επί του ύφους της αξίωσης, ανεξαρτήτως αν αυτή επιδιώκεται δικαστικώς με αγωγή ή άλλο δικόγραφο που υποβάλλεται σε οποιοδήποτε ελληνικό δικαστήριο. Κατά συνέπεια, πέρα από την ήδη υφιστάμενη απαλλαγή από την υποχρέωση καταβολής δικαστικού ενσήμου για εργατικές υποθέσεις καθ’ ύλην αρμοδιότητας του ειρηνοδικείου, αυτό μειώνεται στο μισό και για όλες τις υπόλοιπες καταψηφιστικές αγωγές των εργατικών διαφορών. Η ρύθμιση παρίσταται αναγκαία καθώς, λόγω της οικονομικής κρίσης, πολύ συχνά πλέον οι εργαζόμενοι υποχρεώνονται σε δικαστική διεκδίκηση των αξιώσεών τους, έχοντας ήδη περιέλθει σε δυσχερή οικονομική θέση, καθώς η διεκδίκηση αυτή αφορά τους ίδιους τους πόρους διαβίωσής τους.

Άρθρο 35
Τροποποιήσεις διατάξεων σχετικά με τα παράβολα και τα τέλη στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.

1. Στο άρθρο 241 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής:
«3. Προϋπόθεση για τη χορήγηση αναβολής κατόπιν αιτήματος του διαδίκου, πλην των περιπτώσεων αποχής δικηγόρων, είναι η κατάθεση, υπέρ του Ταμείου Χρηματοδότησης Δικαστικών Κτιρίων (ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.):
α) ενώπιον Ειρηνοδικείου και Μονομελούς Πρωτοδικείου παράβολου ποσού είκοσι (20) ευρώ
β) ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου παραβόλου ποσού τριάντα (30) ευρώ
γ) ενώπιον του Εφετείου παράβολου ποσού σαράντα (40) ευρώ.
Στις περιπτώσεις που το αίτημα υποβάλλεται από το ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ. ως διάδικο, το παράβολο του προηγούμενου εδαφίου καταβάλλεται υπέρ του Δημοσίου.
Αν υποβάλλεται κοινό αίτημα από περισσότερους διαδίκους κατατίθεται ένα παράβολο από τους αιτούντες, που επιμερίζεται ισομερώς σε αυτούς.»
2. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 495 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, όπως διαμορφώθηκε με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του ν. 4335/2015 (Α’ 87), αντικαθίσταται ως εξής:
«Εκείνος που ασκεί το ένδικο μέσο της έφεσης, της αναίρεσης και της αναψηλάφησης, υποχρεούται να καταθέσει παράβολο, που επισυνάπτεται στην έκθεση που συντάσσει ο γραμματέας, ως εξής:
Α. Για το ένδικο μέσο της έφεσης:
α) κατά απόφασης Ειρηνοδικείου παράβολο ποσού εβδομήντα πέντε (75) ευρώ
β) κατά απόφασης Μονομελούς Πρωτοδικείου παράβολο ποσού εκατό (100) ευρώ
γ) κατά απόφασης Πολυμελούς Πρωτοδικείου παράβολο ποσού εκατό πενήντα (150) ευρώ.
Β. Για το ένδικο μέσο της αναίρεσης:
α) κατά απόφασης Ειρηνοδικείου παράβολο ποσού διακοσίων πενήντα (250) ευρώ
β) κατά απόφασης Μονομελούς Πρωτοδικείου παράβολο ποσού τριακοσίων (300) ευρώ
γ) κατά απόφασης Πολυμελούς Πρωτοδικείου παράβολο ποσού τετρακοσίων (400) ευρώ
δ) κατά απόφασης Εφετείου παράβολο ποσού τετρακοσίων πενήντα (450) ευρώ.
Γ. Για το ένδικο μέσο της αναψηλάφησης: α) κατά αποφάσεων ειρηνοδικείων, μονομελών και πολυμελών πρωτοδικείων παράβολο ποσού τετρακοσίων (400) ευρώ
β) κατά αποφάσεων Εφετείου και του Αρείου Πάγου παράβολο ποσού πεντακοσίων (500) ευρώ.»
3. Η παράγραφος 2 του άρθρου 505 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Ο ανακόπτων οφείλει να προκαταβάλει στη γραμματεία του δικαστηρίου κατά την κατάθεση της ανακοπής το παράβολο που όρισε η ερήμην απόφαση και ανέρχεται για κάθε ανακόπτοντα:
α) σε ποσό που δεν μπορεί να είναι μικρότερο από εκατόν είκοσι (120) ευρώ και μεγαλύτερο από διακόσια (200) ευρώ, αν αυτή εκδίδεται από το Ειρηνοδικείο,
β) σε ποσό που δεν μπορεί να είναι μικρότερο από εκατό πενήντα (150) ευρώ και μεγαλύτερο από διακόσια πενήντα (250) ευρώ, αν αυτή εκδίδεται από το Μονομελές Πρωτοδικείο, ή
γ) σε ποσό που δεν μπορεί να είναι μικρότερο από διακόσια (200) ευρώ και μεγαλύτερο από τριακόσια (300) ευρώ, όταν εκδίδεται από το Πολυμελές Πρωτοδικείο ή το Εφετείο.
Το ύψος του ποσού αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Σε περίπτωση που δεν κατατεθεί το παράβολο, το ένδικο μέσο απορρίπτεται από το δικαστήριο ως απαράδεκτο. Σε περίπτωση ολικής ή μερικής νίκης του καταθέσαντος, το δικαστήριο με την απόφασή του διατάσσει να επιστραφείτο παράβολο σε αυτόν, αλλιώς διατάσσει να εισαχθεί στο δημόσιο ταμείο.»
4. Στο άρθρο 575 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, προστίθενται εδάφια δ’ και ε’ ως εξής:
«Προϋπόθεση για τη χορήγηση αναβολής κατόπιν αιτήματος του διαδίκου, πληντων περιπτώσεων αποχής δικηγόρων, είναι η κατάθεση υπέρ του Ταμείου
Χρηματοδότησης Δικαστικών Κτιρίων (ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ) παράβολου ποσού πενήντα (50) ευρώ. Στις περιπτώσεις που το αίτημα υποβάλλεται από το ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ. ως διάδικο, το παράβολο του προηγούμενου εδαφίου καταβάλλεται υπέρ του Δημοσίου. Αν υποβάλλεται κοινό αίτημα από περισσότερους διαδίκους κατατίθεται ένα παράβολο από τους αιτούντες, που επιμερίζεται ισομερώς σε αυτούς..»

Αιτιολογική έκθεση
Άρθρο 35
Τροποποιήσεις διατάξεων σχετικά με τα παράβολα και τα τέλη στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Με την παράγραφο 1 προστίθεται παράγραφος 3 στο άρθρο 241 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, με την οποία εισάγεται υποχρέωση του διαδίκου να καταθέτει στο Δικαστήριο παράβολο υπέρ του ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ., ως προϋπόθεση για τη χορήγηση αναβολής κατόπιν αιτήματος του, σε κάθε περίπτωση που αφορά το συγκεκριμένο λόγο αναβολής πλην της αποχής των δικηγόρων. Η ρύθμιση αυτή παρίσταται αναγκαία, δεδομένου ότι μεγάλος όγκος των υποθέσεων που σήμερα εκκρεμούν ενώπιον της δικαιοσύνης προέρχεται από αναβολές υποθέσεων. Αυτό έχει ως συνέπεια τόσο τη δαπάνη πόρων του δικαστικού συστήματος όσο και την αύξηση της εκκρεμότητας και άρα των καθυστερήσεων στην απονομή δικαιοσύνης. Εκτιμάται ότι η εισαγωγή του εν λόγω παράβολου, το οποίο είναι κλιμακούμενο ανάλογα με τη βαθμίδα της δικαιοσύνης και ανέρχεται σε ποσό τέτοιο που δεν καθιστά απαγορευτική την πρόσβαση σε αυτή, θα λειτουργήσει καταρχάς αποτρεπτικά για την υποβολή αιτημάτων αναβολής, περιορίζοντάς τα στην πράξη στα υπαγορευόμενα από επιτακτικούς λόγους ανωτέρας βίας, ενώ σε κάθε περίπτωση θα αποκαταστήσει εν μέρει τους δαπανώμενους πόρους, προκειμένου για την ενίσχυση της λειτουργίας της.
Με την παράγραφο 2 αντικαθίσταται η παράγραφος 3 του άρθρου 495 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, αναφορικά με τα ποσά των παραβολών που κατατίθενται στο δικαστήριο για την άσκηση των ενδίκων μέσων της έφεσης, της αναίρεσης και της αναψηλάφησης. Η εκτίμηση που διαπνέει την εισαγόμενη ρύθμιση είναι ότι, αν και η υποχρέωση καταβολής παράβολου για την άσκηση ενδίκου μέσου είναι καταρχήν ένα πρόσφορο μέτρο για την αποτροπή της άσκησης προδήλως αβάσιμων ένδικων βοηθημάτων, είναι ωστόσο δυσανάλογη η ομοιόμορφη επιβάρυνση της άσκησης όλων των ενδίκων μέσων κάθε κατηγορίας με παράβολο ενιαίας αξίας. Για το λόγο αυτό, κρίνεται σκοπιμότερο, σύμφωνα και με το πνεύμα της προηγούμενης παραγράφου η αξία του παράβολου να κλιμακώνεται, αναλόγως του ενδίκου μέσου και του δικαστηρίου στο οποίο αυτό υποβάλλεται.
Με την παράγραφο 3 αντικαθίσταται η παράγραφος 2 του άρθρου 505 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, η οποία αφορά το παράβολο που προκαταβάλλεται κατά την άσκηση ανακοπής ερημοδικίας. Με την εισαγόμενη ρύθμιση, το ποσό του παράβολου ερημοδικίας αναπροσαρμόζεται κατά τρόπο ώστε να κάθε φορά να ανταποκρίνεται στη βαθμίδα του δικαστηρίου στο οποίο απευθύνεται το ένδικο μέσο. Το παράβολο κατατίθεται επί ποινή απαραδέκτου του ενδίκου μέσου, ενώ επιστρέφεται στον ανακόπτοντα ακόμα και σε περίπτωση μερικής νίκης του. Τέλος, παρέχεται ειδικότερη εξουσιοδότηση στους Υπουργούς Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για την αναπροσαρμογή του ύψους του ποσού του παράβολου.
Με την παράγραφο 4 προστίθενται εδάφια δ’ και ε’ στο άρθρο 575 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, με τα οποία, κατ’ αναλογία της ρύθμισης της πρώτης παραγράφου του παρόντος άρθρου, προκειμένου να χορηγηθεί αναβολή της συζήτησης του ενδίκου μέσου της αναιρέσεως, κατόπιν αιτήματος διαδίκου, αυτός υποχρεούται να καταθέσει παράβολο υπέρ του Ταμείου Χρηματοδότησης Δικαστικών Κτιρίων (ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ).

Β. ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ

Άρθρο 36
Τροποποιήσεις στο π.δ. 18/1989

1. Στο άρθρο 33 του Π.Δ. 18/1989 (Α’ 8) προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής:
«5. Προϋπόθεση για τη χορήγηση αναβολής κατόπιν αιτήματος του διαδίκου, πλην των περιπτώσεων αποχής δικηγόρων, είναι η κατάθεση, παράβολου υπέρ του Ταμείου Χρηματοδότησης Δικαστικών Κτιρίων ύψους πενήντα (50) ευρώ. Στις περιπτώσεις που το αίτημα υποβάλλεται από το ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ. ως διάδικο, το παράβολο του προηγούμενου εδαφίου καταβάλλεται υπέρ του Δημοσίου. Αν υποβάλλεται κοινό αίτημα από περισσότερους διαδίκους κατατίθεται ένα παράβολο από τους αιτούντες, που επιμερίζεται ισομερώς σε αυτούς..»
2. Τα εδάφια α’ και β’ της παραγράφου 1 του άρθρου 36 του Π.Δ. 18/1989 (Α’ 8), αντικαθίστανται ως εξής:
«1. Το ένδικο μέσο που ασκείται στο Συμβούλιο της Επικράτειας απορρίπτεται ως απαράδεκτο, αν μέσα σε ένα μήνα από την κατάθεση του εισαγωγικού δικογράφου της δίκης δεν καταβληθεί παράβολο. Το παράβολο ορίζεται, όταν πρόκειται για αίτηση ακυρώσεως, υπαλληλική προσφυγή, αίτηση αναιρέσεως σε διαφορές κοινωνικής ασφάλισης ή τριτανακοπή σε εκατό πενήντα (150) ευρώ, όταν πρόκειται για έφεση σε διακόσια (200) ευρώ, όταν πρόκειται για αναστολή εκτελέσεως, αίτηση ασφαλιστικών μέτρων, αίτηση ερμηνείας και αίτηση διόρθωσης σε πενήντα (50) ευρώ και όταν πρόκειται για αίτηση αναιρέσεως, πλην εκείνων που αφορούν διαφορές κοινωνικής ασφάλισης, σε τριακόσια πενήντα (350) ευρώ.».

Αιτιολογική έκθεση
Άρθρο 36
Τροποποιήσεις στο π.δ. 18/1989
Με την παράγραφο 1 προστίθεται παράγραφος 5 στο άρθρο 33 του Π.Δ. 18/1989, με την οποία, κατ’ αναλογία της πρώτης παραγράφου του άρθρου 3 του παρόντος νομοθετήματος, προκειμένου να χορηγηθεί αναβολή της συζήτησης των υποθέσεων που εκδικάζονται σύμφωνα με τη δικονομία του Π.Δ. 18/1989, απαιτείται η κατάθεση παράβολου υπέρ του Ταμείου Χρηματοδότησης Δικαστικών Κτιρίων.
Με την παράγραφο 2 αντικαθίστανται τα εδάφια α’ και β’ της παραγράφου 1 του άρθρου 36 του Π.Δ. 18/1989 και αναπροσαρμόζονται τα παράβολα άσκησης των ενδίκων βοηθημάτων και μέσων που διέπονται από τη δικονομία του Π.Δ. 18/1989, ανάλογα με το είδος του ενδίκου βοηθήματος ή μέσου, τους βαθμούς δικαιοδοσίας που έχει διέλθει η ένδικη διαφορά, καθώς και τα δικαιώματα των διαδίκων που διακυβεύονται. Σκοπός της αναπροσαρμογής αυτής είναι η αποτελεσματική δικαστική προστασία σύμφωνα με το Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ αλλά και ο εξορθολογισμός του κόστους πρόσβασης στη δικαιοσύνη.

Αρθρο 37
Τροποποιήσεις στον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας

1. Το εδάφιο α’ της παραγράφου 2 του άρθρου 42 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, όπως ισχύει) αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Αν ο ιδιώτης διάδικος ή ο νόμιμος αντιπρόσωπος ή ο εκπρόσωπος ή ο δικαστικός πληρεξούσιός του υποπέσει σε παράβαση των κανόνων της προηγούμενης παραγράφου, το δικαστήριο, με την οριστική του απόφαση, επιβάλλει σε αυτόν χρηματική ποινή από εκατό πενήντα (150) έως χίλια πεντακόσια (1.500) ευρώ.»
2. Η παράγραφος 3 του άρθρου 93 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, όπως ισχύει) αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Προκειμένου για χρηματικού αντικειμένου φορολογικές και τελωνειακές εν γένει διαφορές, ο εκκαλών οφείλει να καταβάλει μέχρι την ημερομηνία της αρχικής δικασίμου, με ποινή απαραδέκτου της έφεσης, ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) του οφειλόμενου, σύμφωνα με την πρωτόδικη απόφαση, κύριου φόρου, δασμού, ή τέλους εν γένει, εκτός αν έχει χορηγηθεί αναστολή σύμφωνα με το άρθρο 209Α. Το καταβλητέο ποσό υπολογίζεται από την αρμόδια φορολογική ή τελωνειακή αρχή, η οποία συντάσσει ατελώς, μετά από αίτηση του εκκαλούντος, ειδικό σημείωμα, με το οποίο βεβαιώνεται και η καταβολή του.»
3. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 135 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας προστίθεται εδάφιο γ’ ως εξής:
«Προϋπόθεση για τη χορήγηση αναβολής κατόπιν αιτήματος του διαδίκου, πληντων περιπτώσεων αποχής δικηγόρων, είναι η κατάθεση παράβολου υπέρ του Ταμείου Χρηματοδότησης Δικαστικών Κτιρίων (ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.) ως εξής: α) ποσού τριάντα (30) ευρώ, ενώπιον του μονομελούς πρωτοδικείου, β) ποσού σαράντα (40) ευρώ, ενώπιον του τριμελούς πρωτοδικείου και γ) ποσού πενήντα (50) ευρώ, ενώπιον του εφετείου. Στις περιπτώσεις που το αίτημα υποβάλλεται από το ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ. ως διάδικο, το παράβολο του προηγούμενου εδαφίου καταβάλλεται υπέρ του Δημοσίου. Αν υποβάλλεται κοινό αίτημα από περισσότερους διαδίκους κατατίθεται ένα παράβολο από τους αιτούντες, που επιμερίζεται ισομερώς σε αυτούς.»
4. Η παράγραφος 2 του άρθρου 277 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, όπως ισχύει) αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Το παράβολο ορίζεται:
α) για την ένσταση κατά τα άρθρα 246 και 269, την αντένσταση κατά το άρθρο 256, την προσφυγή και την ανακοπή κατά το άρθρο 217 σε εκατό (100) ευρώ και για τις αιτήσεις παροχής προσωρινής δικαστικής προστασίας και την αίτηση διόρθωσης ή ερμηνείας σε πενήντα (50) ευρώ,
β) για την ανακοπή ερημοδικίας και την τριτανακοπή σε εκατό πενήντα (150) ευρώ, για την έφεση και για την αντέφεση σε διακόσια (200) ευρώ και για την αίτηση αναθεώρησης σε τριακόσια (300) ευρώ.
Εξαιρετικά το παράβολο της προσφυγής σε διαφορές από άσκηση προσφυγής ασφαλισμένου σε φορέα κοινωνικής ασφάλισης, ορίζεται σε είκοσι πέντε (25) ευρώ.»
5. Τα εδάφια α’ και β’ της παραγράφου 3 του άρθρου 277 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, όπως ισχύει) αντικαθίστανται ως εξής:
«Κατ’ εξαίρεση, στις χρηματικού περιεχομένου φορολογικές καιτελωνειακέςεν γένει διαφορές, το παράβολο για την προσφυγή, την έφεση και την αντέφεση ορίζεται σε ποσοστό ίσο προς το ένα τοις εκατό (1%) του αντικειμένου της διαφοράς και μέχρι του ποσού των δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ.
Αν το παράβολο υπερβαίνει το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, καταβάλλεται το ποσό αυτό, το επιπλέον δε τυχόν οφειλόμενο και μέχρι του ορίου των δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ, καταλογίζεται, αν συντρέχει περίπτωση, με την οριστική απόφαση του δικαστηρίου επί της προσφυγής ή της έφεσης.»
6. Στο άρθρο 277 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, όπως ισχύει) προστίθεται παράγραφος 12, ως εξής:
«Οι ρυθμίσεις των παραγράφων 9 και 10 του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται για το παράβολο που κατατίθεται σύμφωνα με το άρθρο 135 παράγραφος 3 εδάφιο γ’, το οποίο εκπίπτει πάντοτε υπέρ εκείνου για τον οποίο έχει εκδοθεί.»

Αιτιολογική έκθεση
Άρθρο 37
Τροποποιήσεις στον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας
Με την παράγραφο 1 αντικαθίσταται το εδάφιο α’ της παραγράφου 2 του άρθρου 42 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, και αναπροσαρμόζεται το πλαίσιο της χρηματικής ποινής που επιβάλλει το δικαστήριο, σε περίπτωση που ο ιδιώτης διάδικος, ο νόμιμος αντιπρόσωπος ή ο εκπρόσωπος ή ο δικαστικός πληρεξούσιός του, παραβιάσουν την υποχρέωση, που επιβάλλεται με την παράγραφο 1 του άρθρου 42 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.
Με την παράγραφο 2 αντικαθίσταται η παράγραφος 3 του άρθρου 93 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας. Με την προτεινόμενη ρύθμιση, σε περίπτωση άσκησης έφεσης σε χρηματικού αντικειμένου φορολογικές και τελωνειακές εν γένει διαφορές, μειώνεται από πενήντα τοις εκατό (50%) σε είκοσι τοις εκατό (20%) το ποσοστό του οφειλόμενου, σύμφωνα με την εκκαλούμενη απόφαση, κύριου φόρου, δασμού ή τέλους εν γένει, που πρέπει να καταβληθεί έως την ημερομηνία της αρχικής δικασίμου, επί ποινή απαραδέκτου της έφεσης. Η ρύθμιση αυτή κρίθηκε αναγκαία για την εξισορρόπηση μεταξύ της διευκόλυνσης της πρόσβασης του διαδίκου στο δεύτερο βαθμό δικαστικής κρίσης, της αποτροπής άσκησης προδήλως αβάσιμων ενδίκων μέσων και του δημοσίου συμφέροντος για την ταχεία είσπραξη των οφειλόμενων χρηματικών ποσών, στο μέτρο που αυτά έχουν ήδη επιδικαστεί με οριστική δικαστική απόφαση.
Με την παράγραφο 3 προστίθεται εδάφιο γ’ στην παράγραφο 3 του άρθρου 135 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, κατ’ αναλογία της ρύθμισης της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του παρόντος νομοθετήματος, με το οποίο εισάγεται, ως προϋπόθεση για τη χορήγηση αναβολής με αίτημα του διαδίκου, η υποχρέωση κατάθεσης παράβολου υπέρ του ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ..
Με την παράγραφο 4 αντικαθίσταται η παράγραφος 2 του άρθρου 277 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας και αναπροσαρμόζονται τα παράβολα που κατατίθενται ως προϋπόθεση του παραδεκτού των ένδικων βοηθημάτων και μέσων, πάντοτε αναλόγως του είδους του είδους αυτών και της βαθμίδας του δικαστηρίου στο οποίο απευθύνονται.
Με την παράγραφο 5 αντικαθίστανται τα εδάφια α’ και β’ της παραγράφου 3 του άρθρου 277 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, αναφορικά με το παράβολο της προσφυγής, της έφεσης και της αντέφεσης στις χρηματικού περιεχομένου φορολογικές και τελωνειακές εν γένει διαφορές. Το παράβολο αυτό, το οποίο ορίζεται κατ’ εξαίρεση σε ποσοστό επί του αντικειμένου της διαφοράς αντί παγίου ποσού, αναπροσαρμόζεται τόσο ως προς το ποσοστό όσο και ως προς το ανώτατο ποσό στο οποίο μπορεί να ανέρχεται. Σε κάθε δε περίπτωση, διατηρείται η υφιστάμενη ρύθμιση σύμφωνα με την οποία προκαταβάλλεται παράβολο μόνο μέχρι του ποσού των 3.000 ευρώ, τυχόν δε επιπλέον οφειλόμενο καταλογίζεται με την οριστική απόφαση του δικαστηρίου επί της προσφυγής ή της έφεσης, εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, εφόσον δηλαδή ηττήθηκε ο διάδικος.
Με την παράγραφο 6 προστίθεται παράγραφος 12 στο άρθρο 277 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, σύμφωνα με την οποία, οι ρυθμίσεις των παραγράφων 9 και 10 του ίδιου άρθρου, που ορίζουν τα της κατάπτωσης του παράβολου, δεν εφαρμόζονται στο παράβολο που κατατίθεται προκειμένου να χορηγηθεί από το δικαστήριο αναβολή με αίτημα διαδίκου, σύμφωνα με το άρθρο 135 παρ. 3 εδάφιο γ’. Το παράβολο αυτό καταπίπτει πάντοτε υπέρ εκείνου για τον οποίο έχει εκδοθεί. Η πρόβλεψη αυτή συνάδει με τον αυτοτελή χαρακτήρα της αναβλητικής απόφασης σε σχέση με την οριστική απόφαση με την οποία τέμνεται η διαφορά.

Άρθρο 38
Τροποποιήσεις στον ν. 4129/2013
Η παράγραφος 3 του άρθρου 73 του ν. 4129/2013 (Α’ 52) «Κύρωση του Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο» αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Το παράβολο ορίζεται: α) για τις εφέσεις, αιτήσεις αναστολής, αιτήσεις αναθεωρήσεως, αιτήσεις ανακοπής και τριτανακοπής και αιτήσεις διορθώσεως ή ερμηνείας στις συνταξιοδοτικές διαφορές σε είκοσι (20) ευρώ, β) για τις αιτήσεις αναιρέσεως στις συνταξιοδοτικές διαφορές σε εβδομήντα (70) ευρώ, γ) για τις αιτήσεις ανάκλησης κατά των πράξεων των Κλιμακίων του άρθρου 35 του παρόντος ή των Επιτρόπων του Ελεγκτικού Συνεδρίου, καθώς και τις αιτήσεις αναθεωρήσεως κατά των αποφάσεων που εκδίδονται επί των αιτήσεων αυτών σε εκατό (100) ευρώ, δ) για τα ένδικα βοηθήματα ή μέσα κατά καταλογιστικών πράξεων ή αποφάσεων και για τις χρηματικού αντικειμένου διαφορές σε ποσοστό ένα τοις εκατό του αμφισβητούμενου ποσού, χωρίς τις τυχόν προσαυξήσεις. Το αναλογικό παράβολο δεν μπορεί να είναι κατώτερο των εβδομήντα (70) ευρώ. Αν υπερβαίνει το ποσό των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ, καταβάλλεται το ποσό αυτό και το τυχόν επιπλέον οφειλόμενο παράβολο καταλογίζεται με την απόφαση, σε περίπτωση απόρριψης ή εν μέρει αποδοχής του ενδίκου βοηθήματος ή μέσου. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων μπορεί να αναπροσαρμόζονται τα ποσά ή τα ποσοστά των παραβολών.»

Αιτιολογική έκθεση
Άρθρο 38
Τροποποιήσεις στον ν. 4129/2013
Με το άρθρο αυτό αντικαθίσταται η παράγραφος 3 του άρθρου 73 του νόμου 4129/2013 (Α’ 52) «Κύρωση του Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο», που αφορά τα παράβολα που κατατίθενται ως προϋπόθεση του παραδεκτού στις δίκες ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Με την προτεινόμενη διάταξη αναπροσαρμόζονται τα παράβολα προκειμένου να αποτραπεί η καταχρηστική άσκηση ενδίκων βοηθημάτων και μέσων. Τέλος, παρέχεται ειδικότερη εξουσιοδότηση προς τους Υπουργούς Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για αναπροσαρμογή των ποσών ή των ποσοστών των ως άνω παραβολών.

Άρθρο 39
Τροποποίηση στο άρθρο 45 παρ. 2 του ν. 3959/2011 (Προστασία Ελεύθερου Ανταγωνισμού)

Η παράγραφος 2 του άρθρου 45 του ν. 3959/2011, αντικαθίσταται ως εξής: «2. Η προσφυγή, η αίτηση αναίρεσης, η ανακοπή, η αίτηση αναθεώρησης και η παρέμβαση, που ασκούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου στα διοικητικά δικαστήρια, καθώς και η αίτηση επανασυζήτησης ενώπιον της Επιτροπής Ανταγωνισμού, συνοδεύονται, με ποινή το απαράδεκτο αυτών, από γραμμάτιο καταβολής παράβολου επτακοσίων πενήντα (750) ευρώ. Ως προς την απόδοση του παράβολου εφαρμόζονται οι παράγραφοι 9,10 και 11 του άρθρου 277 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας και της παραγράφου 4 του άρθρου 36 του Π.Δ. 18/1989. Από την υποχρέωση αυτή απαλλάσσεται το Δημόσιο.»

Αιτιολογική έκθεση
Άρθρο 39
Τροποποίηση στο άρθρο 45 παρ. 2 ν. 3959/2011 (Προστασία Ελεύθερου Ανταγωνισμού)
Με το άρθρο αυτό τροποποιείται η παράγραφος 2 του άρθρου 45 ν. 3959/2011, και αναπροσαρμόζεται το ύφος του παράβολου που καταβάλλεται για τα ένδικα βοηθήματα και μέσα που ασκούνται ενώπιον του Συμβουλίου της Επικράτειας και των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων. Η αναπροσαρμογή αυτή λαμβάνει υπόψη αφενός την ανάγκη να τίθεται ένα αποτελεσματικό φίλτρο στην άσκηση καταχρηστικών ενδίκων βοηθημάτων και μέσων κατά των πράξεων της Επιτροπής Ανταγωνισμού, και αφετέρου την ανάγκη για αποτελεσματική προστασία των δικαιωμάτων των ιδιωτών.

Γ. ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ

Άρθρο 40
Τροποποιήσεις παραβολών και τελών στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

1. Η μόνη παράγραφος του άρθρου 18 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αριθμείται σε παράγραφο 1 και προστίθεται παράγραφος 2, ως εξής:
«2. Η αίτηση εξαίρεσης είναι απαράδεκτη αν δεν συνοδεύεται από παράβολο πενήντα (50) ευρώ, το οποίο επιστρέφεται αν γίνει αυτή ολικά ή μερικά δεκτή. Το ύφος του ποσού αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.»
2. Το εδάφιο α’ της παραγράφου 4 του άρθρου 42 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:
«Ο μηνυτής, κατά την υποβολή της μήνυσης ενώπιον κάθε αρμόδιας αρχής, καταθέτει, με ποινή το απαράδεκτο αυτής, παράβολο υπέρ του Δημοσίου ποσού εβδομήντα (70) ευρώ.»
3. Η παράγραφος 2 του άρθρου 46 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:
«Ο εγκαλών κατά την υποβολή της έγκλησης, για τα απολύτως κατ’ έγκληση διωκόμενα εγκλήματα, ενώπιον κάθε αρμόδιας αρχής καταθέτει παράβολο υπέρ του
Δημοσίου ποσού πενήντα (50) ευρώ. Το ύφος του ποσού αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Αν δεν κατατεθεί παράβολο η έγκληση απορρίπτεται ως απαράδεκτη. Εξαιρούνται από την κατάθεση παράβολου οι δικαιούχοι νομικής βοήθειας, όπως αυτοί προσδιορίζονται στο άρθρο 1 του ν. 3226/2004. Δεν απαιτείται κατάθεση παράβολου για τα εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας και οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής και τα εγκλήματα κατά της ενδοοικογενειακής βίας και τα εγκλήματα ρατσιστικών διακρίσεων (άρθρα 81Α και 361 Β του Ποινικού Κώδικα) και τα εγκλήματα παραβιάσεων της ίσης μεταχείρισης. Για αξιόποινες πράξεις που τελούνται σε βάρος δημοσίων οργάνων και υπαλλήλων κατά την άσκηση των ανατεθειμένων σε αυτούς καθηκόντων, ο παθών υποβάλλει την έγκληση ατελώς και χωρίς την κατάθεση παράβολου.»
4. Το εδάφιο α’ της παραγράφου 2 του άρθρου 48 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:
«Ο προσφεύγων υποχρεούται να καταθέσει παράβολο υπέρ του Δημοσίου ποσού διακοσίων πενήντα (250) ευρώ, το οποίο επισυνάπτεται στην έκθεση που συντάσσει ο πιο πάνω γραμματέας.»
5. Το εδάφιο β’ του άρθρου 63 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:
«Ως τέλος πολιτικής αγωγής, με ποινή το απαράδεκτο αυτής, ορίζεται το ποσό των σαράντα (40) ευρώ, που καταβάλλεται εφάπαξ με παράβολο υπέρ του Δημοσίου είτε κατά την προδικασία είτε κατά την κύρια διαδικασία και καλύπτει την παράσταση του πολιτικώς ενάγοντα μέχρι την έκδοση αμετάκλητης απόφασης.»
6. Η μόνη παράγραφος του άρθρου 192 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αριθμείται σε παράγραφο 1 και προστίθεται παράγραφος 2, ως εξής:
«2. Η αίτηση εξαίρεσης είναι απαράδεκτη αν δεν συνοδεύεται από παράβολο πενήντα (50) ευρώ, το οποίο επιστρέφεται αν γίνει αυτή ολικά ή μερικά δεκτή. Το ύψος του ποσού αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.»
7. Η παράγραφος 1 του άρθρου 322 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:
«Ο κατηγορούμενος που κλητεύθηκε απευθείας με κλητήριο θέσπισμα στο ακροατήριο του τριμελούς πλημμελειοδικείου έχει δικαίωμα, αφού ενημερωθεί για την προανάκριση, να προσφύγει στον αρμόδιο εισαγγελέα εφετών μέσα σε δέκα ημέρες από την επίδοση του κλητήριου θεσπίσματος” η προθεσμία δεν παρεκτείνεται εξαιτίας της απόστασης. Γι’αυτή την προσφυγή συντάσσεται έκθεση ενώπιον του γραμματέα της εισαγγελίας πρωτοδικών ή του γραμματέα του ειρηνοδικείου της διαμονής του, ο οποίος έχει υποχρέωση να το αναφέρει τηλεγραφικά στον εισαγγελέα πλημμελειοδικών υποβάλλοντας ταυτόχρονα την έκθεση που συντάχθηκε. Ο προσφεύγων, πλην των περιπτώσεων εγκλημάτων ρατσιστικών διακρίσεων (άρθρα 81 Α και 361 Β του Ποινικού Κώδικα) και των εγκλημάτων παραβιάσεων της ίσης μεταχείρισης, υποχρεούται να καταθέσει παράβολο υπέρ του Δημοσίου ποσού διακοσίων πενήντα (250) ευρώ. Σε περίπτωση που η προσφυγή ασκείται από περισσότερους κατηγορουμένους, κατατίθεται μόνο ένα παράβολο. Το ύψος του ποσού αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Αν δεν κατατεθεί το παράβολο, η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη από τον εισαγγελέα εφετών. Σε περίπτωση που ο εισαγγελέας εφετών κάνει δεκτή την προσφυγή διατάσσει και την επιστροφή του παράβολου στον καταθέσαντα αυτό.»

Αιτιολογική έκθεση
Άρθρο 40
Τροποποιήσεις παραβόλων και τελών στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Με την παράγραφο 1 εισάγεται η υποχρέωση κατάθεσης παράβολου ποσού πενήντα (50) ευρώ, ως προϋπόθεση του παραδεκτού της αίτησης εξαίρεσης δικαστικών προσώπων. Κατά αυτόν τον τρόπο αποτρέπονται οι απερίσκεπτες και καταχρηστικές αιτήσεις εξαίρεσης, χωρίς ωστόσο να καθίσταται αδύνατη η πρόσβαση του αιτούντος στη συγκεκριμένη διαδικασία. Εξάλλου, το παράβολο επιστρέφεται στον αιτούντα εφόσον η αίτηση γίνει ολικά ή μερικά δεκτή.
Με την παράγραφο 2 το παράβολο της μήνυσης μειώνεται στο ποσό των εβδομήντα (70) ευρώ, ώστε να διευκολυνθεί, αφενός, η πρόσβαση των πολιτών στην ποινική δικαιοσύνη αλλά και να διατηρηθεί, αφετέρου, ένα φίλτρο στην υποβολή απερίσκεπτων και καταχρηστικών μηνύσεων.
Με την παράνραφο 3 ομοίως, το ποσό του παραβόλου, που κατατίθεται ως προϋπόθεση του παραδεκτού για την υποβολή έγκλησης για τα απολύτως κατ’ έγκληση διωκόμενα εγκλήματα, μειώνεται κατά το ήμισυ. Στα εγκλήματα για τα οποία δεν απαιτείται κατάθεση παραβόλου προστίθενται και τα ρατσιστικά εγκλήματα.
Με την παράγραφο 4 ομοίως, το ποσό του παραβόλου που κατατίθεται ως προϋπόθεση του παραδεκτού για την υποβολή προσφυγής εκ μέρους του εγκαλούντος μειώνεται στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.
Με την παράγραφο 5 το τέλος που καταβάλλεται ως προϋπόθεση του παραδεκτού για την παράσταση πολιτικής αγωγής μειώνεται στο ποσό των σαράντα (40) ευρώ,
Με την παράγραφο 6 εισάγεται η υποχρέωση κατάθεσης παραβόλου ποσού πενήντα (50) ευρώ, ως προϋπόθεση του παραδεκτού της αίτησης εξαίρεσης πραγματογνώμονα. Το παράβολο επιστρέφεται στον αιτούντα εφόσον η αίτηση γίνει ολικά ή μερικά δεκτή. Η προσθήκη της υποχρέωσης αυτής κρίθηκε αναγκαία, προκειμένου να αποτρέπονται οι απερίσκεπτες και καταχρηστικές αιτήσεις εξαίρεσης, χωρίς ωστόσο να καθίσταται αδύνατη η πρόσβαση του αϊτούντος στη συγκεκριμένη διαδικασία.
Με την παράγραφο 7 το παράβολο για την υποβολή προσφυγής εκ μέρους του κατηγορουμένου κατά της απευθείας κλήσης του στο ακροατήριο μειώνεται στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.

Άρθρο 41
Τροποποιήσεις χρηματικών ποινών και προστίμων στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

1. Η παράγραφος 2 του άρθρου 21 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:
«Αν απορριφθεί η αίτηση, καταδικάζεται ο αϊτών στην πληρωμή των εξόδων· αν ταυτόχρονα αποδειχθούν εντελώς ψευδείς οι λόγοι εξαίρεσης που προβλήθηκαν, εκτός από την πληρωμή των εξόδων, καταδικάζεται επίσης και σε χρηματική ποινή πενήντα (50) έως διακόσια πενήντα (250) ευρώ.»
3j)
2. Το εδάφιο β’ της παραγράφου 1 του άρθρου 163 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:
«Αν η παράβαση ανακαλυφθεί στο ακροατήριο και ιδίως όταν αυτή προκύπτει από έγγραφο της δικογραφίας, το δικαστήριο που δικάζει την ποινική υπόθεση επιβάλλει υποχρεωτικά στον υπαίτιο την πειθαρχική ποινή επίπληξης ή προστίμου πενήντα (50) έως εκατό πενήντα (150) ευρώ ή και τις βαρύτερες ποινές που προβλέπουν οι πειθαρχικές διατάξεις από τις οποίες διέπεται, ανάλογα με το βαθμό της υπαιτιότητάς του.»
3. Η παράγραφος 1 του άρθρου 201 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:
«Ο πραγματογνώμοναςπου δεν παρέδωσε την έκθεσή του μέσα στην προθεσμία που του ορίστηκε, καθώς και εκείνος που έδειξε αμέλεια κατά τη διεξαγωγή της πραγματογνωμοσύνης, απειλούνται με πρόστιμο τριάντα (30) έως εκατό πενήντα (150) ευρώ, καθώς και με την πληρωμή των εξόδων και των τυχόν ζημιών.»
4. Το εδάφιο β’ του άρθρου 229 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:
«Αν αυτός είναι εισαγγελέας, ανακριτής, ειρηνοδίκης ή πταισματοδίκης, μπορεί επιπλέον να καταδικάσει το μάρτυρα που δεν εμφανίστηκε από απείθεια την ορισμένη ημέρα σε πρόστιμο είκοσι (20) έως εκατό (100) ευρώ και στην πληρωμή των τελών.»
5. Το εδάφιο α’ της παραγράφου 1 του άρθρου 231 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:
«Αν κάποιος από τους μάρτυρες ή τους πραγματογνώμονες που κλητεύθηκε νόμιμα στο ακροατήριο δεν εμφανιστεί, καταδικάζεται από το δικαστήριο με πρόταση του εισαγγελέα ή του δημόσιου κατήγορου ή και αυτεπαγγέλτως σε πρόστιμο σαράντα (40) έως ογδόντα πέντε (85) ευρώ, εάν κλητεύθηκε σε μονομελές δικαστήριο που δικάζει πλημμελήματα, πενήντα (50) έως εκατό ογδόντα (180) ευρώ, εάν κλητεύθηκε σε πολυμελές δικαστήριο που δικάζει πλημμελήματα και ογδόντα πέντε (85) έως
διακόσια τριάντα (230) ευρώ, εάν κλητεύθηκε σε άλλο δικαστήριο, ως και στην πληρωμή των τελών της αποφάσεως ανεξάρτητα από την αναβολή ή όχι της δίκης.»

Αιτιολογική έκθεση
Άρθρο 41
Τροποποιήσεις χρηματικών ποινών και προστίμων στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Με την παράγραφο 1 αναπροσαρμόζεται το ύψος της χρηματικής ποινής που επιβάλλεται όταν απορριφθεί αίτηση εξαίρεσης κατά δικαστικών προσώπων και αποδειχθούν εντελώς ψευδείς οι προβαλλόμενοι λόγοι εξαίρεσης. Συγκεκριμένα, η επιβαλλόμενη χρηματική ποινή ορίζεται πλέον σε ποσό μεταξύ πενήντα (50) και διακοσίων πενήντα (250) ευρώ, έναντι ποσού μεταξύ δώδεκα (12) και εκατόν είκοσι (120) ευρώ. Η αναπροσαρμογή αυτή κρίθηκε αναγκαία για την αποτελεσματικότητα της ρύθμισης, καθώς είναι η πρώτη μετά από τριακονταετή ισχύ του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (μεσολάβησε μόνο η μετατροπή των ποσών σε ευρώ).
Με την παράγραφο 2, ομοίως, αναπροσαρμόζεται το ύψος του προστίμου που επιβάλλεται όταν ανακαλυφθεί στο ακροατήριο παράβαση σχετική με τις επιδόσεις. Συγκεκριμένα, το επιβαλλόμενο πρόστιμο ορίζεται πλέον σε ποσό μεταξύ πενήντα (50) και εκατόν πενήντα (150) ευρώ, έναντι ποσού μεταξύ πέντε ευρώ και ενενήντα λεπτών (5,90) και πενήντα εννέα (59) ευρώ.
Με την παράγραφο 3, ομοίως, αναπροσαρμόζεται το ύψος του προστίμου που επιβάλλεται στον αμελή πραγματογνώμονα. Συγκεκριμένα, το επιβαλλόμενο πρόστιμο ορίζεται πλέον σε ποσό μεταξύ τριάντα (30) και εκατόν πενήντα (150) ευρώ, έναντι ποσού μεταξύ δύο ευρώ και ενενήντα λεπτών (2,90) και πενήντα εννέα (59) ευρώ.
Με την παράγραφο 4, ομοίως, αναπροσαρμόζεται το ύψος του προστίμου που επιβάλλεται στις περιπτώσεις λιπομαρτυρίας κατά την ανάκριση. Συγκεκριμένα, το επιβαλλόμενο πρόστιμο ορίζεται πλέον σε ποσό μεταξύ είκοσι (20) και εκατό (100) ευρώ, έναντι ποσού μεταξύ πενήντα εννέα λεπτών του ευρώ (0,59) και πέντε ευρώ και ενενήντα λεπτών (5,90).
Με την παράγραφο 5, ομοίως, αναπροσαρμόζονται τα πρόστιμα που επιβάλλονται στις περιπτώσεις λιπομαρτυρίας στο ακροατήριο. Συγκεκριμένα: α) Εάν ο μάρτυρας ή πραγματογνώμονας κλητεύθηκε σε μονομελές δικαστήριο που δικάζει πλημμελήματα, το επιβαλλόμενο πρόστιμο ορίζεται πλέον σε ποσό μεταξύ σαράντα (40) ευρώ και ογδόντα πέντε (85) ευρώ, έναντι του έως τώρα ισχύοντος ποσού μεταξύ δεκαπέντε (15) ευρώ και πενήντα εννέα (59) ευρώ, β) εάν ο μάρτυρας ή πραγματογνώμονας κλητεύθηκε σε πολυμελές δικαστήριο που δικάζει πλημμελήματα, το επιβαλλόμενο πρόστιμο ορίζεται πλέον σε ποσό μεταξύ πενήντα (50) ευρώ και εκατόν ογδόντα (180) ευρώ, έναντι του έως τώρα ισχύοντος ποσού μεταξύ είκοσι εννέα (29) ευρώ και εκατόν είκοσι (120) ευρώ και γ) για κάθε άλλο δικαστήριο, το επιβαλλόμενο πρόστιμο ορίζεται πλέον σε ποσό μεταξύ ογδόντα πέντε (85) ευρώ και διακοσίων τριάντα (230) ευρώ, έναντι του έως τώρα ισχύοντος ποσού μεταξύ πενήντα εννέα (59) ευρώ και εκατόν πενήντα (150) ευρώ.

Δ. ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗ ΤΩΝ ΠΟΡΩΝ ΤΟΥ ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.

Άρθρο 42
Διασφάλιση πόρων ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.
1. Η υποπερ. η) της περ. Α) της παρ. 1 του άρθρου 10 του ν.δ. 1017/1971 αντικαθίσταται ως εξής:
«η) ποσοστό τριάντα επί τοις εκατό (30%) επί του καταβαλλόμενου εκάστοτε ποσού λόγω δικαστικού ενσήμου, αγωγής ή άλλου δικογράφου, υποβαλλομένου ενώπιον πάντων των δικαστηρίων του Κράτους, υποκειμένου δε σε δικαστικό ένσημο κατά τις οικείες διατάξεις. Με κοινή υπουργική απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να τροποποιείται το ποσοστό του προηγουμένου εδαφίου, με σκοπό την αναπροσαρμογή των πόρων του ταμείου για τη διασφάλιση της πραγματοποίησης της αποστολής του ταμείου.»
2. Οι υποπεριπτώσεις α) έως ζ) της περίπτωσης Α) της παραγράφου 1 του άρθρου 10 του νομοθετικού διατάγματος 1017/1971 (Α’209), όπως αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 7 παράγραφος 10 του νόμου 4043/2012 (Α’25), αντικαθίστανται ως εξής:
«α) ευρώ 4 για κάθε παράσταση δικηγόρου στο Πρωτοδικείο ή οποιαδήποτε Πολιτική ή Δικαστική Αρχή ή Διοικητικό Δικαστήριο, για κάθε υπόθεση πολιτική ή ποινική ή δικαστική και σε κάθε αγωγή, παρέμβαση και σε όλα τα εισαγωγικά της δίκης έγγραφα, προτάσεις ή σημειώματα ή δικόγραφα ενδίκων μέσων, αιτήσεις ή προσφυγές στα ίδια Δικαστήρια και Αρχές.
β) ευρώ 6 για τις ίδιες ανάγκες στο Εφετείο, Κακουργιοδικείο, Διοικητικά Δικαστήρια, όταν δικάζουν κατ’ έφεση ή οποιασδήποτε δικαστικής παρ’ εφέτες Αρχής.
γ) ευρώ 18 για τις ίδιες πράξεις στο Συμβούλιο της Επικράτειας ή τον Άρειο Πάγο ή το Ελεγκτικό Συνέδριο.
δ) ευρώ 3 για τις ίδιες πράξεις στο Ειρηνοδικείο ή Πταισματοδικείο ή παρ’ αυτά δικαστικής Αρχής.
ε) ευρώ 3 σε κάθε μήνυση ή αίτηση που υποβάλλεται στον Εισαγγελέα ή στον Δημόσιο Κατήγορο και σε κάθε ανακριτικό υπάλληλο, καθώς και σε κάθε αίτηση ή υπόμνημα κάθε τύπου, που υποβάλλεται σε οποιαδήποτε Υπηρεσία αρμοδιότητας Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Δικηγορικούς ή Συμβολαιογραφικούς Συλλόγους ή Συλλόγους Δικαστικών Επιμελητών, πλην των αιτήσεων για έκδοση πιστοποιητικών Ποινικού Μητρώου. Οι αιτήσεις και τα υπομνήματα των απόρων κρατουμένων υποβάλλονται ατελώς.
στ) ευρώ 1 για τη σύνταξη συμβολαιογραφικής πράξης για την οποία καταβάλλονται πάγια τέλη, ευρώ 4 σε κάθε φύσεως συμβολαιογραφικές πράξεις για τις οποίες καταβάλλονται αναλογικά τέλη και ευρώ 2 για την έκδοση κάθε αντιγράφου ή αποσπάσματος αυτών.
ζ) ευρώ 2 για κάθε αντίγραφο ή πιστοποιητικό που εκδίδεται από οποιαδήποτε δικαστική Αρχή, νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου αρμοδιότητας του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Δικηγορικούς Συλλόγους, Συμβολαιογραφικούς Συλλόγους και Συλλόγους Δικαστικών Επιμελητών, πλην των πιστοποιητικών Ποινικού Μητρώου.»
3. Μετά την υποπερίπτωση ι) της περίπτωσης Α) της παραγράφου 1 του άρθρου 10 του νομοθετικού διατάγματος 1017/1971 (Α’209), όπως ισχύει, προστίθεται υποπερίπτωση ια) ως εξής:
«ια) το παράβολο που κατατίθεται από το διάδικο ενώπιον κάθε δικαστηρίου κατά την υποβολή αιτήματος αναβολής, όπως αυτό υπολογίζεται σύμφωνα με τις αντίστοιχες ειδικές διατάξεις όπου αυτό προβλέπεται.»
4. Οι ρυθμίσεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αιτιολογική έκθεση
Άρθρο 42
Διασφάλιση πόρων ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.
Με την παράγραφο 1 αυξάνεται η προβλεπόμενη εισφορά υπέρ του ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ., από ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) σε ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) επί του εκάστοτε καταβαλλόμενου ποσού λόγω δικαστικού ενσήμου. Η αύξηση αυτή, αποσκοπεί στην εξασφάλιση επαρκών πόρων στο ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ. για την πραγματοποίηση των καταστατικών σκοπών του. Με την ίδια παράγραφο, παρέχεται ειδικότερη εξουσιοδότηση στους Υπουργούς Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, και Οικονομικών να τροποποιούν με κοινή τους απόφαση το εισφερόμενο υπέρ του ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ. ποσοστό επί του δικαστικού ενσήμου, με σκοπό την αναπροσαρμογή των πόρων του ταμείου για την κατά τα ανωτέρω διασφάλιση της πραγματοποίησης της αποστολής του.
Με την παράγραφο 2 αναπροσαρμόζονται στην πλειοψηφία τους οι αξίες των μεγαροσήμων που προβλέπονται για κάθε παράσταση δικηγόρου στο Δικαστήριο ή οποιαδήποτε Πολιτική ή Δικαστική Αρχή, καθώς και σε κάθε αίτηση ή υπόμνημα κάθε τύπου, που υποβάλλεται σε οποιαδήποτε Υπηρεσία αρμοδιότητας Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Δικηγορικούς ή Συμβολαιογραφικούς Συλλόγους ή Συλλόγους Δικαστικών Επιμελητών, πλην των αιτήσεων για έκδοση πιστοποιητικών Ποινικού Μητρώου. Οι αιτήσεις και τα υπομνήματα των απόρων κρατουμένων υποβάλλονται ατελώς,
Οι ανωτέρω αναπροσαρμογές κρίθηκαν αναγκαίες στα πλαίσια της ανάγκης διασφάλισης των πόρων του ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ. Λήφθηκε σε κάθε περίπτωση μέριμνα, μέσω εξορθολογισμένων αυξήσεων των λοιπών μεγαροσήμων, για τη διατήρηση αμετάβλητης της αξίας τους στις παραστάσεις ενώπιον Ειρηνοδικείων και Πταισματοδικείων, δηλαδή για διαφορές χαμηλού οικονομικού αντικειμένου και ποινικά αδικήματα χαμηλής απαξίας, καθώς και για τη χορήγηση αντιγράφων και πιστοποιητικών, ώστε να είναι κατά το δυνατόν μικρότερη η επιβάρυνση της καθημερινότητας του πολίτη.
Με την παράγραφο 3 προβλέπεται ότι το παράβολο που κατατίθεται από το διάδικο ενώπιον κάθε δικαστηρίου κατά την υποβολή αιτήματος αναβολής, λογίζεται ως εισφορά υπέρ του ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.
Με την παράγραφο 4 προβλέπεται ότι οι ρυθμίσεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’
ΑΥΞΗΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΑ ΔΙΚΑΣΤΙΚΑ ΤΕΛΗ ΚΑΙ ΠΑΡΑΒΟΛΑ

Άρθρο 43
1. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων συστήνεται νομοπαρασκευαστική επιτροπή για την κωδικοποίηση της νομοθεσίας για τα δικαστικά τέλη, τα παράβολα και, εν γένει, τη δικαστική δαπάνη ως προς όλες τις διαδικασίες όλων των δικαιοδοσιών.
2. Στην επίσημη ιστοσελίδα του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων διατηρείται ηλεκτρονική εφαρμογή με την οποία δύναται να υπολογιστεί το κόστος των δικαστικών τελών, παραβολών, μεγαροσήμων και λοιπών δαπανών ανά διαδικασία και είδος ενδίκου βοηθήματος ή μέσου ή διαδικαστικής πράξης. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ρυθμίζεται κάθε λεπτομέρεια σχετικά με τη διαχείριση και τη λειτουργία της ηλεκτρονικής εφαρμογής.
3. Οι Δικηγορικοί Σύλλογοι και οι Δικαστικές Αρχές οφείλουν να τηρούν στην επίσημη ιστοσελίδα τους ενημερωμένους πίνακες των δικαστικών τελών, παραβολών, μεγαροσήμων και λοιπών δαπανών ανά διαδικασία και είδος ενδίκου βοηθήματος ή μέσου ή διαδικαστικής πράξης.

Αιτιολογική έκθεση
Άρθρο 43
Με την παράγραφο 1 προβλέπεται η υποχρέωση σύστασης νομοπαρασκευαστικής επιτροπής που αναλαμβάνει την κωδικοποίηση της νομοθεσίας για τα δικαστικά τέλη, τα παράβολα και, εν γένει, τη δικαστική δαπάνη ως προς όλες τις διαδικασίες όλων των δικαιοδοσιών, καθώς και η σύσταση μόνιμη Ομάδα Εργασίας με σκοπό τη λήψη περαιτέρω μέτρων που απαιτούνται για την απλοποίηση και ενοποίηση της νομοθεσίας που αφορά τις σχετικές δαπάνες. Με τις
ρυθμίσεις αυτές, επιτυγχάνεται, σε πρώτο χρόνο, η πλήρης διαφάνεια σε σχέση με τα δικαστικά τέλη και παράβολα, και σε δεύτερο χρόνο, ο διαρκής εξορθολογισμός της σχετικής νομοθεσίας.
Με τις παραγράφους 2 και 3 προβλέπεται η διαδικτυακή παρουσίαση του κόστους των δικαστικών τελών, παραβολών, μεγαροσήμων και λοιπών δαπανών ανά διαδικασία και είδος ενδίκου βοηθήματος ή μέσου ή διαδικαστικής πράξης, καθώς και η διαδικασία διαρκούς επικαιροποίησης του ανωτέρω πίνακα. Υποχρέωση αναδημοσίευσης του πίνακα αυτού, με τις εκάστοτε ενημερώσεις του, ανατίθεται και στους Δικηγορικούς Συλλόγους και τις Δικαστικές Αρχές της χώρας, που τηρούν ιστοχώρους. Με τις ανωτέρω ρυθμίσεις, γίνεται ακόμα ένα βήμα στην κατεύθυνση της διαφάνειας ως προς τις ανωτέρω δαπάνες, αλλά και στη διευκόλυνση της καθημερινότητας τόσο των ασκούντων νομικά επαγγέλματα, όσο και του πολίτη.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ’
ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 44
Μεταβατικές Διατάξεις
Τα δικαστικά τέλη, τα παράβολα και τα άλλα καταβλητέα κατά τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου ποσά, όπως διαμορφώνονται σύμφωνα με τον τελευταίο, καταβάλλονται για τα ένδικα βοηθήματα, τα ένδικα μέσα, τις αιτήσεις και τα άλλα δικόγραφα που υποβάλλονται μετά την έναρξη ισχύος του, εκτός αν σε ειδικότερες διατάξεις του ορίζεται διαφορετικά.
Αιτιολογική έκθεση
Άρθρο 44
Μεταβατικές Διατάξεις
Με το άρθρο προβλέπεται ότι οι ρυθμίσεις του νόμου καταλαμβάνουν τα ένδικα βοηθήματα, ένδικα μέσα, αιτήσεις κ.α. δικόγραφα που υποβάλλονται μετά την έναρξη ισχύος του, με την επιφύλαξη ειδικότερων διατάξεώντου.

Άρθρο 45
Έναρξη ισχύος μέρους τρίτου
Χρόνος έναρξης ισχύος του παρόντος μέρους ορίζεται ένας μήνας μετά τη δημοσίευσή του, εκτός αν σε ειδικότερες διατάξεις του ορίζεται διαφορετικά.