Η εγκύκλιος για τις καταβαλλόμενες στο Ε.Τ.Ε.Α. ασφαλιστικές εισφορές με το ν. 4387/2016

Η εγκύκλιος για τις καταβαλλόμενες στο Ε.Τ.Ε.Α. ασφαλιστικές εισφορές με το ν. 4387/2016

Με την εγκύκλιο Φ80020/οικ22104/Δ15.405/30.6.16 κοινοποιείται το άρθρο 97 του ν. 4387/2016 «Εισφορές επικουρικής ασφάλισης».

Προβλέπονται κατά παράγραφο τα εξής:

Παράγραφος 1

Α. Μισθωτοί

α) Από 1.6.2016 και μέχρι 31.5.2019 αυξάνεται το ποσοστό της μηνιαίας εισφοράς για επικουρική ασφάλιση στο ΕΤΕΑ για όλους τους μισθωτούς που έχουν ασφαλιστεί πριν και μετά την 1.1.1993 και υπολογίζεται σε ποσοστό 3,5% για τον ασφαλισμένο και σε ποσοστό 3,5% για τον εργοδότη. Η βάση υπολογισμού των καταβαλλόμενων ασφαλιστικών εισφορών είναι οι ασφαλιστέες αποδοχές του εργαζομένου, όπως αυτές προσδιορίζονται στο άρθρο 38 του ν. 4387/2016, για το οποίο θα εκδοθεί διευκρινιστική εγκύκλιος από την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου.

Σημειώνουμε ότι για τους μισθωτούς του δημόσιου τομέα που εμπίπτουν στις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν.4024/2011, όπως έχει τροποποιηθεί με τις παρ. 6β και 6γ του άρθρου 4 του ν. 4151/2013 και την παρ. 5 του άρθρου 1 του ν. 4336/2015, δηλ. των δημοσίων υπαλλήλων που αμείβονται με το ενιαίο μισθολόγιο και υπάγονται στο ασφαλιστικό -συνταξιοδοτικό καθεστώς του Δημοσίου ή συνταξιοδοτούνται με βάση δημοσιοϋπαλληλικές διατάξεις, τα προαναφερόμενα αυξημένα ποσοστά εισφορών θα υπολογίζονται μέχρι 31-12-2016 επί των ασφαλιστέων-συντάξιμων αποδοχών, όπως αυτές είχαν διαμορφωθεί την 31-10-2011.

Σύμφωνα με το άρθρο 4 του ν. 4387/2016, οι τακτικοί και μετακλητοί υπάλληλοι και λειτουργοί του Δημοσίου, οι τακτικοί και μετακλητοί υπάλληλοι και λειτουργοί της Βουλής, των ΝΠΔΔ και των ΟΤΑ α’ και β’ βαθμίδας, οι ιερείς και οι υπάλληλοι των εκκλησιαστικών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, καθώς και τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων, των Σωμάτων Ασφαλείας και του Πυροσβεστικού Σώματος υπάγονται για κύρια σύνταξη στο ασφαλιστικό – συνταξιοδοτικό καθεστώς του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ), του οποίου έναρξη λειτουργίας ορίζεται, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 51 του ν. 4387/2016 η 1-1-2017. Με τις διατάξεις του άρθρου 5 του ν.4387/2016, με τις οποίες καθορίζονται ενιαίοι κανόνες ασφάλισης παροχών των δημοσίων υπαλλήλων, προβλέπεται από 1-1-2017 το συνολικό ποσοστό εισφοράς ασφαλισμένου και εργοδότη για την κύρια σύνταξη των δημοσίων υπαλλήλων να υπολογίζεται επί των συνταξίμων μηνιαίων αποδοχών τους, όπως αυτές ισχύουν κάθε φορά. Ως εκ τούτου, τα προβλεπόμενα ποσοστά ασφαλιστικών εισφορών για επικουρική σύνταξη των μισθωτών του δημόσιου τομέα υπολογίζονται επί της ίδιας βάσης, που ορίζεται και για τη κύρια σύνταξη, δηλ. επί των συνταξίμων μηνιαίων αποδοχών τους, όπως αυτές ισχύουν κάθε φορά στο φορέα κύριας ασφάλισης.

β) Από 1.6.2019 και μέχρι 31.5.2022, το ανωτέρω ποσοστό της μηνιαίας εισφοράς για επικουρική ασφάλιση στο ΕΤΕΑ για όλους τους μισθωτούς που έχουν ασφαλιστεί πριν και μετά την 1.1.1993 διαμορφώνεται σε 3,25% για τον ασφαλισμένο και σε ισόποσο ποσοστό 3,25% για τον εργοδότη επί των ασφαλιστέων αποδοχών του εργαζομένου, όπως αυτές προσδιορίζονται στο άρθρο 38 του ν. 4387/2016.

Το ποσοστό της ως άνω μηνιαίας εισφοράς επανέρχεται μετά το πέρας της εξαετίας (1.6.2022) στο ύψος που ίσχυε κατά τις 31.12.2015, (δηλ. ποσοστό 3% για τον ασφαλισμένο και ποσοστό 3% για τον εργοδότη, όπως ορίζεται στις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του ν. 4225/2014, ΦΕΚ 2 Α’/7-1-2014).

Με το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 97 ορίζεται ότι εξακολουθεί να ισχύει η περ. β του άρθρου 59 του ν. 3371/2005, σύμφωνα με την οποία συνεχίζεται η καταβολή της προβλεπόμενης από τα καταστατικά των ταμείων των πιστωτικών ιδρυμάτων αυξημένης εισφοράς ασφαλισμένου και εργοδότη παράλληλα με την προβλεπόμενη βασική εισφορά (αφορά τους προερχομένους από το ΤΕΑΠΕΤΕ). Επίσης εξακολουθεί να ισχύει και η πρόσθετη ειδική εισφορά του δεύτερου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 5 του ν.4225/2014, που αφορά τους υπαγόμενους στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα, καθώς και τους απασχολούμενους σε υπόγειες στοές μεταλλείων – λιγνιτωρυχείων, σε υποθαλάσσιες εργασίες και σε ορυχεία, σταθμούς παραγωγής και δίκτυα της ΔΕΗ.

Επίσης, παύουν να καταβάλλονται από 1.1.2018, άλλες ειδικές εισφορές, άπαξ καταβαλλόμενες από τους ασφαλισμένους των εντασσομένων στο ΕΤΕΑ ταμείων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών, καθώς και άλλα προβλεπόμενα επιπλέον έσοδα υπέρ ΕΤΕΑ, πέραν των ασφαλιστικών εισφορών ασφαλισμένων και εργοδοτών, που καταβάλλονταν μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου τούτου.

Παράγραφος 2

Β. Αυτοαπασχολούμενοι – Ελεύθεροι Επαγγελματίες

α) Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 97 από 1.6.2016 και μέχρι 31.5.2019, το ποσοστό της μηνιαίας εισφοράς όλων των αυτοαπασχολούμενων, ελευθέρων επαγγελματιών, που έχουν ασφαλισθεί πριν και μετά την 1.1.1993 στο ΕΤΕΑ και στα εντασσόμενα σε αυτό ταμεία, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς υπολογίζεται σε ποσοστό 7%. Ως προς τη βάση υπολογισμού των ως άνω ποσοστών ασφαλιστικών εισφορών εφαρμόζονται έως 31/12/2016 τα ισχύοντα κατά την έναρξη ισχύος του νόμου 4387/2016. Από 1-1-2017, όμως, ημερομηνία έναρξης ισχύος των άρθρων 39 και 98 του ν. 4387/2016, το ανωτέρω ποσοστό εισφοράς αυτής της κατηγορίας ασφαλισμένων θα καταβάλλεται επί του εισοδήματός τους, όπως αυτό προσδιορίζεται στα δύο προαναφερόμενα άρθρα, για τις διατάξεις των οποίων θα εκδοθούν διευκρινιστικές εγκύκλιοι από την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου.

β) Από 1.6.2019 και μέχρι τις 31.5.2022, το ποσοστό μηνιαίας εισφοράς υπέρ ΕΤΕΑ όλων των αυτοαπασχολούμενων, ελευθέρων επαγγελματιών, ασφαλισμένων πριν και μετά την 1-1-1993 στο ΕΤΕΑ υπολογίζεται σε ποσοστό 6,5% επί του εισοδήματος, όπως ειδικότερα προσδιορίζεται στα άρθρα 39 και 98 του παρόντος νόμου.

Το ποσοστό της μηνιαίας εισφοράς μετά το πέρας της εξαετίας, ήτοι από 1.6.2022, επανέρχεται στο ύψος που ίσχυε την 31.12.2015 (παρ. 2 άρθρου 5 ν.4225/2014).

Παράγραφος 3

Θεσπίζεται εξουσιοδοτική διάταξη για την έκδοση απόφασης του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, με την οποία παρέχεται δυνατότητα μείωσης, εντός του χρονικού διαστήματος των έξι χρόνων (από 1-6-2016 έως 31-5-2022), του ύψους των οριζόμενων με τις παραπάνω διατάξεις εισφορών και των δύο κατηγοριών εργαζομένων (ασφαλισμένων μισθωτών και αυτοαπασχολούμενων – ελεύθερων επαγγελματιών), ανάλογα με την αύξηση της εισπραξιμότητας των εισφορών από το ΕΤΕΑ.

Παράγραφος 4

Με τη διάταξη αυτή ορίζεται ότι, σε περίπτωση μη θεμελίωσης συνταξιοδοτικού δικαιώματος, εισφορές που έχουν καταβληθεί νομίμως στο ΕΤΕΑ δεν επιστρέφονται. Σημειώνεται ότι, σχετικές εκκρεμείς αιτήσεις θα κριθούν με το νομικό πλαίσιο, το οποίο ίσχυε κατά την υποβολή τους.

Τύπος και περιεχόμενο του εντύπου της δήλωσης ΦΠΑ 2016

ΠΟΛ.1084/2016
Τύπος και περιεχόμενο του εντύπου της δήλωσης ΦΠΑ «050 -ΦΠΑ ΕΚΔΟΣΗ 2016, Φ2 TAXIS»
Αθήνα, 23.6.2016
ΠΟΛ: 1084

(ΦΕΚ Β’ 1943/29-06-2016)

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
Ι. ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
1. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΕΜΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Α΄ «ΦΠΑ»
2. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
ΤΜΗΜΑ Β΄
ΙΙ. ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΓΓΔΕ

Ταχ. Δ/νση : Σίνα 2-4
Ταχ. Κώδικας: 106 72 ΑΘΗΝΑ
Πληροφορίες : Μ. Ξερνού
Τηλέφωνο : 210- 3645615
Fax : 210- 3645413
e-mail : dfpa.a1@1992.syzefxis.gov.gr

ΠΟΛ 1084/2016

Θέμα: Τύπος και περιεχόμενο του εντύπου της δήλωσης ΦΠΑ «050 – ΦΠΑ ΕΚΔΟΣΗ 2016, Φ2 TAXIS».

ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις των άρθρων 6 και 18 παρ. 2 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (Ν. 4174/2013 – ΦΕΚ Α΄ 170), όπως ισχύουν, με τις οποίες ορίζεται ότι ο Γενικός Γραμματέας καθορίζει με απόφαση του τον τύπο, το περιεχόμενο καθώς και τη μορφή των φορολογικών δηλώσεων.

2. Τις διατάξεις των παραγράφων 1, 8 και 10 του άρθρου 38 του Κώδικα ΦΠΑ (κύρωση με το Ν. 2859/2000 – ΦΕΚ 248 Α΄/7.11.2000), όπως ισχύουν.

3. Τις διατάξεις της ΑΓΓΔΕ ΠΟΛ.1182/11.8.2015 (ΦΕΚ Β’ 1832/25.8.2015) «Τύπος και περιεχόμενο του εντύπου της δήλωσης ΦΠΑ «050-ΦΠΑ ΕΚΔΟΣΗ 2015, Φ2 TAXIS».

4. Τις διατάξεις της υποπαραγράφου Ε2 της παρ. Ε του πρώτου άρθρου του Ν. 4093/2012 περί σύστασης θέσης Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων (ΦΕΚ Α’ 222) όπως ισχύει.

5. Την υπ’ αριθ. 1/20.1.2016 (Υ.Ο.Δ.Δ. 18) Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου «Επιλογή και Διορισμός Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών».

6. Την ανάγκη τροποποίησης του εντύπου της δήλωσης ΦΠΑ λόγω των αλλαγών στους συντελεστές ΦΠΑ που θεσμοθετήθηκαν με το άρθρο 52, παράγραφοι 1 και 2, του Ν. 4389/2016 (ΦΕΚ Α’ 94/27.5.2016).

7. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

1. Ορίζουμε τον τύπο και το περιεχόμενο του εντύπου της δήλωσης ΦΠΑ «050 – ΦΠΑ ΕΚΔΟΣΗ 2016, Φ2 TAXIS» όπως το υπόδειγμα που επισυνάπτεται στην παρούσα απόφαση.

2. Το έντυπο της παραγράφου 1 ισχύει για δηλώσεις ΦΠΑ που αφορούν πράξεις που πραγματοποιούνται από 1.7.2016 και εφεξής ανεξαρτήτως του χρόνου υποβολής των δηλώσεων, για όλους τους υποκείμενους που έχουν υποχρέωση υποβολής δήλωσης ΦΠΑ, ανεξαρτήτως εάν υποχρεούνται σε τήρηση διπλογραφικού, απλογραφικού λογιστικού συστήματος, ή είναι μη υπόχρεοι σε τήρηση βιβλίων και έκδοση στοιχείων σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία.

3. Το έντυπο «050 – ΦΠΑ ΕΚΔΟΣΗ 2015, Φ2 TAXIS» συνεχίζει να ισχύει για πράξεις που πραγματοποιούνται έως και 30.6.2016. Εκ του λόγου αυτού οι πράξεις που πραγματοποιούνται από 1.6.2016 έως και 30.6.2016 και υπάγονται λόγω της μεταβολής των συντελεστών ΦΠΑ με το Ν. 4389/2016 στον συντελεστή ΦΠΑ εικοσιτέσσερα τοις εκατό (24%) ή δεκαεπτά τοις εκατό (17%), που δεν αναγράφεται ωστόσο στο έντυπο, καταχωρούνται ως εξής σε αυτό:

α) Η φορολογητέα αξία καταχωρείται στους κωδικούς «303» και «306» αντίστοιχα.

β) Ο φόρος που αναλογεί στην ανωτέρω φορολογητέα αξία, υπολογιζόμενος με συντελεστή είκοσι τρία (23%) ή δεκαέξι τοις εκατό (16%) καταχωρείται στους κωδικούς «333» και «336» αντίστοιχα και η διαφορά του φόρου μεταξύ των δύο συντελεστών, ήτοι είκοσι τρία (23%) και είκοσι τέσσερα τοις εκατό (24%) καθώς και μεταξύ δεκαέξι (16%) και δεκαεπτά τοις εκατό (17%), καταχωρείται στον κωδικό «422» του εντύπου «Λοιπά αφαιρούμενα ποσά».

4. Ο ανωτέρω τρόπος συμπλήρωσης του εντύπου εφαρμόζεται για τους υποκείμενους που υποχρεούνται, σε τήρηση διπλογραφικού λογιστικού συστήματος για την φορολογική περίοδο του Ιουνίου 2016, σε τήρηση απλογραφικού λογιστικού συστήματος για το δεύτερο τρίμηνο του έτους 2016, καθώς και για υποκείμενους που πραγματοποιούν παύση εργασιών.

5. Το έντυπο της δήλωσης ΦΠΑ «050 – ΦΠΑ ΕΚΔΟΣΗ 2015, Φ2 TAXIS» όπως ορίστηκε με την απόφαση της Γενικής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων με αριθμό ΠΟΛ.1182/11.8.2015 καταργείται για δηλώσεις που αφορούν πράξεις από 1.7.2016 και εφεξής.

6. Η παρούσα απόφαση να δημοσιευτεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ

Αρθρο 27 του ν.4172/2013 περί μεταφοράς ζημιών

ΠΟΛ.1088/2016
Διευκρινίσεις σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων των παρ. 1 – 4 του άρθρου 27 του ν.4172/2013 περί μεταφοράς ζημιών
Αθήνα, 24 Ιουνίου 2016

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑΤΑ: Β’ – Α’

Ταχ. Δ/νση : Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας: 101 84 ΑΘΗΝΑ
Πληροφορίες: Φ. Φανάρα, Β. Δασουράς
Τηλέφωνο : 210 – 3375312, 314
ΦΑΞ : 210 – 3375001

ΠΟΛ 1088/2016

ΘΕΜΑ: Διευκρινίσεις σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων των παρ. 1 – 4 του άρθρου 27 του ν.4172/2013 περί μεταφοράς ζημιών.

Αναφορικά με το πιο πάνω θέμα, σας παρέχουμε τις ακόλουθες οδηγίες για την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή των διατάξεων του  άρθρου 27  του ν. 4172/2013:

1. Μεταφορά ζημιών στα επόμενα πέντε (5) φορολογικά έτη

Με τις διατάξεις της  παραγράφου 1 του άρθρου 27  του ν. 4172/2013 ορίζεται ότι εάν με τον προσδιορισμό των κερδών από επιχειρηματική δραστηριότητα το αποτέλεσμα είναι ζημία εντός του φορολογικού έτους, η ζημία αυτή μεταφέρεται για να συμψηφισθεί με τα επιχειρηματικά κέρδη διαδοχικά στα επόμενα πέντε (5) φορολογικά έτη. Η ζημία του προγενέστερου έτους συμψηφίζεται κατά προτεραιότητα έναντι της ζημίας του μεταγενέστερου έτους. Ειδικότερα:

Πεδίο εφαρμογής – Έναρξη ισχύος

Οι διατάξεις του άρθρου αυτού περί μεταφοράς ζημιών εφαρμόζονται τόσο για τα φυσικά πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα (ατομικές επιχειρήσεις), όσο και για τα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες που είναι υποκείμενα φόρου του  άρθρου 45  του ν. 4172/2013. Ειδικά για τα αλλοδαπά νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες που δεν χαρακτηρίζονται ως φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδος και δεν διατηρούν στην Ελλάδα μόνιμη εγκατάσταση και αποκτούν εισοδήματα από μερίσματα, τόκους και δικαιώματα, των οποίων τα κέρδη θεωρούνται προερχόμενα από επιχειρηματική δραστηριότητα, δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του  άρθρου 27  του ν.4172/2013, καθόσον αν και τα έσοδά τους αυτά χαρακτηρίζονται ως έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα, επί των εισοδημάτων αυτών διενεργείται παρακράτηση με εξάντληση της φορολογικής τους υποχρέωσης.

Περαιτέρω και δεδομένου ότι από τον νόμο δεν τίθεται κανένας περιορισμός σχετικά με την κατηγορία των τηρουμένων βιβλίων, συνάγεται ότι δικαίωμα μεταφοράς της ζημίας στην επόμενη πενταετία έχουν τα αναφερόμενα πιο πάνω πρόσωπα ανεξάρτητα αν τηρούν βιβλία με την απλογραφική ή διπλογραφική μέθοδο.

Ειδικά σε ό,τι αφορά τα φυσικά πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα, ο συμψηφισμός των ζημιών γίνεται μόνο με μελλοντικά κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα και όχι με άλλα εισοδήματα του φυσικού προσώπου, όπως μισθούς και συντάξεις, ενοίκια ακινήτων, κ.λπ. του ίδιου φορολογικού έτους.

Οι διατάξεις της  παρ. 1 του άρθρου 27  περί μεταφοράς ζημιών εφαρμόζονται για φορολογικές ζημίες που προκύπτουν στα φορολογικά έτη που αρχίζουν από την 1.1.2014 και μετά. Επομένως, προκειμένου για ζημίες που προέκυψαν σε χρήσεις με έναρξη πριν την 1.1.2014, θα έχουν εφαρμογή οι προϋποθέσεις των διατάξεων εκείνων που ίσχυαν κατά τον χρόνο που γεννήθηκαν οι υπόψη ζημίες, ήτοι των  άρθρων 4  και  61  του ν. 2238/1994.

Ζημία που προκύπτει σε βάρος φυσικών προσώπων που δεν ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα

Όσον αφορά στη ζημία που προκύπτει σε βάρος φυσικών προσώπων που δεν ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα και η οποία προκύπτει από τη μεταβίβαση κεφαλαίου, δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του  άρθρου 27  του ν. 4172/2013, αλλά οι ειδικότερες διατάξεις του ίδιου νόμου (ήτοι  άρθρα 41  και  42  του ν. 4172/2013). Επομένως, σε περίπτωση μεταβίβασης τίτλων από την οποία προκύπτει ζημία, εφαρμογή θα έχουν τα οριζόμενα στην  παρ. 5 του άρθρου 42  του νόμου αυτού, με την οποία ορίζεται ότι στην περίπτωση που ο προσδιορισμός της υπεραξίας του  άρθρου 42  που προκύπτει από μεταβιβάσεις από φυσικά πρόσωπα μετοχών, μεριδίων Ε.Π.Ε. ή μερίδων σε προσωπικές εταιρείες, κρατικών ομολόγων, εταιρικών ομολόγων και εντόκων γραμματίων, καταλήγει σε αρνητικό ποσό, το αρνητικό αυτό ποσό μεταφέρεται για τα επόμενα πέντε (5) έτη και συμψηφίζεται μόνο με μελλοντικά κέρδη υπεραξίας που προκύπτουν αποκλειστικά από τη μεταβίβαση των παραπάνω τίτλων. Επισημαίνεται, ότι για τον προσδιορισμό του τελικού αποτελέσματος (κέρδος ή ζημίας) από τις εν λόγω μεταβιβάσεις λαμβάνεται το αλγεβρικό άθροισμα των πράξεων (συναλλαγών) που φορολογούνται βάσει της  παρ.1 του άρθρου 42  και έχουν λάβει χώρα εντός του ίδιου φορολογικού έτους, όλων των κατηγοριών των τίτλων της  παραγράφου 1 του άρθρου 42  (σχετ. η ΠΟΛ.1032/26.1.2015 εγκύκλιός μας). Επισημαίνεται ότι η ζημία από μεταβίβαση τίτλων (π.ρ. μετοχές εισηγμένες όταν ο μεταβιβάζων κατέχει ποσοστό μικρότερο από 0,5% του μετοχικού κεφαλαίου) που δεν φορολογείται με τις διατάξεις των  άρθρων 42  και  43  του ν.4172/2013, δεν αποτυπώνεται στη δήλωση φόρου εισοδήματος (Ε1) και δεν μεταφέρεται για συμψηφισμό καθόσον και το τυχόν κέρδος από τις πράξεις αυτές δεν υπόκειται σε φορολογία από καμία κατηγορία εισοδήματος.

Χρόνος μεταφοράς ζημίας

Η μεταφορά της ζημίας πρέπει, κατά ρητή διατύπωση του νόμου, να γίνεται διαδοχικά στα επόμενα πέντε (5) φορολογικά έτη μέχρι να καλυφθεί πλήρως, συμψηφίζοντας τις ζημιές αυτές υποχρεωτικά στο πρώτο φορολογικό έτος στο οποίο θα προκύψουν κέρδη. Αν μετά την παρέλευση της πενταετίας μένει ακάλυπτο ποσό, αυτό χάνεται. Επίσης, η ζημία συμψηφίζεται διαδοχικά με μελλοντικά κέρδη των επόμενων φορολογικών ετών και όχι με κέρδη των προηγούμενων.

Φορολογική μεταχείριση ζημίας σε περίπτωση εκκαθάρισης

Σε περίπτωση εκκαθάρισης που διαρκεί πέραν του έτους, ενδεχόμενη ζημία που προκύπτει στην τελευταία χρήση ή φορολογικό έτος πριν από την έναρξη της εκκαθάρισης μεταφέρεται για συμψηφισμό με τα κέρδη/ζημίες της λήξης της εκκαθάρισης, καθόσον η περίοδος της εκκαθάρισης νοείται ως ενιαία για φορολογικούς σκοπούς, οπότε και υποβάλλεται η οριστική δήλωση με βάση τις διατάξεις της  παρ.2 του άρθρου 68  του ν.4172/2013. Τυχόν ζημία που προκύπτει από προσωρινές δηλώσεις δεν υπόκειται στον περιορισμό του χρόνου συμψηφισμού δεδομένου ότι το αποτέλεσμα προκύπτει στο χρόνο υποβολής της οριστικής δήλωσης. Σε αντίθετη περίπτωση, η εν λόγω ζημία δεν θα αναγνωριζόταν, καθόσον στην πλειοψηφία των περιπτώσεων η περίοδος της εκκαθάρισης διαρκεί πέραν της πενταετίας. Τα ανωτέρω δεν ισχύουν σε περίπτωση αναβίωσης της επιχείρησης, δηλαδή όσες ζημίες είχαν προκύψει πριν από τη θέση της σε εκκαθάριση, εμπίπτουν στον περιορισμό της πενταετίας, καθώς σε περίπτωση αναβίωσης δεν ολοκληρώνεται η διαδικασία της εκκαθάρισης.

Προϋποθέσεις μεταφοράς ζημίας

Για τη μεταφορά της ζημίας στα επόμενα φορολογικά έτη με βάση τις νέες διατάξεις δεν τίθενται οι προϋποθέσεις που ίσχυαν με τον προγενέστερο Κ.Φ.Ε. Ειδικότερα, δεν απαιτείται η ζημία να έχει αναγραφεί στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος μέχρι το τέλος του οικείου οικονομικού έτους που προέκυψε, αλλά αυτή μπορεί να δηλωθεί οποτεδήποτε, μέσα στην πενταετία, με την υποβολή εκπρόθεσμης αρχικής ή τροποποιητικής δήλωσης με βάση τα οριζόμενα στα άρθρα 18 και 19 του Κ.Φ.Δ. (ν. 4174/2013), με τις οικείες κάθε φορά κυρώσεις που προβλέπονται από τον Κώδικα αυτόν. Είναι προφανές ότι στην περίπτωση αυτή η πενταετία ξεκινά από το επόμενο φορολογικό έτος από αυτό εντός του οποίου προέκυψε η ζημία και όχι από το επόμενο φορολογικό έτος εντός του οποίου υποβλήθηκε η δήλωση φορολογίας εισοδήματος (αρχική ή τροποποιητική).

Ως ζημία, με σκοπό τον συμψηφισμό της στα επόμενα φορολογικά έτη, λαμβάνεται είτε αυτή που εμφανίζεται στα βιβλία της επιχείρησης είτε αυτή που προκύπτει από την οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου ή με βάση δικαστική απόφαση.

Ομοίως, όσον αφορά στα φορολογικά έτη με τα κέρδη των οποίων μεταφέρεται για συμψηφισμό η ζημία, δεν απαιτείται πλέον η μεταφορά αυτή να πραγματοποιείται μέχρι το τέλος του οικείου οικονομικού έτους, όπως ίσχυε με βάση τις προγενέστερες διατάξεις του ν. 2238/1994.

Μείωση μετοχικού κεφαλαίου με συμψηφισμό φορολογικών ζημιών

Ελλείψει ρητής διάταξης που ορίζει κάτι διαφορετικό, σε περίπτωση επιχείρησης με λογιστικές ζημίες στα βιβλία της η οποία επιθυμεί να μειώσει το μετοχικό/εταιρικό της κεφάλαιο με συμψηφισμό των ζημιών αυτών, οι υπόψη ζημίες κατά το μέρος που αναγνωρίζονται φορολογικά εξακολουθούν για φορολογικούς σκοπούς να μεταφέρονται προς συμψηφισμό με τα κέρδη των επόμενων φορολογικών ετών (σχετ. οι υπ’ αριθ. 3733/2008, 2614/2008 και 2523/1991 αποφάσεις του Σ.τ.Ε.).

Ζημία από επιχειρηματική δραστηριότητα ατομικής επιχείρησης σε περίπτωση διαφοράς τεκμαρτού και συνολικού εισοδήματος φυσικών προσώπων

Με την περ. β’ της παρ. 1 του άρθρου 34 του ν. 4172/2013 ορίζεται ότι η διαφορά μεταξύ του τεκμαρτού και του συνολικού εισοδήματος κατά την παρ.1 του άρθρου 30 (για φυσικά πρόσωπα), η οποία προστίθεται στο φορολογητέο εισόδημα, φορολογείται με την παρ.1 του άρθρου 29, εφόσον ο φορολογούμενος έχει εισόδημα μόνο από επιχειρηματική δραστηριότητα ή εφόσον το μεγαλύτερο μέρος των εισοδημάτων του δεν προκύπτει από μισθωτή εργασία και συντάξεις.

Περαιτέρω, με την παρ. 3 του ίδιου άρθρου ορίζεται, ότι για τον προσδιορισμό των κερδών από επιχειρηματική δραστηριότητα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 34, η ζημία του ίδιου φορολογικού έτους ή και των προηγούμενων δεν εκπίπτει και δεν μεταφέρεται για συμψηφισμό στα επόμενα φορολογικά έτη.

Με βάση τα ανωτέρω, στις περιπτώσεις που ατομική επιχείρηση εμφάνισε ζημία και για το έτος αυτό το εισόδημα του φορολογούμενου προσδιορίστηκε με βάση τις αντικειμενικές δαπάνες και υπηρεσίες, το επόμενο φορολογικό έτος ο φορολογούμενος εκ του γεγονότος αυτού και με βάση τις προηγούμενες διατάξεις, απώλεσε το δικαίωμα συμψηφισμού της εν λόγω ζημίας. Ωστόσο, εφόσον ο φορολογούμενος με τροποποιητική δήλωση καλύψει την προστιθέμενη διαφορά τεκμηρίων με ανάλωση κεφαλαίου, τότε η δηλωθείσα ζημία μεταφέρεται για συμψηφισμό κατά τις κείμενες διατάξεις (σχετ. η ΠΟΛ.1076/26.3.2015 εγκύκλιός μας).

Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος δεν έχει δηλώσει τη μεταφερόμενη ζημία στην επόμενη χρήση κατά την υποβολή της αρχικής δήλωσης, πρέπει λόγω της διαδοχικότητας του συμψηφισμού, να τη δηλώσει εμπρόθεσμα ή εκπρόθεσμα, σε κάθε περίπτωση, με τροποποιητική δήλωση στο επόμενο έτος που αφορά, ανεξαρτήτως εάν υπάρχουν δηλωθέντα κέρδη χρήσης ή ζημία χρήσης σε αυτό το έτος. Σε περίπτωση εκπρόθεσμης υποβολής με ζημία, ακόμη και μετά τη λήξη του οικείου οικονομικού έτους, η υπόψη ζημία συμψηφίζεται εντός της πενταετίας.

Ζημία κοινωνίας και λοιπών υπόχρεων μη υπαγόμενων στο άρθρο 10 του προγενέστερου ΚΦΕ (ν.2238/1994)

Η ζημία που είχε προκύψει σε επίπεδο κοινωνίας και λοιπών υπόχρεων της παρ. 4 του άρθρου 2 του ν. 2238/1994 και η οποία δεν μεταφερόταν σε επίπεδο κοινωνίας αλλά σε επίπεδο μελών με βάση τις διατάξεις της παρ. 7 του άρθρου 64 του ίδιου νόμου, μετά την έναρξη ισχύος του ν. 4172/2013 δεν μεταφέρεται για συμψηφισμό με τα κέρδη του νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας, καθόσον με τις νεότερες διατάξεις τα πρόσωπα και οι οντότητες αυτές πλέον αποτελούν υποκείμενο φόρου εισοδήματος και όχι τα μέλη τους.

2. Φορολογική μεταχείριση χρεωστικής διαφοράς (ζημίας) λόγω ανταλλαγής ομολόγων (PSI)

Με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του ίδιου άρθρου ορίζεται ότι η χρεωστική διαφορά που προκύπτει σε βάρος: α) των κεφαλαιουχικών εταιρειών που συστάθηκαν στην ημεδαπή ή την αλλοδαπή (περ. α’ άρθρου 46), επομένως και των μόνιμων εγκαταστάσεων αλλοδαπών κεφαλαιουχικών εταιρειών σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 του ν.4172/2013 ή τις Σ.Α.Δ.Φ. που δεν έχουν φορολογική κατοικία στην Ελλάδα (σχετ. η ΠΟΛ.1044/10.2.2015 εγκύκλιός μας), β) των μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα νομικών προσώπων δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου που συστάθηκαν στην ημεδαπή ή στην αλλοδαπή (περ. γ’ άρθρου 46) καθώς και γ) των συνεταιρισμών ή ενώσεων αυτών (περ. δ’ άρθρου 46), από την ανταλλαγή ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου ή εταιρικών ομολόγων με εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, κατ’ εφαρμογή του προγράμματος συμμετοχής στην αναδιάταξη του ελληνικού χρέους, εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα σε τριάντα (30) ισόποσες ετήσιες δόσεις, αρχής γενόμενης από τη χρήση μέσα στην οποία πραγματοποιείται η ανταλλαγή των τίτλων και ανεξάρτητα από τον χρόνο διακράτησης των ομολόγων.

Για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου, ως χρεωστική διαφορά λαμβάνεται η διαφορά μεταξύ της ονομαστικής αξίας των τίτλων που εκδόθηκαν σε ανταλλαγή και του κόστους απόκτησης των αρχικών τίτλων.

Ειδικά, σε περίπτωση που μετά την απόκτηση των αρχικών τίτλων προέκυψε ζημία από την αποτίμησή τους η οποία δεν έχει συμψηφιστεί με αποθεματικό, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 38 του ν. 2238/1994, όπως ισχύει κατά τη δημοσίευση του Κ.Φ.Ε. λαμβάνεται το αρχικό κόστος απόκτησης.

Τα αναφερόμενα στην παράγραφο αυτή έχουν εφαρμογή, σύμφωνα με την παρ.5 του άρθρου 72 του ίδιου νόμου, από την έναρξη ισχύος του ν.4046/2012, δηλαδή από τις 14.02.2012 και μετά.

Οι διατάξεις αυτές καταλαμβάνουν τη χρεωστική διαφορά που προέκυψε από την ανταλλαγή των πιο πάνω τίτλων, ανεξαρτήτως της αιτίας απόκτησής τους (π.χ. ομόλογα Ελληνικού Δημοσίου που έλαβαν οι φαρμακευτικές εταιρείες έναντι αποπληρωμής χρεών του Δημοσίου).

Επίσης, ο ανωτέρω χειρισμός αφορά στον προσδιορισμό των φορολογητέων αποτελεσμάτων των νομικών προσώπων που συμμετείχαν στο πρόγραμμα του PSI και ως εκ τούτου, η ανωτέρω έκπτωση θα πραγματοποιείται εξωλογιστικά κατ’ έτος με βάση την ετήσια δήλωση φορολογίας εισοδήματος αυτών. Δεδομένου ότι η χρεωστική διαφορά εκπίπτει σε 30 ισόποσες ετήσιες δόσεις, αρχής γενόμενης από τη χρήση μέσα στην οποία πραγματοποιείται η ανταλλαγή των τίτλων, και περαιτέρω τα ανωτέρω έχουν έναρξη ισχύος από 14.02.2012 και μετά, συνάγεται ότι για το φορολογικό έτος 2014 και επόμενα η χρεωστική διαφορά για το PSI αποσβένεται σε 28 ισόποσες ετήσιες δόσεις, καθόσον για κάθε μία από τις χρήσεις 2012 και 2013 έχει ήδη εκπέσει το 1/30 αυτής.

Ειδικά για τα νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που είχαν ενταχθεί στο πρόγραμμα PSI και δεδομένου ότι με τις προγενέστερες διατάξεις του ν.2238/1994 όσα από αυτά δεν είχαν εισόδημα από εμπορικές δραστηριότητες, στερούνταν της δυνατότητας να εκπέσουν φορολογικά το μέρος της χρεωστικής διαφοράς (ζημίας) από το PSI που προέκυψε στις χρήσεις 2012 και 2013 από τα λοιπά φορολογητέα εισοδήματά τους, ήτοι από το εισόδημα από κινητές αξίες και από την εκμίσθωση ακινήτων τους, λόγω του ειδικού τρόπου φορολόγησης των εισοδημάτων αυτών (αυτοτελής φορολόγηση των εισοδημάτων από κινητές αξίες με εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης και ειδικός τρόπος προσδιορισμού του εισοδήματος από ακίνητη περιουσία), με την παρούσα διευκρινίζεται ότι το μέρος αυτό της ζημίας του PSI που δεν εξέπεσε φορολογικά δεν μπορεί να μεταφερθεί για έκπτωση από τα κέρδη των φορολογικών ετών που αρχίζουν από την 1.01.2014 και μετά, συναθροιζόμενο με το αναλογούν στο έτος αυτό ποσό απόσβεσης της υπόψη χρεωστικής διαφοράς.

Ομοίως, δεν μπορούν να υποβληθούν τροποποιητικές δηλώσεις για τα έτη αυτά (χρήσεις 2012 και 2013), με τη διαδικασία που προβλέπεται από τον Κ.Φ.Δ. (ν. 4174/2013), προκειμένου να δηλωθούν προς έκπτωση (εξωλογιστικά) τα υπόψη ποσά της χρεωστικής διαφοράς του PSI.

Αντίθετα, όσα νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα δεν εξέπεσαν το 1/30 της χρεωστικής διαφοράς από τα κέρδη του φορολογικού έτους 2014 και δεδομένου ότι μετά την έναρξη ισχύος του νέου Κ.Φ.Ε., η υπόψη χρεωστική διαφορά εκπίπτει σε κάθε περίπτωση φορολογικά από τα κέρδη του νομικού προσώπου, αφού τα κέρδη αυτά, συμπεριλαμβανομένων των εισοδημάτων από κεφάλαιο και από υπεραξία κεφαλαίου, θεωρούνται έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα, τα υπόψη νομικά πρόσωπα έχουν τη δυνατότητα με τροποποιητική δήλωση του έτους αυτού να εκπέσουν το ποσό της χρεωστικής διαφοράς που αντιστοιχεί στο φορολογικό έτος 2014.

Επισημαίνεται πάντως, προς άρση των όποιων αμφιβολιών, ότι μετά την έναρξη ισχύος του ν. 4172/2013, το μέρος της χρεωστικής διαφοράς του PSI που δεν δηλώθηκε στο φορολογικό έτος που αφορούσε, ανεξάρτητα αν πρόκειται για νομικά πρόσωπα της περ. α’, της περ. γ’ ή της περ. δ’ του άρθρου 46 του ν. 4172/2013, δεν μπορεί να μεταφερθεί σωρευτικά στα επόμενα φορολογικά έτη προσαυξάνοντας το 1/30 που αναλογεί στο εκάστοτε αυτό έτος, αλλά θα δηλωθεί εκπρόθεσμα με την υποβολή τροποποιητικής δήλωσης με βάση τη διαδικασία του Κ.Φ.Δ. του έτους που αφορά.

3. Φορολογική μεταχείριση χρεωστικής διαφοράς (ζημίας) λόγω διαγραφής χρεών οφειλετών στο πλαίσιο του ν. 4307/2014

Με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 3 του ίδιου άρθρου, οι οποίες προστέθηκαν με το άρθρο 78 του ν.4307/2014, η χρεωστική διαφορά (οριστική ζημία) λόγω πιστωτικού κινδύνου η οποία προκύπτει για τα εποπτευόμενα από την Τράπεζα της Ελλάδος νομικά πρόσωπα των παραγράφων 5, 6 και 7 του άρθρου 26 του ν.4172/2013 από τη διαγραφή χρεών οφειλετών τους κατά τις διατάξεις του άρθρου 2 του αναφερόμενου στις ίδιες διατάξεις νόμου (το οποίο τελικά ψηφίσθηκε ως άρθρο 61 του ν.4307/2014) εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά τους σε δεκαπέντε (15) ισόποσες ετήσιες δόσεις, αρχής γενομένης από τη χρήση στην οποία πραγματοποιήθηκε η διαγραφή. Για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου, η χρεωστική διαφορά ισούται με το συνολικό ποσό της διαγραφής μείον τους μη εγγεγραμμένους τόκους, όπως αυτοί ορίζονται στις διατάξεις του άρθρου 150 του ν. 4261/2014, οι οποίοι και δεν εγγράφονται. Η ανωτέρω χρεωστική διαφορά καταχωρείται σε χρέωση των αποτελεσμάτων της χρήσης στην οποία προκύπτει. Σε περίπτωση που ο πιστωτής έχει σχηματίσει και εκπέσει από τα ακαθάριστα έσοδά του, για το χρέος που διαγράφεται, πρόσθετη ειδική πρόβλεψη κατά τις διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 5 του άρθρου 26 του παρόντος, η πρόβλεψη αντιλογίζεται σε πίστωση των αποτελεσμάτων του φορολογικού έτους στο οποίο πραγματοποιήθηκε η διαγραφή και αποτελεί για τον πιστωτή φορολογητέο κέρδος από επιχειρηματική δραστηριότητα.

Ως εποπτευόμενα από την Τράπεζα της Ελλάδος νομικά πρόσωπα (πιστωτές) λαμβάνονται αυτά των παραγράφων 5, 6 και 7 του άρθρου 26 του ν.4172/2013, ήτοι: α) τα πιστωτικά ιδρύματα (ημεδαπά, υποκαταστήματα αλλοδαπής και υπό ειδική εκκαθάριση πιστωτικά ιδρύματα), β) οι εταιρείες χρηματοδοτικής μίσθωσης και γ) οι εταιρείες πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων (περ. στ’ παρ. 2 άρθρου 60 ν.4307/2014). Ειδικότερα, με τις διατάξεις της παρ. 8 του άρθρου 61 του ν.4307/2014 ορίζεται, ότι τα φορολογικά ευεργετήματα του άρθρου 78 του ίδιου νόμου (με το οποίο προστέθηκε η παρ. 3 στο άρθρο 27 του ν.4172/2013) παρέχονται αποκλειστικά σε χρηματοδοτικούς φορείς που λειτουργούν νόμιμα στην Ελλάδα, έχουν παράσχει επιχειρηματικά δάνεια στην Ελλάδα και παρέχουν επιλέξιμες διαγραφές όπως αυτές ορίζονται στην περ. ζ’ της παρ.2 του άρθρου 60 του ν.4307/2014.

Οι ανωτέρω διατάξεις ισχύουν, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 60 του ν. 4307/2014, για εκείνες τις διαγραφές ανά πιστωτικό ίδρυμα, συμπεριλαμβανομένων και των υπό ειδική εκκαθάριση πιστωτικών ιδρυμάτων, καθώς και κάθε εταιρεία πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων, οφειλών που εμφανίζονται στα βιβλία τους την 30.06.2014 εφόσον υποβληθεί αίτηση μέχρι την 30 Ιουνίου 2016 από τους επιλέξιμους οφειλέτες με βάση τις προϋποθέσεις που τίθενται με τις διατάξεις του άρθρου αυτού.

Είναι προφανές ότι για όσες διαγραφές απαιτήσεων έλαβαν χώρα μέσα στο φορολογικό έτος 2014 και προκειμένου τα υπόψη νομικά πρόσωπα να εκπέσουν ποσό ίσο με το 1/15 της χρεωστικής διαφοράς, θα πρέπει να προσθέσουν στα φορολογητέα τους κέρδη ποσό ίσο με τα 14/15 της υπόψη διαφοράς ως θετική λογιστική διαφορά. Τα επόμενα φορολογικά έτη θα προβαίνουν σε αρνητική φορολογική αναμόρφωση ίση με το 1/15 της χρεωστικής διαφοράς. Είναι αυτονόητο ότι αν η διαγραφή λάβει χώρα μεταγενέστερα (σε επόμενο φορολογικό έτος) και το αργότερο μέχρι την ανωτέρω προθεσμία, εφαρμόζονται ανάλογα τα αναφερόμενα πιο πάνω.

4. Φορολογική μεταχείριση ζημιών που προκύπτουν στην αλλοδαπή

Με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του ίδιου άρθρου ορίζεται ότι οι ζημίες που προκύπτουν στην αλλοδαπή δεν δύνανται να χρησιμοποιηθούν για τον υπολογισμό των κερδών του ίδιου φορολογικού έτους ούτε να συμψηφιστούν με μελλοντικά κέρδη, με εξαίρεση το εισόδημα που προκύπτει από άλλα κράτη – μέλη της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ., το οποίο δεν απαλλάσσεται στη βάση συνθήκης αποφυγής διπλής φορολογίας που έχει συνάψει και εφαρμόζει η Ελλάδα. Οι ανωτέρω διατάξεις έχουν εφαρμογή τόσο για νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες των οποίων τα κέρδη θεωρούνται ως προερχόμενα από επιχειρηματική δραστηριότητα όσο και για τα φυσικά πρόσωπα που αποκτούν κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα.

Με τα ανωτέρω τίθεται ο γενικός κανόνας περί μη συμψηφισμού των ζημιών που προκύπτουν στην αλλοδαπή με εισοδήματα που προκύπτουν στην ημεδαπή και αφορά τόσο τις ζημίες που προκύπτουν από την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας στην αλλοδαπή όσο και από τη μεταβίβαση κεφαλαίου στην αλλοδαπή (π.χ. ζημία από μεταβίβαση τίτλων αλλοδαπής προέλευσης, κ.λπ.). Ωστόσο, οι ζημίες αλλοδαπής μπορούν να συμψηφιστούν με εισοδήματα των πιο πάνω προσώπων που προκύπτουν σε κράτη – μέλη της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ. (Ισλανδία, Λιχτενστάιν και Νορβηγία), τα οποία είτε με βάση τη Σύμβαση για την Αποφυγή Διπλής Φορολογίας με την Ελλάδα η Ελληνική Φορολογική Διοίκηση έχει δικαίωμα να φορολογήσει, είτε ελλείψει ΣΑΔΦ φορολογούνται με βάση την εσωτερική μας νομοθεσία (π.χ. Λιχτενστάιν). Ο συμψηφισμός αυτός γίνεται ανά χώρα. Από τη γραμματική διατύπωση των διατάξεων αυτών συνάγεται ότι οι ανωτέρω ζημίες αλλοδαπής αναγνωρίζονται μόνο εφόσον προκύπτουν σε κράτη – μέλη της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ. και όχι σε τρίτες χώρες, δεδομένου ότι ο νόμος κάνει μνεία για εισοδήματα γενικά (καθαρό κέρδος) κρατών – μελών της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ. και όχι μόνο για θετικά εισοδήματα (έσοδα) των χωρών αυτών. Σε περίπτωση που μετά την παρέλευση πενταετίας, το αποτέλεσμα είναι ζημιογόνο, η ζημία αυτή δεν μεταφέρεται περαιτέρω. Για τον σκοπό αυτό τα κέρδη και οι ζημίες από χώρες ΕΕ και του ΕΟΧ θα πρέπει να παρακολουθούνται διακεκριμένα ανά χώρα στα βιβλία της επιχείρησης, ώστε στα φορολογητέα κέρδη της επιχείρησης να περιλαμβάνεται το τελικό κέρδος που προκύπτει στην αλλοδαπή ανά χώρα μετά τον παραπάνω συμψηφισμό, εξαιρουμένων των εισοδημάτων εκείνων που απαλλάσσονται της φορολογίας εισοδήματος (π.χ. εισπραττόμενα μερίσματα άρθρου 48 ν. 4172/2013).

Ακριβές Αντίγραφο
Η Προϊσταμένη του Αυτοτελούς Τμήματος Διοίκησης

Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ

Παρακράτηση φόρου σε τόκους ομολογιακού δανείου το ποσό των οποίων καταβάλλεται με την έκδοση νέων ομολογιών

Αριθ. πρωτ.: ΔΕΑΦ Β 1097116 ΕΞ 2016/ 23.6.2016
Παρακράτηση φόρου σε τόκους ομολογιακού δανείου το ποσό των οποίων καταβάλλεται με την έκδοση νέων ομολογιών
Αθήνα, 23 Ιουνίου 2016
Αριθ. Πρωτ.: ΔΕΑΦ Β 1097116 ΕΞ 2016

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Δ/ΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Β’

Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδ.: 101 84 Αθήνα
Πληροφορίες: Ε. Καπούτσου
Τηλέφωνο: 210 – 33.75.312
ΦΑΞ: 210 – 33.75.001

ΘΕΜΑ: Παρακράτηση φόρου σε τόκους ομολογιακού δανείου το ποσό των οποίων καταβάλλεται με την έκδοση νέων ομολογιών.

Με αφορμή ερωτήματα που έχουν υποβληθεί στην υπηρεσία μας, αναφορικά με το πιο πάνω θέμα, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:

1. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 37 του ν. 4172/2013, οι οποίες ισχύουν για τα εισοδήματα που αποκτώνται στα φορολογικά έτη που αρχίζουν από την 1η Ιανουαρίου 2014 και μετά, ο όρος «τόκοι» σημαίνει το εισόδημα που προκύπτει από απαιτήσεις κάθε είδους, είτε εξασφαλίζονται με υποθήκη είτε όχι, και είτε παρέχουν δικαίωμα συμμετοχής στα κέρδη του οφειλέτη είτε όχι, και ιδιαίτερα εισόδημα από καταθέσεις, κρατικά χρεόγραφα, τίτλους και ομολογίες, με ή χωρίς ασφάλεια, και κάθε είδους δανειακή σχέση, συμπεριλαμβανομένων των πρόσθετων ωφελημάτων (premiums), των συμφωνιών επαναγοράς (repos/reverse repos) και ανταμοιβών τα οποία απορρέουν από τίτλους, ομολογίες ή χρεόγραφα.

2. Με τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 64 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι οι πληρωμές τόκων δανείων που χορηγούν πιστωτικά ιδρύματα, περιλαμβανομένων των τόκων υπερημερίας, καθώς και οι τόκοι διατραπεζικών καταθέσεων απαλλάσσονται από την παρακράτηση φόρου.

3. Όπως διευκρινίστηκε με την ΠΟΛ.1042/26.1.2015 εγκύκλιό μας, με την οποία δόθηκαν οδηγίες αναφορικά με τη φορολογική μεταχείριση του εισοδήματος από μερίσματα, τόκους και δικαιώματα μετά την έναρξη ισχύος των διατάξεων του νέου Κ.Φ.Ε. (ν.4172/2013), στην έννοια των τόκων εμπίπτουν κάθε είδους τόκοι, ημεδαπής ή αλλοδαπής προέλευσης, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται οι τόκοι δανείων, οι τόκοι υπερημερίας λόγω συμβατικής υποχρέωσης, καθώς και οι τόκοι που επιδικάζονται με δικαστική απόφαση, ανεξάρτητα αν αυτές αφορούν την επιχειρηματική δραστηριότητα της επιχείρησης.

Επίσης, με την ίδια εγκύκλιο διευκρινίστηκε, όσον αφορά στις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 64 του ν. 4172/2013, ότι στα εισοδήματα που αποκτούν τα πιστωτικά ιδρύματα, ανεξάρτητα αν έχουν τη φορολογική τους κατοικία στην Ελλάδα ή στην αλλοδαπή, από τόκους δανείων που έχουν χορηγήσει στα πλαίσια της επιχειρηματικής τους δραστηριότητας, συμπεριλαμβανομένων των τόκων υπερημερίας, των τόκων διατραπεζικών καταθέσεων και των τόκων από τη χορήγηση πιστώσεων, δεν ενεργείται παρακράτηση φόρου. Τα αναφερόμενα πιο πάνω δεν καταλαμβάνουν το εισόδημα που αποκτούν τα πιστωτικά ιδρύματα από τόκους ομολογιακών δάνειων (Ελληνικού Δημοσίου και εταιρικών), στα οποία ενεργείται σε κάθε περίπτωση παρακράτηση φόρου με συντελεστή 15%, επιφυλασσομένων των διατάξεων της επόμενης παραγράφου.

4. Περαιτέρω, με τις διατάξεις των περ. β’ των παρ. 1 των άρθρων 62 και 64 του ν. 4172/2013, αντίστοιχα, ορίζεται ότι οι πληρωμές τόκων υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%), ενώ με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 64 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι η παρακράτηση φόρου εξαντλεί τη φορολογική υποχρέωση της παραγράφου 1 σε περίπτωση που αυτός που λαμβάνει την πληρωμή, η οποία υπόκειται σε παρακράτηση φόρου είναι φυσικό πρόσωπο ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που δεν έχει τη φορολογική κατοικία του και δεν διατηρεί μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα.

5. Εξάλλου, με τις διατάξεις του άρθρου 2 της ΠΟΛ.1011/2.1.2014 απόφασης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, με την οποία καθορίστηκε ο τρόπος υποβολής, καθώς και ο τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης απόδοσης του παρακρατούμενου φόρου στα εισοδήματα από μερίσματα, τόκους και δικαιώματα με βάση τις διατάξεις του άρθρου 64 του ν.4172/2013, ορίζεται ότι ως «καταβολή της υποκείμενης σε παρακράτηση πληρωμής» νοείται και η πίστωση των δικαιούχων με τα εισοδήματα, μεταξύ άλλων, της περίπτωσης β’ της παραγράφου 1 του άρθρου 62 του ν. 4172/2013.

6. Επίσης, με την ΠΟΛ.1223/8.10.2015 εγκύκλιό μας, με την οποία κοινοποιήθηκαν οι διατάξεις του άρθρου 8 του ν. 4172/2013, διευκρινίστηκε ότι για το εισόδημα από τόκους ημεδαπής προέλευσης που αποκτάται τόσο από φυσικά πρόσωπα όσο και από νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες, χρόνος απόκτησης του δικαιώματος είσπραξης είναι ο χρόνος κατά τον οποίο καθίστανται ληξιπρόθεσμοι και απαιτητοί.

Επίσης, με την ίδια εγκύκλιο διευκρινίστηκε ότι ως προς το ζήτημα του χρόνου απόκτησης φορολογητέου εισοδήματος από τόκους από πιστωτικό ίδρυμα στις περιπτώσεις που εφαρμόζεται το άρθρο 150 του ν. 4261/2014 και δεδομένου ότι, σύμφωνα με την διάταξη αυτή, μετά τη συμπλήρωση τριμήνου κατά το οποίο λογισθέντες τόκοι δανείων και λοιπών χορηγούμενων πιστώσεων παραμένουν ανείσπρακτοι, παύει η περαιτέρω λογιστικοποίηση τόκων (δηλαδή η λογιστική καταχώριση εσόδου από τόκους) και οι τόκοι αυτοί παρακολουθούνται μόνο εξωλογιστικά και λογιστικοποιούνται όταν και εφόσον εισπράττονται, το πιστωτικό ίδρυμα αποκτά φορολογητέο εισόδημα από τόκους όταν και εφόσον εισπράξει τους εν λόγω τόκους. Κατά συνέπεια, εφόσον, σύμφωνα με τα ανωτέρω, δεν αποκτάται εισόδημα από το πιστωτικό ίδρυμα πριν από την είσπραξη των σχετικών τόκων, δεν μπορεί να γεννηθεί υποχρέωση παρακράτησης φόρου κατά τον χρόνο της τυχόν πίστωσης των τόκων αυτών, αλλά η παρακράτηση του φόρου διενεργείται από τους υπόχρεους κατά τον χρόνο καταβολής των εν λόγω τόκων.

7. Μετά από όλα όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω προκύπτει, ότι στην περίπτωση των τόκων ομολογιακού δανείου οι οποίοι καταβάλλονται κατά το χρόνο που καθίστανται ληξιπρόθεσμοι (άρα και απαιτητοί) μέσω κεφαλαιοποίησής τους με έκδοση νέων ομολογιών (καταβολή σε είδος), η υποχρέωση παρακράτησης γεννάται κατά τον χρόνο της κεφαλαιοποίησης.

Σε περίπτωση που κεφαλαιοποιούνται (μέσω της καταβολής σε είδος) ήδη ληξιπρόθεσμοι τόκοι με την έκδοση νέων ομολογιών, η υποχρέωση παρακράτησης υπάρχει όχι κατά το χρόνο της κεφαλαιοποίησης αλλά κατά το χρόνο που αυτοί είχαν καταστεί ληξιπρόθεσμοι, οπότε και θα έπρεπε να είχαν πιστωθεί στα βιβλία της εταιρείας (σχετ. η υπ’ αριθμ. ΠΟΛ.1011/2.1.2014 εγκύκλιός μας).

Ο παρακρατούμενος φόρος υπολογίζεται με συντελεστή 15%, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 62 και 64 του ν. 4172/2013, επιφυλασσομένων των διατάξεων των Σ.Α.Δ.Φ. Επισημαίνεται ότι στην περίπτωση που για κάποιους από τους ομολογιούχους δανειστές έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 150 του ν. 4261/2014 (π.χ. ημεδαπά πιστωτικά ιδρύματα), σχετικά με τη μη λογιστικοποίηση τόκων, δεν υφίσταται η πιο πάνω υποχρέωση διενέργειας παρακράτησης φόρου, για το χρονικό διάστημα μετά το αναφερόμενο στις διατάξεις αυτές τρίμηνο, εφόσον πληρούνται οι οριζόμενες στις ίδιες διατάξεις προϋποθέσεις.

Τέλος, όσον αφορά στους τόκους που οφείλονται για τις νέες ομολογίες που εκδόθηκαν κατά την κεφαλαιοποίηση των μη καταβληθέντων ποσών τόκων, η παρακράτηση του φόρου θα διενεργηθεί στη λήξη των ομολογιών, δεδομένου ότι, με βάση τους όρους έκδοσής τους, δεν προβλέπονται ενδιάμεσες περιοδικές αποδόσεις τόκων, αλλά η απόδοση αυτών γίνεται στη λήξη των ομολογιών, δεδομένου ότι τότε καθίστανται απαιτητοί.

Ακριβές Αντίγραφο
Η Προϊσταμένη του Αυτοτελούς Τμήματος Διοίκησης

Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ

Επιμέλεια τέκνων, Ειδική εισφορά αλληλεγγύης

ΠΟΛ.1087/2016
Κοινοποίηση διατάξεων ν.4387/2016 (ΦΕΚ 85 Α) και ν.4389/2016 (ΦΕΚ 94 Α’) που αφορούν φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων
Αθήνα, 23 Ιουνίου 2016
ΠΟΛ.: 1087

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΝ. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Α’

Ταχ. Δ/νση : Καρ. Σερβίας 10
Τ.Κ. : 101 84
Πληροφορίες :
Τηλέφωνο : 210 3375315-7
FAX : 210 3375001

ΠΟΛ 1087/2016

ΘΕΜΑ: Κοινοποίηση διατάξεων ν.4387/2016 (ΦΕΚ 85 Α) και ν.4389/2016 (ΦΕΚ 94 Α’) που αφορούν φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων.

Σχετικά με το ανωτέρω θέμα, σας γνωρίζουμε τα εξής:

1. Με βάση τις διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 44 του ν.4389/2016 αντικαθίσταται η παρ.2 του άρθρου 13 του ν.4172/2013. Με τις νέες διατάξεις συνεχίζει να αποτελεί παροχή σε είδος και να φορολογείται ως εισόδημα από μισθωτή εργασία η αγοραία αξία παραχώρησης εταιρικού οχήματος σε εργαζόμενο ή εταίρο ή μέτοχο από φυσικό πρόσωπο ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα εντός του φορολογικού έτους, η οποία αποτιμάται πλέον σε ποσοστό 80% του κόστους των αποσβέσεων, των τελών κυκλοφορίας, του κόστους των επισκευών και συντηρήσεων καθώς και του χρηματοδοτικού κόστους αγοράς ή μίσθωσης, όπως αυτά προκύπτουν από τις εγγραφές στα βιβλία της επιχείρησης. Όταν το ανωτέρω κόστος είναι μηδέν, η παροχή αυτή αποτιμάται σε ποσοστό 80% της μέσης δαπάνης ή απόσβεσης κατά τα τελευταία τρία έτη. Σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 44 του ν.4389/2016, οι νέες αυτές διατάξεις εφαρμόζονται για τα εισοδήματα που αποκτώνται από το φορολογικό έτος 2016 και επόμενα. Πέραν των αλλαγών που προέκυψαν από τις ανωτέρω διατάξεις ως προς την αποτίμηση της παροχής αυτής, εξακολουθούν να ισχύουν οι διευκρινίσεις που δόθηκαν με την ΠΟΛ.1219/6.10.2014 εγκύκλιο.

2. Με τις διατάξεις της παρ.2 του άρθρου 112 του ν.4387/2016 ορίστηκαν τα νέα ποσά τα οποία ανάλογα με τον αριθμό των εξαρτώμενων τέκνων του φορολογουμένου, μειώνουν τον φόρο που προκύπτει κατά την εφαρμογή του άρθρου 15 του ΚΦΕ (ν.4172/2013). Περαιτέρω, με την αρ. 250/1994 γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, η οποία έγινε αποδεκτή από τον Υπουργό Οικονομικών και κοινοποιήθηκε με την 1062012/1137/Α0012/ΠΟΛ.1219/24.8.1995 διαταγή, έγινε δεκτό ότι στην περίπτωση διαζευγμένων συζύγων τα τέκνα θεωρείται ότι βαρύνουν τον γονέα ο οποίος έχει την επιμέλεια αυτών, αφού σ’ αυτή περιλαμβάνεται και ο προσδιορισμός του τόπου διαμονής (συνοίκησης) των τέκνων (Α.Κ. 1518), ανεξάρτητα αν τους καταβάλλεται διατροφή ή συνοικούν περιστασιακά με τον άλλο γονέα. Στην ανωτέρω γνωμοδότηση, ορίζεται επίσης ότι όταν το τέκνο διαμένει με τον καθένα από τους γονείς κατά ίσο χρονικό διάστημα, τότε θα πρέπει να θεωρηθεί ότι το τέκνο συνοικεί έξι (6) μήνες με τον κάθε γονέα, ώστε για το διάστημα αυτό βαρύνει τον κάθε γονέα, με τις εντεύθεν φοροαπαλλαγές.

Βάσει των ανωτέρω, στην περίπτωση διαζευγμένων συζύγων, τις προαναφερόμενες μειώσεις φόρου λόγω εξαρτώμενων τέκνων, τις δικαιούται ο ένας εκ των δύο συζύγων που έχει την επιμέλεια αυτών και εφόσον αυτός είναι μισθωτός ή συνταξιούχος. Περαιτέρω, και όσον αφορά την περίπτωση των εγγάμων συζύγων, γίνεται δεκτό ότι τις μειώσεις φόρου λόγω εξαρτώμενων τέκνων του άρθρου 11 του ΚΦΕ, τις δικαιούνται και οι δύο σύζυγοι εφόσον αυτοί είναι μισθωτοί ή συνταξιούχοι, ή ο ένας εκ των δύο συζύγων που έχει την ιδιότητα του μισθωτού ή συνταξιούχου και ανεξάρτητα από το αν αυτός είναι ο υπόχρεος ή η σύζυγος. Τα ανωτέρω εφαρμόζονται για εκκαθαρίσεις δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος που διενεργούνται για το φορολογικό έτος 2016 και επόμενα, ενώ οι παρακρατήσεις φόρου με βάση τις προαναφερόμενες μειώσεις φόρου λόγω εξαρτώμενων τέκνων, διενεργούνται για μισθοδοσίες και συντάξεις που εκκαθαρίζονται από 27.5.2016 και μετά. Τέλος, τα παραπάνω εφαρμόζονται ανάλογα και για τα μέρη του συμφώνου συμβίωσης.

3. Κατά την εκκαθάριση των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2016 και επόμενων, το τεκμαρτό εισόδημα για την επιβολή της εισφοράς λαμβάνεται υπόψη μετά από τις μειώσεις του άρθρου 34 του ΚΦΕ.

4. Με τις διατάξεις της παρ.5 του άρθρου 112 αντικαταστάθηκε η παρ.1 του άρθρου 29 του Κ.Φ.Ε..Με τις νέες διατάξεις τα εισοδήματα από επιχειρηματική δραστηριότητα, εκτός του εισοδήματος από ατομική αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα, φορολογούνται αθροιστικά με τα τυχόν εισοδήματα από μισθωτή εργασία και συντάξεις με βάση την κλίμακα της παρ.1 του άρθρου 29 του ν.4172/2013. Για τα κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα δεν εφαρμόζονται οι μειώσεις του άρθρου 16. Δηλαδή, στις ανωτέρω περιπτώσεις φορολογουμένων με εισοδήματα και από επιχειρηματική δραστηριότητα και από μισθωτή εργασία και συντάξεις, οι μειώσεις του φόρου που προβλέπονται στο άρθρο 16, θα εφαρμόζονται μόνο στον φόρο που αντιστοιχεί στο εισόδημα που προέρχεται από μισθωτή εργασία και συντάξεις. Επισημαίνεται ακόμα, ότι κατά τον υπολογισμό της προκαταβολής φόρου εισοδήματος του άρθρου 69, αυτή θα υπολογίζεται στον φόρο που προκύπτει από εισόδημα επιχειρηματικής δραστηριότητας. Τα προηγούμενα έχουν εφαρμογή για εισοδήματα που αποκτώνται από το φορολογικό έτος 2016 και επόμενα.

ΑΚΡΙΒΕΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
Η ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΥΤΟΤΕΛΟΥΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜ ΜΑΤΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ

Μείωση φόρου λόγω τέκνων

ΠΟΛ.1087/2016
Κοινοποίηση διατάξεων ν.4387/2016 (ΦΕΚ 85 Α) και ν.4389/2016 (ΦΕΚ 94 Α’) που αφορούν φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων
Αθήνα, 23 Ιουνίου 2016
ΠΟΛ.: 1087

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΝ. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Α’

Ταχ. Δ/νση : Καρ. Σερβίας 10
Τ.Κ.    : 101 84
Πληροφορίες :
Τηλέφωνο : 210 3375315-7
FAX    : 210 3375001

ΠΟΛ 1087/2016

ΘΕΜΑ: Κοινοποίηση διατάξεων ν.4387/2016 (ΦΕΚ 85 Α) και ν.4389/2016 (ΦΕΚ 94 Α’) που αφορούν φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων.

Σχετικά με το ανωτέρω θέμα, σας γνωρίζουμε τα εξής:

1. Με βάση τις διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 44 του ν.4389/2016 αντικαθίσταται η παρ.2 του άρθρου 13 του ν.4172/2013. Με τις νέες διατάξεις συνεχίζει να αποτελεί παροχή σε είδος και να φορολογείται ως εισόδημα από μισθωτή εργασία η αγοραία αξία παραχώρησης εταιρικού οχήματος σε εργαζόμενο ή εταίρο ή μέτοχο από φυσικό πρόσωπο ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα εντός του φορολογικού έτους, η οποία αποτιμάται πλέον σε ποσοστό 80% του κόστους των αποσβέσεων, των τελών κυκλοφορίας, του κόστους των επισκευών και συντηρήσεων καθώς και του χρηματοδοτικού κόστους αγοράς ή μίσθωσης, όπως αυτά προκύπτουν από τις εγγραφές στα βιβλία της επιχείρησης. Όταν το ανωτέρω κόστος είναι μηδέν, η παροχή αυτή αποτιμάται σε ποσοστό 80% της μέσης δαπάνης ή απόσβεσης κατά τα τελευταία τρία έτη. Σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 44 του ν.4389/2016, οι νέες αυτές διατάξεις εφαρμόζονται για τα εισοδήματα που αποκτώνται από το φορολογικό έτος 2016 και επόμενα. Πέραν των αλλαγών που προέκυψαν από τις ανωτέρω διατάξεις ως προς την αποτίμηση της παροχής αυτής, εξακολουθούν να ισχύουν οι διευκρινίσεις που δόθηκαν με την ΠΟΛ.1219/6.10.2014 εγκύκλιο.

2. Με τις διατάξεις της παρ.2 του άρθρου 112 του ν.4387/2016 ορίστηκαν τα νέα ποσά τα οποία ανάλογα με τον αριθμό των εξαρτώμενων τέκνων του φορολογουμένου, μειώνουν τον φόρο που προκύπτει κατά την εφαρμογή του άρθρου 15 του ΚΦΕ (ν.4172/2013). Περαιτέρω, με την αρ. 250/1994 γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, η οποία έγινε αποδεκτή από τον Υπουργό Οικονομικών και κοινοποιήθηκε με την 1062012/1137/Α0012/ΠΟΛ.1219/24.8.1995 διαταγή, έγινε δεκτό ότι στην περίπτωση διαζευγμένων συζύγων τα τέκνα θεωρείται ότι βαρύνουν τον γονέα ο οποίος έχει την επιμέλεια αυτών, αφού σ’ αυτή περιλαμβάνεται και ο προσδιορισμός του τόπου διαμονής (συνοίκησης) των τέκνων (Α.Κ. 1518), ανεξάρτητα αν τους καταβάλλεται διατροφή ή συνοικούν περιστασιακά με τον άλλο γονέα. Στην ανωτέρω γνωμοδότηση, ορίζεται επίσης ότι όταν το τέκνο διαμένει με τον καθένα από τους γονείς κατά ίσο χρονικό διάστημα, τότε θα πρέπει να θεωρηθεί ότι το τέκνο συνοικεί έξι (6) μήνες με τον κάθε γονέα, ώστε για το διάστημα αυτό βαρύνει τον κάθε γονέα, με τις εντεύθεν φοροαπαλλαγές.

Βάσει των ανωτέρω, στην περίπτωση διαζευγμένων συζύγων, τις προαναφερόμενες μειώσεις φόρου λόγω εξαρτώμενων τέκνων, τις δικαιούται ο ένας εκ των δύο συζύγων που έχει την επιμέλεια αυτών και εφόσον αυτός είναι μισθωτός ή συνταξιούχος. Περαιτέρω, και όσον αφορά την περίπτωση των εγγάμων συζύγων, γίνεται δεκτό ότι τις μειώσεις φόρου λόγω εξαρτώμενων τέκνων του άρθρου 11 του ΚΦΕ, τις δικαιούνται και οι δύο σύζυγοι εφόσον αυτοί είναι μισθωτοί ή συνταξιούχοι, ή ο ένας εκ των δύο συζύγων που έχει την ιδιότητα του μισθωτού ή συνταξιούχου και ανεξάρτητα από το αν αυτός είναι ο υπόχρεος ή η σύζυγος. Τα ανωτέρω εφαρμόζονται για εκκαθαρίσεις δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος που διενεργούνται για το φορολογικό έτος 2016 και επόμενα, ενώ οι παρακρατήσεις φόρου με βάση τις προαναφερόμενες μειώσεις φόρου λόγω εξαρτώμενων τέκνων, διενεργούνται για μισθοδοσίες και συντάξεις που εκκαθαρίζονται από 27.5.2016 και μετά. Τέλος, τα παραπάνω εφαρμόζονται ανάλογα και για τα μέρη του συμφώνου συμβίωσης.

3. Κατά την εκκαθάριση των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2016 και επόμενων, το τεκμαρτό εισόδημα για την επιβολή της εισφοράς λαμβάνεται υπόψη μετά από τις μειώσεις του άρθρου 34 του ΚΦΕ.

4. Με τις διατάξεις της παρ.5 του άρθρου 112 αντικαταστάθηκε η παρ.1 του άρθρου 29 του Κ.Φ.Ε..Με τις νέες διατάξεις τα εισοδήματα από επιχειρηματική δραστηριότητα, εκτός του εισοδήματος από ατομική αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα, φορολογούνται αθροιστικά με τα τυχόν εισοδήματα από μισθωτή εργασία και συντάξεις με βάση την κλίμακα της παρ.1 του άρθρου 29 του ν.4172/2013. Για τα κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα δεν εφαρμόζονται οι μειώσεις του άρθρου 16. Δηλαδή, στις ανωτέρω περιπτώσεις φορολογουμένων με εισοδήματα και από επιχειρηματική δραστηριότητα και από μισθωτή εργασία και συντάξεις, οι μειώσεις του φόρου που προβλέπονται στο άρθρο 16, θα εφαρμόζονται μόνο στον φόρο που αντιστοιχεί στο εισόδημα που προέρχεται από μισθωτή εργασία και συντάξεις. Επισημαίνεται ακόμα, ότι κατά τον υπολογισμό της προκαταβολής φόρου εισοδήματος του άρθρου 69, αυτή θα υπολογίζεται στον φόρο που προκύπτει από εισόδημα επιχειρηματικής δραστηριότητας. Τα προηγούμενα έχουν εφαρμογή για εισοδήματα που αποκτώνται από το φορολογικό έτος 2016 και επόμενα.

ΑΚΡΙΒΕΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
Η ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΥΤΟΤΕΛΟΥΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜ ΜΑΤΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ

Παράταση Φ.Δ. 2016

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Νίκης 5-7
10180 Αθήνα

ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ
Tηλ.:  210-3332553/4
Fax: 210-3332559
e-mail: press@minfin.gr

Δευτέρα, 27 Ιουνίου 2016

Δελτίο Τύπου

Το Υπουργείο Οικονομικών εξετάζοντας την κατάσταση σχετικά με τις φορολογικές δηλώσεις που έχουν υποβληθεί και τα προβλήματα που προέκυψαν τόσο από την αποχή των φοροτεχνικών- λογιστών από την κατάθεση φορολογικών δηλώσεων, όσο και από άλλους λόγους, προχωρά σε ολιγοήμερη παράταση της καταληκτικής ημερομηνίας υποβολής τους, έως την Παρασκευή 15/7/2016. Η παράταση αφορά την υποβολή δηλώσεων τόσο των φυσικών, όσο και των νομικών προσώπων.

Το Υπουργείο Οικονομικών τονίζει πως δεν προτίθεται να παρατείνει τη διαδικασία των υποβολών, πέρα από τη νέα καταληκτική ημερομηνία.

Οι φορολογούμενοι και οι λογιστές- φοροτεχνικοί καλούνται να υποβάλουν έγκαιρα τις δηλώσεις ώστε να αποφευχθούν προβλήματα σχετικά με την έγκαιρη εκκαθάριση του ΕΝΦΙΑ και την πληρωμή των σχετικών υποχρεώσεων, σε όσο το δυνατό περισσότερες δόσεις.

Υπενθυμίζεται ότι η εκπρόθεσμη δήλωση φόρου εισοδήματος επιφέρει:

1. Πρόστιμο 100 ευρώ, εάν ο φορολογούμενος δεν τηρεί βιβλία.
2. Πρόστιμο 250 ευρώ, εάν ο φορολογούμενος τηρεί βιβλία με βάση απλοποιημένα λογιστικά πρότυπα.
3. Πρόστιμο 500 ευρώ, εάν ο φορολογούμενος τηρεί βιβλία με βάση πλήρη λογιστικά πρότυπα.
4. Για κάθε μήνα καθυστέρησης καταβολής του φόρου, προσαύξηση 0,73% στο ποσό του φόρου που οφείλει.

Φορολογική μεταχείριση των Ε.Ι.Χ. αυτοκινήτων που παραχωρούνται

Αρ. πρωτ.: ΔΕΑΦ 1096157 ΕΞ 2016/ 22.6.2016
Φορολογική μεταχείριση των Ε.Ι.Χ. αυτοκινήτων που παραχωρούνται κατά χρήση στους υπαλλήλους της εταιρείας
Αθήνα, 22 Ιουνίου 2016
Αρ. Πρωτ: ΔΕΑΦ 1096157 ΕΞ 2016

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜ. ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΝ. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Α’

Ταχ. Δ/νση : Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κωδ. : 101 84 ΑΘΗΝΑ
Τηλέφωνο : 210 3375318
FAX : 210 3375001

ΘΕΜΑ: Φορολογική μεταχείριση των Ε.Ι.Χ. αυτοκινήτων που παραχωρούνται κατά χρήση στους υπαλλήλους της εταιρείας.

Απαντώντας σε σχετικά ερωτήματα φορολογουμένων αναφορικά με το πιο πάνω θέμα, σας γνωρίζουμε τα κάτωθι:

1. Με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 13 του ν. 4172/2013 ορίζεται, ότι με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 2, 3, 4 και 5 οποιεσδήποτε παροχές σε είδος που λαμβάνει ένας εργαζόμενος ή συγγενικό πρόσωπο αυτού συνυπολογίζονται στο φορολογητέο εισόδημα του στην αγοραία αξία τους, εφόσον η συνολική αξία των παροχών σε είδος υπερβαίνει το ποσό των (300) ευρώ ανά φορολογικό έτος.

2. Περαιτέρω, με τις διατάξεις της παρ. 2 του ίδιου ως άνω άρθρου και νόμου όπως τροποποιήθηκαν με την παρ. 1 του άρθρου 44 του ν. 4389/2016 ορίζεται, ότι η αγοραία αξία της παραχώρησης ενός οχήματος σε εργαζόμενο ή εταίρο ή μέτοχο από ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα ενός φορολογικού έτους, υπολογίζεται σε ποσοστό ογδόντα τοις εκατό (80%) του κόστους του οχήματος που εγγράφεται ως δαπάνη στα βιβλία του εργοδότη με τη μορφή της απόσβεσης περιλαμβανομένων των τελών κυκλοφορίας, επισκευών, συντηρήσεων, καθώς και του σχετικού χρηματοδοτικού κόστους που αντιστοιχεί στην αγορά του οχήματος ή του μισθώματος. Σε περίπτωση που το κόστος είναι μηδενικό, η αγοραία αξία της παραχώρησης ορίζεται σε ποσοστό ογδόντα τοις εκατό (80%) της μέσης δαπάνης ή απόσβεσης κατά τα τελευταία τρία (3) έτη.

3. Σημειώνεται ότι, για σκοπούς ίσης φορολογικής μεταχείρισης δεν υφίσταται διαφορετική αντιμετώπιση των εισοδημάτων των εργαζομένων μιας επιχείρησης με αντικείμενο  δραστηριότητας την πώληση οχημάτων και μιας επιχείρησης με οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα. Επίσης η λογιστική απεικόνιση του οχήματος, δεν αποτελεί κριτήριο για τον χαρακτηρισμό ή μη του οχήματος αυτού ως παροχή σε είδος για τον εργαζόμενο, δεδομένου ότι αυτό χρησιμοποιείται από υπάλληλο της επιχείρησης λόγω παραχώρησής του από αυτήν.

4. Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι, όσον αφορά στη φορολογική μεταχείριση της παροχής οχήματος στα στελέχη μιας επιχείρησης ανεξαρτήτως: α) της διάρκειας χρήσης του οχήματος και β) της δραστηριότητας της επιχείρησης η παροχή αυτή αποτελεί παροχή σε είδος για τον εργαζόμενο, η οποία για σκοπούς εφαρμογής του άρθρου 13 του ΚΦΕ αποτιμάται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 2 του άρθρου 13 του ν. 4172/2013, όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 44 του ν. 4389/2016.

ΑΚΡΙΒΕΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΟΥ ΑΥΤΟΤΕΛΟΥΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
Γ. ΠΙΤΣΙΛΗΣ

παροχή οδηγιών για την είσπραξη αναλογικών τελών κυκλοφορίας, εξαιρετικά για το 2016

ΠΟΛ.1083/2016
Κοινοποίηση των διατάξεων της παρ. 4 του άρθρου 117 του ν. 4387/12-5-2016 (85 Α’) και παροχή οδηγιών για την είσπραξη αναλογικών τελών κυκλοφορίας, εξαιρετικά για το 2016, στην περίπτωση άρσης ακινησίας ΙΧ οχήματος, αυτοκινήτου ή μοτοσυκλέτας, σύμφωνα με τις ως άνω διατάξεις
Αθήνα, 23 Ιουνίου 2016
Αριθ.Πρωτ: ΠΟΛ.1083

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Δ/ΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΕΜΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Β’ ΤΕΛΩΝ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΩΝ ΦΟΡΟΛΟΓΙΩΝ

Ταχ.Δ/νση: Σίνα 2-4
Ταχ.Κωδ.: 10672 ΑΘΗΝΑ
Τηλέφωνο: 210- 3642570,3644781,
FAX: 210-3642251

ΠΟΛ 1083/2016

ΘΕΜΑ: «Κοινοποίηση των διατάξεων της παρ. 4 του άρθρου 117 του ν. 4387/12-5-2016 (85 Α’) και παροχή οδηγιών για την είσπραξη αναλογικών τελών κυκλοφορίας, εξαιρετικά για το 2016, στην περίπτωση άρσης ακινησίας ΙΧ οχήματος, αυτοκινήτου ή μοτοσυκλέτας, σύμφωνα με τις ως άνω διατάξεις».

Άρθρο 117

Με την παρ. 4 του άρθρου 117 του ν. 4387/2016, δίνεται η δυνατότητα σε ενδιαφερόμενους κατόχους ΙΧ οχημάτων, αυτοκινήτων ή μοτοσυκλετών, οι οποίοι τα έχουν θέσει σε ακινησία, και εξαιρετικά για το έτος 2016 να άρουν την ακινησία για τα εν λόγω οχήματα καταβάλλοντας, πριν την άρση, τα τέλη κυκλοφορίας για το έτος αυτό, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις περιπτώσεις α) έως γ) της προαναφερθείσας διάταξης και συγκεκριμένα:

-για άρση ακινησίας χρονικής διάρκειας 1 μηνός, καταβάλλονται τα 2/12 των αναλογούντων στο όχημα ετήσιων τελών κυκλοφορίας

-για άρση ακινησίας χρονικής διάρκειας 3 μηνών, καταβάλλονται τα 4/12 του ποσού των αναλογούντων στο όχημα ετήσιων τελών κυκλοφορίας

-για άρση ακινησίας για το υπόλοιπο διάστημα του έτους και μέχρι το τέλος αυτού (31.12.2016), καταβάλλονται τα δωδέκατα του ποσού των αναλογούντων στο όχημα ετήσιων τελών κυκλοφορίας που απομένουν από την ημερομηνία της άρσης μέχρι και το τέλος του έτους συν 2/12 των αναλογούντων ετήσιων τελών.

Οι ανωτέρω επιλογές είναι, κατά περίπτωση, δεσμευτικές και δεν παρέχεται η δυνατότητα επιλογής άλλου χρονικού διαστήματος πέραν όσων ρητά αναφέρονται στη διάταξη.

Επισημαίνεται ότι η άρση της ακινησίας γίνεται κατόπιν εγγράφου αιτήματος του κατόχου του οχήματος.

Προκειμένου για τον υπολογισμό του ποσού των τελών κυκλοφορίας, ο μήνας που γίνεται η άρση της ακινησίας, λογίζεται ως ολόκληρος μήνας, ανεξάρτητα από τη χρονική στιγμή της άρσης αυτής.

Παράδειγμα 1:

Για επιβατικό ΙΧ 1000 κ.εκ., τα ετήσια τέλη κυκλοφορίας είναι 120€. Έστω ότι φορολογούμενος αιτείται (εγγράφως) άρσης ακινησίας στις 20 Ιουνίου 2016:

– για 1 μήνα, τότε τα αναλογούντα τέλη κυκλοφορίας υπολογίζονται ως εξής: 120€x(2/12)=20€.

– για 3μήνες, τότε τα αναλογούντα τέλη κυκλοφορίας για το ίδιο όχημα είναι 120€x(4/12)=40€.

– για το υπόλοιπο του έτους μέχρι 31-12-2016, θα καταβληθούν τέλη κυκλοφορίας για 7 μήνες συν 2/12 ως εξής: 120€x(7/12)+120€x(2/12)=70€+20€=90€.

Παράδειγμα 2:

Για επιβατικό ΙΧ με εκπομπές 100γρ CO2/χλμ , τα ετήσια τέλη κυκλοφορίας είναι : 100x 0,90=90 €. Έστω ότι φορολογούμενος αιτείται (εγγράφως) άρσης ακινησίας στις 20 Ιουνίου 2016:

– για 1 μήνα τότε τα αναλογούντα τέλη κυκλοφορίας υπολογίζονται ως εξής: 90€ x (2/12)=15€

– για 3μήνες τότε τα αναλογούντα τέλη κυκλοφορίας για το ίδιο όχημα είναι 90€x (4/12)=30€

– για το υπόλοιπο του έτους μέχρι 31-12-2016, θα καταβληθούν τέλη κυκλοφορίας για 7 μήνες συν 2/12 ως εξής:
90€x [(7/12) + (2/12)]=90€x(9/12)=€.67,5

Η επιστροφή των στοιχείων κυκλοφορίας στην αρμόδια Δ.Ο.Υ., από τον ιδιοκτήτη ή κάτοχο, γίνεται την τελευταία εργάσιμη ημέρα της περιόδου κυκλοφορίας του οχήματος για την οποία έχουν καταβληθεί τα τέλη κυκλοφορίας.

Επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με τις προαναφερθείσες διατάξεις, στην περίπτωση εκπρόθεσμης επιστροφής των στοιχείων ή μη επιστροφής αυτών στη Δ.Ο.Υ., επιβάλλεται αυτοτελές πρόστιμο ίσο με το διπλάσιο των αναλογούντων ετησίων τελών κυκλοφορίας, δηλ. εάν ο ιδιοκτήτης ή κάτοχος του οχήματος του παραδείγματος 1 έχει καταβάλλει τέλη κυκλοφορίας για διάρκεια άρσης τριών μηνών (40€) και δεν επιστρέψει τα στοιχεία (άδεια και πινακίδες ) του οχήματος εμπρόθεσμα (τελευταία εργάσιμη του τριμήνου), τότε επιβάλλεται πρόστιμο ύψους 120€ x2=240€.

Αυτονόητο είναι ότι δεν απαιτείται η επιστροφή των στοιχείων κυκλοφορίας στη Δ.Ο.Υ. όταν η άρση περιλαμβάνει και τον τελευταίο μήνα του έτους 2016 (Δεκέμβριο), εφόσον καταβληθούν εμπρόθεσμα τα τέλη κυκλοφορίας του 2017.

Με τις διατάξεις του άρθρου 122, του ίδιου νόμου, η έναρξη ισχύος των ρυθμίσεων αρχίζει από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ήτοι από 12/5/2016.

Εξυπακούεται ότι, στις περιπτώσεις μεταβίβασης οχήματος εντός του 2016, δεν τυγχάνουν εφαρμογής τα ανωτέρω, αλλά οι διατάξεις της υποπαρ. Ε7 του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (222 Α’), σύμφωνα με τις οποίες δεν επέρχεται μεταβίβαση της κυριότητας αυτοκινήτου οχήματος, εάν δεν καταβληθούν προηγουμένως τα τέλη κυκλοφορίας του έτους εντός του οποίου λαμβάνει χώρα η μεταβίβαση, αφαιρουμένου του ποσού των τελών κυκλοφορίας που ενδεχομένως έχουν καταβληθεί, καθώς και τα τέλη κυκλοφορίας προηγουμένων ετών, τα οποία τυχόν οφείλονται για το χρόνο που το όχημα βρισκόταν στην κατοχή του μεταβιβάζοντος, συμπεριλαμβανομένων των προβλεπομένων από τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις προστίμων. Το ίδιο συμβαίνει, εφόσον έχει προηγηθεί άρση ακινησίας, σύμφωνα με την εν λόγω ρύθμιση στην περίπτωση διαγραφής οχήματος λόγω εξαγωγής του, όπου απαιτείται ο έλεγχος καταβολής των ετήσιων τελών κυκλοφορίας τρέχοντος και παρελθόντων ετών.

Επίσης στην περίπτωση που έχει γίνει άπαξ χρήση ενός εκ των τριών ανωτέρω χρονικών περιόδων άρσης της ακινησίας και ο κάτοχος αιτείται εκ νέου άρση ακινησίας, τότε θα καταβάλλονται τα ετήσια τέλη κυκλοφορίας (αφαιρουμένου του ποσού των τελών κυκλοφορίας που έχει καταβληθεί) σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 22 του ν. 2367/1953, όπως ισχύει.

Τέλος επισημαίνεται ότι η περ. γ’ της παρ. 4 του άρθρου 117 εφαρμόζεται για άρση ακινησίας για χρονικά διαστήματα που δεν ρυθμίζονται από τις περ. α’ και β’, δηλαδή για χρονικά διαστήματα διαφορετικά από τον 1 μήνα ή τους 3 μήνες αντίστοιχα.

Παραδείγματα

Έστω ότι ο κάτοχος του οχήματος του παραδείγματος 2 (ετήσια τέλη κυκλοφορίας ύψους 90€), αιτηθεί για τρείς μήνες άρση της ακινησίας και καταβάλει τα αναλογούντα τέλη κυκλοφορίας ύψους 30€. Στη συνέχεια, μετά την παρέλευση των τριών μηνών ζητάει εκ νέου άρση της ακινησίας για το όχημά του, τότε ο εν λόγω κάτοχος πρέπει να καταβάλλει τα ετήσια τέλη κυκλοφορίας έτους 2016 αφαιρουμένου το ποσού των 30€ που έχει ήδη καταβάλλει, ήτοι καταβάλλει 60€.

Εάν, ο ως άνω κάτοχος του οχήματος του παραδείγματος 2 (ετήσια τέλη κυκλοφορίας ύψους 90€), αιτηθεί για τρείς μήνες άρση της ακινησίας και καταβάλει τα αναλογούντα τέλη κυκλοφορίας ύψους 30€ και ενδιάμεσα αποφασίζει να το μεταβιβάσει/διαγράψει λόγω εξαγωγής, τότε επίσης πρέπει να καταβάλλει τα ετήσια τέλη κυκλοφορίας έτους 2016 αφαιρουμένου του ποσού των 30€ που έχει ήδη καταβάλλει, ήτοι καταβάλλει 60€.

ΑΚΡΙΒΕΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΟΥ ΑΥΤΟΤΕΛΟΥΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ

Διαχωρισμός της αξίας κτήσης του οικοπέδου από την αξία του κτίσματος, κατά τη διενέργεια των φορολογικών αποσβέσεων

Αριθ. πρωτ.: ΔΕΑΦ Β 1095090 ΕΞ 2016/ 21.6.2016
Διαχωρισμός της αξίας κτήσης του οικοπέδου από την αξία του κτίσματος, κατά τη διενέργεια των φορολογικών αποσβέσεων του άρθρου 24 του ν.4172/2013
Αθήνα, 21 Ιουνίου 2016
Αριθ. Πρωτ.: ΔΕΑΦ Β 1095090 ΕΞ 2016

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Β’

Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδ.: 101 84 ΑΘΗΝΑ
Πληροφορίες: Ε. Πλάνη
Τηλέφωνο: 2 10 – 33.75.312
ΦΑΞ: 210 – 33.75.001

ΘΕΜΑ: Διαχωρισμός της αξίας κτήσης του οικοπέδου από την αξία του κτίσματος, κατά τη διενέργεια των φορολογικών αποσβέσεων του άρθρου 24 του ν.4172/2013.

Με αφορμή προφορικά και γραπτά ερωτήματα που έχουν υποβληθεί στην υπηρεσία μας, αναφορικά με το πιο πάνω θέμα, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:

1. Με τις διατάξεις του άρθρου 24 του ν.4172/2013 καθορίζονται οι φορολογικές αποσβέσεις επί των παγίων περιουσιακών στοιχείων οι οποίες εκπίπτουν από το σύνολο των εσόδων από επιχειρηματικές συναλλαγές προκειμένου για τον προσδιορισμό του κέρδους από επιχειρηματική δραστηριότητα.

Ειδικότερα, με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 24 του νόμου αυτού ορίζεται, ότι εδαφικές εκτάσεις, έργα τέχνης, αντίκες, κοσμήματα και άλλα πάγια στοιχεία ενεργητικού επιχειρήσεων που δεν υπόκεινται σε φθορά και αχρήστευση λόγω παλαιότητας, δεν υπόκεινται σε φορολογική απόσβεση, ενώ με τις διατάξεις της παρ. 4 του ίδιου ως άνω άρθρου και νόμου ορίζεται ότι το κόστος κτήσης ή κατασκευής, περιλαμβανομένου και του κόστους βελτίωσης, ανανέωσης και ανακατασκευής, αποκατάστασης του περιβάλλοντος αποσβένονται, σύμφωνα με τους συντελεστές που περιλαμβάνονται στον πίνακα της παραγράφου 4 του άρθρου αυτού. Ειδικά για τα κτίρια, κατασκευές, εγκαταστάσεις, βιομηχανικές και ειδικές εγκαταστάσεις, μη κτιριακές εγκαταστάσεις, αποθήκες και σταθμοί, περιλαμβανομένων των παραρτημάτων τους προβλέπεται συντελεστής απόσβεσης 4%.

2. Ενόψει των ανωτέρω, σε περίπτωση ακινήτων επί των οποίων έχουν ανεγερθεί κτήρια, οι φορολογικές αποσβέσεις διενεργούνται μόνο επί της αξίας που αναλογεί στα κτίσματα και όχι επί της αξίας που αντιστοιχεί στο οικόπεδο.

Στην περίπτωση αυτή, ως αξία κτήσης του κτίσματος για την διενέργεια αποσβέσεων με βάση τις διατάξεις του άρθρου 24 του ν.4172/2013, θα λαμβάνεται το μέρος της συνολικής αξίας του ακινήτου (οικόπεδο – κτίσμα) που αναλογεί στο κτίσμα με βάση το ποσοστό συμμετοχής του όπως αυτό προκύπτει από τις αντίστοιχες αξίες που λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό της φορολογίας κεφαλαίου.

Για παράδειγμα, επιχείρηση κατέβαλλε το φορολογικό έτος 2015, ως συνολικό τίμημα για την αγορά ακινήτου (οικόπεδο – κτίσμα) το ποσό των 1.000.000 ευρώ. Η αξία του ακινήτου κατά το σύστημα του αντικειμενικού προσδιορισμού αξίας ακινήτου για τις ανάγκες εφαρμογής της φορολογίας κεφαλαίου καθορίσθηκε στο ποσό των 700.000 ευρώ εκ της οποίας το ποσό των 400.000 ευρώ αφορούσε το οικόπεδο, ενώ το ποσό των 300.000 ευρώ το κτίσμα. Λαμβάνοντας υπόψη τα δεδομένα του παραδείγματος, το ποσοστό συμμετοχής του οικοπέδου 57,14%, (400.000 ευρώ/700.000 ευρώ) και του κτιρίου 42,86% (300.000 ευρώ/700.000 ευρώ) στη συνολική αξία οικοπέδου -κτιρίου, με βάση τα οριζόμενα στη φορολογία κεφαλαίου, θα αποτελέσει τη βάση υπολογισμού με την οποία θα διαχωριστεί το πραγματικό τίμημα (1.000.000 ευρώ) σε οικόπεδο και κτίσμα για σκοπούς φορολογίας εισοδήματος προκειμένου να υπολογισθούν οι φορολογικές αποσβέσεις στην αξία του κτιρίου, με βάση τις διατάξεις του άρθρου 24 του ν.4172/2013.

Τα παραπάνω εφαρμόζονται ανάλογα και σε περίπτωση οριζόντιας ιδιοκτησίας, κατά την οποία το δικαίωμα της κυριότητας επί ορόφου ή διαμερίσματος κ.λπ. αποτελείται από την κυριότητα επί αυτού καθώς και την εξ’ αδιαιρέτου συγκυριότητα επί του μεριδίου που αναλογεί στους κοινόχρηστους χώρους και το οικόπεδο, με βάση το άρθρο 1117 του Αστικού Κώδικα και τον ν.3741/1929, καθώς και σε περίπτωση κάθετης ιδιοκτησίας, με την οποία συστήνεται διηρημένη ιδιοκτησία επί πλειόνων αυτοτελών οικοδομημάτων ανεγειρόμενων επί ενιαίου οικοπέδου σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.δ. 1024/1971.

Ακριβές Αντίγραφο
Η Προϊσταμένη του Αυτοτελούς Τμήματος Διοίκησης

Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ